Τάνια Γεωργιοπούλου
Ο Φαβιανός Ρουγγέρης είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αγρότη που κατάφερε να επιβιώσει της οικονομικής κρίσης, διορθώνοντας με κόπο τις «απερισκεψίες» που ο ίδιος έκανε την εποχής της κακώς εννοούμενης «ευμάρειας».
Η οικονομική κρίση τον βρήκε με πολύ μεγάλα ανοίγματα και χρέη. Νοικιασμένα κτήματα στον Μαραθώνα και αρκετό προσωπικό παρήγαγαν προϊόντα, που όμως έμεναν απούλητα.
«Ο κόσμος, λόγω της οικονομικής κρίσης, είχε αρχίσει να μειώνει τα έξοδά του, να περιορίζει τις αγορές του, ειδικά στα βιολογικά προϊόντα που παράγω εγώ, αλλά δεν το συνειδητοποίησα αμέσως. Επέμενα, έλεγα “εντάξει μια περίοδος είναι, θα γυρίσει ο τροχός”. Όμως είχα ανοιχτεί πολύ, είχα νοικιάσει πολλά κτήματα και τα ενοίκια έτρεχαν. Είχα εργάτες οπότε και οι μισθοί έτρεχαν. Τα έξοδα ήταν πολλά και τα χρέη αυξάνονταν συνέχεια. Για κάποια χρόνια έκανα μεγάλη βουτιά οικονομικά», διηγείται ο παραγωγός στην «Ύπαιθρο Χώρα».
Πώς κατάφερε να τα βγάλει πέρα;
Η συνταγή είναι συγκεκριμένη: «Συνειδητοποιείς τα λάθη σου και κάνεις ό,τι μπορείς για να τα διορθώσεις. Έκανα εξορθολογισμό της καλλιέργειας. Άφησα τα νοικιασμένα κτήματα στον Μαραθώνα, περίπου 30 στρέμματα και κράτησα μόνο τα ιδιόκτητα. Στράφηκα σε καλλιέργειες μικρότερης κλίμακας, με στόχο να παράγω λιγότερα αλλά ποιοτικότερα προϊόντα. Τα τελευταία χρόνια κατάφερα να σταθώ και πάλι στα πόδια μου. Έχω ξεχρεώσει και τα περισσότερα από τα παλιά μου χρέη».
Σήμερα, τα περισσότερα προϊόντα του Φαβιανού, πάντα βιολογικά, παράγονται στα πατρογονικά κτήματα στην Τήνο και σε κάποια ακόμα που νοικιάζει.
Για να πιάσουμε το νήμα από την αρχή, οι γονείς του Φαβιανού ήταν αγρότες στην Τήνο στη δεκαετία του ’50. Όμως δεν μπορούσαν να βγάλουν τα προς το ζην. Τότε τα προϊόντα που παράγονταν στην Τήνο έμεναν στο νησί, δεν μπορούσαν να φτάσουν στην Αθήνα. «Οι γονείς μου ξεκινούσαν, λοιπόν, με το μουλάρι ή το γαϊδούρι να πάνε στο διπλανό χωριό να πουλήσουν τη σοδειά τους. Δύσκολες εποχές, δεν μπορούσαν να τα βγάλουν πέρα και έτσι το 1963 άφησαν το νησί και ήρθαν στην Αθήνα».
Ο μικρός Φαβιανός γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα και μάλιστα στο κέντρο της πόλης. Καμία σχέση με χωράφια και καλλιέργειες. Η οικογένεια βιοποριζόταν από ένα καφενείο και οικοδομικές δραστηριότητες.
«Ήμουν παιδί της πόλης, τίποτα δεν ήξερα για καλλιέργειες και τέτοια. Τέλειωσα το σχολείο, πήγα φαντάρος και όταν απολύθηκα στα 23 μου πήγα να βοηθήσω τον πατέρα μου που εκείνη την εποχή καλλιεργούσε κάτι κτήματα στον Μαραθώνα. Μετά από πολλά χρόνια, είχε θυμηθεί και πάλι την παλιά του αγάπη».
Και κάπως έτσι, ο νεαρός Φαβιανός Ρουγγέρης απαρνήθηκε την οικογενειακή επιχείρηση του καφενείου και αποφάσισε να γίνει αγρότης.
«Το καφενείο μου φαινόταν πολύ “κλειστό”, ξενύχτι, τσιγάρα. Στα κτήματα στην αρχή δυσκολεύτηκα, δεν ήξερα τίποτα αλλά μετά, όλη αυτή η διαδικασία, που φυτεύεις ένα σπόρο, βγαίνει ένα φυτό και μετά γίνεται μια ντομάτα που την τρως, άρχισε να μου αρέσει. Και σήμερα, τώρα που το λέω, με συναρπάζει». Στην αρχή καλλιεργούσε συμβατικά, πάντα χωρίς πολλά χημικά. «Πριν από δεκαπέντε χρόνια άρχισα να ασχολούμαι με τα βιολογικά και μετά έγινε κάτι σαν ηθικός στόχος, να δίνω στον εαυτό μου και στους άλλους καθαρά προϊόντα», διηγείται ο παραγωγός. Είναι δύσκολη η βιολογική καλλιέργεια, ρωτάω τον ειδικό πλέον. Κάποτε, πριν χρόνια, λέγαμε ότι δεν υπάρχουν εφόδια για όσους καλλιεργούν βιολογικά. Τώρα, εγώ δεν χρησιμοποιώ πια καθόλου λιπάσματα, ούτε καν βιολογικά».
Και πως τρέφονται τα φυτά;
«Βάζω ενεργούς μικροοργανισμούς που πολλαπλασιάζονται και παράγουν ό,τι χρειάζεται το φυτό. Όσον αφορά στις ασθένειες στις βιολογικές καλλιέργειες, είναι καλύτερα να προλαμβάνεις. Αν δεις γρήγορα, ας πούμε, μια κάμπια στο μαρούλι, πριν προλάβει να εξαπλωθεί, είναι εύκολο να το εξαλείψεις».
Μικρά, γλυκά και νόστιμα
Το 95% της παραγωγής γίνεται πλέον στη βορειοανατολική Τήνο, κοντά στο χωριό Καρκάδος, και σχεδόν παραθαλάσσια, στην Κολυμπήθρα. Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στην άγρια αγκινάρα, που είναι το 1/3 της παραγωγής. Τα υπόλοιπα είναι λαχανικά εποχής, τα οποία καλλιεργούνται κυρίως υπαίθρια. Τα τελευταία χρόνια, φυτεύτηκαν και εσπεριδοειδή, με πολύ καλά αποτελέσματα.
«Στην Τήνο, το κλίμα είναι καλύτερο, τα χώματα καλύτερα. Παράγουμε ιδιαίτερα, πιο μικρά πράγματα, στην όψη συμπαθητικά αλλά στη γεύση άπαιχτα», λέει ο Φαβιανός με περηφάνια.
Από την Τήνο στις λαϊκές της Αθήνας
Ο ίδιος πουλάει την παραγωγή στις βιολογικές λαϊκές στην Αθήνα. Η διαδικασία να έρθουν από την Τήνο «έχει κόστος», αλλά ανταμείβεσαι από τη σχέση με τους πελάτες. «Έχω συγκεκριμένους πελάτες, έχω αναπτύξει σχέση μαζί τους και ξέρουν τι να περιμένουν από μένα». Δηλαδή; «Να, από τον Φεβρουάριο περιμένουν τις άγριες αγκινάρες που ξεκινάνε σιγά-σιγά…».
http://www.ypaithros.gr/viokalliergitis-apo-thno-anagennithike/
Ο Φαβιανός Ρουγγέρης είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αγρότη που κατάφερε να επιβιώσει της οικονομικής κρίσης, διορθώνοντας με κόπο τις «απερισκεψίες» που ο ίδιος έκανε την εποχής της κακώς εννοούμενης «ευμάρειας».
Η οικονομική κρίση τον βρήκε με πολύ μεγάλα ανοίγματα και χρέη. Νοικιασμένα κτήματα στον Μαραθώνα και αρκετό προσωπικό παρήγαγαν προϊόντα, που όμως έμεναν απούλητα.
«Ο κόσμος, λόγω της οικονομικής κρίσης, είχε αρχίσει να μειώνει τα έξοδά του, να περιορίζει τις αγορές του, ειδικά στα βιολογικά προϊόντα που παράγω εγώ, αλλά δεν το συνειδητοποίησα αμέσως. Επέμενα, έλεγα “εντάξει μια περίοδος είναι, θα γυρίσει ο τροχός”. Όμως είχα ανοιχτεί πολύ, είχα νοικιάσει πολλά κτήματα και τα ενοίκια έτρεχαν. Είχα εργάτες οπότε και οι μισθοί έτρεχαν. Τα έξοδα ήταν πολλά και τα χρέη αυξάνονταν συνέχεια. Για κάποια χρόνια έκανα μεγάλη βουτιά οικονομικά», διηγείται ο παραγωγός στην «Ύπαιθρο Χώρα».
Πώς κατάφερε να τα βγάλει πέρα;
Η συνταγή είναι συγκεκριμένη: «Συνειδητοποιείς τα λάθη σου και κάνεις ό,τι μπορείς για να τα διορθώσεις. Έκανα εξορθολογισμό της καλλιέργειας. Άφησα τα νοικιασμένα κτήματα στον Μαραθώνα, περίπου 30 στρέμματα και κράτησα μόνο τα ιδιόκτητα. Στράφηκα σε καλλιέργειες μικρότερης κλίμακας, με στόχο να παράγω λιγότερα αλλά ποιοτικότερα προϊόντα. Τα τελευταία χρόνια κατάφερα να σταθώ και πάλι στα πόδια μου. Έχω ξεχρεώσει και τα περισσότερα από τα παλιά μου χρέη».
Σήμερα, τα περισσότερα προϊόντα του Φαβιανού, πάντα βιολογικά, παράγονται στα πατρογονικά κτήματα στην Τήνο και σε κάποια ακόμα που νοικιάζει.
Για να πιάσουμε το νήμα από την αρχή, οι γονείς του Φαβιανού ήταν αγρότες στην Τήνο στη δεκαετία του ’50. Όμως δεν μπορούσαν να βγάλουν τα προς το ζην. Τότε τα προϊόντα που παράγονταν στην Τήνο έμεναν στο νησί, δεν μπορούσαν να φτάσουν στην Αθήνα. «Οι γονείς μου ξεκινούσαν, λοιπόν, με το μουλάρι ή το γαϊδούρι να πάνε στο διπλανό χωριό να πουλήσουν τη σοδειά τους. Δύσκολες εποχές, δεν μπορούσαν να τα βγάλουν πέρα και έτσι το 1963 άφησαν το νησί και ήρθαν στην Αθήνα».
Ο μικρός Φαβιανός γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα και μάλιστα στο κέντρο της πόλης. Καμία σχέση με χωράφια και καλλιέργειες. Η οικογένεια βιοποριζόταν από ένα καφενείο και οικοδομικές δραστηριότητες.
«Ήμουν παιδί της πόλης, τίποτα δεν ήξερα για καλλιέργειες και τέτοια. Τέλειωσα το σχολείο, πήγα φαντάρος και όταν απολύθηκα στα 23 μου πήγα να βοηθήσω τον πατέρα μου που εκείνη την εποχή καλλιεργούσε κάτι κτήματα στον Μαραθώνα. Μετά από πολλά χρόνια, είχε θυμηθεί και πάλι την παλιά του αγάπη».
Και κάπως έτσι, ο νεαρός Φαβιανός Ρουγγέρης απαρνήθηκε την οικογενειακή επιχείρηση του καφενείου και αποφάσισε να γίνει αγρότης.
«Το καφενείο μου φαινόταν πολύ “κλειστό”, ξενύχτι, τσιγάρα. Στα κτήματα στην αρχή δυσκολεύτηκα, δεν ήξερα τίποτα αλλά μετά, όλη αυτή η διαδικασία, που φυτεύεις ένα σπόρο, βγαίνει ένα φυτό και μετά γίνεται μια ντομάτα που την τρως, άρχισε να μου αρέσει. Και σήμερα, τώρα που το λέω, με συναρπάζει». Στην αρχή καλλιεργούσε συμβατικά, πάντα χωρίς πολλά χημικά. «Πριν από δεκαπέντε χρόνια άρχισα να ασχολούμαι με τα βιολογικά και μετά έγινε κάτι σαν ηθικός στόχος, να δίνω στον εαυτό μου και στους άλλους καθαρά προϊόντα», διηγείται ο παραγωγός. Είναι δύσκολη η βιολογική καλλιέργεια, ρωτάω τον ειδικό πλέον. Κάποτε, πριν χρόνια, λέγαμε ότι δεν υπάρχουν εφόδια για όσους καλλιεργούν βιολογικά. Τώρα, εγώ δεν χρησιμοποιώ πια καθόλου λιπάσματα, ούτε καν βιολογικά».
Και πως τρέφονται τα φυτά;
«Βάζω ενεργούς μικροοργανισμούς που πολλαπλασιάζονται και παράγουν ό,τι χρειάζεται το φυτό. Όσον αφορά στις ασθένειες στις βιολογικές καλλιέργειες, είναι καλύτερα να προλαμβάνεις. Αν δεις γρήγορα, ας πούμε, μια κάμπια στο μαρούλι, πριν προλάβει να εξαπλωθεί, είναι εύκολο να το εξαλείψεις».
Μικρά, γλυκά και νόστιμα
Το 95% της παραγωγής γίνεται πλέον στη βορειοανατολική Τήνο, κοντά στο χωριό Καρκάδος, και σχεδόν παραθαλάσσια, στην Κολυμπήθρα. Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στην άγρια αγκινάρα, που είναι το 1/3 της παραγωγής. Τα υπόλοιπα είναι λαχανικά εποχής, τα οποία καλλιεργούνται κυρίως υπαίθρια. Τα τελευταία χρόνια, φυτεύτηκαν και εσπεριδοειδή, με πολύ καλά αποτελέσματα.
«Στην Τήνο, το κλίμα είναι καλύτερο, τα χώματα καλύτερα. Παράγουμε ιδιαίτερα, πιο μικρά πράγματα, στην όψη συμπαθητικά αλλά στη γεύση άπαιχτα», λέει ο Φαβιανός με περηφάνια.
Από την Τήνο στις λαϊκές της Αθήνας
Ο ίδιος πουλάει την παραγωγή στις βιολογικές λαϊκές στην Αθήνα. Η διαδικασία να έρθουν από την Τήνο «έχει κόστος», αλλά ανταμείβεσαι από τη σχέση με τους πελάτες. «Έχω συγκεκριμένους πελάτες, έχω αναπτύξει σχέση μαζί τους και ξέρουν τι να περιμένουν από μένα». Δηλαδή; «Να, από τον Φεβρουάριο περιμένουν τις άγριες αγκινάρες που ξεκινάνε σιγά-σιγά…».
http://www.ypaithros.gr/viokalliergitis-apo-thno-anagennithike/