(Ζούμε στον Φαύλο Μύθο του «SUCCESS STORY» του).
του Οικονομολόγου Παναγιώτη (Τάκη) Κ. Μυλωνά.
Είναι κοινά παραδεκτό πως: η αιμοβόρα κρίση, που βιώνουμε οδυνηρά σήμερα, προϋπήρξε των Μνημονίων. Το αρνητικότερο, ίσως, χαρακτηριστικό αυτής της κρίσης, ήταν -κι εξακολουθεί να είναι- η δυνατότητά της να αυτοαναπαράγεται, να αυτοπολλαπλασιάζεται και να αυτο-υπονομεύει την υπέρβασή της, αποκτώντας μια τοξική δυναμική: εκείνη -αντί της εξόδου μας- της παγίδευσης κι ομηρίας μας, εντός ενός «Φαύλου Κύκλου», με συνεχή τον υποτροπιασμό και την εμβάθυνσή της.
Απ’ το «καθεστώς» αυτό δεν φαίνεται να ξεφεύγει ούτε κι ο -πολλά υποσχόμενος- τομέας του Τουρισμού, ο οποίος αποτελεί -για πολλούς: του “καλώς έχειν”, στα τουριστικά μας πράγματα, κι αφελώς υπεραισιόδοξους- την «λοκομοτίβα» της οικονομικής μας ανάπτυξης και το πιο αξιοποιήσιμο συγκριτικό μας πλεονέκτημα, για την υποβοήθηση της εξόδου μας απ’ την κρίση. Όμως -κι o υπεραισιόδοξος αυτός στοχασμός- καταλήγει σ’ έναν άλλο «Φαύλο Μύθο»… [«Μύθο», που ανέδειξα και με άρθρο μου, στην <<"ΗΜΕΡΑ" τση Ζάκυνθος>>, στις 9-1ου-2015, με τίτλο: <<Το Success Story του Τουρισμού (ή "Ο Βασιλιάς είναι Γυμνός")>>, που αποτελούσε και την απάντησή μου, προς εκείνο της «Καθημερινής», 04-01-2015, του Προέδρου του ΣΕΤΕ, κ. Ανδρέα Ανδρεάδη, με τίτλο: «Το μεγάλο success story του τουρισμού»!!!] Κοντολογίς, η «μη κανονικότητά μας» -για Ευρωπαϊκή χώρα- οι εμπεδωμένες «κακές τουριστικές μας πρακτικές», καθώς και η διαχρονική απουσία οποιασδήποτε αξιόπιστης τουριστικής πολιτικής, απ’ τις -μέχρι σήμερα- Κυβερνήσεις, εκτρέπουν και τον Τουρισμό, στο να παράγει, μόνο: νέα προβλήματα, νέα ελλείμματα και καινούργιες διαψεύσεις προσδοκιών, όσων προσβλέπουν σε αυτόν.
I) ΤΟ ΠΡΩΤΟ «ΣΥΝΕΔΡΙΟ» ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΟΥΡΙΣΜΟ.
Αυτά ακριβώς καταδεικνύουν και τα σχετικά στοιχεία των επιδόσεων του Τουρισμού, τα οποία δημοσιοποιήθηκαν στο λεγόμενο, «1ο Συνέδριο του Ελληνικού Τουρισμού», που έγινε στις 2-6-2016 και διοργάνωσε η EUROBANK. Στοιχεία, δηλαδή, που δημιουργούν εύλογο σκεπτικισμό, παρά το εκφωνούμενο -εκεί, σε όλους τους τόνους- «success story», για τα σημειούμενα κι αναμενόμενα ρεκόρ αφίξεων ξένων τουριστών στη χώρα μας.
Ωστόσο, τα «stress test» των στοιχείων που παρουσιάστηκαν εκεί, έδειξαν την κόπωση του τομέα. Ιδίως μάλιστα όταν: οι εισπράξεις από ξένους τουρίστες, το 2015 -παρά τη σημαντική αύξηση των αφίξεών τους- παρουσίασαν στασιμότητα, στα: 13,3 δισ. Ευρώ έως 14,8 δισ. Ευρώ, ανάλογα με τις πηγές τους. Ενώ, η «μέση κατά κεφαλή δαπάνη», εμφανίζει καταφανή διαρκή μείωση. Και ειδικότερα, αυτή, από: 697 Ευρώ, το 2009, φτάνει στα: 640 Ευρώ, το 2011 και καταλήγει στα: 594 Ευρώ, το 2015. H δε απασχόληση στον Τουρισμό, το 2015, αφορούσε το: 11,3% της συνολικής. Οι δε επενδύσεις, το ίδιο έτος, ήταν -παραδόξως- υψηλές κι έφτασαν τα 2,7 δισ. Ευρώ.
Ακολούθως, δημοσιοποιήθηκε -εκεί- και το ακόλουθο σημαντικό στατιστικό στοιχείο, σύμφωνα με το οποίο: Ενώ, η Ελλάδα, βρίσκεται στη 14η θέση στις επισκέψεις τουριστών, παγκοσμίως, είναι εντυπωσιακό το γεγονός, πως -την ίδια στιγμή- βυθίζεται στη 19η θέση, στην κατάταξή της σε εισπράξεις και στην 29η θέση, σε ότι αφορά τη συμβολή του Τουρισμού στο Α.Ε.Π. της χώρας. [Την ίδια στιγμή, η Ισπανία -π.χ.- που κατέχει την 4η θέση στις αφίξεις, είναι η δεύτερη σε εισπράξεις, παγκοσμίως.]
{# Συναφώς, λοιπόν, προς τα τελευταία αυτά δεδομένα, εύκολα θα μπορούσε να συναγάγει κανείς το συμπέρασμα, πως: η συμβολή ενός βαρύνοντος οικονομικού τομέα μιας χώρας -όπως είναι ο Τουρισμός στην Ελλάδα- δεν μπορεί παρά να καθίσταται συνολικά αρνητική. Ιδιαίτερα όταν, η οικονομική αποδοτικότητά του στη χώρα, είναι -σε μεγάλο βαθμό- σαφώς αναντίστοιχη, και κατώτερη, απ’ την «μέση παγκόσμια οικονομική αποδοτικότητα του τουριστικού τομέα που μας αναλογεί». Πολύ περισσότερο μάλιστα, όταν -σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας- ενώ, ο πληθυσμός της Ελλάδας, αποτελεί το 0,15% του πληθυσμού του πλανήτη, η χώρα κατείχε -το 2008- ένα ελληνικό Α.Ε.Π., το οποίο αντιστοιχούσε στο 0,45% του παγκόσμιου Α.Ε.Π. -αν αυτό μετρηθεί σε ονομαστικούς όρους. Και σήμερα πάλι -έξι χρόνια, με οικονομική ύφεση- κατέχει, πλέον, μόλις το 0,30% αυτού του παγκόσμιου Α.Ε.Π.. Κατά συνέπεια, λοιπόν. Όταν, στο «κατά κεφαλήν Α.Ε.Π.» του Έλληνα -που ακόμα και τώρα εξακολουθεί να είναι διπλάσιο του μέσου παγκόσμιου «κατά κεφαλήν Α.Ε.Π.»- συνεκτιμηθεί -με ενσωμάτωση του ειδικού βάρους του- και το εισόδημα απ’ τον Τουρισμό, τότε, αυτό το «κατά κεφαλήν Α.Ε.Π.», θα επηρεαστεί -στη συγκεντρωτική του στάθμιση- απολύτως αρνητικά, στον τομέα αυτόν. Ο οποίος, κοντολογίς, φαίνεται -οικονομικά- μειονεκτικότερος, μπροστά στο «διπλάσιο του μέσου παγκόσμιου κατά κεφαλήν Α.Ε.Π.», που ήδη διαθέτει η χώρα, ακόμα. Αφού άλλωστε, ο τομέας αυτός, αποφέρει εντυπωσιακά κατώτερα οικονομικά αποτελέσματα ήδη και απ’ αυτή την μέση παγκόσμια οικονομική αποδοτικότητα του τομέα. Έτσι λοιπόν, η άμεση συμβολή του Τουρισμού, στο Α.Ε.Π. της χώρας -χωρίς, δηλαδή, το συνυπολογισμό του «πολλαπλασιαστή του Τουρισμού»- αποτιμάται στο: 7,6%. Και η συμμετοχή του στην Απασχόληση -ως τομέας «εντάσεως εργασίας»- αφορά το: 11,3% του συνόλου αυτής. Κι ακριβώς, την ίδια στιγμή, καταγράφεται και η διαπίστωση, πως: «4 στις 10 Ξενοδοχειακές Μονάδες, κρίνονται ως μη βιώσιμες», λόγω -κυρίως- της υπερχρέωσής τους.}
Στη δε «Ατζέντα» των προτεραιοτήτων της Τουριστικής Πολιτικής, που προτάχθηκαν, ως αναγκαίες, απ’ το λεγόμενο αυτό «Συνέδριο του Τουρισμού» κι αναδείχθηκαν εκεί ως περισσότερο προτεινόμενες, ήταν εκείνες: (α) Της Επιμήκυνση της Τουριστικής Περιόδου και (β) Της επαύξησης των Εσόδων του Τουρισμού.
