Το βιβλίο, μεταφρασμένο ήδη σε πολλές γλώσσες, προσφέρεται δωρεάν από το συγγραφέα, κάνοντας πράξη τα όσα ονειρεύεται, μεταδίδει και καταδεικνύει έμπρακτα ως εφικτά... δίνοντάς μας ως αναγνώστες αλλά και ως συμμέτοχους (ειδικά
εδώ στην Ελλάδα και στη νέα οικονομική οργάνωση που αναδύεται μέσα από δίκτυα & πρωτοβουλίες αλληλεγγύης) αμέριστη πίστη, αγωνιστικότητα και δύναμη.
Εδώ ο σύνδεσμος για το βιβλίο στα ελληνικά σε ηλεκτρονική μορφή:
http://sacred-economics.com/%ce%b5%ce%b9%cf%83%ce%b1%ce%b3%cf%89%ce%b3%ce%ae-introduction/
Μεταφραστική ομάδα: Αγγελική Τζαβάρα, Ιάσονας Χιώνης, Αντωνία Τρακκίδου, Στάθης Χιονίδης
Εισαγωγή – Introduction
Σκοπός αυτού του βιβλίου είναι να καταστήσει το χρήμα και την ανθρώπινη οικονομία το ίδιο ιερά με όλα τα άλλα πράγματα στο σύμπαν. Σήμερα συνδέουμε το χρήμα με το ανίερο για σοβαρούς λόγους. Εάν κάτι είναι ιερό σε αυτό τον κόσμο, σίγουρα δεν είναι το χρήμα. Το χρήμα εμφανίζεται ως εχθρός των καλοπροαίρετών μας ενστίκτων, όπως αυτό είναι προφανές κάθε φορά που η σκέψη «δεν έχω τη δυνατότητα να το κάνω» στέκεται εμπόδιο σε μία παρόρμηση καλοσύνης ή γενναιοδωρίας. Το χρήμα φαίνεται να είναι ο εχθρός του ωραίου, όπως καταδεικνύει ο υποτιμητικός όρος «ξεπούλημα». Το χρήμα εμφανίζεται ως εχθρός κάθε αξιόλογης οικονομικής και πολιτικής μεταρρύθμισης, καθώς η δύναμη της αγοράς κατευθύνει τη νομοθεσία προς τη μεγέθυνση των κερδών της. Το χρήμα φαίνεται να καταστρέφει τον πλανήτη, καθώς λεηλατούμε τις θάλασσες, τα δάση, τη γη και κάθε είδος για να ταΐσουμε μια απληστία δίχως τέλος. Τουλάχιστον από την εποχή που ο Ιησούς έδιωξε τους εμπόρους του χρήματος από το ναό, έχουμε την αίσθηση ότι υπάρχει κάτι ανίερο με αυτό. Όταν οι πολιτικοί επιζητούν το χρήμα αντί του δημοσίου καλού, τους αποκαλούμε διεφθαρμένους. Δεν είναι τυχαίο πως το επίθετο «βρώμικο» απλώς περιγράφει το χρήμα. Οι μοναχοί θεωρητικά κρατάνε αποστάσεις από αυτό: «Δεν μπορείς να υπηρετείς ταυτόχρονα τον Θεό και τον Μαμμωνά.» Παράλληλα, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι την ίδια στιγμή, το χρήμα έχει μία μυστηριώδη, μαγική ιδιότητα, τη δύναμη να μεταβάλλει την ανθρώπινη συμπεριφορά και να συντονίζει την ανθρώπινη δραστηριότητα. Από την αρχαιότητα, οι σκεπτόμενοι άνθρωποι θαυμάζουν την ικανότητα ενός συμβόλου να προσδίδει δύναμη σε ένα μεταλλικό κέρμα ή ένα χαρτονόμισμα. Δυστυχώς, παρατηρώντας τον κόσμο γύρω μας, είναι δύσκολο να αποφύγουμε το συμπέρασμα ότι το χρήμα έχει μία άσχημη μαγεία. Προφανώς, αν ήταν να μετατρέψουμε το χρήμα σε κάτι ιερό, τίποτα λιγότερο από μία καθολική επανάσταση στο χρήμα θα ήταν αρκετό, μία μεταμόρφωση της ουσιαστικής του φύσης. Δεν είναι μόνο η στάση μας απέναντι στο χρήμα που πρέπει να αλλάξει, όπως κάποιοι γκουρού της αυτοβελτίωσης θα μας έκαναν να πιστέψουμε. Αντιθέτως, θα δημιουργήσουμε νέα είδη χρήματος που ενσωματώνουν και ενισχύουν μία αλλαγή