Στη βόρεια Αυστραλία βρίσκεται το 25% των εδαφών τροπικής σαβάνας του κόσμου. Κάθε υγρή εποχή, τα ποτάμια ξεχειλίζουν και πλημμυρίζουν τη σαβάνα που ανθίζει από ζωή. Η περιοχή αποτελεί τόπο κατοικίας για το 40% των ερπετών της Αυστραλίας και για το 75% των ψαριών των γλυκών νερών της. Αν αυτή η περιοχή καλλιεργηθεί, το περιβάλλον θα υποφέρει.
Του Τάσου Σαραντή
Ενα μεγαλεπήβολο σχέδιο δρομολογεί η κυβέρνηση της Αυστραλίας προκειμένου να μετατρέψει τον τροπικό Βορρά της χώρας σε μια τεράστια περιοχή παραγωγής τροφίμων που θα εκτείνεται σε 3 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα. Το σχέδιο προσφέρει πολλά οφέλη, αλλά οι κίνδυνοι για το περιβάλλον έχουν μάλλον υποτιμηθεί, παρόλο που μπορεί να είναι πολύ μεγάλοι.
Η ανάπτυξη του αυστραλιανού Βορρά αποτελεί σημαντικό στόχο του Φιλελεύθερου Κόμματος που κυβερνάει την Αυστραλία, το οποίο θέλει να διπλασιάσει τη γεωργική παραγωγή της χώρας μέχρι τα μέσα του αιώνα. Με μια πρώτη ματιά, η βόρεια Αυστραλία είναι μια περιοχή πολλά υποσχόμενη, αφού δέχεται ένα εκατομμύριο δισ. λίτρα βροχής ανά έτος. Η περισσότερη πέφτει σε μόλις τέσσερις μήνες του χρόνου. Ετσι, η ιδέα της αυστραλιανής κυβέρνησης αφορά την κατασκευή φραγμάτων για την αποθήκευση του βρόχινου νερού και την άρδευση της γης κατά τη διάρκεια των οκτώ ξηρών μηνών.
60.000 εκτάρια
Σύμφωνα δε με έκθεση που εκπονήθηκε το 2009, οι υδροφόροι ορίζοντες θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν 60.000 εκτάρια καλλιεργειών, ενώ η κατασκευή φραγμάτων σε μόνο δύο μεγάλους ποταμούς θα μπορούσε να τροφοδοτήσει 50.000 εκτάρια. Με την κατασκευή περισσότερων φραγμάτων θα μπορούσαν ενδεχομένως να αρδεύονται 1,7 εκατομμύρια εκτάρια. Ωστόσο, η κυβέρνηση δεν θα πετύχει απαραίτητα τον στόχο της ώστε να διπλασιάσει τελικά τη γεωργική παραγωγή της Αυστραλίας.
Ενα βασικό πρόβλημα είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος της βροχής εξατμίζεται γρήγορα, με αποτέλεσμα μόνο το 20% να εισέρχεται στα ποτάμια, οπότε ίσως μόνο το 1% θα είναι διαθέσιμο για άρδευση. Από την άλλη, το μεταβλητό κλίμα κάνει τα πράγματα ακόμη πιο επικίνδυνα καθώς οι ετήσιες βροχοπτώσεις μπορεί να κυμαίνονται στο μισό ή στο διπλάσιο του μέσου όρου.
Επιπροσθέτως, προκύπτουν και μειονεκτήματα. Στη βόρεια Αυστραλία βρίσκεται το 25% των εδαφών τροπικής σαβάνας του κόσμου. Κάθε υγρή εποχή, τα ποτάμια ξεχειλίζουν και πλημμυρίζουν τη σαβάνα που ανθίζει από ζωή. Η περιοχή αποτελεί τόπο κατοικίας για το 40% των ερπετών της Αυστραλίας και για το 75% των ψαριών των γλυκών νερών της. Αν αυτή η περιοχή καλλιεργηθεί, το περιβάλλον θα υποφέρει. Ωστόσο, η κυβέρνηση θέλει να χαλαρώσει τους περιβαλλοντικούς κανονισμούς την ίδια στιγμή που ο πρωθυπουργός Τόνι Αμποτ δηλώνει ότι «η Αυστραλία θα πρέπει να ξεφορτωθεί τον “πράσινο εξτρεμισμό”».
