(Η «άνιση ανταλλαγή», σε Οικονομία & Τουρισμό…)
του οικονομολόγου Παναγιώτη (Τάκη) Κ. Μυλωνά.
Μετά τα παγκόσμιας κλίμακας σκάνδαλα των Γερμανικών εταιριών: της Siemens (όπου εκμαύλισε κυβερνητικά στελέχη σε 70 χώρες και στη δική μας, επίσης, με προμήθειες ΟΤΕ, Προαστιακό, C4i), της Ferrostal & HDW (με τα υποβρύχια) της KMW (με τα Τανκς Leopart) κ.λπ., ήλθε και η σειρά της VW, με το «χειραγωγημένο λογισμικό μέτρησης εκπομπών ρύπων». Ωστόσο, δεν πρέπει να προσπεράσουμε και το -απιστοποίητο ακόμα- σκάνδαλο του Γερμανικού κολοσσού της TUI, σε βάρος του Τουρισμού μας, όπου, σύμφωνα με μετριοπαθείς εκτιμήσεις, η TUI, ζημιώνει την εθνική μας οικονομία με περισσότερα από 4 δις. Ευρώ ετησίως. Αλλά, ας δούμε καλύτερα τη τελευταία αυτή διάσταση, του σκανδάλου της TUI, σε βάρος της χώρας μας.
Με τη συνεκτίμηση όλων όσων στοιχείων -αμέσως εδώ- επικαλούμαι, μαζί και μ’ άλλους συνειρμούς, έρχεται έντονα στο νου μου κι η θεωρία της «άνισης ανταλλαγής».
Κι αυτά που εδώ επικαλούμαι, αφορούν: τόσο τα στοιχεία ερευνών μου, προς σύνταξη -διψήφιου ήδη- αριθμού άρθρων μου για τον ελληνικό τουρισμό, τα τελευταία δυο χρόνια (με τα οποία -άρθρα μου- απόδειξα πως: παρά τις ευνοϊκές διεθνείς συγκυρίες και τα σημειωθέντα ρεκόρ αφίξεων τουριστών τα τελευταία χρόνια, ο περισσότερο υποσχόμενος κλάδος της ελληνικής οικονομίας, με τη στρεβλή ανάπτυξη που έχει λάβει και την παγίδευσή του από ορισμένους «Tour Operators», παράγει, κυρίως, προβλήματα κι ελλείμματα, διογκώνοντας τη φτώχεια και τα χρέη μας). Όπως -επιπροσθέτως- τα στοιχεία αυτά επικυρώνονται και απ’ τη δήλωση -στη «D.W.», στις 26-2-2015- του Κλάους Σράντερ, επιφανούς Γερμανού οικονομολόγου, από το «Ινστιτούτο για την Παγκόσμια Οικονομία» του Κιέλου, που είπε ότι: «Ο τουρισμός -η λεγόμενη “βαριά βιομηχανία της Ελλάδας- με το μοντέλο που ακολουθεί και τις αγκυλώσεις που τον καθηλώνουν, δεν μπορεί να αποτελέσει σταθερή οικονομική βάση αναπτυξιακών προοπτικών για τη χώρα», όσο, επίσης, επικαλούμαι και τα στοιχεία που αφορούν: τη θέση του κ. Σπ. Γαλιατσάτου (Ξενοδόχου Κεφαλονιάς και θεματικού Αντιπεριφερειάρχη Τουρισμού της Π.Ι.Ν.), στις 10-1ου-2015, στη Ζάκυνθο, όπου στην εμπεριστατωμένη εισήγησή του, σε ημερίδα για το «Τουριστικό Μοντέλο», απέδωσε, ως μόνη αιτία, για τις απαράδεκτα χαμηλές τιμές στα τουριστικά καταλύματα: «την ύπαρξη ενός αριθμού πλεοναζόντων 5άστερων ξενοδοχείων, σε ορισμένες περιοχές, κυρίως της Ρόδου. Τα 5άστερα δε αυτά, από αδυναμία(;) -ως φαίνεται- να “γεμίσουν”, κατεβάζουν πάρα πολύ τις τιμές τους και παρασύρουν όλο τον κλάδο σε τιμές κάτω του κόστους -και σε όλες τις κατηγορίες κι όχι μόνο στα 5άστερα-». Αλλά, επιπλέον και στοιχεία που αναφέρονται στο ολοσέλιδο δημοσίευμα του Μάριου Σκεπαθιανού, στην «Επένδυση Plus», στη σελίδα 14, του φύλλου της 28-2 & 1-3-2015, με τίτλο: «ΘΕΛΕΙ ΝΑ “ΤΣΙΜΕΝΤΩΣΕΙ” ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΦΑΝΤΟΥ, ΜΕ 2.000 ΚΛΙΝΕΣ Ο ΟΜΙΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ». Αναφέρομαι ακριβώς, σε όσα αφορούν κι αποσαφηνίζουν τις προσλαμβάνουσες -«συντεταγμένες της οικονομικής καθήλωσης του ελληνικού τουρισμού»- για τη γενικότερη διερεύνηση των προοπτικών της οικονομικής μας ανάπτυξης.
Όσον αφορά στην ευρύτερη αναζήτηση των οικονομικών προοπτικών της χώρας, εντός του πλαισίου της αδυσώπητης οικονομικής κρίσης που μας κατατρύχει, του μη διαχειρίσιμου δημόσιου χρέους της, που μας τυραγνά και όσων διαγράφονται απ’ τη συμμετοχή μας στην Ε.Ε. και στην Ευρωζώνη, ας τα ξανασκεφτούμε για λίγο. Αν παρακολουθήσουμε το συλλογισμό που έπεται, τότε, παραφράζοντας τον «Άμλετ», του Σαίξπηρ, θα μπορούσαμε -αυθόρμητα- να αναφωνήσουμε: «Κάτι σάπιο υπάρχει στη Γερμανική Ομοσπονδία, Νοτίως του Βασιλείου της Δανιμαρκίας»... Πρέπει να παραδεχθούμε όμως, ότι: η λογική των δανειστών μας δεν είναι -εξ ορισμού- κακή κι απαράδεχτη. Αλλά, πάντως, είναι ελλειμματική, αντιευρωπαϊκή -σε σχέση με τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό ίδρυσης της Ε.Ε.- και ανεδαφική, για το «χτίσιμο» μιας βιώσιμης «Συμφωνίας» με την Ελλάδα, για αποπληρωμή του κολοσσιαίου Δημόσιου χρέους και εξόδου της απ’ το σπιράλ της ύφεσης και της αδυσώπητης κρίσης.
