Γιώργος Κολέμπας, Γιάννης Μπίλλας
Στις μέρες μας η μηχανοποιημένη παραγωγική διαδικασία της τροφής καταναλώνει κατά μέσο όρο περισσότερες μονάδες ορυκτής ενέργειας για να παραχθεί μία μονάδα διατροφικής ενέργειας. Αυτό μπορούσε να γίνεται όσο υπάρχουν ακόμα φθηνά ορυκτά καύσιμα και σε μεγάλες ποσότητες. Όμως τα αποθέματα των ορυκτών καυσίμων αρχίζουν να μειώνονται παγκοσμίως. Η εξόρυξη πετρελαίου π.χ. ξεπέρασε το κορυφαίο σημείο (pick oil). Οι εταιρείες εξόρυξης συνεχίζουν σε δυσπρόσιτες περιοχές και σε μεγάλα βάθη ή χρησιμοποιούν καταστροφικές τεχνικές, όπως το fracking για το λιθοσφαιρικό αέριο, γιατί το εύκολο να εξορυχθεί πετρέλαιο –άρα και το φθηνό– έχει τελειώσει. Έτσι θα αναγκασθούν να δαπανήσουν πολλά περισσότερα σε χρήματα και φυσικούς πόρους για να παραχθεί ένα βαρέλι πετρελαίου. Κάποια στιγμή η δαπάνη αυτή των πόρων για να εξαχθεί ένα βαρέλι, θα ξεπεράσει την αξία της απόδοσης ενός βαρελιού πετρελαίου, άρα η εξόρυξη, εκτός από αντιπεριβαλλοντική, θα γίνει και οικονομικά αντιπαραγωγική....
Εν αρχή η λειψυδρία
Επίσης έχουμε εξάντληση των αποθεμάτων νερού, που είναι απαραίτητο για την γεωργία. Μετά το 1980 κυρίως, και με τις σύγχρονες μεθόδους ποτίσματος βασικά από τους μεγαλοαγρότες (αυτόματη άρδευση με μπεκ και μέρα μεσημέρι, με αποτέλεσμα την εξάτμιση μεγάλου μέρους του νερού), υπήρξε ανεύθυνη χρήση του νερού στη γεωργία. Υπήρξε επίσης έλλειψη προνοητικότητας από τα κράτη και κυρίως από τις εταιρείες ύδρευσης των πόλεων που δεν επισκευάζουν τα τρύπια δίκτυα ύδρευσης, με αποτέλεσμα να υπάρχουν μεγάλες απώλειες νερού –μέχρι και 40% ή και 50% σε κάποιες περιπτώσεις. Παράλληλα, η επιλογή υδροβόρων καλλιεργειών απαίτησαν γεωτρήσεις παντού(πχ. στον κάμπο της Θεσσαλίας μέχρι και 340 μέτρα βάθος), με συνέπεια την υποχώρηση, την υφαλμύρωση ή και τη στέρευση πολύτιμων υδροφόρων οριζόντων. Από την άλλη, η μέθοδος fracking για την εξόρυξη του φυσικού αερίου από τα ίδια εδάφη που καλλιεργούνται, δηλητηριάζει τον υδροφόρο ορίζοντα, με τα χημικά που χρησιμοποιούνται, ενώ καταναλώνει τεράστιες ποσότητες νερού και προκαλεί απόγνωση στους γειτονικούς αγρότες –με αρκετούς κερδοσκόπους να βλέπουν ευκαιρίες από την εκμετάλλευση των αναγκών καθαρού νερού. Εξάλλου, η κλιματική αλλαγή θα μειώσει τη χιονόπτωση, με αποτέλεσμα να μειωθεί και η τροφοδοσία των υπαρχόντων πηγών νερού (οι αυξημένες καταρρακτώδεις βροχές δεν θα εμπλουτίζουν τις πηγές, γιατί το νερό τους με τους χειμάρρους και τα ποτάμια καταλήγουν στη θάλασσα και όχι στον υδροφόρο ορίζοντα). Όλο και περισσότερες πηγές θα στερεύουν, λοιπόν, στο μέλλον, με επίπτωση και στην παραγωγικότητα της γεωργίας.
