Σε σχέση με την προηγούμενη ανάρτηση για το σχολείο φυλακή: να ένα παράδειγμα για το πως και σε τι χρειάζεται να εκπαιδεύεται η νεολαία μας:
Εισαγωγικό κείμενο
Η κλιματική αλλαγή είναι μόνο μία από τις πολλαπλές κρίσης που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα αυτή την στιγμή. Κατά την διάρκεια των προηγούμενων δεκαετιών, μια θεμελιώδης υπόθεση της κοινωνίας μας ήταν η απεριόριστη ανάπτυξη της οικονομίας, που βασίστηκε στην καύση ορυκτών καυσίμων και στην αφθονία φυσικών και ανθρώπινων πόρων. Όμως, ο πεπερασμένος πλανήτης μας δεν έχει την δυνατότητα απορρόφησης όλων των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που παράγονται, οι φυσικοί του πόροι μειώνονται και οι κοινωνικές ανισότητες αυξάνονται. Χρειάζεται άμεσα μια θεμελιώδης αμφισβήτηση της ιδέας της συνεχόμενης μεγέθυνσης και ένας επαναπροσδιορισμός εννοιών όπως η ανάπτυξη, και κατ” επέκταση νέες αντιλήψεις για την ευημερία και την ευτυχία.
Το κίνημα για την απο-ανάπτυξη [1] είναι μια πρόταση τέτοιου είδους. Βασίζεται σε βήματα που ενσωματώνουν βασικές αντιλήψεις για τον επαναπροσδιορισμό της καθημερινής μας ζωής όπως η επαναξιολόγηση και η επανεννοιολογικοποίηση του κυρίαρχου φαντασιακού της μεγέθυνσης και των σύγχρονων αξιών, η αναδόμηση και η αναδιανομή της παραγωγής και του κοινωνικού πλούτου, ο επανεντοπισμός της κοινωνικής ζωής στην ανθρώπινη κλίμακα της κοινότητας και η μείωση -επαναρχησιμοποιήση-ανακύκλωση της ύλης, των μεταφορών, της κατανάλωσης ενέργειας και των αποβλήτων με στόχο την μείωση του οικολογικού μας αποτυπώματος (carbon footprint) για την δημιουργία μιας πιο δίκαιης και οικολογικής κοινωνίας.
Εστιάζοντας στο ζήτημα της ενέργειας, αντιλαμβανόμαστε πως τα ορυκτά καύσιμα έχουν αποτελέσει μια από τις κυρίαρχες κινητήριες δυνάμεις πίσω από την ανάπτυξη της οικονομίας. Συγκεκριμένα, η αφθονία σε φθηνά και προσβάσιμα ορυκτά καύσιμα όπως το πετρέλαιο. Την τελευταία δεκαετία όμως τα φθηνά ορυκτά καύσιμα γίνονται δυσεύρετα αφού το κόστος εξόρυξης αυξάνεται. Αυτό, ωφελείται σε ένα βαθμό στο ότι οι ήδη υπάρχουσες πηγές ή έχουν εξαντληθεί ή έχουν ξεπεράσει το σημείο μέγιστης παραγωγής (peak oil), ενώ νέες τοποθεσίες άντλησης πετρελαίου είναι τεχνικά πιο περίπλοκες άρα και πιο δαπανηρές. Επιπλέον, οι αστάθμητες γεωπολιτικές ανακατατάξεις όπως οι πόλεμοι για το πετρέλαιο στην Μέση Ανατολή, κάνουν την πρόσβαση σε παραδοσιακές πηγές ανασφαλή και ακριβή.
Λαμβάνοντας όμως υπόψιν το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, οι πολιτικές αποφάσεις που χρειάζεται να παρθούν άμεσα για την μείωση των πιθανοτήτων μιας ανεξέλεγκτης αποσταθεροποίησης του κλίματος, όπως αυτές που προτείνονται από την Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος (Intergovernmental Panel on Climate Change – IPCC) [2], θέτουν όρια στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Αυτό έχει σαν συνέπεια τον αναγκαίο έλεγχο των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που προέρχονται από την καύση ορυκτών καυσίμων όπως είναι το πετρέλαιο, αλλά και ο λιγνίτης και το φυσικό αέριο.