στάσης. Τα Ιερά Οικονομικά περιγράφουν αυτό το νέο χρήμα και τη νέα οικονομία που θα το αγκαλιάσει. Εξερευνούν επίσης τη μεταμόρφωση της ανθρώπινης ταυτότητας που αποτελεί αίτιο και αιτιατό της μεταμόρφωσης του χρήματος. Η αλλαγμένη στάση για την οποία μιλάω θα φτάσει μέχρι τον πυρήνα του να είναι κάποιος άνθρωπος: συμπεριλαμβάνει πράγματα όπως η κατανόηση του νοήματος της ζωής, ο ρόλος της ανθρωπότητας στον πλανήτη, η σχέση του ατόμου με την κοινωνία των ανθρώπων και της φύσης, ακόμα το τι είναι το άτομο, ο εαυτός. Εξάλλου, αντιλαμβανόμαστε το χρήμα (και την ιδιοκτησία) ως μία προέκταση του εαυτού μας, εξ ου και η κτητική αντωνυμία «μου» για να το περιγράψουμε, η ίδια αντωνυμία που χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε τα χέρια και το κεφάλι μας. Τα χρήματά μου, το αυτοκίνητό μου, το χέρι μου, το συκώτι μου. Λάβετε υπόψη την αίσθηση απώλειας που αισθανόμαστε όταν μας εξαπατούν ή «ρίχνουν», σαν να μας έχουν αφαιρέσει ένα κομμάτι του εαυτού μας. Μία μετάβαση από το ανίερο στο ιερό όσον αφορά το χρήμα – κάτι τόσο βαθιά χαραγμένο ως μέρος της ταυτότητάς μας, κάτι τόσο κεντρικό στους μηχανισμούς του κόσμου – θα είχε ομολογουμένως σημαντικές επιδράσεις. Αλλά τι σημαίνει για το χρήμα ή οτιδήποτε άλλο, να είναι ιερό; Γιατί επί της ουσίας είναι το αντίθετο του τι σημαίνει να είναι κάτι ιερό. Για χιλιάδες χρόνια, οι ιδέα του ιερού, του θείου, αναφέρεται ολοένα και περισσότερο σε κάτι το οποίο είναι διαχωρισμένο από τη φύση, από τον κόσμο και από τη σάρκα. Πριν από τρεις ή τέσσερις χιλιάδες χρόνια, οι θεοί ξεκίνησαν μία μετανάστευση από τις λίμνες, τα δάση, τα ποτάμια και τα βουνά, στους αιθέρες και μεταμορφώθηκαν σε αυτοκρατορικοί επικυρίαρχοι της φύσης από το να είναι η ίδια η ουσία της. Καθώς το θείο διαχωρίστηκε από τη φύση, το ίδιο ανίερο έγινε το να ανακατεύεται κάποιος σε βάθος στις υποθέσεις του κόσμου. Το ανθρώπινο ον μεταμορφώθηκε από μία ζωντανή ενιαία ψυχή σε ένα βέβηλο περιτύλιγμα, ένα απλό δοχείο ψυχής, με αποκορύφωμα το καρτεσιανό «σωματίδιο» συνειδητότητας που παρατηρεί τον κόσμο χωρίς να συμμετέχει σε αυτόν, και τον νευτωνικό ωρολογοποιό Θεό να κάνει το ίδιο. Το να είναι κάτι θείο σήμαινε να είναι υπερφυσικό, άυλο. Εάν ο Θεός συμμετείχε στον κόσμο με κάποιο τρόπο, ήταν με θαύματα – θείες μεσολαβήσεις που παραβίαζαν ή υπερέβαιναν τους νόμους της φύσης. Παραδόξως, αυτό το ξέχωρο, αφηρημένο πράγμα που ονομάζουμε ψυχή υποτίθεται ότι είναι αυτό που κινεί τον κόσμο. Ρωτήστε έναν θρησκευόμενο άνθρωπο να σας πει τι αλλάζει όταν κάποιος πεθαίνει, και θα σας πει ότι η ψυχή αφήνει το σώμα. Ρωτήστε τον ποιος δημιουργεί τη βροχή και τον άνεμο, και θα σας πει ότι είναι ο Θεός. Σίγουρα ο Γαλιλαίος και ο Νεύτωνας εμφανίζονται να έχουν αποσύρει τον Θεό από αυτές τις καθημερινές διεργασίες, εξηγώντας τις ως τις διεργασίες ενός αχανούς μηχανισμού απρόσωπης δύναμης και μάζας, αλλά