Ο κοινοτισμός, ως αντιπροσωπευτικό τοπικό σύστημα διοίκησης των Ελλήνων επί Οθωμανικής αυτοκρατορίας, άρχισε να συγκεντρώνει το ενδιαφέρον από πολύ νωρίς. Ντόπιοι και αλλοδαποί νομομαθείς κι άλλοι μελετητές ασχολήθηκαν μαζί του από την εποχή ακόμη της Αντιβασιλείας του Οθωνα και τη χάραξη του πρώτου δημοτικού χάρτη της χώρας.
Λίγο πριν και μετά τα μέσα του 19ου αιώνα είχαν διαμορφωθεί κιόλας οι τρεις διαφορετικές θεωρίες για την προέλευση του θεσμού των Δήμων και Κοινοτήτων. Οι ίδιες, σε βασικές γραμμές, θα επαναλαμβάνονται ή θα επαναδιατυπώνονται -άκριτα είτε εμπλουτισμένα- από τότε μέχρι σήμερα. Μετά τη συγκρότηση του νεοελληνικού κράτους, ο πρώτος που ασχολείται με τον θεσμό κάπως συστηματικά είναι ο Μάουρερ, μέλος της τριμελούς Βαυαρικής Αντιβασιλείας και από τους θεμελιωτές της διοικητικής οργάνωσης του Οθωνικού κράτους.
Στο σύγγραμμά του για τον «Ελληνικό λαό» (1835) εξαίρει τον θετικό ρόλο των κοινοτήτων στη διατήρηση της ελληνικής εθνότητας και τις θεωρεί «αποτέλεσμα των ελαττωμάτων του οθωμανικού καθεστώτος». Απορρίπτει τη γενική και κρατούσα ιδέα περί καταγωγής του θεσμού από την αρχαιότητα και τη συνέχισή του κατή τη ρωμαιοβυζαντινή περίοδο. Βρίσκει συνάφεια των κοινοτήτων επί Τουρκοκρατίας με τις αγροτικές κοινότητες των γερμανικών φύλων του Μεσαίωνα.
Πρόκειται για μια κατεξοχήν ωφελιμιστική προσέγγιση και χειραγώγηση της ιστορίας του θεσμού, προκειμένου να δικαιολογηθούν οι επιλογές της Αντιβασιλείας για την αρχική διοικητική οργάνωση της χώρας. Ενα δυτικό κράτος, όπως το ήθελαν οι Βαυαροί, έπρεπε να έχει συνάφειες με... δυτικά πρότυπα!
Αλλά ο πρώτος που επιχειρεί να διατυπώσει ένα ολοκληρωμένο σχήμα για την καταγωγή του θεσμού είναι ο Σπ. Αντωνιάδης. Διοικητικός υπάλληλος και για χρόνια επικεφαλής των αρμόδιων κρατικών υπηρεσιών για τα δημοτικά ζητήματα θα θελήσει να στηρίξει τον θεσμό, όπως διαμορφώθηκε και λειτουργούσε τα χρόνια του Οθωνα, χρησιμοποιώντας την ιστορία του.
Διαδοχική εξέλιξη
Με το έργο του «Τα Δημοτικά...» (1842) απορρίπτει την επικρατέστερη άποψη περί διαδοχικής εξέλιξης σε αρχαία Ελλάδα - Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία - Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι κοινότητες δημιουργήθηκαν βαθμιαία από τότε που η Ελλάδα έχασε την αυτονομία της. Αλλοιώθηκαν και τροποποιήθηκαν την περίοδο της φράγκικης και βενετικής κυριαρχίας, αλλά δεν εξαφανίστηκαν. Απέκτησαν ισχύ και τα χρόνια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, καθώς οι Τούρκοι, στερημένοι από δικό τους σύστημα, διατήρησαν το υπάρχον για φορολογικούς λόγους.
