Για όσους έχουν αντιληφθεί καθαρά τις τελευταίες εξελίξεις με τις πολιτικές των Μνημονίων στην Ελλάδα, δεν μας μένει παρά:
να διαμορφώσουμε «από τα κάτω» ένα απαραίτητο ρεαλιστικό και ελκυστικό πολιτικό πρόγραμμα για το ξεπέρασμα της σημερινής κατάρρευσης και συγχρόνως για τη μετάβαση σε μια μετακαπιταλιστική κοινωνία, που θα στηριχθεί:
-στην οικονομία των βιοτικών αναγκών και στα "κοινά" όσον αφορά στο περιεχόμενο,
-στον συνεργατισμό-συνεταιρισμό όσον αφορά στις σχέσεις παραγωγής,
-στη συλλογική-κοινοτική-δημοτική ιδιοκτησία όσον αφορά στα μέσα παραγωγής,
-στην εγγύτητα, τις μικρές αποστάσεις και την ελεύθερη ενέργεια των ΑΠΕ, όσον αφορά στο μικρότερο δυνατό οικολογικό αποτύπωμα
-Στην άμεση δημοκρατία όσον αφορά στις αποφάσεις και τους πολιτικούς θεσμούς
Δε μας μένει τίποτα άλλο σε αυτή την χώρα, από το να αναζητήσουμε ριζοσπαστικές λύσεις.
Παρακάτω περιγράφουμε τη στρατηγική της Τοπικοποίησης για τη μετάβαση σε μετακαπιταλιστική κοινωνία της ισοκατανομής πόρων και εξουσιών με άμεση δημοκρατία:
Δεν είναι βασικά η «ανευθυνότητα» ή η «απληστία» των αγορών -αν και έπαιξε σημαντικό ρόλο- η αιτία της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης και της κρίσης των δημοσιονομικών χρεών. Η βασικότερη αιτία είναι η ίδια η επιδίωξη της οικονομικής ανάπτυξης και της αντίστοιχης ιδεολογίας της.
Αυτή η ιδεολογία, προς το παρόν οδηγεί σε οικονομική και περιβαλλοντική καταστροφή ολόκληρες χώρες και περιοχές, και στο μέλλον σε κατάρρευση ολόκληρο τον πλανήτη: οι υλικές και οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της επιδιωκόμενης ανάπτυξης μας οδηγεί εκτός της δημιουργίας οικονομικών χρεών και στη δημιουργία οικολογικών χρεών.
Η ανικανότητά μας να ρυθμίσουμε τις χρηματοοικονομικές αγορές συνδυάζεται με την ανικανότητά μας να προστατέψουμε τους φυσικούς πόρους και να περιορίσουμε τις οικολογικές καταστροφές.
Τα χρέη που αφήνουμε στα παιδιά μας και τις μελλούμενες γενιές δεν θα είναι μόνο οικονομικά προς τους πιστωτές μας. Θα είναι και οικολογικά προς τον πλανήτη και τα οικοσυστήματα, τα οποία ανήκουν σε όλους και δεν έχουν σύνορα. Και αυτά θα πρέπει να τα ξεπληρώσουν –οι νέες γενιές-αποκαθιστώντας ότι έχουμε καταστρέψει οι παλιότερες. Αν θέλουν φυσικά να επιβιώσουν στο μέλλον.
Με το κυρίαρχο σημερινό μοντέλο υπερκατανάλωσης, μέχρι το 2030 θα χρειαζόμασταν έναν δεύτερο πλανήτη σαν τη γη. Ο καπιταλισμός λοιπόν αντιμετωπίζοντας αυτή την πραγματικότητα, από τη μία εξασφαλίζει για τις ελίτ όλο και μεγαλύτερο κομμάτι της υπάρχουσας πεπερασμένης πίτας καταναλώνοντας τους εναπομείναντες πόρους και από την άλλη-για να συνεχίζει να καλλιεργεί τη ψευδαίσθηση της αύξησης της πίτας-την «φουσκώνει», αφού δε μπορεί να την μεγαλώνει.
Αλλά όσο μεγαλώνουν οι φούσκες τόσο πιο εύκολα «σπάνε» και έτσι δε μπορεί πια να εξασφαλίζει εύκολα τη συναίνεση των μεσαίων τάξεων. Αυτή η συναίνεση εξέλεγε μέχρι τώρα τις κυβερνήσεις των κομμάτων εξουσίας παντού. Με την άρση της έχουμε και αμφισβήτηση του πολιτικού συστήματος της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης και διακυβέρνησης, ιδίως στα κράτη της Ν. Ευρώπης.
Η Ελλάδα έγινε ο αδύνατος κρίκος στον παγκόσμιο καπιταλισμό, λόγω της μανίας της πολιτικής και οικονομικής ελίτ, για ανάπτυξη που δεν στηριζόταν στον πρωτογενή- δευτερογενή τομέα (γεωργία, μεταποίηση, καινοτομία κ.λπ.), αλλά στον τριτογενή (κατανάλωση, εμπόριο, τουριστικές υπηρεσίες κ.λπ.) και στις κάθε είδους οικοδόμηση και κατασκευές.
Ο «εκσυγχρονισμός» που υποτίθεται έγινε -χωρίς να υπολογίζεται το οικονομικό και το περιβαλλοντικό κόστος του-στηρίχθηκε σε δάνεια κύρια από το εξωτερικό. Σε αυτό βοήθησε και η είσοδος στην Ευρωζώνη, γιατί αύξησε τη δανειοληπτική πίστη λόγω του κοινού νομίσματος. Όλοι άρχισαν να δανείζονται εύκολα.
Η κυβέρνηση και οι τράπεζες από τις «χρηματοπιστωτικές αγορές», οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά από τις τράπεζες. Το Ευρώ και τα δάνεια βοήθησαν ιδιαίτερα στο να ικανοποιείται η μανία της ελληνικής ελίτ για έργα φαραωνικά ( π.χ. των ολυμπιακών του 2004 ), για γέφυρες λιμάνια, δρόμους, αεροδρόμια και στάδια, αλλά και για τη δημιουργία ενός υπερμεγέθους πελατειακού κράτους στην υπηρεσία της.
Σε όλη τη μεταπoλεμική περίoδo μόvo τo 15% τωv συvoλικώv επεvδύσεωv παγίoυ κεφαλαίoυ στρεφόταv στη μεταπoίηση, εvώ τo 42% τωv ιδιωτικώv επεvδύσεωv στρεφόταv στην οικοδομή και τα 2/3 τωv δημoσίωv στηv υπoδoμή.
Ο τουρισμός αναδείχθηκε στη «μεγάλη βιομηχανία» της χώρας και ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού προσπάθησε να επιβιώσει προσφέροντας υπηρεσίες κατά τη «τουριστική σαιζόν», αφήνοντας κατά μέρος τις άλλες δραστηριότητες και τη γεωργία.
Και αυτή η κατεύθυνση -που υλοποιούταν από ένα πολιτικό προσωπικό κάθε άλλο παρά αξιόλογο-κατέρρευσε στα πλαίσια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Λόγω της άρσης της «εμπιστοσύνης των πιστωτών», η δομική κατά βάση ελληνική κρίση μετατράπηκε σε κρίση των δημοσιονομικών χρεών. Αυτή έφερε και τις πολιτικές της τρόικας και των «μνημονίων».
Και η σημερινή, αλλά και οι επόμενες κυβερνήσεις των κομμάτων εξουσίας, θα είναι υποχρεωμένες –με τη «βοήθεια» της τρόικα ή των θεσμών της ΕΕ στη συνέχεια-να εφαρμόσουν τέτοιες πολιτικές, ώστε να επιστραφούν με ένα τρόπο τα χρέη στους διεθνείς και ντόπιους πιστωτές.
Εξάλλου η ευρωπαϊκή ελίτ δε μπορεί πια να διατηρεί πολυπληθείς μεσαίες τάξεις και θέλει να τις συρρικνώσει, ξεκινώντας από την Ελλάδα και τη Ν. Ευρώπη. Με τα προγράμματα «σωτηρίας» επιδιώκει τη «φτωχοποίησή» τους. Τελικά όχι μόνο των μεσαίων τάξεων.
Όσον αφορά στην Ελλάδα λοιπόν, που υπήρξε ιδιαίτερα επιρρεπής στο «να καταναλώνει περισσότερο από ό,τι παράγει», το «πρόγραμμα αναπροσαρμογής» οδηγεί στη «φτωχοποίηση» ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας και του περιβάλλοντος της χώρας.
Η ζωή θα γίνει για τους περισσότερους Έλληνες –εκτός της τοπικής ελίτ-σε μεγάλο βαθμό αβίωτη. Είναι γενικά φανερό ότι η πολυπληθής ελληνική μεσαία τάξη περνά σε αυτούς που αποκαλούμε «από κάτω».
Παρόλο το αίσθημα ενοχής, που κυριαρχεί σήμερα στα περισσότερα στρώματα λόγω και της προπαγάνδας του «όλοι μαζί τα φάγαμε», κάποια στιγμή, ιδίως τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα των ανειδίκευτων εργαζομένων και των ανέργων δε θα μπορούν να αποδεχθούν άλλο την εξαθλίωσή τους. Μαζί με κάποια μέχρι τώρα βολεμένα, αλλά «νεόπτωχα» πλέον στρώματα, θα πάψουν να συναινούν στην υπάρχουσα Ε.Ε. Δε θα μπορούν να δεχθούν για τη χώρα τον ρόλο που θα της έχει αναθέσει ο παγκόσμιος καπιταλιστικός καταμερισμός της εργασίας. Σαν χώρας δηλαδή που θα έχει χάσει την αυτάρκεια, θα έχει καταστρέψει το περιβάλλον της και θα έχει γίνει περιοχή φθηνών υπηρεσιών και τουρισμού. Σαν χώρας εξαρτημένης πλήρως από τις εισαγωγές για την ικανοποίηση των βιοτικών αναγκών του πληθυσμού με δημιουργία ελλειμμάτων και άρα ανάγκης για συνέχιση της δανειοδότησης από τους «πιστωτές» και της πληρωμής των δανείων από τα σημερινά και αυριανά «υποζύγια». Για να συνεχίζεται η εξάρτησή της για να συνεχίζεται το «πάρτυ» της ντόπιας και διεθνούς κυρίαρχης τάξης.
Αλλά ταυτόχρονα θα καταλάβουν ότι δε μπορούν να γυρίσουν προς τα πίσω, στο προηγούμενο της κρίσης μοντέλο ανάπτυξης που στηριζόταν στον υπερκαταναλωτικό τρόπο ζωής και στο μεγενθυμένο οικολογικό αποτύπωμα. Θα χρειασθεί, μέσα από την όξυνση της κρίσης, να αντιληφθούμε όλοι ότι είναι ψευδαίσθηση η επιθυμία μας να «ανελιχθούμε» κοινωνικά και να επιδιώξουμε την «ευημερία» μας μέσω της αύξησης του κομματιού της πίτας που μας αναλογεί. Θα χρειασθεί να αντιληφθούμε καθαρά ότι η ευζωία μας δε μπορεί να ταυτισθεί με την ατομική κατανάλωση .
Μπορεί να επιτευχθεί αν επιδιώξουμε την ευζωία μέσω της ανάδειξης άλλων σημαντικών αξιών και προτεραιοτήτων: της αλληλεγγύης, της συνεργασίας, της κοινότητας, της φιλίας, της ελευθερίας, του αυτοκαθορισμού, της κοινωνικής-αλληλέγγυας οικονομίας, της στήριξης στην αφθονία των κοινωνικών-συλλογικών αγαθών μας και στους δίκαια κατανεμημένους περιορισμένους φυσικούς πόρους μας.
Να αντιληφθούμε ότι δε μπορεί να συναινούμε πλέον στον μέχρι τώρα τρόπο ανάπτυξης και διακυβέρνησης που μας οδήγησε εδώ.
Πραγματικά, η απομυθοποίηση του καπιταλισμού και της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, μπορεί να μας πείσει πιο εύκολα πια, ότι η εκχώρηση της αντιπροσώπευσης και η διαμεσολάβηση από τους επαγγελματίες πολιτικούς των κομμάτων, δεν είναι ο καλύτερος τρόπος διακυβέρνησης. Ότι θα πρέπει να αναλάβουμε οι ίδιοι τη διαμόρφωση των συνθηκών της ζωής μας, προχωρώντας σε δομές αυτοοργάνωσης και αυτοκυβέρνησης(1).
Αν σταματήσουμε να συμπεριφερόμαστε σαν καταναλωτές πολιτικών και αποφασίσουμε να συμμετάσχουμε στις διεργασίες διαμόρφωσης της πολιτικής, στις προσπάθειες δημιουργίας συλλογικών μορφών εργασίας και παραγωγής για την ικανοποίηση βιοτικών κατ αρχήν αναγκών, θα αντιληφθούμε, ότι ο καλύτερος διαμεσολαβητής είμαστε οι ίδιοι για τον εαυτό μας.
Ένα κοινωνικό κίνημα, που θα ξεκινήσει από την «άμυνα», από τα συνθήματα των «πλατειών»: δεν «πληρώνουμε τα χρέη τους», «δε πουλάμε τα κοινωνικά και δημόσια αγαθά μας, ούτε το περιβάλλον μας», «δε χρειαζόμαστε τα λεφτά τους» κ.λπ., θα πρέπει να προχωρήσει επιθετικά στη δημιουργία εναλλακτικών μορφών ατομικής και κοινωνικής ύπαρξης. Να διαμορφώσει και να βάλει σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα από τα κάτω, για τους «από κάτω», που θα δίνει λύσεις στην καθημερινότητά τους, αποτινάζοντας από πάνω τους το καθεστώς της αποικίας χρέους, στο οποίο βρίσκεται η χώρα, αλλά θα αλλάζει και την κυρίαρχη ατομική και κοινωνική συνείδηση του ατομικισμού που έχει διαμορφώσει τον κυρίαρχο σημερινό ανθρωπολογικό τύπο της ελληνικής κοινωνίας, ανεξάρτητα της ταξικής του προέλευσης.
Ένα τέτοιο κίνημα μπορεί να γίνει κάποια στιγμή πλειοψηφικό στην κοινωνία, και να την οδηγήσει σε ένα νέο «κοινωνικό συμβόλαιο» για μετάβαση σε μια μετακαπιταλιστική οργάνωσή της, αν αρνηθεί τη θέση της χώρας στα πλαίσια του παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού μοντέλου ανάπτυξης και της ευρωζώνης και δε συμμορφωθεί με τα μέτρα που θα προωθήσουν οι επόμενες κυβερνήσεις, για να εξαναγκασθούν να κάνουν στάση πληρωμών τόκων και χρεολυσίων και να στραφούν στη στήριξη των συλλογικών αγαθών και μισθών ικανών να ικανοποιούν τις βιοτικές ανάγκες του πληθυσμού.
Αν διαμορφώσει συνθήκες ενδογενούς και τοπικής παραγωγής και διανομής, ώστε σημαντικές κοινωνικές κατηγορίες να βελτιώσουν τα εισοδήματά τους μέσα από την προώθηση ομάδων παραγωγών, συνεταιρισμών παραγωγών-καταναλωτών για απευθείας διακίνηση τροφίμων και άλλων χρηστικών προϊόντων χωρίς μεσάζοντες, συνεταιριστικών μικρών μαγαζιών, δικτύων διανομής και τοπικών συστημάτων ανταλλαγών με δικό τους νόμισμα κ.λ.π.
Όσες κοινωνικές και πολιτικές οργανώσεις θα θέλουν να βοηθήσουν σε αυτό, θα χρειασθεί να ρίξουν το βάρος τους, όχι στις εκλογές, αλλά στην αυτοοργάνωση των πολιτών με:
Θα χρειασθεί να στηριχθούμε στις κοινότητες κάθε είδους- αστικές ή της υπαίθρου, αλλά και επαγγελματικές, κοινωνικής ή συνεργατικής οικονομίας, τις κοινότητες ενδιαφερόντων ή του διαδικτύου(π.χ. κοινότητες «κοινής χρήσης» κατοικιών, αυτοκινήτων κ.λπ) -σαν κύτταρα της νέας κοινωνίας που θα επιδιώξουμε.
Εφαλτήρας για την οικονομία μπορεί να γίνει ο αγροδιατροφικός τομέας, ο τομέας ένδυσης-υπόδησης, ο ενεργειακός τομέας με αιχμή στις ΑΠΕ και τις ήπιες τεχνολογίες καθώς και ο τομέας του ήπιου οικοτουρισμού για δημιουργία επιπλέον τοπικού εισοδήματος
Εφαλτήρας για τη διαμόρφωση αντίστοιχης πολιτικής οι τοπικές κινήσεις πολιτών που παρεμβαίνοντας στις τοπικές κοινωνίες και συμμετέχοντας στις τοπικές εκλογές θα απαιτήσουν «συμμετοχικούς προϋπολογισμούς» στους δήμους.
Ο ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης θα είναι σημαντικός:
•Τ.Α. θέτει πόρους στη διάθεση συλλογικών δομών εργασίας, με τη μορφή κοινωνικών επιχειρήσεων (συνδυασμός αμειβόμενης εργασίας για ανέργους - εξειδικευμένης από υπαλλήλους του δήμου -εθελοντικής εργασίας από εθελοντές που μαζί με τους υπαλλήλους παίζουν το ρόλο του "εμψυχωτή")
•Δημιουργεί χώρους παραγωγής και αυτοπαραγωγής (π.χ. εργαστηρίων επαναχρησιμοποίησης ηλεκτρικών - ηλεκτρονικών ειδών, επίπλων, ρούχων, κομποστοποίησης -λιπασματοποίησης οργανικών αποβλήτων, δημοτικών λαχανόκηπων, μεταποιητηρίων γεωργικών προϊόντων κ.λπ.)
•Χώρους απασχόλησης παιδιών ,ανταλλαγής ειδών από «δεύτερο χέρι», γραφείων «συνταξιδιωτών» κ.λπ
•οργάνωση γραφείων-συνεργείων από άνεργους αρχιτέκτονες-οικοδόμους για κατασκευή-μετατροπή κτιρίων σε βιοκλιματικά, συνεργείων για τη δημιουργία «πράσινων στεγών» και «ηλιακών στεγών»
•Ειδική περίπτωση: αυτοδιαχειριζόμενα συνεργεία και όχι ιδιώτες εργολάβοι να αναλαμβάνουν συγκεκριμένες εργασίες του δήμου
Η συνολική μας πρόταση:
Να διαμορφωθεί «από τα κάτω» και από τους έλληνες «από κάτω» ένα απαραίτητο ρεαλιστικό και ελκυστικό πρόγραμμα για τη μετάβαση σε μια κοινωνία δημοκρατικής αυτονομίας που θα στηριχθεί:
• στην οικονομία των βιοτικών αναγκών όσον αφορά στο περιεχόμενο,
• στον συνεργατισμό-συνεταιρισμό όσον αφορά στις σχέσεις παραγωγής,
• στη συλλογική-κοινοτική-δημοτική ιδιοκτησία όσον αφορά στα μέσα παραγωγής,
• στην εγγύτητα και τις μικρές αποστάσεις όσον αφορά στο μικρότερο δυνατό οικολογικό αποτύπωμα,
• στην άμεση δημοκρατία των συνελεύσεων και των ανακλητών εκπροσώπων, όσο αφορά στις διαδικασίες αποφάσεων, πολιτικής θέσμισης και διακυβέρνησης
Τα πρώτα βήματα για μια άμεση συμβουλιακή κοινωνική οικολογική δημοκρατία θα πρέπει να γίνουν με βάση την περιφέρεια και την χωρική ενότητα:
Μια τέτοια δομή θα μπορούσε να εκφράσει την άμεση συμβουλιακή κοινωνική και οικολογική δημοκρατία στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, έως ότου αυτή η δομή λειτουργώντας για μεγάλο διάστημα σαν δυαδική εξουσία προς το κεντρικό κράτος, μπορέσει να ολοκληρώσει τη διαμόρφωση ενός νέου Κοινωνικού Συμβολαίου και σε μια Συνταγματική Συνέλευση διακυρυχθεί η Δημοκρατική Συνομοσπονδιακή Κοινοπολιτεία σαν νέας μορφής κοινωνική οργάνωση σε επίπεδο ελληνικής επικράτειας.
Μια τέτοια κατεύθυνση προτείνουμε να προωθηθεί και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε απορρίπτοντας την σημερινή Ευρώπη των Κρατών -Τραπεζιτών να καταλήξουμε στην δημοκρατική Ευρώπη των ομοσπονδιοποιημένων περιφερειών.
(1) Σε αυστηρά αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες, το καθεστώς έχει διαμορφώσει μία ιδεολογία η οποία παρουσιάζει την πλειοψηφία του πληθυσμού (ψηφοφόρων) ως διανοητικά κατώτερη και ανεκπαίδευτη, με σκοπό να δικαιολογήσει την αντιπροσωπευτική διακυβέρνηση και την ισχύ των λίγων. Δημιουργεί ιδέες και εικόνες οι οποίες φυσικοποιούν την κοινωνικοπολιτική θέση κάποιου στις κατηγορίες των εξουσιαζόμενων «από κάτω» ή της ελίτ. Η υπάρχουσα κοινωνική ανισότητα μεταξύ των κατεστημένων και των αποκλεισμένων δεν γίνεται πλέον αντιληπτή ως κοινωνική κατασκευή, αλλά ως κάτι φυσικό.
να διαμορφώσουμε «από τα κάτω» ένα απαραίτητο ρεαλιστικό και ελκυστικό πολιτικό πρόγραμμα για το ξεπέρασμα της σημερινής κατάρρευσης και συγχρόνως για τη μετάβαση σε μια μετακαπιταλιστική κοινωνία, που θα στηριχθεί:
-στην οικονομία των βιοτικών αναγκών και στα "κοινά" όσον αφορά στο περιεχόμενο,
-στον συνεργατισμό-συνεταιρισμό όσον αφορά στις σχέσεις παραγωγής,
-στη συλλογική-κοινοτική-δημοτική ιδιοκτησία όσον αφορά στα μέσα παραγωγής,
-στην εγγύτητα, τις μικρές αποστάσεις και την ελεύθερη ενέργεια των ΑΠΕ, όσον αφορά στο μικρότερο δυνατό οικολογικό αποτύπωμα
-Στην άμεση δημοκρατία όσον αφορά στις αποφάσεις και τους πολιτικούς θεσμούς
Δε μας μένει τίποτα άλλο σε αυτή την χώρα, από το να αναζητήσουμε ριζοσπαστικές λύσεις.
Παρακάτω περιγράφουμε τη στρατηγική της Τοπικοποίησης για τη μετάβαση σε μετακαπιταλιστική κοινωνία της ισοκατανομής πόρων και εξουσιών με άμεση δημοκρατία:
Δεν είναι βασικά η «ανευθυνότητα» ή η «απληστία» των αγορών -αν και έπαιξε σημαντικό ρόλο- η αιτία της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης και της κρίσης των δημοσιονομικών χρεών. Η βασικότερη αιτία είναι η ίδια η επιδίωξη της οικονομικής ανάπτυξης και της αντίστοιχης ιδεολογίας της.
Αυτή η ιδεολογία, προς το παρόν οδηγεί σε οικονομική και περιβαλλοντική καταστροφή ολόκληρες χώρες και περιοχές, και στο μέλλον σε κατάρρευση ολόκληρο τον πλανήτη: οι υλικές και οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της επιδιωκόμενης ανάπτυξης μας οδηγεί εκτός της δημιουργίας οικονομικών χρεών και στη δημιουργία οικολογικών χρεών.
Η ανικανότητά μας να ρυθμίσουμε τις χρηματοοικονομικές αγορές συνδυάζεται με την ανικανότητά μας να προστατέψουμε τους φυσικούς πόρους και να περιορίσουμε τις οικολογικές καταστροφές.
Τα χρέη που αφήνουμε στα παιδιά μας και τις μελλούμενες γενιές δεν θα είναι μόνο οικονομικά προς τους πιστωτές μας. Θα είναι και οικολογικά προς τον πλανήτη και τα οικοσυστήματα, τα οποία ανήκουν σε όλους και δεν έχουν σύνορα. Και αυτά θα πρέπει να τα ξεπληρώσουν –οι νέες γενιές-αποκαθιστώντας ότι έχουμε καταστρέψει οι παλιότερες. Αν θέλουν φυσικά να επιβιώσουν στο μέλλον.
Με το κυρίαρχο σημερινό μοντέλο υπερκατανάλωσης, μέχρι το 2030 θα χρειαζόμασταν έναν δεύτερο πλανήτη σαν τη γη. Ο καπιταλισμός λοιπόν αντιμετωπίζοντας αυτή την πραγματικότητα, από τη μία εξασφαλίζει για τις ελίτ όλο και μεγαλύτερο κομμάτι της υπάρχουσας πεπερασμένης πίτας καταναλώνοντας τους εναπομείναντες πόρους και από την άλλη-για να συνεχίζει να καλλιεργεί τη ψευδαίσθηση της αύξησης της πίτας-την «φουσκώνει», αφού δε μπορεί να την μεγαλώνει.
Αλλά όσο μεγαλώνουν οι φούσκες τόσο πιο εύκολα «σπάνε» και έτσι δε μπορεί πια να εξασφαλίζει εύκολα τη συναίνεση των μεσαίων τάξεων. Αυτή η συναίνεση εξέλεγε μέχρι τώρα τις κυβερνήσεις των κομμάτων εξουσίας παντού. Με την άρση της έχουμε και αμφισβήτηση του πολιτικού συστήματος της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης και διακυβέρνησης, ιδίως στα κράτη της Ν. Ευρώπης.
Η Ελλάδα έγινε ο αδύνατος κρίκος στον παγκόσμιο καπιταλισμό, λόγω της μανίας της πολιτικής και οικονομικής ελίτ, για ανάπτυξη που δεν στηριζόταν στον πρωτογενή- δευτερογενή τομέα (γεωργία, μεταποίηση, καινοτομία κ.λπ.), αλλά στον τριτογενή (κατανάλωση, εμπόριο, τουριστικές υπηρεσίες κ.λπ.) και στις κάθε είδους οικοδόμηση και κατασκευές.
Ο «εκσυγχρονισμός» που υποτίθεται έγινε -χωρίς να υπολογίζεται το οικονομικό και το περιβαλλοντικό κόστος του-στηρίχθηκε σε δάνεια κύρια από το εξωτερικό. Σε αυτό βοήθησε και η είσοδος στην Ευρωζώνη, γιατί αύξησε τη δανειοληπτική πίστη λόγω του κοινού νομίσματος. Όλοι άρχισαν να δανείζονται εύκολα.
Η κυβέρνηση και οι τράπεζες από τις «χρηματοπιστωτικές αγορές», οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά από τις τράπεζες. Το Ευρώ και τα δάνεια βοήθησαν ιδιαίτερα στο να ικανοποιείται η μανία της ελληνικής ελίτ για έργα φαραωνικά ( π.χ. των ολυμπιακών του 2004 ), για γέφυρες λιμάνια, δρόμους, αεροδρόμια και στάδια, αλλά και για τη δημιουργία ενός υπερμεγέθους πελατειακού κράτους στην υπηρεσία της.
Σε όλη τη μεταπoλεμική περίoδo μόvo τo 15% τωv συvoλικώv επεvδύσεωv παγίoυ κεφαλαίoυ στρεφόταv στη μεταπoίηση, εvώ τo 42% τωv ιδιωτικώv επεvδύσεωv στρεφόταv στην οικοδομή και τα 2/3 τωv δημoσίωv στηv υπoδoμή.
Ο τουρισμός αναδείχθηκε στη «μεγάλη βιομηχανία» της χώρας και ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού προσπάθησε να επιβιώσει προσφέροντας υπηρεσίες κατά τη «τουριστική σαιζόν», αφήνοντας κατά μέρος τις άλλες δραστηριότητες και τη γεωργία.
Και αυτή η κατεύθυνση -που υλοποιούταν από ένα πολιτικό προσωπικό κάθε άλλο παρά αξιόλογο-κατέρρευσε στα πλαίσια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Λόγω της άρσης της «εμπιστοσύνης των πιστωτών», η δομική κατά βάση ελληνική κρίση μετατράπηκε σε κρίση των δημοσιονομικών χρεών. Αυτή έφερε και τις πολιτικές της τρόικας και των «μνημονίων».
Και η σημερινή, αλλά και οι επόμενες κυβερνήσεις των κομμάτων εξουσίας, θα είναι υποχρεωμένες –με τη «βοήθεια» της τρόικα ή των θεσμών της ΕΕ στη συνέχεια-να εφαρμόσουν τέτοιες πολιτικές, ώστε να επιστραφούν με ένα τρόπο τα χρέη στους διεθνείς και ντόπιους πιστωτές.
Εξάλλου η ευρωπαϊκή ελίτ δε μπορεί πια να διατηρεί πολυπληθείς μεσαίες τάξεις και θέλει να τις συρρικνώσει, ξεκινώντας από την Ελλάδα και τη Ν. Ευρώπη. Με τα προγράμματα «σωτηρίας» επιδιώκει τη «φτωχοποίησή» τους. Τελικά όχι μόνο των μεσαίων τάξεων.
Όσον αφορά στην Ελλάδα λοιπόν, που υπήρξε ιδιαίτερα επιρρεπής στο «να καταναλώνει περισσότερο από ό,τι παράγει», το «πρόγραμμα αναπροσαρμογής» οδηγεί στη «φτωχοποίηση» ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας και του περιβάλλοντος της χώρας.
Η ζωή θα γίνει για τους περισσότερους Έλληνες –εκτός της τοπικής ελίτ-σε μεγάλο βαθμό αβίωτη. Είναι γενικά φανερό ότι η πολυπληθής ελληνική μεσαία τάξη περνά σε αυτούς που αποκαλούμε «από κάτω».
Παρόλο το αίσθημα ενοχής, που κυριαρχεί σήμερα στα περισσότερα στρώματα λόγω και της προπαγάνδας του «όλοι μαζί τα φάγαμε», κάποια στιγμή, ιδίως τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα των ανειδίκευτων εργαζομένων και των ανέργων δε θα μπορούν να αποδεχθούν άλλο την εξαθλίωσή τους. Μαζί με κάποια μέχρι τώρα βολεμένα, αλλά «νεόπτωχα» πλέον στρώματα, θα πάψουν να συναινούν στην υπάρχουσα Ε.Ε. Δε θα μπορούν να δεχθούν για τη χώρα τον ρόλο που θα της έχει αναθέσει ο παγκόσμιος καπιταλιστικός καταμερισμός της εργασίας. Σαν χώρας δηλαδή που θα έχει χάσει την αυτάρκεια, θα έχει καταστρέψει το περιβάλλον της και θα έχει γίνει περιοχή φθηνών υπηρεσιών και τουρισμού. Σαν χώρας εξαρτημένης πλήρως από τις εισαγωγές για την ικανοποίηση των βιοτικών αναγκών του πληθυσμού με δημιουργία ελλειμμάτων και άρα ανάγκης για συνέχιση της δανειοδότησης από τους «πιστωτές» και της πληρωμής των δανείων από τα σημερινά και αυριανά «υποζύγια». Για να συνεχίζεται η εξάρτησή της για να συνεχίζεται το «πάρτυ» της ντόπιας και διεθνούς κυρίαρχης τάξης.
Αλλά ταυτόχρονα θα καταλάβουν ότι δε μπορούν να γυρίσουν προς τα πίσω, στο προηγούμενο της κρίσης μοντέλο ανάπτυξης που στηριζόταν στον υπερκαταναλωτικό τρόπο ζωής και στο μεγενθυμένο οικολογικό αποτύπωμα. Θα χρειασθεί, μέσα από την όξυνση της κρίσης, να αντιληφθούμε όλοι ότι είναι ψευδαίσθηση η επιθυμία μας να «ανελιχθούμε» κοινωνικά και να επιδιώξουμε την «ευημερία» μας μέσω της αύξησης του κομματιού της πίτας που μας αναλογεί. Θα χρειασθεί να αντιληφθούμε καθαρά ότι η ευζωία μας δε μπορεί να ταυτισθεί με την ατομική κατανάλωση .
Μπορεί να επιτευχθεί αν επιδιώξουμε την ευζωία μέσω της ανάδειξης άλλων σημαντικών αξιών και προτεραιοτήτων: της αλληλεγγύης, της συνεργασίας, της κοινότητας, της φιλίας, της ελευθερίας, του αυτοκαθορισμού, της κοινωνικής-αλληλέγγυας οικονομίας, της στήριξης στην αφθονία των κοινωνικών-συλλογικών αγαθών μας και στους δίκαια κατανεμημένους περιορισμένους φυσικούς πόρους μας.
Να αντιληφθούμε ότι δε μπορεί να συναινούμε πλέον στον μέχρι τώρα τρόπο ανάπτυξης και διακυβέρνησης που μας οδήγησε εδώ.
Πραγματικά, η απομυθοποίηση του καπιταλισμού και της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, μπορεί να μας πείσει πιο εύκολα πια, ότι η εκχώρηση της αντιπροσώπευσης και η διαμεσολάβηση από τους επαγγελματίες πολιτικούς των κομμάτων, δεν είναι ο καλύτερος τρόπος διακυβέρνησης. Ότι θα πρέπει να αναλάβουμε οι ίδιοι τη διαμόρφωση των συνθηκών της ζωής μας, προχωρώντας σε δομές αυτοοργάνωσης και αυτοκυβέρνησης(1).
Αν σταματήσουμε να συμπεριφερόμαστε σαν καταναλωτές πολιτικών και αποφασίσουμε να συμμετάσχουμε στις διεργασίες διαμόρφωσης της πολιτικής, στις προσπάθειες δημιουργίας συλλογικών μορφών εργασίας και παραγωγής για την ικανοποίηση βιοτικών κατ αρχήν αναγκών, θα αντιληφθούμε, ότι ο καλύτερος διαμεσολαβητής είμαστε οι ίδιοι για τον εαυτό μας.
Ένα κοινωνικό κίνημα, που θα ξεκινήσει από την «άμυνα», από τα συνθήματα των «πλατειών»: δεν «πληρώνουμε τα χρέη τους», «δε πουλάμε τα κοινωνικά και δημόσια αγαθά μας, ούτε το περιβάλλον μας», «δε χρειαζόμαστε τα λεφτά τους» κ.λπ., θα πρέπει να προχωρήσει επιθετικά στη δημιουργία εναλλακτικών μορφών ατομικής και κοινωνικής ύπαρξης. Να διαμορφώσει και να βάλει σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα από τα κάτω, για τους «από κάτω», που θα δίνει λύσεις στην καθημερινότητά τους, αποτινάζοντας από πάνω τους το καθεστώς της αποικίας χρέους, στο οποίο βρίσκεται η χώρα, αλλά θα αλλάζει και την κυρίαρχη ατομική και κοινωνική συνείδηση του ατομικισμού που έχει διαμορφώσει τον κυρίαρχο σημερινό ανθρωπολογικό τύπο της ελληνικής κοινωνίας, ανεξάρτητα της ταξικής του προέλευσης.
Ένα τέτοιο κίνημα μπορεί να γίνει κάποια στιγμή πλειοψηφικό στην κοινωνία, και να την οδηγήσει σε ένα νέο «κοινωνικό συμβόλαιο» για μετάβαση σε μια μετακαπιταλιστική οργάνωσή της, αν αρνηθεί τη θέση της χώρας στα πλαίσια του παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού μοντέλου ανάπτυξης και της ευρωζώνης και δε συμμορφωθεί με τα μέτρα που θα προωθήσουν οι επόμενες κυβερνήσεις, για να εξαναγκασθούν να κάνουν στάση πληρωμών τόκων και χρεολυσίων και να στραφούν στη στήριξη των συλλογικών αγαθών και μισθών ικανών να ικανοποιούν τις βιοτικές ανάγκες του πληθυσμού.
Αν διαμορφώσει συνθήκες ενδογενούς και τοπικής παραγωγής και διανομής, ώστε σημαντικές κοινωνικές κατηγορίες να βελτιώσουν τα εισοδήματά τους μέσα από την προώθηση ομάδων παραγωγών, συνεταιρισμών παραγωγών-καταναλωτών για απευθείας διακίνηση τροφίμων και άλλων χρηστικών προϊόντων χωρίς μεσάζοντες, συνεταιριστικών μικρών μαγαζιών, δικτύων διανομής και τοπικών συστημάτων ανταλλαγών με δικό τους νόμισμα κ.λ.π.
Όσες κοινωνικές και πολιτικές οργανώσεις θα θέλουν να βοηθήσουν σε αυτό, θα χρειασθεί να ρίξουν το βάρος τους, όχι στις εκλογές, αλλά στην αυτοοργάνωση των πολιτών με:
- Στήριξη όσο γίνεται περισσότερο στους τοπικούς πόρους κάθε περιοχής
- Τοπική ποιοτική παραγωγή για τις ανάγκες κυρίως της αλυσίδας: πολίτης, κοινότητα, δήμος-περιφέρεια και επικράτεια και όχι οπωσδήποτε με κριτήριο το συγκριτικό πλεονέκτημα στη παγκόσμια αγορά
- Δίκτυα Ανταλλαγών-Τοπικά Νομίσματα- Tοπική αγορά των μικρών αποστάσεων
- Μεγαλύτερη δυνατότητα συμμετοχής σε θεσμούς αυτοδιαχείρισης μικρής κλίμακας. Πιο εύκολος ο έλεγχος από την τοπική κοινωνία
Θα χρειασθεί να στηριχθούμε στις κοινότητες κάθε είδους- αστικές ή της υπαίθρου, αλλά και επαγγελματικές, κοινωνικής ή συνεργατικής οικονομίας, τις κοινότητες ενδιαφερόντων ή του διαδικτύου(π.χ. κοινότητες «κοινής χρήσης» κατοικιών, αυτοκινήτων κ.λπ) -σαν κύτταρα της νέας κοινωνίας που θα επιδιώξουμε.
Εφαλτήρας για την οικονομία μπορεί να γίνει ο αγροδιατροφικός τομέας, ο τομέας ένδυσης-υπόδησης, ο ενεργειακός τομέας με αιχμή στις ΑΠΕ και τις ήπιες τεχνολογίες καθώς και ο τομέας του ήπιου οικοτουρισμού για δημιουργία επιπλέον τοπικού εισοδήματος
Εφαλτήρας για τη διαμόρφωση αντίστοιχης πολιτικής οι τοπικές κινήσεις πολιτών που παρεμβαίνοντας στις τοπικές κοινωνίες και συμμετέχοντας στις τοπικές εκλογές θα απαιτήσουν «συμμετοχικούς προϋπολογισμούς» στους δήμους.
Ο ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης θα είναι σημαντικός:
•Τ.Α. θέτει πόρους στη διάθεση συλλογικών δομών εργασίας, με τη μορφή κοινωνικών επιχειρήσεων (συνδυασμός αμειβόμενης εργασίας για ανέργους - εξειδικευμένης από υπαλλήλους του δήμου -εθελοντικής εργασίας από εθελοντές που μαζί με τους υπαλλήλους παίζουν το ρόλο του "εμψυχωτή")
•Δημιουργεί χώρους παραγωγής και αυτοπαραγωγής (π.χ. εργαστηρίων επαναχρησιμοποίησης ηλεκτρικών - ηλεκτρονικών ειδών, επίπλων, ρούχων, κομποστοποίησης -λιπασματοποίησης οργανικών αποβλήτων, δημοτικών λαχανόκηπων, μεταποιητηρίων γεωργικών προϊόντων κ.λπ.)
•Χώρους απασχόλησης παιδιών ,ανταλλαγής ειδών από «δεύτερο χέρι», γραφείων «συνταξιδιωτών» κ.λπ
•οργάνωση γραφείων-συνεργείων από άνεργους αρχιτέκτονες-οικοδόμους για κατασκευή-μετατροπή κτιρίων σε βιοκλιματικά, συνεργείων για τη δημιουργία «πράσινων στεγών» και «ηλιακών στεγών»
•Ειδική περίπτωση: αυτοδιαχειριζόμενα συνεργεία και όχι ιδιώτες εργολάβοι να αναλαμβάνουν συγκεκριμένες εργασίες του δήμου
Η συνολική μας πρόταση:
Να διαμορφωθεί «από τα κάτω» και από τους έλληνες «από κάτω» ένα απαραίτητο ρεαλιστικό και ελκυστικό πρόγραμμα για τη μετάβαση σε μια κοινωνία δημοκρατικής αυτονομίας που θα στηριχθεί:
• στην οικονομία των βιοτικών αναγκών όσον αφορά στο περιεχόμενο,
• στον συνεργατισμό-συνεταιρισμό όσον αφορά στις σχέσεις παραγωγής,
• στη συλλογική-κοινοτική-δημοτική ιδιοκτησία όσον αφορά στα μέσα παραγωγής,
• στην εγγύτητα και τις μικρές αποστάσεις όσον αφορά στο μικρότερο δυνατό οικολογικό αποτύπωμα,
• στην άμεση δημοκρατία των συνελεύσεων και των ανακλητών εκπροσώπων, όσο αφορά στις διαδικασίες αποφάσεων, πολιτικής θέσμισης και διακυβέρνησης
Τα πρώτα βήματα για μια άμεση συμβουλιακή κοινωνική οικολογική δημοκρατία θα πρέπει να γίνουν με βάση την περιφέρεια και την χωρική ενότητα:
- Καταρχήν από ενδιαφερόμενους ενεργούς πολίτες που έχουν γνώση του διακυβεύματος δημιουργούνται σε κάθε περιφέρεια και όπου είναι δυνατό σε κάθε δήμο Συμβούλια ενδογενούς Παραγωγικής Ανασυγκρότητσης
- Αυτά τα συμβούλια παρεμβαίνοντας στις τοπικές κοινωνίες προσπαθούν να συγκαλέσουν συνελεύσεις πολιτών για την παραγωγική ανασυκρότηση. Από αυτές τις συνελεύσεις κάθε δήμου εκλέγονται: Συμβούλιο Αγροδιατροφικού Τομέα (ΣΑΤ), το οποίο με βάση τις διατροφικές ανάγκες που θα έχουν προταθεί στις συνελεύσεις, θα ολοκληρώσει και ένα πρόγραμμα για τις αγροδιατροφικές οικονομικές δραστηριότητες στα πλαίσια του κάθε δήμου και στη συνέχεια της περιφέρειας, Συμβούλιο Δημοτικού Τομέα Οικονομίας (ΣΔΤΟ), για τη στήριξη του ιδιαίτερου οικονομικού ρόλου του δήμου που θα αφορά σε όλους τους πολίτες
- Το ίδιο θα χρειασθεί να γίνει και για κάθε άλλον τομέα της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας-στηριγμένης στη συνεργατική και συνεταιριστική οργάνωσή της- στους δήμους και τις περιφέρειες, όπως για την υγεία, την χειραφετητική παιδεία-εκπαίδευση, τη δικαιοσύνη, τη βιοτεχνική- βιομηχανική παραγωγή, τον ενεργειακό εφοδιασμό, το περιβάλλον και την οικολογική ισορροπία, την αυτοάμυνα κ.λπ.
Μια τέτοια δομή θα μπορούσε να εκφράσει την άμεση συμβουλιακή κοινωνική και οικολογική δημοκρατία στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, έως ότου αυτή η δομή λειτουργώντας για μεγάλο διάστημα σαν δυαδική εξουσία προς το κεντρικό κράτος, μπορέσει να ολοκληρώσει τη διαμόρφωση ενός νέου Κοινωνικού Συμβολαίου και σε μια Συνταγματική Συνέλευση διακυρυχθεί η Δημοκρατική Συνομοσπονδιακή Κοινοπολιτεία σαν νέας μορφής κοινωνική οργάνωση σε επίπεδο ελληνικής επικράτειας.
Μια τέτοια κατεύθυνση προτείνουμε να προωθηθεί και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε απορρίπτοντας την σημερινή Ευρώπη των Κρατών -Τραπεζιτών να καταλήξουμε στην δημοκρατική Ευρώπη των ομοσπονδιοποιημένων περιφερειών.
(1) Σε αυστηρά αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες, το καθεστώς έχει διαμορφώσει μία ιδεολογία η οποία παρουσιάζει την πλειοψηφία του πληθυσμού (ψηφοφόρων) ως διανοητικά κατώτερη και ανεκπαίδευτη, με σκοπό να δικαιολογήσει την αντιπροσωπευτική διακυβέρνηση και την ισχύ των λίγων. Δημιουργεί ιδέες και εικόνες οι οποίες φυσικοποιούν την κοινωνικοπολιτική θέση κάποιου στις κατηγορίες των εξουσιαζόμενων «από κάτω» ή της ελίτ. Η υπάρχουσα κοινωνική ανισότητα μεταξύ των κατεστημένων και των αποκλεισμένων δεν γίνεται πλέον αντιληπτή ως κοινωνική κατασκευή, αλλά ως κάτι φυσικό.