Είναι ένα φυτό που φύεται στη χώρα μας από την αρχαιότητα ενώ τα τελευταία χρόνια άρχισε να καλλιεργείται συστηματικά. Προέρχεται από την νοτιοδυτική Ασία και μεταφέρθηκε κατά την αρχαιότητα στο μεσογειακό χώρο, όπου προσαρμόζεται πολύ καλά στο μεσογειακό κλίμα. Μπορεί να αξιοποιήσει περιθωριακά και υποβαθμισμένα εδάφη αλλά και να χρησιμοποιήσει για την άρδευση της υφάλμυρα νερά.
Το φρούτο αυτό, έχει περιβληθεί με συμβολισμούς που αφορούν τη γονιμότητα, τη ζωή αλλά και το θάνατο.
Χρήση –φυσιολογικές ιδιότητες:
Από τη ροδιά σήμερα παράγονται 475 διαφορετικά προϊόντα (τρόφιμα, ποτά, φαρμακευτικά προϊόντα, καλλυντικά, κλπ). Πέραν των φρέσκων καρπών στην αγορά υπάρχουν χυμοί ή συμπύκνωμα χυμού γαλακτούχα ποτά, αναψυκτικά, αλκοολούχα ποτά, επιδόρπια, ένα γνωστό σιρόπι (γρεναδίνη). Επίσης αποξηραμένοι σπόροι ροδιού (ολόκληροι ή σε σκόνη).
Τα ρόδια καταναλώνονται κατά προτίμηση νωπά ή σαν αναψυκτικός χυμός ή σαν σιρόπι ροδιού (γρεναδίνη) ή σαν αλκοολούχα ποτά που παράγονται μετά από μεταποίηση. Επίσης τα ρόδια χρησιμοποιούνται στη μαγειρική και τη ζαχαροπλαστική.
Τα ρόδια ανάλογα με το ποσοστό σακχάρων που περιέχουν κατατάσσονται σε δύο μεγάλες ομάδες:
- Τα ρόδια που περιέχουν γλυκούς σπόρους και τα οποία καταναλώνονται σαν επιτραπέζιοι καρποί.
- Τα ρόδια που περιέχουν γλυκόξινους σπόρους. Τα ρόδια αυτά χρησιμοποιούνται στη μεταποίηση με σκοπό την παραγωγή χυμών ή γρεναδίνης ή αλκοολούχων ποτών.
Μερικά μέρη του φυτού της ροδιάς χρησιμοποιούνται στη βυρσοδεψία για την επεξεργασία των δερμάτων λόγω της αυξημένης περιεκτικότητας των σε τανίνη. Ο φλοιός του καρπού, είναι και φαρμακευτικός, και βαφικός για τη βαφή μάλλινων και μεταξωτών νημάτων. Η πούλπα των καρπών της ροδιάς χρησιμοποιείται στην παραδοσιακή ιατρική πολλών λαών της Μεσογείου.
Η ροδιά όμως πέραν της μεγάλης φήμης που απέκτησε σαν υπέροχο συστατικό της διατροφής, κίνησε και το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας, λόγω των σπουδαίων φαρμακευτικών ιδιοτήτων που έχουν τα ρόδια στην πρόληψη πολλών ασθενειών.
Τα άνθη της είναι φαρμακευτικά και ο φλοιός της ρίζας χρησιμοποιείται από την παραδοσιακή ιατρική για την αντιμετώπιση των γαστρεντερικών παθήσεων και προσβολών από τα παράσιτα και εναντίον της ταινίας. Το άνθος της ροδιάς χρησιμοποιούνταν εναντίον του δηλητηρίου του σκορπιού, την ακατάσχετη εμμηνόρροια, τις αιμορραγίες, τη δυσεντερία, τη διάρροια και γενικά σαν παυσίπονο. Στο Ιράν τα άνθη της ροδιάς χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα για την αντιμετώπιση του διαβήτη.
Ο χυμός του ροδιού, έχει πολύ ισχυρές αντιοξειδωτικές και αντιφλογωτικές ιδιότητες που οφείλονται στην υψηλή περιεκτικότητα του σε ανθοκυάνες, σε ελλαγική τανίνη και σε υδρολυτική τανίνη.