II) Η ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ «ΜΑΧΗ» ΣΕ ΕΞΕΛΙΞΗ.
Εξάλλου, την Κυριακή, 5-6-2016, στην «Καθημερινή» και στη σελίδα 13 αυτής, σε άρθρο του Στάθη Κουσούνη, με τίτλο: «Μια ιδιότυπη τουριστική “μάχη” σε εξέλιξη», καταγράφονται -μεταξύ άλλων- οι κερδισμένοι και οι χαμένοι των φετινών τουριστικών προορισμών στην Μεσόγειο. Αποτιμά -ο αρθρογράφος- ως μεγάλους κερδισμένους: την Ισπανία και την Κύπρο κι ως χαμένους: τη Τουρκία και την Αίγυπτο. Εκφράζοντας, παράλληλα, το σκεπτικισμό του για τις επιδόσεις και τις προοπτικές της χώρας μας στον Τουρισμό. (Τις επιφυλάξεις του αυτές, τις αποδίδει, κυρίως: (α) Στις επιπτώσεις των υψηλών μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών και (β) Στις καθυστερήσεις ολοκλήρωσης της διαπραγμάτευσης, του 3ου προγράμματος της λεγόμενης «Συμφωνίας Διάσωσης»).
Εξειδικεύοντας περισσότερο τις εκτιμήσεις του αυτές, ο αρθρογράφος της Καθημερινής, προχωρεί στη διατύπωση, πως: «Οι Ισπανοί και οι Κύπριοι, διατήρησαν και επαύξησαν υψηλά τις τιμές τους, λόγω της ζήτησης που υπήρξε για ασφαλείς κλίνες στην Μεσόγειο. Αντιθέτως, πολλοί Έλληνες Ξενοδόχοι, λόγω της αβεβαιότητας, που διατηρήθηκε, σε μια κρίσιμη περίοδο για τις κρατήσεις, παρέτειναν τις προσφορές και τις εκπτώσεις, για να τονώσουν τη ζήτηση». Στο ίδιο αυτό άρθρο, ακολουθούν και κάποια στοιχεία, που αφορούν τις σημαντικές αυξήσεις αφίξεων και τις θετικότερες προοπτικές περαιτέρω αύξησής τους, στην κορύφωση της τουριστικής περιόδου. Ενώ παράλληλα, οι -έως τώρα- εισπράξεις, παρουσίασαν στασιμότητα, έως και μικρή μείωση.
Οι ρίζες της κρίσης και στον Τουρισμό, που κι εδώ αναδεικνύουμε, ανάγονται στη συσσωρευμένη αναβολή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων κατά τις προηγούμενες δεκαετίες. Μια αναβολή, που ισοδυναμεί με έναν αέναο αποκλεισμό μας απ’ τη σοβαρότητα… Τέτοιες όμως μεταρρυθμίσεις, δεν υπήρξαν ποτέ. Όπως εκείνες που, θα μας επέτρεπαν -και στον Τουρισμό- να τιθασεύσουμε τους μηχανισμούς δημιουργίας των ελλειμμάτων και να εισέλθουμε σε μια αναπτυξιακή τροχιά διατηρήσιμης ανάπτυξης, προσαρμοζόμενοι στις απαιτητικές συνθήκες του παγκόσμιου οικονομικού ανταγωνισμού, εντός του πλαισίου της ευρωπαϊκής ενιαίας αγοράς και του κοινού νομίσματος της Ε.Ε..
III) Η «ΑΤΖΕΝΤΑ» ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΥΡΙΣΜΟ.
Συμφωνώντας -στα βασικά- με την «Ατζέντα» των προτεραιοτήτων της Τουριστικής Πολιτικής, που ανέδειξε το προαναφερθέν Συνέδριο για τον Τουρισμό -όπως ήταν εκείνες: (α) Της Επιμήκυνση της Τουριστικής Περιόδου και (β) Της επαύξησης των Εσόδων του Τουρισμού- τις επικροτώ κι εγώ, αλλά, με ανεστραμμένη τη σειρά τους. Όσον δε αφορά την «Επιμήκυνσή» του, αυτή μπορεί να υποστηριχθεί, τόσο με την συμπλήρωση, των αναγκαίων έργων υποδομής, για την υποδοχή τουριστών όλο το έτος, όσο και με την ανάπτυξη του θεματικού τουρισμού που θα την υλοποιήσει. Προς επίρρωση της θέσης μου αυτής, παραθέτω και τη συνηγορία μου, μέσα κι απ’ τη σχετική διπλή αρθρογραφία μου, στην εφημερίδα της Ζακύνθου, «Ελεύθερη Άποψη», με τίτλο: «Αν το Τουριστικό μοντέλο ”πνέει τα λοίσθια”, τότε Ζήτω ο ”Μετα-τουρισμός”», στις 3-9ου-2014, η πρώτη και: «Ιδού η Ρόδος, ιδού και ο “Μετατουρισμός” - ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ, …με πρόταση προς κάθε αρμόδιο...» (Για τον «Ιατρικό Τουρισμό» στη Ζάκυνθο), στις 10-9ου-2014, η δεύτερη.
Κυρίως όμως, την υψηλότερη προτεραιότητα -στην χάραξη και πιστή εφαρμογή των αναγκαίων αναπτυξιακών μέτρων, προς την αναβάθμιση της Τουριστικής μας Βιομηχανίας- πρέπει να καταλαμβάνει, η κατάλληλη εκείνη τουριστική πολιτική, που θα αποβλέπει, ιδιαίτερα, στην αποκατάσταση της -καταφανώς άδικης και ληστρικά επικίνδυνης- υποοαμειβόμενης, υποκοστολογούμενης και υποτιμολογούμενης αποζημίωσης του Τουριστικού Προϊόντος της χώρας. (Κατάσταση, δηλαδή, που αναγάγει την καχεξία της οικονομικής αποδοτικότητας του Τουριστικού μας Τομέα, σε μια -αδιαμφισβήτητα- περισσότερο προβληματική κατάσταση κι απ’ την -κατά μέσο όρο- υψηλή οικονομική μειονεκτικότητα και μη ανταγωνιστική παραγωγικότητα, όλων των υπόλοιπων τομέων της -υπό χρεοκοπία- χώρας μας…).
IV) ΟΙ ΑΙΤΙΕΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΦΑΝΟΥΣ ΥΣΤΕΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ.
Σε ποιούς όμως λόγους μπορεί να οφείλεται αυτή η τεράστια και αιματηρή υστέρηση εσόδων του Τουριστικού Τομέα της οικονομίας μας; Ας απαριθμήσουμε μερικές απ’ τις κυριότερες αιτίες της κολοσσιαίας αυτής εισπρακτικής υστέρησης, απ’ την ισχνή αποζημίωση του τουριστικού μας προϊόντος κι οι οποίες είναι:
1. Η «Άνιση Ανταλλαγή», που αφορά -με διαβαθμίσεις- τον Νότο της Ε.Ε. και όχι μόνο τον Τουρισμό. Σχετική ήταν κι η δημοσιευθείσα -στις: 30-9ου-2015, στην «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ζακύνθου»- αρθρογραφία μου, με τίτλο: <<TUI: Ένα "Τανκ" της "Γερμανικής Ευρώπης" λεηλατεί τη χώρα! (Η "άνιση ανταλλαγή" σε οικονομία και τουρισμό)>>!!! Όπου, εκεί, καταδείκνυα, με ποιό τρόπο (με εναρμονισμένες πρακτικές νόθευσης του υγιούς ανταγωνισμού), μπορούν, οι Tour Operaitors, με τις αθέμιτες πρακτικές «ολιγοψωνίου» και άσκησης «dambing» στον Τουρισμό, με τις οποίες αποστερούν, από τον πλέον υποσχόμενο τομέα της ελληνικής οικονομίας, καθαρά έσοδα ύψους -κατ’ εκτίμηση- έως και 4 δισ. Ευρώ, ετησίως!!! (Ζήτημα για το οποίο, με την υπ’ αριθμ. 7098/ 27-11-2015, καταγγελία μου, προς την «Επιτροπή Ανταγωνισμού», κατέθεσα εκεί και το δημοσίευμά μου αυτό, προς εξέταση).
