ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΖΑΚΗΣ
Ήταν προειλημμένη η απόφαση του Eurogroup για την Κύπρο, δήλωσε ο Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης σε συνέντευξη στην εκπομπή NETWEEK της Νέας Ελληνικής Τηλεόρασης στις 30/4. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σημείωσε πως η Κύπρος ήταν το πειραματόζωο για τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπίζονται οι προβληματικές τράπεζες στην ευρωζώνη. Προσθέτει παράλληλα ότι σημασία έχει η πειθαρχημένη διαχείρισης της κρίσης. «Ήταν μια καλοστημένη απόφαση, η οποία είχε προηληφθεί και η οποία θα έπρεπε να επιβληθεί και ήταν ένα μοντέλο διαχείρισης των κινδύνων που διατρέχουν κάποιες τράπεζες γιατί ο Σόιμπλε το είχε επαναλάβει...... Το πειραματόζωο θα έπρεπε να είναι μία μικρή χώρα για να μην επηρεάζει συστημικά το υπόλοιπο της ευρωζώνης», δήλωσε ο Πρόεδρος.
Το μοτίβο είναι το ίδιο με τους πολιτικούς στην Ελλάδα. Μας κάνουν με το έτσι θέλω πειραματόζωο, μας εκβιάζουν ανοικτά, αλλά τι μπορούμε να κάνουμε; Να τα βάλουμε με τους εταίρους μας; Όχι βέβαια. Να υπερασπιστούμε την αξιοπρέπεια της χώρας και του λαού της; Γιατί; Πότε διέθεταν αξιοπρέπεια όλοι αυτοί που ελέω οργανικής διαπλοκής και διαφθοράς κυβερνάνε την Ελλάδα και την Κύπρο ως δικό τους πολιτικό και οικονομικό φέουδο. Γι’ αυτό και ο ενδοτισμός εμφανίζεται ως στάση ευθύνης. Η αποδοχή της ήττας πριν καν δοθεί η μάχη, η ατίμωση της χώρας και του λαού, θεωρείται μέγιστη πολιτική αρετή.
Η εθνική μειοδοσία, η εσχάτη προδοσία, ο δοσιλογισμός που κάποτε οι λαοί, τα έθνη και τα κράτη θεωρούσαν ως υπέρτατο αμάρτημα, σήμερα θεωρείται τόσο κοινή πρακτική που κανέναν δεν απασχολεί σε δεξιά και αριστερά. Πρόκειται για το αναγκαίο προϊόν της κατάλυσης του έθνους κράτους και της επιβολής μιας δοτής «διεθνοποίησης» που στην πράξη και στην ιδεολογία της ταυτίζεται με την επικράτηση των ανοιχτών συνόρων, των ανοιχτών αγορών και των ανοιχτών κοινωνιών στην ασυδοσία του κεφαλαίου σε παγκόσμιο επίπεδο. Τα πάντα έχουν πια την ανταλλακτική τους αξία στον κόσμο των κεφαλαιαγορών, ακόμη και η προσωπική τιμή μαζί με την αξιοπρέπεια. Δεν υπάρχουν δικαιώματα και επομένως δεν υπάρχουν διεκδικήσεις. Ούτε ανάγκη για αγώνες. Υπάρχει μόνο ο νόμος της πυγμής και της ισχύος. Σ’ έναν κόσμο όπου δεν αναγνωρίζονται δικαιώματα στους λαούς, δεν αναγνωρίζεται το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης και της δημοκρατικής κυριαρχίας, τότε δεν έχει κανένα νόημα και η προδοσία. Αυτό που οι δωσίλογοι σήμερα εμφανίζουν ως στάση ευθύνης, οι δήθεν επαναστάτες αριστεροί δικαιολογούν με το γνωστό «είναι ο καπιταλισμός, ηλίθιε!»
Η αλήθεια όμως είναι πολύ πιο απλή. Και θα αφήσουμε να την διηγηθεί ένας μετρ εκείνης της πολιτικής και της ιδεολογίας που σήμερα συνεπαίρνει δεξιά και αριστερά, ο Αδόλφος Χίτλερ:
«Η ιστορία έχει αποδείξει ότι τα έθνη που καταθέσαν τα όπλα χωρίς να εξαναγκαστούν απόλυτα, προτιμούν κατόπι να δεχτούν τις χειρότερες ταπεινώσεις και να κάνουν τις πιο ταπεινωτικές υποχωρήσεις παρά να προσπαθήσουν ν’ αλλάξουν την τύχη τους με μια νέα προσφυγή στη βία. Αυτό εξηγείται ανθρώπινα. Ένας συνετός νικητής, όποτε είναι δυνατόν, δεν θα θελήσει να επιβάλλει τις αξιώσεις του στον ηττημένο παρά μόνο σε δόσεις. Μπορεί τότε να είναι σίγουρος ότι ένα έθνος το οποίο έχει χάσει τη δύναμη του χαρακτήρα του και τέτοιο είναι κάθε ένα που υποτάσσεται εθελοντικά, δεν πρόκειται να βρει κανένα επαρκή λόγο σε κάθε μία από αυτές τις λεπτομερείς καταπιέσεις ώστε να καταφύγει στα όπλα για μια ακόμη φορά. Έτσι, όσο περισσότερους εκβιασμούς κάνει με χαρά αποδεκτούς, τόσο λιγότερο φαίνεται δικαιολογημένη στα μάτια του λαού η προσπάθεια να υπερασπιστεί τον εαυτό του από μια νέα, προφανώς απομονωμένη, αν και πραγματικά διαρκώς επαναλαμβανόμενη, καταπίεση. Ειδικά όταν, μετά από μια ολόκληρη σειρά τέτοιων ενεργειών, τόσο περισσότερες και μεγαλύτερες δυστυχίες έχει υποφέρει ήσυχα και με ανεκτικότητα χωρίς να αντιδράσει. Η πτώση της Καρχηδόνας είναι η φρικτή εικόνα μιας τέτοιας αργής, αυτοεκπληρούμενης εκτέλεσης ενός έθνους. Κατά συνέπεια, Clausewitz, στο έργο του ‘Drei Bekenntnissen’, επίσης, ξεχωρίζει αυτή τη σκέψη με τον δικό του ασύγκριτο τρόπο και για πάντα, όταν λέει: «Η κηλίδα μιας δειλής υποταγής δεν πρόκειται ποτέ να εξαλειφθεί». Ότι αυτή η σταγόνα του δηλητηρίου στο αίμα ενός έθνους περνά στην αιωνιότητα και θα ακρωτηριάσει και θα αποδυναμώσει την θέληση των επόμενων γενεών. Ότι, σε σύγκριση με αυτό, «ακόμη και η εξαφάνιση της ελευθερίας μετά από έναν αιματηρό και έντιμο αγώνα εξασφαλίζει την αναγέννηση ενός έθνους και είναι ο σπόρος της ζωής από τον οποίο ένα νέο δέντρο κάποια μέρα θα αποκτήσει γρήγορα ρίζες ». Φυσικά, ένα έθνος που έχει ατιμαστεί και έχει χάσει τη δύναμη χαρακτήρα του δεν νοιάζεται γι’ αυτό το είδος της διδασκαλίας. Μιας και όποιος την καλλιεργεί είναι σίγουρο ότι δεν μπορεί να βυθιστεί τόσο χαμηλά, ενώ καταρρέει μόνο αυτός που την ξεχνά, ή δεν θέλει πλέον να τη γνωρίζει. Έτσι, δεν πρέπει κανείς να αναμένει ότι οι εκπρόσωποι αυτής μικρόψυχης υποταγής θα μετανοήσουν ξαφνικά, προκειμένου, βάσει των δεδομένων και την ανθρώπινη εμπειρία, να ενεργήσουν διαφορετικά από ό,τι μέχρι σήμερα. Αντίθετα, αυτοί οι ίδιοι οι άνθρωποι θα κρατούν κάθε τέτοιο μάθημα σε απόσταση μέχρι το έθνος είτε μια για πάντα να εθιστεί στο ζυγό της δουλείας του, είτε μέχρις ότου να αναδειχθούν καλύτερες δυνάμεις στην επιφάνεια για να αρπάξουν την εξουσία από τα χέρια των κυβερνώντων αυτής της διαβόητης διαφθοράς. Στην πρώτη περίπτωση, αυτοί οι κυβερνώντες καταφέρνουν να μην αισθάνονται καθόλου άσχημα, αφού όχι σπάνια τους έχει ανατεθεί από τους νικητές το γραφείο επιστασίας των δούλων, που στη συνέχεια αυτοί οι αχαρακτήριστοι τύποι ασκούν πάνω στο δικό τους έθνος με μια σκληρότητα πολύ πιο ανελέητη από κάθε αλλοδαπό θηρίο που θα τοποθετούσε ο ίδιος ο εχθρός στην νικημένη χώρα.»[1]