Το ρόδι είναι μία μεγάλη πηγή χαλκού για τον οργανισμό του ανθρώπου. Ο χαλκός είναι συστατικό πολλών ενζύμων, αλλά κυρίως είναι συστατικό της αιμογλοβίνης και του κολλαγόνου (πρωτεΐνης που λαμβάνει μέρος στη δομή και την αποκατάσταση των ζημιών των ιστών του ανθρώπου). Ο καρπός της ροδιάς είναι πλούσιος σε βιταμίνες Α, Β, C και σε ανόργανα στοιχεία: φωσφόρο, ασβέστιο, μαγνήσιο, κάλιο, χαλκό, σίδηρο, μαγγάνιο, πυρίτιο, νάτριο, θείο, ψευδάργυρο κλπ. Η περιεκτικότητα των καρπών σε λιπίδια ποικίλει ανάλογα με την ποικιλία, αλλά και την περιεκτικότητα τους σε έλαιο.
Ο χυμός του ροδιού περιέχει επίσης το παντοθενικό οξύ, το οποίο συμμετέχει στη δομή ενός συνενζύμου, που επιτρέπει στον ανθρώπινο οργανισμό να χρησιμοποιεί ορθολογικά την ενέργεια που προέρχεται από τις τροφές και η οποία απελευθερώνεται κατά τη διαδικασία της πέψεως. Το περικάρπιο των καρπών της ροδιάς περιέχει πολυφαινολικές τανίνες χρώματος κίτρινου που χρησιμοποιούνται στη βαφική. Το περικάρπιο των ροδιών χρησιμοποιείται από την παραδοσιακή ιατρική για την αντιμετώπιση διαρροιών, ελκών, στοματίτιδων κλπ.
Ο νωπός καρπός της ροδιάς αποτελείται περίπου από 70% του βάρους του από νερό, ενώ το 13% – 30% αποτελείται από σάκχαρα, κιτρικό οξύ και μηλικό οξύ, ενώ περιέχει σε μεγάλες ποσότητες βιταμίνη C.
Το ρόδι έχει κατά μέσο όρο 14g σάκχαρα στα 100g σπόρων, δηλαδή έχει τόσα σάκχαρα όσα περίπου και το κεράσι.
Ο χυμός περιέχει μεγάλες ποσότητες υδρολυτικών τανινών κυρίως ελλαγοτανίνες (γαλλικό οξύ και ελλαγικό οξύ), ανθοκυάνες (κυανιδίνη, δελφινιδίνη, πελαργονιδίνη) όπως και φαινολικά οξέα (καφεϊκό οξύ, χλωρογενικό οξύ).
Η εμπειρία που υπάρχει μέχρι σήμερα από την κατανάλωση του χυμού της ροδιάς έδειξε ότι, μπορεί κανείς να καταναλώνει ένα λίτρο χυμού ροδιού ημερησίως χωρίς παρενέργειες. Στην πράξη είναι αρκετά 250-300 ml χυμού ροδιού, για ημερήσια κατανάλωση σε δύο δόσεις.
Η ροδιά χρησιμοποιείται επίσης στη παρασκευή παραδοσιακών καλλυντικών, κυρίως το λάδι των σπερμάτων.
Σήμερα παρασκευάζονται κρέμες μακιγιάζ, πομάδες, έλαια για την περιποίηση του σώματος, του δέρματος και των μαλλιών, κραγιόν, κρέμες ντεμακιγιάζ, κλπ.
Το έλαιο της ροδιάς, επιταχύνει την ανανέωση της επιδερμίδας και με την καταπολέμηση των ελεύθερων ριζών, δίνει στο δέρμα ελαστικότητα και ανθεκτικότητα, μειώνοντας επίσης τις ρυτίδες.
Καλλιέργεια
Τα άνθη της ροδιάς ανάλογα με το μήκος του στύλου που αναπτύσσουν, διακρίνονται σε δύο κατηγορίες, τα μακρόστυλα (γόνιμα) και τα βραχύστυλα άνθη (άγονα):
Το χρώμα τους ποικίλει, από το βαθύ ερυθρό, μέχρι μερικές φορές το κίτρινο ή το λευκό. Ο αριθμός των άγονων ανθέων υπερέχει κατά πολύ από τα γόνιμα. Ο καρπός της ροδιάς είναι ράγα, η οποία συνήθως έχει το μέγεθος πορτοκαλιού ή είναι ακόμη πιο ογκώδης. Το μέσο βάρος των καρπών της ροδιάς είναι 200-400 gr .