Μας λένε, οι εταίροι, περιληπτικά, τα εξής: Βρεθήκαμε σε μια -υπό διαμόρφωση- «Φεντεραλιστική Ένωση», την Ε.Ε., με βάση το αμοιβαίο συμφέρον, την ισότιμη συμμετοχή και την ελεύθερη βούλησή μας. Βαδίσαμε και συνεχίζουμε την κοινή μας πορεία -προς την οικονομική και νομισματική ένωση- στη βάση των διαρκώς εξελισσόμενων συνθηκών, για την οικονομική και την κοινωνική σύγκλιση, προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Είχαν, άλλωστε, προβλεφθεί και συνεχίζουν να λειτουργούν, εξελισσόμενες γενναίες κοινές πολιτικές, για οικονομική ανάπτυξη και δημοσιονομική σταθερότητα, με τις οποίες επιδιώχθηκε η εξομάλυνση των στρεβλώσεων, των ανισορροπιών κι ανισοτήτων των οικονομιών των χωρών – μελών και περιφερειών της Ε.Ε., λόγω των διαφορών στην ανταγωνιστικότητα και τη δημοσιονομική διαχείρισή τους. Ακριβώς, περί αυτού πρόκειται, λένε. Άλλωστε, οι πολιτικές αυτές -σε γενικές γραμμές και παρά τις εξαιρέσεις τους- βαίνουν επιτυχώς!!! Όμως, η ανάγνωση αυτή, είναι μόνο επιφανειακά ορθή και απολύτως ελλιπής. Και αποτελεί την μισή αλήθεια, προκειμένου για την Ελλάδα και όχι μόνο.
Υπάρχουν δύο ακόμη, πολύ σημαντικές, παράμετροι, για την αντικειμενική προσέγγιση της ανάλυσης των πραγμάτων της υφιστάμενης οικονομικής κρίσης και της κρίσης χρέους της χώρας μας, οι οποίες παραλείφθηκαν απ’ τη συλλογιστική αυτή.
Η πρώτη, αφορά στο ρόλο και τις επιπτώσεις της εγχώριας και διεθνούς «κλεπτοκρατίας», η οποία, με τη δράση της στην Ελλάδα, ακύρωσε ή αντέστρεψε -σε μεγάλο βαθμό- την αποτελεσματικότητα των κοινών αυτών οικονομικών πολιτικών, διεμβολίζοντας -με «μαύρο πολιτικό χρήμα»- συνειδήσεις και δημοκρατικούς θεσμούς και συμβάλλοντας στη διόγκωση των τραπεζικών καταθέσεων, της ίδιας της «κλεπτοκρατίας», στο εξωτερικό. Καταθέσεις που είναι -άλλωστε- αντίστοιχες του δημόσιου χρέους μας. Για την «κλεπτοκρατία» αυτή, συνυπεύθυνη είναι και η Γερμανική πολιτική ηγεσία, διαχρονικά, η οποία συνεχίζει να της προσφέρει υποστήριξη, άσυλο και απροσχημάτιστη προστασία. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι: η διεθνής εκμαυλίστρια, η Γερμανική εταιρία Siemens, όπου, μετά από 10ετή καθυστέρηση, ξεκινά μόλις τώρα η δίκη των: Χριστοφοράκου και 63 άλλων, για τη «ψηφιοποίηση των κέντρων του ΟΤΕ». Αναφέρομαι ακριβώς, σε μια ανομολόγητα ανάρμοστη σχέση, «νεο-ιμπεριαλιστικής» πολιτικής, της Γερμανικής πολιτικής σκηνής, με την εγχώρια «κλεπτοκρατία», που εξασφάλισε καριέρες και ρόλους σε πολλούς -παραγκωνίζοντας, άδικα, άλλους- μέσα από την παράνομη δράση τους, τόσο στο πολιτικο-οικονομικό στερέωμα -με μίζες, υπερτιμολογήσεις και ασύλληπτης έκτασης διαπλοκή και διαφθορά- όσο και στη διαχείριση των θαλασσοδανείων του τραπεζικού συστήματος και του δημόσιου χρέους της χώρας. Παράμετροι, που μας καθιστούν, ολοένα και περισσότερο, μια «χρεο-δουλοπαροικία», κατά την έκφραση του κ. Γ. Βαρουφάκη.
Η δεύτερη και εξ ίσου σημαντική παράμετρος -ανομολόγητη απ’ τη σημερινή ηγετική ομάδα της Ε.Ε.- είναι η επιβολή μιας υφέρπουσας, αλλά αδρής κι εφαρμοσμένης, οικονομικής πολιτικής, η οποία αξιοποιώντας απροσχημάτιστα τη «δεσπόζουσα θέση/δύναμη της Γερμανίας» στην Ε.Ε., αποβαίνει στην επικράτηση -στην πράξη- μιας κατ’ όνομα ευρωπαϊκής πολιτικής. Και αντ’ αυτής, στην άσκηση μιας άλλης πολιτικής, αυτής της «Γερμανικής Ευρώπης», αντί της επίσημα διακηρυγμένης πολιτικής της Ε.Ε. και σε υποκατάσταση αυτής. Πρόκειται ακριβώς για ένα θεώρημα του μοντέλου της «γεωπολιτικής οικονομικής εκμετάλλευσης», το οποίο -σε παλαιότερες εποχές και υπό άλλες συνθήκες και συσχετισμούς δυνάμεων- ο Αιγύπτιος διανοητής, Samir Amin, το είχε ονομάσει ως: το «σύστημα της άνισης ανταλλαγής». (Για κατανόηση της λειτουργίας του συστήματος αυτού, περιέγραφε αυτή την «άνιση ανταλλαγή», με το απλό παράδειγμα: της εξαγοράς μιας «Mercedes», με την αντικαταβολή ενός φορτίου μπανάνας. Και στο οποίο, επίσης, παράδειγμα, η επανάληψη της αγοράς του ίδιου αυτοκινήτου, σε επόμενη χρονική περίοδο, θα απαιτούσε -στην αντικαταβολή αυτή- το διπλασιασμό της ποσότητας μπανάνας που θα απαιτούνταν κ.ο.κ.) Ένα θεώρημα, που είχε αποδεχθεί και ο Α. Παπανδρέου, προκειμένου να “αποδώσει” κι αυτός, την εκμετάλλευση του -τότε- «Τρίτου Κόσμου», κάτω από το «Πρίσμα» του γνωστού σχήματος: «Μητρόπολη - Περιφέρεια»…