Κατά συνέπεια, και σαν επακόλουθο της αμφισβήτησης της μεγέθυνσης της οικονομίας και του σύγχρονου φαντασιακού, προκύπτει μια θεμελιώδης αμφισβήτηση των αντιλήψεων για την παραγωγή, την μεταφορά και την κατανάλωση/χρήση ενέργειας. Συγκεκριμένα, για την κοινωνική οργάνωση της παραγωγής και της μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, είναι επιτακτική η μετάβαση σε εναλλακτικές τεχνολογίες όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τα συστήματα διεσπαρμένης παραγωγής που μπορούν να δώσουν ορισμένες άμεσα αναγκαίες λύσεις και, υπό προϋποθέσεις, να συμπορευθούν με το κίνημα της απο-ανάπτυξης.
Η μετάβαση της παραγωγής ενέργειας από τα ορυκτά καύσιμα στις ανανεώσιμες πηγές και πως μπορεί αυτό να πραγματοποιηθεί με κοινωνικά δίκαιο τρόπο σε παγκόσμια κλίμακα, είναι μια πρόκληση. Η μείωση της κλίμακας του ζητήματος σε κοινοτικό επίπεδο και η χρήση μιας ολιστικής προσέγγισης από τα κάτω προς τα πάνω, που θα συμπεριλαμβάνει οικονομικούς, περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς και τεχνολογικούς παράγοντες στην μικρο-κλίμακα, είναι ένας πιθανός τρόπος να επιτευχθεί κάτι τέτοιο. Επαναπροσδιορίζοντας ως βασικό κέντρο πολιτικών αποφάσεων και κοινωνικού διαλόγου την “κοινότητα”, οι ανάγκες των ίδιων των κατοίκων μπορούν να αναδυθούν και να διαμορφωθούν με βάση τις τοπικές ιδιαιτερότητες αλλά και με βάση υπερτοπικά ζητήματα.
Εδώ βέβαια χρειάζεται να γίνει ένας ξεκάθαρος διαχωρισμός όταν αναφερόμαστε σε κοινότητες στον παγκόσμιο Νότο και σε κοινότητες στον παγκόσμιο Βορρά. Πρώτον, το κλιματικό χρέος του Βορρά προς τον Νότο πρέπει να ληφθεί υπόψιν καθώς το μεγαλύτερο μέρος των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έχουν παραχθεί για την ευμάρεια του βιομηχανικά ανεπτυγμένου Βορρά. Πρέπει όμως να γίνει σαφές πως το μεγαλύτερο μέρος αυτού του χρέους συγκεντρώνετε στα χέρια μιας οικονομικής ολιγαρχίας που έχει συσσωρεύσει πλούτο από αυτή την διαδικασία και από εκεί θα χρειαστεί να προέλθουν οι πόροι για την αποπληρωμή του. Δεύτερον, η ικανοποίηση των βασικών συνθηκών διαβίωσης πρέπει να είναι δικαίωμα όλων, κάτι που συμπεριλαμβάνει και την πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια για τα 1.6 δισεκατομμύρια ανθρώπων σε όλο τον κόσμο που δεν έχουν άμεση πρόσβαση σε αυτήν και τους αναρίθμητους ανθρώπους με περιορισμένη και ανεπαρκή πρόσβαση σε ηλεκτρισμό. Από αυτή την σκοπιά αναδύονται δύο κεντρικά ζητήματα. Η μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για κοινότητες που ήδη έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια και η πρόσβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για κοινότητες που δεν έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρισμό.
Χαρακτηριστικές περιπτώσεις στον Βορρά που έχει μειωθεί η εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και οι συν επακόλουθοι ρύποι, με την χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε κοινοτικό επίπεδο, είναι τα παραδείγματα των συνεταιρισμών αιολικής ενέργειας στην Δανία (όπως οι πρωτοβουλίες του Nordic Folkecenter [3]) και στην Γερμανία, όπου κωμοπόλεις και χωριά παράγουν τοπικά την ενέργεια που καταναλώνουν και ταυτόχρονα ενισχύουν την τοπική οικονομία δημιουργώντας τοπική βιοτεχνία, θέσεις εργασίας και επιπλέον έσοδα από την πώληση της περίσσιας ενέργειας στο δίκτυο. Επίσης χαρακτηριστικές είναι οι προσπάθειες ηλεκτροδότησης της υπαίθρου στον Νότο, όπου τοπικά παραγόμενες τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας όπως μικρά υδροηλεκτρικά, μικρές ανεμογεννήτριες, αλλά και φωτοβολταϊκά, ηλεκτροδοτούν κοινότητες μακριά από το δίκτυο, όπου τα συστήματα είναι συλλογική ιδιοκτησία της κοινότητας και εγκαθίστανται και συντηρούνται από τοπικές βιοτεχνίες, ενισχύοντας έτσι την τοπική οικονομία σε μικρή κλίμακα (χαρακτηριστικό παράδειγμα το Barefoot College [4] στην Ινδία που εκπαιδεύει γυναίκες στην εγκατάσταση μικρών φωτοβολταϊκών συστημάτων).
