Μια ελευθεριακή προσέγγιση για μια ελευθεριακή προοπτική
Τα εθνικά ζητήματα στην περιοχή των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής είναι ζητήματα που η ιστορική τους διαχρονία τα εντοπίζει ως ζητήματα ταύτισης της εδαφικής επικράτειας με τον εθνικό παράγοντα στη δομή του κράτους. Η ύπαρξή τους αφορά τις ανολοκλήρωτες προσπάθειες για την απελευθέρωσή τους με στόχο τη δημιουργία ή επέκταση ή άμυνα του εθνικού κράτους υπό την καθοδήγηση της κυρίαρχης τάξης και των συμμαχιών της. Κάθε άλλη αντίληψη που αφορούσε τη συνεργασία των λαών και των εθνών για την απελευθέρωσή τους από τον Οθωμανικό ζυγό ακυρώθηκε από τις κεντρομόλες εθνικιστικές δυνάμεις που αγνόησαν μια τέτοια προοπτική και συνδέθηκαν συνδυαστικά ή μονομερώς με τις ηγεμονικές δυνάμεις της Δύσης και της Ανατολής όπως και με την Οθωμανική εξουσία δημιουργώντας σχέσεις στρατιωτικής, πολιτικής και οικονομικής εξάρτησης. Αν και μακριά από το πολυεθνικό-πολυθρησκευτικό πολιτειακό όραμα του Ρήγα ακόμα και πιο μονοεθνικές συνεννοήσεις όπως ο πανσλαβισμός ή ο παναραβισμός ακυρώθηκαν εξαιτίας της κηδεμονίας τους από ηγεμόνες ή και από ανειλικρινείς προσπάθειες υπο-εθνοτήτων που υπερθεμάτιζαν ανισομερώς στις δικές τους. Τα εθνικά ζητήματα σε διάφορες φάσεις στην περιοχή μας συνδέθηκαν με διεθνείς και εγχώριες πολιτικές σκοπιμότητες δημιουργώντας μια σειρά από αδιέξοδα που οδήγησαν σε πολέμους, επεκτατισμούς, φτώχεια, χρέη σε διεθνείς μηχανισμούς και αποικιοκρατικές δυνάμεις, πολιτικές και στρατιωτικές επεμβάσεις, εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Απόρροιά τους αποτελούν οι ανταγωνιστικοί πόλεμοι, οι επεμβάσεις, οι συμμαχίες, οι κηδεμονίες υπό τις διεθνείς ηγεμονίες καθώς και οι όποιες προσπάθειες συνεννόησης οι οποίες αντίφασκαν λόγω της παράλληλης αποδοχής της εθνικής αυτοδιάθεσης άρα και της ύπαρξης του εθνικού κράτους με τις προσπάθειες για ομοσπονδία όπως οι φαεινές ιδέες της ομοσπονδίας των Βαλκανίων. Έτσι διαπερνώντας όλα τα ζητήματα, τα εθνικά ζητήματα ως ζητήματα που συνδέονται με την ελευθερία, τον πολιτισμό και την επιβίωση της εθνικής κοινότητας, διατηρούν συνθετικά την επικαιρότητά τους μέχρι και σήμερα. Στόχος είναι το ξεπέρασμά τους μέσω της αναγνώρισης της σημασίας τους.
Δηλαδή το ξεπέρασμα των υπαρχόντων εθνικών-θρησκευτικών ανταγωνισμών μέσω της υπέρβασης του κράτους και της αγοράς, με τα οποία είναι άμεσα συνδεδεμένα στις σύγχρονες γεωπολιτικές ανακατατάξεις. Έτσι τόσο οι εθνικές όσο και οι θρησκευτικές ταυτότητες είναι απόλυτα αναγκαίο να μετασχηματίζονται προς την οικουμενικότητα και το ριζοσπαστισμό.
