Η ανθρώπινη ομάδα ξεκινά από την απαρχή της ανθρώπινης ιστορίας. Μαζί με την αντίληψη για τη «μάνα θεά φύση», κυριάρχησε και η αντίληψη για τη «μάνα κοινότητα».
Στη βάση αυτών των δύο βασικών αντιλήψεων για τις δύο «μαμάδες» ενηλικιώθηκε ο άνθρωπος σαν όν και είδος, περνώντας από τις πρωτόγονες εξισωτικές κοινωνίες στις πιο σύνθετες, στις οποίες υπήρξαν ταξικές διαφοροποιήσεις, λόγω της ανισοκατανομής της εξουσίας .
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κοινοτισμός υπαγορεύεται και από την βιολογία του ανθρώπινου είδους, σαν λογικού όντος, που έβλεπε πάντα τα πλεονεκτήματα του «συνυπάρχειν», «συμβιώνειν», «συμπράττειν», «συναποφασίζειν».
Όσο η ηθική του ανθρώπου κατάγεται από τη ζωική του φύση, άλλο τόσο εξελίχθηκε στην πορεία κοινωνικοποίησής του στα πλαίσια των ιστορικών κοινωνιών όπου διαμορφωνόταν οι νέες γενιές του.
Υπάρχει σίγουρα σαν βιολογική καταβολή από το ζωικό βασίλειο η επιδίωξη της συνεργασίας με τους άλλους. Η τάση για συνεργασία είναι βαθειά ριζωμένη μέσα μας.
Το ίδιο όμως συνυπάρχει η προκατατάληψη ή η δυσπιστία προς τους άλλους.
Έχουμε και συναισθηματική νοημοσύνη και ξέρουμε ότι «αξίζει να είμαστε καλοί», το συναίσθημα του «συμπάσχειν» π.χ. έχει βιολογικές ρίζες, όπως ακριβώς και το συναίσθημα που μας καταλαμβάνει όταν δεν αντιμετωπιζόμαστε δίκαια από τους άλλους και συχνά έχουμε αισθήματα μίσους και επιθετικότητας. Όσο λαχταρούμε την αγάπη, την αρμονική σχέση και ειρήνη μεταξύ μας, άλλο τόσο πονάμε και σωματικά από τη στέρησή της (σωματική νοημοσύνη). Η νόησή μας βέβαια δεν μας βγάζει απαραίτητα και πάντα στον δρόμο της «αρετής» (έλλειψη ολιστικής-ολοκληρωμένης νοημοσύνης ).
Τις μεταξύ μας σχέσεις τις καθορίζει η απόσταση μεταξύ της βιολογικής έκφρασης του ενστίκτου για συλλογικότητα και του τρόπου σκέψης του καθένα πάνω στην ανάγκη για συλλογικότητα. Για αυτό είναι απαραίτητη και η δράση της συλλογικότητας και της κοινότητας στη διαμόρφωση της ατομικής ηθικής μας, με προσπάθεια να μικρύνει η απόσταση μεταξύ του «κοινού θέλω» και του «κοινού πράττειν», ώστε ταυτόχρονα να επιτυγχάνεται το ίδιο και με το «προσωπικό θέλω» και το «προσωπικό πράττειν».
Και πρώτα από όλα να εξασκεί τα μέλη της στην «τέχνη του να μην είναι εγωιστικά». Να τα διαπαιδαγωγεί στη συνεργατικότητα και αλληλεγγύη και να κριτικάρει την ιδιοτέλεια και τον εγωισμό, με σύνθημα: «όποιος φροντίζει για όλους και την κοινότητα, φροντίζει και για τον εαυτό του. Το αντίστροφο δεν ισχύει».