Εστιάζοντας στην τεχνολογική πλευρά μιας δίκαιης μετάβασης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και εξετάζοντας την αλληλεπίδραση της τεχνολογίας με την καθημερινότητα της κοινοτικής ζωής, μπορεί κανείς να προσεγγίσει την έννοια της κατάλληλης (appropriate technology [5]) ή της ενδιάμεσης (intermediate technology) τεχνολογίας. Η “κατάλληλη τεχνολογία” περιγράφει περισσότερο μια διαδικασία παρά μια συγκεκριμένη τεχνολογία, μια διαδικασία μέσα από την οποία μπορούν να ενδυναμωθούν οι ίδιες οι κοινότητες έτσι ώστε να αναπτύξουν τις υλικές και μη προϋποθέσεις, σύμφωνα με τις οποίες θα παράξουν οι ίδιες την ζητούμενη τεχνολογία, σύμφωνα με την δική τους αντίληψη για την ανάπτυξη. Αυτή η διαδικασία συνήθως προϋποθέτει την μεταφορά κατάλληλης τεχνογνωσίας μέσω σεμιναρίων, εκπαιδευτικών κέντρων ή/και εγχειριδίων. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι και τα εγχειρίδια κατασκευής μικρών ανεμογεννητριών του Hugh Piggott [6] που χρησιμοποιούμε στο εργαστήριο αυτοδιαχείρισης της ενέργειας. Αυτά τα εγχειρίδια ενδυναμώνουν ανθρώπους και κοινότητες σε όλο τον κόσμο να πάρουν στα χέρια τους την μικρής κλίμακας παραγωγή ενέργειας από τον άνεμο.
Για να μπορέσει όμως να αναπτυχθεί μια διαδικασία σαν και αυτή, η δυνατότητα ανταλλαγής τεχνολογικών καινοτομιών ελεύθερα, χωρίς πατέντες, και η συλλογική δυνατότητα ανάπτυξής τους, είναι κομβικά ζητήματα. Η τεχνολογία “ανοιχτού κώδικα”, που παίρνει το όνομά της από το επιτυχημένο παράδειγμα του λογισμικού Linux και των λεγόμενων λογισμικών “ανοιχτού κώδικα” (open source software), είναι ένα ελεύθερο εργαλείο στα χέρια μιας παγκόσμιας κοινότητας σχεδιαστών και ταυτόχρονα μια κουλτούρα προσφοράς που μπορεί να πλαισιώσει τις προσπάθειες “κατάλληλης τεχνολογίας”. Μία τέτοια προσπάθεια που τώρα ξεκινάει είναι η μη-κερδοσκοπική Onawi [7] που προσπαθεί να δημιουργήσει μια βιβλιοθήκη τεχνολογίας ανοιχτού κώδικά για ανεμογεννήτριες μεσαίου μεγέθους 150kW.
Προσπαθώντας λοιπόν να γειώσουμε στο εδώ και στο τώρα της καθημερινότητάς μας, τους παραπάνω προβληματισμούς σχετικά με το ζήτημα της ενέργειας, ξεκινάμε να πράξουμε αυτό που μας αναλογεί σύμφωνα με αυτό που επιβάλουν οι καιροί, την ανάγκη για κοινωνική δικαιοσύνη και οικολογία. Όλα είναι κομμάτι μιας διαδικασίας την οποία ανακαλύπτουμε σταδιακά. Αρχικά, η ενεργή και η άμεση συμμετοχή μας στα κοινά είναι ο μόνος τρόπος για να διασφαλίσουμε τα συμφέροντά και τις αξίες μας απέναντι στην άρχουσα τάξη που δεν θέλει να αλλάξουμε πορεία για να διατηρήσει την κερδοφορία της.