Μειώνεται η δυνατότητα των οικοσυστημάτων για απορρόφηση των αυξημένων εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου και των άλλων καυσαερίων και απόβλητων της παραγωγικής διαδικασίας. Αυτό έχει διαπιστωθεί από πολλές επιστημονικές μελέτες. Και φαίνεται ήδη η μείωση της παραγωγικότητας της γεωργίας λόγω επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.
Ένας επιπλέον λόγος, ο οποίος όμως δεν αφορά μόνο τη βιομηχανική γεωργία, αλλά και την εναλλακτική γεωργία που αρχίζει να αναπτύσσεται, είναι ότι αρχίζουν να μειώνονται οι μέλισσες παντού, λόγω της χρήσης των νεονικοτινοειδών φυτοφαρμάκων στην γεωργία. Αυτές δεν παράγουν μόνο μέλι, αλλά επικονιάζουν το 90% των φυτών, όντας μια τεράστια εργατική δύναμη, που θα είναι αδύνατο να αντικατασταθεί από την ανθρώπινη. Αν εκλείψουν, όπως αρχίζει να συμβαίνει ήδη στις ΗΠΑ (μέχρι και 60%–70% μείωση στα σμήνη τους) και στην Ευρώπη (έχει ανησυχήσει αυτό και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή), τότε θα υπάρξει σίγουρα μείωση των συγκομιδών στο 90% των καλλιεργειών τουλάχιστον.
Το πιο δυστοπικό κραχ
Για τους παραπάνω λόγους, όταν γίνουν αυτοί αντιληπτοί από τους κάθε είδους «επενδυτές» του αγροδιατροφικού συστήματος, θα έχουμε και την όξυνση της αγροδιατροφικής κρίσης. Θα έχουμε ένα πραγματικό κραχ, που μπροστά του θα ωχριά το πρόσφατο χρηματοπιστωτικό κραχ. Θα πάψουν να υπάρχουν φθηνά τρόφιμα, γιατί θα αυξηθούν στο έπακρο τα κόστη της καλλιέργειας–εκτροφής, της συγκομιδής, της αποθήκευσης, της συντήρησης, της ψύξης, των μεταφορών και της διανομής.
Τα πρώτα δείγματα αυτής της κρίσης τα βλέπουμε ήδη:
• Ενώ η παγκόσμια προσφορά τροφίμων –προς το παρόν– είναι παραπάνω από επαρκής, ταυτόχρονα 1 δισ. ανθρώπων υποσιτίζεται.
• Οι κλιματικές αλλαγές οδηγούν σε μείωση και καταστροφή παραγωγής.
• Αύξηση ζήτησης στην ΝΑ Ασία –άνοδος πολυπληθών μεσαίων τάξεων και αλλαγή διατροφικού μοντέλου (αύξηση της ζήτησης και εδώ σε ζωικά προϊόντα).
• Κερδοσκοπία στις τιμές στο χρηματιστήριο των δημητριακών.
• Το 30% της παραγόμενης τροφής πάει στα σκουπίδια. Σύμφωνα με τον FAO, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων: 1,3 δισ. τόνοι τροφίμων καταλήγουν κάθε χρόνο στα σκουπίδια και τις χωματερές, χωρίς να καταναλωθούν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα 14 δισ. στρέμματα –δηλαδή το 28% των καλλιεργούμενων εδαφών– να χρησιμοποιούνται για παραγωγή πεταμένης τροφής σε παγκόσμιο επίπεδο.
• Έλεγχος παραγωγής–διανομής τροφής από μεγάλες πολυεθνικές: π.χ. 5 πολυεθνικές ελέγχουν το 75% των σιτηρών, 2 το 50% της παραγωγής μπανάνας, 3 την παγκόσμια παραγωγή τσαγιού, ενώ 30 πολυεθνικές ελέγχουν το 1/3 των επεξεργασμένων τροφών.
• Οι γεωργοί βασικά είναι παραγωγοί πρώτων υλών για τη βιομηχανία και όχι για τον εαυτό τους, τις κοινότητές τους και τις τοπικές αγορές.