2. Η αδιάκοπη απουσία οποιασδήποτε σοβαρής κι αξιόπιστης αναπτυξιακής τουριστικής πολιτικής και πολιτικής ελέγχου της καλής (σύννομης) λειτουργίας όλων των εμπλεκόμενων με τον Τουρισμό. Τέτοια πολιτική, που να αντιστοιχεί -τουλάχιστον- και στα χαμηλότερα «στάνταρ», μιας οποιασδήποτε «κανονικής» Ευρωπαϊκής χώρας. Η απουσία δε αυτή, της αξιόπιστης αναπτυξιακής τουριστικής πολιτικής, εκδηλώνεται στις ακολουθούμενες -διαχρονικά και σε ευρεία κλίμακα- «κακές τουριστικές πρακτικές» μας. Πρακτικές, πλήρους παράνομης ασυδοσίας και ασυλίας, για όλες τις λειτουργικές, περιβαλλοντολογικές και οικιστικές αυθαιρεσίες, κάθε είδους, μεγέθους και μορφής. Καθώς και συστηματικής άσκησης της παραοικονομίας, σε κάθε στάδιο και επίπεδο τουριστικής δραστηριότητας. Κατάσταση, δηλαδή, την οποία αποκαλώ και στον τίτλο του παρόντος άρθρου μου, ως: <<ΑΥΤΟ-ΥΠΟΝΟΜΕΥΣΗ>>. Και η οποία, βεβαίως, διαμορφώνει ένα παρασιτικό, αντιανταγωνιστικό, αντιοικονομικό και αυτοκαταστροφικό περιβάλλον, για το παρόν και το μέλλον του Τουρισμού. Με άλλα λόγια, συνιστά ένα «τεθωρακισμένο καθεστώς», αυτοπαγίδευσης κι ομηρίας μας, στον Κλάδο του Τουρισμού, μιας παγιωμένης κατάστασης, που ορίζεται: από αθέμιτο ανταγωνισμό και μια καθαρά ζημιογόνα λειτουργία του, όχι μόνο για τους υγιώς επιχειρούντες στον Τουρισμό, αλλά -και μακροπρόθεσμα- για όλους όσους εκπονούν, διακονούν και υποθάλπουν, το αποπνικτικό αυτό φαινόμενο, που απειλεί -με εξόντωση- και τον ίδιο τον Τουρισμό. {Ως χαρακτηριστικά ενδεικτικά παραδείγματα, μπορούν να θεωρηθούν και τα ακόλουθα: (α) Ο συστηματικά παράνομος διπλασιασμός -της δυναμικότητας κλινών- αρκετών 5΄άστερων, με την αύξηση των αδειοδοτημένων κλινών, ανά δωμάτιο, την μετατροπή των βοηθητικών χώρων, των υπογείων και του συντελεστή δόμησης, σε καταλύματα, που αυξάνει απότομα την «προσφορά» και τον παρανομαστή της σχέσης, εκείνης που κατακρημνίζει τις τιμές του Τουριστικού Προϊόντος, με την «υπερπροσφορά» κλινών και οδηγεί στην καταβύθιση της προσφερόμενης -στην αδειοδοτημένη κατηγορία- ποιότητας υπηρεσιών. Και οι Ξενοδόχοι αυτοί, οι οποίοι, ενώ κρατούν -απερίσπαστοι- την κατηγοριοποίηση του 5’άστερου, αυτοί είναι που ρίχνουν και την ποιότητα και τις τιμές -στη διαπραγμάτευση «Προσφοράς - Ζήτησης»- κι όχι μόνο σ’ όλα τα 5άστερα, αλλά παντού. (β) Η κατάργηση της λειτουργίας, ορισμένων κρίσιμων και υποχρεωτικών, αλλά κοστοβόρων παρεχόμενων υπηρεσιών -όπως είναι, π.χ., η λειτουργία του «βιολογικού βόθρου», με στόχο, την εξοικονόμηση ηλεκτρικού ρεύματος- υπονομεύουν το περιβάλλον, μειώνουν την παρεχόμενη στάθμη της ποιότητας τουριστικού προϊόντος και -μακροπρόθεσμα- δυσφημούν τον Τομέα του Τουρισμού και υποσκάπτουν τις μελλοντικές του αξιώσεις για πελατεία και για ικανοποιητικές τιμές. (γ) Η εκτεταμένη παραοικονομική διαχείριση των Ξενοδοχειακών μονάδων -έξω και πέρα, από κάθε έννοια νομιμότητας, ορθολογικής λειτουργίας, ισορροπίας και συμμετρίας των επιδόσεών τους- χωρίς αξιόπιστους δείκτες απόδοσης και αποτελέσματος. Αλλά, με υπερτιμολογήσεις εισαγωγών και με υποτιμολογημένες αποζημιώσεις μέρους των απαιτήσεών τους και είσπραξη του υπόλοιπου μέρους τους, υπόγεια, στο εξωτερικό. Καθώς και με κρυφές χρηματοδοτήσεις των επενδύσεων και επεκτάσεων της δυναμικότητάς τους, έναντι, των δολίων -υπόγειων κι ανομολόγητων- μελλοντικών τους συμβολαίων συνεργασίας. Αλλά, με βαριά υποτιμημένες τιμές, στις απολαβές του προσφερόμενου μελλοντικού τουριστικού προϊόντος τους. Οι οποίες όμως, παρασύρουν και το σύνολο της τουριστικής αγοράς, σε εξευτελιστικά επίπεδα διαπραγμάτευσης…}
3. Η υπερχρέωση μεγάλου αριθμού Τουριστικών Μονάδων, παγιδεύει ολόκληρο τον τομέα, σε αντιανταγωνιστικό περιβάλλον, ώστε να εμποδίζεται και η είσοδος νέων «παικτών» (επενδυτών στον Τουρισμό). Όπως, άλλωστε ειπώθηκε στο προαναφερόμενο αυτό «Συνέδριο», πως: «4 στις 10 Ξενοδοχειακές Μονάδες, κρίνονται ως «μη βιώσιμες», λόγω -κυρίως- της υπερχρέωσής τους, κυρίως προς τις Τράπεζες. (Ας σημειωθεί -εξ άλλου- πως, στον κατάλογο των "κόκκινων επιχειρήσεων" και πρώτες στη "λίστα" -της "ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ΅, της 25-6ου-2016- με οφειλές προς το Ι.Κ.Α. που αγγίζουν το 1,5 δισ. Ευρώ και σε εντυπωσιακά μεγάλη απόσταση από τον κλάδο που τις ακολουθεί, βρίσκονται οι επιχειρήσεις του κλάδου των "Ξενοδοχείων - Εστιατορίων"). Έχει δε διαμορφωθεί ήδη και μια παγιωμένη κατάσταση, από παραοικονομικές πρακτικές μεγάλου ποσοστού επιχειρηματιών στον Τουρισμό, οι οποίοι, δεν διαπραγματεύονται τις τιμές που προσφέρουν στην αγορά, με βάση μια "πολιτική τιμών", σε συνάρτηση με το κόστος παραγωγής της. Αλλά γίνονται πολύ «μπόσικοι» στη διαπραγμάτευση, για να αποσπάσουν, «όσο – όσο», πελάτες, με «σκοτωμένες τιμές», με βάση την απόσπαση των εντυπώσεων και το στήσιμο των προφάσεών τους, για την διαχείριση των τραπεζικών ρυθμίσεων των δόσεών τους ή/και την απόσπαση νέων Θαλασσοδανείων… Μάλιστα, σε αρκετές περιπτώσεις υπερδανεισμού τους, εμφανίζουν τόσο πολύ αρνητική σχέση: «ιδίων / προς ξένα κεφάλαια», που ξεπερνούν το κλάσμα: 1 / 10. Υπό το καθεστώς αυτό, όμως, δεν επιδιώκεται παραγωγή, παραγωγικότητα, ανταγωνιστικές τιμές, ποιότητα προϊόντος, επενδύσεις παραγωγικού εκσυγχρονισμού, οικονομίες κλίμακας και αντίθετα, εκτυλίσσονται πολιτικές, εκβιασμού τραπεζών, κράτους και εργαζομένων, για απόσπαση και απόκτηση νέων δανείων. Κι όλα αυτά εκτυλίσσονται, μέσα στο πλαίσιο και το κλίμα, της οικονομικής και πολιτικής συγκυρίας, όπως αυτή διαμορφώνεται, απ’ τα Μνημόνια, την παρατεταμένη κρίση, την οικονομική ύφεση και τα “Capital Controls”. Αποδυναμώνοντας κι απαξιώνοντας, έτσι, τη διαπραγματευτική θέση -για την επίτευξη ικανοποιητικών τιμών- και στους υγιώς δρώντες επιχειρηματίες του Τουρισμού. Ο σημειούμενος, ήδη, νέος υπερδανεισμός τους, αλλά και οι νέες <<δόλιες χρεοκοπίες>> -σε πολλές περιπτώσεις, πολλών Τουριστικών Επιχειρήσεων- διογκώνουν και επεκτείνουν τα προβλήματα και τις στρεβλώσεις στον Τομέα, υπονομεύοντας τις οποιεσδήποτε προοπτικές της γενικότερης ευδόκιμης εξόδου μας απ’ την κρίση…
4. Η «Μαύρη Εργασία» στον Ελληνικό Τουρισμό, ενδημεί σε μεγάλη κλίμακα, γεγονός που επηρεάζει πτωτικά και το επίπεδο των τιμών που θα έπρεπε να απολαμβάνει το Τουριστικό μας προϊόν. Σε σχετικά πρόσφατη δημοσίευση άρθρου μου, στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ζακύνθου», με τίτλο: <<ΟΡΓΙΟ «ΜΑΥΡΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ», στη «Τουριστική Βιομηχανία» της Π.Ι.Ν.!!!>>, είχα αναδείξει τις παθογένειες και τις αρνητικές επιπτώσεις της εκτεταμένης «ΜΑΥΡΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ», στη «Τουριστική Βιομηχανία» της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων. Η μεγάλη διάδοση της οποίας, παρασύρει σε καταβύθιση και τις τιμές των ξενοδοχείων σε όλη τη χώρα, ακόμα και σε αυτές που το φαινόμενο αυτό σπανίζει. Ταυτόχρονα και η εκτεταμένη «εισφοροκλοπή και εισφοροαποφυγή», προς τους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς, που σημειώνεται εκεί, αποκρύπτει τις πραγματικές τεράστιες οφειλές του Τουρισμού προς το ΙΚΑ, κυρίως. Οι δε οφειλόμενες εισφοροκρατήσεις τους, προς το Ι.Κ.Α. -ύψους 1,5 δις Ευρώ- αφορούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου.