Στη σημερινή όμως Ε.Ε., μια τέτοια θεώρηση δεν γίνεται κατανοητή. Αφού είναι απολύτως κατοχυρωμένη, θεσμικά, η αντιμετώπιση οποιουδήποτε φαινομένου, για νόθευση του υγιούς ανταγωνισμού και οποιωνδήποτε φαινομένων εμπέδωσης της «άνισης ανταλλαγής» και κάθε άλλης δόλιας δράσης, εντός του νομικού πλαισίου της Ε.Ε.. Υποτίθεται πως, οι τυχούσες αποκλείσεις, στον «υγιή οικονομικό ανταγωνισμό» εντός της Ε.Ε., αποκλείονται, αφού αυτές -όταν υπάρξουν- αντιμετωπίζονται απ’ τις πανίσχυρες «ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ», οι οποίες είναι «Ανεξάρτητες Αρχές», τόσο στο επίπεδο κάθε χώρας - μέλους, όσο και στο επίπεδο της Ε.Ε.. Άλλωστε, μπορεί η ελληνική «Επιτροπή Ανταγωνισμού» να μην «έχει κάνει ιδιαίτερα γνωστή τη παρουσία της», από απραξία ή/και «διακριτικότητα»(;), αλλά η «Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού» στις Βρυξέλλες, μόλις στα τέσσερα τελευταία χρόνια, αποφάσισε, για δεύτερη συνεχόμενη φορά, να τιμωρήσει τον πολυεθνικό κολοσσό της Microsoft, για «πρακτικές, νόθευσης του υγιούς ανταγωνισμού» και να επιβάλει πρόστιμα, σε βάρος της εταιρείας του Μπιλ Γκέϊτς, της τάξεως πολλών δις Ευρώ. Ωστόσο, όταν και οι Ανεξάρτητες αυτές Αρχές, δεν επαρκούν, τότε μπορεί να επιστρατεύονται ακόμα και κεντρικοί δημοκρατικοί θεσμοί -όπως, π.χ., είναι και το Κοινοβούλιο της Γερμανικής Ομοσπονδίας- για την απόκρουση των αθέμιτων «πρακτικών», νόθευσης της υγιούς διαχείρισης, ως και των πόρων των ασφαλιστικών ταμείων της χώρας αυτής. Και συγκεκριμένα: Ανήμερα, την Πρωτοχρονιά του 2013, η Καγκελάριος κα Άγγελα Μέρκελ -μετά από διάστρεμμα στο πόδι, που είχε υποστεί στα χιόνια, τα προηγηθέντα Χριστούγεννα- ανέλαβε τις πατερίτσες της και πήγε στο Γερμανικό Κοινοβούλιο, προκειμένου να ψηφίσει τον ελεγκτικό μηχανισμό στεγανοποίησης και απόκρουσης των διαρροών στο κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα της Γερμανίας, από τον παρατηρούμενο -τότε- «επιδοματικό τουρισμό», κάποιου αριθμού πολιτών, χωρών - μελών της Ε.Ε. και ιδίως, της Ρουμανίας και Βουλγαρίας. Αλλά και σε παγκόσμια κλίμακα. Πολύ πρόσφατο είναι -εξ άλλου- και το «σκάνδαλο όλων των εποχών» (όπως καταγράφηκε δημοσιογραφικά), για τη δόλια ενσωμάτωση «χειραγωγημένου λογισμικού μέτρησης εκπομπών ρύπων», στα αυτοκίνητα της Γερμανικής Volkswagen, με εκπομπές ρύπων 40 φορές υψηλότερες των παραποιημένων. Σκάνδαλο, που αναγνώρισε ήδη η Γερμανική εταιρία και αξιώνουν αποζημίωση οι ΗΠΑ (με πρόστιμο ύψους 18 δις Δολλάρια). Γιατί όχι και ο υπόλοιπος κόσμος…
Αλλά, αυτή η «άνιση ανταλλαγή», π.χ., μεταξύ της Γερμανίας και των χωρών του Νότου της Ε.Ε., είναι περισσότερο από φανερή. Είναι αυταπόδεικτη και πρέπει να εκλείψει. Όπως, άλλωστε, αλιεύσαμε -ανάμεσα από πλήθος σχετικών στοιχείων- απ’ το πρόσφατο βιβλίο, με τίτλο: «ΙΔΟΥ Ο ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ ΣΑΣ Κ. ΜΕΡΚΕΛ: 300 δις ΕΥΡΩ ΑΠ’ ΤΑ ΚΑΤΟΧΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ», του οικονομολόγου και ιστορικού αναλυτή, Τζανέτου Γκούσκου (όπου, σε ιδιαίτερο κεφάλαιο του βιβλίου αυτού, αναλύεται η Γερμανική οικονομία, από στοιχεία της Γερμανικής Στατιστικής Υπηρεσίας και της Eurostat, του 2013), διαφαίνεται πως, από τη δημιουργία του Ευρώ, το 1999, η Γερμανία, εμφανίζεται -αξιοποιώντας τη «δεσπόζουσα θέση» της στην Ε.Ε.- να αυξάνει διαρκώς και υπέρμετρα το εμπορικό της πλεόνασμα (πλεόνασμα το οποίο, ως γνωστόν -στα πλαίσια της ισοδυναμίας, εισαγωγών - εξαγωγών, σε διεθνές επίπεδο- αντικρίζεται με το έλλειμμα των υπολοίπων). Eντυπωσιακό, είναι και το στοιχείο ότι: ενώ η Γερμανία, με περισσότερα από 2 τρις Ευρώ, στις εξαγωγές της, το 2013 και με εμπορικό πλεόνασμα που άγγιξε τα 200 δις Ευρώ, επιτυγχάνει: το 39,6% των εξαγωγών της να προέρχονται από τις χώρες της Ευρωζώνης. Και ταυτόχρονα, να αντλεί διευρυμένο μερίδιο, από τις ίδιες αυτές χώρες, ίσο με το 60% του εμπορικού της πλεονάσματος(!!!).