• Οι καταναλωτές είναι εξαρτημένοι πλήρως από την αγορά μέσω των αλυσίδων. Πληρώνουν μέχρι και 4–6 φορές παραπάνω από την τιμή παραγωγού.
• Έχουμε παρακμή υπαίθρου, μείωση αγροτικού πληθυσμού, συρρίκνωση αγροτικών κοινοτήτων και εσωτερικούς–εξωτερικούς μετανάστες. Μεγάλες εκτάσεις χρησιμοποιούνται για ζωοτροφή με απώλεια αρχικής ενέργειας κατά 65–90%: στα βιομηχανοποιημένα συστήματα καταναλώνονται 300 μονάδες πόρων, για να παραχθούν 100. Η βιομηχανική γεωργία είναι πλέον αντιπαραγωγική, ενώ η παγκόσμια καλλιέργεια ενεργειακών φυτών για βιοκαύσιμα επιταχύνει την εμφάνιση της επερχόμενης επισιτιστικής κρίσης.
• Έχουμε πατεντοποίηση των σπόρων και των ποικιλιών με «βιοπειρατεία» των γενετικών πόρων από τις εταιρείες κολοσσούς. Η πιο γνωστή επιχειρηματική εξαγορά των μεγαλύτερων εταιρειών του αγροδιατροφικού τομέα, δηλαδή της Monsanto από τη Bayer, ολοκληρώθηκε το 2018, με το δυσθεώρητο ποσό των 63 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
• Το συνολικό παγκόσμιο αγροτοδιατροφικό σύστημα (παραγωγή, συντήρηση, συσκευασία, ψύξη, μεταφορές γεωργ. προϊόντων, διανομή στα σουπερμάρκετς κ.λπ.) είναι υπεύθυνο σχεδόν για το 50% του φαινομένου του «θερμοκηπίου».
Η ανισότητα στη διανομή της τροφής
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η υπάρχουσα παραγωγή τροφίμων μπορεί να θρέψει με τροφή 2.700 θερμίδων ημερησίως, 12 δισ. ανθρώπους. Δεν θα έπρεπε να πεινάει κανείς, δεδομένου ότι είμαστε, προς το παρόν, περίπου 7 δισ. Όμως 40 εκατ. πεθαίνουν από πείνα κάθε χρόνο και κάπου 850 εκατ. υποφέρουν από υποσιτισμό, εκ των οποίων το 34% (Αφρικανοί) ζουν με κάτω από 300 θερμίδες την ημέρα. Το πρόβλημα, βεβαίως, δεν είναι της παραγωγής, που θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε, αλλά της διανομής της τροφής και του εισοδήματος (φτώχεια) και άρα κοινωνικοπολιτικό και παίρνει διαφορετική μορφή, ανάλογα με τη χώρα και την περιοχή.
Με μια δικαιότερη κατανομή των θρεπτικών πόρων της Γης μπορούμε να εξασφαλίσουμε τη διατροφή όλης της ανθρωπότητας και ταυτόχρονα να έχει υγιεινότερο τρόπο ζωής. Με μια ζωοεκτροφή, ούτε εκτατική ούτε σταυλισμένη, αλλά στα πλαίσια ολοκληρωμένων αγροκτημάτων, όπου τα ζώα παίζουν συμπληρωματικό ρόλο και ανακυκλώνουν την οργανική ύλη, ενώ τα ζωϊκά προϊόντα συμπληρώνουν επίσης τη διατροφή. Δεν θα πρόκειται οπωσδήποτε για χορτοφαγία, αλλά για οικολογική–υγιεινή διατροφή. Χρειάζεται, όμως, αλλαγή του καταναλωτικού και διατροφικού μοντέλου στη Δύση, με περιορισμό της υπερκατανάλωσης κρέατος και ευρεία ενημέρωση του κόσμου ότι η ζωοεκτροφή συμβάλλει σημαντικά στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, καθώς και στην κακή υγεία. Χρειάζεται γενικότερα να απορρίψουμε το καπιταλιστικό αναπτυξιακό μοντέλο παραγωγής, συσσώρευσης και κατανάλωσης. Να απορρίψουμε το μοντέλο της χημικής βιομηχανοποιημένης γεωργίας. Να επιλέξουμε το μοντέλο της αγροτικής οικο-γεωργίας, που είναι λύση και για την κλιματική αλλαγή. Να επιλέξουμε την κατεύθυνση μιας αγροδιατροφικής οικονομίας των αναγκών και όχι των επιθυμιών, των μικρών αποστάσεων και της εγγύτητας μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης, της δίκαιης διανομής των τροφίμων –με αποφυγή των μεσαζόντων– μέσω δικτύων παραγωγο–αναλωτών και τοπικών αυτοδιαχειριζόμενων αγορών.