5. Η ραγδαία και ανεξέλεγκτη επέκταση του «All Inclusive», δεν είναι μόνο αρνητική εκ του γεγονότος ότι, αποστειρώνει και απομονώνει -οικονομικά- τη λειτουργία των «All Inclusive», Ξενοδοχείων, από την υπόλοιπη οικονομία και παραγωγή, ενώ εκμηδενίζει, στην πράξη και τον «πολλαπλασιαστή του Τουρισμού». Αλλά, με τη γλοιώδη σάλτσα -“Ketchup”»- με την οποία επικαλύπτει τις παρεχόμενες υπηρεσίες του, το «All Inclusive», διευκολύνει την απαξίωση του Τουριστικού Προϊόντος. Και επιβάλλει -μαζί με την διολίσθηση της ποιότητάς του- και το «γλίστρημα» του επιπέδου της διαπραγμάτευσης των τιμών του, σε ακόμα χαμηλότερο επίπεδο και για όλες τις επιχειρήσεις του Τομέα, όπως ακριβώς ανέλυσα και σε αρθρογραφία μου στην εφημερίδα «Ερμής Ζακύνθου», με τίτλο: <<Το «All Inclusive», είναι μια «Ketchup» της συμφοράς>>, που δημοσίευσα τον Ιούλιο του 2014.
V) ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΛΑ, "ΚΑΚΩΣ ΚΕΙΜΕΝΑ", ΣΤΟΝ ΤΟΥΡΙΣΜΟ !!!
Έχω διψήφιο αριθμό άρθρων μου -τα τελευταία 3 χρόνια- επικριτικά -από λίγο έως πολύ- για το είδος και την ποιότητα του τουρισμού που "διακονούμε"... Ωστόσο, <<χωρίς να τον παίρνω στον ώμο>> μου, τον μεγαλοξενοδόχο Κωνσταντακόπουλο, του «Costa Navarino», δεν μπορώ να μην αναγνωρίσω την ποιοτική διαφορά του, απ' τους εντόπιους Ζακυνθινούς συναδέλφους του. (Το 75% του προσωπικού του είναι υποχρεωτικά από την Μεσσηνία. Και όχι το αντίθετο, επειδή -όπως λένε- οι αλλοδαποί δεν χρειάζονται ιδιαίτερα -συνήθως- την ασφαλιστική τους κάλυψη. Έπειτα, είχε την εξυπνάδα, να βασίσει την υψηλή ποιότητα των υπηρεσιών που διαθέτει το ξεχωριστό τουριστικό του συγκρότημα, στην ντόπια παραγωγή, της Μεσσηνιακής Γης. Αντίθετα από όλους τους δικούς μας, που χρησιμοποιούν, Λάδι Τυνησίας, Λευκό τυρί, ως "Φέτα", Κηπευτικά Τουρκίας, χυμούς -από παγοκολώνες- Βραζιλίας, νοθευμένα ποτά Βουλγαρίας και "έτοιμες πίτσες" ή "μουζάκα" -τελευταίας ποιότητας, κατεψυγμένα και προμαγειρευμένα τρόφιμα- από την Κίνα και το Πακιστάν, απ' το Σ/Μ, της Γερμανικής "Lidl"...)!!!
https://m.facebook.com/story.php?story_fbid=1721890111181740&id=100000823047236
https://www.facebook.com/199664097059595/posts/730225740670092/
Anathesis Consulting
Σκέψεις και σταχυολογήματα από την την έρευνα του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων για την περίοδο 2005 – 2017, που δημοσιοποιήθηκε προ δύο ημερών, όπου διαπιστώνει την κατά 30% πτώση της μέσης κατά κεφαλή δαπάνης των ξένων τουριστών που έρχονται στην Ελλάδα. Από 746 ευρώ το 2005 έχει υποχωρήσει στα 522 ευρώ το 2017.
Δηλαδή τη χώρα μας επισκέπτονται ολοένα και περισσότεροι τουρίστες, οι οποίοι ωστόσο ξοδεύουν πολύ λιγότερα χρήματα.
Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι να επικεντρωθούμε στη λίστα των εθνικοτήτων των τουριστών αναλόγως της μέσης δαπάνης όπου θα διαπιστώσουμε ότι η Βόρεια Ελλάδα υποδέχεται κυρίως εθνικότητες που ξοδεύουν λίγα. Τα λιγότερα.
Σημειώστε τις έξι τελευταίες θέσεις –από κάτω προς τα πάνω- της λίστας με τις χώρες καταγωγής που κατάρτισε ο ΣΕΤΕ για να καταλάβετε: Βουλγαρία (111 ευρώ), Σκόπια (114 ευρώ), Αλβανία (229 ευρώ), Ρουμανία (319 ευρώ), Τουρκία (330 ευρώ), Τσεχία (390 ευρώ). Πρόκειται στην ουσία για το πολύ μεγάλο ποσοστό του πελατολογίου των τουριστικών προορισμών της Βορείου Ελλάδος. Όλοι κάτω από τον μέσο όρο των 522 ευρώ της κατά κεφαλήν κατανάλωσης. Επομένως η λύση για τον τουρισμό στη Μακεδονία και τη Θράκη δεν είναι η αύξηση του αριθμού των επισκεπτών, αλλά η αλλαγή το μείγματος, ώστε να ενισχυθεί η παρουσία των πλουσιότερων εξ’ αυτών και κυρίως των δυτικοευρωπαίων.
Αυτό είναι βέβαια εύκολο να το λέει κανείς, αλλά δύσκολο να το επιτύχει. Όχι μόνο διότι οι τουριστικές επιδόσεις της Νότιας Ελλάδας και των νησιών είναι αποτέλεσμα της ιστορίας, των παγκόσμιας εμβέλειας μνημείων, των σημαντικότατων υποδομών που υπάρχουν, αλλά και του πολυετούς μάρκετινγκ του ελληνικού μύθου. Αλλά και διότι όλη αυτή η ανάπτυξη συνοδεύεται από τεχνογνωσία και επαγγελματισμό, που σίγουρα δεν υπάρχουν τόσο εκτεταμένα στο Βορρά. Για να αλλάξει η εικόνα –τόσο επί της ουσίας, όσο και με όρους μάρκετινγκ- απαιτούνται μεγάλες επενδύσεις και πολλά χρόνια.
Η αλήθεια είναι ότι ορισμένες υψηλού επιπέδου επενδύσεις έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια στην ευρύτερη Β. Ελλάδα και προγραμματίζονται κι άλλες.
Το χάσμα Βορρά – Νότου μειώνεται, αλλά παραμένει σημαντικά μεγάλο.
Εκείνο που σίγουρα λείπει είναι η υπομονή για την αλλαγή του υποδείγματος και τη χάραξη μακροπρόθεσμης στρατηγικής. Κι αυτή η διαδικασία, είναι επίσης επένδυση. Άυλη, αλλά πάντως επένδυση.
Αυτή την επένδυση, όπως διαπιστώνει η μελέτη, ούτε μπορούν, ούτε θέλουν να υπηρετήσουν οι περισσότεροι μικρομεσαίοι του τουρισμού στο Βορρά. Οι περισσότεροι από αυτούς το μόνο που γνωρίζουν είναι να διαχειρίζονται το σήμερα και το αύριο. Κάτι που σε πραγματικούς χρόνους στη δουλειά τους σημαίνει την ερχόμενη σεζόν.
Η έρευνα του ινστιτούτου του ΣΕΤΕ δείχνει και κάτι ακόμη εξαιρετικά σημαντικό για την Β. Ελλάδα, αλλά και ολόκληρη τη χώρα. Ο μαζικός τουρισμός συνεπάγεται πέρα από έσοδα και σημαντικό κόστος. Προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα εκατομμύρια των επισκεπτών επιβαρύνονται οι υποδομές (δρόμοι, δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης κ.λπ.), η διαχείριση των απορριμμάτων, η ασφάλεια, η περίθαλψη, όπως βέβαια και το περιβάλλον. Αυτά τα κόστη –δυστυχώς- δεν γράφονται πουθενά. Ούτε υπολογίζονται.
https://m.facebook.com/story.php?story_fbid=1948938708476878&id=100000823047236&refid=52&__tn__=R
του Οικονομολόγου Παναγιώτη (Τάκη) Κ. Μυλωνά.
