Με αίτημα την άμεση παύση πληρωμών προς τους δανειστές και τη διαγραφή του χρέους πολίτες σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη κατεβαίνουν στους δρόμους το απόγευμα της Δευτέρας. Στην Αθήνα το συλλαλητήριο θα ξεκινήσει τις 6 μ.μ. στα Προπύλαια και στη Θεσσαλονίκη στο Άγαλμα Βενιζέλου την ίδια ώρα. Στις συγκεντρώσεις καλεί η «Κίνηση για τη Διαγραφή του Χρέους Τώρα!».
Ολόκληρο το κάλεσμα:
Η απαράδεκτη επιμονή των δανειστών στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων να ζητούν μείωση των συντάξεων, επαναφορά της μηδενικής ρήτρας, απελευθέρωση των απολύσεων, αύξηση του ΦΠΑ, νέα μέτρα για την δημιουργία πλεονάσματος και συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων (λιμάνια, ΔΕΣΦΑ, κ.λπ.) προοιωνίζεται νέα χειροτέρευση των όρων ζωής των εργαζομένων, των συνταξιούχων και της νεολαίας. Η επαναφορά των ίδιων ακριβώς όρων που έθεταν κι επί κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου, πριν δηλαδή τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, αποκαλύπτει τον αντιδημοκρατικό χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ηγείται των διαπραγματεύσεων εκ μέρους των δανειστών απέναντι στην κυβέρνηση.
Η πρακτική της οικονομικής ασφυξίας που συστηματικά μεθοδεύει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) επιδεινώνει ξανά την ύφεση στην οικονομία, πλήττοντας την απασχόληση, προκαλώντας νέο κύμα φυγής καταθέσεων κι εκτροχιάζοντας τις όποιες προοπτικές αναιμικής ανάκαμψης. Έτσι η ΕΚΤ, ένας ανεξέλεγτος θεσμός με ανύπαρκτη πολιτική νομιμοποίηση, προωθώντας αυταρχικά τις γνωστές θέσεις των πιστωτών στο σύνολό τους, αποδεικνύεται νεκροθάφτης της οικονομίας, παράγοντας αποσταθεροποίησης κι εν τέλει εκτελεστικός βραχίονας των ευρωπαϊκών πολυεθνικών.
Από την άλλη, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ επιμένει να επιζητά συμφωνία με τους δανειστές για έναν ανέφικτο «έντιμο συμβιβασμό». Έτσι, παρότι μέχρι σήμερα απορρίπτει τα τελεσίγραφα των δανειστών, που ζητούν υποχώρηση κι από τις ελάχιστες κόκκινες γραμμές της, στρώνει τελικά το έδαφος για μια επονείδιστη συμφωνία, που θα αυξήσει ακόμη περισσότερο την απόγνωση, τη φτώχεια και την υπερχρέωση. Σε αυτό το συμπέρασμα συντείνουν:
Η συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου στο Συμβούλιο υπουργών Οικονομικών, όπου η κυβέρνηση μεταξύ άλλων αναγνώρισε την αναγκαιότητα των πλεονασμάτων και κυρίως αποδέχτηκε ότι θα αποπληρώσει «τις οικονομικές της υποχρεώσεις προς όλους τους πιστωτές πλήρως και εγκαίρως». Πρόκειται για δήλωση που ισοδυναμεί με αναγνώριση του ληστρικού και παράνομου χρέους.
Η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, κατ’ εντολή των δανειστών, βάσει της οποίας δεσμεύτηκαν τα ρευστά διαθέσιμα των φορέων του δημοσίου (ΟΤΑ, νοσοκομεία, ΑΕΙ, ΤΕΙ, κλπ.), που επιτείνει τα χρόνια οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι φορείς λόγω περικοπών, θέτει εν αμφιβόλω την καταβολή των μισθών και καθιστά εκατοντάδες οργανισμούς ευάλωτους σε νέο πιθανό κούρεμα, γιατί ως προτεραιότητα επιλέγεται η αποπληρωμή του χρέους.
Η απαράδεκτη πρακτική συνέχισης της εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους με τους πόρους των δημοσίων εσόδων. Τα 5,05 δις. ευρώ που έχει δώσει η κυβέρνηση τους τρεις τελευταίους μήνες σε τόκους και στο ΔΝΤ (Φεβρουάριος: 1,06 δισ. Μάρτιος: 3,37 δισ. ευρώ και Απρίλιος: 0,62 δισ. ευρώ), χωρίς να υπολογίζονται τα έντοκα γραμμάτια, και παρότι οι πιστωτές δεν έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους, βαθαίνουν την ήδη καταστροφική ύφεση της οικονομίας, και οξύνουν την ταμειακή στενότητα του δημοσίου σε βάρος της αναγκαίας αύξησης των δαπανών για κοινωνική πολιτική.
