Η κρίση του ευρώ δεν πέρασε δεν τελείωσε. Στο πρωτοσέλιδο του βρετανικού περιοδικού «The Economist» που έχει τίτλο τίτλο «Η αίσθηση του ναυαγίου (πάλι)», απεικονίζονται οι Μέρκελ, Ολάντ, Ντράγκι και Ρέντσι πάνω στο καράβι του ευρώ το οποίο βυθίζεται καθώς μπάζει νερά.
Η Ευρώπη δεν μπορεί να απαλλαχθεί από εγγενείς ασθένειές της.
Η κυβερνητική κρίση στη Γαλλία ανέδειξε αυτά τα προβλήματα τη ευρωζώνης δυσχεραίνοντας την οικονομική κατάσταση διεθνώς. Προκλήθηκε από στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν και έδειξαν ότι η γαλλική οικονομία παρουσίασε μηδενική ανάπτυξη το πρώτο εξάμηνο, ενώ η ανεργία αυξάνεται.
«Εχοντας εξασφαλίσει και την υπόσχεση του προέδρου της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι ότι θα κάνει τα πάντα για να στηρίξει το ενιαίο νόμισμα η εμπιστοσύνη άρχισε να ρέει ξανά στην ήπειρο. Η ανάπτυξη φάνηκε να επιστρέφει, αν και με αργά βήματα, οι περιφερειακές χώρες άρχισαν να επανακάμπτουν, έπειτα από διασώσεις, επίπονα μέτρα ώστε να περιορίσουν τα έξοδα και να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα. Η ανεργία, ιδιαίτερα ανάμεσα στους νέους, παρέμενε αρκετά υψηλή, αλλά στις περισσότερες χώρες τα ποσοστά έδειχναν να πέφτουν και τα spreads των ομολόγων είχαν μειωθεί καθώς οι αγορές σταμάτησαν να στοιχηματίζουν στην κατάρρευση του ευρώ».
Όμως, όλα αυτά ήταν μια ψευδαίσθηση τονίζει το περιοδικό. Το συλλογικό ΑΕΠ της Ευρωζώνης παρέμεινε στάσιμο στο δεύτερο τέταρτο του 2014: Η Ιταλία επέστρεψε σε ολοκληρωτική ύφεση, το γαλλικό ΑΕΠ παρέμεινε στάσιμο και ακόμη και η πανίσχυρη Γερμανία σημείωσε μια αναπάντεχη πτώση απόδοσης.
Επιπλέον το τρίτο τέταρτο του έτους αναμένεται αρκετά ασταθές, κυρίως επειδή η ζώνη του ευρώ θα υποστεί επιπλέον απώλειες από τις κυρώσεις της Δύσης στη Ρωσία, ενώ ο πληθωρισμός έχει πέσει επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα (περίπου στο 0,4%), αρκετά πιο κάτω από το 2% που ήταν ο στόχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δημιουργώντας επιπρόσθετους φόβους.
«Χάρη στις υποσχέσεις του Μάριο Ντράγκι να θέσει ένα κατώτατο όριο δημοσίου χρέους, ο κίνδυνος πως οι οικονομικές πιέσεις θα μπορούσαν να προκαλέσουν διάλυση της Ένωσης έχει υποχωρήσει, ωστόσο, ο πολιτικός κίνδυνος πως μια ή περισσότερες χώρες θα αποφασίσουν να “πηδήξουν από το καράβι” γίνεται όλο και πιο ορατός», συμπεραίνει ο Economist.
Η Ευρώπη δεν μπορεί να απαλλαχθεί από εγγενείς ασθένειές της.
Η κυβερνητική κρίση στη Γαλλία ανέδειξε αυτά τα προβλήματα τη ευρωζώνης δυσχεραίνοντας την οικονομική κατάσταση διεθνώς. Προκλήθηκε από στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν και έδειξαν ότι η γαλλική οικονομία παρουσίασε μηδενική ανάπτυξη το πρώτο εξάμηνο, ενώ η ανεργία αυξάνεται.
«Εχοντας εξασφαλίσει και την υπόσχεση του προέδρου της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι ότι θα κάνει τα πάντα για να στηρίξει το ενιαίο νόμισμα η εμπιστοσύνη άρχισε να ρέει ξανά στην ήπειρο. Η ανάπτυξη φάνηκε να επιστρέφει, αν και με αργά βήματα, οι περιφερειακές χώρες άρχισαν να επανακάμπτουν, έπειτα από διασώσεις, επίπονα μέτρα ώστε να περιορίσουν τα έξοδα και να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα. Η ανεργία, ιδιαίτερα ανάμεσα στους νέους, παρέμενε αρκετά υψηλή, αλλά στις περισσότερες χώρες τα ποσοστά έδειχναν να πέφτουν και τα spreads των ομολόγων είχαν μειωθεί καθώς οι αγορές σταμάτησαν να στοιχηματίζουν στην κατάρρευση του ευρώ».
Όμως, όλα αυτά ήταν μια ψευδαίσθηση τονίζει το περιοδικό. Το συλλογικό ΑΕΠ της Ευρωζώνης παρέμεινε στάσιμο στο δεύτερο τέταρτο του 2014: Η Ιταλία επέστρεψε σε ολοκληρωτική ύφεση, το γαλλικό ΑΕΠ παρέμεινε στάσιμο και ακόμη και η πανίσχυρη Γερμανία σημείωσε μια αναπάντεχη πτώση απόδοσης.
Επιπλέον το τρίτο τέταρτο του έτους αναμένεται αρκετά ασταθές, κυρίως επειδή η ζώνη του ευρώ θα υποστεί επιπλέον απώλειες από τις κυρώσεις της Δύσης στη Ρωσία, ενώ ο πληθωρισμός έχει πέσει επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα (περίπου στο 0,4%), αρκετά πιο κάτω από το 2% που ήταν ο στόχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δημιουργώντας επιπρόσθετους φόβους.
«Χάρη στις υποσχέσεις του Μάριο Ντράγκι να θέσει ένα κατώτατο όριο δημοσίου χρέους, ο κίνδυνος πως οι οικονομικές πιέσεις θα μπορούσαν να προκαλέσουν διάλυση της Ένωσης έχει υποχωρήσει, ωστόσο, ο πολιτικός κίνδυνος πως μια ή περισσότερες χώρες θα αποφασίσουν να “πηδήξουν από το καράβι” γίνεται όλο και πιο ορατός», συμπεραίνει ο Economist.