Είναι μεγάλο το κείμενο και θα το αναρτήσω σε δυό συνέχειες:
«Η μνήμη όπου και να την αγγίξεις πονεί». Γιώργος Σεφέρης
«Εδώ είναι Βαλκάνια δεν είναι παίξε γέλασε..» Διονύσης Σαββόπουλος, «Μπάλλος»
Η παρούσα είναι μια ημιτελής, με πολλές ελλείψεις, αφήγηση της κατάστασης στα Βαλκάνια. Σ’ αυτό συντρέχουν λόγοι που δεν αφορούν μόνο τις φανερές αδυναμίες της προσπάθειας αλλά και λόγοι ιστορικοί που ώθησαν την άγνοια για τη γειτονιά μας. Έτσι, την εποχή της δεκαετίας του ’90, όταν άρχισαν οι μεγάλες ανακατατάξεις στον πλανήτη μας ανακαλύψαμε τη γεωγραφική θέση της Ελλάδας. Τα Βαλκάνια, στην ορθώς πολιτική γλώσσα λέγονται «Νοτιοανατολική Ευρώπη». Διότι αφού «ανήκοντες εις την Δύσιν» δηλαδή στον πολιτικό πυρήνα της Ευρώπης και στην στρατιωτικοπολιτική εντολή των ΗΠΑ, τα Βαλκάνια ήταν οι «άλλες» χώρες, αυτές που «οικοδομούσαν το σοσιαλισμό» κατά τα λεγόμενα των ηγετών τους και κάποιες από αυτές ήταν στη σφαίρα επιρροής της κάποτε Σοβιετικής Ένωσης ή του «παραπετάσματος» για την αντικομουνιστική ή τη φιλοαμερικανική πολιτική. Τα Βαλκάνια ήταν μια μακρινή περιοχή, άγνωστη, απρόσιτη μέχρι να ξεκινήσουν οι πρώτες εθνικές εντάσεις στη Γιουγκοσλαβία-ήδη μετά το θάνατο του στρατάρχη Τίτο, η κατάρρευση της γειτονικής μας Αλβανίας και της Βουλγαρίας, τα γεγονότα στην Τιμισοάρα της Ρουμανίας και βεβαίως οι τραγικοί πόλεμοι αργότερα, μέσα στο σώμα της Γιουγκοσλαβίας με τις εθνοκαθάρσεις και τη δυτική στρατιωτική επέμβαση του 1999. Ο διαμελισμός της αποτελεί υποδειγματική απειλή για το σώμα των Βαλκανίων: αν δεν συμβεί με τη μέθοδο της διπλωματίας, θα επιλυθεί με εθνικές συρράξεις ή επεμβάσεις. Μέχρι να γίνουν ξανά τα μακρινά Βαλκάνια γνωστά σε μας, ελάχιστα ήταν αυτά που μας ένωναν: κάποιες εμπορικές συναλλαγές, κάποια σχετική τουριστική δραστηριότητα που αποκάλυπτε γραφικές σκηνές με τη ζήτηση σε δολάρια, διεθνή αθλητικά γεγονότα και μετεγγραφές όπως στο άθλημα του μπάσκετ, κάποιες επιλογές σπουδών όπως και απόκτησης διπλωμάτων ευκαιρίας, κάποιες ιδεολογικές εμμονές για τον «σοσιαλιστικό παράδεισο» ή άλλες για την κοινή θρησκευτική ορθόδοξη παράδοση και την εθνική μειονότητα που ήταν «σκλαβωμένες». Όλα αυτά ήταν κάτω από ένα πέπλο μυστηρίου μέχρι να δούμε τους χιλιάδες μετανάστες που έφταναν από τη Βαλκανική ή μέχρι να μακρόθεν να ζήσουμε τα τραγικά αιματηρά γεγονότα που έδωσαν τους τίτλους τέλους της χιλιετηρίδας που μας πέρασε και τους τίτλους έναρξης της νέας που ήρθε με προσδοκίες. Κι αυτό, διότι είναι ακόμα «άγνωστος» κι ο ρόλος της Ελλάδας αν και όχι στα σημεία του αλλά στις κεντρικές του ερμηνείες.
Η εποχή του ’90 ήταν τομή και μεταίχμιο για το σύνολο των κυβερνήσεων, των κομμάτων, των οργανώσεων και των κινημάτων που ακολουθούσαν εκδοχές του μαρξισμού, παγκοσμίως. Εκατομμύρια άνθρωποι της αριστεράς στη Δύση ένιωσαν ένα σοκ μπροστά στην κατάρρευση των μαρξιστικών καθεστώτων. Η καθήλωση μιας μικρής μερίδας στην υπεράσπιση του παρελθόντος και η μετάλλαξη άλλων προς διάφορες εκδοχές υποστήριξης της αγοραιοποιημένης οικονομίας και της αστικοδημοκρατικής πολιτικής ήταν τα βασικά χαρακτηριστικά της περιόδου αν προσθέσουμε και τις νέες ροπές προς τον εθνικισμό. Συμπερασματικά η εποχή επιβεβαίωσε, νικηφόρα, αυτές τις δυνάμεις που διέβλεπαν από το παρελθόν σε μια συμφιλίωση του υπάρχοντος αστικοδημοκρατικού καθεστώτος με την παράλληλη διεύρυνση του κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία. Όμως αυτές που ηγεμόνευσαν ήταν οι δυνάμεις του ακραίου φιλελευθερισμού, αυτές που μετά την πετρελαϊκή κρίση σχεδίαζαν μια μακρόπνοη παγκόσμια ταξική επίθεση και ανασύνταξη των αγορών. Έτσι, υπήρξε μια προσπάθεια αρχικά ασυντόνιστη κι αργότερα συστηματική, από πλευράς φιλελεύθερων και σοσιαλδημοκρατικών παρατάξεων για τη διαχείριση των βαλκανικών χωρών υπό την καθοδήγηση του ΝΑΤΟ και της ΕΟΚ-ΕΕ που είχαν στόχο την ένταξή τους στο στρατιωτικό πυρήνα υποστήριξης της αμερικανικής ηγεμονίας και τη δημιουργία νέων αγορών σ’ αυτές με βάση τις φιλελεύθερες οδηγίες του σκληρού ευρωπαϊκού πυρήνα και του ΔΝΤ. Η ένταξη αυτή γινόταν πράξη καταπολεμώντας τις όποιες εμμονές έθεταν εμπόδια, όπως στην εναπομείνασα Γιουγκοσλαβία του Μιλόσεβιτς. Από τότε οι δυο αυτές παρατάξεις στην Ευρώπη συμπορεύτηκαν -σχεδόν απόλυτα- ως οι εναλλακτικοί διαχειριστές του πολιτικού συστήματος με κοινή επιδίωξη την ένταξη των Βαλκανίων στην κοινή αγορά αν εξαιρέσουμε και τις εθνικιστικές τάσεις που την ίδια δεκαετία έκαναν την εμφάνισή τους-στη Γαλλία με την άνοδο του «Εθνικού Μετώπου» ήδη από τη δεκαετία του ‘80. Όμως η κρίση στο χώρο της πολιτικής ενδυνάμωσε και τάσεις ηττημένες ιστορικά, «θαμμένες», οι οποίες λειτουργούσαν στο περιθώριο της πολιτικής, όπως αυτές των αναρχικών. Η διάψευση του «τέλους της ιστορίας», που προσπαθήθηκε ως κεντρικό ιδεολόγημα από δεξαμενές σκέψης στις ΗΠΑ, ώθησε πολύ αυτές τις ιδέες να αποκτήσουν ένα σημαντικό προταγματικό βηματισμό, κοιτώντας στην Τσιάπας του Μεξικό. Στο Σιάτλ κι αργότερα, στις διεθνείς και ευρωπαϊκές διαδηλώσεις κατά της παγκοσμιοποίησης μέχρι και την εκδήλωση της παγκόσμιας κρίσης, απόκτησαν τα χαρακτηριστικά ενός επαναστατικού πόλου στο διεθνές στερέωμα.
Οι ηγετικές ομάδες που προέκυψαν από τη διάλυση των κομμουνιστικών κομμάτων στην πρώην ΕΣΣΔ ακολούθησαν το δρόμο της μετάλλαξής τους στην κατεύθυνση της Αγοράς και της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας συγκρουόμενες με τους πυρήνες στο στρατό ενώ η Ρωσία –ηγεμόνας παρίας- μέσα από πολέμους αποσχιστικούς και διπλωματικές ενέργειες μόλις κατάφερνε να συγκρατήσει την υπόστασή της έχοντας να τακτοποιήσει ένα τεράστιο εκτόπισμα στρατού-πυρηνικών υποδομών ή να τακτοποιήσει τη νέα «κοινοπολιτεία» που εν ριπή οφθαλμού διαλυόταν. Η νέα αστική της τάξη, διαιρεμένη, που δημιουργήθηκε από το σώμα της νομενκλατούρας της μέχρι να σταδιοδρομήσει η προσωπικότητα Πούτιν βρέθηκε σε μειονεκτική θέση απέναντι στη Δύση. Ο Πούτιν ήταν το πρόσωπο το οποίο συνέθετε τις δυο τάσεις διαπραγματευόμενος ζητήματα γεωπολιτικά και οικονομικά, δίνοντας ιδιαίτερο βάρος στη βιομηχανία φυσικού αερίου, στο στρατό και ενσωματώνοντας στοιχεία, ακραία εθνικιστικά, που εμφανίστηκαν μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ.