Η απλή κατανόηση των στοιχείων αυτών, μας λέει πως: Η Γερμανία, παρ’ ότι κι αυτή μέλος της Ευρωζώνης, «πουλάει» στους εταίρους της προϊόντα, με περισσότερο ανισότιμη σχέση (ακριβότερων τιμών και ευνοϊκού -γι αυτήν- ανισοσκελούς εμπορικού ισοζυγίου), έναντι της λιγότερο ανισότιμης σχέσης (λιγότερο ακριβών τιμών και λιγότερο ανισοβαρούς εμπορικού ισοζυγίου) που επιφυλάσσει για τον υπόλοιπο κόσμο. Και συγκεκριμένα: ενώ στο σύνολο των εξαγωγών της, η Γερμανία, «πουλάει» σε τιμές, με συνολικό πλεονασματικό «όφελος», ύψους: 10%, κατά μονάδα εξαγωγών της, ταυτόχρονα, στις χώρες εντός Ευρωζώνης «πουλάει» με τιμές και περιθώρια πλεονασματικού «οφέλους», ύψους: 18,2%, ενώ, στις υπόλοιπες χώρες, «πουλάει» με σχετικά χαμηλότερες τιμές ή περιθώρια πλεονασματικού «οφέλους», ύψους: 7,1% μόλις, κατά μονάδα εξαγωγών της. Έτσι, η διευρυνόμενη απόσπαση εμπορικού πλεονάσματος της Γερμανίας, από το Νότο της Ε.Ε., συνεπάγεται τη συγκέντρωση και τεράστιων αποταμιευτικών ποσών, από τη Γερμανία, τα οποία είναι μηδενικού επιτοκίου για την ίδια και καθόλου ευκαταφρόνητου για τους οφειλέτες και πελάτες της, τους οποίους δανείζει για την αγορά των προϊόντων της και προς τους οποίους κερδοσκοπεί -και σε δεύτερο βαθμό- τοκογλυφικά. Κι όταν οι αποταμιεύσεις, από τα πλεονάσματα αυτά, γίνονται επενδύσεις, αυτές τοποθετούνται: είτε στη Γερμανία, σε επενδύσεις στην υψηλή τεχνολογία, κυρίως, είτε σε άλλες περιοχές, όπως: η Κίνα, η Ινδία, η Τουρκία ή/και οι χώρες από τον πρώην Ανατολικό Συνασπισμό της Ευρώπης, που διαθέτουν χαμηλό εργατικό κόστος ή άλλα πλεονεκτήματα, για την εμπορική διείσδυση της Γερμανίας εκεί. Τα πλεονάσματα δε αυτά, αποσύρονται, κατά κύριο λόγο, απ’ το Νότο της Ε.Ε. -όπως ήδη εκθέσαμε- κι απουσιάζουν από περιοχές απ’ τις οποίες και αποκτήθηκαν, επιφέροντας αποτελέσματα οικονομικής ερημοποίησης, που είναι ανάλογα και με τα αποτελέσματα που φέρνει και η σταδιακή διακοπή του «κύκλου της βροχής» στο γήινο περιβάλλον. Συνεπώς, αυτή η «άνιση ανταλλαγή», θεμελιώνει και συγκροτεί το σύστημα της «άνισης ανάπτυξης», στο οποίο -εάν συμπεριλάβουμε και το φυλετισμό- συνιστά τον όρο του: «Aparthait»…
Και για να επανέλθουμε στο δημοσίευμα της εφημερίδας «Επένδυση plus» και μελετώντας το -σε συσχετισμό και με τη δήλωση του θεματικού Αντιπεριφερειάρχη τουρισμού κ. Σπ. Γαλιατσάτου, που προαναφέραμε- συγκρότησα την εδραία πεποίθηση, πως: Η «TUI», είναι ένα απ’ τα «ΤΑΝΚΣ» της «Γερμανικής Ευρώπης», που λεηλατούν ακόμα την οικονομία μας!!! Κι αυτό γιατί: όπως αναφέρει, στο δημοσίευμά του, ο Μάριος Σκεπαθιανός, στην «Επένδυση plus»: ο όμιλος του Κύπριου μεγαλοξενοδόχου κ. Νικολή Νικολαϊδη, έχει: «…αρωγό και συνοδοιπόρο στην πορεία του ομίλου του, την ”TUI” (αρχικά, Thomson, που ακολούθως εξαγοράστηκε απ’ τον Γερμανικό κολοσσό, που διαθέτει κατά το ήμισυ οικόπεδο. Η εταιρεία του Atlantica Hellas …μπήκε στην ελληνική αγορά το 2003, με οικόπεδο, στα κολύμπια Ρόδου, για το οποίο -οι κακές γλώσσες- λένε ότι, βρίθει παρανομιών. Επίσης, ξενοδοχείο του στη Ρόδο, υπερβαίνει 9 φορές τον συντελεστή δόμησης και έχει “φάει” πρόστιμο 8.400.000 Ευρώ, απ’ την πολεοδομία Ρόδου. Σε όλη αυτή τη διαδικασία διαπιστώνεται επίσης απώλεια φακέλου στον ΕΟΤ, της επιχείρησης... Ο ίδιος, ο επιχειρηματίας -γνωστός για τις ιδιαίτερα καλές σχέσεις του με την οικογένεια Κληρίδη, αλλά και την οικογένεια Αναστασιάδη- δεν πτοήθηκε ιδιαίτερα από την κρίση στην Κύπρο. Σήμερα δε, διευρύνει την παρουσία του στην ελληνική αγορά. Δημιούργησε την ταχύτερα αναπτυσσόμενη ξενοδοχειακή αλυσίδα στην Ελλάδα, η οποία βασίζεται κυρίως στην πώληση “All Inclusive” προϊόντων. Η Atlantica, έχει ήδη στη φαρέτρα της δεκάδες ξενοδοχεία και αναζητά και άλλα, σε Κρήτη, Ρόδο, Κω, Κέρκυρα Κεφαλονιά και Ζάκυνθο. …Η Atlantica ενισχύει την παρουσία της στη Ρόδο, έχοντας ήδη αποκτήσει, μέσα από διαγωνισμό του ΤΑΪΠΕΔ, την έκταση 255 στρ. της Νότιας Αφάντου, για να ανεγερθούν ξενοδοχεία δυναμικότητας 2.000 κλινών. Κύκλοι της αγοράς επισημαίνουν ότι, δεν αποκλείεται η Atlantica να αναλάβει το “management” και των μονάδων που θα ανεγερθούν στα 1.600 στρ. της Βόρειας Αφάντου. Επισημαίνεται ότι, τον τελευταίο χρόνο η Atlantica, προχώρησε στην εκμίσθωση 4 ξενοδοχείων στην Κω και του Mediterranean στην Κέρκυρα. Στην Κρήτη, έχει εισέλθει στα ξενοδοχεία της οικογένειας Κρομμυδάκη και στο ξενοδοχείο Caliston, ενώ εξετάζει την ανέγερση δυο ξενοδοχείων στο Σταυρό στο Ακρωτήρι Χανίων». Στο δημοσίευμά του αυτό, ο Μάριος Σκεπαθιανός, από το πλήθος των πληροφοριών που παραθέτει εκεί, δείχνει ότι, θέλει να πει, κάτι πολύ σημαντικότερο -από όσα αποκαλύπτει σε πρώτη ανάγνωση- προς κάθε αρμόδια Αρχή ή/και Κυβερνητικό μας ταγό. Τα δε ερωτήματα -τα οποία αυτοφυώς αναπτύσσονται ως «ζιγάνια»- χρειάζονται επειγόντως διερεύνηση και «καλλιεργητικές φροντίδες».