Τα σημερινά επιτελεία της ευρωζώνης, του ΔΝΤ και της παγκόσμιας αγοράς έχουν σπουδάσει σε βάθος την τέχνη που περιγράφει ο Χίτλερ. Δεν θέλουν να ρισκάρουν μια ευθεία αντιπαράθεση με έναν λαό γιατί γνωρίζουν πολύ καλά ότι όσο μικρός κι αν είναι αυτός ο λαός, κανείς δεν μπορεί να τον καταστείλει όταν αποφασίσει να υπερασπιστεί τα δίκαια και την αξιοπρέπειά του. Γι’ αυτό προσπαθούν να δηλητηριάσουν τον χαρακτήρα και την συγκρότηση ενός λαού με την ατίμωση, με τον εθισμό στην ατίμωση. Επιχειρούν να εθίσουν ολόκληρο τον λαό στην υποταγή, στην ηθική της υποτέλειας και της ατίμωσης, ώστε να αποδεχτεί συνειδητά την εθελοδουλία και τον ραγιαδισμό. Αυτός είναι κι ο λόγος που στον αγώνα της για δημοκρατία κάθε αυθεντικά πατριωτική δύναμη δεν μπορεί παρά να διεκδικεί ως ένα από τα πρώτιστα παλλαϊκά αιτήματα το να δικαστούν επί εσχάτη προδοσία όλοι οι πρωτεργάτες και συνεργάτες πολιτικοί, δικαστές, αξιωματούχοι, δημοσιογράφοι στο καθεστώς κατοχής και δουλοποίησης του ελληνικού λαού. Αλλιώς δεν μπορεί να γλυτώσει ο ελληνικός λαός από το δηλητήριο της εθελόδουλης ατίμωσης που του έχουν επιβάλλει ως στάση πολιτικής ευθύνης και αρετής.
[1] Adolf Hitler, Mein Kampf, New York: Reynal & Hitchcock, 1941, p. 968-970.
Σχόλιο: ένας λαός όμως δεν είναι εύκολο να ξεχάσει, τουλάχιστον όχι όλοι, ιδίως οι απόγονοι των θυμάτων. Δείτε τη φωτογραφία:
ναζιστικό νεκροταφείο Μάλεμε
2007 -Ενάντια σε νεοναζί επισκέπτες
Ήταν προειλημμένη η απόφαση του Eurogroup για την Κύπρο, δήλωσε ο Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης σε συνέντευξη στην εκπομπή NETWEEK της Νέας Ελληνικής Τηλεόρασης στις 30/4. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σημείωσε πως η Κύπρος ήταν το πειραματόζωο για τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπίζονται οι προβληματικές τράπεζες στην ευρωζώνη. Προσθέτει παράλληλα ότι σημασία έχει η πειθαρχημένη διαχείρισης της κρίσης. «Ήταν μια καλοστημένη απόφαση, η οποία είχε προηληφθεί και η οποία θα έπρεπε να επιβληθεί και ήταν ένα μοντέλο διαχείρισης των κινδύνων που διατρέχουν κάποιες τράπεζες γιατί ο Σόιμπλε το είχε επαναλάβει...... Το πειραματόζωο θα έπρεπε να είναι μία μικρή χώρα για να μην επηρεάζει συστημικά το υπόλοιπο της ευρωζώνης», δήλωσε ο Πρόεδρος.
Το μοτίβο είναι το ίδιο με τους πολιτικούς στην Ελλάδα. Μας κάνουν με το έτσι θέλω πειραματόζωο, μας εκβιάζουν ανοικτά, αλλά τι μπορούμε να κάνουμε; Να τα βάλουμε με τους εταίρους μας; Όχι βέβαια. Να υπερασπιστούμε την αξιοπρέπεια της χώρας και του λαού της; Γιατί; Πότε διέθεταν αξιοπρέπεια όλοι αυτοί που ελέω οργανικής διαπλοκής και διαφθοράς κυβερνάνε την Ελλάδα και την Κύπρο ως δικό τους πολιτικό και οικονομικό φέουδο. Γι’ αυτό και ο ενδοτισμός εμφανίζεται ως στάση ευθύνης. Η αποδοχή της ήττας πριν καν δοθεί η μάχη, η ατίμωση της χώρας και του λαού, θεωρείται μέγιστη πολιτική αρετή.