Στις απόψεις Μάουρερ - Αντωνιάδη πρέπει να προστεθούν οι σύγχρονες του διπλωμάτη- περιηγητή Ντ. Ούρχαρτ. Ο πολυπράγμων γύρω από το ανατολικό ζήτημα Αγγλος θα υποστηρίξει ότι οι κοινότητες είναι δημιούργημα της Τουρκοκρατίας. Ηταν προϊόν της Οθωμανικής κατοχής. Η άποψη, όπως και ανάλογες τα κατοπινά χρόνια, θα βρεθεί στο επίκεντρο της κριτικής όσων Ελλήνων ασχολούνται με το ζήτημα. Στον Ούρχαρτ αποδίδεται φιλοτουρκική διάθεση.
Με τον πυρήνα, όμως, της θεωρίας του θα συμπλεύσει ο καθηγητής του δικαίου (και κατοπινά υπουργός) Π. Αργυρόπουλος. Στην ιστορική αναδρομή του θεσμού γράφοντας για τη «Δημοτική διοίκησι εν Ελλάδι» (1843) υιοθετεί τη θέση ότι οι κοινότητες ήταν κατεξοχήν δημιούργημα της Τουρκοκρατίας. Λίγες ομοιότητες έχουν με ρωμαϊκές.
Το μεγαλύτερο, όμως, και καθοριστικό σταθμό στην ιστορία του θεσμού θα αποτελέσουν οι θέσεις του Κ. Παπαρρηγόπουλου περί «άρρηκτης συνέχειας».
Το... σύνθημα για αποκέντρωση λίγο πριν τις κάλπες
Κάθε φορά που διενεργούνται δημοτικές εκλογές η αποκέντρωση αναδεικνύεται περίπου σε φετίχ. Ιδιαίτερα όταν οι κάλπες συνοδεύονται ή ανοίγουν πρώτη φορά μετά από μεγάλες αυτοδιοικητικές μεταρρυθμίσεις. Εκτός από εξαιρετικές περιστάσεις και περιόδους έκτακτων αναγκών, δεν υπάρχει εκλογική αναμέτρηση που ο περιορισμός του συγκεντρωτικού κράτους να μην έγινε σύνθημα και να μη δόθηκε ως υπόσχεση από κυβερνήσεις, κόμματα, παρατάξεις, υποψήφιους...
Τ' αποτελέσματα είναι πολύ γνωστά σε ιστορική κλίμακα και καταδείχνουν ότι ακόμη και οι γνησιότερες προθέσεις θρυμματίστηκαν από το αυταρχικό -συγκεντρωτικό κράτος των περασμένων αιώνων, από το πελατειακό πολιτικό σύστημα, από το καχεκτικό δημοκρατικό ελληνικό μοντέλο στις ποικιλόμορφες εκδοχές του. Σταματούσαν μπροστά σ΄ένα πλέγμα κυρίαρχων αντιλήψεων και πολιτικο-κοινωνικο-οικονομικών συμφερόντων.
Σε όλες τις περιπτώσεις στις διακηρύξεις για πραγματική και ολοκληρωμένη τοπική αυτοδιοίκηση - ακόμη και για τα ψευδώνυμά της - γινόταν επίκληση της μεγάλης δημοτικής και κοινοτικής παράδοσης. Από την ελληνική αρχαιότητα έως τη συγκρότηση και ολοκλήρωση του νεοελληνικού κράτους. Ο θεσμός ήταν πάντα πολυύμνητος.
Οι αναδρομές στο παρελθόν, συνήθως, δεν γίνονταν προκειμένου ν' αντληθούν κάποια εργαλεία ή ιδέες για το παρόν. Περιορίζονταν - αρχικώς και μέχρι πρόσφατα - στην καταγωγή του θεσμού και ελάχιστα ή καθόλου ασχολούνταν με τον τρόπο που λειτουργούσε.
Σε μια συνολική εκτίμηση για τη συγγραφική παραγωγή του 19ου αιώνα γύρω από τις κοινότητες επισημαίνεται ότι: η ιστορικότητα του κοινοτισμού και η ιδεολογική χρήση αναδεικνύονται πολύ πρώιμα αναγνωρίζεται η χρησιμότητα του θεσμού «για να στραγγαλιστεί επιδέξια, όμως, καθώς προσέκρουε στην κυβερνητική βούληση για την οργάνωση του κράτους». («Ιστορία των θεσμών...» στην «Ιστοριογραφία της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας»).