Είναι κοινά παραδεκτό πως: η αιμοβόρα κρίση, που βιώνουμε οδυνηρά σήμερα, προϋπήρξε των Μνημονίων. Το αρνητικότερο, ίσως, χαρακτηριστικό αυτής της κρίσης, ήταν -κι εξακολουθεί να είναι- η δυνατότητά της να αυτοαναπαράγεται, να αυτοπολλαπλασιάζεται και να αυτο-υπονομεύει την υπέρβασή της, αποκτώντας μια τοξική δυναμική: εκείνη -αντί της εξόδου μας- της παγίδευσης κι ομηρίας μας, εντός ενός «Φαύλου Κύκλου», με συνεχή τον υποτροπιασμό και την εμβάθυνσή της.
Απ’ το «καθεστώς» αυτό δεν φαίνεται να ξεφεύγει ούτε κι ο -πολλά υποσχόμενος- τομέας του Τουρισμού, ο οποίος αποτελεί -για πολλούς: του “καλώς έχειν”, στα τουριστικά μας πράγματα, κι αφελώς υπεραισιόδοξους- την «λοκομοτίβα» της οικονομικής μας ανάπτυξης και το πιο αξιοποιήσιμο συγκριτικό μας πλεονέκτημα, για την υποβοήθηση της εξόδου μας απ’ την κρίση. Όμως -κι o υπεραισιόδοξος αυτός στοχασμός- καταλήγει σ’ έναν άλλο «Φαύλο Μύθο»… [«Μύθο», που ανέδειξα και με άρθρο μου, στην <<"ΗΜΕΡΑ" τση Ζάκυνθος>>, στις 9-1ου-2015, με τίτλο: <<Το Success Story του Τουρισμού (ή "Ο Βασιλιάς είναι Γυμνός")>>, που αποτελούσε και την απάντησή μου, προς εκείνο της «Καθημερινής», 04-01-2015, του Προέδρου του ΣΕΤΕ, κ. Ανδρέα Ανδρεάδη, με τίτλο: «Το μεγάλο success story του τουρισμού»!!!] Κοντολογίς, η «μη κανονικότητά μας» -για Ευρωπαϊκή χώρα- οι εμπεδωμένες «κακές τουριστικές μας πρακτικές», καθώς και η διαχρονική απουσία οποιασδήποτε αξιόπιστης τουριστικής πολιτικής, απ’ τις -μέχρι σήμερα- Κυβερνήσεις, εκτρέπουν και τον Τουρισμό, στο να παράγει, μόνο: νέα προβλήματα, νέα ελλείμματα και καινούργιες διαψεύσεις προσδοκιών, όσων προσβλέπουν σε αυτόν.
I) ΤΟ ΠΡΩΤΟ «ΣΥΝΕΔΡΙΟ» ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΟΥΡΙΣΜΟ.
Αυτά ακριβώς καταδεικνύουν και τα σχετικά στοιχεία των επιδόσεων του Τουρισμού, τα οποία δημοσιοποιήθηκαν στο λεγόμενο, «1ο Συνέδριο του Ελληνικού Τουρισμού», που έγινε στις 2-6-2016 και διοργάνωσε η EUROBANK. Στοιχεία, δηλαδή, που δημιουργούν εύλογο σκεπτικισμό, παρά το εκφωνούμενο -εκεί, σε όλους τους τόνους- «success story», για τα σημειούμενα κι αναμενόμενα ρεκόρ αφίξεων ξένων τουριστών στη χώρα μας.
Ωστόσο, τα «stress test» των στοιχείων που παρουσιάστηκαν εκεί, έδειξαν την κόπωση του τομέα. Ιδίως μάλιστα όταν: οι εισπράξεις από ξένους τουρίστες, το 2015 -παρά τη σημαντική αύξηση των αφίξεών τους- παρουσίασαν στασιμότητα, στα: 13,3 δισ. Ευρώ έως 14,8 δισ. Ευρώ, ανάλογα με τις πηγές τους. Ενώ, η «μέση κατά κεφαλή δαπάνη», εμφανίζει καταφανή διαρκή μείωση. Και ειδικότερα, αυτή, από: 697 Ευρώ, το 2009, φτάνει στα: 640 Ευρώ, το 2011 και καταλήγει στα: 594 Ευρώ, το 2015. H δε απασχόληση στον Τουρισμό, το 2015, αφορούσε το: 11,3% της συνολικής. Οι δε επενδύσεις, το ίδιο έτος, ήταν -παραδόξως- υψηλές κι έφτασαν τα 2,7 δισ. Ευρώ.
Ακολούθως, δημοσιοποιήθηκε -εκεί- και το ακόλουθο σημαντικό στατιστικό στοιχείο, σύμφωνα με το οποίο: Ενώ, η Ελλάδα, βρίσκεται στη 14η θέση στις επισκέψεις τουριστών, παγκοσμίως, είναι εντυπωσιακό το γεγονός, πως -την ίδια στιγμή- βυθίζεται στη 19η θέση, στην κατάταξή της σε εισπράξεις και στην 29η θέση, σε ότι αφορά τη συμβολή του Τουρισμού στο Α.Ε.Π. της χώρας. [Την ίδια στιγμή, η Ισπανία -π.χ.- που κατέχει την 4η θέση στις αφίξεις, είναι η δεύτερη σε εισπράξεις, παγκοσμίως.]
{# Συναφώς, λοιπόν, προς τα τελευταία αυτά δεδομένα, εύκολα θα μπορούσε να συναγάγει κανείς το συμπέρασμα, πως: η συμβολή ενός βαρύνοντος οικονομικού τομέα μιας χώρας -όπως είναι ο Τουρισμός στην Ελλάδα- δεν μπορεί παρά να καθίσταται συνολικά αρνητική. Ιδιαίτερα όταν, η οικονομική αποδοτικότητά του στη χώρα, είναι -σε μεγάλο βαθμό- σαφώς αναντίστοιχη, και κατώτερη, απ’ την «μέση παγκόσμια οικονομική αποδοτικότητα του τουριστικού τομέα που μας αναλογεί». Πολύ περισσότερο μάλιστα, όταν -σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας- ενώ, ο πληθυσμός της Ελλάδας, αποτελεί το 0,15% του πληθυσμού του πλανήτη, η χώρα κατείχε -το 2008- ένα ελληνικό Α.Ε.Π., το οποίο αντιστοιχούσε στο 0,45% του παγκόσμιου Α.Ε.Π. -αν αυτό μετρηθεί σε ονομαστικούς όρους. Και σήμερα πάλι -έξι χρόνια, με οικονομική ύφεση- κατέχει, πλέον, μόλις το 0,30% αυτού του παγκόσμιου Α.Ε.Π.. Κατά συνέπεια, λοιπόν. Όταν, στο «κατά κεφαλήν Α.Ε.Π.» του Έλληνα -που ακόμα και τώρα εξακολουθεί να είναι διπλάσιο του μέσου παγκόσμιου «κατά κεφαλήν Α.Ε.Π.»- συνεκτιμηθεί -με ενσωμάτωση του ειδικού βάρους του- και το εισόδημα απ’ τον Τουρισμό, τότε, αυτό το «κατά κεφαλήν Α.Ε.Π.», θα επηρεαστεί -στη συγκεντρωτική του στάθμιση- απολύτως αρνητικά, στον τομέα αυτόν. Ο οποίος, κοντολογίς, φαίνεται -οικονομικά- μειονεκτικότερος, μπροστά στο «διπλάσιο του μέσου παγκόσμιου κατά κεφαλήν Α.Ε.Π.», που ήδη διαθέτει η χώρα, ακόμα. Αφού άλλωστε, ο τομέας αυτός, αποφέρει εντυπωσιακά κατώτερα οικονομικά αποτελέσματα ήδη και απ’ αυτή την μέση παγκόσμια οικονομική αποδοτικότητα του τομέα. Έτσι λοιπόν, η άμεση συμβολή του Τουρισμού, στο Α.Ε.Π. της χώρας -χωρίς, δηλαδή, το συνυπολογισμό του «πολλαπλασιαστή του Τουρισμού»- αποτιμάται στο: 7,6%. Και η συμμετοχή του στην Απασχόληση -ως τομέας «εντάσεως εργασίας»- αφορά το: 11,3% του συνόλου αυτής. Κι ακριβώς, την ίδια στιγμή, καταγράφεται και η διαπίστωση, πως: «4 στις 10 Ξενοδοχειακές Μονάδες, κρίνονται ως μη βιώσιμες», λόγω -κυρίως- της υπερχρέωσής τους.}
Στη δε «Ατζέντα» των προτεραιοτήτων της Τουριστικής Πολιτικής, που προτάχθηκαν, ως αναγκαίες, απ’ το λεγόμενο αυτό «Συνέδριο του Τουρισμού» κι αναδείχθηκαν εκεί ως περισσότερο προτεινόμενες, ήταν εκείνες: (α) Της Επιμήκυνση της Τουριστικής Περιόδου και (β) Της επαύξησης των Εσόδων του Τουρισμού.
