Του Θεόδωρου Μαριόλη*
1. Η Κατάσταση
Έπειτα από τέσσερα χρόνια εφαρμογής ενός μείγματος οικονομικής πολιτικής, το οποίο συνίσταται σε δημοσιονομική συστολή, εσωτερική υποτίμηση και απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, η «επίσημη» ανεργία στην Ελλάδα έχει υπερβεί το 27% και η αθροιστική μείωση του ΑΕΠ το 20%, ενώ εκτιμάται ότι η ύφεση θα είναι πάνω από 5% κατά το 2013.
Πρόκειται για τη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη μεγαλύτερη μείωση του ΑΕΠ και των μισθών, σε ποσοστά διπλάσια από αυτήν που την ακολουθεί, δηλαδή την Πορτογαλία, η οποία επίσης ανήκει, γεγονός καθόλου συμπτωματικό, στην «περιφέρεια» της Ζώνης του Ευρώ (ΖΕ). Τέλος, όσον αφορά στον πίνακα των ρυθμών μεταβολής του ΑΕΠ σε παγκόσμια κλίμακα, για το έτος 2011, η χώρα μας βρισκόταν στη θέση 214 (με μείωση του ΑΕΠ κατά 6.9%), δηλαδή μπροστά μόνον από την Ανγκουίλα (μείωση κατά 8.5%) και την Υεμένη (μείωση κατά 10.5%).
Η ανάλυση των δεδομένων της ελληνικής οικονομίας δείχνει ότι ακόμα και εάν αυξάνεται, εφεξής, το ΑΕΠ με μέσο ετήσιο ρυθμό 1%, τότε μετά από μία δεκαετία η ανεργία θα είναι στο 30%. Δείχνει, επίσης, ότι για να αρχίζει να μειώνεται η ανεργία πρέπει, από αύριο κιόλας, το ΑΕΠ να αρχίζει να αυξάνεται με ρυθμό πάνω από 2%. Έτσι, για να σημειωθεί μία συμπίεση της ανεργίας στο π.χ. 10% μέσα σε 5 έτη, απαιτείται αύξηση του ΑΕΠ με μέσο ετήσιο ρυθμό 5.4%, ο οποίος ενέχει αύξηση της απασχόλησης με μέσο ετήσιο ρυθμό 4.4%, δηλαδή τη δημιουργία 181 χιλιάδων θέσεων εργασίας ανά έτος.
Υπάρχει κανείς που ισχυρίζεται, βάσει στοιχείων, ότι θα μειωθεί η ανεργία; Όχι, δεν υπάρχει κανείς. Καταρχάς, τόσο η Τρόικα εξωτερικού όσο και η Τρόικα εσωτερικού δεν έχουν καταθέσει κανένα πρόγραμμα ή μελέτη, τόσο για το ζήτημα της ανεργίας όσο και γενικά για αυτό της ανάκαμψης. Αντιθέτως, μάλιστα, εκτιμούν (με τρόπο-μέθοδο που δεν γνωρίζω να έχει δημοσιοποιηθεί) ότι ο μέσος ρυθμός μεγέθυνσης του ελληνικού ΑΕΠ θα είναι της τάξης του 2%, κατά την περίοδο 2015-2020, και της τάξης του 1.7%, για μετά το 2020. Άρα, ομολογούν, εμμέσως πλην σαφώς, ότι ούτε στοχεύουν στην ούτε αναμένουν την συμπίεση της ανεργίας. Περαιτέρω, ούτε η Αριστερά των δηλώσεων περί ευρωπαϊκής διαπραγμάτευσης ούτε η Αριστερά των δηλώσεων περί επανάστασης επιχειρούν να λύσουν το ζήτημα, αλλά μόνον το μεταθέτουν: Η μεν πρώτη στην ως δια μαγείας σύσταση μίας άλλης Ευρώπης, η οποία βρίσκεται κάπου μεταξύ της «Ευρώπης των Εργαζομένων (ή Λαών)» και των «Σοσιαλιστικών Πολιτειών της Ευρώπης», η δε δεύτερη στην επόμενη μέρα της επανάστασης, η οποία και αυτή θα ξεσπάσει ως δια μαγείας ή άπαξ και γίνει πόλεμος.