Τα τρία βασικά σχήματα για την προέλευση του θεσμού
Από την αρχαιότητα
Οι αρχαιοελληνικοί δήμοι και το αυτοδιοικητικό σύστημα διατηρούνται κατά τα ρωμαϊκά χρόνια. Εξακολουθούν να λειτουργούν προσαρμοσμένοι κατά τη ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο. Οι κοινότητες επί τουρκοκρατίας αποτελούν τη φυσιολογική συνέχειά τους.
Στο Βυζάντιο
Οι κοινότητες στην Τουρκοκρατία δεν έχουν σχέση με τις αρχαίες ελληνικές πόλεις. Διαμορφώθηκαν και αναπτύχθηκαν κατά τη βυζαντινή περίοδο, ανάλογα με τις ανάγκες κάθε περιοχής. Εξελίχθηκαν, προσαρμόστηκαν και ουσιαστικά παρέμειναν οι ίδιες τα οθωμανικά χρόνια.
Η τουρκοκρατία
Δεν είχαν σχέση με το παρελθόν. Ούτε με την αρχαιότητα ούτε με τη ρωμαιοβυζαντινή εποχή. Ηταν προϊόν των αναγκών στις συνθήκες της οθωμανικής κυριαρχίας. Βασικός λόγος για τ η δημιουργία τους ήταν το οθωμανικό σύστημα είσπραξης των φόρων.
Η θέση του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου
Προϊόν γνήσιον των εθνικών παραδόσεων...
Οι βασικές θέσεις του εθνικού ιστορικού Κ. Παπαρρηγόπουλου για τον θεσμό των κοινοτήτων διατυπώνονται για πρώτη φορά τη δεκαετία του 1840. Δηλαδή σχεδόν μισό αιώνα πριν από την ολοκλήρωση της «Ιστορίας του Ελληνικού Εθνους» (1886).
Ασχολείται τότε με των «Ρωμαίων πολίτευμα προς την Ελλάδα» και το συνδέει με «μετά του εξής πολλού λόγου αξίου ζητήματος: «Άραγε η προς την διοίκησιν ταύτην σχέσις των Ελληνίδων πόλεων δεν παρίστησιν πολλήν την αναλογίαν (έχει μεγάλη ομοιότητα) προς τα κατά τας Ελληνικάς κοινότητας επί της Οθωμανικής κυριαρχίας;»
Αναπτύσσει την άποψη περί συνέχισης της αυτονομίας των αρχαίων ελληνικών πόλεων τα ρωμαϊκά χρόνια, περί ύπαρξης και ισχυροποίησης των κοινοτήτων τα βυζαντινά καταλήγοντας ότι «οι Οθωμανοί καθιέρωσαν ως προς τας κοινότητας προϋπάρχουσαν τινά κατάστασιν ? Δεν εδημιούργησαν δε, ως τινές επρέσβευσαν (σε υποσημείωση απαντά ρητά στους Μάουρερ, Ούτραχτ και Αργυρόπουλο) την κατάστασιν...»
Διαφορετικά εκφρασμένο το συμπέρασμά του έχει ως εξής: «Οι Οθωμανοί διατήρησαν τα προνόμια (των κοινοτήτων) εκείνα κατ' αρχάς μεν διά την αμάθειαν, μετέπειτα δε διά την ασθέναιαν αυτών. Και είναι γνωστόν οπόσον κοινότητες, ωφελούμεναι από των δυο τούτων ελαττωμάτων συνετέλεσαν εις την αναγέννησιν του έθνους...»
Η συνέχεια από την αρχαία ελληνική πόλη, ως τις κοινότητες της Τουρκοκρατίας, θα διατυπωθεί αργότερα πιο ολοκληρωμένα:
1. «Αι κοινότητες υπήρξαν προϊόν γνήσιον των εθνικών παραδόσεων και της εθνικής ευφυίας και δραστηριότητος. Είχον ρίζας βαθείας εν ταις έξεσι και ταις παραδόσεσι του ελληνικού έθνους?»