[…]
Ο χρόνος εξαντλείται, η διαδικασία επιταχύνεται με ανησυχητικό ρυθμό. Η αλλαγή του κλίματος ήδη επηρεάζει σοβαρά 325 εκατομμύρια ανθρώπους κάθε χρόνο –με 315.000 να πεθαίνουν από την πείνα, την ασθένεια και τις καιρικές καταστροφές που προκαλούνται από την αλλαγή του κλίματος. Ο ετήσιος αριθμός των νεκρών θα μπορούσε να ανέβει σε μισό εκατομμύριο έως το 2030, με 10 % του παγκόσμιου πληθυσμού που πλήττεται σοβαρά. Ως συνέπεια του αυξημένου άγχους που προκαλείται από την κλιματική κρίση στα εδάφη, τα φυτά και τα ζώα, οι γεωργικές αποδόσεις αναμένεται να πέσουν, ιδίως στις θερμότερες χώρες του Νότου. Ένα τέτοιο σενάριο θα προκαλέσει αφάνταστη ταλαιπωρία σε δισεκατομμύρια των ανθρώπων.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Γιώργου Κολέμπα και Γιάννη Μπίλλα «Για την Κοινότητα των Κοινοτήτων», Εκδόσεις των Συναδέλφων
https://www.epohi.gr/article/40727/h-eperhomenh-episitistikh-krish
Στις μέρες μας η μηχανοποιημένη παραγωγική διαδικασία της τροφής καταναλώνει κατά μέσο όρο περισσότερες μονάδες ορυκτής ενέργειας για να παραχθεί μία μονάδα διατροφικής ενέργειας. Αυτό μπορούσε να γίνεται όσο υπάρχουν ακόμα φθηνά ορυκτά καύσιμα και σε μεγάλες ποσότητες. Όμως τα αποθέματα των ορυκτών καυσίμων αρχίζουν να μειώνονται παγκοσμίως. Η εξόρυξη πετρελαίου π.χ. ξεπέρασε το κορυφαίο σημείο (pick oil). Οι εταιρείες εξόρυξης συνεχίζουν σε δυσπρόσιτες περιοχές και σε μεγάλα βάθη ή χρησιμοποιούν καταστροφικές τεχνικές, όπως το fracking για το λιθοσφαιρικό αέριο, γιατί το εύκολο να εξορυχθεί πετρέλαιο –άρα και το φθηνό– έχει τελειώσει. Έτσι θα αναγκασθούν να δαπανήσουν πολλά περισσότερα σε χρήματα και φυσικούς πόρους για να παραχθεί ένα βαρέλι πετρελαίου. Κάποια στιγμή η δαπάνη αυτή των πόρων για να εξαχθεί ένα βαρέλι, θα ξεπεράσει την αξία της απόδοσης ενός βαρελιού πετρελαίου, άρα η εξόρυξη, εκτός από αντιπεριβαλλοντική, θα γίνει και οικονομικά αντιπαραγωγική....