Η γλώσσα βέβαια είναι το πιο σημαντικό εργαλείο στη μεταξύ μας επικοινωνία. Πολλοί επιστήμονες υποστηρίζουν (π.χ. ο Noah Harari) ότι ο άνθρωπος εξαπλώθηκε και επικράτησε σε όλα τα μήκη και τα πλάτη, λόγω της ανάπτυξης των γλωσσικών δυνατοτήτων επικοινωνίας στα πλαίσια της ομάδας του. Η ανάγκη για επικοινωνία μεταξύ των μελών της ομάδας- θα το λέγαμε με σύγχρονους όρους η ανάγκη για κοτσομπολιό-ήταν η αιτία για την ανάπτυξη της γλωσσικής έκφρασης του homo sapiens.
Η κοινωνική-κοινοτική συνεργασία ήταν βέβαια το κλειδί, αλλά οι γνώσεις για τον έξω κόσμο, για το που υπήρχαν οι βίσονες ή τα λιοντάρια, δεν απαιτούσαν και πολλές γλωσσικές ικανότητες- τέτοιες έχουν και οι ομάδες π.χ. των πράσινων μαϊμούδων, που επικοινωνούν μεταξύ τους με ένα σύνολο κραυγών και φθόγγων που έχον συγκεκριμένο νόημα. Το πιο σημαντικό για την ανθρώπινη ομάδα -κοινότητα ήταν οι γνώσεις και οι πληροφορίες ενός μέλους για τα άλλα μέλη της ομάδας: ποιός συμπαθεί ή αντιπαθεί ποιόν, ποιός είναι ειλικρινής ή ποιός ψεύτης, ποιός κοιμάται με ποιόν κ.λπ.
Οι διατομικές σχέσεις, αλλά και οι οι σχέσεις μεταξύ υποσυνόλων της ομάδας, είναι πάρα πολλές. Οι συνδυασμοί που προκύπτουν- μόνο ανά δύο- σε μια ομάδα π.χ. 50 ατόμων είναι 1225 (προκύπτει από αντίστοιχο τύπο της συνδυαστικής). Κάτι τέτοιο απαιτεί ένα μεγάλο όγκο πληροφοριών και για να τις αποκτήσει κανείς, να τις “αποθηκεύσει” και να τις χρησιμοποιεί, ώστε να μπορεί να παρακολουθεί τις εξελίξεις και τις μεταβαλλόμενες διανθρώπινες σχέσεις στην ομάδα, χρειαζόταν μεγάλη γλωσσική ικανότητα και δημιουργία πολυποίκιλων γλωσσικών όρων. Με τη σειρά τους οι γλωσσικοί όροι ανέπτυξαν παραπέρα τη δυνατότητα συλλογισμών και τρόπων σκέψης που οδήγησαν και στην εφεύρεση λύσεων (π.χ. εργαλείων, μεθόδων) για τα προβλήματα των μελών αλλά και της ομάδας σαν σύνολο.
Οι διανθρώπινες σχέσεις- αυτό που εμείς σήμερα ονομάζουμε σχεσιακά αγαθά- ήταν το μεγάλο πλεονέκτημα που τότε οδήγησε στην γνωσιακή επανάσταση και στην κατάκτηση του “δένδρου της γνώσης”, τον homo sapiens.
Σήμερα με την επικράτηση του ατομικισμού, έχουμε χάσει τον θησαυρό των σχεσιακών αγαθών που μπορούν να αναπτυχθούν στα πλαίσια της ομάδας-κοινότητας. Έχουμε χάσει τα πλεονεκτήματα της συνύπαρξης, συνδιαβούλευσης, συναπόφασης, συνεργασίας, συνεργατικότητας και συνδράσης, που έχουν πάντα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα(στην κυριολεξία παραγοντικά, όπως το λέμε στα μαθηματικά της συνδυαστικής).
Για αυτό η επιστροφή στην κοινότητα και τον κοινοτισμό-με κοινοτίστικες οικονομικές, κοινωνικές, πολιτιστικές και πολιτικές σχέσεις- μόνο πλεονεκτήματα μπορεί να μας φέρει, όχι μόνο για να ξεπεράσουμε τη σημερινή κρίση, αλλά και να πάμε πιο πέρα τις ίδιες τις ανθρώπινες κοινωνίες. Να στηριχθούμε βασικά στα “σχεσιακά αγαθά”και τα “Κοινά”, για να προχωρήσουμε προς την ευτοπία, αφήνοντας πίσω τη δυστοπία του ατομικισμού.