2. « Αι κοινότητες αύται δεν ήσαν θεσμός νέος, υπήρχον επί των μεσαιωνικών χρόνων και ουδέν άλλο ήσαν ειμή τροπολογία τις των αρχαιοτέρων αυτόνομων αστικών πολιτευμάτων, αλλοιωθέντων φυσικώ τω λόγω πολυειδώς και πολυτρόπως δια του μακρού χρόνου και της ποικίλης των εκάστοτε περιστάσεων επιδράσεως» (Ιστορία του Ελληνικού Εθνους).
3. «Διά του χρόνου και της ποικίλης επιδράσεως... υπέστησαν κατά καιρούς και τόπους αλλοιώσεις... Κατ' ουσίαν όμως δεν έπαυσαν ποτέ υφιστάμεναι.... Η οσμανική κυριαρχία εύρεν αυτάς προϋπαρχούσας και ενεργούσας και αγήκεν αυτάς να λειτουργώσιν ως επικούρους περί την κατωτέραν διοίκησιν της χώρας» (τ' αποσπάσματα προέρχονται από την Ιστορία του Ελληνικού Εθνους).
Το σχήμα Παπαρρηγόπουλου για τον θεσμό των κοινοτήτων αποτελεί δομικό στοιχείο του γνωστού εθνικού τρίπτυχου για τη συνέχεια της ιστορικής εξέλιξης του ελληνικού έθνους από την αρχαιότητα έως την απελευθέρωση από τους Τούρκους. Θα κυριαρχήσει και θα υιοθετηθεί από τους συνεχιστές του, τους περισσότερους ιστορικούς του 19ου αιώνα και σ΄ αυτό που αποκαλείται δημόσια ιστορία. Ισως η καλύτερη σύνοψή του γίνεται από τον Π. Καρολίδη στις προσθήκες στο έργο του Παπαρρηγόπουλου: «Το Εθνος επί Τουρκοκρατίας διατήρησε και παρήγαγε την Εθνικήν ισονομίαν και ισηγορίαν αυτού εν τω θαυμαστώ οργανισμώ των κοινοτήτων...».
Πάντως οι «εθνικές» και καθοριστικές διηγήσεις του για τον θεσμό δεν θα είναι οι μοναδικές στην ελληνική ιστοριογραφία.
Η τεκμηριωμένη αντίθεση
Οταν ο Παπαρρηγόπουλος ολοκληρώνει την αφήγησή του για τον θεσμό των κοινοτήτων θα δει το φως και μια άλλη θεώρηση του ζητήματος. Ανήκει στον νομικό Νικόλαο Μοσχοβάκη και διατυπώνεται στη διατριβή του «Το εν Ελλάδι δημόσιον Δίκαιον της Τουρκοκρατίας» (1882). Διαφωνεί τόσο με τον Παπαρρηγόπουλο όσο και με τον Αργυρόπουλο: Οι αρχές των κοινοτήτων στα Οθωμανικά χρόνια δεν είχαν εσωτερική και εξωτερική ομοιότητα με τις αρχαίες πόλεις ούτε με τις ρωμαϊκές ούτε αργότερα. Είναι «καταγωγής» και προϊόν «εξ αρχής μέχρι τέλους των αναγκών και του πνεύματος του ελληνικού λαού».
Ο ρόλος της φορολογίας
Η τομή του Μοσχοβάκη έγκειται στο γεγονός ότι τοποθετεί την οθωμανική φορολογία στη βάση της πυραμίδας για την ύπαρξη και την ανάπτυξη των κοινοτήτων: «Το φορολογικόν σύστημα κατέστησε την ελληνικήν κοινότητα απαραιτήτως μεν αναγκαίαν τοις οθωμανοίς (για την είσπραξη των φόρων), τοις δε έλλησι... ότι εγακατέστησεν εν αυτή και μεταξύ αυτής στενωτάτην σύπραξιν και αλληλεγγύην (επειδή τη μη νομιμότητα του ενός «πλήρωναν» όλοι). Η άποψη του Μοσχοβάκη, υιοθετημένη αργότερα και από άλλους, με τον ένα ή άλλο τρόπο, θεωρείται έως σήμερα κλασική.
