Πάνος Θεοδωρίδης
Αυτοί
Βίζενγκραντ στον Δούναβη. Σημαίνει ακρόπολη, λάρισα, όπως λέμε «Λάρισα του Άργους». Μόνο που δεν κατάφερε να αποκτήσει ολόγυρα πόλη, πάρεξ λιγότερους από δύο χιλιάδες κατοίκους.
Ενώνει συμβολικά 65 εκατομμύρια κόσμο, μια Γερμανία της Ανατολής της , δηλαδή.
Πολωνία, Τσεχοσλοβακία, Ουγγαρία, οι χώρες της. Ακόμη κι όταν η Τσεχοσλοβακία χωρίστηκε στα δύο, αμφότερα τα νέα κράτη δεν διανοήθηκαν να αλλάξουν ενωτικό στρατόπεδο.
Από «τρίγωνο», έγιναν «οι τέσσερις του Βίζενγκραντ».
Αυτό που λέμε «Ουγγαρία» υπήρξε φιλόξενος τόπος για Κέλτες, Αβάρους και τα τουρκογενή φύλα που διαμόρφωσαν τους Μαγυάρους.
Οι τελευταίοι Ρωμαίοι της Ανατολής, είχαν ποντάρει στην συμμαχία με τους Γήπαιδες, αλλά ατύχησαν, καθώς οι Άβαρες τους διέλυσαν.
Εμείς, ως κατωτικοί, τραβήξαμε μερικά ζόρια από λαούς που κατέβαιναν στα νότια, από αυτές τις πεδιάδες, είτε Πατσινακίτες τους λέγαμε, είτε Κομάνους.
Συνήθως τους δίναμε έρημη γη και προνόμια, αφού τους σπάζαμε την σπονδυλική στήλη σε πολέμους που συνδύαζαν εξαγορές και συμμαχίες με τους οχτρούς τους.Μερικούς Κουμάνους εγκαταστήσαμε στη Φούστανη, ξέρουμε μερικά ονόματα τους, και στις διαμάχες τους για τη γή που εκάτεχαν, συνήθως υποστηρίζαμε τα μοναστήρια που την διεκδικούσαν.
Στον Αξιό φέραμε άλλους, που τους λέγαμε Τούρκους και δη Βαρδαριώτες.Τους φτιάξαμε και επισκοπή.Έμεναν στην περιοχή Αματόβου, στην Βαρδαρόφτσα και στο Βάρδινο.
Τους είχαμε τόση εμπιστοσύνη, ώστε έγιναν οι μαγκλαβίτες (ραβδούχοι) των βασιλιάδων μας. Φορούσαν ένα «αγγουρωτό» καπέλο και τραγουδούσαν στις τελετές «φαρσί».
Στα χρόνια του Ουνυάδη, περιμέναμε τα ασκέρια τους πως και πως. Τον έμπειρο Μαγυάρο Ουρβανό, που μας προσέφερε την τεχνογνωσία από τις λουμπάρδες που κατασκεύαζε, τον βρήκαμε ακριβό και πήγε στον Μωάμεθ.Εμείς περιοριστήκαμε σε κάτι πυροβόλα χειρός, εκ Δύσεως που πετούσαν με την βοτάνη βοτσαλάκια, κύριος οίδε με πόσες μίζες μας τα φόρτωσαν.
Η Ουγγαρία έφτασε να κυβερνάει, στα χρόνια που τακίμιασε με την Αυστρία, τους Νέμιτζους, θάλασσες και τεράστια έκταση.Οι Οθωμανοί την διεκδίκησαν 150 χρόνια και οι Μογγόλοι ηττήθηκαν οικτρά.
Μετά, απο τους τέσσερις ήρθαν ο Κοπέρνικος, ο Λιστ, η Σκόντα, ο Βαλέσας, ο Ρούμπικ. Ανάμεσα στους Γερμανούς και στους εκ Σκανδιναβίας Ρως, ζορίστηκαν πολύ, αν και η ρωσοφοβία τους έμεινε ιστορική.
Στον δεύτερο παγκόσμιο, οι δυτικές εγγυήσεις πήγαν άπατες και οι Γερμανοί τους κατάπιαν,εκτός από τους Ούγγρους που συμμάχησαν μαζί τους.
Καταλαβαίνετε ότι η ένωσή τους με την Ευρωπαϊκή Ένωση διατήρησε τον φαιό σκώληκα της δυσπιστίας. Οι Ευρωπαίοι τους δέχτηκαν μαζί με τις λίγκες τους, κρίνοντας ότι έτσι διαθέτουν ανάσχεση έναντι των μεταλλαγμένων βογιάρων.
