Ένας από τους εξεγερμένους του Παρισίου αναλαμβάνει να στείλει μια επιστολή στην μητέρα του, εκφράζοντας το σύνολο των εξεγερμένων της Γαλλίας και όσα αυτοί θέλουν να πουν στη γενιά που τους έφερε στο σημερινό σημείο.
Η παρακάτω επιστολή δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα συντονισμού των κινητοποιήσεων paris-luttes.info.
Η επιστολή
Mαμά,
Συζητήσαμε σήμερα το πρωί σε ένα μπαρ, με τους φίλους μου. Ψάχνουμε έναν τρόπο για να αντιδράσουμε σε αυτό που συμβαίνει σε όλους μας αυτή τη στιγμή.
Την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, που ανανεώθηκε για τρίτη φορά ύστερα από τις επιθέσεις και εξαιτίας της οποίας απαγορεύτηκε στους ανθρώπους να προσέρχονται στις διαδηλώσεις.
Εκδιωγμένοι από ολόκληρες συνοικίες. Τους απαγορεύεται να πουν πως δεν συμφωνούν, το φαντάζεσαι;
Και η Ευρωπαϊκή Ενωση λέει επίσης πως είναι παράνομο να το κάνουν.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση… Θυμάσαι τα περί του δημοψηφίσματος για το Σύνταγμα [το 2005 για την επικύρωση του ευρωπαϊκού Συντάγματος];
Ήταν μόλις λίγο πριν από τα 18 μου χρόνια, εάν είχα μπορέσει να ψηφίσω θα έλεγα Οχι, NO! Όπως η πλειοψηφία αυτών που ψήφισαν.
Εκείνη τη στιγμή σκεφτόμουν πραγματικά πως η ψήφος στο Όχι κάτι θα είχε αλλάξει.
Και μετά, έναν χρόνο αργότερα, αυτό το ίδιο Σύνταγμα πέρασε, παρά το Όχι.
Πώς θέλεις να πιστέψω στην ψήφο όταν λαμβάνω την εκλογική μου ταυτότητα το 2005;
Σήμερα, ξέρεις πολύ καλά πως πλέον δεν ψηφίζουμε, πως τους απεχθανόμαστε εγώ και οι φίλοι μου αυτούς τους πολιτικούς.
Στην αρχή σε ενοχλούσε, μα νομίζω πως τελικά συνήθισες στην ιδέα. Ξέρεις όμως, παρ’ όλα αυτά, πως βρισκόμαστε σε όλες τις πορείες.
Μερικές φορές ανησυχείς διότι διαβάζεις στο διαδίκτυο πως υπήρξαν «συγκρούσεις», πως η πορεία «εκφυλίστηκε» και γενικότερα πως αυτό συνέβη εξαιτίας των «μαύρων μπλόκων».
Πρόκειται για λέξεις που κάνουν εντύπωση. Μα, μητέρα, εάν έλεγαν πως «ο Baupin [αντιπρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης, που υποχρεώθηκε να παραιτηθεί εξαιτίας ενός σεξουαλικού σκανδάλου] βάζει χέρι στις κούκλες» ή «ο Valls [πρωθυπουργός] διώχνει τους σκατοάραβες», θα αντιλαμβανόσουν πως υπάρχει ένα πρόβλημα στο λεξιλόγιο που χρησιμοποιείται.
Υπάρχουν όροι που δεν είναι αθώοι. Σε κάθε λέξη που επιλέγεται, στα λόγια των πολιτικών, στις διηγήσεις των μέσων, αντιστοιχεί μια όψη του κόσμου.
Για τις γυναίκες και τους ξένους το αντιλαμβάνεσαι και θυμώνεις. Για τους αποκαλούμενους «μπαχαλάκηδες» θα έπρεπε να γίνεται το ίδιο.
Θα έπρεπε να λέγεται τι ακριβώς σπάζουν. Σπάζουν τράπεζες, σπάζουν διαφημίσεις, σπάζουν εμπορικά κέντρα.