Τι σημαίνει αλλάζουμε πορεία; Σημαίνει τη μείωση του οικολογικού μας αποτυπώματος που θα αφήσει περιθώρια και σε άλλους κατοίκους αυτού του πλανήτη να αποκτήσουν τα αναγκαία για μια αξιοπρεπή διαβίωση. Η μείωση της κατανάλωσης ρυπογόνων μορφών ενέργειας είναι ένας τρόπος. Σημαίνει την τοπική, οικιακή ή κοινοτική, παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Ένα οικιακό ή κοινοτικό σύστημα με ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά είναι ένας τρόπος. Σημαίνει την συνειδητοποίηση των ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας που μπορούν να παραχθούν τοπικά και σε μικρή, διαχειρίσιμη από εμάς, κλίμακα και τον εναρμονισμό των αναγκών μας με βάση αυτές. Ζώντας μαζί με ένα σύστημα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μπορεί κανείς να συνειδητοποιήσει κάτι τέτοιο. Σημαίνει την δυνατότητα ελεύθερης πρόσβασης σε σχετικές τεχνολογίες όπως τα μικρά υδροηλεκτρικά, οι μικρές ανεμογεννήτριες, τα φωτοβολταϊκά πλαίσια κ.α. Κατασκευάζοντας μια ανεμογεννήτρια “ανοιχτού κώδικά” συνεισφέρουμε σε αυτή την διαδικασία. Με λίγα λόγια, αλλαγή πορείας σημαίνει την άμεση εμπλοκή μας στην διαδικασία παραγωγής ενέργειας…
Πηγές και χρήσιμη βιβλιογραφία:
[1] Σέρζ Λατούς – Το στοίχημα της απο-ανάπτυξης
[2] IPCC – www.ipcc.ch
[3] Nordic Folkecenter for renewable energy – www.folkecenter.net
[4] Barefoot college – www.barefootcollege.org
[5] Village Earth – http://villageearth.org/appropriate-technology
[6] Hugh Piggott’s blog – www.scoraigwind.co.uk
[7] Onawi Open renewables – www.onawi.org
http://neaguinea.org/%CE%B5%CE%BD%CE%AD%CF%81%CE%B3%CE%B5%CE%B9%CE%B1/
Εισαγωγικό κείμενο
Η κλιματική αλλαγή είναι μόνο μία από τις πολλαπλές κρίσης που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα αυτή την στιγμή. Κατά την διάρκεια των προηγούμενων δεκαετιών, μια θεμελιώδης υπόθεση της κοινωνίας μας ήταν η απεριόριστη ανάπτυξη της οικονομίας, που βασίστηκε στην καύση ορυκτών καυσίμων και στην αφθονία φυσικών και ανθρώπινων πόρων. Όμως, ο πεπερασμένος πλανήτης μας δεν έχει την δυνατότητα απορρόφησης όλων των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που παράγονται, οι φυσικοί του πόροι μειώνονται και οι κοινωνικές ανισότητες αυξάνονται. Χρειάζεται άμεσα μια θεμελιώδης αμφισβήτηση της ιδέας της συνεχόμενης μεγέθυνσης και ένας επαναπροσδιορισμός εννοιών όπως η ανάπτυξη, και κατ” επέκταση νέες αντιλήψεις για την ευημερία και την ευτυχία.
Το κίνημα για την απο-ανάπτυξη [1] είναι μια πρόταση τέτοιου είδους. Βασίζεται σε βήματα που ενσωματώνουν βασικές αντιλήψεις για τον επαναπροσδιορισμό της καθημερινής μας ζωής όπως η επαναξιολόγηση και η επανεννοιολογικοποίηση του κυρίαρχου φαντασιακού της μεγέθυνσης και των σύγχρονων αξιών, η αναδόμηση και η αναδιανομή της παραγωγής και του κοινωνικού πλούτου, ο επανεντοπισμός της κοινωνικής ζωής στην ανθρώπινη κλίμακα της κοινότητας και η μείωση -επαναρχησιμοποιήση-ανακύκλωση της ύλης, των μεταφορών, της κατανάλωσης ενέργειας και των αποβλήτων με στόχο την μείωση του οικολογικού μας αποτυπώματος (carbon footprint) για την δημιουργία μιας πιο δίκαιης και οικολογικής κοινωνίας.