Από την άλλη πλευρά στα Βαλκάνια, η γρήγορη μετάλλαξη και διάσπαση των κομμουνιστικών κομμάτων δημιούργησε ένα ρευστό τοπίο αποσταθεροποίησης, με τον εθνικισμό και τις προσωπικές φιλοδοξίες των πρώην στελεχών των κομμουνιστικών κομμάτων να πρωταγωνιστούν σε «Μεγάλες Ιδέες» καθώς και στη συσσώρευση κερδών από τα χρηματοδοτικά πακέτα των διεθνών οργανισμών, τα συμβόλαια-συμφωνίες για τις εκποιήσεις της δημόσιας περιουσίας των χωρών τους και τις ξένες επενδύσεις. Με σημαντικά μεταναστευτικά ρεύματα που διέλυσαν το εσωτερικό των κοινωνιών τους, με μεγάλες καταστροφές στις οικονομικές υποδομές, με ετοιμοπόλεμους στρατούς που ιδρύονταν μέσα σε πολύ μικρά χρονικά διαστήματα για την υπεράσπιση ή προσάρτηση των εθνικών μειονοτήτων και την επίθεση σε άλλες εθνικές κοινότητες, με τεράστια απαξίωση της «νέας» πολιτικής από την πλευρά των υπηκόων τους, βρέθηκαν ηγετίσκοι να διαχειρίζονται τις μεταπολιτεύσεις, μετατοπιζόμενοι διαρκώς κι αναλόγως με τα χρήματα ή την στρατιωτική εύνοια που παρείχε στο σύνολό της η Δύση. Έτσι, στο εσωτερικό του συνόλου των βαλκανικών των χωρών διεξήχθη και συνεχίζει να διεξάγεται μια σύγκρουση με δυο οπτικές: α)την «εθνική» ή «μετακομουνιστική» ή «εθνοκομουνιστική» ως συνέχεια του παρελθόντος (διαφθορά, αυταρχισμός) και συνεργαζόμενη με ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού στον κρατικό τομέα και β)την «φιλοευρωπαϊκή» δηλαδή του «πολέμου κατά της διαφθοράς και της εγκληματικότητας» που συνεργεί βασικά με τις επιταγές της ΕΕ και με τις ακραίες συνταγές του νεοφιλελευθερισμού. Αυτή η μάχη διεξάγεται έντονα σε χώρες όπως η Ρουμανία, η πΓΔΜ, η Βουλγαρία αφού ο «πόλεμος κατά της διαφθοράς, της εγκληματικότητας και της τρομοκρατίας» είναι βασικοί όροι για την χρηματοδότηση και την ταυτόχρονη ένταξη στην διεθνή οικονομία της αγοράς. Σ’ αυτή τη μάχη δύο –συνήθως- πόλων στοιχίζεται και το μεγαλύτερο τμήμα των εργαζομένων, των φτωχών, των συνταξιούχων και των επαγγελματιών, λαμβάνοντας θέση υπέρ του ενός ή του άλλου. Έτσι, ο δικομματισμός ως δικλείδα ασφαλείας του πολιτικού συστήματος προκύπτει, αν και αδύναμος εν τέλει, διότι και οι δύο πόλοι αδυνατούν να πείσουν ένα σημαντικό ρεύμα μέσα στις κοινωνίες τους αφού δεν έχουν αποτελεσματικότητα οι υποσχέσεις τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το να δημιουργούνται από τη μια, κινήματα αγανακτισμένων, συνήθως οριζόντια, όπως στη Βοσνία, στην Σλοβενία, στην πΓΔΜ, στη Ρουμανία και αλλού, με την ένδειξη ότι κάτι νέο γεννιέται. Σ’ αυτή τη μάχη, δυνάμεις της οριζόντιας πολιτικής δημιουργίας βρίσκονται αδύναμες να δράσουν, με αποτέλεσμα μεταμφιεσμένοι πολιτικοί, νέες μορφές της «κοινωνίας των πολιτών» και των ΜΚΟ, νέοι δημαγωγοί, να καταλαμβάνουν το χώρο γεννώντας νέους σχηματισμούς διαμεσολάβησης. Από την άλλη ο εθνικισμός, στο βαθμό που δεν απορροφάται από τις δυνάμεις του πολιτικού συστήματος όπως έγινε π.χ. στην Αλβανία, αναδύεται δυναμικά ως ξεχωριστός πόλος όπως στη Σερβία και στη Βουλγαρία ή στη Ρουμανία. Εκείνη η εποχή λοιπόν του ’90, σηματοδότησε μια απόλυτη ρευστότητα, όχι ιδανική αλλά ως «αναγκαίο κακό», για την στρατιωτική, πολιτική, και οικονομική επέκταση της ΗΠΑ και της ΕΟΚ-ΕΕ .
Από την πλευρά των αναρχικών στην Ελλάδα, εκείνη την εποχή, ενώ υπήρξε επιβεβαίωση πως «ίδια είν’ τα αφεντικά, δεξιά κι αριστερά» δεν μπορέσαμε, ως μη έχοντες δομές και πρόταγμα, να πραγματοποιήσουμε σοβαρές τομές, όχι μόνο για το τέλος της δικής μας μεταπολίτευσης, της οποίας δεν βγαίνει ούτε η ψυχή ούτε το χούι, αλλά και για την αρχή του τέλους μιας παράλογης και άθλιας οργάνωσης του κόσμου. Τα γειτονικά μας Βαλκάνια έγιναν, για μας, ο γεωγραφικός χώρος που η «ιμπεριαλιστική» Ελλάδα επεκτείνεται, έγιναν το πρωτογενές ενδιαφέρον για το βαλκάνιο μετανάστη στην Ελλάδα με αρνητική απόληξη στους «έλληνες», έγιναν τα δυο μέτρα και δυο σταθμά απέναντι σε εθνικούς πολέμους στη Γιουγκοσλαβία, έγιναν η μονόπλευρη παρουσίαση για τη Σρεμπρένιτσα εναντίον των σέρβων και των ελλαδιτών φασιστών που συνέτρεξαν αυτούς, έγιναν το ιδεολογικό πεδίο στιγματισμού της «ισχυρής Ελλάδας» των δημαγωγών του εκσυγχρονισμού που υπερηφανεύονταν για την αύξηση του ΑΕΠ από την εργασία των μεταναστών νομιμοποιώντας τμήμα της χώρας ως οιονεί δουλοκτητικό. Η μονόπλευρη αυτή αντιεθνικιστική αφήγηση αρνήθηκε να συμπεριλάβει στο εσωτερικό της, τις αναθεωρητικές-αλυτρωτικές τάσεις μέσα στις χώρες αυτές όπου διαβιούν εθνικές μειονότητες σε κάθε γειτονικό εθνικό κράτος με αποτέλεσμα τις 25ετείς μέχρι και σήμερα εντάσεις, αρνήθηκε να ασχοληθεί με τις άλλες εθνοκαθάρσεις όπως αυτήν στην Κράινα που θύματα ήταν οι σέρβοι, αρνήθηκε να ασχοληθεί με τις επεκτατικές νέο-οθωμανικές τάσεις της Τουρκίας η οποία βασίστηκε στο περίφημο «ισλαμικό τόξο» αλλά κυρίως απέφυγε ως «ο διάολος το λιβάνι» τις αναφορές στον ιμπεριαλισμό και στην αποικιοκρατική στρατηγική χωρών της ανεπτυγμένης Ευρώπης και των ΗΠΑ. Έτσι, δεν καταφέραμε να χτίσουμε γέφυρες με τους μετανάστες μας και με όλες τις γλωσσικές, θρησκευτικές και εθνικές μειονότητες στα Βαλκάνια, διότι για να χτίσεις γέφυρες οφείλεις εκτός από τους στόχους να εντοπίσεις και τις όχθες. Ένα ανιδιοτελές κοινωνικό κίνημα βάσης και δρόμου προσανατολίστηκε όχι στο «με τους μετανάστες» αλλά στο «για τους μετανάστες», με μια μυωπική θετική ματιά στις γλωσσικές, θρησκευτικές και εθνικές μειονότητες που ζουν στην Ελλάδα αλλά όχι στις ελληνικές μειονότητες που ζουν στις όμορες χώρες, σε καταγγελίες για τον Μέγα Αλέξανδρο στα πρόθυρα του 2.000 μ.