Σπάζουν έναν κόσμο αηδιαστικό, μαμά, έναν κόσμο μέσα στον οποίον οι γυναίκες αποκαλούνται κούκλες και τους βάζουν χέρι, μέσα στον οποίον οι Αραβες είναι σκατοάραβες και τους κλείνουν πίσω από τα συρματοπλέγματα και μέσα στον οποίο «οι θεματοφύλακες της τάξης» δεν υπερασπίζονται τον λαό αλλά τις τράπεζες, τα μεγάλα μαγαζιά, τις εξευτελιστικές διαφημίσεις, τις αποθήκες με τα ρυπογόνα καύσιμα.
Εμείς εκφράζουμε την άρνησή μας να συνεχίσουμε να ζούμε με αυτόν τον τρόπο, αρνούμαστε να βλέπουμε το μέλλον μας, εκείνο των παιδιών μας, των γονιών μας, των αδελφών μας, να έχει καταστεί μια μορφή οικονομικής σκλαβιάς.
Η αλαζονεία την οποία δοκιμάζει η κυβέρνηση διαμέσου της κατάστασης εξαίρεσης μας σπρώχνει στην αγανάκτηση, στην εξέγερση, στη σύγκρουση με την αστυνομία κάποιες φορές.
Ετυμολογικά η λέξη émeute (σύγκρουση) υποδηλώνει το λαϊκό συναίσθημα. Δεν υπάρχουν μαύρα μπλοκ μπαχαλάκηδων, μα άτομα σαν κι εσένα, που αποφασίζουν με τον τρόπο τους να πάρουν στα χέρια τους το μέλλον.
Προύχοντες δημοκρατικοί, προύχοντες της οικονομίας και του χρήματος, προύχοντες πολιτικοί: ο κόσμος τους δεν θα είναι ποτέ ο δικός μας.
Γιατί προσπαθούν ασταμάτητα να μας τον επιβάλουν;
Μιλούν για τις αξίες της δημοκρατίας, αλλά δεν σέβονται ούτε τους δικούς τους νόμους και ζητούν από εμάς να τους σεβαστούμε;
Είναι ένας αγώνας για να διατηρήσουν τα προνόμιά τους, το σύστημά τους, τον έλεγχο που έχουν επί του κόσμου. Καταστρέφουν τον κοινωνικό ιστό για το κέρδος κάποιων, καταστρέφουν τα οικοσυστήματα όπου κι αν έχουν επιβάλει τους νόμους τους, φυλακίζουν, κακομεταχειρίζονται αυτούς που δεν συμφωνούν μαζί τους.
Και μας μιλούν για δημοκρατία; Αφήνουν τους ανθρώπους να ψοφήσουν την ώρα που δραπετεύουν από τους πολέμους.
Ας είμαστε ειλικρινείς, ο κόσμος τους είναι σάπιος. Για να επιβάλουν τους νόμους ξεθάβουν όλο το νομοθετικό τους οπλοστάσιο που έχει αποφασιστεί μεταξύ προυχόντων.
Αυτοί υπερασπίζονται τα συμφέροντά τους, εμείς τα δικά μας.
Μαμά, σε διαβεβαιώνω πως καμία διαδήλωση δεν έχει «εκφυλιστεί» γιατί αυτό θα σήμαινε πως ξαφνικά θα έχει πάρει μια άλλη κατεύθυνση από εκείνη για την οποία προέκυψε.
Οι διαδηλώσεις των τελευταίων μηνών ξέσπασαν γιατί η αδιαφορία είναι ανυπόφορη, γιατί έχουμε αγανακτήσει, είμαστε θυμωμένοι, σοκαρισμένοι.
Αυτός ο κόσμος δεν είναι φτιαγμένος για εμάς, μα θέλουμε ωστόσο μια θέση στον ήλιο και πάνω απ’ όλα, εάν για να την έχουμε χρειάζεται να βγάλουμε από τον δρόμο μας διαφημιστικές πινακίδες, τράπεζες και μπάτσους, θα το κάνουμε.