Σήμερα η αποδυνάμωση της ισορροπίας των ηγετικών δυνάμεων, η δημιουργία και ισχυροποίηση άλλων δυνάμεων που μπαίνουν δυναμικά στο γεωπολιτικό παιχνίδι δίπλα στον ισλαμοφασιστικό και τον ακροδεξιό παράγοντα έχει αποφασιστικά εγείρει όλους τους διαχρονικούς εθνικούς ανταγωνισμούς. Τόσο στα Βαλκάνια όσο και στη Μέση Ανατολή η κατάσταση γίνεται όλο και πιο τραγική. Ο αναθεωρητισμός των συνόρων και η αποσταθεροποίηση που επιβάλλεται τόσο από τα εθνικά κέντρα όσο και από τις ηγεμονικές δυνάμεις με πρότυπο το Γιουγκοσλαβικό ή το Συριακό αποβλέπει στην ενίσχυση των “μεγάλων ιδεών”, εθνικών και θρησκευτικών, ως όχημα για το διαρκή κατακερματισμό των κρατικών οντοτήτων με στόχο την ενσωμάτωση εδαφών, ανθρώπων και υποδομών. Έτσι, ο κατακερματισμός αυτός ωφελεί τις ηγεμονικές δυνάμεις της Δύσης και της Ανατολής στην περεταίρω στρατιωτική, πολιτική και οικονομική τους επέκταση. Απέναντι σε αυτό το τραγικό φαινόμενο που συνοδεύει την οικονομική αποικιοποίηση από διεθνή κέντρα βρίσκεται η τάση τήρησης της διεθνούς νομιμότητας και σταθερότητας που βασίζεται στο σύγχρονο κράτος άρα και στο αδιέξοδο του κατατεμαχισμού των λαών. Τα κινήματα βάσης, είναι τα μόνα που μπορούν να ανατρέψουν την υπάρχουσα δομή υπερασπιζόμενα τη σταθερότητα στην περιοχή, αυτήν που προσφέρει ένα ριζοσπαστικό οικουμενικό όραμα στην πράξη, ανασυνθέτοντας τις πρώτες ύλες ενός επαναστατικού κοινωνικού μετασχηματισμού.
Μπροστά μας είναι το έμπρακτο ξεπέρασμά αυτών των εθνικών και θρησκευτικών ανταγωνισμών από το λαό του Κουρδιστάν που στη συγκεκριμένη περίοδο και ιδιαίτερα στα εδάφη της Συρίας δομεί την Δημοκρατική Ομοσπονδία της Βόρειας Συρίας, αξιοποιώντας τις θετικές και αρνητικές πλευρές του εκατονταετούς αγώνα του για την εθνική του αυτοδιάθεση. Ξεπερνώντας το κράτος ως τη συγκεντρωτική οργάνωση της κοινωνίας, τον καπιταλισμό ως την οργάνωση των οικονομικών ανισοτήτων και την ανάπτυξη ως μια δολοφονική απόπειρα κατά της φύσης, επαναφέρει το δημοκρατικό κοινοτισμό και το συνομοσπονδισμό ως την έμπρακτη λύση απέναντι στο σύγχρονο αναθεωρητισμό, στην κρατική δεσποτεία, στην αποικιοκρατία, στον καπιταλισμό και την οικολογική καταστροφή.
Αποφασιστικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή που περιβάλει τις χώρες μας, για αυτήν την υπέρβαση, θα παίξει η αναγνώριση των εθνικών-θρησκευτικών ζητημάτων ως ζητήματα διευθέτησης από πλευράς των αποικιοκρατικών κέντρων, των ιθυνουσών εγχώριων τάξεων και της μετατροπής τους σε πεδία συνεργασίας των λαών για την ανατροπή του κράτους και του καπιταλισμού. Αυτό δεν μπορεί παρά να συμβεί από διεθνιστές που θα επιδιώξουν στον ελλαδικό χώρο να συγκροτήσουν συμβούλια για όλα τα εθνικά ζητήματα που ταλανίζουν εδώ και δυο αιώνες την ευρύτερη περιοχή στα Βαλκάνια και στη Μέση Ανατολή. Οι μετανάστες, οι πρόσφυγες, οι εθνικές-θρησκευτικές μειονότητες, οι ντόπιοι των κινημάτων βάσης οφείλουν να θέσουν τις γέφυρες στις σημερινές αγεφύρωτες διαφορές. Σε κάθε εθνικό-θρησκευτικό ανταγωνισμό οφείλουμε να στήσουμε τη γέφυρα συνεργασίας. Κι αυτή η γέφυρα θα χτιστεί με τις αντιαποικιακές, διαπολιτισμικές, εξισωτικές, δημοκρατικές, παραγωγικές και οικολογικές προϋποθέσεις.