Κάτω, λοιπόν, από το καθεστώς της ιδιαίτερα ευνοϊκής διεθνούς συγκυρίας, των τελευταίων χρόνων, για τον ελληνικό τουρισμό και των σημειωθέντων «ρεκόρ αφίξεων» ξένων τουριστών στη χώρα μας, δεν είναι δυνατόν να μείνει χωρίς ερμηνεία, το αποτέλεσμα της λειτουργίας του «Νόμου, Προσφοράς και Ζήτησης», στη τουριστική αγορά. Με ποιά λογική, λοιπόν, η «επικρατούσα τιμή» πώλησης του τουριστικού μας προϊόντος, μπορεί να μειώνεται και να βρίσκεται κοντά στα μισά της «τιμής ισορροπίας» της; («Τιμή ισορροπίας» κατά την οποία, η τιμή πώλησης του τουριστικού προϊόντος της χώρας, να ισορροπεί καλύπτοντας το κόστος του «χτισίματος» των συντελεστών παραγωγής του τουριστικού προϊόντος). Σύμφωνα, επίσης, με εκτιμήσεις ειδικών, αυτή η «επικρατούσα τιμή» πώλησης του τουριστικού προϊόντος, υστερεί από το κόστος παραγωγής του, τουλάχιστον κατά ένα τρίτο αυτού και συνεπάγεται απώλειες καθαρών εσόδων μεγαλύτερες των 4 δις Ευρώ, ετησίως.
Εξάλλου, πως μπορεί να ερμηνευτεί αλλιώς, με ορθή οικονομολογική λογική, αυτή η ιλιγγιώδης επενδυτική επέκταση τουριστικού τσιμεντώματος της Αφάντου στη Ρόδο, από την Atlantica (διάβαζε TUI), που αυξάνει ακόμα περισσότερο την τουριστική προσφορά εκεί, καταρρίπτοντας τις τιμές, όταν και η υφιστάμενη υπερπροσφορά των σημερινών ξενοδοχείων εκεί, ρίχνει ήδη τις τιμές των καταλυμάτων, πανελληνίως. Οι διαμορφούμενες τιμές στη Ρόδο, σε συνδυασμό και με μια αλυσίδα ξενοδοχείων του ομίλου, δικτυωμένη κατάλληλα στη τουριστική αγορά της χώρας, αποτελούν τον «οδηγό προσομοίωσης» στην τιμολόγηση του τουριστικού προϊόντος και συμβάλλουν -καθοριστικά- στην καθήλωση των τιμών του προϊόντος σε όλη τη χώρα.
Η μόνη δυνατή ερμηνεία αυτού του ανορθολογικού επενδυτικού φαινομένου, δεν μπορεί να είναι άλλη από εκείνη που φωτογράφησε κι ο θεματικός αντιπεριφερειάρχης τουρισμού, της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων, κ. Σπ. Γαλιατσάτος, στην «Ημερίδα για τον τουρισμό» και την αναφορά του: «για τα 5άστερα της Ρόδου», όπως έχουμε ήδη αναφέρει και παραπάνω.
Η αναπτυχθείσα συμπαιγνία ορισμένων επιχειρηματιών του τουρισμού, σε συνωμοσία με μεγάλους «Tour Operators», μπορεί να εξασφαλίζει την άδηλη (κρυφή) χρηματοδότηση -για τους πρώτους- για την «ανέξοδη» επέκταση της δυναμικότητας των τουριστικών τους μονάδων (η οποία αυξάνει την περιουσία των ξενοδόχων που συμπράττουν) και διογκώνει ανορθολογικά –τοπικά και ποσοτικά- την προσφορά του τουριστικού μας προϊόντος, αλλά τους υποχρεώνει, παράλληλα και σε -ανομολόγητα ανταποδοτικές- κολοσσιαίες εκπτώσεις -προς τους δεύτερους- προς τους οποίους εκχωρούν την πολιτική διαμόρφωσης των τιμών μελλοντικής τους συνεργασίας. Τέτοιες τιμές επιβάλλονται ως «οδηγός προσομοίωσης», καθορίζοντας, αναπόδραστα, ζημιογόνο τη λειτουργία, για όλους τους υπόλοιπους επιχειρηματίες του τουρισμού στη χώρα. Έτσι διαμορφώνονται οι συμφωνίες αγοράς «πακέτων», με «price fixing», για τις επόμενες τουριστικές περιόδους, οι οποίες -μέσω των κατάλληλα προβαλλόμενων «συμφωνιών» τους- καθηλώνουν σε εξευτελιστικά επίπεδα τις τιμές και στο σύνολο της τουριστικής αγοράς. Τέτοιες μεθοδεύσεις προκαλούν τον «αθέμιτο ανταγωνισμό», που πλήττει την υγιή επιχειρηματικότητα και δημιουργεί συνθήκες ασφυξίας στον κλάδο. Πλήττει δε περισσότερο τους επιχειρηματίες εκείνους του τουρισμού οι οποίοι δρουν υποδειγματικά: με πλήρη νομιμότητα στη λειτουργία τους, με διασύνδεσή τους με την τοπική οικονομία και την εγχώρια παραγωγή και χωρίς τον αποκλεισμό -όπως ήδη συνηθίζεται κι αποτελεί κανόνα- του εγχώριου εργατικού δυναμικού, επειδή αυτό απαιτεί νομιμότητα και ασφαλιστική κάλυψη στην εργασία του. Κι ενώ οι επιχειρηματίες αυτοί είναι εκείνοι που προξενούν το πολλαπλασιαστικό αναπτυξιακό αποτέλεσμα στο τόπο, υποχρεώνονται -απ’ τον «αθέμιτο αυτό ανταγωνισμό»- σε ζημιογόνα οικονομικά αποτελέσματα -για τους ίδιους- τα οποία τους οδηγούν -μαθηματικά- στην υπερχρέωση και μέχρι τη χρεοκοπία τους στο τέλος.
Σήμερα πλέον, η πλειονότητα των επιχειρηματιών του τουρισμού, αντί άλλων προσπαθειών, για την κάλυψη της υστέρησης των τιμών του τουριστικού προϊόντος τους και την «απορρόφηση» των ζημιών τους, αλλά και για τη διεκδίκηση των διαφυγόντων κερδών τους, μαζί και με την υποταγή τους στα “All Inclusive” προϊόντα -που αποκόβουν την δράση τους από την τοπική οικονομία- επιχειρούν και βρίσκουν -ως μόνους άλλους «εύκολους» δρόμους- άλλους τρόπους για την επιβίωσή τους. Κι αυτοί είναι: είτε η -ήδη σημειούμενη, από ετών- πρακτική της αυθαίρετης μετακύλυσης, στο μέλλον, των υποχρεώσεών τους, προς: τις τράπεζες, τα ασφαλιστικά ταμεία, τα έσοδα του Δημοσίου, τους Δήμους (από τοκοχρεολύσια, ασφαλιστικές εισφορές, Φ.Π.Α, Φ.Μ.Υ., τα ανταποδοτικά τέλη προς την τοπική αυτοδιοίκηση και τους οργανισμούς κοινής ωφέλειας, ΔΕΗ κ.λπ.), είτε και η αθέτηση εξόφλησης των αναλογούντων αυτών ποσών, αλλά και η υπεξαίρεση, με απόσπαση πόρων από: εισφοροδιαφυγή, «μαύρη εργασία» και φοροδιαφυγή, σε ακόμα μεγαλύτερη έκταση από πριν. Χωρίς να παραλείπονται κι άλλες -διαδεδομένες- μέθοδοι απόσπασης προσόδων από κρατικούς φορείς ή/και από τη συστηματική αποφυγή ανάληψης του κόστους προστασίας και αποκατάστασης του περιβάλλοντος και του οικολογικού αποτυπώματος της λειτουργίας τους. (Έμμεσοι άλλοι τρόποι αθέμιτης λειτουργίας τους, είναι: η αξιοποίηση των επιδομάτων ανεργίας και λοιπών παροχών, όπως -π.χ.- γίνεται, με την πρόταξη και την αστεία παράσταση, του ρόλου αναξιοπαθούντων «ανέργων», στους ίδιους τους ξενοδόχους και στα μέλη της οικογένειάς τους).