Οι διαδηλώσεις αναδύθηκαν γιατί ζούμε ήδη με έναν άλλον τρόπο, γιατί πιστεύουμε πως δεν υπάρχει ανάγκη αφεντικών για να προχωρά η ζωή, διότι πιστεύουμε πως όλοι είναι ικανοί να συζητήσουν, να εκφράσουν τα συναισθήματα και τις απόψεις τους, πως εάν κάποιος δώσει προσοχή στη γη και τους αγρούς γίνεται καλύτερος, διότι πιστεύουμε πως με λιγότερα χρήματα γινόμαστε εξυπνότεροι, διότι πιστεύουμε πως υπάρχουν πολλοί τρόποι για να ζει κανείς.
Αναπτύσσουμε άλλους τρόπους με τους οποίους ζούμε, κάθε ημέρα, με οριζόντιο τρόπο.
Οι ανησυχίες μας είναι κοινωνικές, οικολογικές, οικονομικές και πολιτικές.
Μαμά, μην ανησυχείς όταν βλέπεις στον δρόμο μετά το πέρασμά μας σπασμένες βιτρίνες. Είναι μόνο βιτρίνες, δεν έχουν νευρικές απολήξεις.
Ξέρεις πολύ καλά, όμως, αυτά που κρύβουν: χρήματα, αλυσίδες, απειλές, τα συμφέροντα των μεγάλων.
Ξέρεις πως όταν περνούν αυτοί, αντιθέτως, είναι τα μάτια που πληγώνονται, τα σώματα που ανοίγουν, οι αγκώνες σπασμένοι, τα πόδια ακρωτηριασμένα.
Στις 28 Απριλίου, μέσα σε μία μόνο μέρα, σε έξι πόλεις, είχαμε πάνω από 200 τραυματίες μεταξύ των δικών μας.
Δεν είχαν τη θωράκιση, τις πανοπλίες των αστυνομικών των ΜΑΤ και των άλλων δυνάμεων που διατηρούν την τάξη.
Υπήρξαν πάνω από 1.300 προσαγωγές από την αστυνομία μέσα σε δύο μήνες, κάποιοι μάλιστα κατηγορήθηκαν για απόπειρα ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως, μιλούν για οργανωμένες ομάδες, ένοπλες συμμορίες και άλλα πολλά που τα προσπερνώ.
Πάλι μεγάλα λόγια, για να προκαλέσουν φόβο, για να ποινικοποιήσουν μια πολιτική εξέγερση…
Λόγια που κάνουν την πλάτη να ανατριχιάζει, κατηγορίες δίχως νόημα που οδηγούν ανθρώπους στη φυλακή.
Μάνα, το ξέρω πως η «βία» σε κάνει να μη νιώθεις καλά.Δεν χρειάζεται να σπάσεις ένα μηχάνημα ανάληψης για να είμαστε από την ίδια πλευρά.
Μαμά, την επόμενη φορά που θα είσαι σε μια πορεία, μπορείς να προστατέψεις αυτούς που έχουν άλλα εργαλεία αγώνα σε σχέση με τα δικά σου.
Την επόμενη φορά που θα δεις τηλεόραση ή θα διαβάσεις την εφημερίδα, να θυμηθείς πως υπάρχουν λέξεις που χρησιμοποιούνται με συγκεκριμένο σχεδιασμό και δεν πρέπει να ξεγελαστείς.
Ξέρεις, μια μέρα πήγαμε σε ένα μπαρ. Ήταν εκεί αναρχικοί, τοπικοί διαχειριστές, μέλη οικολογικών κομμάτων, αυτόνομοι, μαοϊκοί.
Όλοι γνωρίζονταν, εξ όψεως τουλάχιστον. Και μιλήσαμε. Όλοι μαζί.
Σίγουρα, υπήρξαν στιγμές που οι τόνοι υψώθηκαν. Μα αντί να φύγουμε βαρώντας πίσω μας την πόρτα, ένας από εμάς σηκώθηκε για να φέρει σε όλους να πιουν, διότι η κουβέντα έπρεπε να συνεχιστεί.
Αποδεχόμενοι και αναγνωρίζοντας τα εργαλεία του αγώνα των άλλων κι ας μην έχουμε όλοι τα ίδια, θα ήταν άσχημο να στερηθούμε ακόμη και την ελάχιστη πιθανότητα να αγωνιστούμε δίπλα δίπλα.
Ο κόσμος θα έπρεπε να είναι ένα απέραντο, τεράστιο μπαρ. Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε και να δουλέψουμε μαζί.