Η άτυπη ακόμη συζήτηση για νέο δάνειο, ύψους 20-30 δις. ευρώ, με το οποίο θα εξυπηρετηθεί το δημόσιο χρέος τα επόμενα χρόνια, ενώ οι προβλεπόμενες πληρωμές στους δανειστές πολλαπλασιάζονται (π.χ. 33,36 δισ. ευρώ το 2022 έναντι των 13,11 δισ. Ευρώ το 2016) κι είναι αδύνατο να εξυπηρετηθούν με ίδιους πόρους, ακόμη και με τον νέο δανεισμό.
Όλα τα παραπάνω υπογραμμίζουν την ανάγκη η κυβέρνηση να προχωρήσει αμέσως σε παύση πληρωμών προς τους δανειστές και όχι τους εργαζόμενους και συνταξιούχους, και να αρνηθεί να εξυπηρετήσει τις πληρωμές του επόμενου διαστήματος (747 εκ. στις 12 Μαΐου και 1,53 δισ. τον Ιούνιο σε ΔΝΤ, κ.α.). Η ρήξη με τους δανειστές είναι μονόδρομος και επιτακτικό «καθήκον της στιγμής» για όσους συνεχίζουν να προτάσσουν τα λαϊκά συμφέροντα έναντι των τοκογλυφικών συμφερόντων των δανειστών. Η κυβέρνηση οφείλει στον ελληνικό λαό να διακόψει μονομερώς τις διαπραγματεύσεις και να ανακοινώσει, αμέσως, στάση πληρωμών χωρίς καμιά συνεννόηση με τους δανειστές. Αυτό όχι μόνο ως μέσο προάσπισης των λαϊκών συμφερόντων, αλλά και στην βάση της οδυνηρής και καταστροφικής εμπειρίας της χώρας. Είναι απαράδεκτη η επιλογή της κυβέρνησης να αναζητά μια μέση οδό με κείνους που έχουν την ευθύνη για την εκτίναξη της ανεργίας στο 27% και του δημόσιου χρέους στο 177%: Στη βάση, όχι μόνο της πολιτικής εκτίμησης, αλλά και της μέχρι τώρα εμπειρίας, αποδεικνύεται πλέον ότι η επιλογή «ανατροπή της λιτότητας και ρήξη» στο πλαίσιο του ευρώ και των συνεχιζόμενων, χρονοβόρων διαπραγματεύσεων είναι αυταπάτη, θανάσιμη παγίδα για τα συμφέροντα της πλειοψηφίας.
Αντίθετα, η διαγραφή του δημόσιου χρέους, επίσης μέσα από μονομερείς ενέργειες, (και αξιοποιώντας το γεγονός ότι οι δανειακές συμβάσεις ουδέποτε κυρώθηκαν από την βουλή, ότι το 92% των δανείων της τρόικας επέστρεψαν στους δανειστές, της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, κ.α.) θα απελευθερώσει πόρους για την απαραίτητη χορήγηση αυξήσεων σε μισθωτούς και συνταξιούχους, για τη στήριξη της υγείας, της παιδείας και άλλων κοινωνικών αναγκών. Ούτε ένα ευρώ από τα ρευστά διαθέσιμα για τους τοκογλύφους!
Η «Κίνηση για τη Διαγραφή του Χρέους Τώρα!», λειτουργώντας πάντοτε μέσα σε κινηματικά πλαίσια και τονίζοντας για μια ακόμη φορά την ανεξαρτησία της από την κυβέρνηση, το κράτος, την ΕΕ και τους μηχανισμούς τους, καλεί τους εργαζόμενους κι όλο τον λαό να παλέψουμε και να επιβάλουμε με τους αγώνες μας την παύση πληρωμών στους δανειστές!