Στην ουσία, δέχτηκαν μια ένωση καβγατζήδων που δυσανασχετούν, καθώς οι περισσοτεροι προτιμούν τους Γερμανούς πεταλάδες από τους παθιασμένους Ρώσους που φιλιούνται στο στόμα.
Εμείς
Αντίστοιχα τραβήξαμε κι εμείς ,ανάμεσα στο δίλημμα «φακιόλι ή καλύπτρα» και παρότι είχαμε την γνώση του αυτόπτη απο την Χανσεατική Ένωση και την ευτυχία των μονίμων συμμαχιών,με τόσους ξενητεμένους εμπόρους και τεχνίτες μας στα βόρεια και ανατολικά, γράψαμε στα τέτοια μας την Χάρτα του Ρήγα και προτιμήσαμε τα εύκολα λεφτά και τον θαυμασμό των ντιλετάντηδων για τα αρχαία μας κλέη.
Μόνο που τα λεφτά ήταν δανεικά εξαρχής και ο θαυμασμόςείχε και τα όριά του, καθόσον όταν ατακτούσαμε, έστελναν στόλους και λιμοκτονούσαμε.
Το μόνο που θα μας γλύτωνε τελεσιδίκως, και σήμερα θα ευημερούσαμε ή τουλάχιστον δεν θα φαλιρίζαμε, θα ήταν, μετά το 1990, όπως ακριβώς οι Βιζανγκραντιώτες, να ορίζαμε τη Σαλονίκη ως Λάρισα των Βαλκανίων και να γινόμασταν οι πιό καλοί γειτόνοι και εμπνευστές της βαλκανικής συνεννόησης.
Να μαζεύαμε ολόγυρά μας τα βαλκανικά τακίμια, ενισχύοντας τις άψητες περιφερειακές τους ,δήθεν «εθνικές» απαιτήσεις, και όχι αρρεβώνες με τον Ζίφκοφ, τον Μιλόσεβιτς και τους Μπερίσηδες.
Να δηλώναμε άκρατη εμπιστοσύνη στη γλώσσα και στην ταυτότητά μας, βοηθώντας κάθε γλωσσική, πολιτιστική, εμπορική και κοινωνική ισοτιμία τους, περιγελώντας τους κατάμουτρα κάθε που ακούγαμε για Μακεδονίες του Πιρίν και αλβανέζικους γκεγκισμούς, αντιπροτείνοντας εγκάρδια συμμετοχή στα ευρωπαϊκά κονδύλια και μοιραζόμενοι μαζί τους την κουτάλα με τα γαμοπρογράμματα.
Αντί γι αυτά τα προφανή, υποστηρίξαμε την Σέρβικη πτωχαλαζονεία, αντί να ενισχύσουμε μια νέα φεντεραλιστική τους αντίληψη χωρις καπελώματα, ανησυχούσαμε για Κοσσοβάρους και τις κωμικές επινοήσεις των Μακεντόνκι που ήταν σλαβοκίνητοι και γουρνομύτηδες.
Με τα πρώτα γκουκ μουκ που αρχίσαμε, φερόμενοι στους Αλβανούς ως να ήταν Αλβανά και στους νιζνάμηδες έως τους σόπτσηδες ως Ζάσταβα έναντι του Βουκεφάλα μας, γίναμε, με την πρόφαση των «εθνικών δικαίων» υποχείρια του κάθε μαλάκα που πουλούσε ελληναραδισμό και ξεσκίστηκε να μπουκώνει λογαριασμούς σε ξένες τράπεζες.
‘Ακου «προσεχώς Βουλγάρες»!
Άκου «δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ, Αλβανέ, Αλβανέ»!
Άκου «γυφτοσκοπιανοί»!
Αν δεν καταλάβεις την φύση και τις επιδιώξεις του κάθε «εχθρού» πραγματικού ή επινοημένου, φτάνεις τα εχθρεύεσαι το καθετί και στο τέλος τρως τα σκώτια σου.
Μήτε η πανελλήνια εκστρατεία ήταν έτσι, μήτε ως ρωμιοί ήμασταν έτσι.
Λουστήτε τώρα το «πλην Λακεδαιμονίων» και καλό παράδεισο.
Τον Τσίπρα και την παιδική χαρά του, θα τον αφομοιώσουμε ευχαρίστως, όχι γιατί δεν ξέρουμε το δύστηνο μελό που κουβαλάει, αλλα επειδή ανατρέχουμε στους παλαιότερους κυβερνήτες μας και μας πιάνει σύγκρυο στο ενδεχόμενο να επιστρέψουν, ως ανίδεοι και χορτάτοι.
http://www.thegreekcloud.com/blogs/blog.php?pg=3&uid=3&id=2638
Αυτοί
Βίζενγκραντ στον Δούναβη. Σημαίνει ακρόπολη, λάρισα, όπως λέμε «Λάρισα του Άργους». Μόνο που δεν κατάφερε να αποκτήσει ολόγυρα πόλη, πάρεξ λιγότερους από δύο χιλιάδες κατοίκους.
