Προλεγόμενα
Παρ’ όλο που η επιστολή είναι στοχευμένη θα πρέπει να ξεκαθαριστούν κάποια «πράγματα». Το «στίγμα» της, η ιστορική ελλαδική αριστερά, που αφορά τη βαλκανική προγραμματική συνεργασία της στα 1923-24 με τους εθνικιστές του VMRO (ΕΜΕΟ) για την αυτονομία της Μακεδονίας σε μια Βαλκανική Ομοσπονδία που αναιρέθηκε πλήρως στα 1935 όπως και την πρόθεση για την ανακήρυξη της αυτονομίας στη Μακεδονία στα 1949 από το Ζαχαριάδη, το πλήρωσε αποκλειστικά η ίδια, με δεκάδες δολοφονίες, εκτελέσεις, εξορίες φυλακίσεις, βασανιστήρια, εκτοπίσεις, απομόνωση, πείνα και φτώχεια, κοινωνικό αποκλεισμό. Χάθηκε από αυτά τα σφάλματα ο αφρός της ελληνικής νεολαίας σε δυο πολύτιμες περιόδους για να επικρατήσει η βαρβαρότητα της μοναρχοφασιστικής δεξιάς μέχρι και το 1974.
Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που εκ μέρους της μεγαλειότητάς του παραχώρησε τη Μακεδονία το 1916; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που κατέστησε τη χώρα αγγλικό και μετά αμερικανικό προτεκτοράτο; Μήπως δεν είναι η δεξιά παράταξη που συνεργάστηκε με τους ναζί, με τους εγγλέζους και επιδίωκε να κατευνάσει τον μουσολινικό παράγοντα που όλα έδειχναν ότι ετοιμαζόταν για επίθεση; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που ακύρωνε κόντρα στη λαϊκή αντιφασιστική θέληση το μέτωπο στην Αλβανία ενάντια στον ιταλικό φασισμό (έκθεση στρατηγού Καθηνιώτη-«Αι κυριότεραι στρατηγικαί φάσεις του πολέμου 1940-41», Αθήναι 1946); Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που με τους στρατηγούς της που διέπρεψαν στις κυβερνήσεις κουίσλιγκς και το Κάιρο που έδινε άδειες για το Άγιον Πάσχα στους επιτελείς όταν οι έλληνες στρατιώτες μάχονταν στα Ρούπελ ενάντια στους γερμανούς ναζί; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που αμέσως τα μάζεψε μαζί με το βασιλιά και φύγαν άρον-άρον στο Κάιρο προστατευόμενοι των Άγγλων; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που παρίστανε στην κατοχή ότι δεν είναι ώριμος ο καιρός για αντίσταση; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που όλοι σχεδόν οι ένοπλοι σχηματισμοί της συνεργάστηκαν σχεδόν σε όλη την περίοδο της κατοχής με τους μοναρχικούς, με τους ιταλούς, με τους βούλγαρους και τους ναζί; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που προστάτεψε τους ναζί στην αποχώρησή τους μαζί με τους Άγγλους (σχέδιο με την προκλητική ονομασία ΚΙΒΩΤΟΣ) το 1944 χτυπώντας ή υπονομεύοντας τον ΕΛΑΣ; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που βοήθησε τους ναζί εγκληματίες στα ολοκαυτώματα των χωριών και στα μπλόκα των πόλεων; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που σε όλη τη διάρκεια της κατοχής δεν ανάφερε ούτε σε μια της προκήρυξη τη λέξη «Κύπρος»; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που αναδύθηκε, χωρίς κανένα αγώνα στην κατοχή, στη διακυβέρνηση της χώρας μετά τις πρώτες ανά τω κόσμω ρίψεις ναπάλμ; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που έφερε τις αμερικανικές βάσεις, που έγραψε τη χώρα στο ΝΑΤΟ; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που έφτιαξε τα πρώτα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τα ονόμασε «Παρθενώνες»; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που ναρκοθέτησε τον κυπριακό αγώνα 1955-59; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που τα έκανε τακίμια με την Τουρκία μέχρι και το 1974; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που προσχώρησε στο βαλκανικό σύμφωνο με την Γιουγκοσλαβία (πώς λεγόταν τότε η FYROM;) και την Τουρκία το 1954; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που ετοίμασε το πραξικόπημα με τους αμερικάνους εντολοδόχους της για να περάσει η διχοτόμηση της Κύπρου ως ομοσπονδία ή διπλή ένωση; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που συνέχισε την κατευναστική πολιτική απέναντι στους «εχθρούς» εξ ανατολών; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που ο υπουργός εξωτερικών της (Α. Σαμαράς) έβαλε φαρδιά-πλατιά τη τζίφρα του για την ανεξαρτησία των χωρών της Γιουγκοσλαβίας (από ποιου την υπογραφή –με το δικαίωμα της αρνησικυρίας- προέκυψε το «σκοπιανό»;); Ας σταματήσουν να εγκαλούν την ιστορική αριστερά για τα λάθη της. Τα πλήρωσε η ίδια. Πότε πλήρωσαν οι άλλοι για τα εγκλήματά τους;
Ποιοι κατέβασαν τη σημaία από την Ακρόπολη; Ποιοι έκαναν την πρώτη εξέγερση στην κατεχόμενη Ευρώπη, στη Δράμα και θρήνησαν 3.000-5.000 νεκρούς; Ποιος βγήκε πρώτος στο βουνό με το ντουφέκι στον ώμο για την αντίσταση στην τριπλή ή τετραπλή (αλβανοτσάμηδες) κατοχή της Ελλάδας; Ποιος μίλησε για το 1821 και το έπραξε; Ποιοι οργάνωσαν συσσίτια για το λιμό; Ποιοι πρόταξαν τα στήθη τους στις πολύνεκρες διαδηλώσεις κατά των κατοχών κάθε τρεις και λίγο; Ποιοι βγήκαν με γκράδες, με μαχαίρια, με αγροτικά εργαλεία και εξυπνάδα και έκαναν την εμβληματική μάχη στο Φαρδύκαμπο; Ποιοι κατάφεραν να οργανώσουν τους ανθρώπους σε κάθε γωνιά της Ελλάδας; Ποιοι απελευθέρωσαν την Ελλάδα από τους κατακτητές; Ποιοι σύστησαν την Εθνική Αλληλεγγύη που είχε σε εκατοντάδες χωριά και γειτονιές πόλεων ιατρεία, φαρμακεία, αναρρωτήρια, νοσοκομεία; Ποιοι ήταν αυτοί που σθεναρά είπαν «όχι» (Σαμαρινιώτης-Τζίμας) στον απεσταλμένο του Τίτο, Βουκμάνοβιτς-Τέμπο και στο σχέδιο για τη Μακεδονία; Ποιοι ήταν αυτοί που διέλυσαν το σλαβικό τιτοϊκό ΣΝΟΦ που οι ίδιοι τον άφησαν να αναπτυχθεί ως αντίβαρο στον φασιστικό εκβουλγαρισμό; Ποιοι συκοφαντήθηκαν όσο κανείς άλλος για «ξεπούλημα της χώρας» με πλαστά έγγραφα (έρευνα Χάγκεν Φλάισερ, «Στέμμα και Σβάστικα», εκδόσεις Παπαζήση 1995) που ακόμα ανεμίζουν στις δεξιές κωλοσελίδες; Ποιοι ήταν αυτοί που άφησαν την ηγεσία τους να φτιάχνει Λίβανους, Καζέρτες και Βάρκιζες και που αυτοί το πλήρωσαν εν τέλει με δολοφονίες, εκτελέσεις, εξορίες φυλακίσεις, βασανιστήρια, εκτοπίσεις, απομόνωση, πείνα και φτώχεια, κοινωνικό αποκλεισμό; Ποιοι παραστάθηκαν στον αγώνα της Κύπρου τη δεκαετία του 50-60; Ποιοι βγήκαν στη χούντα και στη μεταπολίτευση να μιλήσουν για το έγκλημα στην Κύπρο;
Ένας υγιής πόθος για υπερβάσεις ας λογίζεται πρώτα το τι θέλει να κάνει κι ας βρει τις όχθες που χάσκουν για να φτιάξει τις γέφυρες. Οι κούρδοι μαχητές που προτάσσουν τη δημοκρατική αυτονομία και το συνομοσπονδισμό μας δείχνουν το δρόμο: ένας διεθνιστικός πατριωτισμός, μια ριζοσπαστική και εξισωτική χριστιανοσύνη όπου οι εθνικοί και θρησκευτικοί ανταγωνισμοί μπορούν να μετατραπούν σε μορφές αυτοδιεύθυνσης προβάλλοντας το διεθνισμό όχι μόνο ως σύνθημα αλλά ως έμπρακτο βίο. Είναι ένας επίπονος και επίμονος αγώνας, μια δύσκολη και σύνθετη διαδρομή που θα θέσει στην πράξη τους θεσμούς των διεθνικών-διαθρησκευτικών δημοκρατικών συμβουλίων στην ομοσπονδιακή και συνομοσπονδιακή τους προοπτική για όλα τα ζητήματα που αφορούν την ιστορία, την οικονομία, την πολιτική και τις κοινωνικές σχέσεις. Για αυτόν τον αγώνα, ο ελλαδικός χώρος, είναι γεωγραφικά αλλά και ιστορικά ιδανικός για έναν τέτοιο σημαντικό μετασχηματισμό. Ας ανασκουμπωθούμε λοιπόν.
Γιώργος Κυριακού
Ενάντια στη νέα «αντιεξουσιαστική» ΕΚΟΦ-ΚΝΕ
Κύριε, όχι μ αυτούς. Ας γίνει αλλιώς το θέλημά σου.
Γιώργος Σεφέρης «Υστερόγραφο»
Αυτή η επιστολή ελπίζω ότι θα πιάσει τόπο στους αποδέκτες της για να ενισχύσουν την επιχειρηματολογία τους -όχι απλά διαφυλάσσοντας το αναρχικό πρόταγμα αλλά- υπερασπίζοντας το δημόσιο χώρο από την «κινηματική» αστυνομία σκέψης που εδώ και καιρό έχει δώσει ευάριθμα δείγματα της δράσης της. Αφορμή για την παρούσα είναι η απαγόρευση εκδήλωσης της δημοκρατικής πατριωτικής κίνησης Άρδην στα Γιάννενα από αναρχικούς της πόλης που έχουν επωμισθεί την αρμοδιότητα της αστυνόμευσης ιδεών όπως και την ιδιοκτησία της «πόλης τους». Στην περί ου λόγος εκδήλωση θα θιγόταν ο επεκτατισμός της Τουρκίας και οι απειλές στο Αιγαίο, στην Κύπρο και στη Θράκη ενώ αυτή θα τεκμηριωνόταν σφαιρικά από την ιστορική επισκόπηση των 3 γενοκτονιών καθώς και μια σειρά διεθνώς παράνομων πράξεων στις οποίες έχει προβεί το τουρκικό κράτος από το 1924 και εντεύθεν. Η ατυχής χρήση από τους λογοκριτές αναρχικούς του ηρωικού Π. Πουλιόπουλου (ο Πουλιόπουλος θεωρούσε και τους έλληνες εργάτες-αγρότες αδέρφια του), η ανιστόρητη αφήγηση για την «ιμπεριαλιστική» Ελλάδα του 1821 μέχρι σήμερα, η υποστήριξη του έργου της μουσουλμανικής αλβανικής μειονότητας η οποία συμμετείχε με αναλογία 1:10 επί του συνολικού πληθυσμού της, σύμφωνα με το Ειδικό Δικαστήριο Δωσίλογων, στα εγκλήματα που διέπραξαν οι ιταλοί και γερμανοί κατακτητές συνεργαζόμενη μαζί τους, η αυθαίρετη προσομοίωση του δημοκρατικού πατριωτισμού με τον εγκληματικό ναζισμό θα ήταν αντεπιχειρήματα σε ένα δημοκρατικό διάλογο, απότοκο της εκδήλωσης αυτής. Όμως με κατηγορίες για τους «αριστερούς χρυσαυγίτες» του Άρδην, με απειλή καψίματος του έντυπου υλικού της εκδήλωσης, με απειλή να καταστρέψουν τα βιβλία της έκθεσης, με σπρωξίματα και απειλές, πριν καν ξεκινήσει η εκδήλωση κατέλαβαν τα έδρανα και πραγματοποίησαν την αντιεκδήλωση διώχνοντας τους συντελεστές. Ομιλητής ζήτησε να αποσυρθεί το όνομά του.
Σε συνέχεια έρευνας για τα Γιάννενα της κυρα-Παραφροσύνης, γεγονότα άλλα ήρθαν να συμπληρώσουν μια εικόνα για απειλές σε φίλους και μέλη πατριωτικών κινήσεων, με ύβρεις και απειλές στο δρόμο και εν ώρα εργασίας τους μπροστά σε συναδέλφους τους, ακόμα και μπροστά στα παιδιά τους πριν και μετά το συλλαλητήριο για το ζήτημα της υπογραφής συμφωνίας με τη διπλανή χώρα που διεκδικεί ως εθνικό, το γεωγραφικό προσδιορισμό «Μακεδονία». Δίπλα σε αυτά βεβαίως έχουν προκύψει καταστροφές σε δυο καταστήματα (κρεοπωλείο-ιχθυοπωλείο) από υπερασπιστές των ζώων γνωστούς και ως αντισπισιστές.
Από μια άλλη, μικρή πόλη, την Πάτρα, γεγονότα όπως επιθέσεις σε αρκετά κρεοπωλεία των κυρ-Μήτσων της γειτονιάς, το 3 φορές σπάσιμο γραφείων φοιτητικής παράταξης κυπρίων που έχουν σύμβολο την ελληνική σημαία (άρα «φασίστες»), ο ξυλοδαρμός μέλους του ΕΠΑΜ ως σε «φασίστα» σε εκδήλωση διαμαρτυρίας για πλειστηριασμό κατοικίας, η συνεχής στοχοποίηση δραστήριων μελών του πολιτικού χώρου στην Πάτρα που οι θέσεις τους κρίνονται αρκούντως πατριωτικές είναι ένα άλλο δείγμα αυτής της παρακμής.
Αυτό το δείγμα γραφής σε δυο μικρές πόλεις όπως στα Γιάννενα και στην Πάτρα έρχεται σε άμεση σύνδεση με τα όσα έχουν συμβεί παραδειγματικά στις δυο μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, γεγονότα που έχουν ξεκινήσει την τελευταία 20ετία από τους πανεπιστημιακούς χώρους και επεκτάθηκαν. Συλλογικότητες σε όλη την Ελλάδα προέβησαν σε τέτοιες ή ανάλογες ενέργειες ή προτίθενται να προβούν. Στην Κύπρο μάλιστα ο αντίφα χώρος στοιχίζεται με την ιμπεριαλιστική λύση της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας ενώ οι ινστρούχτορές του αναφωνούν ότι «ο αντι-ομοσπονδιακός λόγος δεν μπορεί παρά να είναι εθνικιστικός». Εδώ και μια 20ετία τουλάχιστον έχει ξεκινήσει ένα πόλεμος με όλα σχεδόν τα μέσα και με κύριο επιχείρημα την εξίσωση του δημοκρατικού πατριωτισμού με το φασισμό. Η μηδενιστική εξέγερση του χειμώνα του 2008-09, που αν εξαιρέσει κανείς τις μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού τοπικές ή εργατικές συνελεύσεις που έσωσαν μια καλή πλευρά αυτής Δεκεμβριανής καρικατούρας, με τα ανιστόρητα «όχι άλλη Βάρκιζα», έδωσε μια ώθηση σε έναν ακτιβισμό, σε μια «πράξη» που συμπύκνωσε όλες τις αντικοινωνικές επινοήσεις του χώρου αυτού. Ο Δεκέμβρης του 2008, μια σύμπραξη συστημικής γραμμής έμμεσης υποστήριξης από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ, εντύπων όπως η «Ελευθεροτυπία» και η «Αυγή» και της συσπείρωσης μιας νεολαίας που εκδικούνταν για το δολοφονημένο Αλέξη απογείωσε όλες τις «αντιεξουσιαστικές» προκαταλήψεις και αδιέξοδα, σε μια σχεδόν τυφλή βία και πρόκληση επεισοδίων. Ο Δεκέμβρης του ’08 ή τα Δεκεμβριανά του ’08 όπως, χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ, αποκαλούνται, ήταν αυτά που νομιμοποίησαν κάθε άσκηση βίας και καταστολής στο δημόσιο χώρο και αιτιολόγησαν την ίδρυση περιστασιακών σωμάτων αστυνομίας σκέψης. Τα θέματα ήταν από την προηγούμενη δεκαετία οργανωμένα από μια αντίφα που συλλήβδην κατονόμαζε –οιονεί- ως φασιστική, κάθε ιδέα προσέγγισης του πατριωτισμού.
Στη δεδομένη συγκυρία που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ βρίσκεται στριμωγμένη μετά από τις μνημονιακές της κυβιστήσεις, τις φιλοΝΑΤΟϊκές της παραχωρήσεις μετά από ένα σύνολο εφαρμογών της φιλελεύθερης ατζέντας σε κοινωνικό επίπεδο που δημιούργησε διχασμούς και διχοτομήσεις, πάτησε την κόκκινη γραμμή αναγνωρίζοντας ως μακεδονικό έθνος τον σλαβικό και αλβανικό πληθυσμό της διπλανής χώρας. Οι έντονες αντιδράσεις του πληθυσμού που εκφράστηκαν ειρηνικά και (θεσμικά) δημοκρατικά στα μεγάλα συλλαλητήρια βαφτίστηκαν φασιστικές από τις ενέργειες μιας έτοιμης δράκας ναζί, των εκτρωμάτων της και των παραφυάδων της. Είναι φανερό ότι η εφαρμογή των δύο άκρων αλά Τσίπρα επιδιώκει σε αντίστροφη αντιστοιχία με τη «θεωρία» των δύο άκρων των Σαμαρά-Βενιζέλου να ενισχύσει τη μια πλευρά, άτυπα, ταυτίζοντας κάθε φασιστική ενέργεια με την εναντίωση του 75% του ελλαδικού λαού -σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις- με την πρόσφατη συμφωνία στους Ψαράδες.
Θέλει πολύ μεγάλη προσοχή η περίοδος καθότι το ακροδεξιό τμήμα επιδιώκει να αγκαλιάζει με ακραίες ενέργειες (Μπαρμπαρούσης) αυτό το τμήμα του πληθυσμού που εξεγείρεται κατά της συμφωνίας. Είτε η Χρυσή Αβγή είτε ένα «μακεδονικό» κόμμα Βορείου Ελλάδας (ΜπαλτακοφραγκουλοφαηλΑΝΕΛοσκορπισμένοι) με το αντίπαλο δέος μιας χρήσιμης αντίφα θα μπορέσει να βοηθήσει την κυβέρνηση να αντιμετωπίσει τα αντιπολιτευτικά εκτοπίσματα των όψιμων πατριωτών τύπου Μητσοτάκη-Γεννηματούς στηριζόμενη και κινηματικά στις αντιφά αποφύσεις της- η διάλυση των ΚΙΝΑΛ τα λέει όλα. Εδώ ένα κάθαρμα όπως ο Μπουτάρης που δέχτηκε επίθεση από κάτι παρακμιακούς φιλοφασίστες έγινε ο νέος Λαμπράκης. Ο Τσίπρας κάτω από μια επικοινωνιακή εφαρμογή δεν θα μπορούσε να γίνει ο έλληνας Αλιέντε; Ας προσέξουν οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες το πατριωτικό κλίμα που δημιουργείται-όχι μόνο τις παρεκτροπές του. Ο ΣΥΡΙΖΑ επιθυμεί ένα τεταμένο κλίμα, ενδιαφέρεται να έχει τους παραστρατιωτικούς του. Και η ιδεολογική συγκολλητική ουσία είναι απολύτως η ίδια: «ο πατριωτισμός είναι φασισμός».
Ιδιαίτερα οι σύντροφοι που τελευταία μιλάνε για «λαϊκά μέτωπα», για «εφόδους προς τον ουρανό», για «αντι-ιμπεριαλισμό», για το «προλεταριάτο», ας κάνουν τον κόπο να συγχρωτισθούν με το λαό, αυτό το λαό που πάντα το χνώτο του μύριζε πατριωτισμό. Ας κάνουν τον κόπο να ξαναδιαβάσουν την ιστορία όπου ο μεγάλος πατριωτικός αγώνας ήταν ο μοναδικός αντιφασιστικός αγώνας που γέννησε την επανάσταση τον Οκτώβρη του 1940 και τελείωσε μαζί με τον Άρη στις 15 Ιουνίου 1945 στη Μεσούντα.
Ποια είναι όμως η ιδεολογική αυτή συγκολλητική ύλη για τη νέα κινηματική αστυνομία σκέψης και φρονηματισμού;
1)Το υποκείμενο «άγρια νεολαία» που τη δεκαετία του ’80 ήρθε να αντικαταστήσει την «εργατική τάξη» προκειμένου να μεταλλάξει αναρχικούς της δεκαετίας του ’70 ή «να αφήσει» άλλους «πίσω» ήταν αυτό που στη δεκαετία του ’90 απέκτησε προμηθεϊκές διαστάσεις. Σ’ αυτό δεν ήταν καθόλου αμέτοχη η νέα φουρνιά διανοουμένων, δημοσιολόγων κλπ. που ώθησαν την κοινωνία σε μυθεύματα περί της νεολαίας «που ξέρει πιο πολλά» καλώντας την σε ένα παιχνίδι κατανάλωσης και ψήφων. Η παιδοκεντρικές παραθεωρήσεις, οι φιλονεολαιίστικες φαντασιώσεις αποδόμησαν την εκπαιδευτική διαδικασία σε μια εμψυχωτική φενάκη όπου οι μαθητικές καταλήψεις και η συνειδητή αμορφωσιά όφειλαν να είναι το κερασάκι στην τούρτα. Έτσι η «άγρια νεολαία» πήρε τα χαρακτηριστικά του επαναστατικού υποκειμένου σε μια ατέρμονη διαδικασία παράτασης της εφηβείας, διασποράς της αδρεναλίνης και των ορμονών και ιδιαίτερα στις μέρες μας που τα γηρατειά ή η ωρίμανση περίπου τελούν υπό απαγόρευση.
2)Η «νεολαία» ως «επαναστατικό υποκείμενο» δεν θα μπορούσε παρά μόνο σε αγώνες να επιβεβαιωθεί. Η καταστολή λοιπόν, η αστυνομική βία, οι διώξεις και οι φυλακίσεις, αυτό το οργανωμένο «αντανακλαστικό» που με θεσμικό τρόμο κατοχυρώνει τις επιλογές του κράτους, με τη βία και την απειλή της, έγινε ο βασικός προσανατολισμός επιβεβαίωσης του επαναστατικού υποκειμένου. Έγινε ο «κόμβος» που «διαπερνά το κοινωνικό ζήτημα» και αυτοσκοπός που επιβεβαιώνει την ύπαρξη του χώρου. Έτσι η πρόκληση επεισοδίων έγινε ο βασικός προορισμός αγώνων και της συνέχειάς τους που αφορούσαν τις συλλήψεις, διώξεις, προφυλακίσεις, δίκες, φυλακίσεις. Ένας ατέρμονος διάκοσμος από απλές ενέργειες, ληστείες μέχρι και ένοπλες δράσεις και ειδικά μετά το Δεκέμβρη του 2008, χαρακτήρισαν αυτό το χώρο.