Η σύγκρουση με τους δανειστές είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με τη ρήξη με την ευρωζώνη και την ΕΕ, που αποδείχτηκαν αιχμή του δόρατος των τραπεζών και των δανειστών και εγγυητές της πιο βαθιάς και αιώνιας λιτότητας με τους ισοσκελισμένους ή πλεονασματικούς προϋπολογισμούς κ.ά. Το ευρώ δεν έφερε σύγκλιση των οικονομιών κέντρου και περιφέρειας, όπως μας υπόσχονταν για να μας πείσουν να υποταγούμε στη δικτατορία της ΕΚΤ, αλλά καταστροφική απόκλιση που δεν μπορεί να αντιστραφεί χωρίς ν’ αποκτήσουμε ξανά ανεξάρτητη νομισματική πολιτική. Η ΕΕ, όπως απέδειξαν οι πράξεις της τα πέντε τελευταία χρόνια, δεν προωθεί τα συμφέροντα των λαών αλλά των τραπεζιτών και των μεγάλων εταιριών. Οι πράξεις τόσο της ΕΕ όσο και της ΕΚΤ είναι ασύμβατες με την ελευθερία, τη δικαιοσύνη, τη δημοκρατία.
Βασικός, μεταξύ άλλων, όρος επίσης για την ανατροπή της επίθεσης που δεχόμαστε είναι η εθνικοποίηση των τραπεζών και των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας (τηλεπικοινωνίες, λιμάνια κτλ.), καθώς κι ο εργατικός έλεγχος της παραγωγής και της διοίκησής τους.
Για όλους αυτούς τους λόγους, η «Κίνηση για τη Διαγραφή του Χρέους Τώρα!» καλεί τους εργαζόμενους, τη νεολαία και όλο τον λαό σε μαχητική διαδήλωση τη Δευτέρα 11 Μαΐου, με αφορμή τη συνεδρίαση του Συμβουλίου υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης (Eurogroup) και την καταβολή από την κυβέρνηση ενός νέου υπέρογκου ποσού (747 εκ. ευρώ) στο ΔΝΤ, έναν από τους θεσμούς που με την πολιτική τους μας οδήγησαν στην κρίση και έπληξαν καίρια τις ελευθερίες και τα δικαιώματά μας.
Καλούμε ακόμη όλες τις κοινωνικές οργανώσεις, τις ομοσπονδίες, τα σωματεία, τους φοιτητικούς συλλόγους, τις συλλογικότητες στις γειτονιές και τις λαϊκές συνελεύσεις να πλαισιώσουν με τις δικές τους αποφάσεις και την κινητοποίηση αυτή, καθώς και τον συνολικό κρίσιμο αγώνα για τη μονομερή διαγραφή του χρέους τώρα, αλλά και να είναι σε ετοιμότητα για νέα κινητοποίηση αν και όποτε αποφασιστεί συμφωνία με τους δανειστές. Όχι σε νέο μνημόνιο!»
Ολόκληρο το κάλεσμα:
Η απαράδεκτη επιμονή των δανειστών στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων να ζητούν μείωση των συντάξεων, επαναφορά της μηδενικής ρήτρας, απελευθέρωση των απολύσεων, αύξηση του ΦΠΑ, νέα μέτρα για την δημιουργία πλεονάσματος και συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων (λιμάνια, ΔΕΣΦΑ, κ.λπ.) προοιωνίζεται νέα χειροτέρευση των όρων ζωής των εργαζομένων, των συνταξιούχων και της νεολαίας. Η επαναφορά των ίδιων ακριβώς όρων που έθεταν κι επί κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου, πριν δηλαδή τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, αποκαλύπτει τον αντιδημοκρατικό χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ηγείται των διαπραγματεύσεων εκ μέρους των δανειστών απέναντι στην κυβέρνηση.
Η πρακτική της οικονομικής ασφυξίας που συστηματικά μεθοδεύει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) επιδεινώνει ξανά την ύφεση στην οικονομία, πλήττοντας την απασχόληση, προκαλώντας νέο κύμα φυγής καταθέσεων κι εκτροχιάζοντας τις όποιες προοπτικές αναιμικής ανάκαμψης. Έτσι η ΕΚΤ, ένας ανεξέλεγτος θεσμός με ανύπαρκτη πολιτική νομιμοποίηση, προωθώντας αυταρχικά τις γνωστές θέσεις των πιστωτών στο σύνολό τους, αποδεικνύεται νεκροθάφτης της οικονομίας, παράγοντας αποσταθεροποίησης κι εν τέλει εκτελεστικός βραχίονας των ευρωπαϊκών πολυεθνικών.
Από την άλλη, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ επιμένει να επιζητά συμφωνία με τους δανειστές για έναν ανέφικτο «έντιμο συμβιβασμό». Έτσι, παρότι μέχρι σήμερα απορρίπτει τα τελεσίγραφα των δανειστών, που ζητούν υποχώρηση κι από τις ελάχιστες κόκκινες γραμμές της, στρώνει τελικά το έδαφος για μια επονείδιστη συμφωνία, που θα αυξήσει ακόμη περισσότερο την απόγνωση, τη φτώχεια και την υπερχρέωση. Σε αυτό το συμπέρασμα συντείνουν:
Η συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου στο Συμβούλιο υπουργών Οικονομικών, όπου η κυβέρνηση μεταξύ άλλων αναγνώρισε την αναγκαιότητα των πλεονασμάτων και κυρίως αποδέχτηκε ότι θα αποπληρώσει «τις οικονομικές της υποχρεώσεις προς όλους τους πιστωτές πλήρως και εγκαίρως». Πρόκειται για δήλωση που ισοδυναμεί με αναγνώριση του ληστρικού και παράνομου χρέους.
Η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, κατ’ εντολή των δανειστών, βάσει της οποίας δεσμεύτηκαν τα ρευστά διαθέσιμα των φορέων του δημοσίου (ΟΤΑ, νοσοκομεία, ΑΕΙ, ΤΕΙ, κλπ.), που επιτείνει τα χρόνια οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι φορείς λόγω περικοπών, θέτει εν αμφιβόλω την καταβολή των μισθών και καθιστά εκατοντάδες οργανισμούς ευάλωτους σε νέο πιθανό κούρεμα, γιατί ως προτεραιότητα επιλέγεται η αποπληρωμή του χρέους.
Η απαράδεκτη πρακτική συνέχισης της εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους με τους πόρους των δημοσίων εσόδων. Τα 5,05 δις. ευρώ που έχει δώσει η κυβέρνηση τους τρεις τελευταίους μήνες σε τόκους και στο ΔΝΤ (Φεβρουάριος: 1,06 δισ. Μάρτιος: 3,37 δισ. ευρώ και Απρίλιος: 0,62 δισ. ευρώ), χωρίς να υπολογίζονται τα έντοκα γραμμάτια, και παρότι οι πιστωτές δεν έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους, βαθαίνουν την ήδη καταστροφική ύφεση της οικονομίας, και οξύνουν την ταμειακή στενότητα του δημοσίου σε βάρος της αναγκαίας αύξησης των δαπανών για κοινωνική πολιτική.
Η άτυπη ακόμη συζήτηση για νέο δάνειο, ύψους 20-30 δις. ευρώ, με το οποίο θα εξυπηρετηθεί το δημόσιο χρέος τα επόμενα χρόνια, ενώ οι προβλεπόμενες πληρωμές στους δανειστές πολλαπλασιάζονται (π.χ. 33,36 δισ. ευρώ το 2022 έναντι των 13,11 δισ. Ευρώ το 2016) κι είναι αδύνατο να εξυπηρετηθούν με ίδιους πόρους, ακόμη και με τον νέο δανεισμό.
Όλα τα παραπάνω υπογραμμίζουν την ανάγκη η κυβέρνηση να προχωρήσει αμέσως σε παύση πληρωμών προς τους δανειστές και όχι τους εργαζόμενους και συνταξιούχους, και να αρνηθεί να εξυπηρετήσει τις πληρωμές του επόμενου διαστήματος (747 εκ. στις 12 Μαΐου και 1,53 δισ. τον Ιούνιο σε ΔΝΤ, κ.α.). Η ρήξη με τους δανειστές είναι μονόδρομος και επιτακτικό «καθήκον της στιγμής» για όσους συνεχίζουν να προτάσσουν τα λαϊκά συμφέροντα έναντι των τοκογλυφικών συμφερόντων των δανειστών. Η κυβέρνηση οφείλει στον ελληνικό λαό να διακόψει μονομερώς τις διαπραγματεύσεις και να ανακοινώσει, αμέσως, στάση πληρωμών χωρίς καμιά συνεννόηση με τους δανειστές. Αυτό όχι μόνο ως μέσο προάσπισης των λαϊκών συμφερόντων, αλλά και στην βάση της οδυνηρής και καταστροφικής εμπειρίας της χώρας. Είναι απαράδεκτη η επιλογή της κυβέρνησης να αναζητά μια μέση οδό με κείνους που έχουν την ευθύνη για την εκτίναξη της ανεργίας στο 27% και του δημόσιου χρέους στο 177%: Στη βάση, όχι μόνο της πολιτικής εκτίμησης, αλλά και της μέχρι τώρα εμπειρίας, αποδεικνύεται πλέον ότι η επιλογή «ανατροπή της λιτότητας και ρήξη» στο πλαίσιο του ευρώ και των συνεχιζόμενων, χρονοβόρων διαπραγματεύσεων είναι αυταπάτη, θανάσιμη παγίδα για τα συμφέροντα της πλειοψηφίας.