Η ροδιά μπορεί να μπει σε καρποφορία από το 3ο ή το 4ο έτος μετά την εγκατάσταση της, ενώ σε πλήρη παραγωγή φθάνει μετά το 7ο-8ο έτος. Η ωρίμανση των καρπών της γίνεται την περίοδο Σεπτεμβρίου , Οκτωβρίου ανάλογα με την ποικιλία.
Οι ποικιλίες: ανάλογα με την περιεκτικότητα του χυμού τους σε οξέα διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες.
- Γλυκές ποικιλίες
- Ημίγλυκες ποικιλίες
- Ξινές ποικιλίες
Το κλίμα που ταιριάζει περισσότερο στην καλλιέργεια της ροδιάς είναι το υποτροπικό. Η ροδιά ευδοκιμεί σε περιοχές που χαρακτηρίζονται από μακρύ, θερμό και ξηρό καλοκαίρι.
Η ροδιά μπορεί να επιτύχει πολύ καλές παραγωγές εφόσον στις περιοχές αυτές η θερμοκρασία κατά τη διάρκεια του έτους δεν πέφτει κάτω από τους -12ο C. Παρουσιάζει μεγαλύτερη αντοχή στο ψύχος από εκείνο της ελιάς και των εσπεριδοειδών, ιδιαίτερα κατά την περίοδο του λήθαργου των οφθαλμών. Πρέπει κανείς να αποφύγει περιοχές που επικρατούν παγετοί ανοίξεως.
Δεν έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις όσον αφορά το έδαφος, αλλά έχει καλύτερα αποτελέσματα σε εδάφη που είναι: βαθιά, στραγγιζόμενα, μέσης συστάσεως τα οποία έχουν ικανοποιητική περιεκτικότητα σε οργανική ουσία και ρΗ 5,5-7,0.
Παρουσιάζει μία σχετική αντοχή στην ξηρασία, αλλά δεν είναι ξερική καλλιέργεια. Αντέχει και στην αυξημένη αλατότητα του νερού άρδευσης.
Φύτευση: Πριν από τη φύτευση των δενδρυλλίων της ροδιάς χρήση «χωνεμένης» κοπριάς, σαν βελτιωτικό του εδάφους. Η καλύτερη εποχή για το φύτεμα των δενδρυλλίων είναι στα τέλη του χειμώνα με αρχές άνοιξης. Καλή τεχνική είναι επίσης η εδαφοκάλυψη που γίνεται με τη χρησιμοποίηση λωρίδων διαφανούς ή μαύρου πλαστικού κατά μήκος των γραμμών φυτεύσεως πλάτους 1-1,5m
Η λίπανση: πρέπει να γίνεται σε συνάρτηση με την χημική ανάλυση του εδάφους. Χρειάζεται: Το άζωτο, ο φωσφόρος και το κάλιο καθώς και ιχνοστοιχεία σαν το μαγνήσιο, σίδηρο, μαγγάνιο, ασβέστιο, ψευδάργυρο, θείο, χαλκό κλπ., τα οποία εξασφαλίζουμε από ένα ολοκληρωμένο κόμποστ είτε από το εμπόριο είτε καλύτερα αν το φτιάχνουμε μόνοι μας(δες Παρασκευή κόμποστ). Η οργανική λίπανση γίνεται επίσης με 2 τόνους κοπριάς ή με χλωρή λίπανση κάθε 2-3 χρόνια.
Η άρδευση: Χρειάζεται μεγάλη προσοχή για το πότε αρδεύουμε. Αν γίνει μετά από μία περίοδο ξηρασίας, οι καρποί σχίζονται. Το ίδιο γίνεται αν δεν υπάρχει άρδευση, αλλά πέσουν βροχές μετά από μία μακρά περίοδο ανομβρίας.
Οι κρίσιμες περίοδοι άρδευσης είναι κυρίως κατά τη γονιμοποίηση των ανθέων και το δέσιμο των καρπών και λίγο πριν από την ωρίμανση επειδή τότε έχει αυξημένες ανάγκες σε νερό.