ακόμα κι αυτοί χρειάζονταν τον Ωρολογοποιό για να δέσουν τα πάντα στην απαρχή, να εμποτίσουν το σύμπαν με τη δυνητική ενέργεια που το τροφοδοτεί έκτοτε. Αυτή η σύλληψη μας ακολουθεί ακόμα και σήμερα ως το Μπιγκ Μπανγκ, ένα πρωταρχικό γεγονός που αποτελεί πηγή της «αρνητικής εντροπίας» που επιτρέπει την κίνηση και τη ζωή. Όπως και να έχει, η ιδέα που έχει η κουλτούρα μας για την ψυχή και το πνεύμα είναι ότι είναι κάτι ξέχωρο και απόκοσμο, το οποίο όμως μπορεί θαυματουργά να μεσολαβήσει σε υλικά ζητήματα, κι ακόμα ότι τα κινεί και κατευθύνει με έναν μυστήριο τρόπο. Αποτελεί μέγιστη ειρωνεία κι έχει μέγιστη σημασία το ότι το μοναδικό πράγμα στον πλανήτη που μοιάζει περισσότερο από όλα με την παραπάνω σύλληψη του θείου, είναι το χρήμα. Είναι μία αόρατη, αθάνατη δύναμη η οποία περικλείει και κατευθύνει τα πάντα, παντοδύναμη και απεριόριστη, ένα «αόρατο χέρι» το οποίο, λέγεται, κινεί τον κόσμο. Παρόλα αυτά, το χρήμα σήμερα είναι κάτι αφηρημένο, στην καλύτερη περίπτωση σύμβολα σε ένα κομμάτι χαρτί αλλά συνήθως απλά μπιτ σε έναν υπολογιστή. Υπάρχει σε ένα βασίλειο άυλο. Σε αυτό το βασίλειο, εξαιρείται από τους πιο βασικούς νόμους της φύσης γιατί δεν αποσυντίθεται για να επιστρέψει στο χώμα όπως συμβαίνει με όλα τα άλλα πράγματα αλλά αντιθέτως διατηρείται, αναλλοίωτο, στα χρηματοκιβώτια και αρχεία υπολογιστών, ακόμα μεγαλώνοντας όσο περνάει ο καιρός χάρη στον τόκο. Έχει τις ιδιότητες της αιώνιας διατήρησης και της αύξησης εις το διηνεκές, που και οι δύο είναι απόλυτα αφύσικες. Το φυσικό στοιχείο που προσεγγίζει περισσότερο αυτές τις ιδιότητες είναι ο χρυσός, ο οποίος δεν σκουριάζει, ξεθωριάζει ή αποσυντίθεται. Από νωρίς, ο χρυσός χρησιμοποιείτο ως χρήμα αλλά και ως μεταφορά για τη θεία ψυχή η οποία είναι αδιάφθορη και αμετάβλητη. Η θεία ιδιότητα του χρήματος ως αφηρημένη έννοια, της διάστασής του από τον πραγματικό κόσμο της ύλης, έφτασε στο απόγειο τα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα καθώς η χρηματοπιστωτική οικονομία αποσυνδέθηκε από την πραγματική οικονομία και απέκτησε μια δική της ζωή. Οι μεγάλες περιουσίες στη Γουόλ Στριτ ουδεμία σχέση είχαν με την παραγωγική διαδικασία, δίνοντας την εντύπωση ύπαρξης σε ένα διαφορετικό βασίλειο. Παρακολουθώντας από ολύμπια ύψη, οι χρηματοπιστωτές αποκαλούσαν τους εαυτούς τους «κυρίαρχους του σύμπαντος», διοχετεύοντας τη δύναμη του θεού που υπηρετούσαν για να φέρουν ευημερία ή καταστροφή στη μάζα, να κινήσουν στην κυριολεξία βουνά, να ισοπεδώσουν δάση, να εκτρέψουν ποταμούς, να προκαλέσουν την άνοδο ή την πτώση κρατών. Το χρήμα όμως σύντομα αποδείχθηκε ένας ιδιόρρυθμος θεός. Ενώ γράφω αυτά, φαίνεται ότι τα ολοένα και πιο παράφρονα τελετουργικά που χρησιμοποιούν οι ιερείς του χρηματοπιστωτικού συστήματος για να εξευμενίσουν το θεό του Χρήματος, πέφτουν στο κενό. Όπως ο κλήρος μιας θρησκείας που βρίσκεται στα τελευταία της, προτρέπουν