Στίχοι : Στράτος Παγιουμτζής, Τεμπέλης
Μουσική : Κώστας Σκαρβέλης, Παστουρμάς
Πρώτη εκτέλεση : Στράτος Παγιουμτζής, Τεμπέλης (1939)
Άλλες εκτελέσεις : Γιώργος Τζώρτζης
Βρήκα στο youtube και ζωντανή εκτέλεση από τον μεγάλο Νίκο Δημητράτο, όχι τόσο εμπνευσμένη, όμως. Υπάρχουν και άλλες ερμηνείες, μεταξύ των οποίων μία από τρεις σχετικά νέους στην ηλικία μουσικούς, με φωνή αρκετά καλή του Κωστή Κωτσόπουλου. Αυτό για να πω ότι η παράδοση του ρεμπέτικου, τουλάχιστον μουσικά, συνεχίζεται. Οι συγκρίσεις, που μας επιτρέπει τώρα το Διαδίκτυο να κάνουμε, δείχνουν πάντα πως η καλύτερη ερμηνεία είναι πάντα η πιο απλή !, σε αυτό το τραγούδι εδώ, προφανώς αυτή του απαράμιλλου Στράτου. Οι ερμηνείες της εποχής και της σχολής του Μάρκου, χωρίς να αφήνουν να χάνεται η μελωδία, είναι πιο ρυθμικές, δεν ξέρω πώς να το περιγράψω, καρφώνουν πιο έντονα τις πενιές και τις λέξεις στο τοπίο και στο αυτί.
Ο κόσμος πλούτη λαχταρά κι εγώ ποθώ εσένα
και κάθε βράδυ ξενυχτώ με μάτια δακρυσμένα.
Το πλούτος για τα μένανε είναι τα δυο σου μάτια
και η θερμή σου αγκαλιά βασιλικά παλάτια.
Εγώ για σένα μίσησα πλούτη και δόξες, φως μου,
αρνήθηκα το σπίτι μου και τ’ αγαθά του κόσμου.
Τι να τα κάνω τα λεφτά μπρος στην δική σου αγάπη,
μπρος στην δική σου ομορφιά όλα ας γίνουν στάχτη.
Ένα τραγούδι για τον έρωτα ως υπέρτατη αξία
Ο κόσμος πλούτη λαχταρά κι εγώ ποθώ εσένα
Ι. Τίθεται το πρόβλημα. Ανοίγει η αυλαία. Βλέπουμε το φόντο
Ο κόσμος πλούτη λαχταρά (8)
κι εγώ ποθώ εσένα (7)
και κάθε βράδυ ξενυχτώ (8)
με μάτια δακρυσμένα. (7)
Ο κόσμος πλούτη λαχταρά.
Με τέσσερεις λέξεις, ανακοινώνεται γενική κοινωνική αλήθεια.
Ο κόσμος, δηλαδή όλος ο κόσμος, όλοι ή σχεδόν όλοι. Δεν σχολιάζω τώρα την αλήθεια αυτής της διακήρυξης που φαίνεται να είναι σήμερα που μιλάμε το άλφα και το ωμέγα των πολύξερων. Σημειώνω μόνο αυτό : όσοι το διακηρύσσουν σήμερα δεν πρωτοτυπούν καθόλου. Το τραγούδι είναι του 1939.
Λαχταρά. Όχι προτιμά, θέλει, επιδιώκει, αλλά λαχταρά. Θέλει με πάθος δηλαδή, επιθυμεί με λαχτάρα. Τι ; Όχι τα πλούτη, αλλά πλούτη, άπειρα δηλαδή.
Το αντίστοιχο, αντίστροφο, αντίθετο, του λαχταρά βρίσκεται στο μίσησα, που θα βρούμε παρακάτω : Εγώ για σένα μίσησα πλούτη και δόξες φως μου. Όχι δεν επεδίωξα, δεν επεθύμησα, αλλά μίσησα. Δηλαδή, κατάλαβα τι κάνουν αυτοί που τα έχουν ή πώς θα γινόμουν εγώ αν τα αποκτούσα, είδα κοντινούς μου που τα απέκτησαν, μέλη της οικογένειάς μου, φίλους !
Κι εγώ ποθώ εσένα : μα εγώ ποθώ εσένα.