Αν θεωρήσουμε ως αφετηρία δράσης τον ελλαδικό-ελληνικό χώρο οφείλουμε να αναγνωρίσουμε όλους τους ανταγωνισμούς στην ολότητά τους και να αντιμετωπίσουμε τα εθνικά ζητήματα σε κάθε περιοχή όπου αυτά εξελίσσονται ως ανταγωνισμοί. Η Ήπειρος και το Ιόνιο πέλαγος, η Μακεδονία, η Θράκη, το Αιγαίο και η Κύπρος, οι όπου χώρας μετανάστες, πρόσφυγες, μειονότητες, είναι οι περιοχές και οι ανθρώπινες δυνάμεις όπου οι ανταγωνισμοί μπορούν να μετατραπούν σε μορφές αυτοδιεύθυνσης προβάλλοντας το διεθνισμό όχι μόνο ως σύνθημα αλλά ως έμπρακτο βίο. Είναι ένας επίπονος και επίμονος αγώνας, μια δύσκολη και σύνθετη διαδρομή που θα θέσει στην πράξη τους θεσμούς των διεθνικών-διαθρησκευτικών δημοκρατικών συμβουλίων στην ομοσπονδιακή και συνομοσπονδιακή τους προοπτική για όλα τα ζητήματα που αφορούν την ιστορία, την οικονομία, την πολιτική και τις κοινωνικές σχέσεις.
Σε κάθε περίπτωση είναι απαραίτητη η δημιουργία ενός διεθνιστικού παρατηρητηρίου για τα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή και τη Μεσόγειο ως θάλασσα που βρέχει τον ευρωπαϊκό Νότο και την πολύπαθη Αφρική. Είναι προϋπόθεση για τη δημιουργία επαφών, ανταλλαγών και προώθησης των αντιλήψεων της δημοκρατικής αυτονομίας και του συνομοσπονδισμού.
Αυτή η προσπάθεια μπορεί να έχει δυο ξεχωριστές και τεμνόμενες διαστάσεις. Από τη μια να επιδιώξει την προσέγγιση του μεταναστευτικού και προσφυγικού στοιχείου καθώς και των εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων στη βάση της προσπάθειας για τη δημιουργία ενός αυτόνομου συμβουλίου. Ο ρόλος του είναι η πρόσκληση συζητήσεων σε όλες τις χαίνουσες πληγές των εθνικών και θρησκευτικών ανταγωνισμών.
Από την άλλη οφείλει να οργανώσει την αναζήτηση επαφών με συντρόφους από την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων της Μέσης Ανατολής και της Μεσογείου με στόχο την άμεση ενημέρωση και τη δημιουργία διεθνών συναντήσεων για όλα τα ζητήματα.
Έτσι, αυτό το διεθνιστικό παρατηρητήριο θα παρακολουθεί και θα αναλύει τα γεγονότα που συμβαίνουν στη γύρω περιοχή, θα εκδίδει έντυπο, θα διοργανώνει εκδηλώσεις ενημέρωσης, θα προκαλεί παρεμβάσεις, θα διοργανώνει διεθνείς συναντήσεις, θα επιδιώξει τη δημιουργία ενός διαθρησκευτικού – διεθνικού – φιλοσοφικού κέντρου στην Αθήνα.