3)Μοιραία λοιπόν κάθε έννοια προγράμματος και πολιτικής προοπτικής οργάνωσης του ίδιου του χώρου κατέληγε ως «εξουσιαστική» αν δεν έφτανε στην άμεση διάσπαση. Πολύ δε περισσότερο κάθε απόπειρα να περιγραφτεί μελλοντικά μια ελευθεριακή κοινωνία, να τεθούν οι όροι ενός κινήματος μαζικού (αμεσο)δημοκρατικού κατέληξαν σε πλήρη αποτυχία. Ο μέσος αναρχικός εκφράζεται με την «ελευθερία από» κι όχι με την «ελευθερία για». Αυτό τον απομακρύνει από την έννοια της ευθύνης-από κει και ο αναρχικός όρος «αυτοδιεύθυνση» και το κράτος-πατέρας με την πιο βίαιη έκφρασή του προβάλει ως ο μόνιμος στόχος ενός ανολοκλήρωτου και διαρκώς ανώριμου εφήβου.
4)Η ελιτίστικη αντίληψη του χώρου «εμείς και η κοινωνία» απομάκρυνε ίσως από την πατερναλιστική αντίληψη της αριστεράς για το τι θέλει η εργατική τάξη και η κοινωνία, αλλά διείσδυσε μέσα στην ανάδυση ενός νέου υποκειμένου που διαρκώς διαχωρίζει, τον εαυτό του από την κοινωνία. Στην αρχή οι επικρίσεις για τη μικροαστική ελληνική κοινωνία προχώρησαν, μετά την έκρηξη του μεταναστευτικού και των εθνικών ζητημάτων, σε επικρίσεις για τη ρατσιστική και εθνικιστική κοινωνία. Η άνοδος της ΧΑ επέτρεψε και την σύμπηξη όλων αυτών των επικρίσεων στην εναντίωση στο φασισμό. Αυτό έχει να κάνει και σε σημαντικό βαθμό ότι το μεγαλύτερο τμήμα του χώρου δεν προέρχεται από την πληβειακή, εργατική τάξη. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως το μεγαλύτερο μέρος του Δεκέμβρη ακόμα και συμβολικά ήταν φερμένο από τα Βόρεια Προάστια (σε αντίθεση με το αθηναϊκό Κέντρο της καθημερινότητας) τα οποία δεν δέχτηκαν σχεδόν καμιά επίθεση σε όλη τη διάρκεια της διαμαρτυρίας για το δολοφονημένο Γρηγορόπουλο.
5)Οι ανιστόρητες αφηγήσεις στην καλύτερη των περιπτώσεων κατατείνουν στην αφήγηση της σύγκρουσης των δυο εθνικισμών. Αυτή η «θεωρία» που αδυνατεί να επιβεβαιωθεί στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής καθότι κυριαρχούν οι εθνικοί αγώνες κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά και οι επιβουλές των μεγάλων δυνάμεων και βασίζεται στην νεωτερική κατασκευή του έθνους έχει προχωρήσει στην αβάσιμη προσπάθειά της να στηριχθεί στη διαχρονική επιθετικότητα της Ελλάδας. Είτε διότι οι επικρίσεις οφείλουν δεοντολογικά να φτάνουν αποκλειστικά μέχρι τον ημέτερο ταξικό εχθρό είτε διότι καινοφανείς αντιλήψεις αλλοεθνικισμού δίνουν ολοκληρωμένες απαντήσεις προς τον εγχώριο εθνικισμό, ένα επικίνδυνο ρεύμα ανθελληνικού ρατσισμού έχει πλέον στο χώρο αποκτήσει τεράστια ερείσματα και μάλιστα στο πλαίσιο ενός αντιφασισμού.
Δείγματα γραφής
1)Η εφεύρεση των νέων υποκειμένων είναι η διαρκής αδυναμία στη σύνθεση. Ο νεολαίος, το ΛΟΑΤ+, η γυναίκα, ο μετανάστης, ο τρελός, ο φυλακισμένος κλπ. δεν ήταν παρά οι ψηφίδες που δεν συντέθηκαν με την εργατική τάξη που ήταν το παραδοσιακό επαναστατικό υποκείμενο ή εν τέλει με ένα αδιευκρίνιστο κοινωνικό υποκείμενο καταπιεσμένων που θα αγωνιστεί για την κομούνα της κομούνας. Στο μεταξύ η αναβάθμιση της εργατικής τάξης ήταν αυτή που ωστόσο απομάκρυνε τους αναρχικούς από το ταξικό ζήτημα παρά τη συμμετοχή τους σε μια περίοδο που στη μεταπολίτευση ήταν κορυφαία. Δεν είναι τυχαίο ότι ο αναρχικός χώρος και ιδιαίτερα μετά το 80-90 εγκολπώθηκε τα παιδιά της μικροαστικής-μεσαίας τάξης με πιο σημαντική περίοδο του 2008. Από την άλλη η πρώιμη και ατσούμπαλη μίμηση της εργατικής κουλτούρας από τμήμα του χώρου δεν είναι παρά ένας κακότεχνος προσεταιρισμός για αυτό και δεν πείθει. Η ανακάλυψη του κομουνισμού και του αδιάλλακτου ταξικού αγώνα από αναρχικούς ενώ γεμίζει το κενό προτάγματος λειτουργεί ως δείγμα μιας νέας μονομανίας.
2)Η παραβατικότητα ως πρόταγμα πρυτανεύει ως δεδομένη πολιτική πράξη. Η κινηματική παράβαση ενάντια στην κατεστημένη τάξη πράγματων δεν είναι παρά η συλλογική δράση αλλά και η υποκειμενική ανάγκη για μια δίκαιη κοινωνία. Δεν είναι αυτοσκοπός, είναι η σύγκρουση με την τάξη πραγμάτων για να δημιουργήσει μια δικαιότερη. Η παραβατικότητα εκ μέρους τμήματος της κοινωνίας όσο κι αν είναι συμπαθής αν δεν έχει διέξοδο στη μαζική κοινωνική δράση δεν είναι παρά ένα έδαφος για να αναπτυχθεί μια διαίρεση του υποκειμένου. Ιστορικό παράδειγμα αποτελεί -χωρίς άλλο- η δράση του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ και προσωπικά του Άρη Βελουχιώτη, μέσω της οποίας επηρεάστηκαν π.χ. οι κατσαπλιάδες Καραλίβανοι κι έγιναν αγωνιστές της αντίστασης. Στις μέρες μας παρατηρείται το αντίθετο. Μικρή είναι η απόσταση χρόνου που ο Γρηγοράκος, ο Στεφανάκος, ο Βλαστός θα μπουν στο πάνθεο των κοινωνικών αγωνιστών.
3)Η αποθέωση της παραβατικότητας και η ιεροποίηση της φυλάκισης ανέδειξε το ζήτημα των φυλακισμένων ως το κορυφαίο. Η έννοια της αλληλεγγύης βρέθηκε να απολογείται αποκλειστικά σχεδόν στο ζήτημα των φυλακισμένων. Ο φυλακισμένος είναι μέρος του τοτέμ της φυλής. Συνεπώς και κάθε πράξη του είναι θεμιτή και τέτοια που να πλησιάζει περισσότερο από κάθε άλλη την επανάσταση. Αποτέλεσμα; Πολλοί φυλακισμένοι, με ρημαγμένες ζωές στη φυλακή για ένα αδειανό πουκάμισο και μια Ελένη.
4)Κι αν η φυλακή είναι ιερή τότε ο πιο σημαντικός λόγος για αυτήν δεν είναι άλλος από το ένοπλο κίνημα που πλησιάζει περισσότερο από κάθε άλλη πράξη του παραβατικού ανθρώπου στην επανάσταση. Έτσι το αναμφισβήτητο ένοπλο για τις σεβαστές επιλογές του καθενός που αποφάσισε να λύσει με κάποια όπλα το κοινωνικό ζήτημα και να μπει φυλακή για μας είναι ένα διαχρονικό ταμπού. Τοτέμ χωρίς ταμπού υπάρχει για τις σύγχρονες φυλές της αναρχίας;
5)Το δόγμα «η καταστολή είναι το κομβικό σημείο του κοινωνικού ζητήματος» αποδείχθηκε μια πομφόλυγα. Όχι μόνο γιατί δεν δημιούργησε κανένα πολιτισμό πέρα από αυτόν του φραπέ στην Ευελπίδων αλλά διότι έχει επιφέρει ένα αδιέξοδο μέχρι σήμερα. Έγινε αυτοσκοπός, η σύγκρουση, λόγω της αντίληψης ότι αυτή θα επιφέρει «εκτροπή» εφόσον θα εξεγερθούν οι μάζες. Η καταστολή όμως και μάλιστα η μελετημένη ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 κατάφερε να δημιουργήσει τρομερές απώλειες και μια άνευ προηγουμένου σπατάλη ενέργειας. Το τρίπτυχο: χώσιμο-συλλήψεις-συμπαράσταση είναι ένας αέναος φαύλος κύκλος που δεν έχει βοηθήσει σε καμιά περίπτωση το κίνημα. Αντίθετα το έχει εγκλωβίσει, από την οραματική μιας άλλης κοινωνίας, στην καταστροφή.
6)Το «αντί» δεν έχει τέλος. Ακόμα και οι πιο «θετικές» προσπάθειες στο χώρο για τη διατύπωση προτάγματος χωλαίνουν, δεν έχουν τίποτε να πουν στο σήμερα. Βλέπει κανείς όλη αυτή τη ζημιά που προκάλεσε ο ετεροκαθορισμός με το κράτος, την αριστερά, τα κόμματα κλπ. Η κουλτούρα αυτή, του να προτάξεις έχει γίνει κι αυτή μια μακρινή υπόθεση που συνδέεται περισσότερο με το εκεί και χθες (π.χ Ισπανία ’36) παρά για το εδώ και τώρα. Όσοι αναγνωρίζουν στη δημοκρατία την κυριαρχία, βασίζονται στην τυραννία της έλλειψης δομών που καθιστά τους αρχηγίσκους ως το μέσο συνοχής. Μια πλατιά διαδικασία (αμεσο)δημοκρατική θα τους έβαζε όλους αυτούς στο περιθώριο και στη θέση τους. Μια ευρύτερη κοινωνική διεργασία θα έβγαζε την αναρχία από τη γυάλα της. Η άτσαλη σύνδεση με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ από τμήμα του χώρου έχει μεν ανοίξει μια δυνατότητα σε βάθος χρόνου αλλά λόγω της προσκόλλησης και του ελλείμματος κριτικής προσέγγισης φαίνεται ανέλπιδη.
7)Το «εμείς και η κοινωνία», πέρα από αναληθές έγινε και το αδιέξοδο. Όσο κι αν νέες προσπάθειες επιδιώκουν να συνδεθούν με την κοινωνία αυτό παραμένει σε ένα επίπεδο ρητορικής και διαφοροποίησης από το άλλο κομμάτι, το «αντικοινωνικό». Αιτία παραμένει η ανειλικρινής προσέγγιση των κοινωνικών ζητημάτων και η ανειλικρινής έλλειψη αυτοκριτικής. Αποτέλεσμα; Ένα χάσμα που βαθαίνει χωρίς δυνατότητες ανασκόπησης και αναπροσδιορισμού. Η αναλύσεις παραπέμπουν σε μια απολογητική έως θρασεία πρόσληψη της κατάστασης καθότι αυτή η κοινωνία είναι ένα συνονθύλευμα μικροαστών, εθνικιστών, φασιστών, ρατσιστών. Το «εμείς μέσα στην κοινωνία» που θα μπορούσε να μοιάζει με αληθινό είναι πολύ μακρινό καθότι άλλες ενασχολήσεις και κυρίως ο μικροηγεμονισμός δεν μπορεί να ξεδιπλώσει δυνατότητες και προοπτικές.
8)Τα κέντρο είναι παντού, η περιφέρεια είναι πουθενά. Όσες προσπάθειες αναδύθηκαν ακόμα κι αυτές που μίλησαν ή υπονοήσαν την περιφερειοποίηση της δράσης των αναρχικών ξεκινούσαν από το κέντρο χωρίς προοπτική αποκέντρωσης. «Το κέντρο είναι παντού και η περιφέρεια πουθενά» που θα μπορούσε να είναι το θριαμβευτικό σύνθημα της αστικής ανάπτυξης ανταποκρίνεται πλήρως στο σύγχρονο αναρχικό ιδεώδες της αστικής προσκόλλησης και αυτοαναπαραγωγής. Ακόμα και όσες ομάδες δρουν αποκεντρωμένα, σε γειτονιές η πρώτη τους δουλειά είναι να αναμετρηθούν με τις κεντρικές δράσεις και για κεντρικές επιλογές: αντιφασιστικό, φυλακισμένοι, περιστασιακά γεγονότα στο κέντρο κλπ. Η πρωτεύουσα της αναρχίας, τα Εξάρχεια, είναι παντού.
9)Ο μικροηγεμονισμός ως κληρονομία της πιο κακής εκδοχής του αστικού μας βίου και της αριστεράς κυριάρχησε ως κουλτούρα συνεννόησης και σύμπραξης. Καμιά εμπιστοσύνη στο σύντροφο που διαφωνεί, κανένας διάλογος, καμιά ένδειξη συνεργατικότητας. Αυτό που απόμεινε είναι το «ένα σύνθημα που όλους μας ενώνει». Αυτό δεν δημιούργησε μόνο μια κουλτούρα κωφών και άλαλων. Ενδυνάμωσε και μια κουλτούρα κυριαρχίας αρχηγίσκων, μικρών δηλαδή αρχηγών που μέσω της μεγέθυνσης των διαφορών που οι ίδιοι επιτάσσουν μέσα από άτυπες δομές σε ομαδοποιήσεις δημιουργούν τις απαραίτητες ρωγμές και εμφυλίους. Από δω εμείς και από κει αυτοί. Έτσι δημιουργείται ακόμα μεγαλύτερο χάσμα: φραστικά σχήματα αποκτούν την έννοια της επίθεσης για ένα πόλεμο που δεν τελειώνει ποτέ όταν μια κλανιά ακούγεται σαν κανονιά.
10)Ο εθνομηδενισμός ως θεωρία για τον τερματισμό του εθνικισμού κατέληξε σε μια κωμικοτραγωδία υπεράσπισης του άλλου εθνικισμού, έγινε αλλοεθνικισμός. Απ’ το Αιγαίο που «ανήκει στα ψάρια του» μέχρι και τον «ελληνικό ιμπεριαλισμό» που επιτίθεται σε όλες τις άλλες χώρες έγιναν καραμέλες και συνθήματα μαζικής κατανάλωσης μέσα στο κίνημα. Απόρροια αυτού είναι η άνοδος της άκρας δεξιάς στο να «λύσει» αυτά τα ζητήματα. Από κει και πέρα «καθαρίζει» το antifa μέτωπο με τις παρατάθηκες του για την κοινωνία-χαβούζα (στην οποία βεβαίως ανήκει).
Ακόμα δεν έχουμε πιάσει πάτο
Ο αναρχικός χώρος ή όπως αλλιώς μπορεί να ονομαστεί αυτό το παράξενο συνονθύλευμα ιδεολογικών τάσεων, αισθητικής και συμπεριφορών βρίσκεται στην πιο παρακμιακή του φάση από την εποχή της μεταπολίτευσης. Χωρίς όμως να γίνεται αποδεκτή ως παραδοχή, μια συγκολλητική ουσία με το χθες κάνει αυτή την παρακμή πιο αναγνωρίσιμη μιας και αυτή δεν ξεφύτρωσε από το πουθενά αλλά μέσα από τα σπλάχνα του ίδιου του χώρου. Ένα σύνολο από γεγονότα που έχουν συμβεί και έχουν είτε τραβήξει το φως της δημοσιότητας είναι συμπτώματα μιας συνολικής παρακμής, μια αρρώστιας συμπτώματα, που αγγίζουν όλο το φάσμα του χώρου πέρα από τις διαφορετικές ή διαφοροποιημένες θεωρητικές και πρακτικές κατευθύνσεις. Έτσι μια προσπάθεια υπέρβασης της κατάστασης αυτής πρέπει να βάλει βαθιά το μαχαίρι στο κόκαλο κι όχι να ξεμπερδέψει εύκολα με κοινωνιολογικές αναλύσεις ή, για λόγους ασύμβατους με την κληρονομημένη μας ηθική, να χαϊδέψει τα νέα αυτά φαινόμενα. Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε και στους εαυτούς μας την αιτία αυτής της νέας τάξης πραγμάτων στο χώρο, θα πρέπει να μιλήσουμε για τις διαχρονικές ευθύνες μας, θα πρέπει ανεξάρτητα από το ιδιαίτερο ιδεολογικό έδαφος που πατάμε, σήμερα, να αφηγηθούμε το πώς δένει η παρακμή του σήμερα με τις αδυναμίες του χθες. Μα πάνω απ’ όλα να ομολογήσουμε ότι έχουμε πιάσει πάτο. Για να μπορέσουμε να σηκωθούμε.
Συνεπώς, η σημερινή απόλυτη κατάντια που έχει περιπέσει ο χώρος δεν αποτελεί παρά μια έσχατη συνέπεια ενός κόμβου εγγενών λαθών τα οποία περίπου συνεχίζονται χωρίς διέξοδο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η «άμυνα» απέναντι στον «κανιβαλισμό» είναι μόνο μια προσωρινή λύση, λειτουργεί κατασταλτικά και μάλιστα δημιουργεί ένα συντριπτικό άλλοθι στην εποχή της σύγχυσης για τη συνέχιση ακόμα περισσότερων δειγμάτων αυτής της παρακμής. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν θα τελειώσει αυτός ο φαύλος κύκλος «κανιβαλισμός-κινηματική καταστολή-εσωτερική όξυνση» και θα ανοίξει ακόμα περισσότερο με απρόβλεπτες διαστάσεις. Εξ’ άλλου δεν πρέπει να ξεχνάμε ή να ξεχνάνε όσοι βρισκόμαστε ή βρίσκονται στη θέση του τιμητή ότι στο παρελθόν ανοίξαμε και άνοιξαν αυτό το δρόμο στους νεότερους. Το φάρμακο δεν είναι άλλο από το κόψιμο του ομφάλιου λώρου με τις ψευδοκινηματικές ψευδοδιαδικασίες, είναι η αυτοανάπτυξη των συνιστωσών αυτού του χώρου και η σύντονη προσπάθεια με δυο αφετηρίες παραδοχής της ήττας και της παρακμής: α)η δημιουργία ιδεολογικού-θεωρητικού φόρουμ με αντικείμενο τα καυτά ζητήματα του καιρού μας β)δημιουργία επιτροπής καλής θέλησης προκειμένου να αμβλύνει τις εντάσεις καλώντας σε συναντήσεις τα εμπλεκόμενα μέρη. Οτιδήποτε άλλο εντάσσεται σε μια συντηρητική τάση της διατήρησης μικρών μπακάλικων πολιτικής απέναντι στα σούπερ μάρκετ του πολιτικού συστήματος.
Τα γεγονότα-ώ γέγονε γέγονε;
Η δυσοσμία που αναδύεται από τις σχέσεις μεταξύ πολιτικών κρατουμένων στις φυλακές, οι επιθέσεις με υδροχλωρικό οξύ που έχουν στόχο τους είδη μαζικής κατανάλωσης σε σούπερ μάρκετ, οι επιθέσεις αντισπισιστών στον κρεοπώλη της γειτονιάς, το κάθε τρεις και λίγο, επεισόδια, στα Εξάρχεια, οι αναρχικές φιλοξενίες κυπρίων που διατείνονται για μια κρατική ρατσιστική λύση που διαχωρίζει δυο εθνότητες στο νησί, το «έλληνες είστε και φαίνεστε», ο διάλογος κωφών στο αθηναϊκό ιντιμέντια, το σπάσιμο του Εναλλακτικού Βιβλιοπωλείου, οι απαγορεύσεις εκδηλώσεων, οι αναρτήσεις άλλων εθνικών σημαιών φαίνονται να είναι τα συμπτώματα μιας ασθένειας που κατατρύχει τον πιο επαναστατικό οργανισμό της κοινωνίας μας-όπως διατείνεται πως είναι. Η κατρακύλα θα συνεχίζεται όσο το φιλελεύθερο πρόταγμα της εποχής μας για την ιδιώτευση θριαμβεύει μέσα στην κινηματική ουρά του, όσο οι εναπομείνασες αξίες της μικροηγεμόνευσης συμβαδίζουν με την κληρονομημένη παράδοση του σεχταρισμού, όσο η μετά το ’68 ώθηση της δημιουργίας νέων επαναστατικών υποκειμένων θα διαλύει κάθε επαναστατική διάθεση των νέων.
Α)ένοπλο-πολιτικοί κρατούμενοι:
Ιδού ένα τοτέμ, ένα απαράβατο ιερό, για το οποίο ο αναρχικός χώρος αρνείται συστηματικά να προβεί σε συμπεράσματα συνεχίζοντας ένα πολύ σοβαρό αδιέξοδο μιας δράσης που παράγει δυστυχία και τέρατα. Μετά από την ιταλική (η οποία συγκρότησε ένα σοβαρότατο πεδίο διαλόγου) και τη γερμανική εμπειρία, η ελληνική εμπειρία του ενόπλου δε δημιούργησε κανένα μα κανένα έδαφος στο οποίο θα μπορούσαν να τεθούν στα σοβαρά τόσο οι συνθήκες της ελληνικής ιδιαιτερότητας όσο και οι λόγοι για τους οποίους προέκυψε και προκύπτει η ήττα. Σήμερα ερχόμαστε να γίνουμε θεατές ενός θεάτρου παραλόγου, με προσωπικότητες που έχουν αποκτήσει οι λεπτομέρειες της ζωής τους στη φυλακή κεντρική σημασία. Η αβίαστη παραδοχή της αναγκαιότητας ύπαρξης της ένοπλης πτέρυγας σε ένα επαναστατικό κίνημα, χωρίς την ανάπτυξη μιας αφήγησης για το σήμερα έχει επισκιάσει κάθε δυνατότητα. Το μαχαίρι στο λαιμό για κάθε οπλισμένο σπουργίτη που πιάνει η κρατική ξόβεργα με όλη της την άνεση, λειτουργεί εκβιαστικά και ανασταλτικά σε κάθε δυνατότητα κοινωνικής εξωστρέφειας, σε κάθε δυνατότητα κριτικής και αποτίμησης. Το τρίπτυχο σύλληψη-φυλάκιση-συμπαράσταση είναι ένας ανυπέρβλητος όγκος δραστηριότητας που καλύπτει κάθε δυνατότητα για κοινωνική δράση, ένας αδιαπραγμάτευτος όρος για την ύπαρξη μιας αποδεκτής δράσης. Είτε από πλευράς ηθικού διλήμματος είτε από πλευράς πολιτικού διλήμματος έτσι όπως έχει επικρατήσει ως ο ακρογωνιαίος λίθος της αναρχικής δράσης, η συμπαράσταση στους πολιτικούς κρατούμενους είναι μια δράση εκ των ων ουκ άνευ. Είναι σαν μια ρουτίνα χωρίς όρους κριτικής, χωρίς όρους διαλόγου για την αναγκαιότητά του στο σήμερα. Κι ας γεμίζουν οι φυλακές με ανθρώπους που δεν προλαβαίνουν να ρίξουν ούτε την ντουφεκιά της τιμής. Τίποτε δεν φαίνεται να ανακόπτει αυτήν την εξέλιξη. Τα όσα συνέβησαν πριν καιρό στις φυλακές δεν μπορούν να εκληφθούν ως ένδειξη του αδιεξόδου στο οποίο περιήλθαν άνθρωποι ακολουθώντας τυφλά γενικευμένες διαπιστώσεις. Αδυνατούν να εκληφθούν τα γεγονότα αυτά ως τραγωδίες έξω και πέρα από ιδεολογήματα και δήθεν στιβαρές αναλύσεις.