Η εθνική μειοδοσία, η εσχάτη προδοσία, ο δοσιλογισμός που κάποτε οι λαοί, τα έθνη και τα κράτη θεωρούσαν ως υπέρτατο αμάρτημα, σήμερα θεωρείται τόσο κοινή πρακτική που κανέναν δεν απασχολεί σε δεξιά και αριστερά. Πρόκειται για το αναγκαίο προϊόν της κατάλυσης του έθνους κράτους και της επιβολής μιας δοτής «διεθνοποίησης» που στην πράξη και στην ιδεολογία της ταυτίζεται με την επικράτηση των ανοιχτών συνόρων, των ανοιχτών αγορών και των ανοιχτών κοινωνιών στην ασυδοσία του κεφαλαίου σε παγκόσμιο επίπεδο. Τα πάντα έχουν πια την ανταλλακτική τους αξία στον κόσμο των κεφαλαιαγορών, ακόμη και η προσωπική τιμή μαζί με την αξιοπρέπεια. Δεν υπάρχουν δικαιώματα και επομένως δεν υπάρχουν διεκδικήσεις. Ούτε ανάγκη για αγώνες. Υπάρχει μόνο ο νόμος της πυγμής και της ισχύος. Σ’ έναν κόσμο όπου δεν αναγνωρίζονται δικαιώματα στους λαούς, δεν αναγνωρίζεται το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης και της δημοκρατικής κυριαρχίας, τότε δεν έχει κανένα νόημα και η προδοσία. Αυτό που οι δωσίλογοι σήμερα εμφανίζουν ως στάση ευθύνης, οι δήθεν επαναστάτες αριστεροί δικαιολογούν με το γνωστό «είναι ο καπιταλισμός, ηλίθιε!»
Η αλήθεια όμως είναι πολύ πιο απλή. Και θα αφήσουμε να την διηγηθεί ένας μετρ εκείνης της πολιτικής και της ιδεολογίας που σήμερα συνεπαίρνει δεξιά και αριστερά, ο Αδόλφος Χίτλερ:
«Η ιστορία έχει αποδείξει ότι τα έθνη που καταθέσαν τα όπλα χωρίς να εξαναγκαστούν απόλυτα, προτιμούν κατόπι να δεχτούν τις χειρότερες ταπεινώσεις και να κάνουν τις πιο ταπεινωτικές υποχωρήσεις παρά να προσπαθήσουν ν’ αλλάξουν την τύχη τους με μια νέα προσφυγή στη βία. Αυτό εξηγείται ανθρώπινα. Ένας συνετός νικητής, όποτε είναι δυνατόν, δεν θα θελήσει να επιβάλλει τις αξιώσεις του στον ηττημένο παρά μόνο σε δόσεις. Μπορεί τότε να είναι σίγουρος ότι ένα έθνος το οποίο έχει χάσει τη δύναμη του χαρακτήρα του και τέτοιο είναι κάθε ένα που υποτάσσεται εθελοντικά, δεν πρόκειται να βρει κανένα επαρκή λόγο σε κάθε μία από αυτές τις λεπτομερείς καταπιέσεις ώστε να καταφύγει στα όπλα για μια ακόμη φορά. Έτσι, όσο περισσότερους εκβιασμούς κάνει με χαρά αποδεκτούς, τόσο λιγότερο φαίνεται δικαιολογημένη στα μάτια του λαού η προσπάθεια να υπερασπιστεί τον εαυτό του από μια νέα, προφανώς απομονωμένη, αν και πραγματικά διαρκώς επαναλαμβανόμενη, καταπίεση. Ειδικά όταν, μετά από μια ολόκληρη σειρά τέτοιων ενεργειών, τόσο περισσότερες και μεγαλύτερες δυστυχίες έχει υποφέρει ήσυχα και με ανεκτικότητα χωρίς να αντιδράσει. Η πτώση της Καρχηδόνας είναι η φρικτή εικόνα μιας τέτοιας αργής, αυτοεκπληρούμενης εκτέλεσης ενός έθνους. Κατά συνέπεια, Clausewitz, στο έργο του ‘Drei Bekenntnissen’, επίσης, ξεχωρίζει αυτή τη σκέψη με τον δικό του ασύγκριτο τρόπο και για πάντα, όταν λέει: «Η κηλίδα μιας δειλής υποταγής δεν πρόκειται ποτέ να εξαλειφθεί». Ότι αυτή η σταγόνα του δηλητηρίου στο αίμα ενός έθνους περνά στην αιωνιότητα και θα ακρωτηριάσει και θα