II) Η ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ «ΜΑΧΗ» ΣΕ ΕΞΕΛΙΞΗ.
Εξάλλου, την Κυριακή, 5-6-2016, στην «Καθημερινή» και στη σελίδα 13 αυτής, σε άρθρο του Στάθη Κουσούνη, με τίτλο: «Μια ιδιότυπη τουριστική “μάχη” σε εξέλιξη», καταγράφονται -μεταξύ άλλων- οι κερδισμένοι και οι χαμένοι των φετινών τουριστικών προορισμών στην Μεσόγειο. Αποτιμά -ο αρθρογράφος- ως μεγάλους κερδισμένους: την Ισπανία και την Κύπρο κι ως χαμένους: τη Τουρκία και την Αίγυπτο. Εκφράζοντας, παράλληλα, το σκεπτικισμό του για τις επιδόσεις και τις προοπτικές της χώρας μας στον Τουρισμό. (Τις επιφυλάξεις του αυτές, τις αποδίδει, κυρίως: (α) Στις επιπτώσεις των υψηλών μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών και (β) Στις καθυστερήσεις ολοκλήρωσης της διαπραγμάτευσης, του 3ου προγράμματος της λεγόμενης «Συμφωνίας Διάσωσης»).
Εξειδικεύοντας περισσότερο τις εκτιμήσεις του αυτές, ο αρθρογράφος της Καθημερινής, προχωρεί στη διατύπωση, πως: «Οι Ισπανοί και οι Κύπριοι, διατήρησαν και επαύξησαν υψηλά τις τιμές τους, λόγω της ζήτησης που υπήρξε για ασφαλείς κλίνες στην Μεσόγειο. Αντιθέτως, πολλοί Έλληνες Ξενοδόχοι, λόγω της αβεβαιότητας, που διατηρήθηκε, σε μια κρίσιμη περίοδο για τις κρατήσεις, παρέτειναν τις προσφορές και τις εκπτώσεις, για να τονώσουν τη ζήτηση». Στο ίδιο αυτό άρθρο, ακολουθούν και κάποια στοιχεία, που αφορούν τις σημαντικές αυξήσεις αφίξεων και τις θετικότερες προοπτικές περαιτέρω αύξησής τους, στην κορύφωση της τουριστικής περιόδου. Ενώ παράλληλα, οι -έως τώρα- εισπράξεις, παρουσίασαν στασιμότητα, έως και μικρή μείωση.
Οι ρίζες της κρίσης και στον Τουρισμό, που κι εδώ αναδεικνύουμε, ανάγονται στη συσσωρευμένη αναβολή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων κατά τις προηγούμενες δεκαετίες. Μια αναβολή, που ισοδυναμεί με έναν αέναο αποκλεισμό μας απ’ τη σοβαρότητα… Τέτοιες όμως μεταρρυθμίσεις, δεν υπήρξαν ποτέ. Όπως εκείνες που, θα μας επέτρεπαν -και στον Τουρισμό- να τιθασεύσουμε τους μηχανισμούς δημιουργίας των ελλειμμάτων και να εισέλθουμε σε μια αναπτυξιακή τροχιά διατηρήσιμης ανάπτυξης, προσαρμοζόμενοι στις απαιτητικές συνθήκες του παγκόσμιου οικονομικού ανταγωνισμού, εντός του πλαισίου της ευρωπαϊκής ενιαίας αγοράς και του κοινού νομίσματος της Ε.Ε..
III) Η «ΑΤΖΕΝΤΑ» ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΥΡΙΣΜΟ.
Συμφωνώντας -στα βασικά- με την «Ατζέντα» των προτεραιοτήτων της Τουριστικής Πολιτικής, που ανέδειξε το προαναφερθέν Συνέδριο για τον Τουρισμό -όπως ήταν εκείνες: (α) Της Επιμήκυνση της Τουριστικής Περιόδου και (β) Της επαύξησης των Εσόδων του Τουρισμού- τις επικροτώ κι εγώ, αλλά, με ανεστραμμένη τη σειρά τους. Όσον δε αφορά την «Επιμήκυνσή» του, αυτή μπορεί να υποστηριχθεί, τόσο με την συμπλήρωση, των αναγκαίων έργων υποδομής, για την υποδοχή τουριστών όλο το έτος, όσο και με την ανάπτυξη του θεματικού τουρισμού που θα την υλοποιήσει. Προς επίρρωση της θέσης μου αυτής, παραθέτω και τη συνηγορία μου, μέσα κι απ’ τη σχετική διπλή αρθρογραφία μου, στην εφημερίδα της Ζακύνθου, «Ελεύθερη Άποψη», με τίτλο: «Αν το Τουριστικό μοντέλο ”πνέει τα λοίσθια”, τότε Ζήτω ο ”Μετα-τουρισμός”», στις 3-9ου-2014, η πρώτη και: «Ιδού η Ρόδος, ιδού και ο “Μετατουρισμός” - ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ, …με πρόταση προς κάθε αρμόδιο...» (Για τον «Ιατρικό Τουρισμό» στη Ζάκυνθο), στις 10-9ου-2014, η δεύτερη.
Κυρίως όμως, την υψηλότερη προτεραιότητα -στην χάραξη και πιστή εφαρμογή των αναγκαίων αναπτυξιακών μέτρων, προς την αναβάθμιση της Τουριστικής μας Βιομηχανίας- πρέπει να καταλαμβάνει, η κατάλληλη εκείνη τουριστική πολιτική, που θα αποβλέπει, ιδιαίτερα, στην αποκατάσταση της -καταφανώς άδικης και ληστρικά επικίνδυνης- υποοαμειβόμενης, υποκοστολογούμενης και υποτιμολογούμενης αποζημίωσης του Τουριστικού Προϊόντος της χώρας. (Κατάσταση, δηλαδή, που αναγάγει την καχεξία της οικονομικής αποδοτικότητας του Τουριστικού μας Τομέα, σε μια -αδιαμφισβήτητα- περισσότερο προβληματική κατάσταση κι απ’ την -κατά μέσο όρο- υψηλή οικονομική μειονεκτικότητα και μη ανταγωνιστική παραγωγικότητα, όλων των υπόλοιπων τομέων της -υπό χρεοκοπία- χώρας μας…).
IV) ΟΙ ΑΙΤΙΕΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΦΑΝΟΥΣ ΥΣΤΕΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ.
Σε ποιούς όμως λόγους μπορεί να οφείλεται αυτή η τεράστια και αιματηρή υστέρηση εσόδων του Τουριστικού Τομέα της οικονομίας μας; Ας απαριθμήσουμε μερικές απ’ τις κυριότερες αιτίες της κολοσσιαίας αυτής εισπρακτικής υστέρησης, απ’ την ισχνή αποζημίωση του τουριστικού μας προϊόντος κι οι οποίες είναι:
1. Η «Άνιση Ανταλλαγή», που αφορά -με διαβαθμίσεις- τον Νότο της Ε.Ε. και όχι μόνο τον Τουρισμό. Σχετική ήταν κι η δημοσιευθείσα -στις: 30-9ου-2015, στην «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ζακύνθου»- αρθρογραφία μου, με τίτλο: <<TUI: Ένα "Τανκ" της "Γερμανικής Ευρώπης" λεηλατεί τη χώρα! (Η "άνιση ανταλλαγή" σε οικονομία και τουρισμό)>>!!! Όπου, εκεί, καταδείκνυα, με ποιό τρόπο (με εναρμονισμένες πρακτικές νόθευσης του υγιούς ανταγωνισμού), μπορούν, οι Tour Operaitors, με τις αθέμιτες πρακτικές «ολιγοψωνίου» και άσκησης «dambing» στον Τουρισμό, με τις οποίες αποστερούν, από τον πλέον υποσχόμενο τομέα της ελληνικής οικονομίας, καθαρά έσοδα ύψους -κατ’ εκτίμηση- έως και 4 δισ. Ευρώ, ετησίως!!! (Ζήτημα για το οποίο, με την υπ’ αριθμ. 7098/ 27-11-2015, καταγγελία μου, προς την «Επιτροπή Ανταγωνισμού», κατέθεσα εκεί και το δημοσίευμά μου αυτό, προς εξέταση).