Κι αντί οι απ’ έξω να περιορίζουν αυτές τις δυσάρεστες καταστάσεις μεταξύ ανθρώπων που σε αυτούς κυριαρχεί η ανθρώπινη ουσία, η τραγωδία δηλαδή της ανθρώπινης φύσης που όσο πιο έγκλειστη είναι τόσο συμπεριφέρεται τραγικά και μάλιστα όταν διαψεύδεται η προσδοκία, υποδαυλίζεται με τη δημιουργία παρατάξεων που εντείνει τη σύγκρουση. Από την άλλη, άλλοι, κάνουν ότι δεν βλέπουν και αρνούνται στο όνομα της ουδετεροφιλίας να κάνουν μια ιδιαιτέρως δύσκολη δουλειά για τη γεφύρωση του χάσματος μέσα. Λες και οι κρατούμενοι έχουν μόνο ανάγκη για είδη υγιεινής και είδη κατανάλωσης από κυλικείο της φυλακής ή ανάγκη μόνο από βιβλία και ενημέρωση. Πρέπει να «μαζευτεί» η κατάσταση αυτή που διαρκώς εκτροχιάζεται: πολιτικοί κρατούμενοι προδιαγράφουν την εκτέλεση άλλου ο οποίος θα τους βοηθήσει σε σχέδιο απόδρασης, πολιτικοί κρατούμενοι έχουν συνάψει σχέσεις με ανθρώπους της νύχτας, πολιτικοί κρατούμενοι κατονομάζουν κάποιους για μεταμελημένους και καταδότες, άλλοι το ίδιο για τους άλλους, πολιτικοί κρατούμενοι απειλούν άλλους πολιτικούς κρατούμενους, πολιτικοί κρατούμενοι χτυπούν άλλους πολιτικούς κρατούμενους, πολιτικός κρατούμενος καταγγέλλεται ως κοινός τραμπούκος και άνθρωπος με διασυνδέσεις με τον υπόκοσμο, κλπ, κλπ. Μέχρι πού μπορεί να φτάσει αυτό; Πόσες τραγωδίες ακόμα επιθυμούμε να δούμε; Πότε θα συζητήσουμε για το ένοπλο και ειδικά μετά την συντριπτική αποτυχία του; Πότε θα συζητήσουμε για το ένοπλο που μόνο τραγωδίες άφησε; Το 2002 δεν δίδαξε σε κανένα τίποτα; Πότε θα μας διδάξει το 2018;
Β)Επίθεση σε τρόφιμα μαζικής κατανάλωσης:
Ποια είναι σχέση μας με ανθρώπους σαν κι αυτούς που τοποθετούν με σύριγγα υδροχλωρικό οξύ σε τρόφιμα μαζικής κατανάλωσης; Τι μας συνδέει με το περίφημο μαυροπράσινο μέτωπο; Πώς αυτά τα παράσιτα που ενσαρκώνουν μυθικούς ήρωες της ξένης λογοτεχνίας που παριστάνουν τους αγγέλους του κακού, αντιμετωπίζονται σαν να πρόκειται για συντρόφους με τους οποίους απλά διαφωνούμε; Πώς αποκτούν ένα νόημα συζήτησης για το ποιόν της ενέργειάς τους σαν να πρόκειται για δράσεις υπό συζήτηση; Μήπως έχουμε χάσει τα αυγά και τα πασχάλια; Μήπως η ιδεοληψία που κουβαλάει μαζί της ένα εργαλειακό λόγο εναντίωσης στο κράτος την νομιμοποιεί ως τμήμα ενός διαλόγου τον οποίο και καταργεί; Όταν η εναντίωση στο κράτος καταστεί ιδεολόγημα του κάθε σίριαλ κίλερ στο μέλλον, μήπως τότε θα είναι αργά;
Γ)Επίθεση στον κυρ-Μήτσο τον κρεοπώλη:
Τον κυρ-Μήτσο της γειτονιάς στοχεύουν κοινά κωλόπαιδα που έχουν ενδυθεί την υπόθεση της προστασίας του ζωικού βασιλείου με την αναρχική σφραγίδα. Θα μπορούσε κανείς να τους δει στο δάσος να επιβιώνουν κάτω από δυσμενείς συνθήκες για να πάρει μια δόση αλήθειας από αυτές που μεταξύ άλλων εκφράζουν κι όχι με την παρουσία τους στις συνθήκες της μητρόπολης να στοχεύουν το κάθε σουβλατζίδικο της γειτονιάς. Πράγματι οι συνθήκες ζωής των ζώων και σφαγής τους τις οποίες καταγγέλλουν δεν συνάδουν σε καμιά περίπτωση με την ιερότητα που έχει η κάθε ζωή. Γενιές ολόκληρες που έζησαν με την κτηνοτροφία, τη βοσκή και το κυνήγι, ποτέ δε είχαν φτάσει στην ύβρη. Πράγματι αυτή η κοινωνία είναι μια ύβρις. Όμως δεν μας εξηγούν τα κωλόπαιδα της μεσοαστικής τάξης με το αναρχικό ένδυμα το πώς θα ξεφύγουμε από αυτόν το φαύλο κύκλο πέρα από το να ενοχοποιούν τις λαϊκές μάζες για την προτίμησή τους στο φτηνό κρέας. Ποιος θα μαζέψει αυτά τα κωλόπαιδα, ποιος θα θέσει το ζήτημα της οικολογίας, της συμβίωσης με τις άλλες μορφές που επιβιώνουν στον πλανήτη εντάσσοντας και τον άνθρωπο που είναι δέσμιος της αστικοποίησης και της κυριαρχίας;
Δ)Τα παιδιά του real estate Εξαρχείων:
Είπε ποτέ κανείς, έχει εξηγήσει σε αυτά νεαρά παιδιά που «τα σπάνε» κάθε τρεις και λίγο στα Εξάρχεια ότι δουλεύουν για το real estate της περιοχής; Εξήγησε κανείς ότι το σχέδιο για την μετατροπή της περιοχής σε ζώνη διασκέδασης τύπου Ψειρή επιθυμεί πρώτα απ’ όλα το διώξιμο των κατοίκων και την αρπαγή κοψοχρονιά των κατοικιών, πράγμα το οποίο επιτυγχάνουν με τη συνδρομή της αστυνομίας; Ποιος είπε σε αυτά τα παιδάκια ότι αυτή τη γειτονιά που βοηθούν προς την παρακμή της, ένα τμήμα του κεφαλαίου τη βλέπει και σαν οδηγό για το πώς παρακμάζουν ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα για να παραδοθούν στο κεφάλαιο και στους επιχειρηματίες της διασκέδασης; Μήπως αυτό δεν επιχειρήθηκε στου Αγίου Παντελεήμονα; Αυτό δεν έγινε στην Κουμουνδούρου, κάποτε παλιά στην Πλάκα κι αλλού, κι αλλού; Όμως ποιος θα το πει και δεν θα σηκωθεί η πέτρα που σήκωνε κάποτε να τον χτυπήσει; Δεν το λέει παρά αυτός που κάποτε τα έκανε μπάχαλο και σήμερα είτε γιατί η ηλικία είναι πεπρωμένο είτε γιατί άλλαξε μυαλά έρχεται στη θέση άλλων που του έλεγαν τα ίδια. Κι αυτό σηματοδοτεί μια υποκρισία που γίνεται κοινωνική υποκρισία γίνεται θεσμός. Η αυτοκριτική που δεν υπάρχει κάνει για μια φορά ακόμα το θαύμα της: να καταστρέφει τις δυνατότητες της κριτικής. Ποιος όμως έχει τα κότσια να καταργήσει το «μύθο» του;
Ε)Ο αλλοεθνικισμός ως υπεράσπιση του άλλου εθνικισμού:
Το χτύπημα στο Εναλλακτικό βιβλιοπωλείο, η ανάρτηση σιωνιστικών σημαιών έξω από το Ίδρυμα Κακογιάννη ως αντιδιαδήλωση στη διαδήλωση ενάντια στο ισραηλινό κράτος, οι σημαίες σε διαδηλώσεις του FSA, οι καταλήψεις-προκεχωρημένα φυλάκια της προώθησης ενός ισλαμισμού και των «πολυφυλετικών εξεγέρσεων» (μετά τον 8ο-5ο αιώνα π.Χ. στην Ελλάδα καταργήθηκαν οι φυλές και έδωσαν τη θέση τους στην πολιτική οργάνωση των δήμων), οι πολλαπλές αφίσες που μιλούν για την ιμπεριαλιστική Ελλάδα ή που σιγοντάρουν την εξωτερική πολιτική των άλλων χωρών, η ανάδειξη του «μακεδονικού» έθνους και της προώθησης της αλυτρωτικής πολιτικής του, η στοχοποίηση ανθρώπων διανοούμενων που έχουν έναν αμυντικό πατριωτικό λόγο καθώς και οι επιθέσεις σε εκδηλώσεις, οι πολλές εκδηλώσεις υποστήριξης της ιμπεριαλιστικής φιλοτουρκικής διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας στην Κύπρο είναι πολύ σοβαρές ενδείξεις ότι η παρακμή του αναρχικού χώρου είναι προ πολλού συντασσόμενη με τη γραμμή των πανεπιστημίων. Με τη γραμμή Λιάκου-Αναγνωστοπούλου καθώς και του δημοσιογραφικού κουαρτέτου «ΙΟΣ» της Ελευθεροτυπίας που ξεκίνησε ουσιαστικά όλη αυτή τη δουλειά.
ΣΤ)Ο διάλογος κωφών στο αθηναϊκό ιντιμέντια:
Ένα πλήθος από σχολιασμούς σε ένα χώρο ασυναρτησιών, ανευθυνότητας, ανωνυμίας έχει καταβαραθρώσει τον κινηματικό διάλογο σε μια επικίνδυνη εκτροπή. Η υποταγή στην απομακρυσμένη, ανεύθυνη, και επιζήμια πολεμική όλων εναντίον όλων αν εξαιρέσουμε τη λογοκρισία που υπάρχει (και μάλιστα πολλές φορές χωρίς την υποχρεωτική ανάρτηση στα «κρυμμένα» προκειμένου να φεύγουν κι από την ιστορία κείμενα ενοχλητικά), καθιστά το χώρο του διαλόγου ένα διάλογο μεταξύ κωφών. Χωρίς τον άμεσο συσχετισμό των ανθρώπων που διαφωνούν, μεγαλώνουν τα τείχη δικαίων και αδίκων, εντείνονται οι έριδες κι ο δημοκρατικός διάλογος πρόσωπο με πρόσωπο γίνεται όλο και πιο μακρινός.
Ζ)Η καταστροφή της κληρονομιάς:
Τα χτυπήματα σε ναούς συνοικιακούς, οι καταστροφές μνημείων της βυζαντινής αρχαιολογίας καθώς και οι επιθέσεις σε μνημεία της νεώτερης-κλασικής αισθητικής, οι βανδαλισμοί σε κινηματογράφους ως προπύργια της «μπουρζουαζίας» δείχνουν ότι μια απαίδευτη τάση ανθρώπων επιδιώκουν αν εγκαθιδρύσουν ένα καθεστώς τρόμου, μια οργουελιανή «ελευθεριακή» γκλόμπαλ αισθητική στην πόλη της Αθήνας όπου χάνεται μαζί με την ιστορικότητά της και η νέα δημιουργία η οποία θα συνθέσει με το παλιό.
Η)Οι παλιοί και οι νέοι:
Οι όποιες επιδιώξεις και προσπάθειες τακτοποίησης στα του χώρου με εμβληματικό πεδίο τα Εξάρχεια προσκρούουν σε ένα πολύ σοβαρό κενό. Την έλλειψη ειλικρίνειας από την πλευρά των παλιών να επωμιστούν τις ευθύνες τους για τη σημερινή κατρακύλα. Τα παιδιά τους, οι νέοι, δεν θα μπορούσαν παρά να είναι χειρότεροι από τους ίδιους. Ποιοι τους δίδαξαν αυτά που έμαθαν άλλωστε; Έτσι, η έλλειψη αυτοκριτικής και ιδιαίτερα με τον ταυτόχρονο αναπροσανατολισμό σε «κοινωνικά πεδία», σε «κοινωνικούς αγώνες», «μέσα στην κοινωνία», «δίπλα και μέσα στην εργατική τάξη» κλπ. δημιουργεί μια επιπλέον σύγχυση, γιατί «τα παιδιά τους», τους βλέπουν ξαφνικά σε νέους ρόλους από αυτούς με τους οποίους τους γνώρισαν. Κάθε προηγούμενη γενιά συγκρούστηκε για αντίστοιχους λόγους με την προηγούμενή της μέχρι να συγκρουστεί με τους επόμενους. Ανάμεσα στην εφηβεία και στην ενηλικίωση δεν υπάρχει ούτε μια σταγόνα αυτοκριτικής που να εξηγεί και να ερμηνεύει στους νέους ανθρώπους για το ποσοστό της ευθύνης της. «Εμείς δεν είμασταν έτσι, είμασταν καλύτεροι». Οπωσδήποτε! Για αυτό πέφτει και το μήλο απ’ τη μηλιά!
Οι λόγοι της αλλοεθνικιστικής παρέκκλισης του αναρχικού χώρου
1)Ο ένας λόγος είναι γενικός και αφορά τον εκφυλισμό του παγκόσμιου οριζόντιου, επαναστατικού κινήματος σε ξεχωριστά «κινήματα», σε ξεχωριστά «υποκείμενα», αρχής γενομένης από το νεολαιίστικο «κίνημα» ως το νέο «υποκείμενο» απ’ το Μάη ’68. Η συνέχεια προέβλεπε τη διαρκή του διάσπαση σε υποκείμενα-κατόχους ξεχωριστών αναμφισβήτητων δικαιωμάτων που όμως τυγχάνουν της ίδιας αντιμετώπισης και ξεχωριστά με τα προηγούμενα που είχαν προβληθεί εμβληματικά π.χ. η εργατική τάξη. Αναδύθηκαν μοιραία ως ξεχωριστά υποκείμενα (γυναίκα, τρελός, ομοφυλόφιλος, τσιγγάνος, πόρνη, αρνητής στράτευσης κλπ.) που όμως δεν έμπαιναν στο ενιαίο πλάνο για την επαναστατική δράση. Εντός της υπεράσπισης διαχωρισμένων υποκειμένων προστέθηκαν και τα «νέα» διαχωρισμένα δικαιώματα του μετανάστη, του πρόσφυγα, του ξένου κλπ. Οι πολλές δυσμενείς οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στην Κεντρική και Δυτική Ευρώπη και ειδικά μετά την πετρελαϊκή κρίση, πράγματι, επιδείνωσαν τη θέση των μεταναστών που ήταν ήδη πολίτες β κατηγορίας. Η αριστερά και το αναρχικό κίνημα που θα μπορούσαν να ενσωματώνουν όλα τα ξεχωριστά υποκείμενα μετατράπηκαν σε χώρους υπεράσπισης ξεχωριστών υποκείμενων, προγραμμάτων και προταγμάτων. Μάλιστα δε, η θέση του μετανάστη, πρόσφυγα, ξένου απέκτησε προνομιακές διαστάσεις στο κίνημα ή στα κινήματα όταν κατέρρευσε η πολιτική των κρατών της Δύσης για διαπολιτισμικές και πολυπολιτισμικές προσεγγίσεις. Ήταν υποκριτική και αντιφατική η πολιτική αυτή εφόσον από τη μια γκετοποιούσαν τους μετανάστες και από την άλλη τους ωθούσαν να διατηρήσουν τις ξεχωριστές τους ταυτότητες. Συνέπεια; αναγέννησαν τα τέρατα του εθνικισμού και του θρησκευτικού φανατισμού στην Ευρώπη. Αυτές οι προσεγγίσεις που υιοθετήθηκαν από τα κινήματα (με και χωρίς εισαγωγικά) όρθωσαν τα τείχη των εθνικών-θρησκευτικών κοινοτήτων στις μητροπόλεις με αποτέλεσμα τις ξεχωριστές τους παράλληλες αναπτύξεις. Οι διαρκείς κρίσεις, η είσοδος όλο και περισσότερων μεταναστών όρθωσε ακόμα περισσότερο τα τείχη δίπλα στις συγκυρίες της νέας τάξης πραγμάτων μετά το ‘90. Τόσο ο ισλαμοφασιστικός πόλος ρητορεύοντας με ένα κακοχωνεμένο αντιιμπεριαλισμό επένδυε στο θρησκευτικό μίσος όσο και ο ακροδεξιός φασιστικός πόλος, απότοκος της αποικιοκρατικής ρατσιστικής ιδεολογίας επένδυε εναντίον της παγκοσμιοποίησης επαναφέροντας τα εθνικά ιδεώδη και με πρόσχημα τις ευρωπαϊκές κοινωνικές κατακτήσεις (βλέπε ΖΜ Λεπέν στη Γαλλία, «Εναλλακτική» για τη Γερμανία, πολιτική Κουρτς στην Αυστρία, δόγμα Ορμπάν στην Ουγγαρία κλπ). Η αριστερά και οι αναρχικοί βρέθηκαν μαζί να υπερασπίζονται τα δικαιώματα του μετανάστη ως ξεχωριστά, του ξένου ενάντια στον ανερχόμενο φασισμό δίπλα σε ΜΚΟ, σε διάφορες συστημικές οργανώσεις που δρούσαν αποκλειστικά για το μεταναστευτικό. Έτσι, ο αντιεθνικισμός, ο αντιρατσισμός, ο αντιφασισμός που με έναν τρόπο πρακτικό απέκτησαν τη δυναμική «θεωρίας» παραγκώνισαν το κεντρικό ζήτημα της γενικότερης μετάβασης προς μια οριζόντια κοινωνία, δεν συντέθηκαν μαζί του. Με κάποιο τρόπο κατάντησαν, οιονεί, οι αποκλειστικές του προϋποθέσεις. Οι συνθετικές κοσμογονίες, στην Τσιάπας, των ζαπατίστας και ειδικά στη Ροζάβα των κούρδων που τοποθετούν το εθνικό-θρησκευτικό ζήτημα σε δομές υπέρβασης των ανταγωνισμών ελάχιστα θα απασχολήσουν το οριζόντιο κίνημα.
2)Ο άλλος λόγος αφορά τη μίμηση ή αλλιώς την αυτούσια μεταφορά ιδεολογικών προτύπων και αναλυτικών «εργαλείων». Αυτό δεν είναι τωρινό φαινόμενο αλλά διαχρονικό και ιστορικά τεκμηριωμένο. Αφορά στην προετοιμασία συγκρότησης των κρατών και απαντάται ως τυπολογία σε όλο τον αποικιοκρατούμενο ή εξαρτημένο κόσμο της περιφέρειας από τις αρχές του 20ου αιώνα. Η μεταφορά της αισθητικής, του «αρώματος» της αστικής τάξης σε ένα συνονθύλευμα γαιοκτητικής-εμπορομεσιτικής-θρησκευτικής και ενίοτε εφοπλιστικής αριστοκρατίας, ενός συνονθυλεύματος κρατικοδίαιτου και αντιπαραγωγικού, η μεταφορά εκ μέρους των μαρξιστών του δίπολου εργατική τάξη-αστική τάξη σε λαούς που ήταν παραδοσιακά τεχνίτες, αγρότες, μικρέμποροι, μικροϊδιοκτήτες είναι κάποια από τα χτυπητά παραδείγματα αυτής της ιστορικής μίμησης. Κυρίαρχα πρότυπα καλλιεργήθηκαν από το δυνάστη αποικιοκράτη στον δυναστευόμενο, από το κίνημα της μεγάλης δύναμης στο κίνημα της εξαρτημένης ή αποικιοποιημένης περιφέρειας. Αντίστοιχα και στην «ελλαδική» αποικία ή αλλιώς δευτερεύοντας παρασιτικός μοχλός του δυτικού καπιταλιστικού μοντέλου-απόφυση της Δύσης, ο αντιεξουσιαστικός πόλος αναπαράγει ως δεδομένα όλα τα κεκτημένα από τα αντίστοιχα κινήματα της Δύσης. Αυτό σημαίνει ότι δεν πρόκειται για μια εποικοδομητική αφομοίωση με βάση τις ημεδαπές συνθήκες αλλά μια σχεδόν απόλυτη μεταφορά των κυρίαρχων κινηματικών προτύπων δράσης, αισθητικής, λόγου κλπ. και μάλιστα στη φάση που αυτό προσπερνά το επαναστατικό ιδεώδες και απολήγει στο μεταμοντέρνο. Μοιραία λοιπόν ως απολήξεις των δυτικών επιρροών δεν θα μπορούσε παρά να επικρατήσει η μεταφορά προτύπων αναλύσεων και δράσεων που περιγράφονται παραπάνω. Η αποτυχία όλης αυτής της μεταφοράς προτύπων με κυρίαρχη τη μεταφορά του antifa μετώπου είναι χαρακτηριστική.