Εν αρχή η λειψυδρία
Επίσης έχουμε εξάντληση των αποθεμάτων νερού, που είναι απαραίτητο για την γεωργία. Μετά το 1980 κυρίως, και με τις σύγχρονες μεθόδους ποτίσματος βασικά από τους μεγαλοαγρότες (αυτόματη άρδευση με μπεκ και μέρα μεσημέρι, με αποτέλεσμα την εξάτμιση μεγάλου μέρους του νερού), υπήρξε ανεύθυνη χρήση του νερού στη γεωργία. Υπήρξε επίσης έλλειψη προνοητικότητας από τα κράτη και κυρίως από τις εταιρείες ύδρευσης των πόλεων που δεν επισκευάζουν τα τρύπια δίκτυα ύδρευσης, με αποτέλεσμα να υπάρχουν μεγάλες απώλειες νερού –μέχρι και 40% ή και 50% σε κάποιες περιπτώσεις. Παράλληλα, η επιλογή υδροβόρων καλλιεργειών απαίτησαν γεωτρήσεις παντού(πχ. στον κάμπο της Θεσσαλίας μέχρι και 340 μέτρα βάθος), με συνέπεια την υποχώρηση, την υφαλμύρωση ή και τη στέρευση πολύτιμων υδροφόρων οριζόντων. Από την άλλη, η μέθοδος fracking για την εξόρυξη του φυσικού αερίου από τα ίδια εδάφη που καλλιεργούνται, δηλητηριάζει τον υδροφόρο ορίζοντα, με τα χημικά που χρησιμοποιούνται, ενώ καταναλώνει τεράστιες ποσότητες νερού και προκαλεί απόγνωση στους γειτονικούς αγρότες –με αρκετούς κερδοσκόπους να βλέπουν ευκαιρίες από την εκμετάλλευση των αναγκών καθαρού νερού. Εξάλλου, η κλιματική αλλαγή θα μειώσει τη χιονόπτωση, με αποτέλεσμα να μειωθεί και η τροφοδοσία των υπαρχόντων πηγών νερού (οι αυξημένες καταρρακτώδεις βροχές δεν θα εμπλουτίζουν τις πηγές, γιατί το νερό τους με τους χειμάρρους και τα ποτάμια καταλήγουν στη θάλασσα και όχι στον υδροφόρο ορίζοντα). Όλο και περισσότερες πηγές θα στερεύουν, λοιπόν, στο μέλλον, με επίπτωση και στην παραγωγικότητα της γεωργίας.
Μειώνεται η δυνατότητα των οικοσυστημάτων για απορρόφηση των αυξημένων εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου και των άλλων καυσαερίων και απόβλητων της παραγωγικής διαδικασίας. Αυτό έχει διαπιστωθεί από πολλές επιστημονικές μελέτες. Και φαίνεται ήδη η μείωση της παραγωγικότητας της γεωργίας λόγω επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.
Ένας επιπλέον λόγος, ο οποίος όμως δεν αφορά μόνο τη βιομηχανική γεωργία, αλλά και την εναλλακτική γεωργία που αρχίζει να αναπτύσσεται, είναι ότι αρχίζουν να μειώνονται οι μέλισσες παντού, λόγω της χρήσης των νεονικοτινοειδών φυτοφαρμάκων στην γεωργία. Αυτές δεν παράγουν μόνο μέλι, αλλά επικονιάζουν το 90% των φυτών, όντας μια τεράστια εργατική δύναμη, που θα είναι αδύνατο να αντικατασταθεί από την ανθρώπινη. Αν εκλείψουν, όπως αρχίζει να συμβαίνει ήδη στις ΗΠΑ (μέχρι και 60%–70% μείωση στα σμήνη τους) και στην Ευρώπη (έχει ανησυχήσει αυτό και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή), τότε θα υπάρξει σίγουρα μείωση των συγκομιδών στο 90% των καλλιεργειών τουλάχιστον.
Το πιο δυστοπικό κραχ
Για τους παραπάνω λόγους, όταν γίνουν αυτοί αντιληπτοί από τους κάθε είδους «επενδυτές» του αγροδιατροφικού συστήματος, θα έχουμε και την όξυνση της αγροδιατροφικής κρίσης. Θα έχουμε ένα πραγματικό κραχ, που μπροστά του θα ωχριά το πρόσφατο χρηματοπιστωτικό κραχ. Θα πάψουν να υπάρχουν φθηνά τρόφιμα, γιατί θα αυξηθούν στο έπακρο τα κόστη της καλλιέργειας–εκτροφής, της συγκομιδής, της αποθήκευσης, της συντήρησης, της ψύξης, των μεταφορών και της διανομής.