2. «Πίσω» από τα Φαινόμενα
Σύμφωνα με την οικονομική επιστήμη, κάθε εθνική οικονομία δύναται να παράγει (ή να μην παράγει) ένα εμπόρευμα για τη διεθνή αγορά στη βάση τεσσάρων παραγόντων: (α) του μισθού, (β) της παραγωγικότητας της εργασίας και του κεφαλαίου, (γ) του ποσοστού κέρδους, (δ) της συναλλαγματικής ισοτιμίας, και (ε) των δασμών (ή άλλων, ισοδυνάμων μέσων εμπορικής πολιτικής). Εκείνες, όμως, οι οικονομίες που συμμετέχουν σε νομισματικές ζώνες δεν μπορούν να επηρεάσουν όχι μόνον τους παράγοντες (δ) και (ε), πράγμα προφανέστατο, αλλά και τον παράγοντα (γ), πράγμα λιγότερο προφανές: Διότι το ποσοστό κέρδους σχετίζεται με το επιτόκιο (και σε κατάσταση ισορροπίας ισούται με αυτό), ενώ το επιτόκιο ρυθμίζεται από την υπερεθνική Κεντρική Τράπεζα. Απομένουν, επομένως, ο μισθός και η παραγωγικότητα. Για αυτόν ακριβώς το λόγο η ελληνική οικονομία, η οποία χαρακτηρίζεται από συγκριτικά χαμηλή παραγωγικότητα, επιχειρεί να σταθεροποιεί τη θέση της μέσω χαμηλών μισθών. Για αυτόν ακριβώς το λόγο, επίσης, όταν εξετάζουμε τη δομή παραγωγής της ελληνικής οικονομίας, διαπιστώνουμε μία σημαντικότατη μεταβολή, από τη στιγμή που η χώρα εντάχθηκε στη ΖΕ: Συρρικνώθηκε, από τη μία πλευρά, ο τομέας παραγωγής εμπορευμάτων για τη διεθνή αγορά, ο οποίος δεν μπόρεσε να επιβιώσει ως είχε, και αναπτύχθηκε, από την άλλη πλευρά, ο τομέας παραγωγής εμπορευμάτων για την εγχώρια αγορά, ο οποίος δεν αντιμετωπίζει την πίεση του διεθνούς ανταγωνισμού. Για αυτόν ακριβώς το λόγο, τέλος, οι διακηρύξεις περί «Ευρώπης των Εργαζομένων» συνιστούν φληναφήματα: Εάν υποθέσουμε ότι τα ευρωπαϊκά συνδικάτα συντονίζονται και επιβάλλουν ενιαία μισθολογική πολιτική, τότε το μόνο αποτέλεσμα θα είναι ότι οι υστερούσες σε παραγωγικότητα χώρες θα δουν κλάδους παραγωγής τους να κλείνουν ο ένας μετά τον άλλον.
Άρα, εν αντιθέσει με ό,τι ισχυρίζονται διάφοροι αριστερο-κεντρώοι, η Ζώνη του Ευρώ κάθε άλλο παρά βασίζεται σε παραλογισμούς. Έχει τη δική της συνεκτική «Άλγεβρα», η οποία συνεπάγεται δεινά για τη χώρα μας (και, γενικά, για τον «Ευρωπαϊκό Νότο»): Χαμηλούς μισθούς, επικέντρωση της παραγωγής σε ορισμένους μόνον κλάδους, μείωση του ΑΕΠ, διόγκωση του εξωτερικού και του δημοσίου χρέους, και, τελικά, ανεργία.