3)Έτερος λόγος αφορά στην εμπέδωση της μεταμοντέρνας αφήγησης της ιστορίας. Η κατάργηση των μεγάλων αφηγήσεων στο όνομα της μικροϊστορίας ή αφηγήματος όχι μόνο δεν ενέταξε τις ξεχωριστές περιπτώσεις αυτών στην ενιαία μεγάλη αφήγηση, έτσι ώστε να την εκσυγχρονίσει, να την εμπλουτίσει και να της δώσει ριζοσπαστικό περιεχόμενο, αλλά τις εξύψωσε και πήραν τη θέση της. Έτσι τα γεγονότα της μικροϊστορίας επενδυμένα με μεθόδους της κοινωνικής ανθρωπολογίας βρέθηκαν σε θέση να αναιρούν εκ θεμελίων τη μεγάλη αφήγηση κι όχι να τη συνθέτουν ή συμπληρώνουν. Βαθμιαία ο χώρος της αμφισβήτησης βρέθηκε πολύ κοντά, ιδεολογικά, στο χώρο της νέας διανόησης των χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων που κατακεραύνωναν τη μεγάλη αφήγηση ως πλασματική, ως κατασκευή κλπ. Οι εθνικές ιστορίες έγιναν «κατασκευές», τα έθνη πήραν τη θέση τους ως αποτελέσματος του μοντέρνου κράτους κλπ. κλπ. Για τις αποικίες ή εξαρτημένες αποφύσεις της Δύσης, «η φωνή του αφεντικού» επίτασσε πλέον μια «προοδευτική» και βολική αφήγηση με εξισώσεις αποικιοκράτη-αποικιοκρατούμενου, δυνάστη-δυναστευόμενου κλπ. Έτσι, η οθωμανική αυτοκρατορία στο νέο «φαντασιακό» ήταν μια παιδική χαρά εθνών και θρησκειών, οι εθνικοαπελευθερωτικοί αγώνες έγιναν εθνικιστικοί. Ας πάρουμε ως παράδειγμα την αφήγηση για την Κύπρο: τα επιστημονικά επιτελεία που δούλεψαν σε αυτήν την κατεύθυνση δεν είχαν άλλο περιεχόμενο από την εξίσωση των δυο εθνικισμών, την επένδυση σε μια νέα εθνική «κυπριακή» ταυτότητα και την προώθηση της ΔΔΟ. Σε αυτήν την κατεύθυνση δούλεψαν τα ΜΜΕ, τα Πανεπιστήμια, οι φορείς που χρηματοδοτούνταν, οι ΜΚΟ, οι οργανώσεις κλπ. «Εκάνανέν μας τζιαι κάναμέν τους» είναι η μόνιμη επωδός για ένα φαινόμενο που περιγράφει ή «αφηγείται» την ταύτιση του επεκτατικού σοβινισμού με τον ιστορικό πατριωτικό αλυτρωτισμό και με τις ανέξοδες εθνικιστικές κορώνες, στο σήμερα. Τοιουτοτρόπως η ΕΟΚΑ μέσω αυτού του αφηγήματος ήταν μια «εθνικιστική» οργάνωση που ιδρύθηκε για να εκτελεί αριστερούς και τουρκοκυπρίους. Για τους αστέρες της νέας διανόησης η ΕΟΚΑ ήταν αντίστοιχη ή ίδια με την ΤΜΤ, το δολοφονικό όργανο της Άγκυρας. Η εξίσωση του θύματος με τον θύτη έχει το κύριο βάρος σε αυτήν την νέα «αφήγηση», που δεν είναι και τόσο νέα αλλά επιχειρείται συστηματικά για την ανάπλαση όλων των μετααποικιακών αφηγήσεων στις αποικίες, με πολιτικές σκοπιμότητες. Εγκλήματα κάτω από ανεξέλεγκτες καταστάσεις που έγιναν εις βάρος τ/κ, το ‘63, το ’67 ή το ’74 συγκρίνονται με μια συστηματική και οργανωμένη άσκηση βίας: με τις βόμβες ναπάλμ στην Τυλληρία, με την εισβολή το 1974, με την κατοχή και την εκδίωξη 200.000 προσφύγων από τις εστίες τους, με τη δημιουργία εντάσεων που έχει στόχο τη διχοτόμηση (taksim). Ακόμα και η εισβολή θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε, όχι γιατί ήταν σχέδιο της Τουρκίας -ήδη από το 1956 εκπονημένο από το σχεδιαστή της εξωτερικής πολιτικής Νιχάτ Ερίμ- αλλά διότι οι πραξικοπηματίες θα πραγματοποιούσαν «γενοκτονία» των τ/κ, όταν από τη 15η μέχρι και την 20η Ιουλίου δεν είχε πειραχτεί ούτε ένας τ/κ. Για να ακολουθήσουν μετά την εισβολή, εγκλήματα από οπλισμένους τραμπούκους, από ανεξέλεγκτους οπλοφόρους που πιθανόν να ανήκαν σε μια διαλυμένη και μη ελεγχόμενη ΕΟΚΑ β ή ήταν από αλλού οπλισμένοι. Κι αν ισχύει αυτή η εξήγηση, γιατί δεν αποχώρησε ο τουρκικός στρατός μετά την «ειρηνευτική» πρωτοβουλία που πήρε; Αυτή ήταν η αφήγηση που σταδιακά ταύτισε την ΕΟΚΑ με τη μεταγενέστερη ΕΟΚΑ β’, ενώ η τετραετία ‘55-’59 είχε αναδείξει μια ΕΟΚΑ όχι των κάποιων δεκάδων οπλοφόρων αλλά της πάνδημης συμμετοχής αγροτών, εργατών, μαθητών-μαθητριών, σπουδαστών, γυναικών του λαού κλπ. Ένας εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας που είχε κρεμασμένους, δολοφονημένους, εκτελεσμένους, εξόριστους, τραυματίες, δαρμένους, βασανισμένους μέχρι και παιδιά, μετατρέπεται στη νέα αφήγηση, ένας εθνικιστικός αγώνας με ό,τι συνεπάγεται αρνητικό για τον εθνικισμό στο σήμερα. Οι περιστάσεις που αφορούσαν εκτροπές μετατράπηκαν, για το νέο αφήγημα, σε κανόνα. Έτσι θα εξισωθεί αντίστοιχα για κάποιους άλλους αντιεξουσιαστές, ο αγώνας των παλαιστινίων ενάντια στην κατοχή των σιωνιστών ισραηλιτών και τις όποιες του δύσοσμες εκτροπές, με την εισβολή, την κατοχή, την εθνοκάθαρση των αράβων και τα τετελεσμένα του εποικισμού.
Οι αναρχικοί και το εθνικό ζήτημα
Η αναγνώριση του εθνικού αυτοκαθορισμού για όλους τους λαούς της γης είναι απαραίτητος όρος για τη συνεργασία τους αφού υπάρχουν άλυτα ζητήματα που προέκυψαν και συνεχίζουν να προκύπτουν από κάθε λογής επεκτατισμούς μέχρι και σήμερα. Το ίδιο το έθνος-κράτος αυτή την εποχή τείνει να ξεπερνιέται από τους διεθνείς οργανισμούς που συγκροτούνται σε νέες αυτοκρατορίες ή συμμαχίες στο πλαίσιο της επέκτασης του καπιταλισμού και από την άλλη, γίνεται έρμαιο μιας αντίρροπης τάσης τυχοδιωκτών, εθνικιστών που επενδύουν στα εθνικά δίκαια. Αυτά αποτελούν το βασικό υλικό χειρισμού από την πλευρά της κρατικής γραφειοκρατίας και της αγοράς υπό το βάρος και την οδύνη μιας επίπλαστης σταθερότητας γεωπολιτικών συσχετισμών που –τι ειρωνεία- αλλάζουν. Οι υπαρκτοί εθνικοί ανταγωνισμοί κάτω από το βάρος της γλώσσας, της θρησκείας, της ιστορίας και της γεωγραφίας που αποτελούν τους βασικούς πυλώνες του έθνους-κράτους θα δημιουργούν τέρατα και νέους πολέμους. Τα εθνικά ζητήματα και ιδιαίτερα το κυπριακό, όσον αφορά την προσέγγισή τους από τον αναρχικό χώρο που έχει αποδεχθεί έναν συνδυασμό μιας κοσμοπολίτικης φιλελεύθερης αντίληψης και μιας ιστορικής ριζοσπαστικής για της χώρες της Κ&Δ Ευρώπης, επισημαίνουν 3 σοβαρά αδιέξοδα:
1)το αδιέξοδο των εφαρμογών της εθνοκρατικής ολοκλήρωσης από πλευράς ενός υποδουλωμένου έθνους όπως, ιστορικά, το ελληνικό: το κράτος ως πολιτικογεωγραφικός προσδιορισμός καταστρέφει ριζικά κάθε δυνατότητα αυτορρύθμισης και συνεργασίας εφόσον α)αποτελεί τον τοποτηρητή συστημάτων οικονομικής ανισότητας της καπιταλιστικής περιφέρειας και των κληρονομημένων κοινωνικών διακρίσεων β)προσαρτά βίαια κοινότητες που διαφέρουν τα χαρακτηριστικά τους από το κυρίαρχο πρότυπο, γ)εκδιώκει κοινότητες από τον ιστορικό τους τόπο, δ)απομακρύνει κάθε δυνατότητα συνεργασιών και γεφύρωσης των εθνικών-θρησκευτικών-πολιτισμικών διαφορών. Έτσι, ενώ είναι ιστορικά ταυτόσημο με την διάλυση ενός αποικιοκρατικού/δεσποτικού πολιτικού συστήματος, το εθνοκράτος το υποκαθιστά μέσω της αποδοχής μετάβασης των λειτουργιών του σε μια νέα ιεραρχία στην πλέον φαεινή εκδοχή του αστικού κοινοβουλευτισμού ή άλλων πολιτικών εκδοχών.
2)το αδιέξοδο της καταστροφικής διευθέτησης από τις δυνάμεις του ιμπεριαλισμού: οι λύσεις από πλευράς μεγάλων δυνάμεων είναι προσαρμοσμένες στη λογική της διείσδυσης μέσω του «διαίρει και βασίλευε» εκμεταλλευόμενες τις όποιες αντιφάσεις και διαφορές. Στην περίπτωση των ελληνο-τουρκικών διαφορών υπό την επίβλεψη του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, καθιστά το ελεγχόμενο έδαφος ένα πεδίο γεωπολιτικής αναπαραγωγής υπερδυνάμεων και σε θέατρο συγκρούσεων ή απειλών εισβολής. Η περεταίρω αυτονόμηση της Τουρκίας και η μετατροπή της σε μια επεκτατική τοπική υπερδύναμη εντείνει αυτές τις αντιφάσεις. Έτσι, βαθαίνει η εξάρτηση, ως αντίδοτο, απέναντι στην απειλή της Τουρκίας.
3)το αδιέξοδο της ετεροκαθορισμένης λογικής του συμψηφισμού της βίας μεταξύ εθνικών κοινοτήτων: παραγνωρίζοντας τους εξωτερικούς παράγοντες και δίνοντας έμφαση και απόλυτη ευθύνη στις εσωτερικές αντιφάσεις περιορίζονται οι δυνατότητες μιας συνθετικής ανασκόπησης. Χαρακτηριστικός είναι ο συμψηφισμός της «σύγκρουσης των δυο εθνικισμών» που ακυρώνει το βασικό υλικό ενός ανταγωνισμού και κάνει αδύναμη κάθε σύγκριση: το ένα έθνος-κράτος είναι παράγωγο ενός απελευθερωτικού πολέμου και το άλλο έθνος-κράτος είναι κληρονόμος μιας αυτοκρατορίας.
Τα εθνικά ζητήματα με ειδικό βάρος το καθένα σε αυτόν τον ιστορικό χώρο θα μπορούσαμε να πούμε ότι συνδέονται αναπόσπαστα με τα κοινωνικά στο βαθμό που τα πρώτα αναγνωρίζονται ως κυρίαρχα. Έτσι, στην περιοχή των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής ένας ενιαίος «κανόνας» κυριαρχεί φέροντας τα εθνικά ζητήματα συναρτώμενα με τα οικονομικά, τα κοινωνικά, τα πολιτικά και το οικολογικό.
-Πεδίο δράσης, διεκδίκησης, κατοχής, επιρροής, δημιουργίας διαδρόμου των ηγεμονικών δυνάμεων. Βαθμιαία ως ραγδαία, μετατοπίσεις, μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου λόγω του πολυπολικού συστήματος και της έναρξης μεγάλων πολιτικών-οικονομικών και κοινωνικών κρίσεων. Η ευρύτερη περιοχή είναι διάδρομος πολιτικών, οικονομικών και στρατιωτικών επεκτάσεων είτε προς τη μεριά της Μ. Ανατολής είτε προς τη μεριά του Αιγαίου-ΝΑ Μεσογείου.
-Εφαρμογή του εθνικού κρατικού προτύπου (έδαφος, γλώσσα, λαός) με βάση και προοπτική την πολιτική, οικονομική, κοινωνική ανισότητα στο όνομα της λαϊκής κυριαρχίας, του πολιτισμού και της ευνομίας.
-Η συμμετοχή σε πολέμους αλλού είναι ιστορικά ένα «σχολείο»-πρότυπο για την πολιτική και στρατιωτική προετοιμασία κάθε εθνικού αγώνα. Άρα και πεδίο μεταφοράς κυρίαρχων προτύπων στην ιδιαίτερη πατρίδα.
-Ο πρωτεύων ρόλος της διασποράς, ως ρόλος εκμάθησης, τροφοδότησης και εμφύτευσης-στήριξης προτύπων διοίκησης.
-Διχασμός ανάμεσα σε απολυταρχικά και κοινοβουλευτικά πρότυπα διοίκησης-εναλλαγές καθεστώτων, πραξικοπήματα.
-Δημιουργία του μειονοτικού ζητήματος ως εφεδρεία για την περεταίρω αποσταθεροποίηση της επιβεβλημένης σταθερότητας.
-Διχασμός στην εθνική «αστική» τάξη ή άρχουσα τάξη. Η ίδια αποτελεί συνονθύλευμα κατάλοιπων της γαιοκτητικής, θρησκευτικής, εμπορομεσιτικής αριστοκρατίας (στην περίπτωση της Ελλάδας και η εφοπλιστική) η οποία ποτέ δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στο πρότυπο της κεντροδυτικής Ευρώπης. Περεταίρω τριτογενοποίηση των οικονομιών-βάθεμα των εξαρτήσεων, ιδιαίτερα μετά τη λήξη του ψυχρού πολέμου το 1990.
-Έντονος διχασμός έως και ένοπλη, εμφύλια σύγκρουση ως έκφραση της δημιουργίας δυο πόλων στο «εσωτερικό», με υποδαύλιση έως ανοιχτή υποστήριξη από το «εξωτερικό».
-Ιστορικές ταξικές συγκρούσεις ανάμεσα στους αγρότες, άκληρους, μικροϊδιοκτήτες και τους τσιφλικάδες-τιμαριούχους-γαιοκτήμονες. Ιστορική άνοδος του εργατικού κινήματος με διαχείριση από κομμουνιστικά, σοσιαλιστικά ή σοσιαλίζοντα με εθνικούς στόχους, κόμματα. Η φθορά τους, η μεταλλαγή τους και η αφομοίωσή τους από το πολιτικό σύστημα σε βαλκανικό χώρο είναι κοινή κυρίως μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου καθώς και η υπαγωγή τους με ηγεμονικές επιλογές.
-Σημαντική παρουσία της θρησκευτικής πίστης καθώς και των ιεραρχιών που την τυποποιούν προωθώντας μισαλλόδοξα πρότυπα. Σημαντικός παράγοντας είναι η ιστορική ταύτιση ή ο διχασμός έθνους-θρησκείας. Εμπόδιο σε νεωτερικές κοινωνικές αλλαγές.
-Ιστορικό αντιαποικιακών αγώνων σε ένα σύμπλεγμα με τους ανταγωνισμούς των διεθνών ηγεμονιών που ως αντιμαχόμενες αλληλοϋπονομεύονται, είτε ως ενωμένες καταστέλλουν τάσεις ανεξαρτησίας ή εθνικής ενσωμάτωσης.
-Αποτυχία ή ανεκπλήρωτη υπόσχεση της συμμαχίας με τον «εχθρό του εχθρού».
-Ανειλικρινείς επιδιώξεις συμμαχιών με διαψεύσεις επί αμφισβητούμενων περιοχών-νέες κατοχές με την υποστήριξη της ηγεμονίας.
-Επέκταση του νεοφιλελεύθερου ιδεώδους, ειδικά μετά τη δεκαετία του ’90, παγίωση των χαρακτηριστικών του, λειτουργία του ως προτύπου για τον κοινωνικό και οικονομικό εκσυγχρονισμό, δηλαδή εκρίζωση κάθε έννοιας «κοινού», άρα και αποτροπή για τον εκσυγχρονισμό της κληρονομημένης παράδοσης.
-Δημιουργία οικολογικού προβλήματος που είναι συνέπεια ηγεμονικών επιλογών για την άντληση και εκμετάλλευση της ενέργειας, για την χωρίς όρους βιομηχανική ανάπτυξη-εξόρυξη, για την δημιουργία ζωνών ανακύκλωσης τοξικών αποβλήτων.
Τα εθνικά ζητήματα στην περιοχή των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής είναι ζητήματα ταύτισης της εδαφικής επικράτειας με τον εθνικό παράγοντα στη δομή του κράτους. Η ύπαρξή τους αφορά στις ανολοκλήρωτες προσπάθειες με στόχο τη δημιουργία ή επέκταση ή άμυνα του εθνικού κράτους υπό την καθοδήγηση της κυρίαρχης τάξης και των διεθνών συμμαχιών της. Κάθε άλλη αντίληψη που αφορούσε τη συνεργασία των λαών και των εθνών για την απελευθέρωσή τους από τον Οθωμανικό ζυγό ακυρώθηκε από τις κεντρομόλες εθνικές δυνάμεις που αγνόησαν ή υπονόμευσαν μια τέτοια προοπτική και συνδέθηκαν με τις ηγεμονικές δυνάμεις της Δύσης και της Ανατολής όπως και με την Οθωμανική εξουσία δημιουργώντας σχέσεις στρατιωτικής, πολιτικής και οικονομικής εξάρτησης. Μονοεθνικές ή μονοθρησκευτικές συνεννοήσεις όπως ο πανσλαβισμός ή η ορθοδοξία ακυρώθηκαν εξαιτίας της κηδεμονίας τους από ηγεμόνες και πνευματικούς ηγέτες ή και από ανειλικρινείς προσπάθειες που υπερθεμάτιζαν ανισομερώς στις δικές τους. Τα εθνικά ζητήματα συνδέθηκαν με διεθνείς και εγχώριες πολιτικές σκοπιμότητες δημιουργώντας μια σειρά από αδιέξοδα τα οποία οδήγησαν σε πολέμους, επεκτατισμούς, φτώχεια, χρέη σε διεθνείς μηχανισμούς και αποικιοκρατικές δυνάμεις, πολιτικές και στρατιωτικές επεμβάσεις, επεκτάσεις του καπιταλιστικού προτύπου κι ενός ανθρωπολογικού τύπου εγωκεντρικού και καταναλωτικού. Οι όποιες προσπάθειες συνεννόησης οι οποίες αντίφασκαν λόγω της παράλληλης αποδοχής της εθνικής αυτοδιάθεσης άρα και της ύπαρξης του εθνικού κράτους με τις προσπάθειες για ομοσπονδία όπως οι φαεινές ιδέες της κομμουνιστικής ομοσπονδίας των Βαλκανίων. Έτσι διαπερνώντας το κοινωνικό, το εθνικό ζήτημα ως ζήτημα που συνδέεται με την ελευθερία, τον πολιτισμό και την επιβίωση της εθνικής κοινότητας, διατηρεί συνθετικά την επικαιρότητά του μέχρι και σήμερα. Στόχος πρέπει να γίνει το ξεπέρασμά του μέσω της αναγνώρισης της σημασίας του. Τόσο το κράτος όσο και ο καπιταλισμός ως συναντίληψη της ιεραρχίας στη ζωή στο βάθος επικρατεί διαμέσου της επίκλησης των εθνικών και των θρησκευτικών ζητημάτων. Οι εθνικές όσο και οι θρησκευτικές ταυτότητες είναι απόλυτα αναγκαίο να μετασχηματίζονται προς την οικουμενικότητα και το ριζοσπαστισμό.
Σήμερα η αποδυνάμωση της ισορροπίας των ηγετικών δυνάμεων, η δημιουργία και ισχυροποίηση άλλων δυνάμεων που μπαίνουν δυναμικά στο γεωπολιτικό παιχνίδι δίπλα στον ισλαμοφασιστικό και τον ακροδεξιό παράγοντα έχει αποφασιστικά εγείρει όλους τους διαχρονικούς εθνικούς ανταγωνισμούς. Στα Βαλκάνια η κατάσταση γίνεται όλο και πιο τραγική. Ο αναθεωρητισμός των συνόρων και η αποσταθεροποίηση που επιβάλλεται τόσο από τα εθνικά κέντρα όσο και από τις ηγεμονικές δυνάμεις με πρότυπο το Γιουγκοσλαβικό αποβλέπει στην ενίσχυση των «μεγάλων ιδεών», εθνικών και θρησκευτικών, ως όχημα για το διαρκή κατακερματισμό των κρατικών οντοτήτων με στόχο την κατάκτηση εδαφών, ανθρώπων και υποδομών. Ο κατακερματισμός αυτός υποκινείται από τις ηγεμονικές δυνάμεις της Δύσης και της Ανατολής για την περεταίρω στρατιωτική, πολιτική και οικονομική τους επέκταση και ωφελεί αυτές. Απέναντι σε αυτό το τραγικό φαινόμενο που συνοδεύει την οικονομική αποικιοποίηση από διεθνή κέντρα βρίσκεται η τάση τήρησης της διεθνούς νομιμότητας και σταθερότητας που βασίζεται στο σύγχρονο κράτος άρα και στο αδιέξοδο του κατατεμαχισμού των λαών αφού στο πλαίσιο της ξεχωριστής τους διασφάλισης παίζουν εν τέλει το παιχνίδι της αποσταθεροποίησης. Τα κινήματα βάσης, είναι τα μόνα που μπορούν να ανατρέψουν την υπάρχουσα δομή υπερασπιζόμενα τη σταθερότητα στην περιοχή, αυτήν που προσφέρει ένα ριζοσπαστικό οικουμενικό όραμα στην πράξη, ανασυνθέτοντας τις πρώτες ύλες ενός επαναστατικού κοινωνικού μετασχηματισμού.
Αποφασιστικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή που περιβάλει τις χώρες μας, για αυτήν την υπέρβαση, θα παίξει η αναγνώριση των εθνικών-θρησκευτικών ζητημάτων ως ιστορικά ζητήματα διευθέτησης από πλευράς των αποικιοκρατικών κέντρων, των ιθυνουσών εγχώριων τάξεων με στόχο τη μετατροπή τους σε πεδία συνεργασίας των λαών για την ανατροπή του κράτους και του καπιταλισμού. Αυτό δεν μπορεί παρά να συμβεί από διεθνιστές που θα επιδιώξουν στον ελλαδικό χώρο να συγκροτήσουν συμβούλια για όλα τα εθνικά ζητήματα που ταλανίζουν εδώ και δυο αιώνες τα Βαλκάνια. Οι μετανάστες, οι πρόσφυγες, οι εθνικές-θρησκευτικές μειονότητες, οι ντόπιοι των κινημάτων βάσης οφείλουν να θέσουν τις γέφυρες στις σημερινές αγεφύρωτες διαφορές. Σε κάθε εθνικό-θρησκευτικό ανταγωνισμό οφείλουμε να στήσουμε τη γέφυρα συνεργασίας. Κι αυτή η γέφυρα θα χτιστεί με τις αντιαποικιακές, διαπολιτισμικές, εξισωτικές, δημοκρατικές, παραγωγικές και οικολογικές προϋποθέσεις.
Γ. Κυριακού
Υστερόγραφο: Ο βρεγμένος τη βροχή δεν τη φοβάται. Πριν ακριβώς 6 χρόνια ένα συγκλονιστικό ραπόρτο από αναρχική φιλομεταναστευτική κατάληψη επαρχιακής πόλης ανέφερε ότι αφού ξεκαθάρισε πολύ γρήγορα με τους ελάχιστους χρυσαβγίτες που μπήκαν στις τρύπες τους και με την ιδιοκτήτρια δημόσια αρχή που αποδεχόταν τον κατειλημμένο χώρο ως «παράγοντα πολιτισμού», δέχτηκε σοβαρότατες απειλές από μετανάστη ο οποίος ήλεγχε -όπως έλεγε- 150 μετανάστες της ίδιας εθνικότητας και ο οποίος συνεργαζόταν με ζεύγος αναρχικών παρακείμενης πόλης όπου ο εκ των δυο βοηθούσε και στη «μεταφορά-traffiking» μεταναστών-προσφύγων. Η απίστευτη αδράνεια εκ μέρους των δεκάδων παραληπτών της επιστολής ήταν χαρακτηριστική ύστερα μάλιστα από έναν σοβαρότατο αναρχικό «εμφύλιο», με τραυματισμούς και άλλα έκτροπα, που γνώρισε μεγάλη πόλη στην Ελλάδα μέχρι να λυθεί το ζήτημα από τα ΜΑΤ. Μια σαρκαστική επιστολή του υποφαινόμενου σε όλους τους παραλήπτες ύστερα από έντονες «οχλήσεις» του στην πολιτική ομάδα στην οποία ανήκε προκειμένου αυτή να επιδείξει κάποιο ενδιαφέρον για τα γεγονότα, ήταν η αιτία να αποπεμφθεί και να διαγραφτεί με τις κατηγορίες του «πολιτισμικού ρατσισμού», του «εθνικισμού» όπως και του «σεξισμού», μιας και η απάντησή του απευθυνόταν στη μια εκ του ζεύγους αναρχικών της παρακείμενης πόλης που αιτιολογούσε τη «μεταφορά-traffiking» μεταναστών-προσφύγων και παράλληλα εξαπέλυε ιδεολογική επίθεση κατά των ελλήνων αδιακρίτως. Απλά είχε συστήσει και συνεχίζει να προτείνει σε όσους και όσες «ό,τι μισούν βρίσκεται εδώ» να φύγουν για τις χώρες προέλευσης των μεταναστών μας.