τους πιστούς της σε ολοένα και μεγαλύτερες θυσίες ενώ ταυτόχρονα αποδίδουν τις ατυχίες είτε στην αμαρτία (άπληστους τραπεζίτες, ανεύθυνους καταναλωτές) είτε στα μυστήρια καπρίτσια του Θεού (τις χρηματαγορές). Αλλά κάποιοι ήδη αποδίδουν ευθύνες στους ίδιους τους ιερείς. Για αυτό που αποκαλούμε ύφεση, ένας προγενέστερος πολιτισμός μπορεί να έλεγε ότι «Ο Θεός εγκαταλείπει τον κόσμο». Το χρήμα εξαφανίζεται και μαζί του άλλη μία ιδιότητα της ψυχής: η ζωτική ενέργεια της ανθρώπινης επικράτειας. Κατά τη συγγραφή αυτή, παντού ανά τον κόσμο οι μηχανές παραμένουν αδρανείς. Τα εργοστάσια βρίσκονται σε παύση εργασιών· κατασκευαστικός εξοπλισμός κάθεται ετοιμόρροπος σε εργοτάξια· πάρκα και βιβλιοθήκες κλείνουν· κι εκατομμύρια γίνονται άστεγοι και πεινούν ενώ οι οικιστικές μονάδες παραμένουν ξενοίκιαστες και τα τρόφιμα σαπίζουν σε αποθήκες. Παρόλα αυτά οι ανθρώπινοι και υλικοί πόροι για το χτίσιμο των σπιτιών, τη διανομή τροφίμων και τη λειτουργία των εργοστασίων εξακολουθούν να υπάρχουν. Είναι αυτή η άυλη, η ζωτική ενέργεια που έχει φύγει. Εκείνο που έχει φύγει είναι το χρήμα. Είναι το μόνο πράγμα που λείπει, τόσο επουσιώδες (με τη μορφή ηλεκτρονίων σε υπολογιστές) που μπορεί να ειπωθεί ότι ούτε καν υφίσταται, αλλά συνάμα τόσο ισχυρό που χωρίς αυτό, η ανθρώπινη παραγωγική διαδικασία παραλύει. Στο ατομικό επίπεδο επίσης, μπορούμε να δούμε την αποθάρρυνση που προκαλεί η έλλειψη χρήματος. Σκεφθείτε το στερεότυπο του άνεργου άντρα, σχεδόν ξαπλωμένου μπροστά στην τηλεόραση με το φανελάκι, πίνοντας μπίρα, σχεδόν ανήμπορου να σηκωθεί από την καρέκλα του. Το χρήμα από ότι φαίνεται, κινεί τόσο τους ανθρώπους όσο και τις μηχανές. Χωρίς αυτό είμαστε αποκαρδιωμένοι. Δεν αντιλαμβανόμαστε ότι η ιδέα του θείου έχει προσελκύσει προς αυτό έναν θεό που ντύνει αυτή την ιδέα, και της έχει προσδώσει μία κυριαρχία πάνω στη γη. Διαχωρίζοντας την ψυχή από τη σάρκα, το πνεύμα από την ύλη, και τον Θεό από τη φύση, έχουμε εγκαταστήσει μία κυρίαρχη δύναμη χωρίς ψυχή, αποξενωτική, ανίερη και αφύσικη. Οπότε όταν μιλάω για τη δημιουργία ιερού χρήματος, δεν επικαλούμαι ένα υπερφυσικό μέσο για να προσδώσω ιερότητα στα αδρανή, γήινα φυσικά στοιχεία. Αντιθέτως, στρέφω το βλέμμα σε μία προγενέστερη εποχή, μια εποχή πριν το διαχωρισμό της ύλης από το πνεύμα, που το ιερό ενυπήρχε στα πάντα. Και τι είναι το ιερό; Έχει δύο χαρακτηριστικά: είναι μοναδικό και έχει την ιδιότητα της συσχέτισης. Ένα ιερό αντικείμενο ή ον είναι κάτι ιδιαίτερο, μοναδικό στο είδος του. Άρα είναι απείρως ανεκτίμητο: Δεν αντικαθίσταται. Δεν έχει κάτι ισοδύναμο, και καμία πεπερασμένη «αξία», καθώς η αξία μπορεί να καθοριστεί μόνο μέσω της σύγκρισης. Το χρήμα, όπως όλες οι μονάδες μέτρησης, αποτελεί πρότυπο σύγκρισης. Αν και είναι μοναδικό, το ιερό είναι παρόλα αυτά αδιαχώριστο από όλα εκείνα που συντέλεσαν στη δημιουργία του, από την ιστορία του, και από