Ισως, από την ανάπτυξη της βόρειας Αυστραλίας θα μπορούσαν να επωφεληθούν οι αυτόχθονες Αυστραλοί που κατέχουν ήδη το 30% της γης και διεκδικούν τα δικαιώματα γης για πάνω από το 80%. Οι αυτόχθονες του Βορρά αποτελούν το 16% του πληθυσμού, παρά το γεγονός ότι αποτελούν μόνο το 2% του συνόλου της χώρας. Οι αυτόχθονες Αυστραλοί βρέθηκαν σε πάρα πολύ μειονεκτική θέση μετά την άφιξη των Ευρωπαίων. Το προσδόκιμο ζωής τους είναι 12 χρόνια μικρότερο και καταλήγουν στη φυλακή 12 φορές συχνότερα από τους υπόλοιπους Αυστραλούς. Δικαίωμα ψήφου απέκτησαν μόλις το 1962.
Για την κυβέρνηση, αποκατάσταση της ισορροπίας σημαίνει «δημιουργία ευκαιριών μέσα από την εκπαίδευση και την οικονομική ανάπτυξη». Ομως το πρόβλημα είναι ότι οι αυτόχθονες Αυστραλοί δεν μπορούν να επωφεληθούν από αυτές τις ευκαιρίες. Και στην πράξη έχουν λιγότερα να κερδίσουν από την ανάπτυξη απ’ ό,τι οι μη αυτόχθονες και περισσότερα να χάσουν. Εχουν λίγες συνδέσεις με την οικονομία και, έτσι, είναι απίθανο να βρουν δουλειά. Παρ’ όλα αυτά, ορισμένες ομάδες αυτοχθόνων έχουν εκφράσει την υποστήριξή τους για την ανάπτυξη του Βορρά, εφόσον θα έχουν προτεραιότητα τα συμφέροντά τους.
Αποτυχημένη προσπάθεια
Το φράγμα Φογκ ίσως αποτελεί ένα μάθημα για το πώς… δεν πρέπει να αναπτυχθεί η βόρεια Αυστραλία, αφού αποτέλεσε μια επιθετική προσπάθεια για την ανάπτυξη καλλιεργειών που σαφώς απέτυχε. Το φράγμα χτίστηκε το 1956 για να υποστηρίξει αγροκτήματα ρυζιού. Ομως το σχέδιο απέτυχε οικτρά για όλους τους λόγους που τώρα αναγνωρίζονται ως προβλήματα στην ανάπτυξη της περιοχής. Η γηγενής άγρια ζωή, όπως οι χήνες και οι καρακάξες, έφαγαν τα σπορόφυτα, οι κροκόδειλοι ήταν ένας κίνδυνος για τους εργαζομένους και το λίγο ρύζι που τελικά αναπτύχθηκε ήταν πολύ μακριά από τις αγορές. Μετά την οικοδόμηση του φράγματος, χρειάστηκαν οκτώ χρόνια για να κατασκευαστούν τα αρδευτικά κανάλια, αφού η πεδιάδα ήταν πάρα πολύ υγρή για τις μπουλντόζες. Αντί για ένα μεγάλο αγρόκτημα, η περιοχή είναι σήμερα ένα πάρκο άγριων ζώων, όπως σαύρες, ερπετά και αμφίβια.
Αλλά και η κατάσταση στον ποταμό Ορντ δείχνει ότι το σχέδιο για την ανάπτυξη της βόρειας Αυστραλίας στην καλύτερη περίπτωση θα στεφθεί με μια μερική επιτυχία. Εκεί βρίσκεται το μεγαλύτερο φράγμα της χώρας και μια τεχνητή λίμνη. Το κύριο φράγμα ολοκληρώθηκε το 1972. Ομως οι καλλιέργειες τροφίμων, κυρίως ρυζιού και ζάχαρης, απέτυχαν και αντικαταστάθηκαν με σανταλόξυλο. Ακόμη χειρότερα, 42 χρόνια μετά, το φράγμα δεν λέει να ανταποδώσει το κόστος του.