2. Η αδιάκοπη απουσία οποιασδήποτε σοβαρής κι αξιόπιστης αναπτυξιακής τουριστικής πολιτικής και πολιτικής ελέγχου της καλής (σύννομης) λειτουργίας όλων των εμπλεκόμενων με τον Τουρισμό. Τέτοια πολιτική, που να αντιστοιχεί -τουλάχιστον- και στα χαμηλότερα «στάνταρ», μιας οποιασδήποτε «κανονικής» Ευρωπαϊκής χώρας. Η απουσία δε αυτή, της αξιόπιστης αναπτυξιακής τουριστικής πολιτικής, εκδηλώνεται στις ακολουθούμενες -διαχρονικά και σε ευρεία κλίμακα- «κακές τουριστικές πρακτικές» μας. Πρακτικές, πλήρους παράνομης ασυδοσίας και ασυλίας, για όλες τις λειτουργικές, περιβαλλοντολογικές και οικιστικές αυθαιρεσίες, κάθε είδους, μεγέθους και μορφής. Καθώς και συστηματικής άσκησης της παραοικονομίας, σε κάθε στάδιο και επίπεδο τουριστικής δραστηριότητας. Κατάσταση, δηλαδή, την οποία αποκαλώ και στον τίτλο του παρόντος άρθρου μου, ως: <<ΑΥΤΟ-ΥΠΟΝΟΜΕΥΣΗ>>. Και η οποία, βεβαίως, διαμορφώνει ένα παρασιτικό, αντιανταγωνιστικό, αντιοικονομικό και αυτοκαταστροφικό περιβάλλον, για το παρόν και το μέλλον του Τουρισμού. Με άλλα λόγια, συνιστά ένα «τεθωρακισμένο καθεστώς», αυτοπαγίδευσης κι ομηρίας μας, στον Κλάδο του Τουρισμού, μιας παγιωμένης κατάστασης, που ορίζεται: από αθέμιτο ανταγωνισμό και μια καθαρά ζημιογόνα λειτουργία του, όχι μόνο για τους υγιώς επιχειρούντες στον Τουρισμό, αλλά -και μακροπρόθεσμα- για όλους όσους εκπονούν, διακονούν και υποθάλπουν, το αποπνικτικό αυτό φαινόμενο, που απειλεί -με εξόντωση- και τον ίδιο τον Τουρισμό. {Ως χαρακτηριστικά ενδεικτικά παραδείγματα, μπορούν να θεωρηθούν και τα ακόλουθα: (α) Ο συστηματικά παράνομος διπλασιασμός -της δυναμικότητας κλινών- αρκετών 5΄άστερων, με την αύξηση των αδειοδοτημένων κλινών, ανά δωμάτιο, την μετατροπή των βοηθητικών χώρων, των υπογείων και του συντελεστή δόμησης, σε καταλύματα, που αυξάνει απότομα την «προσφορά» και τον παρανομαστή της σχέσης, εκείνης που κατακρημνίζει τις τιμές του Τουριστικού Προϊόντος, με την «υπερπροσφορά» κλινών και οδηγεί στην καταβύθιση της προσφερόμενης -στην αδειοδοτημένη κατηγορία- ποιότητας υπηρεσιών. Και οι Ξενοδόχοι αυτοί, οι οποίοι, ενώ κρατούν -απερίσπαστοι- την κατηγοριοποίηση του 5’άστερου, αυτοί είναι που ρίχνουν και την ποιότητα και τις τιμές -στη διαπραγμάτευση «Προσφοράς - Ζήτησης»- κι όχι μόνο σ’ όλα τα 5άστερα, αλλά παντού. (β) Η κατάργηση της λειτουργίας, ορισμένων κρίσιμων και υποχρεωτικών, αλλά κοστοβόρων παρεχόμενων υπηρεσιών -όπως είναι, π.χ., η λειτουργία του «βιολογικού βόθρου», με στόχο, την εξοικονόμηση ηλεκτρικού ρεύματος- υπονομεύουν το περιβάλλον, μειώνουν την παρεχόμενη στάθμη της ποιότητας τουριστικού προϊόντος και -μακροπρόθεσμα- δυσφημούν τον Τομέα του Τουρισμού και υποσκάπτουν τις μελλοντικές του αξιώσεις για πελατεία και για ικανοποιητικές τιμές. (γ) Η εκτεταμένη παραοικονομική διαχείριση των Ξενοδοχειακών μονάδων -έξω και πέρα, από κάθε έννοια νομιμότητας, ορθολογικής λειτουργίας, ισορροπίας και συμμετρίας των επιδόσεών τους- χωρίς αξιόπιστους δείκτες απόδοσης και αποτελέσματος. Αλλά, με υπερτιμολογήσεις εισαγωγών και με υποτιμολογημένες αποζημιώσεις μέρους των απαιτήσεών τους και είσπραξη του υπόλοιπου μέρους τους, υπόγεια, στο εξωτερικό. Καθώς και με κρυφές χρηματοδοτήσεις των επενδύσεων και επεκτάσεων της δυναμικότητάς τους, έναντι, των δολίων -υπόγειων κι ανομολόγητων- μελλοντικών τους συμβολαίων συνεργασίας. Αλλά, με βαριά υποτιμημένες τιμές, στις απολαβές του προσφερόμενου μελλοντικού τουριστικού προϊόντος τους. Οι οποίες όμως, παρασύρουν και το σύνολο της τουριστικής αγοράς, σε εξευτελιστικά επίπεδα διαπραγμάτευσης…}
3. Η υπερχρέωση μεγάλου αριθμού Τουριστικών Μονάδων, παγιδεύει ολόκληρο τον τομέα, σε αντιανταγωνιστικό περιβάλλον, ώστε να εμποδίζεται και η είσοδος νέων «παικτών» (επενδυτών στον Τουρισμό). Όπως, άλλωστε ειπώθηκε στο προαναφερόμενο αυτό «Συνέδριο», πως: «4 στις 10 Ξενοδοχειακές Μονάδες, κρίνονται ως «μη βιώσιμες», λόγω -κυρίως- της υπερχρέωσής τους, κυρίως προς τις Τράπεζες. (Ας σημειωθεί -εξ άλλου- πως, στον κατάλογο των "κόκκινων επιχειρήσεων" και πρώτες στη "λίστα" -της "ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ΅, της 25-6ου-2016- με οφειλές προς το Ι.Κ.Α. που αγγίζουν το 1,5 δισ. Ευρώ και σε εντυπωσιακά μεγάλη απόσταση από τον κλάδο που τις ακολουθεί, βρίσκονται οι επιχειρήσεις του κλάδου των "Ξενοδοχείων - Εστιατορίων"). Έχει δε διαμορφωθεί ήδη και μια παγιωμένη κατάσταση, από παραοικονομικές πρακτικές μεγάλου ποσοστού επιχειρηματιών στον Τουρισμό, οι οποίοι, δεν διαπραγματεύονται τις τιμές που προσφέρουν στην αγορά, με βάση μια "πολιτική τιμών", σε συνάρτηση με το κόστος παραγωγής της. Αλλά γίνονται πολύ «μπόσικοι» στη διαπραγμάτευση, για να αποσπάσουν, «όσο – όσο», πελάτες, με «σκοτωμένες τιμές», με βάση την απόσπαση των εντυπώσεων και το στήσιμο των προφάσεών τους, για την διαχείριση των τραπεζικών ρυθμίσεων των δόσεών τους ή/και την απόσπαση νέων Θαλασσοδανείων… Μάλιστα, σε αρκετές περιπτώσεις υπερδανεισμού τους, εμφανίζουν τόσο πολύ αρνητική σχέση: «ιδίων / προς ξένα κεφάλαια», που ξεπερνούν το κλάσμα: 1 / 10. Υπό το καθεστώς αυτό, όμως, δεν επιδιώκεται παραγωγή, παραγωγικότητα, ανταγωνιστικές τιμές, ποιότητα προϊόντος, επενδύσεις παραγωγικού εκσυγχρονισμού, οικονομίες κλίμακας και αντίθετα, εκτυλίσσονται πολιτικές, εκβιασμού τραπεζών, κράτους και εργαζομένων, για απόσπαση και απόκτηση νέων δανείων. Κι όλα αυτά εκτυλίσσονται, μέσα στο πλαίσιο και το κλίμα, της οικονομικής και πολιτικής συγκυρίας, όπως αυτή διαμορφώνεται, απ’ τα Μνημόνια, την παρατεταμένη κρίση, την οικονομική ύφεση και τα “Capital Controls”. Αποδυναμώνοντας κι απαξιώνοντας, έτσι, τη διαπραγματευτική θέση -για την επίτευξη ικανοποιητικών τιμών- και στους υγιώς δρώντες επιχειρηματίες του Τουρισμού. Ο σημειούμενος, ήδη, νέος υπερδανεισμός τους, αλλά και οι νέες <<δόλιες χρεοκοπίες>> -σε πολλές περιπτώσεις, πολλών Τουριστικών Επιχειρήσεων- διογκώνουν και επεκτείνουν τα προβλήματα και τις στρεβλώσεις στον Τομέα, υπονομεύοντας τις οποιεσδήποτε προοπτικές της γενικότερης ευδόκιμης εξόδου μας απ’ την κρίση…
4. Η «Μαύρη Εργασία» στον Ελληνικό Τουρισμό, ενδημεί σε μεγάλη κλίμακα, γεγονός που επηρεάζει πτωτικά και το επίπεδο των τιμών που θα έπρεπε να απολαμβάνει το Τουριστικό μας προϊόν. Σε σχετικά πρόσφατη δημοσίευση άρθρου μου, στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ζακύνθου», με τίτλο: <<ΟΡΓΙΟ «ΜΑΥΡΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ», στη «Τουριστική Βιομηχανία» της Π.Ι.Ν.!!!>>, είχα αναδείξει τις παθογένειες και τις αρνητικές επιπτώσεις της εκτεταμένης «ΜΑΥΡΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ», στη «Τουριστική Βιομηχανία» της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων. Η μεγάλη διάδοση της οποίας, παρασύρει σε καταβύθιση και τις τιμές των ξενοδοχείων σε όλη τη χώρα, ακόμα και σε αυτές που το φαινόμενο αυτό σπανίζει. Ταυτόχρονα και η εκτεταμένη «εισφοροκλοπή και εισφοροαποφυγή», προς τους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς, που σημειώνεται εκεί, αποκρύπτει τις πραγματικές τεράστιες οφειλές του Τουρισμού προς το ΙΚΑ, κυρίως. Οι δε οφειλόμενες εισφοροκρατήσεις τους, προς το Ι.Κ.Α. -ύψους 1,5 δις Ευρώ- αφορούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου.