Εστιάζοντας στο ζήτημα της ενέργειας, αντιλαμβανόμαστε πως τα ορυκτά καύσιμα έχουν αποτελέσει μια από τις κυρίαρχες κινητήριες δυνάμεις πίσω από την ανάπτυξη της οικονομίας. Συγκεκριμένα, η αφθονία σε φθηνά και προσβάσιμα ορυκτά καύσιμα όπως το πετρέλαιο. Την τελευταία δεκαετία όμως τα φθηνά ορυκτά καύσιμα γίνονται δυσεύρετα αφού το κόστος εξόρυξης αυξάνεται. Αυτό, ωφελείται σε ένα βαθμό στο ότι οι ήδη υπάρχουσες πηγές ή έχουν εξαντληθεί ή έχουν ξεπεράσει το σημείο μέγιστης παραγωγής (peak oil), ενώ νέες τοποθεσίες άντλησης πετρελαίου είναι τεχνικά πιο περίπλοκες άρα και πιο δαπανηρές. Επιπλέον, οι αστάθμητες γεωπολιτικές ανακατατάξεις όπως οι πόλεμοι για το πετρέλαιο στην Μέση Ανατολή, κάνουν την πρόσβαση σε παραδοσιακές πηγές ανασφαλή και ακριβή.
Λαμβάνοντας όμως υπόψιν το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, οι πολιτικές αποφάσεις που χρειάζεται να παρθούν άμεσα για την μείωση των πιθανοτήτων μιας ανεξέλεγκτης αποσταθεροποίησης του κλίματος, όπως αυτές που προτείνονται από την Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος (Intergovernmental Panel on Climate Change – IPCC) [2], θέτουν όρια στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Αυτό έχει σαν συνέπεια τον αναγκαίο έλεγχο των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που προέρχονται από την καύση ορυκτών καυσίμων όπως είναι το πετρέλαιο, αλλά και ο λιγνίτης και το φυσικό αέριο.
Κατά συνέπεια, και σαν επακόλουθο της αμφισβήτησης της μεγέθυνσης της οικονομίας και του σύγχρονου φαντασιακού, προκύπτει μια θεμελιώδης αμφισβήτηση των αντιλήψεων για την παραγωγή, την μεταφορά και την κατανάλωση/χρήση ενέργειας. Συγκεκριμένα, για την κοινωνική οργάνωση της παραγωγής και της μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, είναι επιτακτική η μετάβαση σε εναλλακτικές τεχνολογίες όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τα συστήματα διεσπαρμένης παραγωγής που μπορούν να δώσουν ορισμένες άμεσα αναγκαίες λύσεις και, υπό προϋποθέσεις, να συμπορευθούν με το κίνημα της απο-ανάπτυξης.
Η μετάβαση της παραγωγής ενέργειας από τα ορυκτά καύσιμα στις ανανεώσιμες πηγές και πως μπορεί αυτό να πραγματοποιηθεί με κοινωνικά δίκαιο τρόπο σε παγκόσμια κλίμακα, είναι μια πρόκληση. Η μείωση της κλίμακας του ζητήματος σε κοινοτικό επίπεδο και η χρήση μιας ολιστικής προσέγγισης από τα κάτω προς τα πάνω, που θα συμπεριλαμβάνει οικονομικούς, περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς και τεχνολογικούς παράγοντες στην μικρο-κλίμακα, είναι ένας πιθανός τρόπος να επιτευχθεί κάτι τέτοιο. Επαναπροσδιορίζοντας ως βασικό κέντρο πολιτικών αποφάσεων και κοινωνικού διαλόγου την “κοινότητα”, οι ανάγκες των ίδιων των κατοίκων μπορούν να αναδυθούν και να διαμορφωθούν με βάση τις τοπικές ιδιαιτερότητες αλλά και με βάση υπερτοπικά ζητήματα.