Στη βάση αυτών των δύο βασικών αντιλήψεων για τις δύο «μαμάδες» ενηλικιώθηκε ο άνθρωπος σαν όν και είδος, περνώντας από τις πρωτόγονες εξισωτικές κοινωνίες στις πιο σύνθετες, στις οποίες υπήρξαν ταξικές διαφοροποιήσεις, λόγω της ανισοκατανομής της εξουσίας .
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κοινοτισμός υπαγορεύεται και από την βιολογία του ανθρώπινου είδους, σαν λογικού όντος, που έβλεπε πάντα τα πλεονεκτήματα του «συνυπάρχειν», «συμβιώνειν», «συμπράττειν», «συναποφασίζειν».
Όσο η ηθική του ανθρώπου κατάγεται από τη ζωική του φύση, άλλο τόσο εξελίχθηκε στην πορεία κοινωνικοποίησής του στα πλαίσια των ιστορικών κοινωνιών όπου διαμορφωνόταν οι νέες γενιές του.
Υπάρχει σίγουρα σαν βιολογική καταβολή από το ζωικό βασίλειο η επιδίωξη της συνεργασίας με τους άλλους. Η τάση για συνεργασία είναι βαθειά ριζωμένη μέσα μας.
Το ίδιο όμως συνυπάρχει η προκατατάληψη ή η δυσπιστία προς τους άλλους.
Έχουμε και συναισθηματική νοημοσύνη και ξέρουμε ότι «αξίζει να είμαστε καλοί», το συναίσθημα του «συμπάσχειν» π.χ. έχει βιολογικές ρίζες, όπως ακριβώς και το συναίσθημα που μας καταλαμβάνει όταν δεν αντιμετωπιζόμαστε δίκαια από τους άλλους και συχνά έχουμε αισθήματα μίσους και επιθετικότητας. Όσο λαχταρούμε την αγάπη, την αρμονική σχέση και ειρήνη μεταξύ μας, άλλο τόσο πονάμε και σωματικά από τη στέρησή της (σωματική νοημοσύνη). Η νόησή μας βέβαια δεν μας βγάζει απαραίτητα και πάντα στον δρόμο της «αρετής» (έλλειψη ολιστικής-ολοκληρωμένης νοημοσύνης ).
Τις μεταξύ μας σχέσεις τις καθορίζει η απόσταση μεταξύ της βιολογικής έκφρασης του ενστίκτου για συλλογικότητα και του τρόπου σκέψης του καθένα πάνω στην ανάγκη για συλλογικότητα. Για αυτό είναι απαραίτητη και η δράση της συλλογικότητας και της κοινότητας στη διαμόρφωση της ατομικής ηθικής μας, με προσπάθεια να μικρύνει η απόσταση μεταξύ του «κοινού θέλω» και του «κοινού πράττειν», ώστε ταυτόχρονα να επιτυγχάνεται το ίδιο και με το «προσωπικό θέλω» και το «προσωπικό πράττειν».
Και πρώτα από όλα να εξασκεί τα μέλη της στην «τέχνη του να μην είναι εγωιστικά». Να τα διαπαιδαγωγεί στη συνεργατικότητα και αλληλεγγύη και να κριτικάρει την ιδιοτέλεια και τον εγωισμό, με σύνθημα: «όποιος φροντίζει για όλους και την κοινότητα, φροντίζει και για τον εαυτό του. Το αντίστροφο δεν ισχύει».
Η γλώσσα βέβαια είναι το πιο σημαντικό εργαλείο στη μεταξύ μας επικοινωνία. Πολλοί επιστήμονες υποστηρίζουν (π.χ. ο Noah Harari) ότι ο άνθρωπος εξαπλώθηκε και επικράτησε σε όλα τα μήκη και τα πλάτη, λόγω της ανάπτυξης των γλωσσικών δυνατοτήτων επικοινωνίας στα πλαίσια της ομάδας του. Η ανάγκη για επικοινωνία μεταξύ των μελών της ομάδας- θα το λέγαμε με σύγχρονους όρους η ανάγκη για κοτσομπολιό-ήταν η αιτία για την ανάπτυξη της γλωσσικής έκφρασης του homo sapiens.