το μέρος που καταλαμβάνει στο πλέγμα ολόκληρης της ύπαρξης. Μπορεί να σκέφτεσαι τώρα ότι στην πραγματικότητα όλα τα πράγματα και όλες οι σχέσεις είναι ιερές. Αυτό μπορεί να ισχύει, αλλά αν και μπορεί να το πιστεύουμε αυτό διανοητικά, δεν το αισθανόμαστε πάντα. Κάποια πράγματα τα αισθανόμαστε ιερά, άλλα όχι. Όταν ισχύει το πρώτο, τα αποκαλούμε ιερά και ο σκοπός τους είναι εντέλει να μας υπενθυμίζει την ιερότητα όλων των πραγμάτων. Σήμερα ζούμε σε έναν κόσμο που έχει χάσει την ιερότητά του, με αποτέλεσμα ελάχιστα πράγματα να μας υπενθυμίζουν ότι ζούμε σε έναν ιερό κόσμο. Η μαζική παραγωγή, τα τυποποιημένα προϊόντα, τα ολόιδια σπίτια, οι πανομοιότυπες συσκευασίες προϊόντων και οι ανώνυμες σχέσεις με θεσμικούς λειτουργούς, αρνούνται τη μοναδικότητα του κόσμου. Η μακρινή προέλευση των πραγμάτων μας, η ανωνυμία των σχέσεών μας και η έλλειψη ορατών επιπτώσεων στην παραγωγή και την απόρριψη των εμπορευμάτων, όλα αυτά αρνούνται την έννοια της συσχέτισης. Το αποτέλεσμα είναι να ζούμε χωρίς την εμπειρία του ιερού. Βεβαίως, από όλα τα πράγματα που αρνούνται τη μοναδικότητα και τον συσχετισμό, το χρήμα έρχεται πρώτο. Η ίδια η ιδέα του κέρματος προήλθε από το στόχο της τυποποίησης ούτως ώστε μία δραχμή, ένας στατήρας, ένα σέκελ και κάθε γουάν να είναι λειτουργικά πανομοιότυπα. Επιπλέον, ως ένα οικουμενικό και αφηρημένο μέσο συναλλαγής, το χρήμα διαχωρίζεται από την προέλευσή του, από τη σύνδεσή του με την ύλη. Ένα δολάριο είναι ένα δολάριο ανεξάρτητα από το ποιος σου το έχει δώσει. Θα θεωρούσαμε κάποιον παιδαριώδη αν κατέθετε ένα ποσό στην τράπεζα κι έκανε ανάληψή ένα μήνα μετά παραπονούμενος, «Ε, αυτά δεν είναι τα ίδια χρήματα που κατέθεσα! Αυτά τα χαρτονομίσματα είναι διαφορετικά!». Εξ’ ορισμού λοιπόν, μία εκχρηματισμένη ζωή είναι μία ανίερη ζωή, αφού το χρήμα και τα πράγματα που αγοράζει στερούνται των ιδιοτήτων του ιερού. Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα σε μία ντομάτα του σούπερ μάρκετ και μίας που προέρχεται από τον κήπο του γείτονα και μου την προσφέρει; Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα σε ένα προκατασκευασμένο σπίτι κι ένα που έχει χτιστεί με τη δική μου συμμετοχή και από κάποιον που καταλαβαίνει εμένα και τη ζωή μου; Όλες οι ουσιαστικές διαφορές προέρχονται από ειδικές σχέσεις που ενσωματώνουν τη μοναδικότητα του δότη και του παραλήπτη. Όταν η ζωή είναι γεμάτη από τέτοια πράγματα, φτιαγμένα με φροντίδα, συνδεδεμένα με έναν ιστό ιστοριών ανθρώπων και τοποθεσιών που γνωρίζουμε, τότε η ζωή αυτή είναι πλούσια και καλλιεργημένη. Σήμερα δεχόμαστε έναν καταιγισμό τυποποίησης και απρόσωπων συναλλαγών. Ακόμα και τα προσαρμοσμένα προϊόντα, εφόσον παράγονται μαζικά, προσφέρουν μόνο μερικές παραλλαγές των ίδιων τυποποιημένων στοιχείων. Αυτή η ομοιότητα σκοτώνει την ψυχή και ευτελίζει τη ζωή. Η παρουσία του ιερού είναι σαν να επιστρέφουμε σε ένα σπίτι που πάντα