Ενώνει συμβολικά 65 εκατομμύρια κόσμο, μια Γερμανία της Ανατολής της , δηλαδή.
Πολωνία, Τσεχοσλοβακία, Ουγγαρία, οι χώρες της. Ακόμη κι όταν η Τσεχοσλοβακία χωρίστηκε στα δύο, αμφότερα τα νέα κράτη δεν διανοήθηκαν να αλλάξουν ενωτικό στρατόπεδο.
Από «τρίγωνο», έγιναν «οι τέσσερις του Βίζενγκραντ».
Αυτό που λέμε «Ουγγαρία» υπήρξε φιλόξενος τόπος για Κέλτες, Αβάρους και τα τουρκογενή φύλα που διαμόρφωσαν τους Μαγυάρους.
Οι τελευταίοι Ρωμαίοι της Ανατολής, είχαν ποντάρει στην συμμαχία με τους Γήπαιδες, αλλά ατύχησαν, καθώς οι Άβαρες τους διέλυσαν.
Εμείς, ως κατωτικοί, τραβήξαμε μερικά ζόρια από λαούς που κατέβαιναν στα νότια, από αυτές τις πεδιάδες, είτε Πατσινακίτες τους λέγαμε, είτε Κομάνους.
Συνήθως τους δίναμε έρημη γη και προνόμια, αφού τους σπάζαμε την σπονδυλική στήλη σε πολέμους που συνδύαζαν εξαγορές και συμμαχίες με τους οχτρούς τους.Μερικούς Κουμάνους εγκαταστήσαμε στη Φούστανη, ξέρουμε μερικά ονόματα τους, και στις διαμάχες τους για τη γή που εκάτεχαν, συνήθως υποστηρίζαμε τα μοναστήρια που την διεκδικούσαν.
Στον Αξιό φέραμε άλλους, που τους λέγαμε Τούρκους και δη Βαρδαριώτες.Τους φτιάξαμε και επισκοπή.Έμεναν στην περιοχή Αματόβου, στην Βαρδαρόφτσα και στο Βάρδινο.
Τους είχαμε τόση εμπιστοσύνη, ώστε έγιναν οι μαγκλαβίτες (ραβδούχοι) των βασιλιάδων μας. Φορούσαν ένα «αγγουρωτό» καπέλο και τραγουδούσαν στις τελετές «φαρσί».
Στα χρόνια του Ουνυάδη, περιμέναμε τα ασκέρια τους πως και πως. Τον έμπειρο Μαγυάρο Ουρβανό, που μας προσέφερε την τεχνογνωσία από τις λουμπάρδες που κατασκεύαζε, τον βρήκαμε ακριβό και πήγε στον Μωάμεθ.Εμείς περιοριστήκαμε σε κάτι πυροβόλα χειρός, εκ Δύσεως που πετούσαν με την βοτάνη βοτσαλάκια, κύριος οίδε με πόσες μίζες μας τα φόρτωσαν.
Η Ουγγαρία έφτασε να κυβερνάει, στα χρόνια που τακίμιασε με την Αυστρία, τους Νέμιτζους, θάλασσες και τεράστια έκταση.Οι Οθωμανοί την διεκδίκησαν 150 χρόνια και οι Μογγόλοι ηττήθηκαν οικτρά.
Μετά, απο τους τέσσερις ήρθαν ο Κοπέρνικος, ο Λιστ, η Σκόντα, ο Βαλέσας, ο Ρούμπικ. Ανάμεσα στους Γερμανούς και στους εκ Σκανδιναβίας Ρως, ζορίστηκαν πολύ, αν και η ρωσοφοβία τους έμεινε ιστορική.
Στον δεύτερο παγκόσμιο, οι δυτικές εγγυήσεις πήγαν άπατες και οι Γερμανοί τους κατάπιαν,εκτός από τους Ούγγρους που συμμάχησαν μαζί τους.
Καταλαβαίνετε ότι η ένωσή τους με την Ευρωπαϊκή Ένωση διατήρησε τον φαιό σκώληκα της δυσπιστίας. Οι Ευρωπαίοι τους δέχτηκαν μαζί με τις λίγκες τους, κρίνοντας ότι έτσι διαθέτουν ανάσχεση έναντι των μεταλλαγμένων βογιάρων.