Χ. κι αδιαφορώντας που η γειτονική χώρα, επίσημα και συνταγματικά, μετατρεπόταν σε διεθνές κέντρο «μακεδονισμού». Επίσης προσανατολίστηκε σε κανονιστικά πρότυπα της μεταμοντέρνας αφήγησης, σε θεωρίες των ίσων αποστάσεων ή σε μονόπλευρες παρουσιάσεις της μικροϊστορίας. Αποτέλεσμα ήταν να συρθεί, το κίνημα βάσης -οριζόμενο στην παρούσα ως ένα ευρύ, οριζόντιο δίκτυο συσσωματώσεων και ξεχωριστών προσώπων- σε ένα διαρκή αντίλογο και πόλεμο με τον εγχώριο φασισμό ο οποίος από την εποχή εκείνη και μετά άρχισε να χτίζει τη νέα του αφήγηση εν μέσω παγκόσμιας κρίσης, βασισμένης τόσο στις αντικομουνιστικές-φιλοϊμπεριαλιστικές του διαθήκες όσο και στις αντιιμπεριαλιστικές δημαγωγικές παρακαταθήκες του Ανδρέα ότι «η Ελλάδα ανήκει στους έλληνες». Για αυτό και δεν τα κατάφερε να χτίσει –πέρα από φαεινές εξαιρέσεις- θεμέλια ενός διεθνιστικού κινήματος ντόπιων και ξένων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της ιδεολογικής εμμονής απέναντι στο φαινόμενο μαζικής ενσωμάτωσης των μεταναστών ήταν η υποβάθμιση ζητημάτων όπως η απόκτηση χαρτιών ή απέναντι σε προκλήσεις όπως του φόρουμ αλβανών μεταναστών που έγραφε «είμαστε όλοι ντόπιοι» το κίνημα επέμενε «είμαστε όλοι ξένοι». Απέναντι σε μια ολική επαναφορά στο τραγικό παρελθόν των βαλκανικών πολέμων που αν δεν έφτιαξαν σύνορα με ευθείες γραμμές όπως στην Αφρική όμως δημιούργησαν ένα εκρηκτικό μίγμα μειονοτήτων και εθνικών-αναθεωρητικών εντάσεων, τα μάτια του «χώρου», όπως αλλιώς ονομάζεται, εστίασαν στα μειονεκτήματα και στις σκοτεινές πλευρές της ψωροκώσταινας-κωλοπετεινίτσας που βίωνε τους ρυθμούς μιας βραχύβιας εμπορο-παρασιτικής ανάπτυξης και ευμάρειας και στις πλάτες της φτηνής εργασίας των βαλκάνιων μεταναστών. Αυτής που ως δήθεν σταθεροποιητικός και ηγεμονικός παράγοντας στα Βαλκάνια, μετά από μια δεκαετία ανάπτυξης και τρελών ρυθμών οικονομίας μετατράπηκε, ραγδαία, σε μια θλιβερή αποικία χρέους.
Όμως το παρελθόν των Βαλκανίων δεν είναι τόσο τραγικό όσο επιθυμούν να καταδείξουν οι αφηγήσεις των αποικιοκρατικών δυνάμεων στην κεντρική Ευρώπη και στην Αμερική. Ο χώρος των Βαλκανίων μέχρι και την περίοδο της δυτικής Αναγέννησης αλλά και αργότερα στην Οθωμανική αυτοκρατορία, την περίοδο μακρόβιων πολέμων στην κεντρική και δυτική Ευρώπη όπου έσταζε το αίμα σε κάθε της γωνιά, ήταν ένας χώρος σχετικά ειρηνικής συμβίωσης διαφορετικών εθνών, θρησκειών και συνηθειών. 1)Στα Βαλκάνια πολύ αργότερα, πλάστηκε η ανολοκλήρωτη ιδέα του Ρήγα, μιας πολυεθνικής, πολυθρησκευτικής, δημοκρατικής κοινωνίας, όταν οι πόλεμοι μαίνονταν στην Ευρώπη για το μοίρασμα των αποικιών όπως και οι συμφωνίες για τη συνθήκη σταθερότητας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας την οποία σάρωσε το κύμα απελευθέρωσης των βαλκάνιων λαών. Εκεί, στα σύνορα των –τότε- Βαλκανίων στραγγαλίστηκε το πρώτο βαλκανικό όνειρο. Αργότερα, μέχρι και την ανάπτυξη των κομμουνιστικών κινημάτων, η απελευθέρωση από τους τούρκους –πλέον- απέκτησε εθνικά πρόσημα με επίπλαστες και βραχύβιες συνεργασίες, με διαρκείς μετατοπίσεις σε τακτικές συμμαχίες, σε συμμαχίες υπό τις εντολές των μεγάλων δυνάμεων που έβλεπαν τον οθωμανικό γίγαντα να βουλιάζει και να συμπαρασύρει στη δίνη του και τις ίδιες. Μια βαλκανική διεθνική χώρα θα μπορούσε να υποσκάψει τα θεμέλια του δυτικού επεκτατισμού και να απολέσει διεθνές υπόδειγμα. 2)Έτσι, δεύτερο, το κομμουνιστικό κίνημα των Βαλκανίων στη Γιουγκοσλαβία, στην Ελλάδα και στη Βουλγαρία με τις προτροπές του ηγέτη της Σοβιετικής Ένωσης που κυριαρχούσε στην Κομμουνιστική Διεθνή, πήρε το σύνθημα για την αυτοδιάθεση βαλκανικών περιοχών στις οποίες κατοικούσαν διαφορετικές εθνότητες και θρησκείες, με στόχο το προαιώνιο σχέδιο της Ρωσίας για την επέκτασή της στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο θάλασσα από την εποχή των Ορλωφικών. Για την προώθηση όμως, αυτή φορά, της προλεταριακής επανάστασης. Αδύναμο, το βαλκανικό κομμουνιστικό κίνημα και με σοβαρές αντιφάσεις στο εσωτερικό του (ακόμα και για τα ποσοστά των εθνών που συγκατοικούσαν σε αμφισβητούμενες περιοχές), μπροστά στην ιμπεριαλιστική επιρροή και στις εθνικές οξύνσεις υποχώρησε. 3)Η τρίτη περίοδος που τέθηκε το βαλκανικό ζήτημα ήταν η περίοδος της αντίστασης στις δυνάμεις του άξονα, αντίσταση που ωστόσο είχε κάθετη και ιεραρχική οργάνωση ή διαιρούνταν από χωριστικές εθνικές τάσεις. Όμως, κυρίως, ήταν υπό την ιερά σκέπη του Κρεμλίνου, το οποίο πρωταγωνίστησε στη μοιρασιά των ευρωπαϊκών λαών με το Λονδίνο αρχικά, αργότερα και με την Ουάσιγκτον στη συμφωνία της Γιάλτας, αγνοώντας την Αλβανία. Η τύχη για τα Βαλκάνια που αντιστάθηκαν αλλά και για τα Βαλκάνια που συνεργάστηκαν με τις αρχές της κατοχής, κρίθηκαν αποτελεσματικά με στρατιωτικές επεμβάσεις Δύσης και της Ανατολής -με την ξεχωριστή παρουσία της Γιουγκοσλαβίας, η οποία προσάρτησε το Κόσσοβο, το έδαφος της σημερινής πΓΔΜ που επιβουλευόταν η Βουλγαρία, που συμμάχησε και με τη Δύση. Οι επεμβάσεις εκμεταλλεύτηκαν τις αντιφάσεις των αντιστασιακών κινημάτων και την αδυναμία συνεννόησης. 4)Τέλος, την τέταρτη περίοδο, οι ελπίδες ότι η κατάρρευση των σοσιαλιστικών καθεστώτων της Βαλκανικής θα μπορούσε να επιφέρει κάποιες αλλαγές στη συνείδηση των λαών αποδείχθηκαν φενάκη, αφού ένας νέος πυρήνας εξουσίας αναδύθηκε από την παλιά ταυτισμένος με μια κομπογιαννίτικη λογική της ίασης δια μέσου της προσάρτησης στη Δύση, στρατιωτικά, πολιτικά και οικονομικά. Τα σημερινά Βαλκάνια ή αλλιώς Βλακάνια (διότι η βλακεία είναι αυτή που θριαμβεύει), δεν είναι παρά ένα τεράστιο οικόπεδο που απειλείται διαρκώς με κατάτμηση για την περεταίρω διαχείρισή του και την οργάνωσή του ως αγοράς αλλά και δημιουργίας στρατιωτικού διαδρόμου για τα συμφέροντα της Δύσης στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή. Ειδικά τη σημερινή περίοδο το ενδιαφέρον για όσα συμβαίνουν δίπλα στην αυλή μας πρέπει να αυξηθεί και να δημιουργήσουμε επαφές, επικοινωνίες, συνεργασίες και γεγονότα για όσα απασχολούν τα Βαλκάνια. Οι αφορμές υπάρχουν και κοιμούνται όσο δεν ανησυχούμε για την τροπή που μπορεί να αποκτήσει η σημερινή κατάσταση που ρέπει προς αποσχιστικούς πολέμους, όταν μάλιστα ο διεθνισμός έχει υποκατασταθεί από μια μονόπλευρη ματιά στο τι συμβαίνει στην Ελλάδα. Πιο συγκεκριμένα:
η εργατική εξέγερση στη Βοσνία, οι δυναμικές διαδηλώσεις στη Σλοβενία, οι κινητοποιήσεις των αλβανών ενάντια στην καύση των χημικών της Συρίας, οι φοιτητικές κινητοποιήσεις στην πΓΔΜ, οι απεργίες και οι ταξικές κινητοποιήσεις στη Σερβία, στην Κροατία, στην Τουρκία, στη Βουλγαρία, στο μαυροβούνιο, οι οριζόντιες-αυθόρμητες κινητοποιήσεις πολιτών ενάντια στην τρέχουσα πολιτική, οι αναπάντητες εθνικιστικές αλυτρωτικές προκλήσεις από όλες τις χώρες των Βαλκανίων, οι στρατιωτικές και πολιτικές επεμβάσεις του ΝΑΤΟ, η επαμφοτερίζουσα και επικίνδυνη στάση της Ρωσίας, η προκλητική στρατηγική της Άγκυρας, η στρατολόγηση μελών για το ΙΚΙΛ στα Βαλκάνια που αλλοιώνει το χαρακτήρα του κοσμικού μουσουλμανισμού, οι οικονομικές επεμβάσεις του ΔΝΤ, της ΠΤ και της ΕΕ, ο εγκλωβισμός εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων στα Βαλκάνια μέσα στο βαρύ χειμώνα, οι φυσικές καταστροφές όπως οι πλημμύρες μπροστά σε καταρρέουσες δομές, η πυρηνική απειλή από το Κοζλοντούι της Βουλγαρίας ή από το Ακουγιού της Τουρκίας, τα εργατικά ατυχήματα όπως στη Σόμα της Τουρκίας, οι εκατοντάδες αναπτυξιακές επενδύσεις τύπου Σκουριών σε όλα τα Βαλκάνια των ξένων επενδύσεων…
αλλά και…
η ιστορία, οι επιστήμες, η μουσική, ο κινηματογράφος, η λογοτεχνία και οι γιορτές, μπορούν να γίνουν οι γέφυρες των λαών. Για αυτό είναι σημαντικό το να συμβούν γεγονότα από τους βαλκάνιους αναρχικούς σε περιοχές που είτε αποτελούν επίσημα πολιτικά σύνορα, είτε περιοχές που μέλλονται να αποτελέσουν οικόπεδα της δυτικής αποσταθεροποίησης και του αλυτρωτισμού στις περιοχές μας.
Ένα αναρχικό παρατηρητήριο διεθνών ζητημάτων θα μπορούσε να είναι μια σημαντική δομή που θα τακτοποιεί συλλογικά τις επικοινωνίες και τις επαφές, θα προετοιμάζει τις αποστολές συντρόφων, τις συναντήσεις, τις κοινές αγωνιστικές κινητοποιήσεις, θα ενημερώνει το ευρύ κοινό για τα ζητήματα των γειτονιών μας στη Μεσόγειο, στα Βαλκάνια, στη Μαύρη Θάλασσα και στη Μέση Ανατολή, σε μια χώρα που το κίνημά της μπορεί να καταστεί αληθινός κόμβος αλληλεγγύης και σχεδιασμού ενός μέλλοντος ελευθεριακής συνεργασίας λαών, εθνών, θρησκειών. Οι μετανάστες μας, οι πρόσφυγές μας και οι μειονότητές μας μπορούν να γίνουν οι γέφυρες που ενώνουν τους λαούς. Σήμερα που στο Κουρδιστάν συντελείται μια πρωτόγνωρη ελευθεριακή επανάσταση, οφείλουμε να δημιουργήσουμε τις δομές όχι μόνο για ένα αντιπολεμικό κίνημα, τώρα, που χτυπιέται ανελέητα από το ισλαμικό και το τουρκικό κράτος ή χρησιμοποιείται ποικιλοτρόπως στον ανταγωνισμό των συμφερόντων αλλά να για να την αναδείξουμε για τρεις σοβαρούς λόγους: α)ως υπόδειγμα σταθεροποίησης στη Μέση Ανατολή, β)ως διεθνές παράδειγμα της επιστροφής των κούρδων της Συρίας που αντί να ζητιανεύουν στη Δύση επιστρέφουν στη Ροζάβα για να πολεμήσουν γ)ως το πρότυπο μιας νέας κοινωνικής οργάνωσης χωρίς κράτος που κάνει επίκαιρο το επαναστατικό ζήτημα. Από τέτοιες συναντήσεις οφείλουμε να διακηρύξουμε παντού ότι:
Εμείς, οι βαλκάνιοι αναρχικοί μαζί με τα αδέρφια μας απ’ όλες τις χώρες της χερσονήσου ζήσαμε το δράμα της ιστορίας των πολιτικών διαιρέσεων και των εθνικών πολέμων, ζήσαμε την ταπείνωση από τον καπιταλισμό και από τον κρατικό σοσιαλισμό, ζήσαμε την μετατροπή των κοινωνιών μας σε στρατιωτικά φυλάκια του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, του συμφώνου της Βαρσοβίας και της ΕΣΣΔ, ζήσαμε την ένταξή μας στη δυτική οικονομία της ΕΟΚ και την αθλιότητα της ΚΟΜΕΚΟΝ, ζήσαμε την νέα ταξική επίθεση σε όλες τις χώρες για τη διαρκή ένταξή μας στην παγκοσμιοποιημένη αγορά που μετέτρεψαν τις χώρες μας σε αποικίες χρέους, ζήσαμε τις πολιτικές δικτατορίες και τις επεμβάσεις της ΕΕ, ζήσαμε τον καταστροφικό ρόλο των ανταγωνισμών στο να μεταβάλουν τη χερσόνησό μας σε αποικίες συμφερόντων, ζήσαμε καταστροφικούς πολέμους και εθνοκαθάρσεις, ζήσαμε επεμβάσεις από τη Δύση και την Ανατολή, ζήσαμε κάθε λογής αλυτρωτισμούς και εθνικισμούς από ηγετικές συμμορίες στις χώρες μας.
Είμαστε μπροστά σε μια νέα νομή των Βαλκανίων μας από τις διεθνείς οργανώσεις που αποσκοπούν στο να απομυζήσουν τον πλούτο μας, τον ιδρώτα και το αίμα μας, είμαστε μπροστά σε νέους πολέμους εθνικιστικούς και στη βίαιη αλλαγή συνόρων, είμαστε μπροστά στην απειλή της επέλασης του Ισλαμικού Κράτους, είμαστε μπροστά στο νέο φάσμα φτώχειας, είμαστε μπροστά στο κύμα της προσφυγιάς από τη Μέση Ανατολή και από αλλού προς τις χώρες που είναι άμεσα υπεύθυνες για τους πολέμους.
Ακολουθώντας το παράδειγμα της επανάστασης στο Κουρδιστάν, εμείς οι βαλκάνιοι αναρχικοί απευθύνουμε έκκληση στα αδέρφια μας αλβανούς, σλάβους, έλληνες, τούρκους, τσιγγάνους, ρουμάνους, βούλγαρους αλλά και από κάθε άλλη βαλκανική κοινότητα που ονομάζεται όπως το επιθυμεί, κάνουμε έκκληση στ’ αδέρφια μας από κάθε θρησκεία ή φιλοσοφική πίστη για να χτίσουμε γέφυρες επικοινωνίας, ανταλλαγών, συνεννόησης. Να αγωνιστούμε για την πολιτική-οικονομική και κοινωνική πρόταση ισότητας, αλληλεγγύης, δικαιοσύνης, οικολογίας και ελευθερίας. Να χτίσουμε τα Βαλκάνια των περιφερειών, τα Βαλκάνια των λαών.
Γιώργος Κυριακού από το Ελευθεριακό Γυρολόι, 3 Οκτωβρίου 2015
«Για τα Βαλκάνια, τη Μαύρη Θάλασσα, τη Μέση Ανατολή, την Αφρική, τη Μεσόγειο, τον ευρωπαϊκό νότο. Οι μετανάστες, οι πρόσφυγες, οι μειονότητες, οι ταξικοί αγώνες, οι οικολογικές συνεργασίες, οι κοινωνικές αντιστάσεις, οι αντιαποικιακοί αγώνες, η τέχνη, είναι οι γέφυρες των λαών. Η ιστορία που γράφτηκε, η Ιστορία που γράφεται, πότε κοντά στα ιδανικά μας και πότε ενάντια. Η ελευθεριακή κοσμοαντίληψη ως πηγή φωτός και έμπνευσης».