Τα πρώτα δείγματα αυτής της κρίσης τα βλέπουμε ήδη:
• Ενώ η παγκόσμια προσφορά τροφίμων –προς το παρόν– είναι παραπάνω από επαρκής, ταυτόχρονα 1 δισ. ανθρώπων υποσιτίζεται.
• Οι κλιματικές αλλαγές οδηγούν σε μείωση και καταστροφή παραγωγής.
• Αύξηση ζήτησης στην ΝΑ Ασία –άνοδος πολυπληθών μεσαίων τάξεων και αλλαγή διατροφικού μοντέλου (αύξηση της ζήτησης και εδώ σε ζωικά προϊόντα).
• Κερδοσκοπία στις τιμές στο χρηματιστήριο των δημητριακών.
• Το 30% της παραγόμενης τροφής πάει στα σκουπίδια. Σύμφωνα με τον FAO, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων: 1,3 δισ. τόνοι τροφίμων καταλήγουν κάθε χρόνο στα σκουπίδια και τις χωματερές, χωρίς να καταναλωθούν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα 14 δισ. στρέμματα –δηλαδή το 28% των καλλιεργούμενων εδαφών– να χρησιμοποιούνται για παραγωγή πεταμένης τροφής σε παγκόσμιο επίπεδο.
• Έλεγχος παραγωγής–διανομής τροφής από μεγάλες πολυεθνικές: π.χ. 5 πολυεθνικές ελέγχουν το 75% των σιτηρών, 2 το 50% της παραγωγής μπανάνας, 3 την παγκόσμια παραγωγή τσαγιού, ενώ 30 πολυεθνικές ελέγχουν το 1/3 των επεξεργασμένων τροφών.
• Οι γεωργοί βασικά είναι παραγωγοί πρώτων υλών για τη βιομηχανία και όχι για τον εαυτό τους, τις κοινότητές τους και τις τοπικές αγορές.
• Οι καταναλωτές είναι εξαρτημένοι πλήρως από την αγορά μέσω των αλυσίδων. Πληρώνουν μέχρι και 4–6 φορές παραπάνω από την τιμή παραγωγού.
• Έχουμε παρακμή υπαίθρου, μείωση αγροτικού πληθυσμού, συρρίκνωση αγροτικών κοινοτήτων και εσωτερικούς–εξωτερικούς μετανάστες. Μεγάλες εκτάσεις χρησιμοποιούνται για ζωοτροφή με απώλεια αρχικής ενέργειας κατά 65–90%: στα βιομηχανοποιημένα συστήματα καταναλώνονται 300 μονάδες πόρων, για να παραχθούν 100. Η βιομηχανική γεωργία είναι πλέον αντιπαραγωγική, ενώ η παγκόσμια καλλιέργεια ενεργειακών φυτών για βιοκαύσιμα επιταχύνει την εμφάνιση της επερχόμενης επισιτιστικής κρίσης.
• Έχουμε πατεντοποίηση των σπόρων και των ποικιλιών με «βιοπειρατεία» των γενετικών πόρων από τις εταιρείες κολοσσούς. Η πιο γνωστή επιχειρηματική εξαγορά των μεγαλύτερων εταιρειών του αγροδιατροφικού τομέα, δηλαδή της Monsanto από τη Bayer, ολοκληρώθηκε το 2018, με το δυσθεώρητο ποσό των 63 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
• Το συνολικό παγκόσμιο αγροτοδιατροφικό σύστημα (παραγωγή, συντήρηση, συσκευασία, ψύξη, μεταφορές γεωργ. προϊόντων, διανομή στα σουπερμάρκετς κ.λπ.) είναι υπεύθυνο σχεδόν για το 50% του φαινομένου του «θερμοκηπίου».