Του Τάσου Σαραντή
Ενα μεγαλεπήβολο σχέδιο δρομολογεί η κυβέρνηση της Αυστραλίας προκειμένου να μετατρέψει τον τροπικό Βορρά της χώρας σε μια τεράστια περιοχή παραγωγής τροφίμων που θα εκτείνεται σε 3 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα. Το σχέδιο προσφέρει πολλά οφέλη, αλλά οι κίνδυνοι για το περιβάλλον έχουν μάλλον υποτιμηθεί, παρόλο που μπορεί να είναι πολύ μεγάλοι.
Η ανάπτυξη του αυστραλιανού Βορρά αποτελεί σημαντικό στόχο του Φιλελεύθερου Κόμματος που κυβερνάει την Αυστραλία, το οποίο θέλει να διπλασιάσει τη γεωργική παραγωγή της χώρας μέχρι τα μέσα του αιώνα. Με μια πρώτη ματιά, η βόρεια Αυστραλία είναι μια περιοχή πολλά υποσχόμενη, αφού δέχεται ένα εκατομμύριο δισ. λίτρα βροχής ανά έτος. Η περισσότερη πέφτει σε μόλις τέσσερις μήνες του χρόνου. Ετσι, η ιδέα της αυστραλιανής κυβέρνησης αφορά την κατασκευή φραγμάτων για την αποθήκευση του βρόχινου νερού και την άρδευση της γης κατά τη διάρκεια των οκτώ ξηρών μηνών.
60.000 εκτάρια
Σύμφωνα δε με έκθεση που εκπονήθηκε το 2009, οι υδροφόροι ορίζοντες θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν 60.000 εκτάρια καλλιεργειών, ενώ η κατασκευή φραγμάτων σε μόνο δύο μεγάλους ποταμούς θα μπορούσε να τροφοδοτήσει 50.000 εκτάρια. Με την κατασκευή περισσότερων φραγμάτων θα μπορούσαν ενδεχομένως να αρδεύονται 1,7 εκατομμύρια εκτάρια. Ωστόσο, η κυβέρνηση δεν θα πετύχει απαραίτητα τον στόχο της ώστε να διπλασιάσει τελικά τη γεωργική παραγωγή της Αυστραλίας.
Ενα βασικό πρόβλημα είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος της βροχής εξατμίζεται γρήγορα, με αποτέλεσμα μόνο το 20% να εισέρχεται στα ποτάμια, οπότε ίσως μόνο το 1% θα είναι διαθέσιμο για άρδευση. Από την άλλη, το μεταβλητό κλίμα κάνει τα πράγματα ακόμη πιο επικίνδυνα καθώς οι ετήσιες βροχοπτώσεις μπορεί να κυμαίνονται στο μισό ή στο διπλάσιο του μέσου όρου.
Επιπροσθέτως, προκύπτουν και μειονεκτήματα. Στη βόρεια Αυστραλία βρίσκεται το 25% των εδαφών τροπικής σαβάνας του κόσμου. Κάθε υγρή εποχή, τα ποτάμια ξεχειλίζουν και πλημμυρίζουν τη σαβάνα που ανθίζει από ζωή. Η περιοχή αποτελεί τόπο κατοικίας για το 40% των ερπετών της Αυστραλίας και για το 75% των ψαριών των γλυκών νερών της. Αν αυτή η περιοχή καλλιεργηθεί, το περιβάλλον θα υποφέρει. Ωστόσο, η κυβέρνηση θέλει να χαλαρώσει τους περιβαλλοντικούς κανονισμούς την ίδια στιγμή που ο πρωθυπουργός Τόνι Αμποτ δηλώνει ότι «η Αυστραλία θα πρέπει να ξεφορτωθεί τον “πράσινο εξτρεμισμό”».