Παρ’ όλο που η επιστολή είναι στοχευμένη θα πρέπει να ξεκαθαριστούν κάποια «πράγματα». Το «στίγμα» της, η ιστορική ελλαδική αριστερά, που αφορά τη βαλκανική προγραμματική συνεργασία της στα 1923-24 με τους εθνικιστές του VMRO (ΕΜΕΟ) για την αυτονομία της Μακεδονίας σε μια Βαλκανική Ομοσπονδία που αναιρέθηκε πλήρως στα 1935 όπως και την πρόθεση για την ανακήρυξη της αυτονομίας στη Μακεδονία στα 1949 από το Ζαχαριάδη, το πλήρωσε αποκλειστικά η ίδια, με δεκάδες δολοφονίες, εκτελέσεις, εξορίες φυλακίσεις, βασανιστήρια, εκτοπίσεις, απομόνωση, πείνα και φτώχεια, κοινωνικό αποκλεισμό. Χάθηκε από αυτά τα σφάλματα ο αφρός της ελληνικής νεολαίας σε δυο πολύτιμες περιόδους για να επικρατήσει η βαρβαρότητα της μοναρχοφασιστικής δεξιάς μέχρι και το 1974.
Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που εκ μέρους της μεγαλειότητάς του παραχώρησε τη Μακεδονία το 1916; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που κατέστησε τη χώρα αγγλικό και μετά αμερικανικό προτεκτοράτο; Μήπως δεν είναι η δεξιά παράταξη που συνεργάστηκε με τους ναζί, με τους εγγλέζους και επιδίωκε να κατευνάσει τον μουσολινικό παράγοντα που όλα έδειχναν ότι ετοιμαζόταν για επίθεση; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που ακύρωνε κόντρα στη λαϊκή αντιφασιστική θέληση το μέτωπο στην Αλβανία ενάντια στον ιταλικό φασισμό (έκθεση στρατηγού Καθηνιώτη-«Αι κυριότεραι στρατηγικαί φάσεις του πολέμου 1940-41», Αθήναι 1946); Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που με τους στρατηγούς της που διέπρεψαν στις κυβερνήσεις κουίσλιγκς και το Κάιρο που έδινε άδειες για το Άγιον Πάσχα στους επιτελείς όταν οι έλληνες στρατιώτες μάχονταν στα Ρούπελ ενάντια στους γερμανούς ναζί; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που αμέσως τα μάζεψε μαζί με το βασιλιά και φύγαν άρον-άρον στο Κάιρο προστατευόμενοι των Άγγλων; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που παρίστανε στην κατοχή ότι δεν είναι ώριμος ο καιρός για αντίσταση; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που όλοι σχεδόν οι ένοπλοι σχηματισμοί της συνεργάστηκαν σχεδόν σε όλη την περίοδο της κατοχής με τους μοναρχικούς, με τους ιταλούς, με τους βούλγαρους και τους ναζί; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που προστάτεψε τους ναζί στην αποχώρησή τους μαζί με τους Άγγλους (σχέδιο με την προκλητική ονομασία ΚΙΒΩΤΟΣ) το 1944 χτυπώντας ή υπονομεύοντας τον ΕΛΑΣ; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που βοήθησε τους ναζί εγκληματίες στα ολοκαυτώματα των χωριών και στα μπλόκα των πόλεων; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που σε όλη τη διάρκεια της κατοχής δεν ανάφερε ούτε σε μια της προκήρυξη τη λέξη «Κύπρος»; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που αναδύθηκε, χωρίς κανένα αγώνα στην κατοχή, στη διακυβέρνηση της χώρας μετά τις πρώτες ανά τω κόσμω ρίψεις ναπάλμ; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που έφερε τις αμερικανικές βάσεις, που έγραψε τη χώρα στο ΝΑΤΟ; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που έφτιαξε τα πρώτα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τα ονόμασε «Παρθενώνες»; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που ναρκοθέτησε τον κυπριακό αγώνα 1955-59; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που τα έκανε τακίμια με την Τουρκία μέχρι και το 1974; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που προσχώρησε στο βαλκανικό σύμφωνο με την Γιουγκοσλαβία (πώς λεγόταν τότε η FYROM;) και την Τουρκία το 1954; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που ετοίμασε το πραξικόπημα με τους αμερικάνους εντολοδόχους της για να περάσει η διχοτόμηση της Κύπρου ως ομοσπονδία ή διπλή ένωση; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που συνέχισε την κατευναστική πολιτική απέναντι στους «εχθρούς» εξ ανατολών; Μήπως δεν ήταν η δεξιά παράταξη που ο υπουργός εξωτερικών της (Α. Σαμαράς) έβαλε φαρδιά-πλατιά τη τζίφρα του για την ανεξαρτησία των χωρών της Γιουγκοσλαβίας (από ποιου την υπογραφή –με το δικαίωμα της αρνησικυρίας- προέκυψε το «σκοπιανό»;); Ας σταματήσουν να εγκαλούν την ιστορική αριστερά για τα λάθη της. Τα πλήρωσε η ίδια. Πότε πλήρωσαν οι άλλοι για τα εγκλήματά τους;
Ποιοι κατέβασαν τη σημaία από την Ακρόπολη; Ποιοι έκαναν την πρώτη εξέγερση στην κατεχόμενη Ευρώπη, στη Δράμα και θρήνησαν 3.000-5.000 νεκρούς; Ποιος βγήκε πρώτος στο βουνό με το ντουφέκι στον ώμο για την αντίσταση στην τριπλή ή τετραπλή (αλβανοτσάμηδες) κατοχή της Ελλάδας; Ποιος μίλησε για το 1821 και το έπραξε; Ποιοι οργάνωσαν συσσίτια για το λιμό; Ποιοι πρόταξαν τα στήθη τους στις πολύνεκρες διαδηλώσεις κατά των κατοχών κάθε τρεις και λίγο; Ποιοι βγήκαν με γκράδες, με μαχαίρια, με αγροτικά εργαλεία και εξυπνάδα και έκαναν την εμβληματική μάχη στο Φαρδύκαμπο; Ποιοι κατάφεραν να οργανώσουν τους ανθρώπους σε κάθε γωνιά της Ελλάδας; Ποιοι απελευθέρωσαν την Ελλάδα από τους κατακτητές; Ποιοι σύστησαν την Εθνική Αλληλεγγύη που είχε σε εκατοντάδες χωριά και γειτονιές πόλεων ιατρεία, φαρμακεία, αναρρωτήρια, νοσοκομεία; Ποιοι ήταν αυτοί που σθεναρά είπαν «όχι» (Σαμαρινιώτης-Τζίμας) στον απεσταλμένο του Τίτο, Βουκμάνοβιτς-Τέμπο και στο σχέδιο για τη Μακεδονία; Ποιοι ήταν αυτοί που διέλυσαν το σλαβικό τιτοϊκό ΣΝΟΦ που οι ίδιοι τον άφησαν να αναπτυχθεί ως αντίβαρο στον φασιστικό εκβουλγαρισμό; Ποιοι συκοφαντήθηκαν όσο κανείς άλλος για «ξεπούλημα της χώρας» με πλαστά έγγραφα (έρευνα Χάγκεν Φλάισερ, «Στέμμα και Σβάστικα», εκδόσεις Παπαζήση 1995) που ακόμα ανεμίζουν στις δεξιές κωλοσελίδες; Ποιοι ήταν αυτοί που άφησαν την ηγεσία τους να φτιάχνει Λίβανους, Καζέρτες και Βάρκιζες και που αυτοί το πλήρωσαν εν τέλει με δολοφονίες, εκτελέσεις, εξορίες φυλακίσεις, βασανιστήρια, εκτοπίσεις, απομόνωση, πείνα και φτώχεια, κοινωνικό αποκλεισμό; Ποιοι παραστάθηκαν στον αγώνα της Κύπρου τη δεκαετία του 50-60; Ποιοι βγήκαν στη χούντα και στη μεταπολίτευση να μιλήσουν για το έγκλημα στην Κύπρο;
Ένας υγιής πόθος για υπερβάσεις ας λογίζεται πρώτα το τι θέλει να κάνει κι ας βρει τις όχθες που χάσκουν για να φτιάξει τις γέφυρες. Οι κούρδοι μαχητές που προτάσσουν τη δημοκρατική αυτονομία και το συνομοσπονδισμό μας δείχνουν το δρόμο: ένας διεθνιστικός πατριωτισμός, μια ριζοσπαστική και εξισωτική χριστιανοσύνη όπου οι εθνικοί και θρησκευτικοί ανταγωνισμοί μπορούν να μετατραπούν σε μορφές αυτοδιεύθυνσης προβάλλοντας το διεθνισμό όχι μόνο ως σύνθημα αλλά ως έμπρακτο βίο. Είναι ένας επίπονος και επίμονος αγώνας, μια δύσκολη και σύνθετη διαδρομή που θα θέσει στην πράξη τους θεσμούς των διεθνικών-διαθρησκευτικών δημοκρατικών συμβουλίων στην ομοσπονδιακή και συνομοσπονδιακή τους προοπτική για όλα τα ζητήματα που αφορούν την ιστορία, την οικονομία, την πολιτική και τις κοινωνικές σχέσεις. Για αυτόν τον αγώνα, ο ελλαδικός χώρος, είναι γεωγραφικά αλλά και ιστορικά ιδανικός για έναν τέτοιο σημαντικό μετασχηματισμό. Ας ανασκουμπωθούμε λοιπόν.
Γιώργος Κυριακού
Ενάντια στη νέα «αντιεξουσιαστική» ΕΚΟΦ-ΚΝΕ
Κύριε, όχι μ αυτούς. Ας γίνει αλλιώς το θέλημά σου.
Γιώργος Σεφέρης «Υστερόγραφο»
Αυτή η επιστολή ελπίζω ότι θα πιάσει τόπο στους αποδέκτες της για να ενισχύσουν την επιχειρηματολογία τους -όχι απλά διαφυλάσσοντας το αναρχικό πρόταγμα αλλά- υπερασπίζοντας το δημόσιο χώρο από την «κινηματική» αστυνομία σκέψης που εδώ και καιρό έχει δώσει ευάριθμα δείγματα της δράσης της. Αφορμή για την παρούσα είναι η απαγόρευση εκδήλωσης της δημοκρατικής πατριωτικής κίνησης Άρδην στα Γιάννενα από αναρχικούς της πόλης που έχουν επωμισθεί την αρμοδιότητα της αστυνόμευσης ιδεών όπως και την ιδιοκτησία της «πόλης τους». Στην περί ου λόγος εκδήλωση θα θιγόταν ο επεκτατισμός της Τουρκίας και οι απειλές στο Αιγαίο, στην Κύπρο και στη Θράκη ενώ αυτή θα τεκμηριωνόταν σφαιρικά από την ιστορική επισκόπηση των 3 γενοκτονιών καθώς και μια σειρά διεθνώς παράνομων πράξεων στις οποίες έχει προβεί το τουρκικό κράτος από το 1924 και εντεύθεν. Η ατυχής χρήση από τους λογοκριτές αναρχικούς του ηρωικού Π. Πουλιόπουλου (ο Πουλιόπουλος θεωρούσε και τους έλληνες εργάτες-αγρότες αδέρφια του), η ανιστόρητη αφήγηση για την «ιμπεριαλιστική» Ελλάδα του 1821 μέχρι σήμερα, η υποστήριξη του έργου της μουσουλμανικής αλβανικής μειονότητας η οποία συμμετείχε με αναλογία 1:10 επί του συνολικού πληθυσμού της, σύμφωνα με το Ειδικό Δικαστήριο Δωσίλογων, στα εγκλήματα που διέπραξαν οι ιταλοί και γερμανοί κατακτητές συνεργαζόμενη μαζί τους, η αυθαίρετη προσομοίωση του δημοκρατικού πατριωτισμού με τον εγκληματικό ναζισμό θα ήταν αντεπιχειρήματα σε ένα δημοκρατικό διάλογο, απότοκο της εκδήλωσης αυτής. Όμως με κατηγορίες για τους «αριστερούς χρυσαυγίτες» του Άρδην, με απειλή καψίματος του έντυπου υλικού της εκδήλωσης, με απειλή να καταστρέψουν τα βιβλία της έκθεσης, με σπρωξίματα και απειλές, πριν καν ξεκινήσει η εκδήλωση κατέλαβαν τα έδρανα και πραγματοποίησαν την αντιεκδήλωση διώχνοντας τους συντελεστές. Ομιλητής ζήτησε να αποσυρθεί το όνομά του.
Σε συνέχεια έρευνας για τα Γιάννενα της κυρα-Παραφροσύνης, γεγονότα άλλα ήρθαν να συμπληρώσουν μια εικόνα για απειλές σε φίλους και μέλη πατριωτικών κινήσεων, με ύβρεις και απειλές στο δρόμο και εν ώρα εργασίας τους μπροστά σε συναδέλφους τους, ακόμα και μπροστά στα παιδιά τους πριν και μετά το συλλαλητήριο για το ζήτημα της υπογραφής συμφωνίας με τη διπλανή χώρα που διεκδικεί ως εθνικό, το γεωγραφικό προσδιορισμό «Μακεδονία». Δίπλα σε αυτά βεβαίως έχουν προκύψει καταστροφές σε δυο καταστήματα (κρεοπωλείο-ιχθυοπωλείο) από υπερασπιστές των ζώων γνωστούς και ως αντισπισιστές.
Από μια άλλη, μικρή πόλη, την Πάτρα, γεγονότα όπως επιθέσεις σε αρκετά κρεοπωλεία των κυρ-Μήτσων της γειτονιάς, το 3 φορές σπάσιμο γραφείων φοιτητικής παράταξης κυπρίων που έχουν σύμβολο την ελληνική σημαία (άρα «φασίστες»), ο ξυλοδαρμός μέλους του ΕΠΑΜ ως σε «φασίστα» σε εκδήλωση διαμαρτυρίας για πλειστηριασμό κατοικίας, η συνεχής στοχοποίηση δραστήριων μελών του πολιτικού χώρου στην Πάτρα που οι θέσεις τους κρίνονται αρκούντως πατριωτικές είναι ένα άλλο δείγμα αυτής της παρακμής.
Αυτό το δείγμα γραφής σε δυο μικρές πόλεις όπως στα Γιάννενα και στην Πάτρα έρχεται σε άμεση σύνδεση με τα όσα έχουν συμβεί παραδειγματικά στις δυο μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, γεγονότα που έχουν ξεκινήσει την τελευταία 20ετία από τους πανεπιστημιακούς χώρους και επεκτάθηκαν. Συλλογικότητες σε όλη την Ελλάδα προέβησαν σε τέτοιες ή ανάλογες ενέργειες ή προτίθενται να προβούν. Στην Κύπρο μάλιστα ο αντίφα χώρος στοιχίζεται με την ιμπεριαλιστική λύση της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας ενώ οι ινστρούχτορές του αναφωνούν ότι «ο αντι-ομοσπονδιακός λόγος δεν μπορεί παρά να είναι εθνικιστικός». Εδώ και μια 20ετία τουλάχιστον έχει ξεκινήσει ένα πόλεμος με όλα σχεδόν τα μέσα και με κύριο επιχείρημα την εξίσωση του δημοκρατικού πατριωτισμού με το φασισμό. Η μηδενιστική εξέγερση του χειμώνα του 2008-09, που αν εξαιρέσει κανείς τις μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού τοπικές ή εργατικές συνελεύσεις που έσωσαν μια καλή πλευρά αυτής Δεκεμβριανής καρικατούρας, με τα ανιστόρητα «όχι άλλη Βάρκιζα», έδωσε μια ώθηση σε έναν ακτιβισμό, σε μια «πράξη» που συμπύκνωσε όλες τις αντικοινωνικές επινοήσεις του χώρου αυτού. Ο Δεκέμβρης του 2008, μια σύμπραξη συστημικής γραμμής έμμεσης υποστήριξης από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ, εντύπων όπως η «Ελευθεροτυπία» και η «Αυγή» και της συσπείρωσης μιας νεολαίας που εκδικούνταν για το δολοφονημένο Αλέξη απογείωσε όλες τις «αντιεξουσιαστικές» προκαταλήψεις και αδιέξοδα, σε μια σχεδόν τυφλή βία και πρόκληση επεισοδίων. Ο Δεκέμβρης του ’08 ή τα Δεκεμβριανά του ’08 όπως, χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ, αποκαλούνται, ήταν αυτά που νομιμοποίησαν κάθε άσκηση βίας και καταστολής στο δημόσιο χώρο και αιτιολόγησαν την ίδρυση περιστασιακών σωμάτων αστυνομίας σκέψης. Τα θέματα ήταν από την προηγούμενη δεκαετία οργανωμένα από μια αντίφα που συλλήβδην κατονόμαζε –οιονεί- ως φασιστική, κάθε ιδέα προσέγγισης του πατριωτισμού.
Στη δεδομένη συγκυρία που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ βρίσκεται στριμωγμένη μετά από τις μνημονιακές της κυβιστήσεις, τις φιλοΝΑΤΟϊκές της παραχωρήσεις μετά από ένα σύνολο εφαρμογών της φιλελεύθερης ατζέντας σε κοινωνικό επίπεδο που δημιούργησε διχασμούς και διχοτομήσεις, πάτησε την κόκκινη γραμμή αναγνωρίζοντας ως μακεδονικό έθνος τον σλαβικό και αλβανικό πληθυσμό της διπλανής χώρας. Οι έντονες αντιδράσεις του πληθυσμού που εκφράστηκαν ειρηνικά και (θεσμικά) δημοκρατικά στα μεγάλα συλλαλητήρια βαφτίστηκαν φασιστικές από τις ενέργειες μιας έτοιμης δράκας ναζί, των εκτρωμάτων της και των παραφυάδων της. Είναι φανερό ότι η εφαρμογή των δύο άκρων αλά Τσίπρα επιδιώκει σε αντίστροφη αντιστοιχία με τη «θεωρία» των δύο άκρων των Σαμαρά-Βενιζέλου να ενισχύσει τη μια πλευρά, άτυπα, ταυτίζοντας κάθε φασιστική ενέργεια με την εναντίωση του 75% του ελλαδικού λαού -σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις- με την πρόσφατη συμφωνία στους Ψαράδες.
Θέλει πολύ μεγάλη προσοχή η περίοδος καθότι το ακροδεξιό τμήμα επιδιώκει να αγκαλιάζει με ακραίες ενέργειες (Μπαρμπαρούσης) αυτό το τμήμα του πληθυσμού που εξεγείρεται κατά της συμφωνίας. Είτε η Χρυσή Αβγή είτε ένα «μακεδονικό» κόμμα Βορείου Ελλάδας (ΜπαλτακοφραγκουλοφαηλΑΝΕΛοσκορπισμένοι) με το αντίπαλο δέος μιας χρήσιμης αντίφα θα μπορέσει να βοηθήσει την κυβέρνηση να αντιμετωπίσει τα αντιπολιτευτικά εκτοπίσματα των όψιμων πατριωτών τύπου Μητσοτάκη-Γεννηματούς στηριζόμενη και κινηματικά στις αντιφά αποφύσεις της- η διάλυση των ΚΙΝΑΛ τα λέει όλα. Εδώ ένα κάθαρμα όπως ο Μπουτάρης που δέχτηκε επίθεση από κάτι παρακμιακούς φιλοφασίστες έγινε ο νέος Λαμπράκης. Ο Τσίπρας κάτω από μια επικοινωνιακή εφαρμογή δεν θα μπορούσε να γίνει ο έλληνας Αλιέντε; Ας προσέξουν οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες το πατριωτικό κλίμα που δημιουργείται-όχι μόνο τις παρεκτροπές του. Ο ΣΥΡΙΖΑ επιθυμεί ένα τεταμένο κλίμα, ενδιαφέρεται να έχει τους παραστρατιωτικούς του. Και η ιδεολογική συγκολλητική ουσία είναι απολύτως η ίδια: «ο πατριωτισμός είναι φασισμός».
Ιδιαίτερα οι σύντροφοι που τελευταία μιλάνε για «λαϊκά μέτωπα», για «εφόδους προς τον ουρανό», για «αντι-ιμπεριαλισμό», για το «προλεταριάτο», ας κάνουν τον κόπο να συγχρωτισθούν με το λαό, αυτό το λαό που πάντα το χνώτο του μύριζε πατριωτισμό. Ας κάνουν τον κόπο να ξαναδιαβάσουν την ιστορία όπου ο μεγάλος πατριωτικός αγώνας ήταν ο μοναδικός αντιφασιστικός αγώνας που γέννησε την επανάσταση τον Οκτώβρη του 1940 και τελείωσε μαζί με τον Άρη στις 15 Ιουνίου 1945 στη Μεσούντα.
Ποια είναι όμως η ιδεολογική αυτή συγκολλητική ύλη για τη νέα κινηματική αστυνομία σκέψης και φρονηματισμού;
1)Το υποκείμενο «άγρια νεολαία» που τη δεκαετία του ’80 ήρθε να αντικαταστήσει την «εργατική τάξη» προκειμένου να μεταλλάξει αναρχικούς της δεκαετίας του ’70 ή «να αφήσει» άλλους «πίσω» ήταν αυτό που στη δεκαετία του ’90 απέκτησε προμηθεϊκές διαστάσεις. Σ’ αυτό δεν ήταν καθόλου αμέτοχη η νέα φουρνιά διανοουμένων, δημοσιολόγων κλπ. που ώθησαν την κοινωνία σε μυθεύματα περί της νεολαίας «που ξέρει πιο πολλά» καλώντας την σε ένα παιχνίδι κατανάλωσης και ψήφων. Η παιδοκεντρικές παραθεωρήσεις, οι φιλονεολαιίστικες φαντασιώσεις αποδόμησαν την εκπαιδευτική διαδικασία σε μια εμψυχωτική φενάκη όπου οι μαθητικές καταλήψεις και η συνειδητή αμορφωσιά όφειλαν να είναι το κερασάκι στην τούρτα. Έτσι η «άγρια νεολαία» πήρε τα χαρακτηριστικά του επαναστατικού υποκειμένου σε μια ατέρμονη διαδικασία παράτασης της εφηβείας, διασποράς της αδρεναλίνης και των ορμονών και ιδιαίτερα στις μέρες μας που τα γηρατειά ή η ωρίμανση περίπου τελούν υπό απαγόρευση.
2)Η «νεολαία» ως «επαναστατικό υποκείμενο» δεν θα μπορούσε παρά μόνο σε αγώνες να επιβεβαιωθεί. Η καταστολή λοιπόν, η αστυνομική βία, οι διώξεις και οι φυλακίσεις, αυτό το οργανωμένο «αντανακλαστικό» που με θεσμικό τρόμο κατοχυρώνει τις επιλογές του κράτους, με τη βία και την απειλή της, έγινε ο βασικός προσανατολισμός επιβεβαίωσης του επαναστατικού υποκειμένου. Έγινε ο «κόμβος» που «διαπερνά το κοινωνικό ζήτημα» και αυτοσκοπός που επιβεβαιώνει την ύπαρξη του χώρου. Έτσι η πρόκληση επεισοδίων έγινε ο βασικός προορισμός αγώνων και της συνέχειάς τους που αφορούσαν τις συλλήψεις, διώξεις, προφυλακίσεις, δίκες, φυλακίσεις. Ένας ατέρμονος διάκοσμος από απλές ενέργειες, ληστείες μέχρι και ένοπλες δράσεις και ειδικά μετά το Δεκέμβρη του 2008, χαρακτήρισαν αυτό το χώρο.