υπήρχε και σε μία αλήθεια που πάντα υπήρχε. Μπορεί να συμβεί όταν παρατηρώ ένα έντομο ή ένα φυτό, ακούω μία συμφωνία από πουλιά που τιτιβίζουν ή τους λαρυγγισμούς βατράχων, αισθάνομαι τη λάσπη ανάμεσα στα δάχτυλά μου, παρατηρώ ένα όμορφο χειροποίητο αντικείμενο, αντιλαμβάνομαι τον απίθανο, σύνθετο συντονισμό που ενυπάρχει στο κύτταρο ενός οικοσυστήματος, γίνομαι μάρτυρας συγχρονικότητας ή ενός συμβόλου στη ζωή μου, παρακολουθώ ευτυχισμένα παιδιά να παίζουν, ή όταν με αγγίζει το έργο μιας διάνοιας. Όσο εξωπραγματικές κι αν είναι αυτές οι εμπειρίες, δεν είναι με κανέναν τρόπο διαχωρισμένες από την υπόλοιπη ζωή. Πράγματι, η δύναμή τους προέρχεται από τη φευγαλέα ματιά που προσφέρουν σε έναν κόσμο πιο αληθινό, έναν ιερό κόσμο που αποτελεί τη βάση και που ερμηνεύει τον δικό μας. Ποιο είναι αυτό το «σπίτι που πάντα υπήρχε», αυτή «η αλήθεια που πάντα υπήρχε»; Είναι η αλήθεια της ενότητας και της ορθότητας των πάντων, και το συναίσθημα είναι εκείνο της συμμετοχής σε κάτι μεγαλύτερο από τον εαυτό μας, που όμως είναι επίσης ο εαυτός μας. Στην οικολογία, αυτή είναι η αρχή της αλληλεξάρτησης: πως όλα τα πλάσματα εξαρτώνται για την επιβίωση τους από έναν ιστό άλλων πλασμάτων που τα περιβάλλει, που εντέλει εκτείνεται έως ότου να περιλαμβάνει ολόκληρο τον πλανήτη. Η εξαφάνιση οποιουδήποτε είδους ελαττώνει τη δική μας ολότητα, την υγεία μας, τους εαυτούς μας· κάτι από την ίδια την ύπαρξή μας χάνεται. Εάν το ιερό αποτελεί την πύλη για τη βαθύτερη ενότητα όλων των πραγμάτων, αποτελεί επίσης την πύλη για την μοναδικότητα και την ιδιαιτερότητα του κάθε πράγματος. Ένα ιερό αντικείμενο είναι μοναδικό· φέρει τη μοναδική ουσία που δεν μπορεί να αναχθεί σε μία σειρά από τυποποιημένες ιδιότητες. Για αυτό και η αναγωγιστική επιστήμη φαίνεται να αφαιρεί από τον κόσμο την ιερότητά του, καθώς τα πάντα ανάγονται στο συνδυασμό μιας μικρής ομάδας τυποποιημένων δομικών στοιχείων. Αυτή η σύλληψη καθρεφτίζει το οικονομικό μας σύστημα, που το ίδιο αποτελείται κυρίως από τυποποιημένα προϊόντα, περιγραφές θέσεων εργασίας, διαδικασίες, δεδομένα, ενέργειες, παραγωγή, και το πιο τυποποιημένο από όλα-χρήμα, η απόλυτη αφηρημένη έννοια. Σε προγενέστερες εποχές δεν ήταν έτσι. Οι ιθαγενείς έβλεπαν το κάθε πλάσμα πρωταρχικά όχι ως μέλος μίας κατηγορίας, αλλά ως ένα μοναδικό άτομο με ψυχή. Ακόμα και οι βράχοι, τα σύννεφα, και οι φαινομενικά πανομοιότυπες σταγόνες βροχής θεωρούνταν αισθαντικά, μοναδικά πλάσματα. Τα χειροποίητα προϊόντα θεωρούνταν επίσης μοναδικά, με τις χαρακτηριστικές παρατυπίες να είναι η υπογραφή του δημιουργού. Εδώ ενυπήρχε ο σύνδεσμος ανάμεσα στις δύο ιδιότητες του ιερού, την ορθότητα και τη μοναδικότητα: τα μοναδικά αντικείμενα διατηρούν το σημάδι της προέλευσής τους, τη μοναδική τους θέση στο μεγάλο μωσαϊκό της ύπαρξης, της εξάρτησής του πάνω στην υπόλοιπη δημιουργία για την ύπαρξή τους. Τα τυποποιημένα