Άρθρο του Τάκη Κατσιμάρδου για την εφημερίδα "Έθνος", 17/10/2010
Λίγο πριν και μετά τα μέσα του 19ου αιώνα είχαν διαμορφωθεί κιόλας οι τρεις διαφορετικές θεωρίες για την προέλευση του θεσμού των Δήμων και Κοινοτήτων. Οι ίδιες, σε βασικές γραμμές, θα επαναλαμβάνονται ή θα επαναδιατυπώνονται -άκριτα είτε εμπλουτισμένα- από τότε μέχρι σήμερα. Μετά τη συγκρότηση του νεοελληνικού κράτους, ο πρώτος που ασχολείται με τον θεσμό κάπως συστηματικά είναι ο Μάουρερ, μέλος της τριμελούς Βαυαρικής Αντιβασιλείας και από τους θεμελιωτές της διοικητικής οργάνωσης του Οθωνικού κράτους.
Στο σύγγραμμά του για τον «Ελληνικό λαό» (1835) εξαίρει τον θετικό ρόλο των κοινοτήτων στη διατήρηση της ελληνικής εθνότητας και τις θεωρεί «αποτέλεσμα των ελαττωμάτων του οθωμανικού καθεστώτος». Απορρίπτει τη γενική και κρατούσα ιδέα περί καταγωγής του θεσμού από την αρχαιότητα και τη συνέχισή του κατή τη ρωμαιοβυζαντινή περίοδο. Βρίσκει συνάφεια των κοινοτήτων επί Τουρκοκρατίας με τις αγροτικές κοινότητες των γερμανικών φύλων του Μεσαίωνα.
Πρόκειται για μια κατεξοχήν ωφελιμιστική προσέγγιση και χειραγώγηση της ιστορίας του θεσμού, προκειμένου να δικαιολογηθούν οι επιλογές της Αντιβασιλείας για την αρχική διοικητική οργάνωση της χώρας. Ενα δυτικό κράτος, όπως το ήθελαν οι Βαυαροί, έπρεπε να έχει συνάφειες με... δυτικά πρότυπα!
Αλλά ο πρώτος που επιχειρεί να διατυπώσει ένα ολοκληρωμένο σχήμα για την καταγωγή του θεσμού είναι ο Σπ. Αντωνιάδης. Διοικητικός υπάλληλος και για χρόνια επικεφαλής των αρμόδιων κρατικών υπηρεσιών για τα δημοτικά ζητήματα θα θελήσει να στηρίξει τον θεσμό, όπως διαμορφώθηκε και λειτουργούσε τα χρόνια του Οθωνα, χρησιμοποιώντας την ιστορία του.
Διαδοχική εξέλιξη
Με το έργο του «Τα Δημοτικά...» (1842) απορρίπτει την επικρατέστερη άποψη περί διαδοχικής εξέλιξης σε αρχαία Ελλάδα - Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία - Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι κοινότητες δημιουργήθηκαν βαθμιαία από τότε που η Ελλάδα έχασε την αυτονομία της. Αλλοιώθηκαν και τροποποιήθηκαν την περίοδο της φράγκικης και βενετικής κυριαρχίας, αλλά δεν εξαφανίστηκαν. Απέκτησαν ισχύ και τα χρόνια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, καθώς οι Τούρκοι, στερημένοι από δικό τους σύστημα, διατήρησαν το υπάρχον για φορολογικούς λόγους.
Στις απόψεις Μάουρερ - Αντωνιάδη πρέπει να προστεθούν οι σύγχρονες του διπλωμάτη- περιηγητή Ντ. Ούρχαρτ. Ο πολυπράγμων γύρω από το ανατολικό ζήτημα Αγγλος θα υποστηρίξει ότι οι κοινότητες είναι δημιούργημα της Τουρκοκρατίας. Ηταν προϊόν της Οθωμανικής κατοχής. Η άποψη, όπως και ανάλογες τα κατοπινά χρόνια, θα βρεθεί στο επίκεντρο της κριτικής όσων Ελλήνων ασχολούνται με το ζήτημα. Στον Ούρχαρτ αποδίδεται φιλοτουρκική διάθεση.