3)Μοιραία λοιπόν κάθε έννοια προγράμματος και πολιτικής προοπτικής οργάνωσης του ίδιου του χώρου κατέληγε ως «εξουσιαστική» αν δεν έφτανε στην άμεση διάσπαση. Πολύ δε περισσότερο κάθε απόπειρα να περιγραφτεί μελλοντικά μια ελευθεριακή κοινωνία, να τεθούν οι όροι ενός κινήματος μαζικού (αμεσο)δημοκρατικού κατέληξαν σε πλήρη αποτυχία. Ο μέσος αναρχικός εκφράζεται με την «ελευθερία από» κι όχι με την «ελευθερία για». Αυτό τον απομακρύνει από την έννοια της ευθύνης-από κει και ο αναρχικός όρος «αυτοδιεύθυνση» και το κράτος-πατέρας με την πιο βίαιη έκφρασή του προβάλει ως ο μόνιμος στόχος ενός ανολοκλήρωτου και διαρκώς ανώριμου εφήβου.
4)Η ελιτίστικη αντίληψη του χώρου «εμείς και η κοινωνία» απομάκρυνε ίσως από την πατερναλιστική αντίληψη της αριστεράς για το τι θέλει η εργατική τάξη και η κοινωνία, αλλά διείσδυσε μέσα στην ανάδυση ενός νέου υποκειμένου που διαρκώς διαχωρίζει, τον εαυτό του από την κοινωνία. Στην αρχή οι επικρίσεις για τη μικροαστική ελληνική κοινωνία προχώρησαν, μετά την έκρηξη του μεταναστευτικού και των εθνικών ζητημάτων, σε επικρίσεις για τη ρατσιστική και εθνικιστική κοινωνία. Η άνοδος της ΧΑ επέτρεψε και την σύμπηξη όλων αυτών των επικρίσεων στην εναντίωση στο φασισμό. Αυτό έχει να κάνει και σε σημαντικό βαθμό ότι το μεγαλύτερο τμήμα του χώρου δεν προέρχεται από την πληβειακή, εργατική τάξη. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως το μεγαλύτερο μέρος του Δεκέμβρη ακόμα και συμβολικά ήταν φερμένο από τα Βόρεια Προάστια (σε αντίθεση με το αθηναϊκό Κέντρο της καθημερινότητας) τα οποία δεν δέχτηκαν σχεδόν καμιά επίθεση σε όλη τη διάρκεια της διαμαρτυρίας για το δολοφονημένο Γρηγορόπουλο.
5)Οι ανιστόρητες αφηγήσεις στην καλύτερη των περιπτώσεων κατατείνουν στην αφήγηση της σύγκρουσης των δυο εθνικισμών. Αυτή η «θεωρία» που αδυνατεί να επιβεβαιωθεί στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής καθότι κυριαρχούν οι εθνικοί αγώνες κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά και οι επιβουλές των μεγάλων δυνάμεων και βασίζεται στην νεωτερική κατασκευή του έθνους έχει προχωρήσει στην αβάσιμη προσπάθειά της να στηριχθεί στη διαχρονική επιθετικότητα της Ελλάδας. Είτε διότι οι επικρίσεις οφείλουν δεοντολογικά να φτάνουν αποκλειστικά μέχρι τον ημέτερο ταξικό εχθρό είτε διότι καινοφανείς αντιλήψεις αλλοεθνικισμού δίνουν ολοκληρωμένες απαντήσεις προς τον εγχώριο εθνικισμό, ένα επικίνδυνο ρεύμα ανθελληνικού ρατσισμού έχει πλέον στο χώρο αποκτήσει τεράστια ερείσματα και μάλιστα στο πλαίσιο ενός αντιφασισμού.
Δείγματα γραφής
1)Η εφεύρεση των νέων υποκειμένων είναι η διαρκής αδυναμία στη σύνθεση. Ο νεολαίος, το ΛΟΑΤ+, η γυναίκα, ο μετανάστης, ο τρελός, ο φυλακισμένος κλπ. δεν ήταν παρά οι ψηφίδες που δεν συντέθηκαν με την εργατική τάξη που ήταν το παραδοσιακό επαναστατικό υποκείμενο ή εν τέλει με ένα αδιευκρίνιστο κοινωνικό υποκείμενο καταπιεσμένων που θα αγωνιστεί για την κομούνα της κομούνας. Στο μεταξύ η αναβάθμιση της εργατικής τάξης ήταν αυτή που ωστόσο απομάκρυνε τους αναρχικούς από το ταξικό ζήτημα παρά τη συμμετοχή τους σε μια περίοδο που στη μεταπολίτευση ήταν κορυφαία. Δεν είναι τυχαίο ότι ο αναρχικός χώρος και ιδιαίτερα μετά το 80-90 εγκολπώθηκε τα παιδιά της μικροαστικής-μεσαίας τάξης με πιο σημαντική περίοδο του 2008. Από την άλλη η πρώιμη και ατσούμπαλη μίμηση της εργατικής κουλτούρας από τμήμα του χώρου δεν είναι παρά ένας κακότεχνος προσεταιρισμός για αυτό και δεν πείθει. Η ανακάλυψη του κομουνισμού και του αδιάλλακτου ταξικού αγώνα από αναρχικούς ενώ γεμίζει το κενό προτάγματος λειτουργεί ως δείγμα μιας νέας μονομανίας.
2)Η παραβατικότητα ως πρόταγμα πρυτανεύει ως δεδομένη πολιτική πράξη. Η κινηματική παράβαση ενάντια στην κατεστημένη τάξη πράγματων δεν είναι παρά η συλλογική δράση αλλά και η υποκειμενική ανάγκη για μια δίκαιη κοινωνία. Δεν είναι αυτοσκοπός, είναι η σύγκρουση με την τάξη πραγμάτων για να δημιουργήσει μια δικαιότερη. Η παραβατικότητα εκ μέρους τμήματος της κοινωνίας όσο κι αν είναι συμπαθής αν δεν έχει διέξοδο στη μαζική κοινωνική δράση δεν είναι παρά ένα έδαφος για να αναπτυχθεί μια διαίρεση του υποκειμένου. Ιστορικό παράδειγμα αποτελεί -χωρίς άλλο- η δράση του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ και προσωπικά του Άρη Βελουχιώτη, μέσω της οποίας επηρεάστηκαν π.χ. οι κατσαπλιάδες Καραλίβανοι κι έγιναν αγωνιστές της αντίστασης. Στις μέρες μας παρατηρείται το αντίθετο. Μικρή είναι η απόσταση χρόνου που ο Γρηγοράκος, ο Στεφανάκος, ο Βλαστός θα μπουν στο πάνθεο των κοινωνικών αγωνιστών.
3)Η αποθέωση της παραβατικότητας και η ιεροποίηση της φυλάκισης ανέδειξε το ζήτημα των φυλακισμένων ως το κορυφαίο. Η έννοια της αλληλεγγύης βρέθηκε να απολογείται αποκλειστικά σχεδόν στο ζήτημα των φυλακισμένων. Ο φυλακισμένος είναι μέρος του τοτέμ της φυλής. Συνεπώς και κάθε πράξη του είναι θεμιτή και τέτοια που να πλησιάζει περισσότερο από κάθε άλλη την επανάσταση. Αποτέλεσμα; Πολλοί φυλακισμένοι, με ρημαγμένες ζωές στη φυλακή για ένα αδειανό πουκάμισο και μια Ελένη.
4)Κι αν η φυλακή είναι ιερή τότε ο πιο σημαντικός λόγος για αυτήν δεν είναι άλλος από το ένοπλο κίνημα που πλησιάζει περισσότερο από κάθε άλλη πράξη του παραβατικού ανθρώπου στην επανάσταση. Έτσι το αναμφισβήτητο ένοπλο για τις σεβαστές επιλογές του καθενός που αποφάσισε να λύσει με κάποια όπλα το κοινωνικό ζήτημα και να μπει φυλακή για μας είναι ένα διαχρονικό ταμπού. Τοτέμ χωρίς ταμπού υπάρχει για τις σύγχρονες φυλές της αναρχίας;
5)Το δόγμα «η καταστολή είναι το κομβικό σημείο του κοινωνικού ζητήματος» αποδείχθηκε μια πομφόλυγα. Όχι μόνο γιατί δεν δημιούργησε κανένα πολιτισμό πέρα από αυτόν του φραπέ στην Ευελπίδων αλλά διότι έχει επιφέρει ένα αδιέξοδο μέχρι σήμερα. Έγινε αυτοσκοπός, η σύγκρουση, λόγω της αντίληψης ότι αυτή θα επιφέρει «εκτροπή» εφόσον θα εξεγερθούν οι μάζες. Η καταστολή όμως και μάλιστα η μελετημένη ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 κατάφερε να δημιουργήσει τρομερές απώλειες και μια άνευ προηγουμένου σπατάλη ενέργειας. Το τρίπτυχο: χώσιμο-συλλήψεις-συμπαράσταση είναι ένας αέναος φαύλος κύκλος που δεν έχει βοηθήσει σε καμιά περίπτωση το κίνημα. Αντίθετα το έχει εγκλωβίσει, από την οραματική μιας άλλης κοινωνίας, στην καταστροφή.
6)Το «αντί» δεν έχει τέλος. Ακόμα και οι πιο «θετικές» προσπάθειες στο χώρο για τη διατύπωση προτάγματος χωλαίνουν, δεν έχουν τίποτε να πουν στο σήμερα. Βλέπει κανείς όλη αυτή τη ζημιά που προκάλεσε ο ετεροκαθορισμός με το κράτος, την αριστερά, τα κόμματα κλπ. Η κουλτούρα αυτή, του να προτάξεις έχει γίνει κι αυτή μια μακρινή υπόθεση που συνδέεται περισσότερο με το εκεί και χθες (π.χ Ισπανία ’36) παρά για το εδώ και τώρα. Όσοι αναγνωρίζουν στη δημοκρατία την κυριαρχία, βασίζονται στην τυραννία της έλλειψης δομών που καθιστά τους αρχηγίσκους ως το μέσο συνοχής. Μια πλατιά διαδικασία (αμεσο)δημοκρατική θα τους έβαζε όλους αυτούς στο περιθώριο και στη θέση τους. Μια ευρύτερη κοινωνική διεργασία θα έβγαζε την αναρχία από τη γυάλα της. Η άτσαλη σύνδεση με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ από τμήμα του χώρου έχει μεν ανοίξει μια δυνατότητα σε βάθος χρόνου αλλά λόγω της προσκόλλησης και του ελλείμματος κριτικής προσέγγισης φαίνεται ανέλπιδη.
7)Το «εμείς και η κοινωνία», πέρα από αναληθές έγινε και το αδιέξοδο. Όσο κι αν νέες προσπάθειες επιδιώκουν να συνδεθούν με την κοινωνία αυτό παραμένει σε ένα επίπεδο ρητορικής και διαφοροποίησης από το άλλο κομμάτι, το «αντικοινωνικό». Αιτία παραμένει η ανειλικρινής προσέγγιση των κοινωνικών ζητημάτων και η ανειλικρινής έλλειψη αυτοκριτικής. Αποτέλεσμα; Ένα χάσμα που βαθαίνει χωρίς δυνατότητες ανασκόπησης και αναπροσδιορισμού. Η αναλύσεις παραπέμπουν σε μια απολογητική έως θρασεία πρόσληψη της κατάστασης καθότι αυτή η κοινωνία είναι ένα συνονθύλευμα μικροαστών, εθνικιστών, φασιστών, ρατσιστών. Το «εμείς μέσα στην κοινωνία» που θα μπορούσε να μοιάζει με αληθινό είναι πολύ μακρινό καθότι άλλες ενασχολήσεις και κυρίως ο μικροηγεμονισμός δεν μπορεί να ξεδιπλώσει δυνατότητες και προοπτικές.
8)Τα κέντρο είναι παντού, η περιφέρεια είναι πουθενά. Όσες προσπάθειες αναδύθηκαν ακόμα κι αυτές που μίλησαν ή υπονοήσαν την περιφερειοποίηση της δράσης των αναρχικών ξεκινούσαν από το κέντρο χωρίς προοπτική αποκέντρωσης. «Το κέντρο είναι παντού και η περιφέρεια πουθενά» που θα μπορούσε να είναι το θριαμβευτικό σύνθημα της αστικής ανάπτυξης ανταποκρίνεται πλήρως στο σύγχρονο αναρχικό ιδεώδες της αστικής προσκόλλησης και αυτοαναπαραγωγής. Ακόμα και όσες ομάδες δρουν αποκεντρωμένα, σε γειτονιές η πρώτη τους δουλειά είναι να αναμετρηθούν με τις κεντρικές δράσεις και για κεντρικές επιλογές: αντιφασιστικό, φυλακισμένοι, περιστασιακά γεγονότα στο κέντρο κλπ. Η πρωτεύουσα της αναρχίας, τα Εξάρχεια, είναι παντού.
9)Ο μικροηγεμονισμός ως κληρονομία της πιο κακής εκδοχής του αστικού μας βίου και της αριστεράς κυριάρχησε ως κουλτούρα συνεννόησης και σύμπραξης. Καμιά εμπιστοσύνη στο σύντροφο που διαφωνεί, κανένας διάλογος, καμιά ένδειξη συνεργατικότητας. Αυτό που απόμεινε είναι το «ένα σύνθημα που όλους μας ενώνει». Αυτό δεν δημιούργησε μόνο μια κουλτούρα κωφών και άλαλων. Ενδυνάμωσε και μια κουλτούρα κυριαρχίας αρχηγίσκων, μικρών δηλαδή αρχηγών που μέσω της μεγέθυνσης των διαφορών που οι ίδιοι επιτάσσουν μέσα από άτυπες δομές σε ομαδοποιήσεις δημιουργούν τις απαραίτητες ρωγμές και εμφυλίους. Από δω εμείς και από κει αυτοί. Έτσι δημιουργείται ακόμα μεγαλύτερο χάσμα: φραστικά σχήματα αποκτούν την έννοια της επίθεσης για ένα πόλεμο που δεν τελειώνει ποτέ όταν μια κλανιά ακούγεται σαν κανονιά.
10)Ο εθνομηδενισμός ως θεωρία για τον τερματισμό του εθνικισμού κατέληξε σε μια κωμικοτραγωδία υπεράσπισης του άλλου εθνικισμού, έγινε αλλοεθνικισμός. Απ’ το Αιγαίο που «ανήκει στα ψάρια του» μέχρι και τον «ελληνικό ιμπεριαλισμό» που επιτίθεται σε όλες τις άλλες χώρες έγιναν καραμέλες και συνθήματα μαζικής κατανάλωσης μέσα στο κίνημα. Απόρροια αυτού είναι η άνοδος της άκρας δεξιάς στο να «λύσει» αυτά τα ζητήματα. Από κει και πέρα «καθαρίζει» το antifa μέτωπο με τις παρατάθηκες του για την κοινωνία-χαβούζα (στην οποία βεβαίως ανήκει).
Ακόμα δεν έχουμε πιάσει πάτο
Ο αναρχικός χώρος ή όπως αλλιώς μπορεί να ονομαστεί αυτό το παράξενο συνονθύλευμα ιδεολογικών τάσεων, αισθητικής και συμπεριφορών βρίσκεται στην πιο παρακμιακή του φάση από την εποχή της μεταπολίτευσης. Χωρίς όμως να γίνεται αποδεκτή ως παραδοχή, μια συγκολλητική ουσία με το χθες κάνει αυτή την παρακμή πιο αναγνωρίσιμη μιας και αυτή δεν ξεφύτρωσε από το πουθενά αλλά μέσα από τα σπλάχνα του ίδιου του χώρου. Ένα σύνολο από γεγονότα που έχουν συμβεί και έχουν είτε τραβήξει το φως της δημοσιότητας είναι συμπτώματα μιας συνολικής παρακμής, μια αρρώστιας συμπτώματα, που αγγίζουν όλο το φάσμα του χώρου πέρα από τις διαφορετικές ή διαφοροποιημένες θεωρητικές και πρακτικές κατευθύνσεις. Έτσι μια προσπάθεια υπέρβασης της κατάστασης αυτής πρέπει να βάλει βαθιά το μαχαίρι στο κόκαλο κι όχι να ξεμπερδέψει εύκολα με κοινωνιολογικές αναλύσεις ή, για λόγους ασύμβατους με την κληρονομημένη μας ηθική, να χαϊδέψει τα νέα αυτά φαινόμενα. Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε και στους εαυτούς μας την αιτία αυτής της νέας τάξης πραγμάτων στο χώρο, θα πρέπει να μιλήσουμε για τις διαχρονικές ευθύνες μας, θα πρέπει ανεξάρτητα από το ιδιαίτερο ιδεολογικό έδαφος που πατάμε, σήμερα, να αφηγηθούμε το πώς δένει η παρακμή του σήμερα με τις αδυναμίες του χθες. Μα πάνω απ’ όλα να ομολογήσουμε ότι έχουμε πιάσει πάτο. Για να μπορέσουμε να σηκωθούμε.
Συνεπώς, η σημερινή απόλυτη κατάντια που έχει περιπέσει ο χώρος δεν αποτελεί παρά μια έσχατη συνέπεια ενός κόμβου εγγενών λαθών τα οποία περίπου συνεχίζονται χωρίς διέξοδο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η «άμυνα» απέναντι στον «κανιβαλισμό» είναι μόνο μια προσωρινή λύση, λειτουργεί κατασταλτικά και μάλιστα δημιουργεί ένα συντριπτικό άλλοθι στην εποχή της σύγχυσης για τη συνέχιση ακόμα περισσότερων δειγμάτων αυτής της παρακμής. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν θα τελειώσει αυτός ο φαύλος κύκλος «κανιβαλισμός-κινηματική καταστολή-εσωτερική όξυνση» και θα ανοίξει ακόμα περισσότερο με απρόβλεπτες διαστάσεις. Εξ’ άλλου δεν πρέπει να ξεχνάμε ή να ξεχνάνε όσοι βρισκόμαστε ή βρίσκονται στη θέση του τιμητή ότι στο παρελθόν ανοίξαμε και άνοιξαν αυτό το δρόμο στους νεότερους. Το φάρμακο δεν είναι άλλο από το κόψιμο του ομφάλιου λώρου με τις ψευδοκινηματικές ψευδοδιαδικασίες, είναι η αυτοανάπτυξη των συνιστωσών αυτού του χώρου και η σύντονη προσπάθεια με δυο αφετηρίες παραδοχής της ήττας και της παρακμής: α)η δημιουργία ιδεολογικού-θεωρητικού φόρουμ με αντικείμενο τα καυτά ζητήματα του καιρού μας β)δημιουργία επιτροπής καλής θέλησης προκειμένου να αμβλύνει τις εντάσεις καλώντας σε συναντήσεις τα εμπλεκόμενα μέρη. Οτιδήποτε άλλο εντάσσεται σε μια συντηρητική τάση της διατήρησης μικρών μπακάλικων πολιτικής απέναντι στα σούπερ μάρκετ του πολιτικού συστήματος.
Τα γεγονότα-ώ γέγονε γέγονε;
Η δυσοσμία που αναδύεται από τις σχέσεις μεταξύ πολιτικών κρατουμένων στις φυλακές, οι επιθέσεις με υδροχλωρικό οξύ που έχουν στόχο τους είδη μαζικής κατανάλωσης σε σούπερ μάρκετ, οι επιθέσεις αντισπισιστών στον κρεοπώλη της γειτονιάς, το κάθε τρεις και λίγο, επεισόδια, στα Εξάρχεια, οι αναρχικές φιλοξενίες κυπρίων που διατείνονται για μια κρατική ρατσιστική λύση που διαχωρίζει δυο εθνότητες στο νησί, το «έλληνες είστε και φαίνεστε», ο διάλογος κωφών στο αθηναϊκό ιντιμέντια, το σπάσιμο του Εναλλακτικού Βιβλιοπωλείου, οι απαγορεύσεις εκδηλώσεων, οι αναρτήσεις άλλων εθνικών σημαιών φαίνονται να είναι τα συμπτώματα μιας ασθένειας που κατατρύχει τον πιο επαναστατικό οργανισμό της κοινωνίας μας-όπως διατείνεται πως είναι. Η κατρακύλα θα συνεχίζεται όσο το φιλελεύθερο πρόταγμα της εποχής μας για την ιδιώτευση θριαμβεύει μέσα στην κινηματική ουρά του, όσο οι εναπομείνασες αξίες της μικροηγεμόνευσης συμβαδίζουν με την κληρονομημένη παράδοση του σεχταρισμού, όσο η μετά το ’68 ώθηση της δημιουργίας νέων επαναστατικών υποκειμένων θα διαλύει κάθε επαναστατική διάθεση των νέων.
Α)ένοπλο-πολιτικοί κρατούμενοι:
Ιδού ένα τοτέμ, ένα απαράβατο ιερό, για το οποίο ο αναρχικός χώρος αρνείται συστηματικά να προβεί σε συμπεράσματα συνεχίζοντας ένα πολύ σοβαρό αδιέξοδο μιας δράσης που παράγει δυστυχία και τέρατα. Μετά από την ιταλική (η οποία συγκρότησε ένα σοβαρότατο πεδίο διαλόγου) και τη γερμανική εμπειρία, η ελληνική εμπειρία του ενόπλου δε δημιούργησε κανένα μα κανένα έδαφος στο οποίο θα μπορούσαν να τεθούν στα σοβαρά τόσο οι συνθήκες της ελληνικής ιδιαιτερότητας όσο και οι λόγοι για τους οποίους προέκυψε και προκύπτει η ήττα. Σήμερα ερχόμαστε να γίνουμε θεατές ενός θεάτρου παραλόγου, με προσωπικότητες που έχουν αποκτήσει οι λεπτομέρειες της ζωής τους στη φυλακή κεντρική σημασία. Η αβίαστη παραδοχή της αναγκαιότητας ύπαρξης της ένοπλης πτέρυγας σε ένα επαναστατικό κίνημα, χωρίς την ανάπτυξη μιας αφήγησης για το σήμερα έχει επισκιάσει κάθε δυνατότητα. Το μαχαίρι στο λαιμό για κάθε οπλισμένο σπουργίτη που πιάνει η κρατική ξόβεργα με όλη της την άνεση, λειτουργεί εκβιαστικά και ανασταλτικά σε κάθε δυνατότητα κοινωνικής εξωστρέφειας, σε κάθε δυνατότητα κριτικής και αποτίμησης. Το τρίπτυχο σύλληψη-φυλάκιση-συμπαράσταση είναι ένας ανυπέρβλητος όγκος δραστηριότητας που καλύπτει κάθε δυνατότητα για κοινωνική δράση, ένας αδιαπραγμάτευτος όρος για την ύπαρξη μιας αποδεκτής δράσης. Είτε από πλευράς ηθικού διλήμματος είτε από πλευράς πολιτικού διλήμματος έτσι όπως έχει επικρατήσει ως ο ακρογωνιαίος λίθος της αναρχικής δράσης, η συμπαράσταση στους πολιτικούς κρατούμενους είναι μια δράση εκ των ων ουκ άνευ. Είναι σαν μια ρουτίνα χωρίς όρους κριτικής, χωρίς όρους διαλόγου για την αναγκαιότητά του στο σήμερα. Κι ας γεμίζουν οι φυλακές με ανθρώπους που δεν προλαβαίνουν να ρίξουν ούτε την ντουφεκιά της τιμής. Τίποτε δεν φαίνεται να ανακόπτει αυτήν την εξέλιξη. Τα όσα συνέβησαν πριν καιρό στις φυλακές δεν μπορούν να εκληφθούν ως ένδειξη του αδιεξόδου στο οποίο περιήλθαν άνθρωποι ακολουθώντας τυφλά γενικευμένες διαπιστώσεις. Αδυνατούν να εκληφθούν τα γεγονότα αυτά ως τραγωδίες έξω και πέρα από ιδεολογήματα και δήθεν στιβαρές αναλύσεις.
