Εκφράζουν την ανάγκη των κινημάτων να θέσουν τη δική τους (κοινωνική) αναπαραγωγή στην ατζέντα τους και να «μάθουν να βάζουν τη ζωή τους στα Κοινά, οργανώνοντάς την για παράδειγμα με βάση τις διαφορετικές ανάγκες και δυνατότητές τους, και εξαλείφοντας πρακτικές που μπορούν να εξελιχθούν σε μορφές αποκλεισμού ή ιεραρχικοποίησης» .
Είναι δύσκολο σήμερα να φανταστούμε τη χειραφέτηση από το καπιταλιστικό σύστημα και να επιτύχουμε νέες λύσεις στο αίτημα της ευζωίας ή της κοινωνικής και οικολογικής δικαιοσύνης, χωρίς ταυτόχρονα οργανώσουμε στο έδαφος των Κοινών, τα «μη-κοινοτικοποιημένα συστήματα κοινωνικής παραγωγής.»
Μια σημαντική πτυχή των αντικαπιταλιστικών Κοινών, επομένως, είναι ότι ενισχύουν και ενδυναμώνουν τους αγώνες κατά του κεφαλαίου (και του κράτους) λόγω της παροχής διαφόρων βαθμών αυτονομίας στην κοινωνική αναπαραγωγή. Υπό αυτή την έννοια, παρέχουν τις ίδιες τις βάσεις του αγώνα: η αποεμπλοκή των μέσων και της διαδικασίας της κοινωνικής αναπαραγωγής από την αγορά και το κράτος παρέχει την ανεξαρτησία που απαιτείται για την αντιμετώπιση και των δύο.
Εάν, για παράδειγμα, οι κοινοτικές πρακτικές γύρω από τα τρόφιμα, τη στέγαση, το νερό, την υγεία, την εκπαίδευση, κ. λπ., μπορούν να παράσχουν έναν τέτοιο χώρο αυτονομίας, η ανάγκη να βασιστεί κανείς στο κεφάλαιο/κράτος για κοινωνική αναπαραγωγή θα μπορούσε να μειωθεί αποτελεσματικά και να αναπτυχθεί καλύτερα η κριτική της. Τα ζητήματα των αγώνων κατά του καπιταλισμού και του κράτους θα αποκτήσουν το πάνω χέρι αν και όταν οι υλικές βάσεις της κοινωνικής τους αναπαραγωγής οργανωθούν μέσω των Κοινών και εξοπλισθούν με την απαραίτητη αυτονομία από το σύστημα.
Ένα παρόμοιο επιχείρημα μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για την πολιτική της Αποανάπτυξης. Η υλική ευημερία της πλειονότητας του ανθρώπινου πληθυσμού συνδέεται με την ανακατανομή των ωφελειών της οικονομικής ανάπτυξης στο πλαίσιο του παγκόσμιου καπιταλισμού (και του έθνους-κράτους). Ωστόσο, οργανώνοντας το έδαφος της κοινωνικής αναπαραγωγής ως αντικαπιταλιστικά Κοινά, θα μπορούσε να είναι σημαντική η σχέση μεταξύ της ανάπτυξης και της ευημερίας ευρείας βάσης. Θα προέβαλε τον κυρίαρχο ρόλο που διαδραματίζει η κατανομή των ωφελειών της οικονομικής ανάπτυξης στην εκπλήρωση των ουσιωδών αναγκών, εξασφαλίζοντας ισότιμη και συλλογική κοινωνική αναπαραγωγή. Έτσι με άλλα λόγια, τα Κοινά θα έδιναν διέξοδο στα ζητήματα των πολιτικών της Αποανάπτυξης, οικοδομώντας την υλική βάση πάνω στην οποία θα στηριχθούν αυτές οι πολιτικές.
Συμπερασματικά, δεν μπορούμε να αντιμετωπίζουμε τα Κοινά μόνο ως δυνητικό κυρίαρχο στοιχείο μιας μελλοντικής κοινωνίας Αποανάπτυξης. Η Κοινοτικοποίηση δεν θα πρέπει να είναι μόνο ένα όραμα για ένα μέλλον μετά την ανάπτυξη, αλλά μια ανάγκη να οργανωθούμε εδώ και τώρα για να υλοποιήσουμε πιθανούς δρόμους προς αυτό το μέλλον. Με αυτή την έννοια, τα αντικαπιταλιστικά Κοινά θα χρειασθεί να αποκτήσουν μια στρατηγική Αποανάπτυξης και να μην είναι το αποτέλεσμα αυτής της στρατηγικής.