Κι ας μη συμφωνούμε στις αναλύσεις και στους στόχους.
Σήμερα, εδώ, τώρα, ποιος μπορεί να ανεχτεί και να υπομένει πως σε μια χώρα που παρουσιάζεται ως δημοκρατία-μοντέλο (δεν ζητούσαμε τόσα πολλά!), κάτω από μια κυβέρνηση που ονομάζεται σοσιαλιστική (βλέπεις, η χρήση των λέξεων…), για τέταρτη φορά γίνεται προσφυγή –και για 45η από το 1988– σε αυτό το περίφημο άρθρο 49.3 που επιτρέπει να περάσουμε επάνω από οποιαδήποτε ιδέα διαβούλευσης, ακρόασης, λαϊκής αντιπροσώπευσης;
Ποιος μπορεί να υπομένει πως στα σύνορά μας χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν δίχως να μπορούν να προχωρήσουν και πως στην πρωτεύουσα γίνεται δυνατή η απαγόρευση μετακινήσεων σε αυτούς που δεν συμφωνούν με την κυβέρνηση;
Βλέπεις, είναι το ίδιο πράγμα. Στο όνομα τίνος όλα αυτά τα κινήματα και οι μετακινήσεις απαγορεύονται;
Σήμερα αντιπαλεύουμε αυτόν τον κόσμο και φαίνεται περίπλοκο να βρεθεί συμβιβασμός.
Ο κοινωνικός διάλογος που προωθούν δεν είναι παρά μια ψευδαίσθηση, βασίζεται μόνο στους κανόνες τους.
Να σταματήσουν με τα ψέματά τους, την πλεονεξία τους, τις παρενοχλήσεις τους και να σταματήσουν να καταπιέζουν και να καταστέλλουν τους λαούς με τον πόλεμο, να επιβάλλουν τη δική τους άποψη με τόση αλαζονεία.
Οι υπερβολές τους μας προκαλούν εμετό. Μας σπρώχνουν σιγά σιγά προς μια αυταρχική κατάσταση και αυτό πια δεν το ανεχόμαστε.
Δεν θέλουμε πλέον τον κόσμο τους, δεν θέλουμε πια να ζούμε ή να επιβιώνουμε σύμφωνα με τους κανόνες τους. H ισχυρογνωμοσύνη τους μας ξεπερνά.
Μαμά, μίλα με τους συναδέλφους σου. Δες με το συνδικάτο σου, κι ας πήρες την ταυτότητα μόνο για λόγους αρχής και πριν από πολύ καιρό.
Ξαναγύρνα στις διαδηλώσεις κι ας διάβασες κάπου πως ήταν βίαιες: έχουμε ανάγκη να γνωρίζουμε πως είσαι μαζί μας.
Ψάξε τις ειδήσεις αλλού, δεν έχουμε όλοι τις ίδιες οπτικές.
Ρώτα με αν θες, θα μπορέσω να σου εξηγήσω αυτό που ζούμε κι αυτό που αγαπάμε. Και για τι πολεμάμε.
Και μετά, εξουσιοδότησε και τον εαυτό σου για όλο εκείνο που θα μπορούσες να κάνεις και σε αντιπροσωπεύει, που σου αντιστοιχεί.
Ξέρουμε πως το να διαδηλώνουμε δεν φτάνει. Πως πρέπει να μαχόμαστε με χίλιους τρόπους, ο καθένας μπορεί να ανακαλύψει, να εφεύρει τους δικούς του.
Μητέρα, σε αφήνω, σε λίγο είναι η ώρα της διαδήλωσης και δικαίως, πάω να δω μήπως είναι ευκαιρία να στείλω κανένα μήνυμα...
Ναι, θα φορέσω αθλητικά παπούτσια και μια μαύρη μπλούζα με κουκούλα, να θυμάσαι όμως πως δεν είναι για να σε φοβίσω, είναι για να προστατευτώ…
Εάν βλέπεις αθλητικά παπούτσια και μια μαύρη μπλούζα με κουκούλα να περνά τρέχοντας, είμαστε ίσως εγώ ή οι φίλοι μου, μη φοβάσαι.