αποδυναμώσει την θέληση των επόμενων γενεών. Ότι, σε σύγκριση με αυτό, «ακόμη και η εξαφάνιση της ελευθερίας μετά από έναν αιματηρό και έντιμο αγώνα εξασφαλίζει την αναγέννηση ενός έθνους και είναι ο σπόρος της ζωής από τον οποίο ένα νέο δέντρο κάποια μέρα θα αποκτήσει γρήγορα ρίζες ». Φυσικά, ένα έθνος που έχει ατιμαστεί και έχει χάσει τη δύναμη χαρακτήρα του δεν νοιάζεται γι’ αυτό το είδος της διδασκαλίας. Μιας και όποιος την καλλιεργεί είναι σίγουρο ότι δεν μπορεί να βυθιστεί τόσο χαμηλά, ενώ καταρρέει μόνο αυτός που την ξεχνά, ή δεν θέλει πλέον να τη γνωρίζει. Έτσι, δεν πρέπει κανείς να αναμένει ότι οι εκπρόσωποι αυτής μικρόψυχης υποταγής θα μετανοήσουν ξαφνικά, προκειμένου, βάσει των δεδομένων και την ανθρώπινη εμπειρία, να ενεργήσουν διαφορετικά από ό,τι μέχρι σήμερα. Αντίθετα, αυτοί οι ίδιοι οι άνθρωποι θα κρατούν κάθε τέτοιο μάθημα σε απόσταση μέχρι το έθνος είτε μια για πάντα να εθιστεί στο ζυγό της δουλείας του, είτε μέχρις ότου να αναδειχθούν καλύτερες δυνάμεις στην επιφάνεια για να αρπάξουν την εξουσία από τα χέρια των κυβερνώντων αυτής της διαβόητης διαφθοράς. Στην πρώτη περίπτωση, αυτοί οι κυβερνώντες καταφέρνουν να μην αισθάνονται καθόλου άσχημα, αφού όχι σπάνια τους έχει ανατεθεί από τους νικητές το γραφείο επιστασίας των δούλων, που στη συνέχεια αυτοί οι αχαρακτήριστοι τύποι ασκούν πάνω στο δικό τους έθνος με μια σκληρότητα πολύ πιο ανελέητη από κάθε αλλοδαπό θηρίο που θα τοποθετούσε ο ίδιος ο εχθρός στην νικημένη χώρα.»[1]
Τα σημερινά επιτελεία της ευρωζώνης, του ΔΝΤ και της παγκόσμιας αγοράς έχουν σπουδάσει σε βάθος την τέχνη που περιγράφει ο Χίτλερ. Δεν θέλουν να ρισκάρουν μια ευθεία αντιπαράθεση με έναν λαό γιατί γνωρίζουν πολύ καλά ότι όσο μικρός κι αν είναι αυτός ο λαός, κανείς δεν μπορεί να τον καταστείλει όταν αποφασίσει να υπερασπιστεί τα δίκαια και την αξιοπρέπειά του. Γι’ αυτό προσπαθούν να δηλητηριάσουν τον χαρακτήρα και την συγκρότηση ενός λαού με την ατίμωση, με τον εθισμό στην ατίμωση. Επιχειρούν να εθίσουν ολόκληρο τον λαό στην υποταγή, στην ηθική της υποτέλειας και της ατίμωσης, ώστε να αποδεχτεί συνειδητά την εθελοδουλία και τον ραγιαδισμό. Αυτός είναι κι ο λόγος που στον αγώνα της για δημοκρατία κάθε αυθεντικά πατριωτική δύναμη δεν μπορεί παρά να διεκδικεί ως ένα από τα πρώτιστα παλλαϊκά αιτήματα το να δικαστούν επί εσχάτη προδοσία όλοι οι πρωτεργάτες και συνεργάτες πολιτικοί, δικαστές, αξιωματούχοι, δημοσιογράφοι στο καθεστώς κατοχής και δουλοποίησης του ελληνικού λαού. Αλλιώς δεν μπορεί να γλυτώσει ο ελληνικός λαός από το δηλητήριο της εθελόδουλης ατίμωσης που του έχουν επιβάλλει ως στάση πολιτικής ευθύνης και αρετής.
[1] Adolf Hitler, Mein Kampf, New York: Reynal & Hitchcock, 1941, p. 968-970.
Σχόλιο: ένας λαός όμως δεν είναι εύκολο να ξεχάσει, τουλάχιστον όχι όλοι, ιδίως οι απόγονοι των θυμάτων. Δείτε τη φωτογραφία:
ναζιστικό νεκροταφείο Μάλεμε
2007 -Ενάντια σε νεοναζί επισκέπτες