Είναι -άραγε- λογικό ποτέ το γεγονός: να υποχρεώνεται ο εσωτερικός τουρίστας -ο αριθμητικά ελάχιστος, πλέον- στην καταβολή διπλάσιας –σχεδόν- δαπάνης, από εκείνη που καταβάλλει ως τιμή ένας άλλος (ο Γερμανός -π.χ.- τουρίστας), για το ίδιο πακέτο διακοπών και στον ίδιο τόπο και χρόνο, επειδή, ο τελευταίος, έκλεισε με την <<TUI>>, απ’ την Φρακφούρτη, ας πούμε; Και πώς αλλιώς μπορεί να δικαιολογηθεί, επίσης, η υστέρηση του ποσοστού αποζημίωσης των συντελεστών παραγωγής του τουριστικού μας προϊόντος, σε αντίθεση με το αντίστοιχο ποσοστό που απολαμβάνει ο τουρισμός στο Παρίσι, ας πούμε και πάλι;
Το γεγονός, των πολύ χαμηλών τιμών στον εισερχόμενο τουρισμό, δεν φαίνεται να είναι ακόμα αντιληπτό κι απ’ την νέα Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία, παρά την αγωνιώδη αναζήτηση «ισοδυνάμων» -στη διαπραγμάτευσή της με τους δανειστές- προτιμά να υποχρηματοδοτεί την πολιτική της, «για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης», με: 250.000.000 ευρώ, μόνο και .να διαφυλάττει τον ήδη υπερπροστατευμένο κλάδο του τουρισμού, χωρίς άλλα μέτρα, για απόκρουση της παθογενούς και απολύτως επιζήμιας, αυτής κατάστασης στην τουριστική αγορά. Αντίθετα, η αξίωση αποζημίωσης της χώρας μας -και με βάση τα απολύτως και κοινώς αποδεκτά, αστικά πλαίσια- από την παράνομη δράση της «TUI», θα αντιστοιχούσε σε ένα «ισοδύναμο» ποσό, αξίας μεγαλύτερης των 4 δισεκατομμυρίων Ευρώ ετησίως, ως αποζημίωση, αντί προστίμου στη Γερμανική TUI.
Χρειάζεται, λοιπόν, άμεση διερεύνηση, διαπίστωση και λήψη των κατάλληλων μέτρων -συμπεριλαμβανομένων και της επιβολής των ανάλογων κυρώσεων, προς στους υπεύθυνους- για τις «αντι-ανταγωνιστικές πρακτικές», τις ανάρμοστες συμπράξεις και τις καταχρήσεις της «δεσπόζουσας θέσης», που κατέχουν στον κλάδο του τουρισμού αυτοί οι όμιλοι συμφερόντων, εθνικά και παγκοσμίως. Αφού, με τις εναρμονισμένες αυτές πρακτικές που ασκούν, οδηγούν σε χειραγωγημένη καθήλωση τις τιμές του τουριστικού μας προϊόντος. Αναφέρομαι στις αθέμιτες και παράνομες πρακτικές και κινήσεις οικονομικής στρατηγικής που εφαρμόζονται, με την αξιοποίηση της «δεσπόζουσας θέσης» τους στην τουριστική αγορά της χώρας, τα τελευταία χρόνια. Τέτοιες κινήσεις, παρόμοιας αθέμιτης στρατηγικής κι απ’ τους ίδιους υπεύθυνους, εφαρμόζονται σε όλο το Νότο της Ε.Ε.. Στη δε γειτονική μας Τουρκία -η οποία λειτουργεί ανταγωνιστικά προς το δικό μας τουριστικό προϊόν- οι «εναρμονισμένες πρακτικές» που ασκούνται εκεί, δεν χρειάζονται ούτε καν τα προσχήματα. Έτσι, λοιπόν, η TUI, αγοράζει την υψηλότερη ποιότητα του προσφερόμενου τουριστικού προϊόντος μας, στη χαμηλότερη τιμή και μάλιστα, εξωφρενικά κάτω του κόστους παραγωγής του. Συστήνοντας κοινούς ομίλους επιχειρήσεων, ώστε, αυτή «να βρίσκεται κι από τις δυο μεριές του κύκλου»: και ως αγοραστής –υπό συνθήκες «ολιγοψωνίου»- και ως πωλητής, ταυτόχρονα –υπό συνθήκες «ολιγοπωλείου»- του ίδιου προϊόντος. Κι ενώ, ο όμιλος αυτός, είναι πολυεθνικός, καθίσταται ευκολότερη η εφαρμογή αυτών των «εναρμονισμένων πρακτικών», όχι μόνο για νόθευση του «υγιούς ανταγωνισμού» και το «στήσιμο» της «τιμής διαπραγμάτευσης, μεταξύ προσφοράς και ζήτησης», αλλά και για την -απροσδιόριστης έκτασης- φοροδιαφυγή, μέσω «τριγωνικών συναλλαγών», για απόκρυψη φορολογητέας ύλης.