Θα τα πούμε αργότερα (εάν έχουμε αρκετή βενζίνη).
Ενας/Μία από τους/τις εξεγερμένους/ες
Η παρακάτω επιστολή δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα συντονισμού των κινητοποιήσεων paris-luttes.info.
Η επιστολή
Mαμά,
Συζητήσαμε σήμερα το πρωί σε ένα μπαρ, με τους φίλους μου. Ψάχνουμε έναν τρόπο για να αντιδράσουμε σε αυτό που συμβαίνει σε όλους μας αυτή τη στιγμή.
Την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, που ανανεώθηκε για τρίτη φορά ύστερα από τις επιθέσεις και εξαιτίας της οποίας απαγορεύτηκε στους ανθρώπους να προσέρχονται στις διαδηλώσεις.
Εκδιωγμένοι από ολόκληρες συνοικίες. Τους απαγορεύεται να πουν πως δεν συμφωνούν, το φαντάζεσαι;
Και η Ευρωπαϊκή Ενωση λέει επίσης πως είναι παράνομο να το κάνουν.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση… Θυμάσαι τα περί του δημοψηφίσματος για το Σύνταγμα [το 2005 για την επικύρωση του ευρωπαϊκού Συντάγματος];
Ήταν μόλις λίγο πριν από τα 18 μου χρόνια, εάν είχα μπορέσει να ψηφίσω θα έλεγα Οχι, NO! Όπως η πλειοψηφία αυτών που ψήφισαν.
Εκείνη τη στιγμή σκεφτόμουν πραγματικά πως η ψήφος στο Όχι κάτι θα είχε αλλάξει.
Και μετά, έναν χρόνο αργότερα, αυτό το ίδιο Σύνταγμα πέρασε, παρά το Όχι.
Πώς θέλεις να πιστέψω στην ψήφο όταν λαμβάνω την εκλογική μου ταυτότητα το 2005;
Σήμερα, ξέρεις πολύ καλά πως πλέον δεν ψηφίζουμε, πως τους απεχθανόμαστε εγώ και οι φίλοι μου αυτούς τους πολιτικούς.
Στην αρχή σε ενοχλούσε, μα νομίζω πως τελικά συνήθισες στην ιδέα. Ξέρεις όμως, παρ’ όλα αυτά, πως βρισκόμαστε σε όλες τις πορείες.
Μερικές φορές ανησυχείς διότι διαβάζεις στο διαδίκτυο πως υπήρξαν «συγκρούσεις», πως η πορεία «εκφυλίστηκε» και γενικότερα πως αυτό συνέβη εξαιτίας των «μαύρων μπλόκων».
Πρόκειται για λέξεις που κάνουν εντύπωση. Μα, μητέρα, εάν έλεγαν πως «ο Baupin [αντιπρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης, που υποχρεώθηκε να παραιτηθεί εξαιτίας ενός σεξουαλικού σκανδάλου] βάζει χέρι στις κούκλες» ή «ο Valls [πρωθυπουργός] διώχνει τους σκατοάραβες», θα αντιλαμβανόσουν πως υπάρχει ένα πρόβλημα στο λεξιλόγιο που χρησιμοποιείται.
Υπάρχουν όροι που δεν είναι αθώοι. Σε κάθε λέξη που επιλέγεται, στα λόγια των πολιτικών, στις διηγήσεις των μέσων, αντιστοιχεί μια όψη του κόσμου.
Για τις γυναίκες και τους ξένους το αντιλαμβάνεσαι και θυμώνεις. Για τους αποκαλούμενους «μπαχαλάκηδες» θα έπρεπε να γίνεται το ίδιο.
Θα έπρεπε να λέγεται τι ακριβώς σπάζουν. Σπάζουν τράπεζες, σπάζουν διαφημίσεις, σπάζουν εμπορικά κέντρα.
Σπάζουν έναν κόσμο αηδιαστικό, μαμά, έναν κόσμο μέσα στον οποίον οι γυναίκες αποκαλούνται κούκλες και τους βάζουν χέρι, μέσα στον οποίον οι Αραβες είναι σκατοάραβες και τους κλείνουν πίσω από τα συρματοπλέγματα και μέσα στον οποίο «οι θεματοφύλακες της τάξης» δεν υπερασπίζονται τον λαό αλλά τις τράπεζες, τα μεγάλα μαγαζιά, τις εξευτελιστικές διαφημίσεις, τις αποθήκες με τα ρυπογόνα καύσιμα.