Εδώ βέβαια χρειάζεται να γίνει ένας ξεκάθαρος διαχωρισμός όταν αναφερόμαστε σε κοινότητες στον παγκόσμιο Νότο και σε κοινότητες στον παγκόσμιο Βορρά. Πρώτον, το κλιματικό χρέος του Βορρά προς τον Νότο πρέπει να ληφθεί υπόψιν καθώς το μεγαλύτερο μέρος των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έχουν παραχθεί για την ευμάρεια του βιομηχανικά ανεπτυγμένου Βορρά. Πρέπει όμως να γίνει σαφές πως το μεγαλύτερο μέρος αυτού του χρέους συγκεντρώνετε στα χέρια μιας οικονομικής ολιγαρχίας που έχει συσσωρεύσει πλούτο από αυτή την διαδικασία και από εκεί θα χρειαστεί να προέλθουν οι πόροι για την αποπληρωμή του. Δεύτερον, η ικανοποίηση των βασικών συνθηκών διαβίωσης πρέπει να είναι δικαίωμα όλων, κάτι που συμπεριλαμβάνει και την πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια για τα 1.6 δισεκατομμύρια ανθρώπων σε όλο τον κόσμο που δεν έχουν άμεση πρόσβαση σε αυτήν και τους αναρίθμητους ανθρώπους με περιορισμένη και ανεπαρκή πρόσβαση σε ηλεκτρισμό. Από αυτή την σκοπιά αναδύονται δύο κεντρικά ζητήματα. Η μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για κοινότητες που ήδη έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια και η πρόσβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για κοινότητες που δεν έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρισμό.
Χαρακτηριστικές περιπτώσεις στον Βορρά που έχει μειωθεί η εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και οι συν επακόλουθοι ρύποι, με την χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε κοινοτικό επίπεδο, είναι τα παραδείγματα των συνεταιρισμών αιολικής ενέργειας στην Δανία (όπως οι πρωτοβουλίες του Nordic Folkecenter [3]) και στην Γερμανία, όπου κωμοπόλεις και χωριά παράγουν τοπικά την ενέργεια που καταναλώνουν και ταυτόχρονα ενισχύουν την τοπική οικονομία δημιουργώντας τοπική βιοτεχνία, θέσεις εργασίας και επιπλέον έσοδα από την πώληση της περίσσιας ενέργειας στο δίκτυο. Επίσης χαρακτηριστικές είναι οι προσπάθειες ηλεκτροδότησης της υπαίθρου στον Νότο, όπου τοπικά παραγόμενες τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας όπως μικρά υδροηλεκτρικά, μικρές ανεμογεννήτριες, αλλά και φωτοβολταϊκά, ηλεκτροδοτούν κοινότητες μακριά από το δίκτυο, όπου τα συστήματα είναι συλλογική ιδιοκτησία της κοινότητας και εγκαθίστανται και συντηρούνται από τοπικές βιοτεχνίες, ενισχύοντας έτσι την τοπική οικονομία σε μικρή κλίμακα (χαρακτηριστικό παράδειγμα το Barefoot College [4] στην Ινδία που εκπαιδεύει γυναίκες στην εγκατάσταση μικρών φωτοβολταϊκών συστημάτων).
Εστιάζοντας στην τεχνολογική πλευρά μιας δίκαιης μετάβασης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και εξετάζοντας την αλληλεπίδραση της τεχνολογίας με την καθημερινότητα της κοινοτικής ζωής, μπορεί κανείς να προσεγγίσει την έννοια της κατάλληλης (appropriate technology [5]) ή της ενδιάμεσης (intermediate technology) τεχνολογίας. Η “κατάλληλη τεχνολογία” περιγράφει περισσότερο μια διαδικασία παρά μια συγκεκριμένη τεχνολογία, μια διαδικασία μέσα από την οποία μπορούν να ενδυναμωθούν οι ίδιες οι κοινότητες έτσι ώστε να αναπτύξουν τις υλικές και μη προϋποθέσεις, σύμφωνα με τις οποίες θα παράξουν οι ίδιες την ζητούμενη τεχνολογία, σύμφωνα με την δική τους αντίληψη για την ανάπτυξη. Αυτή η διαδικασία συνήθως προϋποθέτει την μεταφορά κατάλληλης τεχνογνωσίας μέσω σεμιναρίων, εκπαιδευτικών κέντρων ή/και εγχειριδίων. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι και τα εγχειρίδια κατασκευής μικρών ανεμογεννητριών του Hugh Piggott [6] που χρησιμοποιούμε στο εργαστήριο αυτοδιαχείρισης της ενέργειας. Αυτά τα εγχειρίδια ενδυναμώνουν ανθρώπους και κοινότητες σε όλο τον κόσμο να πάρουν στα χέρια τους την μικρής κλίμακας παραγωγή ενέργειας από τον άνεμο.