Με τον πυρήνα, όμως, της θεωρίας του θα συμπλεύσει ο καθηγητής του δικαίου (και κατοπινά υπουργός) Π. Αργυρόπουλος. Στην ιστορική αναδρομή του θεσμού γράφοντας για τη «Δημοτική διοίκησι εν Ελλάδι» (1843) υιοθετεί τη θέση ότι οι κοινότητες ήταν κατεξοχήν δημιούργημα της Τουρκοκρατίας. Λίγες ομοιότητες έχουν με ρωμαϊκές.
Το μεγαλύτερο, όμως, και καθοριστικό σταθμό στην ιστορία του θεσμού θα αποτελέσουν οι θέσεις του Κ. Παπαρρηγόπουλου περί «άρρηκτης συνέχειας».
Το... σύνθημα για αποκέντρωση λίγο πριν τις κάλπες
Κάθε φορά που διενεργούνται δημοτικές εκλογές η αποκέντρωση αναδεικνύεται περίπου σε φετίχ. Ιδιαίτερα όταν οι κάλπες συνοδεύονται ή ανοίγουν πρώτη φορά μετά από μεγάλες αυτοδιοικητικές μεταρρυθμίσεις. Εκτός από εξαιρετικές περιστάσεις και περιόδους έκτακτων αναγκών, δεν υπάρχει εκλογική αναμέτρηση που ο περιορισμός του συγκεντρωτικού κράτους να μην έγινε σύνθημα και να μη δόθηκε ως υπόσχεση από κυβερνήσεις, κόμματα, παρατάξεις, υποψήφιους...
Τ' αποτελέσματα είναι πολύ γνωστά σε ιστορική κλίμακα και καταδείχνουν ότι ακόμη και οι γνησιότερες προθέσεις θρυμματίστηκαν από το αυταρχικό -συγκεντρωτικό κράτος των περασμένων αιώνων, από το πελατειακό πολιτικό σύστημα, από το καχεκτικό δημοκρατικό ελληνικό μοντέλο στις ποικιλόμορφες εκδοχές του. Σταματούσαν μπροστά σ΄ένα πλέγμα κυρίαρχων αντιλήψεων και πολιτικο-κοινωνικο-οικονομικών συμφερόντων.
Σε όλες τις περιπτώσεις στις διακηρύξεις για πραγματική και ολοκληρωμένη τοπική αυτοδιοίκηση - ακόμη και για τα ψευδώνυμά της - γινόταν επίκληση της μεγάλης δημοτικής και κοινοτικής παράδοσης. Από την ελληνική αρχαιότητα έως τη συγκρότηση και ολοκλήρωση του νεοελληνικού κράτους. Ο θεσμός ήταν πάντα πολυύμνητος.
Οι αναδρομές στο παρελθόν, συνήθως, δεν γίνονταν προκειμένου ν' αντληθούν κάποια εργαλεία ή ιδέες για το παρόν. Περιορίζονταν - αρχικώς και μέχρι πρόσφατα - στην καταγωγή του θεσμού και ελάχιστα ή καθόλου ασχολούνταν με τον τρόπο που λειτουργούσε.
Σε μια συνολική εκτίμηση για τη συγγραφική παραγωγή του 19ου αιώνα γύρω από τις κοινότητες επισημαίνεται ότι: η ιστορικότητα του κοινοτισμού και η ιδεολογική χρήση αναδεικνύονται πολύ πρώιμα αναγνωρίζεται η χρησιμότητα του θεσμού «για να στραγγαλιστεί επιδέξια, όμως, καθώς προσέκρουε στην κυβερνητική βούληση για την οργάνωση του κράτους». («Ιστορία των θεσμών...» στην «Ιστοριογραφία της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας»).