Εμείς εκφράζουμε την άρνησή μας να συνεχίσουμε να ζούμε με αυτόν τον τρόπο, αρνούμαστε να βλέπουμε το μέλλον μας, εκείνο των παιδιών μας, των γονιών μας, των αδελφών μας, να έχει καταστεί μια μορφή οικονομικής σκλαβιάς.
Η αλαζονεία την οποία δοκιμάζει η κυβέρνηση διαμέσου της κατάστασης εξαίρεσης μας σπρώχνει στην αγανάκτηση, στην εξέγερση, στη σύγκρουση με την αστυνομία κάποιες φορές.
Ετυμολογικά η λέξη émeute (σύγκρουση) υποδηλώνει το λαϊκό συναίσθημα. Δεν υπάρχουν μαύρα μπλοκ μπαχαλάκηδων, μα άτομα σαν κι εσένα, που αποφασίζουν με τον τρόπο τους να πάρουν στα χέρια τους το μέλλον.
Προύχοντες δημοκρατικοί, προύχοντες της οικονομίας και του χρήματος, προύχοντες πολιτικοί: ο κόσμος τους δεν θα είναι ποτέ ο δικός μας.
Γιατί προσπαθούν ασταμάτητα να μας τον επιβάλουν;
Μιλούν για τις αξίες της δημοκρατίας, αλλά δεν σέβονται ούτε τους δικούς τους νόμους και ζητούν από εμάς να τους σεβαστούμε;
Είναι ένας αγώνας για να διατηρήσουν τα προνόμιά τους, το σύστημά τους, τον έλεγχο που έχουν επί του κόσμου. Καταστρέφουν τον κοινωνικό ιστό για το κέρδος κάποιων, καταστρέφουν τα οικοσυστήματα όπου κι αν έχουν επιβάλει τους νόμους τους, φυλακίζουν, κακομεταχειρίζονται αυτούς που δεν συμφωνούν μαζί τους.
Και μας μιλούν για δημοκρατία; Αφήνουν τους ανθρώπους να ψοφήσουν την ώρα που δραπετεύουν από τους πολέμους.
Ας είμαστε ειλικρινείς, ο κόσμος τους είναι σάπιος. Για να επιβάλουν τους νόμους ξεθάβουν όλο το νομοθετικό τους οπλοστάσιο που έχει αποφασιστεί μεταξύ προυχόντων.
Αυτοί υπερασπίζονται τα συμφέροντά τους, εμείς τα δικά μας.
Μαμά, σε διαβεβαιώνω πως καμία διαδήλωση δεν έχει «εκφυλιστεί» γιατί αυτό θα σήμαινε πως ξαφνικά θα έχει πάρει μια άλλη κατεύθυνση από εκείνη για την οποία προέκυψε.
Οι διαδηλώσεις των τελευταίων μηνών ξέσπασαν γιατί η αδιαφορία είναι ανυπόφορη, γιατί έχουμε αγανακτήσει, είμαστε θυμωμένοι, σοκαρισμένοι.
Αυτός ο κόσμος δεν είναι φτιαγμένος για εμάς, μα θέλουμε ωστόσο μια θέση στον ήλιο και πάνω απ’ όλα, εάν για να την έχουμε χρειάζεται να βγάλουμε από τον δρόμο μας διαφημιστικές πινακίδες, τράπεζες και μπάτσους, θα το κάνουμε.
Οι διαδηλώσεις αναδύθηκαν γιατί ζούμε ήδη με έναν άλλον τρόπο, γιατί πιστεύουμε πως δεν υπάρχει ανάγκη αφεντικών για να προχωρά η ζωή, διότι πιστεύουμε πως όλοι είναι ικανοί να συζητήσουν, να εκφράσουν τα συναισθήματα και τις απόψεις τους, πως εάν κάποιος δώσει προσοχή στη γη και τους αγρούς γίνεται καλύτερος, διότι πιστεύουμε πως με λιγότερα χρήματα γινόμαστε εξυπνότεροι, διότι πιστεύουμε πως υπάρχουν πολλοί τρόποι για να ζει κανείς.