Το κλάδεμα: Αν δεν είναι φυσική η καλλιέργεια, ο παραγωγός πρέπει να αποφασίσει τι σχήμα θα δώσει στα φυτά του, δηλαδή θα τα αναπτύξει σαν δένδρα ή σαν θάμνους
Το φως παίζει καθοριστικό λόγο στην παραγωγή των καρπών της ροδιάς, για αυτό επιδιώκεται η μείωση της σκίασης των δέντρων.
Το κλάδεμα καρποφορίας γίνεται την εποχή του λήθαργου των οφθαλμών και αποσκοπεί στον καλό φωτισμό, τον αερισμό αλλά και στην ανανέωση των οργάνων καρποφορίας.
Αγριόχορτα: ο έλεγχος των αγριόχορτων γίνεται μέσω της κατάλληλης εδαφοκάλυψης ή με χορτοκοπτικό ή με κότες και γαλοπούλες κάτω από τα δέντρα.
Ο Πολλαπλασιασμός: Η ροδιά είναι ένα είδος που μπορεί να πολλαπλασιαστεί εγγενώς και αγενώς. Ο εγγενής πολλαπλασιασμός γίνεται με τους σπόρους του ροδιού, τα δε σπορόφυτα θα πρέπει απαραιτήτως στη συνέχεια να εμβολιάζονται με την κατάλληλη ποικιλία εφαρμόζοντας το κατάλληλο είδος εμβολιασμού, επειδή τα παραγόμενα σπορόφυτα δεν έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά με τα μητρικά τους φυτά.
Ο αγενής πολλαπλασιασμός γίνεται με ξυλώδη ή φυλλώδη μοσχεύματα αλλά και με παραφυάδες και τότε τα παραγόμενα φυτά έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά με τα φυτά από τα οποία προήλθαν και δεν έχουν ανάγκη να εμβολιασθούν, αλλά δεν είναι τόσο ανθεκτικά όσο τα σπορόφυτα.
Ασθένειες: Η καλλιέργεια της ροδιάς, δεν εμφανίζει μεγάλα φυτοπαθολογικά προβλήματα, από εχθρούς και ασθένειες. Οι κυριότερες είναι:
Οι αφίδες
Ο ψευδόκοκκος (Pseudococcus affinis)
Ο ξυλοφάγος (Zeuzera pyrina)
Ectomyelois ceratoniae
Virachola isocrate
Μύγα της Μεσογείου(Ceratitis capitata)
Αλευρώδης (Dialeurodes citri)
Νηματώδεις
Sclerotinia sp
Aspergillus castaros
Σήψεις των καρπών (Alternaria alternate)
Η αντιμετώπιση τους γίνεται με τα κατάλληλα προληπτικά και άμεσα μέτρα που έχουν περιγραφεί στις άλλες δενδρώδεις καλλιέργειες, σε αυτή την ιστοσελίδα
Προβλήματα φυσιολογίας:
Το σχίσιμο των καρπών οφείλεται σε πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους παράγοντες, όπως είναι: η ποικιλία, η έκθεση των καρπών στον ήλιο( γίνεται σκίαση των καρπών), η τροφοπενία βορίου, οι απότομες εναλλαγές της υγρασίας του εδάφους ( ο πιο σημαντικός παράγοντας ), η καθυστέρηση της συγκομιδής, οι προσβολές από έντομα και ασθένειες
Η συγκομιδή: συνήθως αρχίζει όταν τα δένδρα έχουν φθάσει σε ηλικία 3-4 ετών και γίνεται στα τέλη του Σεπτεμβρίου έως στα μέσα Οκτωβρίου, ανάλογα με την ποικιλία. Γίνεται σε 2-5 χέρια κατά τη διάρκεια μίας καλλιεργητικής περιόδου. Η ωρίμανση των καρπών της ροδιάς κλιμακώνεται σε μία διάρκεια δύο μηνών. Η καλύτερη μέθοδος: με το ψαλίδι με κοπή του ποδίσκου των καρπών σε μήκος 0,5 cm από την επιφάνεια των ροδιών.
Η διάρκεια της παραγωγικής ζωής ροδιάς υπολογίζεται σε 25-30 έτη. Οι αποδόσεις ανά δένδρο κυμαίνονται μεταξύ 40-50 Kg