Τα τρία βασικά σχήματα για την προέλευση του θεσμού
Από την αρχαιότητα
Οι αρχαιοελληνικοί δήμοι και το αυτοδιοικητικό σύστημα διατηρούνται κατά τα ρωμαϊκά χρόνια. Εξακολουθούν να λειτουργούν προσαρμοσμένοι κατά τη ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο. Οι κοινότητες επί τουρκοκρατίας αποτελούν τη φυσιολογική συνέχειά τους.
Στο Βυζάντιο
Οι κοινότητες στην Τουρκοκρατία δεν έχουν σχέση με τις αρχαίες ελληνικές πόλεις. Διαμορφώθηκαν και αναπτύχθηκαν κατά τη βυζαντινή περίοδο, ανάλογα με τις ανάγκες κάθε περιοχής. Εξελίχθηκαν, προσαρμόστηκαν και ουσιαστικά παρέμειναν οι ίδιες τα οθωμανικά χρόνια.
Η τουρκοκρατία
Δεν είχαν σχέση με το παρελθόν. Ούτε με την αρχαιότητα ούτε με τη ρωμαιοβυζαντινή εποχή. Ηταν προϊόν των αναγκών στις συνθήκες της οθωμανικής κυριαρχίας. Βασικός λόγος για τ η δημιουργία τους ήταν το οθωμανικό σύστημα είσπραξης των φόρων.
Η θέση του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου
Προϊόν γνήσιον των εθνικών παραδόσεων...
Οι βασικές θέσεις του εθνικού ιστορικού Κ. Παπαρρηγόπουλου για τον θεσμό των κοινοτήτων διατυπώνονται για πρώτη φορά τη δεκαετία του 1840. Δηλαδή σχεδόν μισό αιώνα πριν από την ολοκλήρωση της «Ιστορίας του Ελληνικού Εθνους» (1886).
Ασχολείται τότε με των «Ρωμαίων πολίτευμα προς την Ελλάδα» και το συνδέει με «μετά του εξής πολλού λόγου αξίου ζητήματος: «Άραγε η προς την διοίκησιν ταύτην σχέσις των Ελληνίδων πόλεων δεν παρίστησιν πολλήν την αναλογίαν (έχει μεγάλη ομοιότητα) προς τα κατά τας Ελληνικάς κοινότητας επί της Οθωμανικής κυριαρχίας;»
Αναπτύσσει την άποψη περί συνέχισης της αυτονομίας των αρχαίων ελληνικών πόλεων τα ρωμαϊκά χρόνια, περί ύπαρξης και ισχυροποίησης των κοινοτήτων τα βυζαντινά καταλήγοντας ότι «οι Οθωμανοί καθιέρωσαν ως προς τας κοινότητας προϋπάρχουσαν τινά κατάστασιν ? Δεν εδημιούργησαν δε, ως τινές επρέσβευσαν (σε υποσημείωση απαντά ρητά στους Μάουρερ, Ούτραχτ και Αργυρόπουλο) την κατάστασιν...»
Διαφορετικά εκφρασμένο το συμπέρασμά του έχει ως εξής: «Οι Οθωμανοί διατήρησαν τα προνόμια (των κοινοτήτων) εκείνα κατ' αρχάς μεν διά την αμάθειαν, μετέπειτα δε διά την ασθέναιαν αυτών. Και είναι γνωστόν οπόσον κοινότητες, ωφελούμεναι από των δυο τούτων ελαττωμάτων συνετέλεσαν εις την αναγέννησιν του έθνους...»
Η συνέχεια από την αρχαία ελληνική πόλη, ως τις κοινότητες της Τουρκοκρατίας, θα διατυπωθεί αργότερα πιο ολοκληρωμένα:
1. «Αι κοινότητες υπήρξαν προϊόν γνήσιον των εθνικών παραδόσεων και της εθνικής ευφυίας και δραστηριότητος. Είχον ρίζας βαθείας εν ταις έξεσι και ταις παραδόσεσι του ελληνικού έθνους?»