Αναπτύσσουμε άλλους τρόπους με τους οποίους ζούμε, κάθε ημέρα, με οριζόντιο τρόπο.
Οι ανησυχίες μας είναι κοινωνικές, οικολογικές, οικονομικές και πολιτικές.
Μαμά, μην ανησυχείς όταν βλέπεις στον δρόμο μετά το πέρασμά μας σπασμένες βιτρίνες. Είναι μόνο βιτρίνες, δεν έχουν νευρικές απολήξεις.
Ξέρεις πολύ καλά, όμως, αυτά που κρύβουν: χρήματα, αλυσίδες, απειλές, τα συμφέροντα των μεγάλων.
Ξέρεις πως όταν περνούν αυτοί, αντιθέτως, είναι τα μάτια που πληγώνονται, τα σώματα που ανοίγουν, οι αγκώνες σπασμένοι, τα πόδια ακρωτηριασμένα.
Στις 28 Απριλίου, μέσα σε μία μόνο μέρα, σε έξι πόλεις, είχαμε πάνω από 200 τραυματίες μεταξύ των δικών μας.
Δεν είχαν τη θωράκιση, τις πανοπλίες των αστυνομικών των ΜΑΤ και των άλλων δυνάμεων που διατηρούν την τάξη.
Υπήρξαν πάνω από 1.300 προσαγωγές από την αστυνομία μέσα σε δύο μήνες, κάποιοι μάλιστα κατηγορήθηκαν για απόπειρα ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως, μιλούν για οργανωμένες ομάδες, ένοπλες συμμορίες και άλλα πολλά που τα προσπερνώ.
Πάλι μεγάλα λόγια, για να προκαλέσουν φόβο, για να ποινικοποιήσουν μια πολιτική εξέγερση…
Λόγια που κάνουν την πλάτη να ανατριχιάζει, κατηγορίες δίχως νόημα που οδηγούν ανθρώπους στη φυλακή.
Μάνα, το ξέρω πως η «βία» σε κάνει να μη νιώθεις καλά.Δεν χρειάζεται να σπάσεις ένα μηχάνημα ανάληψης για να είμαστε από την ίδια πλευρά.
Μαμά, την επόμενη φορά που θα είσαι σε μια πορεία, μπορείς να προστατέψεις αυτούς που έχουν άλλα εργαλεία αγώνα σε σχέση με τα δικά σου.
Την επόμενη φορά που θα δεις τηλεόραση ή θα διαβάσεις την εφημερίδα, να θυμηθείς πως υπάρχουν λέξεις που χρησιμοποιούνται με συγκεκριμένο σχεδιασμό και δεν πρέπει να ξεγελαστείς.
Ξέρεις, μια μέρα πήγαμε σε ένα μπαρ. Ήταν εκεί αναρχικοί, τοπικοί διαχειριστές, μέλη οικολογικών κομμάτων, αυτόνομοι, μαοϊκοί.
Όλοι γνωρίζονταν, εξ όψεως τουλάχιστον. Και μιλήσαμε. Όλοι μαζί.
Σίγουρα, υπήρξαν στιγμές που οι τόνοι υψώθηκαν. Μα αντί να φύγουμε βαρώντας πίσω μας την πόρτα, ένας από εμάς σηκώθηκε για να φέρει σε όλους να πιουν, διότι η κουβέντα έπρεπε να συνεχιστεί.
Αποδεχόμενοι και αναγνωρίζοντας τα εργαλεία του αγώνα των άλλων κι ας μην έχουμε όλοι τα ίδια, θα ήταν άσχημο να στερηθούμε ακόμη και την ελάχιστη πιθανότητα να αγωνιστούμε δίπλα δίπλα.
Ο κόσμος θα έπρεπε να είναι ένα απέραντο, τεράστιο μπαρ. Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε και να δουλέψουμε μαζί.
Κι ας μη συμφωνούμε στις αναλύσεις και στους στόχους.