«Η μνήμη όπου και να την αγγίξεις πονεί». Γιώργος Σεφέρης
«Εδώ είναι Βαλκάνια δεν είναι παίξε γέλασε..» Διονύσης Σαββόπουλος, «Μπάλλος»
Η παρούσα είναι μια ημιτελής, με πολλές ελλείψεις, αφήγηση της κατάστασης στα Βαλκάνια. Σ’ αυτό συντρέχουν λόγοι που δεν αφορούν μόνο τις φανερές αδυναμίες της προσπάθειας αλλά και λόγοι ιστορικοί που ώθησαν την άγνοια για τη γειτονιά μας. Έτσι, την εποχή της δεκαετίας του ’90, όταν άρχισαν οι μεγάλες ανακατατάξεις στον πλανήτη μας ανακαλύψαμε τη γεωγραφική θέση της Ελλάδας. Τα Βαλκάνια, στην ορθώς πολιτική γλώσσα λέγονται «Νοτιοανατολική Ευρώπη». Διότι αφού «ανήκοντες εις την Δύσιν» δηλαδή στον πολιτικό πυρήνα της Ευρώπης και στην στρατιωτικοπολιτική εντολή των ΗΠΑ, τα Βαλκάνια ήταν οι «άλλες» χώρες, αυτές που «οικοδομούσαν το σοσιαλισμό» κατά τα λεγόμενα των ηγετών τους και κάποιες από αυτές ήταν στη σφαίρα επιρροής της κάποτε Σοβιετικής Ένωσης ή του «παραπετάσματος» για την αντικομουνιστική ή τη φιλοαμερικανική πολιτική. Τα Βαλκάνια ήταν μια μακρινή περιοχή, άγνωστη, απρόσιτη μέχρι να ξεκινήσουν οι πρώτες εθνικές εντάσεις στη Γιουγκοσλαβία-ήδη μετά το θάνατο του στρατάρχη Τίτο, η κατάρρευση της γειτονικής μας Αλβανίας και της Βουλγαρίας, τα γεγονότα στην Τιμισοάρα της Ρουμανίας και βεβαίως οι τραγικοί πόλεμοι αργότερα, μέσα στο σώμα της Γιουγκοσλαβίας με τις εθνοκαθάρσεις και τη δυτική στρατιωτική επέμβαση του 1999. Ο διαμελισμός της αποτελεί υποδειγματική απειλή για το σώμα των Βαλκανίων: αν δεν συμβεί με τη μέθοδο της διπλωματίας, θα επιλυθεί με εθνικές συρράξεις ή επεμβάσεις. Μέχρι να γίνουν ξανά τα μακρινά Βαλκάνια γνωστά σε μας, ελάχιστα ήταν αυτά που μας ένωναν: κάποιες εμπορικές συναλλαγές, κάποια σχετική τουριστική δραστηριότητα που αποκάλυπτε γραφικές σκηνές με τη ζήτηση σε δολάρια, διεθνή αθλητικά γεγονότα και μετεγγραφές όπως στο άθλημα του μπάσκετ, κάποιες επιλογές σπουδών όπως και απόκτησης διπλωμάτων ευκαιρίας, κάποιες ιδεολογικές εμμονές για τον «σοσιαλιστικό παράδεισο» ή άλλες για την κοινή θρησκευτική ορθόδοξη παράδοση και την εθνική μειονότητα που ήταν «σκλαβωμένες». Όλα αυτά ήταν κάτω από ένα πέπλο μυστηρίου μέχρι να δούμε τους χιλιάδες μετανάστες που έφταναν από τη Βαλκανική ή μέχρι να μακρόθεν να ζήσουμε τα τραγικά αιματηρά γεγονότα που έδωσαν τους τίτλους τέλους της χιλιετηρίδας που μας πέρασε και τους τίτλους έναρξης της νέας που ήρθε με προσδοκίες. Κι αυτό, διότι είναι ακόμα «άγνωστος» κι ο ρόλος της Ελλάδας αν και όχι στα σημεία του αλλά στις κεντρικές του ερμηνείες.
Η εποχή του ’90 ήταν τομή και μεταίχμιο για το σύνολο των κυβερνήσεων, των κομμάτων, των οργανώσεων και των κινημάτων που ακολουθούσαν εκδοχές του μαρξισμού, παγκοσμίως. Εκατομμύρια άνθρωποι της αριστεράς στη Δύση ένιωσαν ένα σοκ μπροστά στην κατάρρευση των μαρξιστικών καθεστώτων. Η καθήλωση μιας μικρής μερίδας στην υπεράσπιση του παρελθόντος και η μετάλλαξη άλλων προς διάφορες εκδοχές υποστήριξης της αγοραιοποιημένης οικονομίας και της αστικοδημοκρατικής πολιτικής ήταν τα βασικά χαρακτηριστικά της περιόδου αν προσθέσουμε και τις νέες ροπές προς τον εθνικισμό. Συμπερασματικά η εποχή επιβεβαίωσε, νικηφόρα, αυτές τις δυνάμεις που διέβλεπαν από το παρελθόν σε μια συμφιλίωση του υπάρχοντος αστικοδημοκρατικού καθεστώτος με την παράλληλη διεύρυνση του κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία. Όμως αυτές που ηγεμόνευσαν ήταν οι δυνάμεις του ακραίου φιλελευθερισμού, αυτές που μετά την πετρελαϊκή κρίση σχεδίαζαν μια μακρόπνοη παγκόσμια ταξική επίθεση και ανασύνταξη των αγορών. Έτσι, υπήρξε μια προσπάθεια αρχικά ασυντόνιστη κι αργότερα συστηματική, από πλευράς φιλελεύθερων και σοσιαλδημοκρατικών παρατάξεων για τη διαχείριση των βαλκανικών χωρών υπό την καθοδήγηση του ΝΑΤΟ και της ΕΟΚ-ΕΕ που είχαν στόχο την ένταξή τους στο στρατιωτικό πυρήνα υποστήριξης της αμερικανικής ηγεμονίας και τη δημιουργία νέων αγορών σ’ αυτές με βάση τις φιλελεύθερες οδηγίες του σκληρού ευρωπαϊκού πυρήνα και του ΔΝΤ. Η ένταξη αυτή γινόταν πράξη καταπολεμώντας τις όποιες εμμονές έθεταν εμπόδια, όπως στην εναπομείνασα Γιουγκοσλαβία του Μιλόσεβιτς. Από τότε οι δυο αυτές παρατάξεις στην Ευρώπη συμπορεύτηκαν -σχεδόν απόλυτα- ως οι εναλλακτικοί διαχειριστές του πολιτικού συστήματος με κοινή επιδίωξη την ένταξη των Βαλκανίων στην κοινή αγορά αν εξαιρέσουμε και τις εθνικιστικές τάσεις που την ίδια δεκαετία έκαναν την εμφάνισή τους-στη Γαλλία με την άνοδο του «Εθνικού Μετώπου» ήδη από τη δεκαετία του ‘80. Όμως η κρίση στο χώρο της πολιτικής ενδυνάμωσε και τάσεις ηττημένες ιστορικά, «θαμμένες», οι οποίες λειτουργούσαν στο περιθώριο της πολιτικής, όπως αυτές των αναρχικών. Η διάψευση του «τέλους της ιστορίας», που προσπαθήθηκε ως κεντρικό ιδεολόγημα από δεξαμενές σκέψης στις ΗΠΑ, ώθησε πολύ αυτές τις ιδέες να αποκτήσουν ένα σημαντικό προταγματικό βηματισμό, κοιτώντας στην Τσιάπας του Μεξικό. Στο Σιάτλ κι αργότερα, στις διεθνείς και ευρωπαϊκές διαδηλώσεις κατά της παγκοσμιοποίησης μέχρι και την εκδήλωση της παγκόσμιας κρίσης, απόκτησαν τα χαρακτηριστικά ενός επαναστατικού πόλου στο διεθνές στερέωμα.
Οι ηγετικές ομάδες που προέκυψαν από τη διάλυση των κομμουνιστικών κομμάτων στην πρώην ΕΣΣΔ ακολούθησαν το δρόμο της μετάλλαξής τους στην κατεύθυνση της Αγοράς και της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας συγκρουόμενες με τους πυρήνες στο στρατό ενώ η Ρωσία –ηγεμόνας παρίας- μέσα από πολέμους αποσχιστικούς και διπλωματικές ενέργειες μόλις κατάφερνε να συγκρατήσει την υπόστασή της έχοντας να τακτοποιήσει ένα τεράστιο εκτόπισμα στρατού-πυρηνικών υποδομών ή να τακτοποιήσει τη νέα «κοινοπολιτεία» που εν ριπή οφθαλμού διαλυόταν. Η νέα αστική της τάξη, διαιρεμένη, που δημιουργήθηκε από το σώμα της νομενκλατούρας της μέχρι να σταδιοδρομήσει η προσωπικότητα Πούτιν βρέθηκε σε μειονεκτική θέση απέναντι στη Δύση. Ο Πούτιν ήταν το πρόσωπο το οποίο συνέθετε τις δυο τάσεις διαπραγματευόμενος ζητήματα γεωπολιτικά και οικονομικά, δίνοντας ιδιαίτερο βάρος στη βιομηχανία φυσικού αερίου, στο στρατό και ενσωματώνοντας στοιχεία, ακραία εθνικιστικά, που εμφανίστηκαν μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ.