αντικείμενα, προϊόντα, είναι ομοιογενή κι ως εκ τούτου εκτός συσχετισμού. Στο βιβλίο αυτό θα περιγράψω το όραμα ενός νομισματικού συστήματος και μιας οικονομίας η οποία είναι ιερή, που ενσωματώνει την αλληλένδετη φύση και τη μοναδικότητα όλων των πραγμάτων. Θα πάψει να είναι κάτι διαχωρισμένο, επί της ουσίας ή στο επίπεδο της αντίληψης, από το φυσικό πλέγμα που αποτελεί τη βάση του. Επανασυνδέει τα προ πολλού αποκομμένα βασίλεια του ανθρώπου και της φύσης· είναι μία προέκταση της οικολογίας που υπακούει σε όλους τους νόμους της και φέρει όλη της την ομορφιά. Σε κάθε θεσμό του πολιτισμού μας, ανεξάρτητα από το πόσο άσχημος ή διεφθαρμένος είναι, υπάρχει το μικρόβιο του πραγματικά όμορφου: η ίδια νότα σε υψηλότερη οκτάβα. Το χρήμα δεν αποτελεί εξαίρεση. Πρωταρχικός σκοπός του είναι απλούστατα να συνδέει τα ανθρώπινα δώρα με τις ανθρώπινες ανάγκες, για να μπορέσουμε όλοι να ζήσουμε με μεγαλύτερη αφθονία. Το πώς αντιθέτως, το χρήμα έχει φτάσει στο σημείο να δημιουργεί ελλείψεις αντί για αφθονία, διάσταση αντί για σύνδεση, αποτελεί έναν από τους ιστούς αυτού του βιβλίου. Παρόλα αυτά, ανεξάρτητα από εκείνο στο οποίο έχει μετατραπεί, στην αρχική ιδέα του χρήματος ως έναν μεσάζοντα του δώρου μπορούμε να συλλάβουμε εκείνο που θα το καταστήσει μία μέρα, ιερό εκ νέου. Αναγνωρίζουμε την ανταλλαγή των δώρων ως μία ιερή περίσταση, που είναι και ο λόγος που ενστικτωδώς μετατρέπουμε την προσφορά δώρων σε γιορτή. Το ιερό χρήμα, θα είναι τότε, ένα μέσο προσφοράς, ένα μέσο να εμποτίσουμε την παγκόσμια οικονομία με το πνεύμα του δώρου που χαρακτήριζε τις κουλτούρες των φυλών και των χωριών, κι εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να υπάρχει οπουδήποτε οι άνθρωποι κάνουν πράγματα ο ένας για τον άλλον εκτός της εκχρηματισμένης οικονομίας. Τα Ιερά Οικονομικά περιγράφουν αυτό το μέλλον κι επίσης χαρτογραφούν έναν πρακτικό τρόπο να φτάσουμε εκεί. Εδώ και καιρό με έχουν κουράσει τα βιβλία που ασκούν κριτική σε κάποια πτυχή της κοινωνίας χωρίς να προσφέρουν μία θετική εναλλακτική. Αμέσως μετά, βαρέθηκα τα βιβλία που προσέφεραν θετικές εναλλακτικές οι οποίες φάνταζαν αδύνατες στην εκπλήρωσή τους: «Πρέπει να μειώσουμε τις εκπομπές άνθρακα κατά 90%». Τέλος, με κούρασαν τα βιβλία που παρουσίαζαν εύλογα μέσα για την επίτευξή τους αλλά που δεν εξηγούσαν εκείνο που εγώ, προσωπικά, μπορούσα να κάνω για τη δημιουργία τους. Τα Ιερά Οικονομικά λειτουργούν και στα τέσσερα αυτά επίπεδα: Προσφέρουν μία θεμελιώδη ανάλυση του τι έχει πάει στραβά με το χρήμα· περιγράφουν έναν πιο όμορφο κόσμο βασισμένο σε ένα διαφορετικό είδος χρήματος και μία διαφορετική οικονομία· εξηγούν τις αναγκαίες συλλογικές ενέργειες για τη δημιουργία αυτού το κόσμου και τα μέσα με τα οποία αυτές οι ενέργειες μπορούν να υλοποιηθούν· και εξερευνά τις προσωπικές διαστάσεις της μεταμόρφωσης του κόσμου, της αλλαγής στην ταυτότητα και την