2. « Αι κοινότητες αύται δεν ήσαν θεσμός νέος, υπήρχον επί των μεσαιωνικών χρόνων και ουδέν άλλο ήσαν ειμή τροπολογία τις των αρχαιοτέρων αυτόνομων αστικών πολιτευμάτων, αλλοιωθέντων φυσικώ τω λόγω πολυειδώς και πολυτρόπως δια του μακρού χρόνου και της ποικίλης των εκάστοτε περιστάσεων επιδράσεως» (Ιστορία του Ελληνικού Εθνους).
3. «Διά του χρόνου και της ποικίλης επιδράσεως... υπέστησαν κατά καιρούς και τόπους αλλοιώσεις... Κατ' ουσίαν όμως δεν έπαυσαν ποτέ υφιστάμεναι.... Η οσμανική κυριαρχία εύρεν αυτάς προϋπαρχούσας και ενεργούσας και αγήκεν αυτάς να λειτουργώσιν ως επικούρους περί την κατωτέραν διοίκησιν της χώρας» (τ' αποσπάσματα προέρχονται από την Ιστορία του Ελληνικού Εθνους).
Το σχήμα Παπαρρηγόπουλου για τον θεσμό των κοινοτήτων αποτελεί δομικό στοιχείο του γνωστού εθνικού τρίπτυχου για τη συνέχεια της ιστορικής εξέλιξης του ελληνικού έθνους από την αρχαιότητα έως την απελευθέρωση από τους Τούρκους. Θα κυριαρχήσει και θα υιοθετηθεί από τους συνεχιστές του, τους περισσότερους ιστορικούς του 19ου αιώνα και σ΄ αυτό που αποκαλείται δημόσια ιστορία. Ισως η καλύτερη σύνοψή του γίνεται από τον Π. Καρολίδη στις προσθήκες στο έργο του Παπαρρηγόπουλου: «Το Εθνος επί Τουρκοκρατίας διατήρησε και παρήγαγε την Εθνικήν ισονομίαν και ισηγορίαν αυτού εν τω θαυμαστώ οργανισμώ των κοινοτήτων...».
Πάντως οι «εθνικές» και καθοριστικές διηγήσεις του για τον θεσμό δεν θα είναι οι μοναδικές στην ελληνική ιστοριογραφία.
Η τεκμηριωμένη αντίθεση
Οταν ο Παπαρρηγόπουλος ολοκληρώνει την αφήγησή του για τον θεσμό των κοινοτήτων θα δει το φως και μια άλλη θεώρηση του ζητήματος. Ανήκει στον νομικό Νικόλαο Μοσχοβάκη και διατυπώνεται στη διατριβή του «Το εν Ελλάδι δημόσιον Δίκαιον της Τουρκοκρατίας» (1882). Διαφωνεί τόσο με τον Παπαρρηγόπουλο όσο και με τον Αργυρόπουλο: Οι αρχές των κοινοτήτων στα Οθωμανικά χρόνια δεν είχαν εσωτερική και εξωτερική ομοιότητα με τις αρχαίες πόλεις ούτε με τις ρωμαϊκές ούτε αργότερα. Είναι «καταγωγής» και προϊόν «εξ αρχής μέχρι τέλους των αναγκών και του πνεύματος του ελληνικού λαού».
Ο ρόλος της φορολογίας
Η τομή του Μοσχοβάκη έγκειται στο γεγονός ότι τοποθετεί την οθωμανική φορολογία στη βάση της πυραμίδας για την ύπαρξη και την ανάπτυξη των κοινοτήτων: «Το φορολογικόν σύστημα κατέστησε την ελληνικήν κοινότητα απαραιτήτως μεν αναγκαίαν τοις οθωμανοίς (για την είσπραξη των φόρων), τοις δε έλλησι... ότι εγακατέστησεν εν αυτή και μεταξύ αυτής στενωτάτην σύπραξιν και αλληλεγγύην (επειδή τη μη νομιμότητα του ενός «πλήρωναν» όλοι). Η άποψη του Μοσχοβάκη, υιοθετημένη αργότερα και από άλλους, με τον ένα ή άλλο τρόπο, θεωρείται έως σήμερα κλασική.
Άρθρο του Τάκη Κατσιμάρδου για την εφημερίδα "Έθνος", 17/10/2010