Από την άλλη πλευρά στα Βαλκάνια, η γρήγορη μετάλλαξη και διάσπαση των κομμουνιστικών κομμάτων δημιούργησε ένα ρευστό τοπίο αποσταθεροποίησης, με τον εθνικισμό και τις προσωπικές φιλοδοξίες των πρώην στελεχών των κομμουνιστικών κομμάτων να πρωταγωνιστούν σε «Μεγάλες Ιδέες» καθώς και στη συσσώρευση κερδών από τα χρηματοδοτικά πακέτα των διεθνών οργανισμών, τα συμβόλαια-συμφωνίες για τις εκποιήσεις της δημόσιας περιουσίας των χωρών τους και τις ξένες επενδύσεις. Με σημαντικά μεταναστευτικά ρεύματα που διέλυσαν το εσωτερικό των κοινωνιών τους, με μεγάλες καταστροφές στις οικονομικές υποδομές, με ετοιμοπόλεμους στρατούς που ιδρύονταν μέσα σε πολύ μικρά χρονικά διαστήματα για την υπεράσπιση ή προσάρτηση των εθνικών μειονοτήτων και την επίθεση σε άλλες εθνικές κοινότητες, με τεράστια απαξίωση της «νέας» πολιτικής από την πλευρά των υπηκόων τους, βρέθηκαν ηγετίσκοι να διαχειρίζονται τις μεταπολιτεύσεις, μετατοπιζόμενοι διαρκώς κι αναλόγως με τα χρήματα ή την στρατιωτική εύνοια που παρείχε στο σύνολό της η Δύση. Έτσι, στο εσωτερικό του συνόλου των βαλκανικών των χωρών διεξήχθη και συνεχίζει να διεξάγεται μια σύγκρουση με δυο οπτικές: α)την «εθνική» ή «μετακομουνιστική» ή «εθνοκομουνιστική» ως συνέχεια του παρελθόντος (διαφθορά, αυταρχισμός) και συνεργαζόμενη με ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού στον κρατικό τομέα και β)την «φιλοευρωπαϊκή» δηλαδή του «πολέμου κατά της διαφθοράς και της εγκληματικότητας» που συνεργεί βασικά με τις επιταγές της ΕΕ και με τις ακραίες συνταγές του νεοφιλελευθερισμού. Αυτή η μάχη διεξάγεται έντονα σε χώρες όπως η Ρουμανία, η πΓΔΜ, η Βουλγαρία αφού ο «πόλεμος κατά της διαφθοράς, της εγκληματικότητας και της τρομοκρατίας» είναι βασικοί όροι για την χρηματοδότηση και την ταυτόχρονη ένταξη στην διεθνή οικονομία της αγοράς. Σ’ αυτή τη μάχη δύο –συνήθως- πόλων στοιχίζεται και το μεγαλύτερο τμήμα των εργαζομένων, των φτωχών, των συνταξιούχων και των επαγγελματιών, λαμβάνοντας θέση υπέρ του ενός ή του άλλου. Έτσι, ο δικομματισμός ως δικλείδα ασφαλείας του πολιτικού συστήματος προκύπτει, αν και αδύναμος εν τέλει, διότι και οι δύο πόλοι αδυνατούν να πείσουν ένα σημαντικό ρεύμα μέσα στις κοινωνίες τους αφού δεν έχουν αποτελεσματικότητα οι υποσχέσεις τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το να δημιουργούνται από τη μια, κινήματα αγανακτισμένων, συνήθως οριζόντια, όπως στη Βοσνία, στην Σλοβενία, στην πΓΔΜ, στη Ρουμανία και αλλού, με την ένδειξη ότι κάτι νέο γεννιέται. Σ’ αυτή τη μάχη, δυνάμεις της οριζόντιας πολιτικής δημιουργίας βρίσκονται αδύναμες να δράσουν, με αποτέλεσμα μεταμφιεσμένοι πολιτικοί, νέες μορφές της «κοινωνίας των πολιτών» και των ΜΚΟ, νέοι δημαγωγοί, να καταλαμβάνουν το χώρο γεννώντας νέους σχηματισμούς διαμεσολάβησης. Από την άλλη ο εθνικισμός, στο βαθμό που δεν απορροφάται από τις δυνάμεις του πολιτικού συστήματος όπως έγινε π.χ. στην Αλβανία, αναδύεται δυναμικά ως ξεχωριστός πόλος όπως στη Σερβία και στη Βουλγαρία ή στη Ρουμανία. Εκείνη η εποχή λοιπόν του ’90, σηματοδότησε μια απόλυτη ρευστότητα, όχι ιδανική αλλά ως «αναγκαίο κακό», για την στρατιωτική, πολιτική, και οικονομική επέκταση της ΗΠΑ και της ΕΟΚ-ΕΕ .
Από την πλευρά των αναρχικών στην Ελλάδα, εκείνη την εποχή, ενώ υπήρξε επιβεβαίωση πως «ίδια είν’ τα αφεντικά, δεξιά κι αριστερά» δεν μπορέσαμε, ως μη έχοντες δομές και πρόταγμα, να πραγματοποιήσουμε σοβαρές τομές, όχι μόνο για το τέλος της δικής μας μεταπολίτευσης, της οποίας δεν βγαίνει ούτε η ψυχή ούτε το χούι, αλλά και για την αρχή του τέλους μιας παράλογης και άθλιας οργάνωσης του κόσμου. Τα γειτονικά μας Βαλκάνια έγιναν, για μας, ο γεωγραφικός χώρος που η «ιμπεριαλιστική» Ελλάδα επεκτείνεται, έγιναν το πρωτογενές ενδιαφέρον για το βαλκάνιο μετανάστη στην Ελλάδα με αρνητική απόληξη στους «έλληνες», έγιναν τα δυο μέτρα και δυο σταθμά απέναντι σε εθνικούς πολέμους στη Γιουγκοσλαβία, έγιναν η μονόπλευρη παρουσίαση για τη Σρεμπρένιτσα εναντίον των σέρβων και των ελλαδιτών φασιστών που συνέτρεξαν αυτούς, έγιναν το ιδεολογικό πεδίο στιγματισμού της «ισχυρής Ελλάδας» των δημαγωγών του εκσυγχρονισμού που υπερηφανεύονταν για την αύξηση του ΑΕΠ από την εργασία των μεταναστών νομιμοποιώντας τμήμα της χώρας ως οιονεί δουλοκτητικό. Η μονόπλευρη αυτή αντιεθνικιστική αφήγηση αρνήθηκε να συμπεριλάβει στο εσωτερικό της, τις αναθεωρητικές-αλυτρωτικές τάσεις μέσα στις χώρες αυτές όπου διαβιούν εθνικές μειονότητες σε κάθε γειτονικό εθνικό κράτος με αποτέλεσμα τις 25ετείς μέχρι και σήμερα εντάσεις, αρνήθηκε να ασχοληθεί με τις άλλες εθνοκαθάρσεις όπως αυτήν στην Κράινα που θύματα ήταν οι σέρβοι, αρνήθηκε να ασχοληθεί με τις επεκτατικές νέο-οθωμανικές τάσεις της Τουρκίας η οποία βασίστηκε στο περίφημο «ισλαμικό τόξο» αλλά κυρίως απέφυγε ως «ο διάολος το λιβάνι» τις αναφορές στον ιμπεριαλισμό και στην αποικιοκρατική στρατηγική χωρών της ανεπτυγμένης Ευρώπης και των ΗΠΑ. Έτσι, δεν καταφέραμε να χτίσουμε γέφυρες με τους μετανάστες μας και με όλες τις γλωσσικές, θρησκευτικές και εθνικές μειονότητες στα Βαλκάνια, διότι για να χτίσεις γέφυρες οφείλεις εκτός από τους στόχους να εντοπίσεις και τις όχθες. Ένα ανιδιοτελές κοινωνικό κίνημα βάσης και δρόμου προσανατολίστηκε όχι στο «με τους μετανάστες» αλλά στο «για τους μετανάστες», με μια μυωπική θετική ματιά στις γλωσσικές, θρησκευτικές και εθνικές μειονότητες που ζουν στην Ελλάδα αλλά όχι στις ελληνικές μειονότητες που ζουν στις όμορες χώρες, σε καταγγελίες για τον Μέγα Αλέξανδρο στα πρόθυρα του 2.000 μ.