Στην ουσία, δέχτηκαν μια ένωση καβγατζήδων που δυσανασχετούν, καθώς οι περισσοτεροι προτιμούν τους Γερμανούς πεταλάδες από τους παθιασμένους Ρώσους που φιλιούνται στο στόμα.
Εμείς
Αντίστοιχα τραβήξαμε κι εμείς ,ανάμεσα στο δίλημμα «φακιόλι ή καλύπτρα» και παρότι είχαμε την γνώση του αυτόπτη απο την Χανσεατική Ένωση και την ευτυχία των μονίμων συμμαχιών,με τόσους ξενητεμένους εμπόρους και τεχνίτες μας στα βόρεια και ανατολικά, γράψαμε στα τέτοια μας την Χάρτα του Ρήγα και προτιμήσαμε τα εύκολα λεφτά και τον θαυμασμό των ντιλετάντηδων για τα αρχαία μας κλέη.
Μόνο που τα λεφτά ήταν δανεικά εξαρχής και ο θαυμασμόςείχε και τα όριά του, καθόσον όταν ατακτούσαμε, έστελναν στόλους και λιμοκτονούσαμε.
Το μόνο που θα μας γλύτωνε τελεσιδίκως, και σήμερα θα ευημερούσαμε ή τουλάχιστον δεν θα φαλιρίζαμε, θα ήταν, μετά το 1990, όπως ακριβώς οι Βιζανγκραντιώτες, να ορίζαμε τη Σαλονίκη ως Λάρισα των Βαλκανίων και να γινόμασταν οι πιό καλοί γειτόνοι και εμπνευστές της βαλκανικής συνεννόησης.
Να μαζεύαμε ολόγυρά μας τα βαλκανικά τακίμια, ενισχύοντας τις άψητες περιφερειακές τους ,δήθεν «εθνικές» απαιτήσεις, και όχι αρρεβώνες με τον Ζίφκοφ, τον Μιλόσεβιτς και τους Μπερίσηδες.
Να δηλώναμε άκρατη εμπιστοσύνη στη γλώσσα και στην ταυτότητά μας, βοηθώντας κάθε γλωσσική, πολιτιστική, εμπορική και κοινωνική ισοτιμία τους, περιγελώντας τους κατάμουτρα κάθε που ακούγαμε για Μακεδονίες του Πιρίν και αλβανέζικους γκεγκισμούς, αντιπροτείνοντας εγκάρδια συμμετοχή στα ευρωπαϊκά κονδύλια και μοιραζόμενοι μαζί τους την κουτάλα με τα γαμοπρογράμματα.
Αντί γι αυτά τα προφανή, υποστηρίξαμε την Σέρβικη πτωχαλαζονεία, αντί να ενισχύσουμε μια νέα φεντεραλιστική τους αντίληψη χωρις καπελώματα, ανησυχούσαμε για Κοσσοβάρους και τις κωμικές επινοήσεις των Μακεντόνκι που ήταν σλαβοκίνητοι και γουρνομύτηδες.
Με τα πρώτα γκουκ μουκ που αρχίσαμε, φερόμενοι στους Αλβανούς ως να ήταν Αλβανά και στους νιζνάμηδες έως τους σόπτσηδες ως Ζάσταβα έναντι του Βουκεφάλα μας, γίναμε, με την πρόφαση των «εθνικών δικαίων» υποχείρια του κάθε μαλάκα που πουλούσε ελληναραδισμό και ξεσκίστηκε να μπουκώνει λογαριασμούς σε ξένες τράπεζες.
‘Ακου «προσεχώς Βουλγάρες»!
Άκου «δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ, Αλβανέ, Αλβανέ»!
Άκου «γυφτοσκοπιανοί»!
Αν δεν καταλάβεις την φύση και τις επιδιώξεις του κάθε «εχθρού» πραγματικού ή επινοημένου, φτάνεις τα εχθρεύεσαι το καθετί και στο τέλος τρως τα σκώτια σου.
Μήτε η πανελλήνια εκστρατεία ήταν έτσι, μήτε ως ρωμιοί ήμασταν έτσι.
Λουστήτε τώρα το «πλην Λακεδαιμονίων» και καλό παράδεισο.
Τον Τσίπρα και την παιδική χαρά του, θα τον αφομοιώσουμε ευχαρίστως, όχι γιατί δεν ξέρουμε το δύστηνο μελό που κουβαλάει, αλλα επειδή ανατρέχουμε στους παλαιότερους κυβερνήτες μας και μας πιάνει σύγκρυο στο ενδεχόμενο να επιστρέψουν, ως ανίδεοι και χορτάτοι.
http://www.thegreekcloud.com/blogs/blog.php?pg=3&uid=3&id=2638