Του Ευάγγελου Αυδίκου*
Ζούμε στην εποχή που τα πάντα είναι υπό εκποίηση. Συχνά, η πώληση γίνεται κοψοχρονιά. Είναι μια συνηθισμένη αντίδραση σε περιόδους κρίσης και μετάβασης. Στη μεταπολεμική Ελλάδα ξεπουλήθηκε η πολιτιστική παράδοση. Τα καινούργια πρότυπα φλόγιζαν τη φαντασία των Νεοελλήνων, που έβγαλαν από τα σεντούκια προίκες, φορεσιές, εργαλεία και σερβίτσια. Τα παρέδωσαν στα χέρια των γυρολόγων, που τα αγόρασαν αντί πινακίου φακής. Στην περιφέρεια, αρκούσαν τα πλαστικά είδη, τα σύμβολα του κόσμου που υποσχόταν παραδείσους. Οι νοικοκυρές και τα νοικοκυριά ήθελαν να απαλλαγούν από τη βαριά κληρονομιά μιας ζωής που τους ταλαιπώρησε. Και τότε, έκαναν την εμφάνισή τους στα χωριά και τις γειτονιές οι γυρολόγοι που μπορούσαν, ως άνθρωποι της αγοράς, να αξιολογήσουν τη σπουδαιότητα των αντικειμένων. Κι έτσι, κουβαλώντας στις καρότσες τους τα σύμβολα της νέας εποχής, έβαλαν στο χέρι σημαντικά αντικείμενα του νεοελληνικού πολιτισμού που τους απέφεραν αξιοσημείωτα κέρδη. Οι γυρολόγοι, λοιπόν, λειτούργησαν ως εκπρόσωποι ενός κόσμου που οιστρηλατούσε τη φαντασία των ανθρώπων στα χωριά και τις πόλεις. Ηταν ο λαμπερός κόσμος της κατανάλωσης, που μόλις έκανε τα πρώτα βήματά του στην ελληνική περιφέρεια.
Τα τελευταία χρόνια, που η κρίση και τα μνημόνια ταλανίζουν την ελληνική κοινωνία, βρήκαν την ευκαιρία οι γυρολόγοι-εκπρόσωποι του νέου κόσμου να προωθήσουν την πραμάτεια τους. Περιφέρουν και προβάλλουν τη νέα αντίληψη. Με το αζημίωτο, φυσικά. Είναι ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός. Ολα τα «ασημικά» στους πάγκους του νεοφιλελευθερισμού. Για τον ανταγωνισμό, λένε. Για καλύτερα τιμολόγια. Για το καλό των πολιτών, διατείνονται. Το κράτος δεν μπορεί να έχει περιουσία. Είναι ασήκωτο βάρος για όλους. Αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Ετσι, ένας πλούτος που φτιάχτηκε με κόπους και θυσίες ενοχοποιείται. Είναι κρατισμός, λένε. Πιπέρι βάζουν στο στόμα όσων μιλάνε για κοινωνική περιουσία. Για τις ανάγκες των πολλών. Για την αξιοπρέπεια του τόπου. Για κοινωνική πολιτική. Για εθνική ανεξαρτησία.
Ο νεοφιλελευθερισμός εμφανίζεται ως η νέα λατρεία που ευαγγελίζεται την πρόοδο και την ανάπτυξη για όλους. Πλούσιους και φτωχούς. Ανέργους και νέους. Το μόνο που χρειάζεται ο νεοφιλελευθερισμός είναι η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας. Και τότε, όλα θα γίνουν φωτεινά. Το μέλλον θα χαμογελάσει και η ζωή όλων των πολιτών θα μπει στη λεωφόρο της νέας «λατρείας».
Ετσι, εγεννήθη ΤΑΙΠΕΔ. Είναι αυτό που μαζεύει όλα τα «παλιοσίδερα» του προηγούμενου κόσμου. Η ενέργεια, το νερό, τα κτίρια, προσοδοφόρα αγροτικά ακίνητα, νησιά, όλα στο καινούργιο εθνικό, μεσιτικό μας γραφείο. Το ΤΑΙΠΕΔ. Σαν να αισθάνεται το γκουβέρνο δυσβάστακτο το βάρος της δημόσιας περιουσίας. Ο νεοφιλελευθερισμός είναι αλλεργικός στη δημόσια ιδιοκτησία. Λατρευτικό του εικόνισμα είναι η αχαλίνωτη αγορά, που αγιοποιείται και τα πάντα θεραπεύει.