Κι ενώ δεν είμαι προκαταβολικά αντίθετος με κάποιες αποκρατικοποιήσεις («ιδιωτικοποιήσεις»), οι οποίες πιστεύω ότι, μπορούν -υπό προϋποθέσεις- να έχουν και «αναπτυξιακό» χαρακτήρα. Ωστόσο, με βρίσκει αντίθετο η «ιδιωτικοποίηση», των 14 αεροδρομίων της Χώρας. Φαίνεται εδώ να έχει «εμπεδωθεί» το παιχνίδι, να πάνε στη Γερμανική εταιρία «Fraport AG» (συμμετοχική του Γερμανικού κρατιδίου της Έσσης, της «Lufthansa» κ.λπ., που είναι σύμβουλος στο πρόγραμμα των ελληνικών ιδιωτικοποιήσεων κι η οποία έχει ήδη το πρόκριμα -απ’ την Επιτροπή- ως «προτιμητέος επενδυτής»). Αυτό θα σημάνει και την επισφράγιση της ολοσχερούς υποταγής του Ελληνικού Τουρισμού, στη Γερμανική «TUI», κατά βάση. Αφού, αυτοί που κρατάνε τα κλειδιά -εκτός των άλλων- της κυριότερης πύλης εισόδου και εξόδου των τουριστών, αυτοί μπορούν να «κλειδώνουν» -προς το «μέρος» τους- και να χειραγωγούν τη «τιμή ισορροπίας» του τουριστικού προϊόντος στη αγορά. Αυτοί, επίσης, θα χειρίζονται και τη «στρόφιγγα» της τουριστικής κίνησης. Οι ίδιοι αυτοί, θα επιδιαιτητεύουν και στο «bras de fer» της διαπραγμάτευσης, μεταξύ «προσφοράς & ζήτησης» ή της «παραγωγής & κατανάλωσης» του τουριστικού προϊόντος. Κι έτσι, αντί της απόκρουσης των «εναρμονισμένων πρακτικών νόθευσης του υγιούς ανταγωνισμού», απ’ τη συστηματική και κατάλληλη αξιοποίηση της «δεσπόζουσας θέσης» των Γερμανικών «Tour Operators», θα εμπεδώνεται περισσότερο η παγίδευση της διαπραγματευτικής διαδικασίας, μακριά από την ελεύθερη διαμόρφωση της «τιμής ισορροπίας» του τουριστικού μας προϊόντος και πιο κοντά στο λογοπαίγνιο του: «Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει»… Αλλά ακόμα κι αν δεν μπορεί να μην ολοκληρωθεί η «ιδιωτικοποίηση των 14 αεροδρομίων μας, για όλα όσα προεκθέσαμε, πρέπει να εξαιρεθεί η «Fraport AG». Κι αντί του χαρακτηρισμού της ως «προτιμητέος επενδυτής», να λάβει τον τίτλο του: «μη επιλέξιμου», για λόγους προστασίας του «ελεύθερου ανταγωνισμού», από τις «εναρμονισμένες κι αντιανταγωνιστικές πρακτικές», κατάχρησης της δεσπόζουσας θέσης του Γερμανικού κολοσσού της TUI…
Να λοιπόν και η σημερινή εκδοχή της «άνισης ανταλλαγής» και μόνο για την περίπτωση του τουρισμού μας. Του περισσότερο υποσχόμενου τομέα, για την -υποτιθέμενη- ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και την έξοδό της απ’ την κρίση. Γι’ αυτό και επιβάλλεται η άμεση αποκατάσταση του «υγιούς ανταγωνισμού» και στη τουριστική αγορά της χώρας και η επιβολή των ανάλογων οικονομικών κυρώσεων στους υπεύθυνους κι ωφελούμενους απ’ την παθογόνο αυτή κατάσταση. Η δε απόδοση του προϊόντος των κυρώσεων αυτών, πρέπει να κατευθυνθεί σε αποζημίωση προς τους πληγέντες. Προς τους φορείς, δηλαδή, που -κυρίως- ζημιώθηκαν από τις «εναρμονισμένες αυτές πρακτικές, νόθευσης του υγιούς ανταγωνισμού», τις οποίες άσκησαν οι όμιλοι που επωφελήθηκαν, αθέμιτα και παράνομα. Δικαιούχοι των αποζημιώσεων αυτών, είναι κυρίως: τόσο τα ασφαλιστικά ταμεία των εργαζομένων, όσο και τα έσοδα του Δημοσίου και η εθνική οικονομία στο σύνολό της. Μια τέτοια αντιμετώπιση των «αντι-ανταγωνιστικών» φαινομένων θα ήταν μια αστική μεταρρύθμιση, εντός του συστήματος. Αλλά μια μεταρρύθμιση, ουσίας και προοπτικής, με προοδευτικό πρόσημο, που συμβάλει στην οικονομική μας ανάπτυξη και το ξεπέρασμα της κρίσης.
Αλλά ενώ λογαριάζαμε πως, με τη «Συμφωνία», θα αποφύγαμε τις συνέπειες της μονεταριστικής «παγκοσμιοποίησης», αποκρούοντας τα κύματα του οικονομικού και κοινωνικού «dumping» (ντάμπιγκ) που επιφέρει, εξακολουθούμε ακόμα να είμαστε παγιδευμένοι στο βάλτο της ύφεσης και των ελλειμμάτων, απ’ τα παράνομα στρατηγικά τεχνάσματα των εταιριών του άτυπου μορφώματος της «Γερμανικής Ευρώπης». Ελπίζουμε αυτό να αναταχθεί, καθώς επιβαρύνει τη χώρα μας άδικα, παράνομα κι ανυπόφορα. Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις θετικών προοπτικών εξομάλυνσης των αρνητικών αυτών φαινομένων. Εκεί βρίσκεται τόσο το μακροπρόθεσμο συμφέρον της Ε.Ε., όσο και η πάγια ευρωπαϊκή νομιμότητά της, στηριγμένη στις ιδρυτικές της αρχές…
Το προϊόν της πραγματείας μου αυτής, το έχω αποστείλει –με mail- προς τους αρμόδιους Υπουργούς της Κυβέρνησης, προς αξιολόγηση και αξιοποίησή του, τόσο ως όπλο εξωτερικής πολιτικής, όσο και ως βασικό εργαλείο της αναπτυξιακής οικονομικής πολιτικής στον τομέα του τουρισμού, αλλά και ως άμεσο διαπραγματευτικό ισοδύναμο, για την αποτελεσματικότερη υλοποίηση και ηπιότερη εφαρμογή των μέτρων της νέας «Συμφωνίας», με τους εταίρους και δανειστές μας...
(Από παλιότερο άρθρο μου στην εφημερίδα "Ελεύθερη Άποψη" Ζακύνθου)._
https://m.facebook.com/story.php?story_fbid=1955518461152236&id=100000823047236&refid=52&__tn__=R
του οικονομολόγου Παναγιώτη (Τάκη) Κ. Μυλωνά.
Μετά τα παγκόσμιας κλίμακας σκάνδαλα των Γερμανικών εταιριών: της Siemens (όπου εκμαύλισε κυβερνητικά στελέχη σε 70 χώρες και στη δική μας, επίσης, με προμήθειες ΟΤΕ, Προαστιακό, C4i), της Ferrostal & HDW (με τα υποβρύχια) της KMW (με τα Τανκς Leopart) κ.λπ., ήλθε και η σειρά της VW, με το «χειραγωγημένο λογισμικό μέτρησης εκπομπών ρύπων». Ωστόσο, δεν πρέπει να προσπεράσουμε και το -απιστοποίητο ακόμα- σκάνδαλο του Γερμανικού κολοσσού της TUI, σε βάρος του Τουρισμού μας, όπου, σύμφωνα με μετριοπαθείς εκτιμήσεις, η TUI, ζημιώνει την εθνική μας οικονομία με περισσότερα από 4 δις. Ευρώ ετησίως. Αλλά, ας δούμε καλύτερα τη τελευταία αυτή διάσταση, του σκανδάλου της TUI, σε βάρος της χώρας μας.