Μήπως, όμως, η μετανάστευση του εργατικού δυναμικού, η οποία προκαλείται από τον ενδο-ευρωπαϊκό διαφορισμό των μισθών και επιδιώκεται μέσω της ευρωπαϊκής ενοποίησης των αγορών εργασίας, θα αμβλύνει την κατάσταση; Αν και είναι ιδιαίτερα σημαντικά, δεν θα αναφερθώ στα ορατά προβλήματα που δημιουργεί για τη χώρα μας η μετανάστευση (σε αντίθεση με τις δεκαετίες του 1960-1970, αυτή αφορά, σήμερα, στο εξειδικευμένο, κυρίως, εργατικό δυναμικό), αλλά σε εκείνο το πρόβλημα που είναι αόρατο για όλους όσοι δεν γνωρίζουν την οικονομική επιστήμη: Η μετανάστευση οδηγεί σε διεθνή εξίσωση των μισθών (ανά είδος εργασίας) και, επομένως, η σταθεροποίηση μίας υστερούσας σε παραγωγικότητα εθνικής οικονομίας δεν μπορεί καν να επιχειρηθεί μέσω της συμπίεσης των μισθών. Οι μισθοί παύουν να είναι μεταβλητή που δύναται να ελεγχθεί από τις αρχές οικονομικής πολιτικής. Έτσι, η κατάσταση που περιγράφηκε προηγουμένως όχι μόνον δεν αμβλύνεται αλλά εντείνεται, στον υπερθετικό βαθμό, διότι θα επιβιώσουν μόνον οι κλάδοι με την απολύτως υψηλότερη (σε ευρωπαϊκούς όρους) παραγωγικότητα.
Είναι κακό αυτό; Για το ευρωπαϊκό κεφάλαιο στο σύνολό του είναι πάρα πολύ καλό, διότι πρόκειται για μία διαδικασία «εκκαθάρισης», μία διαδικασία επιβίωσης των ιδιαίτερα ανταγωνιστικών κλάδων, η οποία επαυξάνει το ειδικό βάρος του ευρωπαϊκού κεφαλαίου στην παγκόσμια αγορά. Κακό είναι μόνον για τις υστερούσες σε παραγωγικότητα χώρες και, ιδίως, για τις εργατικές τάξεις αυτών των χωρών.
Και παραμένει ακατανόητο πώς η – από πολλούς, ακόμα και στα «αριστερά», υποστηριζόμενη – Πολιτική-Δημοσιονομική Ενοποίηση θα αντιστρέψει αυτήν τη δυναμική: Ας κοιτάξουμε, για παράδειγμα, το χάσμα Βορρά-Νότου στην Ιταλία, τα Κεντρικά Απαλάχια και την Πολιτεία του Μισισίπι στις ΗΠΑ, τις πρώην ακμάζουσες πόλεις (Χαμπερστόουν, Πισάγκουα, Σάντα Λάουρα) περί τα ορυχεία στην Ατακάμα της Χιλής…
3. Οι Δύο Ανάγκες
Μέσω των Μνημονίων η λέξη «δόση» έχει γίνει συστατικό στοιχείο περιγραφής της κατάστασής μας. Στο βιβλίο του Γυμνό Γεύμα, ο WilliamS. Burroughs γράφει: «Κατάλαβα, στα δεκαπέντε χρόνια της εξάρτησής μου, με ποιον τρόπο ακριβώς λειτουργεί ο ιός της πρέζας. Είδα την πυραμίδα της πρέζας, με το ένα επίπεδο να τρώει το αμέσως παρακάτω μέχρι πάνω την κορυφή ή τις κορυφές μια και υπάρχουν πολλές πυραμίδες της πρέζας που τρέφονται από τις σάρκες των λαών όλου του κόσμου κι όλες τους δομημένες πάνω σε βασικές αρχές του μονοπωλίου:
1. Ποτέ μη δίνεις κάτι χωρίς αντάλλαγμα.
2. Ποτέ μη δίνεις περισσότερο απ’ όσο πρέπει να δώσεις (πάντα να περιμένεις τον πελάτη στην ανάγκη και πάντα να τον κάνεις να περιμένει).
3. Πάντα παίρνε τα όλα πίσω άμα μπορείς.
Ο Έμπορας πάντα τα ξαναπαίρνει όλα. Ο τοξικομανής χρειάζεται όλο και περισσότερη πρέζα για να διατηρήσει την ανθρώπινη μορφή του…για να εξαγοράσει το Κτήνος. Η πρέζα είναι το καλούπι απ’ όπου βγήκαν τα μονοπώλια και η απόλυτη κατοχή. Η πρέζα μας δίνει τη βασική φόρμουλα του «διαβολικού» ιού: Την Άλγεβρα της Ανάγκης. Η όψη του «κακού» είναι πάντα η όψη της απόλυτης ανάγκης. Ο ναρκομανής είναι ένας άνθρωπος που έχει απόλυτη ανάγκη το ναρκωτικό του. Εάν θέλεις να τροποποιήσεις ή να καταστρέψεις ολοκληρωτικά μία πυραμίδα αριθμών που συνδέονται με γραμμική σχέση, αλλάζεις ή βγάζεις από τη μέση τον αριθμό που είναι κάτω-κάτω.».
Ποιος «αριθμός» είναι κάτω-κάτω στη δική μας περίπτωση; Η ανάλυση δείχνει ότι ο ελληνικός λαός πρέπει να ανακτήσει όσο το δυνατόν περισσότερους μοχλούς οικονομικής πολιτικής, δηλαδή της δημοσιονομικής, νομισματικής, συναλλαγματικής, εισοδηματικής και εμπορικής πολιτικής. Δυστυχώς ή ευτυχώς, η ανάκτηση συνεπάγεται την έξοδο από τη ΖΕ και τη Συνθήκη του Μάαστριχτ. Αυτή πρέπει να είναι η Άλγεβρα της δικής μας Ανάγκης, και επί αυτής οικοδομείται η Αναλυτική Γεωμετρία μας, δηλαδή ο οργανικός σχεδιασμός-συντονισμός-κινητοποίηση του συνόλου των εργασιακών δυνάμεων του λαού από τον ίδιο τον λαό, με αρχική κατεύθυνση τη διαμόρφωση του δικού του παραγωγικού-καταναλωτικού-οικολογικού προτύπου και απώτερη τη δημιουργία μίας διεθνούς συνεργασίας νέου τύπου. Μίας συνεργασίας με στόχο όχι τη μεγιστοποίηση των κερδών ανά μονάδα προκαταβεβλημένου κεφαλαίου αλλά της κοινωνικής ευημερίας.
* (α) Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας, Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης, Πάντειο Πανεπιστήμιο, (β) Οικονομική Επιτροπή «Σχεδίου Β». Οι αναλύσεις και θέσεις που αναπτύσσονται εδώ δεν δεσμεύουν παρά μόνον τον συγγραφέα. Το παρόν κείμενο παρουσιάστηκε σε εκδήλωση της «Επιτροπής Αγώνα Κηφισιάς», την Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013.
1. Η Κατάσταση
Έπειτα από τέσσερα χρόνια εφαρμογής ενός μείγματος οικονομικής πολιτικής, το οποίο συνίσταται σε δημοσιονομική συστολή, εσωτερική υποτίμηση και απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, η «επίσημη» ανεργία στην Ελλάδα έχει υπερβεί το 27% και η αθροιστική μείωση του ΑΕΠ το 20%, ενώ εκτιμάται ότι η ύφεση θα είναι πάνω από 5% κατά το 2013.
Πρόκειται για τη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη μεγαλύτερη μείωση του ΑΕΠ και των μισθών, σε ποσοστά διπλάσια από αυτήν που την ακολουθεί, δηλαδή την Πορτογαλία, η οποία επίσης ανήκει, γεγονός καθόλου συμπτωματικό, στην «περιφέρεια» της Ζώνης του Ευρώ (ΖΕ). Τέλος, όσον αφορά στον πίνακα των ρυθμών μεταβολής του ΑΕΠ σε παγκόσμια κλίμακα, για το έτος 2011, η χώρα μας βρισκόταν στη θέση 214 (με μείωση του ΑΕΠ κατά 6.9%), δηλαδή μπροστά μόνον από την Ανγκουίλα (μείωση κατά 8.5%) και την Υεμένη (μείωση κατά 10.5%).
Η ανάλυση των δεδομένων της ελληνικής οικονομίας δείχνει ότι ακόμα και εάν αυξάνεται, εφεξής, το ΑΕΠ με μέσο ετήσιο ρυθμό 1%, τότε μετά από μία δεκαετία η ανεργία θα είναι στο 30%. Δείχνει, επίσης, ότι για να αρχίζει να μειώνεται η ανεργία πρέπει, από αύριο κιόλας, το ΑΕΠ να αρχίζει να αυξάνεται με ρυθμό πάνω από 2%. Έτσι, για να σημειωθεί μία συμπίεση της ανεργίας στο π.χ. 10% μέσα σε 5 έτη, απαιτείται αύξηση του ΑΕΠ με μέσο ετήσιο ρυθμό 5.4%, ο οποίος ενέχει αύξηση της απασχόλησης με μέσο ετήσιο ρυθμό 4.4%, δηλαδή τη δημιουργία 181 χιλιάδων θέσεων εργασίας ανά έτος.
Υπάρχει κανείς που ισχυρίζεται, βάσει στοιχείων, ότι θα μειωθεί η ανεργία; Όχι, δεν υπάρχει κανείς. Καταρχάς, τόσο η Τρόικα εξωτερικού όσο και η Τρόικα εσωτερικού δεν έχουν καταθέσει κανένα πρόγραμμα ή μελέτη, τόσο για το ζήτημα της ανεργίας όσο και γενικά για αυτό της ανάκαμψης. Αντιθέτως, μάλιστα, εκτιμούν (με τρόπο-μέθοδο που δεν γνωρίζω να έχει δημοσιοποιηθεί) ότι ο μέσος ρυθμός μεγέθυνσης του ελληνικού ΑΕΠ θα είναι της τάξης του 2%, κατά την περίοδο 2015-2020, και της τάξης του 1.7%, για μετά το 2020. Άρα, ομολογούν, εμμέσως πλην σαφώς, ότι ούτε στοχεύουν στην ούτε αναμένουν την συμπίεση της ανεργίας. Περαιτέρω, ούτε η Αριστερά των δηλώσεων περί ευρωπαϊκής διαπραγμάτευσης ούτε η Αριστερά των δηλώσεων περί επανάστασης επιχειρούν να λύσουν το ζήτημα, αλλά μόνον το μεταθέτουν: Η μεν πρώτη στην ως δια μαγείας σύσταση μίας άλλης Ευρώπης, η οποία βρίσκεται κάπου μεταξύ της «Ευρώπης των Εργαζομένων (ή Λαών)» και των «Σοσιαλιστικών Πολιτειών της Ευρώπης», η δε δεύτερη στην επόμενη μέρα της επανάστασης, η οποία και αυτή θα ξεσπάσει ως δια μαγείας ή άπαξ και γίνει πόλεμος.
2. «Πίσω» από τα Φαινόμενα
Σύμφωνα με την οικονομική επιστήμη, κάθε εθνική οικονομία δύναται να παράγει (ή να μην παράγει) ένα εμπόρευμα για τη διεθνή αγορά στη βάση τεσσάρων παραγόντων: (α) του μισθού, (β) της παραγωγικότητας της εργασίας και του κεφαλαίου, (γ) του ποσοστού κέρδους, (δ) της συναλλαγματικής ισοτιμίας, και (ε) των δασμών (ή άλλων, ισοδυνάμων μέσων εμπορικής πολιτικής). Εκείνες, όμως, οι οικονομίες που συμμετέχουν σε νομισματικές ζώνες δεν μπορούν να επηρεάσουν όχι μόνον τους παράγοντες (δ) και (ε), πράγμα προφανέστατο, αλλά και τον παράγοντα (γ), πράγμα λιγότερο προφανές: Διότι το ποσοστό κέρδους σχετίζεται με το επιτόκιο (και σε κατάσταση ισορροπίας ισούται με αυτό), ενώ το επιτόκιο ρυθμίζεται από την υπερεθνική Κεντρική Τράπεζα. Απομένουν, επομένως, ο μισθός και η παραγωγικότητα. Για αυτόν ακριβώς το λόγο η ελληνική οικονομία, η οποία χαρακτηρίζεται από συγκριτικά χαμηλή παραγωγικότητα, επιχειρεί να σταθεροποιεί τη θέση της μέσω χαμηλών μισθών. Για αυτόν ακριβώς το λόγο, επίσης, όταν εξετάζουμε τη δομή παραγωγής της ελληνικής οικονομίας, διαπιστώνουμε μία σημαντικότατη μεταβολή, από τη στιγμή που η χώρα εντάχθηκε στη ΖΕ: Συρρικνώθηκε, από τη μία πλευρά, ο τομέας παραγωγής εμπορευμάτων για τη διεθνή αγορά, ο οποίος δεν μπόρεσε να επιβιώσει ως είχε, και αναπτύχθηκε, από την άλλη πλευρά, ο τομέας παραγωγής εμπορευμάτων για την εγχώρια αγορά, ο οποίος δεν αντιμετωπίζει την πίεση του διεθνούς ανταγωνισμού. Για αυτόν ακριβώς το λόγο, τέλος, οι διακηρύξεις περί «Ευρώπης των Εργαζομένων» συνιστούν φληναφήματα: Εάν υποθέσουμε ότι τα ευρωπαϊκά συνδικάτα συντονίζονται και επιβάλλουν ενιαία μισθολογική πολιτική, τότε το μόνο αποτέλεσμα θα είναι ότι οι υστερούσες σε παραγωγικότητα χώρες θα δουν κλάδους παραγωγής τους να κλείνουν ο ένας μετά τον άλλον.
Άρα, εν αντιθέσει με ό,τι ισχυρίζονται διάφοροι αριστερο-κεντρώοι, η Ζώνη του Ευρώ κάθε άλλο παρά βασίζεται σε παραλογισμούς. Έχει τη δική της συνεκτική «Άλγεβρα», η οποία συνεπάγεται δεινά για τη χώρα μας (και, γενικά, για τον «Ευρωπαϊκό Νότο»): Χαμηλούς μισθούς, επικέντρωση της παραγωγής σε ορισμένους μόνον κλάδους, μείωση του ΑΕΠ, διόγκωση του εξωτερικού και του δημοσίου χρέους, και, τελικά, ανεργία.
Μήπως, όμως, η μετανάστευση του εργατικού δυναμικού, η οποία προκαλείται από τον ενδο-ευρωπαϊκό διαφορισμό των μισθών και επιδιώκεται μέσω της ευρωπαϊκής ενοποίησης των αγορών εργασίας, θα αμβλύνει την κατάσταση; Αν και είναι ιδιαίτερα σημαντικά, δεν θα αναφερθώ στα ορατά προβλήματα που δημιουργεί για τη χώρα μας η μετανάστευση (σε αντίθεση με τις δεκαετίες του 1960-1970, αυτή αφορά, σήμερα, στο εξειδικευμένο, κυρίως, εργατικό δυναμικό), αλλά σε εκείνο το πρόβλημα που είναι αόρατο για όλους όσοι δεν γνωρίζουν την οικονομική επιστήμη: Η μετανάστευση οδηγεί σε διεθνή εξίσωση των μισθών (ανά είδος εργασίας) και, επομένως, η σταθεροποίηση μίας υστερούσας σε παραγωγικότητα εθνικής οικονομίας δεν μπορεί καν να επιχειρηθεί μέσω της συμπίεσης των μισθών. Οι μισθοί παύουν να είναι μεταβλητή που δύναται να ελεγχθεί από τις αρχές οικονομικής πολιτικής. Έτσι, η κατάσταση που περιγράφηκε προηγουμένως όχι μόνον δεν αμβλύνεται αλλά εντείνεται, στον υπερθετικό βαθμό, διότι θα επιβιώσουν μόνον οι κλάδοι με την απολύτως υψηλότερη (σε ευρωπαϊκούς όρους) παραγωγικότητα.
Είναι κακό αυτό; Για το ευρωπαϊκό κεφάλαιο στο σύνολό του είναι πάρα πολύ καλό, διότι πρόκειται για μία διαδικασία «εκκαθάρισης», μία διαδικασία επιβίωσης των ιδιαίτερα ανταγωνιστικών κλάδων, η οποία επαυξάνει το ειδικό βάρος του ευρωπαϊκού κεφαλαίου στην παγκόσμια αγορά. Κακό είναι μόνον για τις υστερούσες σε παραγωγικότητα χώρες και, ιδίως, για τις εργατικές τάξεις αυτών των χωρών.
Και παραμένει ακατανόητο πώς η – από πολλούς, ακόμα και στα «αριστερά», υποστηριζόμενη – Πολιτική-Δημοσιονομική Ενοποίηση θα αντιστρέψει αυτήν τη δυναμική: Ας κοιτάξουμε, για παράδειγμα, το χάσμα Βορρά-Νότου στην Ιταλία, τα Κεντρικά Απαλάχια και την Πολιτεία του Μισισίπι στις ΗΠΑ, τις πρώην ακμάζουσες πόλεις (Χαμπερστόουν, Πισάγκουα, Σάντα Λάουρα) περί τα ορυχεία στην Ατακάμα της Χιλής…
3. Οι Δύο Ανάγκες
Μέσω των Μνημονίων η λέξη «δόση» έχει γίνει συστατικό στοιχείο περιγραφής της κατάστασής μας. Στο βιβλίο του Γυμνό Γεύμα, ο WilliamS. Burroughs γράφει: «Κατάλαβα, στα δεκαπέντε χρόνια της εξάρτησής μου, με ποιον τρόπο ακριβώς λειτουργεί ο ιός της πρέζας. Είδα την πυραμίδα της πρέζας, με το ένα επίπεδο να τρώει το αμέσως παρακάτω μέχρι πάνω την κορυφή ή τις κορυφές μια και υπάρχουν πολλές πυραμίδες της πρέζας που τρέφονται από τις σάρκες των λαών όλου του κόσμου κι όλες τους δομημένες πάνω σε βασικές αρχές του μονοπωλίου:
1. Ποτέ μη δίνεις κάτι χωρίς αντάλλαγμα.
2. Ποτέ μη δίνεις περισσότερο απ’ όσο πρέπει να δώσεις (πάντα να περιμένεις τον πελάτη στην ανάγκη και πάντα να τον κάνεις να περιμένει).
3. Πάντα παίρνε τα όλα πίσω άμα μπορείς.
Ο Έμπορας πάντα τα ξαναπαίρνει όλα. Ο τοξικομανής χρειάζεται όλο και περισσότερη πρέζα για να διατηρήσει την ανθρώπινη μορφή του…για να εξαγοράσει το Κτήνος. Η πρέζα είναι το καλούπι απ’ όπου βγήκαν τα μονοπώλια και η απόλυτη κατοχή. Η πρέζα μας δίνει τη βασική φόρμουλα του «διαβολικού» ιού: Την Άλγεβρα της Ανάγκης. Η όψη του «κακού» είναι πάντα η όψη της απόλυτης ανάγκης. Ο ναρκομανής είναι ένας άνθρωπος που έχει απόλυτη ανάγκη το ναρκωτικό του. Εάν θέλεις να τροποποιήσεις ή να καταστρέψεις ολοκληρωτικά μία πυραμίδα αριθμών που συνδέονται με γραμμική σχέση, αλλάζεις ή βγάζεις από τη μέση τον αριθμό που είναι κάτω-κάτω.».
Ποιος «αριθμός» είναι κάτω-κάτω στη δική μας περίπτωση; Η ανάλυση δείχνει ότι ο ελληνικός λαός πρέπει να ανακτήσει όσο το δυνατόν περισσότερους μοχλούς οικονομικής πολιτικής, δηλαδή της δημοσιονομικής, νομισματικής, συναλλαγματικής, εισοδηματικής και εμπορικής πολιτικής. Δυστυχώς ή ευτυχώς, η ανάκτηση συνεπάγεται την έξοδο από τη ΖΕ και τη Συνθήκη του Μάαστριχτ. Αυτή πρέπει να είναι η Άλγεβρα της δικής μας Ανάγκης, και επί αυτής οικοδομείται η Αναλυτική Γεωμετρία μας, δηλαδή ο οργανικός σχεδιασμός-συντονισμός-κινητοποίηση του συνόλου των εργασιακών δυνάμεων του λαού από τον ίδιο τον λαό, με αρχική κατεύθυνση τη διαμόρφωση του δικού του παραγωγικού-καταναλωτικού-οικολογικού προτύπου και απώτερη τη δημιουργία μίας διεθνούς συνεργασίας νέου τύπου. Μίας συνεργασίας με στόχο όχι τη μεγιστοποίηση των κερδών ανά μονάδα προκαταβεβλημένου κεφαλαίου αλλά της κοινωνικής ευημερίας.
* (α) Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας, Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης, Πάντειο Πανεπιστήμιο, (β) Οικονομική Επιτροπή «Σχεδίου Β». Οι αναλύσεις και θέσεις που αναπτύσσονται εδώ δεν δεσμεύουν παρά μόνον τον συγγραφέα. Το παρόν κείμενο παρουσιάστηκε σε εκδήλωση της «Επιτροπής Αγώνα Κηφισιάς», την Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013.