Κι αντί οι απ’ έξω να περιορίζουν αυτές τις δυσάρεστες καταστάσεις μεταξύ ανθρώπων που σε αυτούς κυριαρχεί η ανθρώπινη ουσία, η τραγωδία δηλαδή της ανθρώπινης φύσης που όσο πιο έγκλειστη είναι τόσο συμπεριφέρεται τραγικά και μάλιστα όταν διαψεύδεται η προσδοκία, υποδαυλίζεται με τη δημιουργία παρατάξεων που εντείνει τη σύγκρουση. Από την άλλη, άλλοι, κάνουν ότι δεν βλέπουν και αρνούνται στο όνομα της ουδετεροφιλίας να κάνουν μια ιδιαιτέρως δύσκολη δουλειά για τη γεφύρωση του χάσματος μέσα. Λες και οι κρατούμενοι έχουν μόνο ανάγκη για είδη υγιεινής και είδη κατανάλωσης από κυλικείο της φυλακής ή ανάγκη μόνο από βιβλία και ενημέρωση. Πρέπει να «μαζευτεί» η κατάσταση αυτή που διαρκώς εκτροχιάζεται: πολιτικοί κρατούμενοι προδιαγράφουν την εκτέλεση άλλου ο οποίος θα τους βοηθήσει σε σχέδιο απόδρασης, πολιτικοί κρατούμενοι έχουν συνάψει σχέσεις με ανθρώπους της νύχτας, πολιτικοί κρατούμενοι κατονομάζουν κάποιους για μεταμελημένους και καταδότες, άλλοι το ίδιο για τους άλλους, πολιτικοί κρατούμενοι απειλούν άλλους πολιτικούς κρατούμενους, πολιτικοί κρατούμενοι χτυπούν άλλους πολιτικούς κρατούμενους, πολιτικός κρατούμενος καταγγέλλεται ως κοινός τραμπούκος και άνθρωπος με διασυνδέσεις με τον υπόκοσμο, κλπ, κλπ. Μέχρι πού μπορεί να φτάσει αυτό; Πόσες τραγωδίες ακόμα επιθυμούμε να δούμε; Πότε θα συζητήσουμε για το ένοπλο και ειδικά μετά την συντριπτική αποτυχία του; Πότε θα συζητήσουμε για το ένοπλο που μόνο τραγωδίες άφησε; Το 2002 δεν δίδαξε σε κανένα τίποτα; Πότε θα μας διδάξει το 2018;
Β)Επίθεση σε τρόφιμα μαζικής κατανάλωσης:
Ποια είναι σχέση μας με ανθρώπους σαν κι αυτούς που τοποθετούν με σύριγγα υδροχλωρικό οξύ σε τρόφιμα μαζικής κατανάλωσης; Τι μας συνδέει με το περίφημο μαυροπράσινο μέτωπο; Πώς αυτά τα παράσιτα που ενσαρκώνουν μυθικούς ήρωες της ξένης λογοτεχνίας που παριστάνουν τους αγγέλους του κακού, αντιμετωπίζονται σαν να πρόκειται για συντρόφους με τους οποίους απλά διαφωνούμε; Πώς αποκτούν ένα νόημα συζήτησης για το ποιόν της ενέργειάς τους σαν να πρόκειται για δράσεις υπό συζήτηση; Μήπως έχουμε χάσει τα αυγά και τα πασχάλια; Μήπως η ιδεοληψία που κουβαλάει μαζί της ένα εργαλειακό λόγο εναντίωσης στο κράτος την νομιμοποιεί ως τμήμα ενός διαλόγου τον οποίο και καταργεί; Όταν η εναντίωση στο κράτος καταστεί ιδεολόγημα του κάθε σίριαλ κίλερ στο μέλλον, μήπως τότε θα είναι αργά;
Γ)Επίθεση στον κυρ-Μήτσο τον κρεοπώλη:
Τον κυρ-Μήτσο της γειτονιάς στοχεύουν κοινά κωλόπαιδα που έχουν ενδυθεί την υπόθεση της προστασίας του ζωικού βασιλείου με την αναρχική σφραγίδα. Θα μπορούσε κανείς να τους δει στο δάσος να επιβιώνουν κάτω από δυσμενείς συνθήκες για να πάρει μια δόση αλήθειας από αυτές που μεταξύ άλλων εκφράζουν κι όχι με την παρουσία τους στις συνθήκες της μητρόπολης να στοχεύουν το κάθε σουβλατζίδικο της γειτονιάς. Πράγματι οι συνθήκες ζωής των ζώων και σφαγής τους τις οποίες καταγγέλλουν δεν συνάδουν σε καμιά περίπτωση με την ιερότητα που έχει η κάθε ζωή. Γενιές ολόκληρες που έζησαν με την κτηνοτροφία, τη βοσκή και το κυνήγι, ποτέ δε είχαν φτάσει στην ύβρη. Πράγματι αυτή η κοινωνία είναι μια ύβρις. Όμως δεν μας εξηγούν τα κωλόπαιδα της μεσοαστικής τάξης με το αναρχικό ένδυμα το πώς θα ξεφύγουμε από αυτόν το φαύλο κύκλο πέρα από το να ενοχοποιούν τις λαϊκές μάζες για την προτίμησή τους στο φτηνό κρέας. Ποιος θα μαζέψει αυτά τα κωλόπαιδα, ποιος θα θέσει το ζήτημα της οικολογίας, της συμβίωσης με τις άλλες μορφές που επιβιώνουν στον πλανήτη εντάσσοντας και τον άνθρωπο που είναι δέσμιος της αστικοποίησης και της κυριαρχίας;
Δ)Τα παιδιά του real estate Εξαρχείων:
Είπε ποτέ κανείς, έχει εξηγήσει σε αυτά νεαρά παιδιά που «τα σπάνε» κάθε τρεις και λίγο στα Εξάρχεια ότι δουλεύουν για το real estate της περιοχής; Εξήγησε κανείς ότι το σχέδιο για την μετατροπή της περιοχής σε ζώνη διασκέδασης τύπου Ψειρή επιθυμεί πρώτα απ’ όλα το διώξιμο των κατοίκων και την αρπαγή κοψοχρονιά των κατοικιών, πράγμα το οποίο επιτυγχάνουν με τη συνδρομή της αστυνομίας; Ποιος είπε σε αυτά τα παιδάκια ότι αυτή τη γειτονιά που βοηθούν προς την παρακμή της, ένα τμήμα του κεφαλαίου τη βλέπει και σαν οδηγό για το πώς παρακμάζουν ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα για να παραδοθούν στο κεφάλαιο και στους επιχειρηματίες της διασκέδασης; Μήπως αυτό δεν επιχειρήθηκε στου Αγίου Παντελεήμονα; Αυτό δεν έγινε στην Κουμουνδούρου, κάποτε παλιά στην Πλάκα κι αλλού, κι αλλού; Όμως ποιος θα το πει και δεν θα σηκωθεί η πέτρα που σήκωνε κάποτε να τον χτυπήσει; Δεν το λέει παρά αυτός που κάποτε τα έκανε μπάχαλο και σήμερα είτε γιατί η ηλικία είναι πεπρωμένο είτε γιατί άλλαξε μυαλά έρχεται στη θέση άλλων που του έλεγαν τα ίδια. Κι αυτό σηματοδοτεί μια υποκρισία που γίνεται κοινωνική υποκρισία γίνεται θεσμός. Η αυτοκριτική που δεν υπάρχει κάνει για μια φορά ακόμα το θαύμα της: να καταστρέφει τις δυνατότητες της κριτικής. Ποιος όμως έχει τα κότσια να καταργήσει το «μύθο» του;
Ε)Ο αλλοεθνικισμός ως υπεράσπιση του άλλου εθνικισμού:
Το χτύπημα στο Εναλλακτικό βιβλιοπωλείο, η ανάρτηση σιωνιστικών σημαιών έξω από το Ίδρυμα Κακογιάννη ως αντιδιαδήλωση στη διαδήλωση ενάντια στο ισραηλινό κράτος, οι σημαίες σε διαδηλώσεις του FSA, οι καταλήψεις-προκεχωρημένα φυλάκια της προώθησης ενός ισλαμισμού και των «πολυφυλετικών εξεγέρσεων» (μετά τον 8ο-5ο αιώνα π.Χ. στην Ελλάδα καταργήθηκαν οι φυλές και έδωσαν τη θέση τους στην πολιτική οργάνωση των δήμων), οι πολλαπλές αφίσες που μιλούν για την ιμπεριαλιστική Ελλάδα ή που σιγοντάρουν την εξωτερική πολιτική των άλλων χωρών, η ανάδειξη του «μακεδονικού» έθνους και της προώθησης της αλυτρωτικής πολιτικής του, η στοχοποίηση ανθρώπων διανοούμενων που έχουν έναν αμυντικό πατριωτικό λόγο καθώς και οι επιθέσεις σε εκδηλώσεις, οι πολλές εκδηλώσεις υποστήριξης της ιμπεριαλιστικής φιλοτουρκικής διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας στην Κύπρο είναι πολύ σοβαρές ενδείξεις ότι η παρακμή του αναρχικού χώρου είναι προ πολλού συντασσόμενη με τη γραμμή των πανεπιστημίων. Με τη γραμμή Λιάκου-Αναγνωστοπούλου καθώς και του δημοσιογραφικού κουαρτέτου «ΙΟΣ» της Ελευθεροτυπίας που ξεκίνησε ουσιαστικά όλη αυτή τη δουλειά.
ΣΤ)Ο διάλογος κωφών στο αθηναϊκό ιντιμέντια:
Ένα πλήθος από σχολιασμούς σε ένα χώρο ασυναρτησιών, ανευθυνότητας, ανωνυμίας έχει καταβαραθρώσει τον κινηματικό διάλογο σε μια επικίνδυνη εκτροπή. Η υποταγή στην απομακρυσμένη, ανεύθυνη, και επιζήμια πολεμική όλων εναντίον όλων αν εξαιρέσουμε τη λογοκρισία που υπάρχει (και μάλιστα πολλές φορές χωρίς την υποχρεωτική ανάρτηση στα «κρυμμένα» προκειμένου να φεύγουν κι από την ιστορία κείμενα ενοχλητικά), καθιστά το χώρο του διαλόγου ένα διάλογο μεταξύ κωφών. Χωρίς τον άμεσο συσχετισμό των ανθρώπων που διαφωνούν, μεγαλώνουν τα τείχη δικαίων και αδίκων, εντείνονται οι έριδες κι ο δημοκρατικός διάλογος πρόσωπο με πρόσωπο γίνεται όλο και πιο μακρινός.
Ζ)Η καταστροφή της κληρονομιάς:
Τα χτυπήματα σε ναούς συνοικιακούς, οι καταστροφές μνημείων της βυζαντινής αρχαιολογίας καθώς και οι επιθέσεις σε μνημεία της νεώτερης-κλασικής αισθητικής, οι βανδαλισμοί σε κινηματογράφους ως προπύργια της «μπουρζουαζίας» δείχνουν ότι μια απαίδευτη τάση ανθρώπων επιδιώκουν αν εγκαθιδρύσουν ένα καθεστώς τρόμου, μια οργουελιανή «ελευθεριακή» γκλόμπαλ αισθητική στην πόλη της Αθήνας όπου χάνεται μαζί με την ιστορικότητά της και η νέα δημιουργία η οποία θα συνθέσει με το παλιό.
Η)Οι παλιοί και οι νέοι:
Οι όποιες επιδιώξεις και προσπάθειες τακτοποίησης στα του χώρου με εμβληματικό πεδίο τα Εξάρχεια προσκρούουν σε ένα πολύ σοβαρό κενό. Την έλλειψη ειλικρίνειας από την πλευρά των παλιών να επωμιστούν τις ευθύνες τους για τη σημερινή κατρακύλα. Τα παιδιά τους, οι νέοι, δεν θα μπορούσαν παρά να είναι χειρότεροι από τους ίδιους. Ποιοι τους δίδαξαν αυτά που έμαθαν άλλωστε; Έτσι, η έλλειψη αυτοκριτικής και ιδιαίτερα με τον ταυτόχρονο αναπροσανατολισμό σε «κοινωνικά πεδία», σε «κοινωνικούς αγώνες», «μέσα στην κοινωνία», «δίπλα και μέσα στην εργατική τάξη» κλπ. δημιουργεί μια επιπλέον σύγχυση, γιατί «τα παιδιά τους», τους βλέπουν ξαφνικά σε νέους ρόλους από αυτούς με τους οποίους τους γνώρισαν. Κάθε προηγούμενη γενιά συγκρούστηκε για αντίστοιχους λόγους με την προηγούμενή της μέχρι να συγκρουστεί με τους επόμενους. Ανάμεσα στην εφηβεία και στην ενηλικίωση δεν υπάρχει ούτε μια σταγόνα αυτοκριτικής που να εξηγεί και να ερμηνεύει στους νέους ανθρώπους για το ποσοστό της ευθύνης της. «Εμείς δεν είμασταν έτσι, είμασταν καλύτεροι». Οπωσδήποτε! Για αυτό πέφτει και το μήλο απ’ τη μηλιά!
Οι λόγοι της αλλοεθνικιστικής παρέκκλισης του αναρχικού χώρου
1)Ο ένας λόγος είναι γενικός και αφορά τον εκφυλισμό του παγκόσμιου οριζόντιου, επαναστατικού κινήματος σε ξεχωριστά «κινήματα», σε ξεχωριστά «υποκείμενα», αρχής γενομένης από το νεολαιίστικο «κίνημα» ως το νέο «υποκείμενο» απ’ το Μάη ’68. Η συνέχεια προέβλεπε τη διαρκή του διάσπαση σε υποκείμενα-κατόχους ξεχωριστών αναμφισβήτητων δικαιωμάτων που όμως τυγχάνουν της ίδιας αντιμετώπισης και ξεχωριστά με τα προηγούμενα που είχαν προβληθεί εμβληματικά π.χ. η εργατική τάξη. Αναδύθηκαν μοιραία ως ξεχωριστά υποκείμενα (γυναίκα, τρελός, ομοφυλόφιλος, τσιγγάνος, πόρνη, αρνητής στράτευσης κλπ.) που όμως δεν έμπαιναν στο ενιαίο πλάνο για την επαναστατική δράση. Εντός της υπεράσπισης διαχωρισμένων υποκειμένων προστέθηκαν και τα «νέα» διαχωρισμένα δικαιώματα του μετανάστη, του πρόσφυγα, του ξένου κλπ. Οι πολλές δυσμενείς οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στην Κεντρική και Δυτική Ευρώπη και ειδικά μετά την πετρελαϊκή κρίση, πράγματι, επιδείνωσαν τη θέση των μεταναστών που ήταν ήδη πολίτες β κατηγορίας. Η αριστερά και το αναρχικό κίνημα που θα μπορούσαν να ενσωματώνουν όλα τα ξεχωριστά υποκείμενα μετατράπηκαν σε χώρους υπεράσπισης ξεχωριστών υποκείμενων, προγραμμάτων και προταγμάτων. Μάλιστα δε, η θέση του μετανάστη, πρόσφυγα, ξένου απέκτησε προνομιακές διαστάσεις στο κίνημα ή στα κινήματα όταν κατέρρευσε η πολιτική των κρατών της Δύσης για διαπολιτισμικές και πολυπολιτισμικές προσεγγίσεις. Ήταν υποκριτική και αντιφατική η πολιτική αυτή εφόσον από τη μια γκετοποιούσαν τους μετανάστες και από την άλλη τους ωθούσαν να διατηρήσουν τις ξεχωριστές τους ταυτότητες. Συνέπεια; αναγέννησαν τα τέρατα του εθνικισμού και του θρησκευτικού φανατισμού στην Ευρώπη. Αυτές οι προσεγγίσεις που υιοθετήθηκαν από τα κινήματα (με και χωρίς εισαγωγικά) όρθωσαν τα τείχη των εθνικών-θρησκευτικών κοινοτήτων στις μητροπόλεις με αποτέλεσμα τις ξεχωριστές τους παράλληλες αναπτύξεις. Οι διαρκείς κρίσεις, η είσοδος όλο και περισσότερων μεταναστών όρθωσε ακόμα περισσότερο τα τείχη δίπλα στις συγκυρίες της νέας τάξης πραγμάτων μετά το ‘90. Τόσο ο ισλαμοφασιστικός πόλος ρητορεύοντας με ένα κακοχωνεμένο αντιιμπεριαλισμό επένδυε στο θρησκευτικό μίσος όσο και ο ακροδεξιός φασιστικός πόλος, απότοκος της αποικιοκρατικής ρατσιστικής ιδεολογίας επένδυε εναντίον της παγκοσμιοποίησης επαναφέροντας τα εθνικά ιδεώδη και με πρόσχημα τις ευρωπαϊκές κοινωνικές κατακτήσεις (βλέπε ΖΜ Λεπέν στη Γαλλία, «Εναλλακτική» για τη Γερμανία, πολιτική Κουρτς στην Αυστρία, δόγμα Ορμπάν στην Ουγγαρία κλπ). Η αριστερά και οι αναρχικοί βρέθηκαν μαζί να υπερασπίζονται τα δικαιώματα του μετανάστη ως ξεχωριστά, του ξένου ενάντια στον ανερχόμενο φασισμό δίπλα σε ΜΚΟ, σε διάφορες συστημικές οργανώσεις που δρούσαν αποκλειστικά για το μεταναστευτικό. Έτσι, ο αντιεθνικισμός, ο αντιρατσισμός, ο αντιφασισμός που με έναν τρόπο πρακτικό απέκτησαν τη δυναμική «θεωρίας» παραγκώνισαν το κεντρικό ζήτημα της γενικότερης μετάβασης προς μια οριζόντια κοινωνία, δεν συντέθηκαν μαζί του. Με κάποιο τρόπο κατάντησαν, οιονεί, οι αποκλειστικές του προϋποθέσεις. Οι συνθετικές κοσμογονίες, στην Τσιάπας, των ζαπατίστας και ειδικά στη Ροζάβα των κούρδων που τοποθετούν το εθνικό-θρησκευτικό ζήτημα σε δομές υπέρβασης των ανταγωνισμών ελάχιστα θα απασχολήσουν το οριζόντιο κίνημα.
2)Ο άλλος λόγος αφορά τη μίμηση ή αλλιώς την αυτούσια μεταφορά ιδεολογικών προτύπων και αναλυτικών «εργαλείων». Αυτό δεν είναι τωρινό φαινόμενο αλλά διαχρονικό και ιστορικά τεκμηριωμένο. Αφορά στην προετοιμασία συγκρότησης των κρατών και απαντάται ως τυπολογία σε όλο τον αποικιοκρατούμενο ή εξαρτημένο κόσμο της περιφέρειας από τις αρχές του 20ου αιώνα. Η μεταφορά της αισθητικής, του «αρώματος» της αστικής τάξης σε ένα συνονθύλευμα γαιοκτητικής-εμπορομεσιτικής-θρησκευτικής και ενίοτε εφοπλιστικής αριστοκρατίας, ενός συνονθυλεύματος κρατικοδίαιτου και αντιπαραγωγικού, η μεταφορά εκ μέρους των μαρξιστών του δίπολου εργατική τάξη-αστική τάξη σε λαούς που ήταν παραδοσιακά τεχνίτες, αγρότες, μικρέμποροι, μικροϊδιοκτήτες είναι κάποια από τα χτυπητά παραδείγματα αυτής της ιστορικής μίμησης. Κυρίαρχα πρότυπα καλλιεργήθηκαν από το δυνάστη αποικιοκράτη στον δυναστευόμενο, από το κίνημα της μεγάλης δύναμης στο κίνημα της εξαρτημένης ή αποικιοποιημένης περιφέρειας. Αντίστοιχα και στην «ελλαδική» αποικία ή αλλιώς δευτερεύοντας παρασιτικός μοχλός του δυτικού καπιταλιστικού μοντέλου-απόφυση της Δύσης, ο αντιεξουσιαστικός πόλος αναπαράγει ως δεδομένα όλα τα κεκτημένα από τα αντίστοιχα κινήματα της Δύσης. Αυτό σημαίνει ότι δεν πρόκειται για μια εποικοδομητική αφομοίωση με βάση τις ημεδαπές συνθήκες αλλά μια σχεδόν απόλυτη μεταφορά των κυρίαρχων κινηματικών προτύπων δράσης, αισθητικής, λόγου κλπ. και μάλιστα στη φάση που αυτό προσπερνά το επαναστατικό ιδεώδες και απολήγει στο μεταμοντέρνο. Μοιραία λοιπόν ως απολήξεις των δυτικών επιρροών δεν θα μπορούσε παρά να επικρατήσει η μεταφορά προτύπων αναλύσεων και δράσεων που περιγράφονται παραπάνω. Η αποτυχία όλης αυτής της μεταφοράς προτύπων με κυρίαρχη τη μεταφορά του antifa μετώπου είναι χαρακτηριστική.