ύπαρξη που αποκαλώ «ζώντας εντός του δώρου». Η μεταμόρφωση του χρήματος δεν αποτελεί πανάκεια για τα στραβά του κόσμου, ούτε πρέπει να έχει προτεραιότητα σε σχέση με άλλα πεδία ακτιβισμού. Μία απλή αναδιάταξη στα μπιτ των υπολογιστών δεν θα εξαλείψει την πολύ αληθινή υλική και κοινωνική καταστροφή που σαρώνει τον πλανήτη μας. Ωστόσο, ούτε η θεραπεία που απαιτείται σε οποιοδήποτε άλλο πεδίο, μπορεί να είναι επιτυχημένη χωρίς μία αντίστοιχη μεταμόρφωση του χρήματος, τόσο βαθιά είναι ριζωμένο στους κοινωνικούς θεσμούς και τις συνήθειες της ζωής. Οι οικονομικές αλλαγές που περιγράφω αποτελούν μέρος μια αχανούς, σφαιρικής μετατόπισης που δεν θα αφήσει καμία πτυχή της ζωής ανεπηρέαστη. Η ανθρωπότητα τώρα μόλις ξεκινά να αφυπνίζεται σε σχέση με το πραγματικό εύρος της κρίσης που αντιμετωπίζουμε. Εάν η οικονομική μεταμόρφωση που θα περιγράψω φαντάζει θαυματουργική, είναι επειδή τίποτα λιγότερο από ένα θαύμα θα χρειαστεί για να θεραπευτεί ο κόσμος μας. Σε όλα τα πεδία, από το χρήμα έως την οικολογική θεραπεία, από την πολιτική έως την τεχνολογία και την ιατρική, χρειαζόμαστε λύσεις που υπερβαίνουν τα τωρινά όρια του πιθανού. Ευτυχώς, καθώς ο παλιός κόσμος αποσυντίθεται, η γνώση μας σε σχέση με το τι είναι πιθανό αυξάνεται, και μαζί της αυξάνεται το θάρρος μας και η προθυμία μας να δράσουμε. Η παρούσα σύγκλιση κρίσεων στον χρηματοπιστωτικό κλάδο, στην ενέργεια, στην εκπαίδευση, στην υγεία, στο νερό, στη γη, στο κλίμα, στην πολιτική, στο περιβάλλον, και όχι μόνο – είναι μία κρίση γένεσης, που μας αποβάλλει από τον παλιό κόσμο σε έναν νέο. Αναπόφευκτα, αυτές οι κρίσεις εισβάλουν στην προσωπική μας ζωή, ο κόσμος μας καταρρέει, κι εμείς με τη σειρά μας γεννιόμαστε σε έναν νέο κόσμο, μία νέα ταυτότητα. Αφιερώνω όλη μου την εργασία στον πιο όμορφο κόσμο που η καρδιά μας μας λέει ότι είναι εφικτός. Χρησιμοποιώ την «καρδιά», γιατί το μυαλό μας μερικές φορές μας λέει ότι δεν είναι δυνατό. Το μυαλό μας αμφιβάλλει πως τα πράγματα θα είναι πολύ διαφορετικά από τα όσα η εμπειρία μας έχει διδάξει. Μπορεί να έχετε αισθανθεί ένα κύμα κυνισμού, απέχθειας, ή απόγνωσης ενώ διαβάζετε την περιγραφή μιας ιερής οικονομίας. Μπορεί να έχετε αισθανθεί την παρόρμηση να απορρίψετε τα όσα γράφω ως απελπιστικά ιδεαλιστικά. Πράγματι, κι εγώ ο ίδιος σκεφτόμουν να μετριάσω την περιγραφή μου, να την κάνω πιο εύλογη, πιο υπεύθυνη, πιο ευθυγραμμισμένη με τις χαμηλές προσδοκίες μας σχετικά με το τι μπορεί να γίνει με τη ζωή και τον κόσμο μας. Αλλά μια τέτοια αραίωση δεν θα ήταν η αλήθεια. Χρησιμοποιώντας τα εργαλεία του νου, θα μιλήσω για αυτά που είναι μέσα στην καρδιά μου. Μέσα στην καρδιά μου γνωρίζω ότι μία οικονομία και μία κοινωνία τόσο όμορφη είναι δυνατόν να δημιουργηθούν από εμάς – και πράγματι, οτιδήποτε λιγότερο είναι ανάξιό μας. Είμαστε τόσο χαλασμένοι που θα φιλοδοξούσαμε σε οτιδήποτε λιγότερο από έναν ιερό κόσμο; |