Αντίθετα, η διαγραφή του δημόσιου χρέους, επίσης μέσα από μονομερείς ενέργειες, (και αξιοποιώντας το γεγονός ότι οι δανειακές συμβάσεις ουδέποτε κυρώθηκαν από την βουλή, ότι το 92% των δανείων της τρόικας επέστρεψαν στους δανειστές, της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, κ.α.) θα απελευθερώσει πόρους για την απαραίτητη χορήγηση αυξήσεων σε μισθωτούς και συνταξιούχους, για τη στήριξη της υγείας, της παιδείας και άλλων κοινωνικών αναγκών. Ούτε ένα ευρώ από τα ρευστά διαθέσιμα για τους τοκογλύφους!
Η «Κίνηση για τη Διαγραφή του Χρέους Τώρα!», λειτουργώντας πάντοτε μέσα σε κινηματικά πλαίσια και τονίζοντας για μια ακόμη φορά την ανεξαρτησία της από την κυβέρνηση, το κράτος, την ΕΕ και τους μηχανισμούς τους, καλεί τους εργαζόμενους κι όλο τον λαό να παλέψουμε και να επιβάλουμε με τους αγώνες μας την παύση πληρωμών στους δανειστές!
Η σύγκρουση με τους δανειστές είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με τη ρήξη με την ευρωζώνη και την ΕΕ, που αποδείχτηκαν αιχμή του δόρατος των τραπεζών και των δανειστών και εγγυητές της πιο βαθιάς και αιώνιας λιτότητας με τους ισοσκελισμένους ή πλεονασματικούς προϋπολογισμούς κ.ά. Το ευρώ δεν έφερε σύγκλιση των οικονομιών κέντρου και περιφέρειας, όπως μας υπόσχονταν για να μας πείσουν να υποταγούμε στη δικτατορία της ΕΚΤ, αλλά καταστροφική απόκλιση που δεν μπορεί να αντιστραφεί χωρίς ν’ αποκτήσουμε ξανά ανεξάρτητη νομισματική πολιτική. Η ΕΕ, όπως απέδειξαν οι πράξεις της τα πέντε τελευταία χρόνια, δεν προωθεί τα συμφέροντα των λαών αλλά των τραπεζιτών και των μεγάλων εταιριών. Οι πράξεις τόσο της ΕΕ όσο και της ΕΚΤ είναι ασύμβατες με την ελευθερία, τη δικαιοσύνη, τη δημοκρατία.
Βασικός, μεταξύ άλλων, όρος επίσης για την ανατροπή της επίθεσης που δεχόμαστε είναι η εθνικοποίηση των τραπεζών και των επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας (τηλεπικοινωνίες, λιμάνια κτλ.), καθώς κι ο εργατικός έλεγχος της παραγωγής και της διοίκησής τους.
Για όλους αυτούς τους λόγους, η «Κίνηση για τη Διαγραφή του Χρέους Τώρα!» καλεί τους εργαζόμενους, τη νεολαία και όλο τον λαό σε μαχητική διαδήλωση τη Δευτέρα 11 Μαΐου, με αφορμή τη συνεδρίαση του Συμβουλίου υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης (Eurogroup) και την καταβολή από την κυβέρνηση ενός νέου υπέρογκου ποσού (747 εκ. ευρώ) στο ΔΝΤ, έναν από τους θεσμούς που με την πολιτική τους μας οδήγησαν στην κρίση και έπληξαν καίρια τις ελευθερίες και τα δικαιώματά μας.
Καλούμε ακόμη όλες τις κοινωνικές οργανώσεις, τις ομοσπονδίες, τα σωματεία, τους φοιτητικούς συλλόγους, τις συλλογικότητες στις γειτονιές και τις λαϊκές συνελεύσεις να πλαισιώσουν με τις δικές τους αποφάσεις και την κινητοποίηση αυτή, καθώς και τον συνολικό κρίσιμο αγώνα για τη μονομερή διαγραφή του χρέους τώρα, αλλά και να είναι σε ετοιμότητα για νέα κινητοποίηση αν και όποτε αποφασιστεί συμφωνία με τους δανειστές. Όχι σε νέο μνημόνιο!»