Αν ζούσε ο Καρυωτάκης, ο καυστικός στίχος του δεν θα έμενε αδιάφορος μπροστά στην κοινωνική αναλγησία που ονομάζεται ανταγωνιστική υγεία. Ισως θα πεταγόταν –με το αυτοκίνητό του πλέον–, στον Σκορπιό, εκεί όπου χτίζεται η νέα αναπτυξιακή πρόταση για τους Νεοέλληνες. Τα νησιά μας μπορούν να συγκινήσουν τους νεόπλουτους και ολιγάρχες. Ισως, αν το ΤΑΙΠΕΔ έβγαζε στο σφυρί κάθε χρόνο κι ένα νησί, θα ήταν μια κάποια λύση για να χαμογελάσουν οι Νεοέλληνες. Με μια μόνο προϋπόθεση. Να διοργανώνουν ένα ρωμαϊκό πάρτι κάθε χρόνο, στο οποίο οι ντόπιοι θα υπηρετούσαν τη νέα «Μεγάλη Ιδέα» ως σερβιτόροι, φορώντας βραχιόλια στον καρπό τους για να μην ανησυχούν οι οικοδεσπότες για την τύχη τους. Θα ανακτούσαν τις ξεχασμένες αξίες, μια και θα έπρεπε να χαμηλοβλέπουν. Μια από τις αιτίες της κρίσης μπορεί… να είναι και η «αλαζονική συμπεριφορά» των εργαζομένων που τολμούν να απεργούν, να διεκδικούν, να κοιτάζουν κατάματα τα αφεντικά. Πίσω στα παλιά. Γιατί αυτό υπάρχει στο μεδούλι του νεοφιλελευθερισμού.
* Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Ζούμε στην εποχή που τα πάντα είναι υπό εκποίηση. Συχνά, η πώληση γίνεται κοψοχρονιά. Είναι μια συνηθισμένη αντίδραση σε περιόδους κρίσης και μετάβασης. Στη μεταπολεμική Ελλάδα ξεπουλήθηκε η πολιτιστική παράδοση. Τα καινούργια πρότυπα φλόγιζαν τη φαντασία των Νεοελλήνων, που έβγαλαν από τα σεντούκια προίκες, φορεσιές, εργαλεία και σερβίτσια. Τα παρέδωσαν στα χέρια των γυρολόγων, που τα αγόρασαν αντί πινακίου φακής. Στην περιφέρεια, αρκούσαν τα πλαστικά είδη, τα σύμβολα του κόσμου που υποσχόταν παραδείσους. Οι νοικοκυρές και τα νοικοκυριά ήθελαν να απαλλαγούν από τη βαριά κληρονομιά μιας ζωής που τους ταλαιπώρησε. Και τότε, έκαναν την εμφάνισή τους στα χωριά και τις γειτονιές οι γυρολόγοι που μπορούσαν, ως άνθρωποι της αγοράς, να αξιολογήσουν τη σπουδαιότητα των αντικειμένων. Κι έτσι, κουβαλώντας στις καρότσες τους τα σύμβολα της νέας εποχής, έβαλαν στο χέρι σημαντικά αντικείμενα του νεοελληνικού πολιτισμού που τους απέφεραν αξιοσημείωτα κέρδη. Οι γυρολόγοι, λοιπόν, λειτούργησαν ως εκπρόσωποι ενός κόσμου που οιστρηλατούσε τη φαντασία των ανθρώπων στα χωριά και τις πόλεις. Ηταν ο λαμπερός κόσμος της κατανάλωσης, που μόλις έκανε τα πρώτα βήματά του στην ελληνική περιφέρεια.