Αντίθετα στο ρεύμα, αντίθετα σε αυτούς που τα λαχταρούν, λιμασμένοι, διότι δεν τα έχουν. Αντίθετα σε αυτούς που τα έχουν και θέλουν περισσότερα. Αντίθετα σε αυτούς που τα βάζουν παραπάνω από άλλα πράγματα. Αντίθετα στη λαχτάρα όλων αυτών, εγώ βάζω πάνω απ’ όλα τον πόθο : ποθώ εσένα.
Και κάθε βράδυ ξενυχτώ
με μάτια δακρυσμένα.
Γιατί ξενυχτά ; Κάποιο εμπόδιο υπάρχει. Είναι η μη ανταπόκριση από το πρόσωπο του πόθου, ή είναι άλλο πράγμα ; Δεν ξέρουμε, αν θα το μάθουμε. Είναι από πλούσια οικογένεια, ο άνδρας που ποθεί, και δοξασμένη μάλιστα, περιωπής, της υψηλής κοινωνίας ; Και το οικογενειακό του περιβάλλον δεν του επιτρέπει την εκδήλωση, και την ευόδωση, αυτού του πόθου. Ίδωμεν.
Το πλούτος για τα μένανε (8)
είναι τα δυο σου μάτια (7)
και η θερμή σου αγκαλιά (8)
βασιλικά παλάτια. (7)
Ο κόσμος πλούτη λαχταρά, απάντηση του ήρωα :
Το πλούτος για τα μένανε είναι τα δυο σου μάτια !
Το αντικείμενο του πόθου αναζητείται πρώτα και κύρια στην ανταπόκριση. Να βλέπω τα δυο σου μάτια να με ποθούν και αυτά, να νιώθω ότι με ποθείς κι εσύ !
και η θερμή σου αγκαλιά είναι βασιλικά παλάτια. Θέλει, διαλέγει, προτιμά, θερμή ανθρώπινη, γυναικεία, αγκαλιά, αντί για τα πιο άνετα, φανταχτερά, οικήματα ! Άρα είχε τη δυνατότητα να τα έχει, δεν είναι μεταφορά ποιητική, είναι μάλλον η δική του εναλλακτική δυνατότητα, αυτό που του παρέχοι το οικογενειακό του περιβάλλον. Και μάλιστα για να τον απωθήσει, να τον εμποδίσει, από το άπρεπο για αυτόν και την οικογένειά του αντικείμενο του πόθου του.
ΙΙ. Ξεκαθαρίζει λίγο το πρόβλημα. Βλέπουμε το φόντο (το πλαίσιο) αλλά και το βάθος
Εγώ για σένα μίσησα (8)
πλούτη και δόξες φως μου, (7)
αρνήθηκα το σπίτι μου (8)
και τ’ αγαθά του κόσμου. (7)
Αυτή*, δεν τον θέλει ή διστάζει. Της απευθύνει ομολογία πίστης ή «υποταγής». Περιγράφει την ιστορία του : αρνήθηκε το σπίτι του για αυτή που ποθεί, το οποίο σπίτι του, δηλαδή πολύ απλά η οικογένειά του, είχε όλα τ’ αγαθά του κόσμου, όχι μόνο πλούτη αλλά και δόξες. Τα αρνηθηκε για αυτή που είναι το φώς του ερωτικά, τρυφερά, αλλά και ουσιαστικά διότι ο πόθος του για αυτή του άνοιξε τα μάτια, τον φώτισε.
Και προτείνει το καθοριστικό επιχείρημα. Με ευθεία σύγκριση «αξιών».
Τι να τα κάνω τα λεφτά (8)
μπρος στην δική σου αγάπη, (8)
μπρος στην δική σου ομορφιά (8)
όλα ας γίνουν στάχτη. (7)
Από τη μια μεριά, σαφέστατα τα λεφτά. Από την άλλη, η δική της αγάπη, και η ομορφιά της όμως. Η αντίθεση είναι τόσο έντονη, τόσο ανισοβαρής, που προτιμά να γίνουν όλα : τα λεφτά, τα πλούτη, οι δόξες, και το σπιτι-οικογένεια, στάχτη, αν ήταν να χάσει την αγάπη της αλλά και την ομορφιά της.
* Καμιά ένδειξη των στίχων δεν μας επιτρέπι να υποστηρίξουμε ότι σίγουρα άνδρας είναι αυτός που μιλά. Εκτός και αν υποκύψουμε στην προκατάληψη ότι μόνο οι άνδρες μιλούν στις γυναίκες ή στη χειρότερη ότι μόνο οι άνδρες βλέπουν και θέλουν την ομορφιά. Εντούτοις, υποκύπτω στην υπόθεση ότι άνδρας είναι ο ήρωας, αυτός που μιλά. Θα εξετάσω συνοπτικά και την υπόθεση μιας ηρωίδας.
ΙΙΙ. Αυλαία, χωρίς κάθαρση
Άρα μάλλον αντίθεση, αντίφαση, κοινωνική, αποτελεί το πρώτο εμπόδιο. Αντίφαση, που ο ποθών επιθυμεί διακαώς, και διακηρύσσει εμπραγμάτως, με αποδείξεις (αρνήθηκα), ότι την έχει ξεπεράσει. Και την επιδεικνύει μάλιστα ως απόδειξη του πόθου και της αγάπης που δείχνει και ζητά. Και ίσως η κύρια αντίσταση δεν προέρχεται τώρα πια από την οικογένειά του – ήδη είναι μακριά της, υλικά και ψυχικά –, αλλά από την ποθημένη ψυχή, η οποία δεν έχει ίσως ακόμα πειστεί ότι η σχέση είναι εφικτή.
Εκτός αν η υπέρτατη αξία του έρωτα που διακηρύσσει το τραγούδι, αναδεικνύεται και αναδύεται πανέμορφη και δεύτερη φόρα. Η αγαπημένη, παρά τις ομολογίες και τις πράξεις αυτού που την ποθεί, έχει κάτι πιο σημαντικό και υπεράνω. Έχει κάποιον άλλον που ποθεί η καρδιά της, και το κορμί της, στη δική της κοινωνική κατηγορία, κατάσταση. Και τελικά αρνείται, χωρίς να ξέρει καν αν θα ευοδωθεί το άλλο. Έτσι και αυτή επίσης μπορεί να τραγουδά :
Ο κόσμος πλούτη λαχταρά κι εγώ ποθώ εσένα
και κάθε βράδυ ξενυχτώ με μάτια δακρυσμένα.
Δηλαδή μη φοβάσαι τα πλούτη δεν με συγκινούν, το χρήμα δεν το λογαριάζω.
Όσο κι αν είναι σχετική η αλήθεια : Ο κόσμος πλούτη λαχταρά, και θα μείνει έτσι πάντα, άλλο τόσο την αποδυναμώνει το γεγονός ότι αμφισβητείται. Έρως ανίκητε μάχαν. Ο έρωτας είναι ανίκητος σε όλες τις μάχες, σε όλες τις εποχές. Αυτό που έχει αξία σε τούτο το τραγούδι είναι ότι ο έρωτας ανακηρύσσεται αξία υπέρτερη από τα πλούτη, τις δόξες και το σπίτι-υπάρχουσα οικογένεια. Υπέρτατη αξία στο τραγούδι και τη ζωή του ήρωά μας. Για τη ζωή όλων, η πολιτική σκέψη δεν επιτρέπει στον εαυτό της να διακηρύξει τέτοιες βεβαιότητες, διότι κάθαρση δεν υπάρχει ούτε στο τραγούδι, πόσω μάλλον στην πραγματική ζωή.
Η πολιτική σκέψη και η πολιτική πράξη εργάζονται για την ελευθερία και την ισότητα. Δεν έχουν και δεν δίνουν συνταγές για την ευτυχία των ανθρώπων. Διαπιστώνοντας την ανεπανόρθωτη πλέον φθορά των παραδοσιακών αξιών, που προέρχεται εκτός των άλλων παραγόντων από την αμφισβήτησή τους, όπως σε τούτο το «παλιό» τραγούδι, υποστηρίζω ότι μια ελεύθερη κοινωνία ελεύθερων ανθρώπων δεν έχει ανάγκη από μονοδιάστατες αξίες. Από αξίες που επιβάλλουν ενιαία μοντέλα ζωής, και προκαθορισμένα δρομολόγια βίου. Έχω συνθέσει τις παραδοσιακές αξίες στο τετράπτυχο : θρησκεία-οικογένεια- εκπαίδευση-εργασία. Η ελεύθερη κοινωνία ελεύθερων ανθρώπων, θα έχει πηγές ανάβλυσης και έμπνευσης, και μια από αυτές είναι ο έρωτας. (Το τετράπτυχο είναι χωρίς αμφιβολία ανέραστο.)
Η πολιτική σκέψη και η πολιτική πράξη μπορούν όμως να δείχνουν με το δάχτυλο το τραγούδι : Ο κόσμος πλούτη λαχταρά κι εγώ ποθώ εσένα.
νίκος ηλιόπουλος
Παρίσι, 10-11 Ιουνίου 2014
Μουσική : Κώστας Σκαρβέλης, Παστουρμάς
Πρώτη εκτέλεση : Στράτος Παγιουμτζής, Τεμπέλης (1939)
Άλλες εκτελέσεις : Γιώργος Τζώρτζης
Βρήκα στο youtube και ζωντανή εκτέλεση από τον μεγάλο Νίκο Δημητράτο, όχι τόσο εμπνευσμένη, όμως. Υπάρχουν και άλλες ερμηνείες, μεταξύ των οποίων μία από τρεις σχετικά νέους στην ηλικία μουσικούς, με φωνή αρκετά καλή του Κωστή Κωτσόπουλου. Αυτό για να πω ότι η παράδοση του ρεμπέτικου, τουλάχιστον μουσικά, συνεχίζεται. Οι συγκρίσεις, που μας επιτρέπει τώρα το Διαδίκτυο να κάνουμε, δείχνουν πάντα πως η καλύτερη ερμηνεία είναι πάντα η πιο απλή !, σε αυτό το τραγούδι εδώ, προφανώς αυτή του απαράμιλλου Στράτου. Οι ερμηνείες της εποχής και της σχολής του Μάρκου, χωρίς να αφήνουν να χάνεται η μελωδία, είναι πιο ρυθμικές, δεν ξέρω πώς να το περιγράψω, καρφώνουν πιο έντονα τις πενιές και τις λέξεις στο τοπίο και στο αυτί.
Ο κόσμος πλούτη λαχταρά κι εγώ ποθώ εσένα
και κάθε βράδυ ξενυχτώ με μάτια δακρυσμένα.
Το πλούτος για τα μένανε είναι τα δυο σου μάτια
και η θερμή σου αγκαλιά βασιλικά παλάτια.
Εγώ για σένα μίσησα πλούτη και δόξες, φως μου,
αρνήθηκα το σπίτι μου και τ’ αγαθά του κόσμου.
Τι να τα κάνω τα λεφτά μπρος στην δική σου αγάπη,
μπρος στην δική σου ομορφιά όλα ας γίνουν στάχτη.
Ένα τραγούδι για τον έρωτα ως υπέρτατη αξία
Ο κόσμος πλούτη λαχταρά κι εγώ ποθώ εσένα
Ι. Τίθεται το πρόβλημα. Ανοίγει η αυλαία. Βλέπουμε το φόντο
Ο κόσμος πλούτη λαχταρά (8)
κι εγώ ποθώ εσένα (7)
και κάθε βράδυ ξενυχτώ (8)
με μάτια δακρυσμένα. (7)
Ο κόσμος πλούτη λαχταρά.
Με τέσσερεις λέξεις, ανακοινώνεται γενική κοινωνική αλήθεια.
Ο κόσμος, δηλαδή όλος ο κόσμος, όλοι ή σχεδόν όλοι. Δεν σχολιάζω τώρα την αλήθεια αυτής της διακήρυξης που φαίνεται να είναι σήμερα που μιλάμε το άλφα και το ωμέγα των πολύξερων. Σημειώνω μόνο αυτό : όσοι το διακηρύσσουν σήμερα δεν πρωτοτυπούν καθόλου. Το τραγούδι είναι του 1939.
Λαχταρά. Όχι προτιμά, θέλει, επιδιώκει, αλλά λαχταρά. Θέλει με πάθος δηλαδή, επιθυμεί με λαχτάρα. Τι ; Όχι τα πλούτη, αλλά πλούτη, άπειρα δηλαδή.
Το αντίστοιχο, αντίστροφο, αντίθετο, του λαχταρά βρίσκεται στο μίσησα, που θα βρούμε παρακάτω : Εγώ για σένα μίσησα πλούτη και δόξες φως μου. Όχι δεν επεδίωξα, δεν επεθύμησα, αλλά μίσησα. Δηλαδή, κατάλαβα τι κάνουν αυτοί που τα έχουν ή πώς θα γινόμουν εγώ αν τα αποκτούσα, είδα κοντινούς μου που τα απέκτησαν, μέλη της οικογένειάς μου, φίλους !
Κι εγώ ποθώ εσένα : μα εγώ ποθώ εσένα.
Αντίθετα στο ρεύμα, αντίθετα σε αυτούς που τα λαχταρούν, λιμασμένοι, διότι δεν τα έχουν. Αντίθετα σε αυτούς που τα έχουν και θέλουν περισσότερα. Αντίθετα σε αυτούς που τα βάζουν παραπάνω από άλλα πράγματα. Αντίθετα στη λαχτάρα όλων αυτών, εγώ βάζω πάνω απ’ όλα τον πόθο : ποθώ εσένα.