Πρωτοβουλία για τη Διεθνιστική Αλληλεγγύη στη Μεσόγειο
Τα εθνικά ζητήματα στην περιοχή των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής είναι ζητήματα που η ιστορική τους διαχρονία τα εντοπίζει ως ζητήματα ταύτισης της εδαφικής επικράτειας με τον εθνικό παράγοντα στη δομή του κράτους. Η ύπαρξή τους αφορά τις ανολοκλήρωτες προσπάθειες για την απελευθέρωσή τους με στόχο τη δημιουργία ή επέκταση ή άμυνα του εθνικού κράτους υπό την καθοδήγηση της κυρίαρχης τάξης και των συμμαχιών της. Κάθε άλλη αντίληψη που αφορούσε τη συνεργασία των λαών και των εθνών για την απελευθέρωσή τους από τον Οθωμανικό ζυγό ακυρώθηκε από τις κεντρομόλες εθνικιστικές δυνάμεις που αγνόησαν μια τέτοια προοπτική και συνδέθηκαν συνδυαστικά ή μονομερώς με τις ηγεμονικές δυνάμεις της Δύσης και της Ανατολής όπως και με την Οθωμανική εξουσία δημιουργώντας σχέσεις στρατιωτικής, πολιτικής και οικονομικής εξάρτησης. Αν και μακριά από το πολυεθνικό-πολυθρησκευτικό πολιτειακό όραμα του Ρήγα ακόμα και πιο μονοεθνικές συνεννοήσεις όπως ο πανσλαβισμός ή ο παναραβισμός ακυρώθηκαν εξαιτίας της κηδεμονίας τους από ηγεμόνες ή και από ανειλικρινείς προσπάθειες υπο-εθνοτήτων που υπερθεμάτιζαν ανισομερώς στις δικές τους. Τα εθνικά ζητήματα σε διάφορες φάσεις στην περιοχή μας συνδέθηκαν με διεθνείς και εγχώριες πολιτικές σκοπιμότητες δημιουργώντας μια σειρά από αδιέξοδα που οδήγησαν σε πολέμους, επεκτατισμούς, φτώχεια, χρέη σε διεθνείς μηχανισμούς και αποικιοκρατικές δυνάμεις, πολιτικές και στρατιωτικές επεμβάσεις, εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Απόρροιά τους αποτελούν οι ανταγωνιστικοί πόλεμοι, οι επεμβάσεις, οι συμμαχίες, οι κηδεμονίες υπό τις διεθνείς ηγεμονίες καθώς και οι όποιες προσπάθειες συνεννόησης οι οποίες αντίφασκαν λόγω της παράλληλης αποδοχής της εθνικής αυτοδιάθεσης άρα και της ύπαρξης του εθνικού κράτους με τις προσπάθειες για ομοσπονδία όπως οι φαεινές ιδέες της ομοσπονδίας των Βαλκανίων. Έτσι διαπερνώντας όλα τα ζητήματα, τα εθνικά ζητήματα ως ζητήματα που συνδέονται με την ελευθερία, τον πολιτισμό και την επιβίωση της εθνικής κοινότητας, διατηρούν συνθετικά την επικαιρότητά τους μέχρι και σήμερα. Στόχος είναι το ξεπέρασμά τους μέσω της αναγνώρισης της σημασίας τους.
Δηλαδή το ξεπέρασμα των υπαρχόντων εθνικών-θρησκευτικών ανταγωνισμών μέσω της υπέρβασης του κράτους και της αγοράς, με τα οποία είναι άμεσα συνδεδεμένα στις σύγχρονες γεωπολιτικές ανακατατάξεις. Έτσι τόσο οι εθνικές όσο και οι θρησκευτικές ταυτότητες είναι απόλυτα αναγκαίο να μετασχηματίζονται προς την οικουμενικότητα και το ριζοσπαστισμό.