Τα τελευταία χρόνια, που η κρίση και τα μνημόνια ταλανίζουν την ελληνική κοινωνία, βρήκαν την ευκαιρία οι γυρολόγοι-εκπρόσωποι του νέου κόσμου να προωθήσουν την πραμάτεια τους. Περιφέρουν και προβάλλουν τη νέα αντίληψη. Με το αζημίωτο, φυσικά. Είναι ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός. Ολα τα «ασημικά» στους πάγκους του νεοφιλελευθερισμού. Για τον ανταγωνισμό, λένε. Για καλύτερα τιμολόγια. Για το καλό των πολιτών, διατείνονται. Το κράτος δεν μπορεί να έχει περιουσία. Είναι ασήκωτο βάρος για όλους. Αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Ετσι, ένας πλούτος που φτιάχτηκε με κόπους και θυσίες ενοχοποιείται. Είναι κρατισμός, λένε. Πιπέρι βάζουν στο στόμα όσων μιλάνε για κοινωνική περιουσία. Για τις ανάγκες των πολλών. Για την αξιοπρέπεια του τόπου. Για κοινωνική πολιτική. Για εθνική ανεξαρτησία.
Ο νεοφιλελευθερισμός εμφανίζεται ως η νέα λατρεία που ευαγγελίζεται την πρόοδο και την ανάπτυξη για όλους. Πλούσιους και φτωχούς. Ανέργους και νέους. Το μόνο που χρειάζεται ο νεοφιλελευθερισμός είναι η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας. Και τότε, όλα θα γίνουν φωτεινά. Το μέλλον θα χαμογελάσει και η ζωή όλων των πολιτών θα μπει στη λεωφόρο της νέας «λατρείας».
Ετσι, εγεννήθη ΤΑΙΠΕΔ. Είναι αυτό που μαζεύει όλα τα «παλιοσίδερα» του προηγούμενου κόσμου. Η ενέργεια, το νερό, τα κτίρια, προσοδοφόρα αγροτικά ακίνητα, νησιά, όλα στο καινούργιο εθνικό, μεσιτικό μας γραφείο. Το ΤΑΙΠΕΔ. Σαν να αισθάνεται το γκουβέρνο δυσβάστακτο το βάρος της δημόσιας περιουσίας. Ο νεοφιλελευθερισμός είναι αλλεργικός στη δημόσια ιδιοκτησία. Λατρευτικό του εικόνισμα είναι η αχαλίνωτη αγορά, που αγιοποιείται και τα πάντα θεραπεύει.
Αν ζούσε ο Καρυωτάκης, ο καυστικός στίχος του δεν θα έμενε αδιάφορος μπροστά στην κοινωνική αναλγησία που ονομάζεται ανταγωνιστική υγεία. Ισως θα πεταγόταν –με το αυτοκίνητό του πλέον–, στον Σκορπιό, εκεί όπου χτίζεται η νέα αναπτυξιακή πρόταση για τους Νεοέλληνες. Τα νησιά μας μπορούν να συγκινήσουν τους νεόπλουτους και ολιγάρχες. Ισως, αν το ΤΑΙΠΕΔ έβγαζε στο σφυρί κάθε χρόνο κι ένα νησί, θα ήταν μια κάποια λύση για να χαμογελάσουν οι Νεοέλληνες. Με μια μόνο προϋπόθεση. Να διοργανώνουν ένα ρωμαϊκό πάρτι κάθε χρόνο, στο οποίο οι ντόπιοι θα υπηρετούσαν τη νέα «Μεγάλη Ιδέα» ως σερβιτόροι, φορώντας βραχιόλια στον καρπό τους για να μην ανησυχούν οι οικοδεσπότες για την τύχη τους. Θα ανακτούσαν τις ξεχασμένες αξίες, μια και θα έπρεπε να χαμηλοβλέπουν. Μια από τις αιτίες της κρίσης μπορεί… να είναι και η «αλαζονική συμπεριφορά» των εργαζομένων που τολμούν να απεργούν, να διεκδικούν, να κοιτάζουν κατάματα τα αφεντικά. Πίσω στα παλιά. Γιατί αυτό υπάρχει στο μεδούλι του νεοφιλελευθερισμού.
* Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας