Πρόλογος / επιμέλεια: Γιώργος Μεριζιώτης
Πρόλογος
Τα τελευταία χρόνια η κρίση που έχει ξεσπάσει στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφορά στην πολιτική κηδεμονία και τις κραυγαλέες οικονομικές ανισότητες μεταξύ των χωρών του ευρωπαϊκού άξονα (Γερμανία, Γαλλία, κλπ) και της περιφέρειας, δείχνει ξεκάθαρα την αδυναμία της να εξελιχθεί ως ένας πόλος που μπορεί να πραγματώσει τη θεωρητική υπόσχεση του καπιταλισμού για διεθνή ειρήνη και ευημερία.
Αυτήν την κρίση αδυνατούν να την κατανοήσουν κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις εφόσον είναι προσανατολισμένες σε μια στοιχειώδη αντι-νεοφιλελεύθερη πολιτική και η ανάλυσή τους δεν μπορεί να ξεπεράσει την προ της κρίσης του 1973 ανάλυση για το διπολικό κόσμο. Μια από αυτές που μπορεί και συσπειρώνει κόσμο της ευρωαριστεράς, αυτής που ακόμα έχει το θράσος ή την αφέλεια να διατυμπανίζει σοσιαλδημοκρατικά οράματα με τις παρακαταθήκες του πρώην κομμουνιστή και μετατοπισθέντα προς τον ευρωπαϊκό φεντεραλισμό, Σπινέλι, έχει αποδυθεί σε μια πολιτική επιστροφής των καλών ημερών της σοσιαλδημοκρατικής ευημερίας.
Συνέχεια →
Πρόλογος
Τα τελευταία χρόνια η κρίση που έχει ξεσπάσει στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφορά στην πολιτική κηδεμονία και τις κραυγαλέες οικονομικές ανισότητες μεταξύ των χωρών του ευρωπαϊκού άξονα (Γερμανία, Γαλλία, κλπ) και της περιφέρειας, δείχνει ξεκάθαρα την αδυναμία της να εξελιχθεί ως ένας πόλος που μπορεί να πραγματώσει τη θεωρητική υπόσχεση του καπιταλισμού για διεθνή ειρήνη και ευημερία.
Αυτήν την κρίση αδυνατούν να την κατανοήσουν κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις εφόσον είναι προσανατολισμένες σε μια στοιχειώδη αντι-νεοφιλελεύθερη πολιτική και η ανάλυσή τους δεν μπορεί να ξεπεράσει την προ της κρίσης του 1973 ανάλυση για το διπολικό κόσμο. Μια από αυτές που μπορεί και συσπειρώνει κόσμο της ευρωαριστεράς, αυτής που ακόμα έχει το θράσος ή την αφέλεια να διατυμπανίζει σοσιαλδημοκρατικά οράματα με τις παρακαταθήκες του πρώην κομμουνιστή και μετατοπισθέντα προς τον ευρωπαϊκό φεντεραλισμό, Σπινέλι, έχει αποδυθεί σε μια πολιτική επιστροφής των καλών ημερών της σοσιαλδημοκρατικής ευημερίας.
Συνέχεια →