Η κοινωνική-κοινοτική συνεργασία ήταν βέβαια το κλειδί, αλλά οι γνώσεις για τον έξω κόσμο, για το που υπήρχαν οι βίσονες ή τα λιοντάρια, δεν απαιτούσαν και πολλές γλωσσικές ικανότητες- τέτοιες έχουν και οι ομάδες π.χ. των πράσινων μαϊμούδων, που επικοινωνούν μεταξύ τους με ένα σύνολο κραυγών και φθόγγων που έχον συγκεκριμένο νόημα. Το πιο σημαντικό για την ανθρώπινη ομάδα -κοινότητα ήταν οι γνώσεις και οι πληροφορίες ενός μέλους για τα άλλα μέλη της ομάδας: ποιός συμπαθεί ή αντιπαθεί ποιόν, ποιός είναι ειλικρινής ή ποιός ψεύτης, ποιός κοιμάται με ποιόν κ.λπ.
Οι διατομικές σχέσεις, αλλά και οι οι σχέσεις μεταξύ υποσυνόλων της ομάδας, είναι πάρα πολλές. Οι συνδυασμοί που προκύπτουν- μόνο ανά δύο- σε μια ομάδα π.χ. 50 ατόμων είναι 1225 (προκύπτει από αντίστοιχο τύπο της συνδυαστικής). Κάτι τέτοιο απαιτεί ένα μεγάλο όγκο πληροφοριών και για να τις αποκτήσει κανείς, να τις “αποθηκεύσει” και να τις χρησιμοποιεί, ώστε να μπορεί να παρακολουθεί τις εξελίξεις και τις μεταβαλλόμενες διανθρώπινες σχέσεις στην ομάδα, χρειαζόταν μεγάλη γλωσσική ικανότητα και δημιουργία πολυποίκιλων γλωσσικών όρων. Με τη σειρά τους οι γλωσσικοί όροι ανέπτυξαν παραπέρα τη δυνατότητα συλλογισμών και τρόπων σκέψης που οδήγησαν και στην εφεύρεση λύσεων (π.χ. εργαλείων, μεθόδων) για τα προβλήματα των μελών αλλά και της ομάδας σαν σύνολο.
Οι διανθρώπινες σχέσεις- αυτό που εμείς σήμερα ονομάζουμε σχεσιακά αγαθά- ήταν το μεγάλο πλεονέκτημα που τότε οδήγησε στην γνωσιακή επανάσταση και στην κατάκτηση του “δένδρου της γνώσης”, τον homo sapiens.
Σήμερα με την επικράτηση του ατομικισμού, έχουμε χάσει τον θησαυρό των σχεσιακών αγαθών που μπορούν να αναπτυχθούν στα πλαίσια της ομάδας-κοινότητας. Έχουμε χάσει τα πλεονεκτήματα της συνύπαρξης, συνδιαβούλευσης, συναπόφασης, συνεργασίας, συνεργατικότητας και συνδράσης, που έχουν πάντα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα(στην κυριολεξία παραγοντικά, όπως το λέμε στα μαθηματικά της συνδυαστικής).
Για αυτό η επιστροφή στην κοινότητα και τον κοινοτισμό-με κοινοτίστικες οικονομικές, κοινωνικές, πολιτιστικές και πολιτικές σχέσεις- μόνο πλεονεκτήματα μπορεί να μας φέρει, όχι μόνο για να ξεπεράσουμε τη σημερινή κρίση, αλλά και να πάμε πιο πέρα τις ίδιες τις ανθρώπινες κοινωνίες. Να στηριχθούμε βασικά στα “σχεσιακά αγαθά”και τα “Κοινά”, για να προχωρήσουμε προς την ευτοπία, αφήνοντας πίσω τη δυστοπία του ατομικισμού.