3)Έτερος λόγος αφορά στην εμπέδωση της μεταμοντέρνας αφήγησης της ιστορίας. Η κατάργηση των μεγάλων αφηγήσεων στο όνομα της μικροϊστορίας ή αφηγήματος όχι μόνο δεν ενέταξε τις ξεχωριστές περιπτώσεις αυτών στην ενιαία μεγάλη αφήγηση, έτσι ώστε να την εκσυγχρονίσει, να την εμπλουτίσει και να της δώσει ριζοσπαστικό περιεχόμενο, αλλά τις εξύψωσε και πήραν τη θέση της. Έτσι τα γεγονότα της μικροϊστορίας επενδυμένα με μεθόδους της κοινωνικής ανθρωπολογίας βρέθηκαν σε θέση να αναιρούν εκ θεμελίων τη μεγάλη αφήγηση κι όχι να τη συνθέτουν ή συμπληρώνουν. Βαθμιαία ο χώρος της αμφισβήτησης βρέθηκε πολύ κοντά, ιδεολογικά, στο χώρο της νέας διανόησης των χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων που κατακεραύνωναν τη μεγάλη αφήγηση ως πλασματική, ως κατασκευή κλπ. Οι εθνικές ιστορίες έγιναν «κατασκευές», τα έθνη πήραν τη θέση τους ως αποτελέσματος του μοντέρνου κράτους κλπ. κλπ. Για τις αποικίες ή εξαρτημένες αποφύσεις της Δύσης, «η φωνή του αφεντικού» επίτασσε πλέον μια «προοδευτική» και βολική αφήγηση με εξισώσεις αποικιοκράτη-αποικιοκρατούμενου, δυνάστη-δυναστευόμενου κλπ. Έτσι, η οθωμανική αυτοκρατορία στο νέο «φαντασιακό» ήταν μια παιδική χαρά εθνών και θρησκειών, οι εθνικοαπελευθερωτικοί αγώνες έγιναν εθνικιστικοί. Ας πάρουμε ως παράδειγμα την αφήγηση για την Κύπρο: τα επιστημονικά επιτελεία που δούλεψαν σε αυτήν την κατεύθυνση δεν είχαν άλλο περιεχόμενο από την εξίσωση των δυο εθνικισμών, την επένδυση σε μια νέα εθνική «κυπριακή» ταυτότητα και την προώθηση της ΔΔΟ. Σε αυτήν την κατεύθυνση δούλεψαν τα ΜΜΕ, τα Πανεπιστήμια, οι φορείς που χρηματοδοτούνταν, οι ΜΚΟ, οι οργανώσεις κλπ. «Εκάνανέν μας τζιαι κάναμέν τους» είναι η μόνιμη επωδός για ένα φαινόμενο που περιγράφει ή «αφηγείται» την ταύτιση του επεκτατικού σοβινισμού με τον ιστορικό πατριωτικό αλυτρωτισμό και με τις ανέξοδες εθνικιστικές κορώνες, στο σήμερα. Τοιουτοτρόπως η ΕΟΚΑ μέσω αυτού του αφηγήματος ήταν μια «εθνικιστική» οργάνωση που ιδρύθηκε για να εκτελεί αριστερούς και τουρκοκυπρίους. Για τους αστέρες της νέας διανόησης η ΕΟΚΑ ήταν αντίστοιχη ή ίδια με την ΤΜΤ, το δολοφονικό όργανο της Άγκυρας. Η εξίσωση του θύματος με τον θύτη έχει το κύριο βάρος σε αυτήν την νέα «αφήγηση», που δεν είναι και τόσο νέα αλλά επιχειρείται συστηματικά για την ανάπλαση όλων των μετααποικιακών αφηγήσεων στις αποικίες, με πολιτικές σκοπιμότητες. Εγκλήματα κάτω από ανεξέλεγκτες καταστάσεις που έγιναν εις βάρος τ/κ, το ‘63, το ’67 ή το ’74 συγκρίνονται με μια συστηματική και οργανωμένη άσκηση βίας: με τις βόμβες ναπάλμ στην Τυλληρία, με την εισβολή το 1974, με την κατοχή και την εκδίωξη 200.000 προσφύγων από τις εστίες τους, με τη δημιουργία εντάσεων που έχει στόχο τη διχοτόμηση (taksim). Ακόμα και η εισβολή θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε, όχι γιατί ήταν σχέδιο της Τουρκίας -ήδη από το 1956 εκπονημένο από το σχεδιαστή της εξωτερικής πολιτικής Νιχάτ Ερίμ- αλλά διότι οι πραξικοπηματίες θα πραγματοποιούσαν «γενοκτονία» των τ/κ, όταν από τη 15η μέχρι και την 20η Ιουλίου δεν είχε πειραχτεί ούτε ένας τ/κ. Για να ακολουθήσουν μετά την εισβολή, εγκλήματα από οπλισμένους τραμπούκους, από ανεξέλεγκτους οπλοφόρους που πιθανόν να ανήκαν σε μια διαλυμένη και μη ελεγχόμενη ΕΟΚΑ β ή ήταν από αλλού οπλισμένοι. Κι αν ισχύει αυτή η εξήγηση, γιατί δεν αποχώρησε ο τουρκικός στρατός μετά την «ειρηνευτική» πρωτοβουλία που πήρε; Αυτή ήταν η αφήγηση που σταδιακά ταύτισε την ΕΟΚΑ με τη μεταγενέστερη ΕΟΚΑ β’, ενώ η τετραετία ‘55-’59 είχε αναδείξει μια ΕΟΚΑ όχι των κάποιων δεκάδων οπλοφόρων αλλά της πάνδημης συμμετοχής αγροτών, εργατών, μαθητών-μαθητριών, σπουδαστών, γυναικών του λαού κλπ. Ένας εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας που είχε κρεμασμένους, δολοφονημένους, εκτελεσμένους, εξόριστους, τραυματίες, δαρμένους, βασανισμένους μέχρι και παιδιά, μετατρέπεται στη νέα αφήγηση, ένας εθνικιστικός αγώνας με ό,τι συνεπάγεται αρνητικό για τον εθνικισμό στο σήμερα. Οι περιστάσεις που αφορούσαν εκτροπές μετατράπηκαν, για το νέο αφήγημα, σε κανόνα. Έτσι θα εξισωθεί αντίστοιχα για κάποιους άλλους αντιεξουσιαστές, ο αγώνας των παλαιστινίων ενάντια στην κατοχή των σιωνιστών ισραηλιτών και τις όποιες του δύσοσμες εκτροπές, με την εισβολή, την κατοχή, την εθνοκάθαρση των αράβων και τα τετελεσμένα του εποικισμού.
Οι αναρχικοί και το εθνικό ζήτημα
Η αναγνώριση του εθνικού αυτοκαθορισμού για όλους τους λαούς της γης είναι απαραίτητος όρος για τη συνεργασία τους αφού υπάρχουν άλυτα ζητήματα που προέκυψαν και συνεχίζουν να προκύπτουν από κάθε λογής επεκτατισμούς μέχρι και σήμερα. Το ίδιο το έθνος-κράτος αυτή την εποχή τείνει να ξεπερνιέται από τους διεθνείς οργανισμούς που συγκροτούνται σε νέες αυτοκρατορίες ή συμμαχίες στο πλαίσιο της επέκτασης του καπιταλισμού και από την άλλη, γίνεται έρμαιο μιας αντίρροπης τάσης τυχοδιωκτών, εθνικιστών που επενδύουν στα εθνικά δίκαια. Αυτά αποτελούν το βασικό υλικό χειρισμού από την πλευρά της κρατικής γραφειοκρατίας και της αγοράς υπό το βάρος και την οδύνη μιας επίπλαστης σταθερότητας γεωπολιτικών συσχετισμών που –τι ειρωνεία- αλλάζουν. Οι υπαρκτοί εθνικοί ανταγωνισμοί κάτω από το βάρος της γλώσσας, της θρησκείας, της ιστορίας και της γεωγραφίας που αποτελούν τους βασικούς πυλώνες του έθνους-κράτους θα δημιουργούν τέρατα και νέους πολέμους. Τα εθνικά ζητήματα και ιδιαίτερα το κυπριακό, όσον αφορά την προσέγγισή τους από τον αναρχικό χώρο που έχει αποδεχθεί έναν συνδυασμό μιας κοσμοπολίτικης φιλελεύθερης αντίληψης και μιας ιστορικής ριζοσπαστικής για της χώρες της Κ&Δ Ευρώπης, επισημαίνουν 3 σοβαρά αδιέξοδα:
1)το αδιέξοδο των εφαρμογών της εθνοκρατικής ολοκλήρωσης από πλευράς ενός υποδουλωμένου έθνους όπως, ιστορικά, το ελληνικό: το κράτος ως πολιτικογεωγραφικός προσδιορισμός καταστρέφει ριζικά κάθε δυνατότητα αυτορρύθμισης και συνεργασίας εφόσον α)αποτελεί τον τοποτηρητή συστημάτων οικονομικής ανισότητας της καπιταλιστικής περιφέρειας και των κληρονομημένων κοινωνικών διακρίσεων β)προσαρτά βίαια κοινότητες που διαφέρουν τα χαρακτηριστικά τους από το κυρίαρχο πρότυπο, γ)εκδιώκει κοινότητες από τον ιστορικό τους τόπο, δ)απομακρύνει κάθε δυνατότητα συνεργασιών και γεφύρωσης των εθνικών-θρησκευτικών-πολιτισμικών διαφορών. Έτσι, ενώ είναι ιστορικά ταυτόσημο με την διάλυση ενός αποικιοκρατικού/δεσποτικού πολιτικού συστήματος, το εθνοκράτος το υποκαθιστά μέσω της αποδοχής μετάβασης των λειτουργιών του σε μια νέα ιεραρχία στην πλέον φαεινή εκδοχή του αστικού κοινοβουλευτισμού ή άλλων πολιτικών εκδοχών.
2)το αδιέξοδο της καταστροφικής διευθέτησης από τις δυνάμεις του ιμπεριαλισμού: οι λύσεις από πλευράς μεγάλων δυνάμεων είναι προσαρμοσμένες στη λογική της διείσδυσης μέσω του «διαίρει και βασίλευε» εκμεταλλευόμενες τις όποιες αντιφάσεις και διαφορές. Στην περίπτωση των ελληνο-τουρκικών διαφορών υπό την επίβλεψη του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, καθιστά το ελεγχόμενο έδαφος ένα πεδίο γεωπολιτικής αναπαραγωγής υπερδυνάμεων και σε θέατρο συγκρούσεων ή απειλών εισβολής. Η περεταίρω αυτονόμηση της Τουρκίας και η μετατροπή της σε μια επεκτατική τοπική υπερδύναμη εντείνει αυτές τις αντιφάσεις. Έτσι, βαθαίνει η εξάρτηση, ως αντίδοτο, απέναντι στην απειλή της Τουρκίας.
3)το αδιέξοδο της ετεροκαθορισμένης λογικής του συμψηφισμού της βίας μεταξύ εθνικών κοινοτήτων: παραγνωρίζοντας τους εξωτερικούς παράγοντες και δίνοντας έμφαση και απόλυτη ευθύνη στις εσωτερικές αντιφάσεις περιορίζονται οι δυνατότητες μιας συνθετικής ανασκόπησης. Χαρακτηριστικός είναι ο συμψηφισμός της «σύγκρουσης των δυο εθνικισμών» που ακυρώνει το βασικό υλικό ενός ανταγωνισμού και κάνει αδύναμη κάθε σύγκριση: το ένα έθνος-κράτος είναι παράγωγο ενός απελευθερωτικού πολέμου και το άλλο έθνος-κράτος είναι κληρονόμος μιας αυτοκρατορίας.
Τα εθνικά ζητήματα με ειδικό βάρος το καθένα σε αυτόν τον ιστορικό χώρο θα μπορούσαμε να πούμε ότι συνδέονται αναπόσπαστα με τα κοινωνικά στο βαθμό που τα πρώτα αναγνωρίζονται ως κυρίαρχα. Έτσι, στην περιοχή των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής ένας ενιαίος «κανόνας» κυριαρχεί φέροντας τα εθνικά ζητήματα συναρτώμενα με τα οικονομικά, τα κοινωνικά, τα πολιτικά και το οικολογικό.
-Πεδίο δράσης, διεκδίκησης, κατοχής, επιρροής, δημιουργίας διαδρόμου των ηγεμονικών δυνάμεων. Βαθμιαία ως ραγδαία, μετατοπίσεις, μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου λόγω του πολυπολικού συστήματος και της έναρξης μεγάλων πολιτικών-οικονομικών και κοινωνικών κρίσεων. Η ευρύτερη περιοχή είναι διάδρομος πολιτικών, οικονομικών και στρατιωτικών επεκτάσεων είτε προς τη μεριά της Μ. Ανατολής είτε προς τη μεριά του Αιγαίου-ΝΑ Μεσογείου.
-Εφαρμογή του εθνικού κρατικού προτύπου (έδαφος, γλώσσα, λαός) με βάση και προοπτική την πολιτική, οικονομική, κοινωνική ανισότητα στο όνομα της λαϊκής κυριαρχίας, του πολιτισμού και της ευνομίας.
-Η συμμετοχή σε πολέμους αλλού είναι ιστορικά ένα «σχολείο»-πρότυπο για την πολιτική και στρατιωτική προετοιμασία κάθε εθνικού αγώνα. Άρα και πεδίο μεταφοράς κυρίαρχων προτύπων στην ιδιαίτερη πατρίδα.
-Ο πρωτεύων ρόλος της διασποράς, ως ρόλος εκμάθησης, τροφοδότησης και εμφύτευσης-στήριξης προτύπων διοίκησης.
-Διχασμός ανάμεσα σε απολυταρχικά και κοινοβουλευτικά πρότυπα διοίκησης-εναλλαγές καθεστώτων, πραξικοπήματα.
-Δημιουργία του μειονοτικού ζητήματος ως εφεδρεία για την περεταίρω αποσταθεροποίηση της επιβεβλημένης σταθερότητας.
-Διχασμός στην εθνική «αστική» τάξη ή άρχουσα τάξη. Η ίδια αποτελεί συνονθύλευμα κατάλοιπων της γαιοκτητικής, θρησκευτικής, εμπορομεσιτικής αριστοκρατίας (στην περίπτωση της Ελλάδας και η εφοπλιστική) η οποία ποτέ δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στο πρότυπο της κεντροδυτικής Ευρώπης. Περεταίρω τριτογενοποίηση των οικονομιών-βάθεμα των εξαρτήσεων, ιδιαίτερα μετά τη λήξη του ψυχρού πολέμου το 1990.
-Έντονος διχασμός έως και ένοπλη, εμφύλια σύγκρουση ως έκφραση της δημιουργίας δυο πόλων στο «εσωτερικό», με υποδαύλιση έως ανοιχτή υποστήριξη από το «εξωτερικό».
-Ιστορικές ταξικές συγκρούσεις ανάμεσα στους αγρότες, άκληρους, μικροϊδιοκτήτες και τους τσιφλικάδες-τιμαριούχους-γαιοκτήμονες. Ιστορική άνοδος του εργατικού κινήματος με διαχείριση από κομμουνιστικά, σοσιαλιστικά ή σοσιαλίζοντα με εθνικούς στόχους, κόμματα. Η φθορά τους, η μεταλλαγή τους και η αφομοίωσή τους από το πολιτικό σύστημα σε βαλκανικό χώρο είναι κοινή κυρίως μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου καθώς και η υπαγωγή τους με ηγεμονικές επιλογές.
-Σημαντική παρουσία της θρησκευτικής πίστης καθώς και των ιεραρχιών που την τυποποιούν προωθώντας μισαλλόδοξα πρότυπα. Σημαντικός παράγοντας είναι η ιστορική ταύτιση ή ο διχασμός έθνους-θρησκείας. Εμπόδιο σε νεωτερικές κοινωνικές αλλαγές.
-Ιστορικό αντιαποικιακών αγώνων σε ένα σύμπλεγμα με τους ανταγωνισμούς των διεθνών ηγεμονιών που ως αντιμαχόμενες αλληλοϋπονομεύονται, είτε ως ενωμένες καταστέλλουν τάσεις ανεξαρτησίας ή εθνικής ενσωμάτωσης.
-Αποτυχία ή ανεκπλήρωτη υπόσχεση της συμμαχίας με τον «εχθρό του εχθρού».
-Ανειλικρινείς επιδιώξεις συμμαχιών με διαψεύσεις επί αμφισβητούμενων περιοχών-νέες κατοχές με την υποστήριξη της ηγεμονίας.
-Επέκταση του νεοφιλελεύθερου ιδεώδους, ειδικά μετά τη δεκαετία του ’90, παγίωση των χαρακτηριστικών του, λειτουργία του ως προτύπου για τον κοινωνικό και οικονομικό εκσυγχρονισμό, δηλαδή εκρίζωση κάθε έννοιας «κοινού», άρα και αποτροπή για τον εκσυγχρονισμό της κληρονομημένης παράδοσης.
-Δημιουργία οικολογικού προβλήματος που είναι συνέπεια ηγεμονικών επιλογών για την άντληση και εκμετάλλευση της ενέργειας, για την χωρίς όρους βιομηχανική ανάπτυξη-εξόρυξη, για την δημιουργία ζωνών ανακύκλωσης τοξικών αποβλήτων.
Τα εθνικά ζητήματα στην περιοχή των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής είναι ζητήματα ταύτισης της εδαφικής επικράτειας με τον εθνικό παράγοντα στη δομή του κράτους. Η ύπαρξή τους αφορά στις ανολοκλήρωτες προσπάθειες με στόχο τη δημιουργία ή επέκταση ή άμυνα του εθνικού κράτους υπό την καθοδήγηση της κυρίαρχης τάξης και των διεθνών συμμαχιών της. Κάθε άλλη αντίληψη που αφορούσε τη συνεργασία των λαών και των εθνών για την απελευθέρωσή τους από τον Οθωμανικό ζυγό ακυρώθηκε από τις κεντρομόλες εθνικές δυνάμεις που αγνόησαν ή υπονόμευσαν μια τέτοια προοπτική και συνδέθηκαν με τις ηγεμονικές δυνάμεις της Δύσης και της Ανατολής όπως και με την Οθωμανική εξουσία δημιουργώντας σχέσεις στρατιωτικής, πολιτικής και οικονομικής εξάρτησης. Μονοεθνικές ή μονοθρησκευτικές συνεννοήσεις όπως ο πανσλαβισμός ή η ορθοδοξία ακυρώθηκαν εξαιτίας της κηδεμονίας τους από ηγεμόνες και πνευματικούς ηγέτες ή και από ανειλικρινείς προσπάθειες που υπερθεμάτιζαν ανισομερώς στις δικές τους. Τα εθνικά ζητήματα συνδέθηκαν με διεθνείς και εγχώριες πολιτικές σκοπιμότητες δημιουργώντας μια σειρά από αδιέξοδα τα οποία οδήγησαν σε πολέμους, επεκτατισμούς, φτώχεια, χρέη σε διεθνείς μηχανισμούς και αποικιοκρατικές δυνάμεις, πολιτικές και στρατιωτικές επεμβάσεις, επεκτάσεις του καπιταλιστικού προτύπου κι ενός ανθρωπολογικού τύπου εγωκεντρικού και καταναλωτικού. Οι όποιες προσπάθειες συνεννόησης οι οποίες αντίφασκαν λόγω της παράλληλης αποδοχής της εθνικής αυτοδιάθεσης άρα και της ύπαρξης του εθνικού κράτους με τις προσπάθειες για ομοσπονδία όπως οι φαεινές ιδέες της κομμουνιστικής ομοσπονδίας των Βαλκανίων. Έτσι διαπερνώντας το κοινωνικό, το εθνικό ζήτημα ως ζήτημα που συνδέεται με την ελευθερία, τον πολιτισμό και την επιβίωση της εθνικής κοινότητας, διατηρεί συνθετικά την επικαιρότητά του μέχρι και σήμερα. Στόχος πρέπει να γίνει το ξεπέρασμά του μέσω της αναγνώρισης της σημασίας του. Τόσο το κράτος όσο και ο καπιταλισμός ως συναντίληψη της ιεραρχίας στη ζωή στο βάθος επικρατεί διαμέσου της επίκλησης των εθνικών και των θρησκευτικών ζητημάτων. Οι εθνικές όσο και οι θρησκευτικές ταυτότητες είναι απόλυτα αναγκαίο να μετασχηματίζονται προς την οικουμενικότητα και το ριζοσπαστισμό.
Σήμερα η αποδυνάμωση της ισορροπίας των ηγετικών δυνάμεων, η δημιουργία και ισχυροποίηση άλλων δυνάμεων που μπαίνουν δυναμικά στο γεωπολιτικό παιχνίδι δίπλα στον ισλαμοφασιστικό και τον ακροδεξιό παράγοντα έχει αποφασιστικά εγείρει όλους τους διαχρονικούς εθνικούς ανταγωνισμούς. Στα Βαλκάνια η κατάσταση γίνεται όλο και πιο τραγική. Ο αναθεωρητισμός των συνόρων και η αποσταθεροποίηση που επιβάλλεται τόσο από τα εθνικά κέντρα όσο και από τις ηγεμονικές δυνάμεις με πρότυπο το Γιουγκοσλαβικό αποβλέπει στην ενίσχυση των «μεγάλων ιδεών», εθνικών και θρησκευτικών, ως όχημα για το διαρκή κατακερματισμό των κρατικών οντοτήτων με στόχο την κατάκτηση εδαφών, ανθρώπων και υποδομών. Ο κατακερματισμός αυτός υποκινείται από τις ηγεμονικές δυνάμεις της Δύσης και της Ανατολής για την περεταίρω στρατιωτική, πολιτική και οικονομική τους επέκταση και ωφελεί αυτές. Απέναντι σε αυτό το τραγικό φαινόμενο που συνοδεύει την οικονομική αποικιοποίηση από διεθνή κέντρα βρίσκεται η τάση τήρησης της διεθνούς νομιμότητας και σταθερότητας που βασίζεται στο σύγχρονο κράτος άρα και στο αδιέξοδο του κατατεμαχισμού των λαών αφού στο πλαίσιο της ξεχωριστής τους διασφάλισης παίζουν εν τέλει το παιχνίδι της αποσταθεροποίησης. Τα κινήματα βάσης, είναι τα μόνα που μπορούν να ανατρέψουν την υπάρχουσα δομή υπερασπιζόμενα τη σταθερότητα στην περιοχή, αυτήν που προσφέρει ένα ριζοσπαστικό οικουμενικό όραμα στην πράξη, ανασυνθέτοντας τις πρώτες ύλες ενός επαναστατικού κοινωνικού μετασχηματισμού.
Αποφασιστικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή που περιβάλει τις χώρες μας, για αυτήν την υπέρβαση, θα παίξει η αναγνώριση των εθνικών-θρησκευτικών ζητημάτων ως ιστορικά ζητήματα διευθέτησης από πλευράς των αποικιοκρατικών κέντρων, των ιθυνουσών εγχώριων τάξεων με στόχο τη μετατροπή τους σε πεδία συνεργασίας των λαών για την ανατροπή του κράτους και του καπιταλισμού. Αυτό δεν μπορεί παρά να συμβεί από διεθνιστές που θα επιδιώξουν στον ελλαδικό χώρο να συγκροτήσουν συμβούλια για όλα τα εθνικά ζητήματα που ταλανίζουν εδώ και δυο αιώνες τα Βαλκάνια. Οι μετανάστες, οι πρόσφυγες, οι εθνικές-θρησκευτικές μειονότητες, οι ντόπιοι των κινημάτων βάσης οφείλουν να θέσουν τις γέφυρες στις σημερινές αγεφύρωτες διαφορές. Σε κάθε εθνικό-θρησκευτικό ανταγωνισμό οφείλουμε να στήσουμε τη γέφυρα συνεργασίας. Κι αυτή η γέφυρα θα χτιστεί με τις αντιαποικιακές, διαπολιτισμικές, εξισωτικές, δημοκρατικές, παραγωγικές και οικολογικές προϋποθέσεις.
Γ. Κυριακού
Υστερόγραφο: Ο βρεγμένος τη βροχή δεν τη φοβάται. Πριν ακριβώς 6 χρόνια ένα συγκλονιστικό ραπόρτο από αναρχική φιλομεταναστευτική κατάληψη επαρχιακής πόλης ανέφερε ότι αφού ξεκαθάρισε πολύ γρήγορα με τους ελάχιστους χρυσαβγίτες που μπήκαν στις τρύπες τους και με την ιδιοκτήτρια δημόσια αρχή που αποδεχόταν τον κατειλημμένο χώρο ως «παράγοντα πολιτισμού», δέχτηκε σοβαρότατες απειλές από μετανάστη ο οποίος ήλεγχε -όπως έλεγε- 150 μετανάστες της ίδιας εθνικότητας και ο οποίος συνεργαζόταν με ζεύγος αναρχικών παρακείμενης πόλης όπου ο εκ των δυο βοηθούσε και στη «μεταφορά-traffiking» μεταναστών-προσφύγων. Η απίστευτη αδράνεια εκ μέρους των δεκάδων παραληπτών της επιστολής ήταν χαρακτηριστική ύστερα μάλιστα από έναν σοβαρότατο αναρχικό «εμφύλιο», με τραυματισμούς και άλλα έκτροπα, που γνώρισε μεγάλη πόλη στην Ελλάδα μέχρι να λυθεί το ζήτημα από τα ΜΑΤ. Μια σαρκαστική επιστολή του υποφαινόμενου σε όλους τους παραλήπτες ύστερα από έντονες «οχλήσεις» του στην πολιτική ομάδα στην οποία ανήκε προκειμένου αυτή να επιδείξει κάποιο ενδιαφέρον για τα γεγονότα, ήταν η αιτία να αποπεμφθεί και να διαγραφτεί με τις κατηγορίες του «πολιτισμικού ρατσισμού», του «εθνικισμού» όπως και του «σεξισμού», μιας και η απάντησή του απευθυνόταν στη μια εκ του ζεύγους αναρχικών της παρακείμενης πόλης που αιτιολογούσε τη «μεταφορά-traffiking» μεταναστών-προσφύγων και παράλληλα εξαπέλυε ιδεολογική επίθεση κατά των ελλήνων αδιακρίτως. Απλά είχε συστήσει και συνεχίζει να προτείνει σε όσους και όσες «ό,τι μισούν βρίσκεται εδώ» να φύγουν για τις χώρες προέλευσης των μεταναστών μας.