Σήμερα η αποδυνάμωση της ισορροπίας των ηγετικών δυνάμεων, η δημιουργία και ισχυροποίηση άλλων δυνάμεων που μπαίνουν δυναμικά στο γεωπολιτικό παιχνίδι δίπλα στον ισλαμοφασιστικό και τον ακροδεξιό παράγοντα έχει αποφασιστικά εγείρει όλους τους διαχρονικούς εθνικούς ανταγωνισμούς. Τόσο στα Βαλκάνια όσο και στη Μέση Ανατολή η κατάσταση γίνεται όλο και πιο τραγική. Ο αναθεωρητισμός των συνόρων και η αποσταθεροποίηση που επιβάλλεται τόσο από τα εθνικά κέντρα όσο και από τις ηγεμονικές δυνάμεις με πρότυπο το Γιουγκοσλαβικό ή το Συριακό αποβλέπει στην ενίσχυση των “μεγάλων ιδεών”, εθνικών και θρησκευτικών, ως όχημα για το διαρκή κατακερματισμό των κρατικών οντοτήτων με στόχο την ενσωμάτωση εδαφών, ανθρώπων και υποδομών. Έτσι, ο κατακερματισμός αυτός ωφελεί τις ηγεμονικές δυνάμεις της Δύσης και της Ανατολής στην περεταίρω στρατιωτική, πολιτική και οικονομική τους επέκταση. Απέναντι σε αυτό το τραγικό φαινόμενο που συνοδεύει την οικονομική αποικιοποίηση από διεθνή κέντρα βρίσκεται η τάση τήρησης της διεθνούς νομιμότητας και σταθερότητας που βασίζεται στο σύγχρονο κράτος άρα και στο αδιέξοδο του κατατεμαχισμού των λαών. Τα κινήματα βάσης, είναι τα μόνα που μπορούν να ανατρέψουν την υπάρχουσα δομή υπερασπιζόμενα τη σταθερότητα στην περιοχή, αυτήν που προσφέρει ένα ριζοσπαστικό οικουμενικό όραμα στην πράξη, ανασυνθέτοντας τις πρώτες ύλες ενός επαναστατικού κοινωνικού μετασχηματισμού.
Μπροστά μας είναι το έμπρακτο ξεπέρασμά αυτών των εθνικών και θρησκευτικών ανταγωνισμών από το λαό του Κουρδιστάν που στη συγκεκριμένη περίοδο και ιδιαίτερα στα εδάφη της Συρίας δομεί την Δημοκρατική Ομοσπονδία της Βόρειας Συρίας, αξιοποιώντας τις θετικές και αρνητικές πλευρές του εκατονταετούς αγώνα του για την εθνική του αυτοδιάθεση. Ξεπερνώντας το κράτος ως τη συγκεντρωτική οργάνωση της κοινωνίας, τον καπιταλισμό ως την οργάνωση των οικονομικών ανισοτήτων και την ανάπτυξη ως μια δολοφονική απόπειρα κατά της φύσης, επαναφέρει το δημοκρατικό κοινοτισμό και το συνομοσπονδισμό ως την έμπρακτη λύση απέναντι στο σύγχρονο αναθεωρητισμό, στην κρατική δεσποτεία, στην αποικιοκρατία, στον καπιταλισμό και την οικολογική καταστροφή.
Αποφασιστικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή που περιβάλει τις χώρες μας, για αυτήν την υπέρβαση, θα παίξει η αναγνώριση των εθνικών-θρησκευτικών ζητημάτων ως ζητήματα διευθέτησης από πλευράς των αποικιοκρατικών κέντρων, των ιθυνουσών εγχώριων τάξεων και της μετατροπής τους σε πεδία συνεργασίας των λαών για την ανατροπή του κράτους και του καπιταλισμού. Αυτό δεν μπορεί παρά να συμβεί από διεθνιστές που θα επιδιώξουν στον ελλαδικό χώρο να συγκροτήσουν συμβούλια για όλα τα εθνικά ζητήματα που ταλανίζουν εδώ και δυο αιώνες την ευρύτερη περιοχή στα Βαλκάνια και στη Μέση Ανατολή. Οι μετανάστες, οι πρόσφυγες, οι εθνικές-θρησκευτικές μειονότητες, οι ντόπιοι των κινημάτων βάσης οφείλουν να θέσουν τις γέφυρες στις σημερινές αγεφύρωτες διαφορές. Σε κάθε εθνικό-θρησκευτικό ανταγωνισμό οφείλουμε να στήσουμε τη γέφυρα συνεργασίας. Κι αυτή η γέφυρα θα χτιστεί με τις αντιαποικιακές, διαπολιτισμικές, εξισωτικές, δημοκρατικές, παραγωγικές και οικολογικές προϋποθέσεις.