Η ανισότητα στη διανομή της τροφής
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η υπάρχουσα παραγωγή τροφίμων μπορεί να θρέψει με τροφή 2.700 θερμίδων ημερησίως, 12 δισ. ανθρώπους. Δεν θα έπρεπε να πεινάει κανείς, δεδομένου ότι είμαστε, προς το παρόν, περίπου 7 δισ. Όμως 40 εκατ. πεθαίνουν από πείνα κάθε χρόνο και κάπου 850 εκατ. υποφέρουν από υποσιτισμό, εκ των οποίων το 34% (Αφρικανοί) ζουν με κάτω από 300 θερμίδες την ημέρα. Το πρόβλημα, βεβαίως, δεν είναι της παραγωγής, που θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε, αλλά της διανομής της τροφής και του εισοδήματος (φτώχεια) και άρα κοινωνικοπολιτικό και παίρνει διαφορετική μορφή, ανάλογα με τη χώρα και την περιοχή.
Με μια δικαιότερη κατανομή των θρεπτικών πόρων της Γης μπορούμε να εξασφαλίσουμε τη διατροφή όλης της ανθρωπότητας και ταυτόχρονα να έχει υγιεινότερο τρόπο ζωής. Με μια ζωοεκτροφή, ούτε εκτατική ούτε σταυλισμένη, αλλά στα πλαίσια ολοκληρωμένων αγροκτημάτων, όπου τα ζώα παίζουν συμπληρωματικό ρόλο και ανακυκλώνουν την οργανική ύλη, ενώ τα ζωϊκά προϊόντα συμπληρώνουν επίσης τη διατροφή. Δεν θα πρόκειται οπωσδήποτε για χορτοφαγία, αλλά για οικολογική–υγιεινή διατροφή. Χρειάζεται, όμως, αλλαγή του καταναλωτικού και διατροφικού μοντέλου στη Δύση, με περιορισμό της υπερκατανάλωσης κρέατος και ευρεία ενημέρωση του κόσμου ότι η ζωοεκτροφή συμβάλλει σημαντικά στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, καθώς και στην κακή υγεία. Χρειάζεται γενικότερα να απορρίψουμε το καπιταλιστικό αναπτυξιακό μοντέλο παραγωγής, συσσώρευσης και κατανάλωσης. Να απορρίψουμε το μοντέλο της χημικής βιομηχανοποιημένης γεωργίας. Να επιλέξουμε το μοντέλο της αγροτικής οικο-γεωργίας, που είναι λύση και για την κλιματική αλλαγή. Να επιλέξουμε την κατεύθυνση μιας αγροδιατροφικής οικονομίας των αναγκών και όχι των επιθυμιών, των μικρών αποστάσεων και της εγγύτητας μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης, της δίκαιης διανομής των τροφίμων –με αποφυγή των μεσαζόντων– μέσω δικτύων παραγωγο–αναλωτών και τοπικών αυτοδιαχειριζόμενων αγορών.
[…]
Ο χρόνος εξαντλείται, η διαδικασία επιταχύνεται με ανησυχητικό ρυθμό. Η αλλαγή του κλίματος ήδη επηρεάζει σοβαρά 325 εκατομμύρια ανθρώπους κάθε χρόνο –με 315.000 να πεθαίνουν από την πείνα, την ασθένεια και τις καιρικές καταστροφές που προκαλούνται από την αλλαγή του κλίματος. Ο ετήσιος αριθμός των νεκρών θα μπορούσε να ανέβει σε μισό εκατομμύριο έως το 2030, με 10 % του παγκόσμιου πληθυσμού που πλήττεται σοβαρά. Ως συνέπεια του αυξημένου άγχους που προκαλείται από την κλιματική κρίση στα εδάφη, τα φυτά και τα ζώα, οι γεωργικές αποδόσεις αναμένεται να πέσουν, ιδίως στις θερμότερες χώρες του Νότου. Ένα τέτοιο σενάριο θα προκαλέσει αφάνταστη ταλαιπωρία σε δισεκατομμύρια των ανθρώπων.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Γιώργου Κολέμπα και Γιάννη Μπίλλα «Για την Κοινότητα των Κοινοτήτων», Εκδόσεις των Συναδέλφων
https://www.epohi.gr/article/40727/h-eperhomenh-episitistikh-krish