Για να μπορέσει όμως να αναπτυχθεί μια διαδικασία σαν και αυτή, η δυνατότητα ανταλλαγής τεχνολογικών καινοτομιών ελεύθερα, χωρίς πατέντες, και η συλλογική δυνατότητα ανάπτυξής τους, είναι κομβικά ζητήματα. Η τεχνολογία “ανοιχτού κώδικα”, που παίρνει το όνομά της από το επιτυχημένο παράδειγμα του λογισμικού Linux και των λεγόμενων λογισμικών “ανοιχτού κώδικα” (open source software), είναι ένα ελεύθερο εργαλείο στα χέρια μιας παγκόσμιας κοινότητας σχεδιαστών και ταυτόχρονα μια κουλτούρα προσφοράς που μπορεί να πλαισιώσει τις προσπάθειες “κατάλληλης τεχνολογίας”. Μία τέτοια προσπάθεια που τώρα ξεκινάει είναι η μη-κερδοσκοπική Onawi [7] που προσπαθεί να δημιουργήσει μια βιβλιοθήκη τεχνολογίας ανοιχτού κώδικά για ανεμογεννήτριες μεσαίου μεγέθους 150kW.
Προσπαθώντας λοιπόν να γειώσουμε στο εδώ και στο τώρα της καθημερινότητάς μας, τους παραπάνω προβληματισμούς σχετικά με το ζήτημα της ενέργειας, ξεκινάμε να πράξουμε αυτό που μας αναλογεί σύμφωνα με αυτό που επιβάλουν οι καιροί, την ανάγκη για κοινωνική δικαιοσύνη και οικολογία. Όλα είναι κομμάτι μιας διαδικασίας την οποία ανακαλύπτουμε σταδιακά. Αρχικά, η ενεργή και η άμεση συμμετοχή μας στα κοινά είναι ο μόνος τρόπος για να διασφαλίσουμε τα συμφέροντά και τις αξίες μας απέναντι στην άρχουσα τάξη που δεν θέλει να αλλάξουμε πορεία για να διατηρήσει την κερδοφορία της.
Τι σημαίνει αλλάζουμε πορεία; Σημαίνει τη μείωση του οικολογικού μας αποτυπώματος που θα αφήσει περιθώρια και σε άλλους κατοίκους αυτού του πλανήτη να αποκτήσουν τα αναγκαία για μια αξιοπρεπή διαβίωση. Η μείωση της κατανάλωσης ρυπογόνων μορφών ενέργειας είναι ένας τρόπος. Σημαίνει την τοπική, οικιακή ή κοινοτική, παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Ένα οικιακό ή κοινοτικό σύστημα με ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά είναι ένας τρόπος. Σημαίνει την συνειδητοποίηση των ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας που μπορούν να παραχθούν τοπικά και σε μικρή, διαχειρίσιμη από εμάς, κλίμακα και τον εναρμονισμό των αναγκών μας με βάση αυτές. Ζώντας μαζί με ένα σύστημα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μπορεί κανείς να συνειδητοποιήσει κάτι τέτοιο. Σημαίνει την δυνατότητα ελεύθερης πρόσβασης σε σχετικές τεχνολογίες όπως τα μικρά υδροηλεκτρικά, οι μικρές ανεμογεννήτριες, τα φωτοβολταϊκά πλαίσια κ.α. Κατασκευάζοντας μια ανεμογεννήτρια “ανοιχτού κώδικά” συνεισφέρουμε σε αυτή την διαδικασία. Με λίγα λόγια, αλλαγή πορείας σημαίνει την άμεση εμπλοκή μας στην διαδικασία παραγωγής ενέργειας…
Πηγές και χρήσιμη βιβλιογραφία:
[1] Σέρζ Λατούς – Το στοίχημα της απο-ανάπτυξης
[2] IPCC – www.ipcc.ch
[3] Nordic Folkecenter for renewable energy – www.folkecenter.net
[4] Barefoot college – www.barefootcollege.org
[5] Village Earth – http://villageearth.org/appropriate-technology
[6] Hugh Piggott’s blog – www.scoraigwind.co.uk
[7] Onawi Open renewables – www.onawi.org
http://neaguinea.org/%CE%B5%CE%BD%CE%AD%CF%81%CE%B3%CE%B5%CE%B9%CE%B1/