Αν θεωρήσουμε ως αφετηρία δράσης τον ελλαδικό-ελληνικό χώρο οφείλουμε να αναγνωρίσουμε όλους τους ανταγωνισμούς στην ολότητά τους και να αντιμετωπίσουμε τα εθνικά ζητήματα σε κάθε περιοχή όπου αυτά εξελίσσονται ως ανταγωνισμοί. Η Ήπειρος και το Ιόνιο πέλαγος, η Μακεδονία, η Θράκη, το Αιγαίο και η Κύπρος, οι όπου χώρας μετανάστες, πρόσφυγες, μειονότητες, είναι οι περιοχές και οι ανθρώπινες δυνάμεις όπου οι ανταγωνισμοί μπορούν να μετατραπούν σε μορφές αυτοδιεύθυνσης προβάλλοντας το διεθνισμό όχι μόνο ως σύνθημα αλλά ως έμπρακτο βίο. Είναι ένας επίπονος και επίμονος αγώνας, μια δύσκολη και σύνθετη διαδρομή που θα θέσει στην πράξη τους θεσμούς των διεθνικών-διαθρησκευτικών δημοκρατικών συμβουλίων στην ομοσπονδιακή και συνομοσπονδιακή τους προοπτική για όλα τα ζητήματα που αφορούν την ιστορία, την οικονομία, την πολιτική και τις κοινωνικές σχέσεις.
Σε κάθε περίπτωση είναι απαραίτητη η δημιουργία ενός διεθνιστικού παρατηρητηρίου για τα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή και τη Μεσόγειο ως θάλασσα που βρέχει τον ευρωπαϊκό Νότο και την πολύπαθη Αφρική. Είναι προϋπόθεση για τη δημιουργία επαφών, ανταλλαγών και προώθησης των αντιλήψεων της δημοκρατικής αυτονομίας και του συνομοσπονδισμού.
Αυτή η προσπάθεια μπορεί να έχει δυο ξεχωριστές και τεμνόμενες διαστάσεις. Από τη μια να επιδιώξει την προσέγγιση του μεταναστευτικού και προσφυγικού στοιχείου καθώς και των εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων στη βάση της προσπάθειας για τη δημιουργία ενός αυτόνομου συμβουλίου. Ο ρόλος του είναι η πρόσκληση συζητήσεων σε όλες τις χαίνουσες πληγές των εθνικών και θρησκευτικών ανταγωνισμών.
Από την άλλη οφείλει να οργανώσει την αναζήτηση επαφών με συντρόφους από την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων της Μέσης Ανατολής και της Μεσογείου με στόχο την άμεση ενημέρωση και τη δημιουργία διεθνών συναντήσεων για όλα τα ζητήματα.
Έτσι, αυτό το διεθνιστικό παρατηρητήριο θα παρακολουθεί και θα αναλύει τα γεγονότα που συμβαίνουν στη γύρω περιοχή, θα εκδίδει έντυπο, θα διοργανώνει εκδηλώσεις ενημέρωσης, θα προκαλεί παρεμβάσεις, θα διοργανώνει διεθνείς συναντήσεις, θα επιδιώξει τη δημιουργία ενός διαθρησκευτικού – διεθνικού – φιλοσοφικού κέντρου στην Αθήνα.
Πρωτοβουλία για τη Διεθνιστική Αλληλεγγύη στη Μεσόγειο