Χ. κι αδιαφορώντας που η γειτονική χώρα, επίσημα και συνταγματικά, μετατρεπόταν σε διεθνές κέντρο «μακεδονισμού». Επίσης προσανατολίστηκε σε κανονιστικά πρότυπα της μεταμοντέρνας αφήγησης, σε θεωρίες των ίσων αποστάσεων ή σε μονόπλευρες παρουσιάσεις της μικροϊστορίας. Αποτέλεσμα ήταν να συρθεί, το κίνημα βάσης -οριζόμενο στην παρούσα ως ένα ευρύ, οριζόντιο δίκτυο συσσωματώσεων και ξεχωριστών προσώπων- σε ένα διαρκή αντίλογο και πόλεμο με τον εγχώριο φασισμό ο οποίος από την εποχή εκείνη και μετά άρχισε να χτίζει τη νέα του αφήγηση εν μέσω παγκόσμιας κρίσης, βασισμένης τόσο στις αντικομουνιστικές-φιλοϊμπεριαλιστικές του διαθήκες όσο και στις αντιιμπεριαλιστικές δημαγωγικές παρακαταθήκες του Ανδρέα ότι «η Ελλάδα ανήκει στους έλληνες». Για αυτό και δεν τα κατάφερε να χτίσει –πέρα από φαεινές εξαιρέσεις- θεμέλια ενός διεθνιστικού κινήματος ντόπιων και ξένων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της ιδεολογικής εμμονής απέναντι στο φαινόμενο μαζικής ενσωμάτωσης των μεταναστών ήταν η υποβάθμιση ζητημάτων όπως η απόκτηση χαρτιών ή απέναντι σε προκλήσεις όπως του φόρουμ αλβανών μεταναστών που έγραφε «είμαστε όλοι ντόπιοι» το κίνημα επέμενε «είμαστε όλοι ξένοι». Απέναντι σε μια ολική επαναφορά στο τραγικό παρελθόν των βαλκανικών πολέμων που αν δεν έφτιαξαν σύνορα με ευθείες γραμμές όπως στην Αφρική όμως δημιούργησαν ένα εκρηκτικό μίγμα μειονοτήτων και εθνικών-αναθεωρητικών εντάσεων, τα μάτια του «χώρου», όπως αλλιώς ονομάζεται, εστίασαν στα μειονεκτήματα και στις σκοτεινές πλευρές της ψωροκώσταινας-κωλοπετεινίτσας που βίωνε τους ρυθμούς μιας βραχύβιας εμπορο-παρασιτικής ανάπτυξης και ευμάρειας και στις πλάτες της φτηνής εργασίας των βαλκάνιων μεταναστών. Αυτής που ως δήθεν σταθεροποιητικός και ηγεμονικός παράγοντας στα Βαλκάνια, μετά από μια δεκαετία ανάπτυξης και τρελών ρυθμών οικονομίας μετατράπηκε, ραγδαία, σε μια θλιβερή αποικία χρέους.
Όμως το παρελθόν των Βαλκανίων δεν είναι τόσο τραγικό όσο επιθυμούν να καταδείξουν οι αφηγήσεις των αποικιοκρατικών δυνάμεων στην κεντρική Ευρώπη και στην Αμερική. Ο χώρος των Βαλκανίων μέχρι και την περίοδο της δυτικής Αναγέννησης αλλά και αργότερα στην Οθωμανική αυτοκρατορία, την περίοδο μακρόβιων πολέμων στην κεντρική και δυτική Ευρώπη όπου έσταζε το αίμα σε κάθε της γωνιά, ήταν ένας χώρος σχετικά ειρηνικής συμβίωσης διαφορετικών εθνών, θρησκειών και συνηθειών. 1)Στα Βαλκάνια πολύ αργότερα, πλάστηκε η ανολοκλήρωτη ιδέα του Ρήγα, μιας πολυεθνικής, πολυθρησκευτικής, δημοκρατικής κοινωνίας, όταν οι πόλεμοι μαίνονταν στην Ευρώπη για το μοίρασμα των αποικιών όπως και οι συμφωνίες για τη συνθήκη σταθερότητας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας την οποία σάρωσε το κύμα απελευθέρωσης των βαλκάνιων λαών. Εκεί, στα σύνορα των –τότε- Βαλκανίων στραγγαλίστηκε το πρώτο βαλκανικό όνειρο. Αργότερα, μέχρι και την ανάπτυξη των κομμουνιστικών κινημάτων, η απελευθέρωση από τους τούρκους –πλέον- απέκτησε εθνικά πρόσημα με επίπλαστες και βραχύβιες συνεργασίες, με διαρκείς μετατοπίσεις σε τακτικές συμμαχίες, σε συμμαχίες υπό τις εντολές των μεγάλων δυνάμεων που έβλεπαν τον οθωμανικό γίγαντα να βουλιάζει και να συμπαρασύρει στη δίνη του και τις ίδιες. Μια βαλκανική διεθνική χώρα θα μπορούσε να υποσκάψει τα θεμέλια του δυτικού επεκτατισμού και να απολέσει διεθνές υπόδειγμα. 2)Έτσι, δεύτερο, το κομμουνιστικό κίνημα των Βαλκανίων στη Γιουγκοσλαβία, στην Ελλάδα και στη Βουλγαρία με τις προτροπές του ηγέτη της Σοβιετικής Ένωσης που κυριαρχούσε στην Κομμουνιστική Διεθνή, πήρε το σύνθημα για την αυτοδιάθεση βαλκανικών περιοχών στις οποίες κατοικούσαν διαφορετικές εθνότητες και θρησκείες, με στόχο το προαιώνιο σχέδιο της Ρωσίας για την επέκτασή της στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο θάλασσα από την εποχή των Ορλωφικών. Για την προώθηση όμως, αυτή φορά, της προλεταριακής επανάστασης. Αδύναμο, το βαλκανικό κομμουνιστικό κίνημα και με σοβαρές αντιφάσεις στο εσωτερικό του (ακόμα και για τα ποσοστά των εθνών που συγκατοικούσαν σε αμφισβητούμενες περιοχές), μπροστά στην ιμπεριαλιστική επιρροή και στις εθνικές οξύνσεις υποχώρησε. 3)Η τρίτη περίοδος που τέθηκε το βαλκανικό ζήτημα ήταν η περίοδος της αντίστασης στις δυνάμεις του άξονα, αντίσταση που ωστόσο είχε κάθετη και ιεραρχική οργάνωση ή διαιρούνταν από χωριστικές εθνικές τάσεις. Όμως, κυρίως, ήταν υπό την ιερά σκέπη του Κρεμλίνου, το οποίο πρωταγωνίστησε στη μοιρασιά των ευρωπαϊκών λαών με το Λονδίνο αρχικά, αργότερα και με την Ουάσιγκτον στη συμφωνία της Γιάλτας, αγνοώντας την Αλβανία. Η τύχη για τα Βαλκάνια που αντιστάθηκαν αλλά και για τα Βαλκάνια που συνεργάστηκαν με τις αρχές της κατοχής, κρίθηκαν αποτελεσματικά με στρατιωτικές επεμβάσεις Δύσης και της Ανατολής -με την ξεχωριστή παρουσία της Γιουγκοσλαβίας, η οποία προσάρτησε το Κόσσοβο, το έδαφος της σημερινής πΓΔΜ που επιβουλευόταν η Βουλγαρία, που συμμάχησε και με τη Δύση. Οι επεμβάσεις εκμεταλλεύτηκαν τις αντιφάσεις των αντιστασιακών κινημάτων και την αδυναμία συνεννόησης. 4)Τέλος, την τέταρτη περίοδο, οι ελπίδες ότι η κατάρρευση των σοσιαλιστικών καθεστώτων της Βαλκανικής θα μπορούσε να επιφέρει κάποιες αλλαγές στη συνείδηση των λαών αποδείχθηκαν φενάκη, αφού ένας νέος πυρήνας εξουσίας αναδύθηκε από την παλιά ταυτισμένος με μια κομπογιαννίτικη λογική της ίασης δια μέσου της προσάρτησης στη Δύση, στρατιωτικά, πολιτικά και οικονομικά. Τα σημερινά Βαλκάνια ή αλλιώς Βλακάνια (διότι η βλακεία είναι αυτή που θριαμβεύει), δεν είναι παρά ένα τεράστιο οικόπεδο που απειλείται διαρκώς με κατάτμηση για την περεταίρω διαχείρισή του και την οργάνωσή του ως αγοράς αλλά και δημιουργίας στρατιωτικού διαδρόμου για τα συμφέροντα της Δύσης στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή. Ειδικά τη σημερινή περίοδο το ενδιαφέρον για όσα συμβαίνουν δίπλα στην αυλή μας πρέπει να αυξηθεί και να δημιουργήσουμε επαφές, επικοινωνίες, συνεργασίες και γεγονότα για όσα απασχολούν τα Βαλκάνια. Οι αφορμές υπάρχουν και κοιμούνται όσο δεν ανησυχούμε για την τροπή που μπορεί να αποκτήσει η σημερινή κατάσταση που ρέπει προς αποσχιστικούς πολέμους, όταν μάλιστα ο διεθνισμός έχει υποκατασταθεί από μια μονόπλευρη ματιά στο τι συμβαίνει στην Ελλάδα. Πιο συγκεκριμένα:
η εργατική εξέγερση στη Βοσνία, οι δυναμικές διαδηλώσεις στη Σλοβενία, οι κινητοποιήσεις των αλβανών ενάντια στην καύση των χημικών της Συρίας, οι φοιτητικές κινητοποιήσεις στην πΓΔΜ, οι απεργίες και οι ταξικές κινητοποιήσεις στη Σερβία, στην Κροατία, στην Τουρκία, στη Βουλγαρία, στο μαυροβούνιο, οι οριζόντιες-αυθόρμητες κινητοποιήσεις πολιτών ενάντια στην τρέχουσα πολιτική, οι αναπάντητες εθνικιστικές αλυτρωτικές προκλήσεις από όλες τις χώρες των Βαλκανίων, οι στρατιωτικές και πολιτικές επεμβάσεις του ΝΑΤΟ, η επαμφοτερίζουσα και επικίνδυνη στάση της Ρωσίας, η προκλητική στρατηγική της Άγκυρας, η στρατολόγηση μελών για το ΙΚΙΛ στα Βαλκάνια που αλλοιώνει το χαρακτήρα του κοσμικού μουσουλμανισμού, οι οικονομικές επεμβάσεις του ΔΝΤ, της ΠΤ και της ΕΕ, ο εγκλωβισμός εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων στα Βαλκάνια μέσα στο βαρύ χειμώνα, οι φυσικές καταστροφές όπως οι πλημμύρες μπροστά σε καταρρέουσες δομές, η πυρηνική απειλή από το Κοζλοντούι της Βουλγαρίας ή από το Ακουγιού της Τουρκίας, τα εργατικά ατυχήματα όπως στη Σόμα της Τουρκίας, οι εκατοντάδες αναπτυξιακές επενδύσεις τύπου Σκουριών σε όλα τα Βαλκάνια των ξένων επενδύσεων…
αλλά και…
η ιστορία, οι επιστήμες, η μουσική, ο κινηματογράφος, η λογοτεχνία και οι γιορτές, μπορούν να γίνουν οι γέφυρες των λαών. Για αυτό είναι σημαντικό το να συμβούν γεγονότα από τους βαλκάνιους αναρχικούς σε περιοχές που είτε αποτελούν επίσημα πολιτικά σύνορα, είτε περιοχές που μέλλονται να αποτελέσουν οικόπεδα της δυτικής αποσταθεροποίησης και του αλυτρωτισμού στις περιοχές μας.
Ένα αναρχικό παρατηρητήριο διεθνών ζητημάτων θα μπορούσε να είναι μια σημαντική δομή που θα τακτοποιεί συλλογικά τις επικοινωνίες και τις επαφές, θα προετοιμάζει τις αποστολές συντρόφων, τις συναντήσεις, τις κοινές αγωνιστικές κινητοποιήσεις, θα ενημερώνει το ευρύ κοινό για τα ζητήματα των γειτονιών μας στη Μεσόγειο, στα Βαλκάνια, στη Μαύρη Θάλασσα και στη Μέση Ανατολή, σε μια χώρα που το κίνημά της μπορεί να καταστεί αληθινός κόμβος αλληλεγγύης και σχεδιασμού ενός μέλλοντος ελευθεριακής συνεργασίας λαών, εθνών, θρησκειών. Οι μετανάστες μας, οι πρόσφυγές μας και οι μειονότητές μας μπορούν να γίνουν οι γέφυρες που ενώνουν τους λαούς. Σήμερα που στο Κουρδιστάν συντελείται μια πρωτόγνωρη ελευθεριακή επανάσταση, οφείλουμε να δημιουργήσουμε τις δομές όχι μόνο για ένα αντιπολεμικό κίνημα, τώρα, που χτυπιέται ανελέητα από το ισλαμικό και το τουρκικό κράτος ή χρησιμοποιείται ποικιλοτρόπως στον ανταγωνισμό των συμφερόντων αλλά να για να την αναδείξουμε για τρεις σοβαρούς λόγους: α)ως υπόδειγμα σταθεροποίησης στη Μέση Ανατολή, β)ως διεθνές παράδειγμα της επιστροφής των κούρδων της Συρίας που αντί να ζητιανεύουν στη Δύση επιστρέφουν στη Ροζάβα για να πολεμήσουν γ)ως το πρότυπο μιας νέας κοινωνικής οργάνωσης χωρίς κράτος που κάνει επίκαιρο το επαναστατικό ζήτημα. Από τέτοιες συναντήσεις οφείλουμε να διακηρύξουμε παντού ότι:
Εμείς, οι βαλκάνιοι αναρχικοί μαζί με τα αδέρφια μας απ’ όλες τις χώρες της χερσονήσου ζήσαμε το δράμα της ιστορίας των πολιτικών διαιρέσεων και των εθνικών πολέμων, ζήσαμε την ταπείνωση από τον καπιταλισμό και από τον κρατικό σοσιαλισμό, ζήσαμε την μετατροπή των κοινωνιών μας σε στρατιωτικά φυλάκια του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, του συμφώνου της Βαρσοβίας και της ΕΣΣΔ, ζήσαμε την ένταξή μας στη δυτική οικονομία της ΕΟΚ και την αθλιότητα της ΚΟΜΕΚΟΝ, ζήσαμε την νέα ταξική επίθεση σε όλες τις χώρες για τη διαρκή ένταξή μας στην παγκοσμιοποιημένη αγορά που μετέτρεψαν τις χώρες μας σε αποικίες χρέους, ζήσαμε τις πολιτικές δικτατορίες και τις επεμβάσεις της ΕΕ, ζήσαμε τον καταστροφικό ρόλο των ανταγωνισμών στο να μεταβάλουν τη χερσόνησό μας σε αποικίες συμφερόντων, ζήσαμε καταστροφικούς πολέμους και εθνοκαθάρσεις, ζήσαμε επεμβάσεις από τη Δύση και την Ανατολή, ζήσαμε κάθε λογής αλυτρωτισμούς και εθνικισμούς από ηγετικές συμμορίες στις χώρες μας.
Είμαστε μπροστά σε μια νέα νομή των Βαλκανίων μας από τις διεθνείς οργανώσεις που αποσκοπούν στο να απομυζήσουν τον πλούτο μας, τον ιδρώτα και το αίμα μας, είμαστε μπροστά σε νέους πολέμους εθνικιστικούς και στη βίαιη αλλαγή συνόρων, είμαστε μπροστά στην απειλή της επέλασης του Ισλαμικού Κράτους, είμαστε μπροστά στο νέο φάσμα φτώχειας, είμαστε μπροστά στο κύμα της προσφυγιάς από τη Μέση Ανατολή και από αλλού προς τις χώρες που είναι άμεσα υπεύθυνες για τους πολέμους.
Ακολουθώντας το παράδειγμα της επανάστασης στο Κουρδιστάν, εμείς οι βαλκάνιοι αναρχικοί απευθύνουμε έκκληση στα αδέρφια μας αλβανούς, σλάβους, έλληνες, τούρκους, τσιγγάνους, ρουμάνους, βούλγαρους αλλά και από κάθε άλλη βαλκανική κοινότητα που ονομάζεται όπως το επιθυμεί, κάνουμε έκκληση στ’ αδέρφια μας από κάθε θρησκεία ή φιλοσοφική πίστη για να χτίσουμε γέφυρες επικοινωνίας, ανταλλαγών, συνεννόησης. Να αγωνιστούμε για την πολιτική-οικονομική και κοινωνική πρόταση ισότητας, αλληλεγγύης, δικαιοσύνης, οικολογίας και ελευθερίας. Να χτίσουμε τα Βαλκάνια των περιφερειών, τα Βαλκάνια των λαών.
Γιώργος Κυριακού από το Ελευθεριακό Γυρολόι, 3 Οκτωβρίου 2015
«Για τα Βαλκάνια, τη Μαύρη Θάλασσα, τη Μέση Ανατολή, την Αφρική, τη Μεσόγειο, τον ευρωπαϊκό νότο. Οι μετανάστες, οι πρόσφυγες, οι μειονότητες, οι ταξικοί αγώνες, οι οικολογικές συνεργασίες, οι κοινωνικές αντιστάσεις, οι αντιαποικιακοί αγώνες, η τέχνη, είναι οι γέφυρες των λαών. Η ιστορία που γράφτηκε, η Ιστορία που γράφεται, πότε κοντά στα ιδανικά μας και πότε ενάντια. Η ελευθεριακή κοσμοαντίληψη ως πηγή φωτός και έμπνευσης».