5. Η ραγδαία και ανεξέλεγκτη επέκταση του «All Inclusive», δεν είναι μόνο αρνητική εκ του γεγονότος ότι, αποστειρώνει και απομονώνει -οικονομικά- τη λειτουργία των «All Inclusive», Ξενοδοχείων, από την υπόλοιπη οικονομία και παραγωγή, ενώ εκμηδενίζει, στην πράξη και τον «πολλαπλασιαστή του Τουρισμού». Αλλά, με τη γλοιώδη σάλτσα -“Ketchup”»- με την οποία επικαλύπτει τις παρεχόμενες υπηρεσίες του, το «All Inclusive», διευκολύνει την απαξίωση του Τουριστικού Προϊόντος. Και επιβάλλει -μαζί με την διολίσθηση της ποιότητάς του- και το «γλίστρημα» του επιπέδου της διαπραγμάτευσης των τιμών του, σε ακόμα χαμηλότερο επίπεδο και για όλες τις επιχειρήσεις του Τομέα, όπως ακριβώς ανέλυσα και σε αρθρογραφία μου στην εφημερίδα «Ερμής Ζακύνθου», με τίτλο: <<Το «All Inclusive», είναι μια «Ketchup» της συμφοράς>>, που δημοσίευσα τον Ιούλιο του 2014.
V) ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΛΑ, "ΚΑΚΩΣ ΚΕΙΜΕΝΑ", ΣΤΟΝ ΤΟΥΡΙΣΜΟ !!!
Έχω διψήφιο αριθμό άρθρων μου -τα τελευταία 3 χρόνια- επικριτικά -από λίγο έως πολύ- για το είδος και την ποιότητα του τουρισμού που "διακονούμε"... Ωστόσο, <<χωρίς να τον παίρνω στον ώμο>> μου, τον μεγαλοξενοδόχο Κωνσταντακόπουλο, του «Costa Navarino», δεν μπορώ να μην αναγνωρίσω την ποιοτική διαφορά του, απ' τους εντόπιους Ζακυνθινούς συναδέλφους του. (Το 75% του προσωπικού του είναι υποχρεωτικά από την Μεσσηνία. Και όχι το αντίθετο, επειδή -όπως λένε- οι αλλοδαποί δεν χρειάζονται ιδιαίτερα -συνήθως- την ασφαλιστική τους κάλυψη. Έπειτα, είχε την εξυπνάδα, να βασίσει την υψηλή ποιότητα των υπηρεσιών που διαθέτει το ξεχωριστό τουριστικό του συγκρότημα, στην ντόπια παραγωγή, της Μεσσηνιακής Γης. Αντίθετα από όλους τους δικούς μας, που χρησιμοποιούν, Λάδι Τυνησίας, Λευκό τυρί, ως "Φέτα", Κηπευτικά Τουρκίας, χυμούς -από παγοκολώνες- Βραζιλίας, νοθευμένα ποτά Βουλγαρίας και "έτοιμες πίτσες" ή "μουζάκα" -τελευταίας ποιότητας, κατεψυγμένα και προμαγειρευμένα τρόφιμα- από την Κίνα και το Πακιστάν, απ' το Σ/Μ, της Γερμανικής "Lidl"...)!!!
https://m.facebook.com/story.php?story_fbid=1721890111181740&id=100000823047236
https://www.facebook.com/199664097059595/posts/730225740670092/
Anathesis Consulting
Σκέψεις και σταχυολογήματα από την την έρευνα του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων για την περίοδο 2005 – 2017, που δημοσιοποιήθηκε προ δύο ημερών, όπου διαπιστώνει την κατά 30% πτώση της μέσης κατά κεφαλή δαπάνης των ξένων τουριστών που έρχονται στην Ελλάδα. Από 746 ευρώ το 2005 έχει υποχωρήσει στα 522 ευρώ το 2017.
Δηλαδή τη χώρα μας επισκέπτονται ολοένα και περισσότεροι τουρίστες, οι οποίοι ωστόσο ξοδεύουν πολύ λιγότερα χρήματα.
Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι να επικεντρωθούμε στη λίστα των εθνικοτήτων των τουριστών αναλόγως της μέσης δαπάνης όπου θα διαπιστώσουμε ότι η Βόρεια Ελλάδα υποδέχεται κυρίως εθνικότητες που ξοδεύουν λίγα. Τα λιγότερα.
Σημειώστε τις έξι τελευταίες θέσεις –από κάτω προς τα πάνω- της λίστας με τις χώρες καταγωγής που κατάρτισε ο ΣΕΤΕ για να καταλάβετε: Βουλγαρία (111 ευρώ), Σκόπια (114 ευρώ), Αλβανία (229 ευρώ), Ρουμανία (319 ευρώ), Τουρκία (330 ευρώ), Τσεχία (390 ευρώ). Πρόκειται στην ουσία για το πολύ μεγάλο ποσοστό του πελατολογίου των τουριστικών προορισμών της Βορείου Ελλάδος. Όλοι κάτω από τον μέσο όρο των 522 ευρώ της κατά κεφαλήν κατανάλωσης. Επομένως η λύση για τον τουρισμό στη Μακεδονία και τη Θράκη δεν είναι η αύξηση του αριθμού των επισκεπτών, αλλά η αλλαγή το μείγματος, ώστε να ενισχυθεί η παρουσία των πλουσιότερων εξ’ αυτών και κυρίως των δυτικοευρωπαίων.
Αυτό είναι βέβαια εύκολο να το λέει κανείς, αλλά δύσκολο να το επιτύχει. Όχι μόνο διότι οι τουριστικές επιδόσεις της Νότιας Ελλάδας και των νησιών είναι αποτέλεσμα της ιστορίας, των παγκόσμιας εμβέλειας μνημείων, των σημαντικότατων υποδομών που υπάρχουν, αλλά και του πολυετούς μάρκετινγκ του ελληνικού μύθου. Αλλά και διότι όλη αυτή η ανάπτυξη συνοδεύεται από τεχνογνωσία και επαγγελματισμό, που σίγουρα δεν υπάρχουν τόσο εκτεταμένα στο Βορρά. Για να αλλάξει η εικόνα –τόσο επί της ουσίας, όσο και με όρους μάρκετινγκ- απαιτούνται μεγάλες επενδύσεις και πολλά χρόνια.
Η αλήθεια είναι ότι ορισμένες υψηλού επιπέδου επενδύσεις έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια στην ευρύτερη Β. Ελλάδα και προγραμματίζονται κι άλλες.
Το χάσμα Βορρά – Νότου μειώνεται, αλλά παραμένει σημαντικά μεγάλο.
Εκείνο που σίγουρα λείπει είναι η υπομονή για την αλλαγή του υποδείγματος και τη χάραξη μακροπρόθεσμης στρατηγικής. Κι αυτή η διαδικασία, είναι επίσης επένδυση. Άυλη, αλλά πάντως επένδυση.
Αυτή την επένδυση, όπως διαπιστώνει η μελέτη, ούτε μπορούν, ούτε θέλουν να υπηρετήσουν οι περισσότεροι μικρομεσαίοι του τουρισμού στο Βορρά. Οι περισσότεροι από αυτούς το μόνο που γνωρίζουν είναι να διαχειρίζονται το σήμερα και το αύριο. Κάτι που σε πραγματικούς χρόνους στη δουλειά τους σημαίνει την ερχόμενη σεζόν.
Η έρευνα του ινστιτούτου του ΣΕΤΕ δείχνει και κάτι ακόμη εξαιρετικά σημαντικό για την Β. Ελλάδα, αλλά και ολόκληρη τη χώρα. Ο μαζικός τουρισμός συνεπάγεται πέρα από έσοδα και σημαντικό κόστος. Προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα εκατομμύρια των επισκεπτών επιβαρύνονται οι υποδομές (δρόμοι, δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης κ.λπ.), η διαχείριση των απορριμμάτων, η ασφάλεια, η περίθαλψη, όπως βέβαια και το περιβάλλον. Αυτά τα κόστη –δυστυχώς- δεν γράφονται πουθενά. Ούτε υπολογίζονται.
https://m.facebook.com/story.php?story_fbid=1948938708476878&id=100000823047236&refid=52&__tn__=R