Σήμερα, εδώ, τώρα, ποιος μπορεί να ανεχτεί και να υπομένει πως σε μια χώρα που παρουσιάζεται ως δημοκρατία-μοντέλο (δεν ζητούσαμε τόσα πολλά!), κάτω από μια κυβέρνηση που ονομάζεται σοσιαλιστική (βλέπεις, η χρήση των λέξεων…), για τέταρτη φορά γίνεται προσφυγή –και για 45η από το 1988– σε αυτό το περίφημο άρθρο 49.3 που επιτρέπει να περάσουμε επάνω από οποιαδήποτε ιδέα διαβούλευσης, ακρόασης, λαϊκής αντιπροσώπευσης;
Ποιος μπορεί να υπομένει πως στα σύνορά μας χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν δίχως να μπορούν να προχωρήσουν και πως στην πρωτεύουσα γίνεται δυνατή η απαγόρευση μετακινήσεων σε αυτούς που δεν συμφωνούν με την κυβέρνηση;
Βλέπεις, είναι το ίδιο πράγμα. Στο όνομα τίνος όλα αυτά τα κινήματα και οι μετακινήσεις απαγορεύονται;
Σήμερα αντιπαλεύουμε αυτόν τον κόσμο και φαίνεται περίπλοκο να βρεθεί συμβιβασμός.
Ο κοινωνικός διάλογος που προωθούν δεν είναι παρά μια ψευδαίσθηση, βασίζεται μόνο στους κανόνες τους.
Να σταματήσουν με τα ψέματά τους, την πλεονεξία τους, τις παρενοχλήσεις τους και να σταματήσουν να καταπιέζουν και να καταστέλλουν τους λαούς με τον πόλεμο, να επιβάλλουν τη δική τους άποψη με τόση αλαζονεία.
Οι υπερβολές τους μας προκαλούν εμετό. Μας σπρώχνουν σιγά σιγά προς μια αυταρχική κατάσταση και αυτό πια δεν το ανεχόμαστε.
Δεν θέλουμε πλέον τον κόσμο τους, δεν θέλουμε πια να ζούμε ή να επιβιώνουμε σύμφωνα με τους κανόνες τους. H ισχυρογνωμοσύνη τους μας ξεπερνά.
Μαμά, μίλα με τους συναδέλφους σου. Δες με το συνδικάτο σου, κι ας πήρες την ταυτότητα μόνο για λόγους αρχής και πριν από πολύ καιρό.
Ξαναγύρνα στις διαδηλώσεις κι ας διάβασες κάπου πως ήταν βίαιες: έχουμε ανάγκη να γνωρίζουμε πως είσαι μαζί μας.
Ψάξε τις ειδήσεις αλλού, δεν έχουμε όλοι τις ίδιες οπτικές.
Ρώτα με αν θες, θα μπορέσω να σου εξηγήσω αυτό που ζούμε κι αυτό που αγαπάμε. Και για τι πολεμάμε.
Και μετά, εξουσιοδότησε και τον εαυτό σου για όλο εκείνο που θα μπορούσες να κάνεις και σε αντιπροσωπεύει, που σου αντιστοιχεί.
Ξέρουμε πως το να διαδηλώνουμε δεν φτάνει. Πως πρέπει να μαχόμαστε με χίλιους τρόπους, ο καθένας μπορεί να ανακαλύψει, να εφεύρει τους δικούς του.
Μητέρα, σε αφήνω, σε λίγο είναι η ώρα της διαδήλωσης και δικαίως, πάω να δω μήπως είναι ευκαιρία να στείλω κανένα μήνυμα...
Ναι, θα φορέσω αθλητικά παπούτσια και μια μαύρη μπλούζα με κουκούλα, να θυμάσαι όμως πως δεν είναι για να σε φοβίσω, είναι για να προστατευτώ…
Εάν βλέπεις αθλητικά παπούτσια και μια μαύρη μπλούζα με κουκούλα να περνά τρέχοντας, είμαστε ίσως εγώ ή οι φίλοι μου, μη φοβάσαι.
Θα τα πούμε αργότερα (εάν έχουμε αρκετή βενζίνη).
Ενας/Μία από τους/τις εξεγερμένους/ες