Και κάθε βράδυ ξενυχτώ
με μάτια δακρυσμένα.
Γιατί ξενυχτά ; Κάποιο εμπόδιο υπάρχει. Είναι η μη ανταπόκριση από το πρόσωπο του πόθου, ή είναι άλλο πράγμα ; Δεν ξέρουμε, αν θα το μάθουμε. Είναι από πλούσια οικογένεια, ο άνδρας που ποθεί, και δοξασμένη μάλιστα, περιωπής, της υψηλής κοινωνίας ; Και το οικογενειακό του περιβάλλον δεν του επιτρέπει την εκδήλωση, και την ευόδωση, αυτού του πόθου. Ίδωμεν.
Το πλούτος για τα μένανε (8)
είναι τα δυο σου μάτια (7)
και η θερμή σου αγκαλιά (8)
βασιλικά παλάτια. (7)
Ο κόσμος πλούτη λαχταρά, απάντηση του ήρωα :
Το πλούτος για τα μένανε είναι τα δυο σου μάτια !
Το αντικείμενο του πόθου αναζητείται πρώτα και κύρια στην ανταπόκριση. Να βλέπω τα δυο σου μάτια να με ποθούν και αυτά, να νιώθω ότι με ποθείς κι εσύ !
και η θερμή σου αγκαλιά είναι βασιλικά παλάτια. Θέλει, διαλέγει, προτιμά, θερμή ανθρώπινη, γυναικεία, αγκαλιά, αντί για τα πιο άνετα, φανταχτερά, οικήματα ! Άρα είχε τη δυνατότητα να τα έχει, δεν είναι μεταφορά ποιητική, είναι μάλλον η δική του εναλλακτική δυνατότητα, αυτό που του παρέχοι το οικογενειακό του περιβάλλον. Και μάλιστα για να τον απωθήσει, να τον εμποδίσει, από το άπρεπο για αυτόν και την οικογένειά του αντικείμενο του πόθου του.
ΙΙ. Ξεκαθαρίζει λίγο το πρόβλημα. Βλέπουμε το φόντο (το πλαίσιο) αλλά και το βάθος
Εγώ για σένα μίσησα (8)
πλούτη και δόξες φως μου, (7)
αρνήθηκα το σπίτι μου (8)
και τ’ αγαθά του κόσμου. (7)
Αυτή*, δεν τον θέλει ή διστάζει. Της απευθύνει ομολογία πίστης ή «υποταγής». Περιγράφει την ιστορία του : αρνήθηκε το σπίτι του για αυτή που ποθεί, το οποίο σπίτι του, δηλαδή πολύ απλά η οικογένειά του, είχε όλα τ’ αγαθά του κόσμου, όχι μόνο πλούτη αλλά και δόξες. Τα αρνηθηκε για αυτή που είναι το φώς του ερωτικά, τρυφερά, αλλά και ουσιαστικά διότι ο πόθος του για αυτή του άνοιξε τα μάτια, τον φώτισε.
Και προτείνει το καθοριστικό επιχείρημα. Με ευθεία σύγκριση «αξιών».
Τι να τα κάνω τα λεφτά (8)
μπρος στην δική σου αγάπη, (8)
μπρος στην δική σου ομορφιά (8)
όλα ας γίνουν στάχτη. (7)
Από τη μια μεριά, σαφέστατα τα λεφτά. Από την άλλη, η δική της αγάπη, και η ομορφιά της όμως. Η αντίθεση είναι τόσο έντονη, τόσο ανισοβαρής, που προτιμά να γίνουν όλα : τα λεφτά, τα πλούτη, οι δόξες, και το σπιτι-οικογένεια, στάχτη, αν ήταν να χάσει την αγάπη της αλλά και την ομορφιά της.
* Καμιά ένδειξη των στίχων δεν μας επιτρέπι να υποστηρίξουμε ότι σίγουρα άνδρας είναι αυτός που μιλά. Εκτός και αν υποκύψουμε στην προκατάληψη ότι μόνο οι άνδρες μιλούν στις γυναίκες ή στη χειρότερη ότι μόνο οι άνδρες βλέπουν και θέλουν την ομορφιά. Εντούτοις, υποκύπτω στην υπόθεση ότι άνδρας είναι ο ήρωας, αυτός που μιλά. Θα εξετάσω συνοπτικά και την υπόθεση μιας ηρωίδας.