Ισως, από την ανάπτυξη της βόρειας Αυστραλίας θα μπορούσαν να επωφεληθούν οι αυτόχθονες Αυστραλοί που κατέχουν ήδη το 30% της γης και διεκδικούν τα δικαιώματα γης για πάνω από το 80%. Οι αυτόχθονες του Βορρά αποτελούν το 16% του πληθυσμού, παρά το γεγονός ότι αποτελούν μόνο το 2% του συνόλου της χώρας. Οι αυτόχθονες Αυστραλοί βρέθηκαν σε πάρα πολύ μειονεκτική θέση μετά την άφιξη των Ευρωπαίων. Το προσδόκιμο ζωής τους είναι 12 χρόνια μικρότερο και καταλήγουν στη φυλακή 12 φορές συχνότερα από τους υπόλοιπους Αυστραλούς. Δικαίωμα ψήφου απέκτησαν μόλις το 1962.
Για την κυβέρνηση, αποκατάσταση της ισορροπίας σημαίνει «δημιουργία ευκαιριών μέσα από την εκπαίδευση και την οικονομική ανάπτυξη». Ομως το πρόβλημα είναι ότι οι αυτόχθονες Αυστραλοί δεν μπορούν να επωφεληθούν από αυτές τις ευκαιρίες. Και στην πράξη έχουν λιγότερα να κερδίσουν από την ανάπτυξη απ’ ό,τι οι μη αυτόχθονες και περισσότερα να χάσουν. Εχουν λίγες συνδέσεις με την οικονομία και, έτσι, είναι απίθανο να βρουν δουλειά. Παρ’ όλα αυτά, ορισμένες ομάδες αυτοχθόνων έχουν εκφράσει την υποστήριξή τους για την ανάπτυξη του Βορρά, εφόσον θα έχουν προτεραιότητα τα συμφέροντά τους.
Αποτυχημένη προσπάθεια
Το φράγμα Φογκ ίσως αποτελεί ένα μάθημα για το πώς… δεν πρέπει να αναπτυχθεί η βόρεια Αυστραλία, αφού αποτέλεσε μια επιθετική προσπάθεια για την ανάπτυξη καλλιεργειών που σαφώς απέτυχε. Το φράγμα χτίστηκε το 1956 για να υποστηρίξει αγροκτήματα ρυζιού. Ομως το σχέδιο απέτυχε οικτρά για όλους τους λόγους που τώρα αναγνωρίζονται ως προβλήματα στην ανάπτυξη της περιοχής. Η γηγενής άγρια ζωή, όπως οι χήνες και οι καρακάξες, έφαγαν τα σπορόφυτα, οι κροκόδειλοι ήταν ένας κίνδυνος για τους εργαζομένους και το λίγο ρύζι που τελικά αναπτύχθηκε ήταν πολύ μακριά από τις αγορές. Μετά την οικοδόμηση του φράγματος, χρειάστηκαν οκτώ χρόνια για να κατασκευαστούν τα αρδευτικά κανάλια, αφού η πεδιάδα ήταν πάρα πολύ υγρή για τις μπουλντόζες. Αντί για ένα μεγάλο αγρόκτημα, η περιοχή είναι σήμερα ένα πάρκο άγριων ζώων, όπως σαύρες, ερπετά και αμφίβια.
Αλλά και η κατάσταση στον ποταμό Ορντ δείχνει ότι το σχέδιο για την ανάπτυξη της βόρειας Αυστραλίας στην καλύτερη περίπτωση θα στεφθεί με μια μερική επιτυχία. Εκεί βρίσκεται το μεγαλύτερο φράγμα της χώρας και μια τεχνητή λίμνη. Το κύριο φράγμα ολοκληρώθηκε το 1972. Ομως οι καλλιέργειες τροφίμων, κυρίως ρυζιού και ζάχαρης, απέτυχαν και αντικαταστάθηκαν με σανταλόξυλο. Ακόμη χειρότερα, 42 χρόνια μετά, το φράγμα δεν λέει να ανταποδώσει το κόστος του.