ΙΙΙ. Αυλαία, χωρίς κάθαρση
Άρα μάλλον αντίθεση, αντίφαση, κοινωνική, αποτελεί το πρώτο εμπόδιο. Αντίφαση, που ο ποθών επιθυμεί διακαώς, και διακηρύσσει εμπραγμάτως, με αποδείξεις (αρνήθηκα), ότι την έχει ξεπεράσει. Και την επιδεικνύει μάλιστα ως απόδειξη του πόθου και της αγάπης που δείχνει και ζητά. Και ίσως η κύρια αντίσταση δεν προέρχεται τώρα πια από την οικογένειά του – ήδη είναι μακριά της, υλικά και ψυχικά –, αλλά από την ποθημένη ψυχή, η οποία δεν έχει ίσως ακόμα πειστεί ότι η σχέση είναι εφικτή.
Εκτός αν η υπέρτατη αξία του έρωτα που διακηρύσσει το τραγούδι, αναδεικνύεται και αναδύεται πανέμορφη και δεύτερη φόρα. Η αγαπημένη, παρά τις ομολογίες και τις πράξεις αυτού που την ποθεί, έχει κάτι πιο σημαντικό και υπεράνω. Έχει κάποιον άλλον που ποθεί η καρδιά της, και το κορμί της, στη δική της κοινωνική κατηγορία, κατάσταση. Και τελικά αρνείται, χωρίς να ξέρει καν αν θα ευοδωθεί το άλλο. Έτσι και αυτή επίσης μπορεί να τραγουδά :
Ο κόσμος πλούτη λαχταρά κι εγώ ποθώ εσένα
και κάθε βράδυ ξενυχτώ με μάτια δακρυσμένα.
Δηλαδή μη φοβάσαι τα πλούτη δεν με συγκινούν, το χρήμα δεν το λογαριάζω.
Όσο κι αν είναι σχετική η αλήθεια : Ο κόσμος πλούτη λαχταρά, και θα μείνει έτσι πάντα, άλλο τόσο την αποδυναμώνει το γεγονός ότι αμφισβητείται. Έρως ανίκητε μάχαν. Ο έρωτας είναι ανίκητος σε όλες τις μάχες, σε όλες τις εποχές. Αυτό που έχει αξία σε τούτο το τραγούδι είναι ότι ο έρωτας ανακηρύσσεται αξία υπέρτερη από τα πλούτη, τις δόξες και το σπίτι-υπάρχουσα οικογένεια. Υπέρτατη αξία στο τραγούδι και τη ζωή του ήρωά μας. Για τη ζωή όλων, η πολιτική σκέψη δεν επιτρέπει στον εαυτό της να διακηρύξει τέτοιες βεβαιότητες, διότι κάθαρση δεν υπάρχει ούτε στο τραγούδι, πόσω μάλλον στην πραγματική ζωή.
Η πολιτική σκέψη και η πολιτική πράξη εργάζονται για την ελευθερία και την ισότητα. Δεν έχουν και δεν δίνουν συνταγές για την ευτυχία των ανθρώπων. Διαπιστώνοντας την ανεπανόρθωτη πλέον φθορά των παραδοσιακών αξιών, που προέρχεται εκτός των άλλων παραγόντων από την αμφισβήτησή τους, όπως σε τούτο το «παλιό» τραγούδι, υποστηρίζω ότι μια ελεύθερη κοινωνία ελεύθερων ανθρώπων δεν έχει ανάγκη από μονοδιάστατες αξίες. Από αξίες που επιβάλλουν ενιαία μοντέλα ζωής, και προκαθορισμένα δρομολόγια βίου. Έχω συνθέσει τις παραδοσιακές αξίες στο τετράπτυχο : θρησκεία-οικογένεια- εκπαίδευση-εργασία. Η ελεύθερη κοινωνία ελεύθερων ανθρώπων, θα έχει πηγές ανάβλυσης και έμπνευσης, και μια από αυτές είναι ο έρωτας. (Το τετράπτυχο είναι χωρίς αμφιβολία ανέραστο.)
Η πολιτική σκέψη και η πολιτική πράξη μπορούν όμως να δείχνουν με το δάχτυλο το τραγούδι : Ο κόσμος πλούτη λαχταρά κι εγώ ποθώ εσένα.
νίκος ηλιόπουλος
Παρίσι, 10-11 Ιουνίου 2014