Με τη συνεκτίμηση όλων όσων στοιχείων -αμέσως εδώ- επικαλούμαι, μαζί και μ’ άλλους συνειρμούς, έρχεται έντονα στο νου μου κι η θεωρία της «άνισης ανταλλαγής».
Κι αυτά που εδώ επικαλούμαι, αφορούν: τόσο τα στοιχεία ερευνών μου, προς σύνταξη -διψήφιου ήδη- αριθμού άρθρων μου για τον ελληνικό τουρισμό, τα τελευταία δυο χρόνια (με τα οποία -άρθρα μου- απόδειξα πως: παρά τις ευνοϊκές διεθνείς συγκυρίες και τα σημειωθέντα ρεκόρ αφίξεων τουριστών τα τελευταία χρόνια, ο περισσότερο υποσχόμενος κλάδος της ελληνικής οικονομίας, με τη στρεβλή ανάπτυξη που έχει λάβει και την παγίδευσή του από ορισμένους «Tour Operators», παράγει, κυρίως, προβλήματα κι ελλείμματα, διογκώνοντας τη φτώχεια και τα χρέη μας). Όπως -επιπροσθέτως- τα στοιχεία αυτά επικυρώνονται και απ’ τη δήλωση -στη «D.W.», στις 26-2-2015- του Κλάους Σράντερ, επιφανούς Γερμανού οικονομολόγου, από το «Ινστιτούτο για την Παγκόσμια Οικονομία» του Κιέλου, που είπε ότι: «Ο τουρισμός -η λεγόμενη “βαριά βιομηχανία της Ελλάδας- με το μοντέλο που ακολουθεί και τις αγκυλώσεις που τον καθηλώνουν, δεν μπορεί να αποτελέσει σταθερή οικονομική βάση αναπτυξιακών προοπτικών για τη χώρα», όσο, επίσης, επικαλούμαι και τα στοιχεία που αφορούν: τη θέση του κ. Σπ. Γαλιατσάτου (Ξενοδόχου Κεφαλονιάς και θεματικού Αντιπεριφερειάρχη Τουρισμού της Π.Ι.Ν.), στις 10-1ου-2015, στη Ζάκυνθο, όπου στην εμπεριστατωμένη εισήγησή του, σε ημερίδα για το «Τουριστικό Μοντέλο», απέδωσε, ως μόνη αιτία, για τις απαράδεκτα χαμηλές τιμές στα τουριστικά καταλύματα: «την ύπαρξη ενός αριθμού πλεοναζόντων 5άστερων ξενοδοχείων, σε ορισμένες περιοχές, κυρίως της Ρόδου. Τα 5άστερα δε αυτά, από αδυναμία(;) -ως φαίνεται- να “γεμίσουν”, κατεβάζουν πάρα πολύ τις τιμές τους και παρασύρουν όλο τον κλάδο σε τιμές κάτω του κόστους -και σε όλες τις κατηγορίες κι όχι μόνο στα 5άστερα-». Αλλά, επιπλέον και στοιχεία που αναφέρονται στο ολοσέλιδο δημοσίευμα του Μάριου Σκεπαθιανού, στην «Επένδυση Plus», στη σελίδα 14, του φύλλου της 28-2 & 1-3-2015, με τίτλο: «ΘΕΛΕΙ ΝΑ “ΤΣΙΜΕΝΤΩΣΕΙ” ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΦΑΝΤΟΥ, ΜΕ 2.000 ΚΛΙΝΕΣ Ο ΟΜΙΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ». Αναφέρομαι ακριβώς, σε όσα αφορούν κι αποσαφηνίζουν τις προσλαμβάνουσες -«συντεταγμένες της οικονομικής καθήλωσης του ελληνικού τουρισμού»- για τη γενικότερη διερεύνηση των προοπτικών της οικονομικής μας ανάπτυξης.
Όσον αφορά στην ευρύτερη αναζήτηση των οικονομικών προοπτικών της χώρας, εντός του πλαισίου της αδυσώπητης οικονομικής κρίσης που μας κατατρύχει, του μη διαχειρίσιμου δημόσιου χρέους της, που μας τυραγνά και όσων διαγράφονται απ’ τη συμμετοχή μας στην Ε.Ε. και στην Ευρωζώνη, ας τα ξανασκεφτούμε για λίγο. Αν παρακολουθήσουμε το συλλογισμό που έπεται, τότε, παραφράζοντας τον «Άμλετ», του Σαίξπηρ, θα μπορούσαμε -αυθόρμητα- να αναφωνήσουμε: «Κάτι σάπιο υπάρχει στη Γερμανική Ομοσπονδία, Νοτίως του Βασιλείου της Δανιμαρκίας»... Πρέπει να παραδεχθούμε όμως, ότι: η λογική των δανειστών μας δεν είναι -εξ ορισμού- κακή κι απαράδεχτη. Αλλά, πάντως, είναι ελλειμματική, αντιευρωπαϊκή -σε σχέση με τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό ίδρυσης της Ε.Ε.- και ανεδαφική, για το «χτίσιμο» μιας βιώσιμης «Συμφωνίας» με την Ελλάδα, για αποπληρωμή του κολοσσιαίου Δημόσιου χρέους και εξόδου της απ’ το σπιράλ της ύφεσης και της αδυσώπητης κρίσης.
Μας λένε, οι εταίροι, περιληπτικά, τα εξής: Βρεθήκαμε σε μια -υπό διαμόρφωση- «Φεντεραλιστική Ένωση», την Ε.Ε., με βάση το αμοιβαίο συμφέρον, την ισότιμη συμμετοχή και την ελεύθερη βούλησή μας. Βαδίσαμε και συνεχίζουμε την κοινή μας πορεία -προς την οικονομική και νομισματική ένωση- στη βάση των διαρκώς εξελισσόμενων συνθηκών, για την οικονομική και την κοινωνική σύγκλιση, προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Είχαν, άλλωστε, προβλεφθεί και συνεχίζουν να λειτουργούν, εξελισσόμενες γενναίες κοινές πολιτικές, για οικονομική ανάπτυξη και δημοσιονομική σταθερότητα, με τις οποίες επιδιώχθηκε η εξομάλυνση των στρεβλώσεων, των ανισορροπιών κι ανισοτήτων των οικονομιών των χωρών – μελών και περιφερειών της Ε.Ε., λόγω των διαφορών στην ανταγωνιστικότητα και τη δημοσιονομική διαχείρισή τους. Ακριβώς, περί αυτού πρόκειται, λένε. Άλλωστε, οι πολιτικές αυτές -σε γενικές γραμμές και παρά τις εξαιρέσεις τους- βαίνουν επιτυχώς!!! Όμως, η ανάγνωση αυτή, είναι μόνο επιφανειακά ορθή και απολύτως ελλιπής. Και αποτελεί την μισή αλήθεια, προκειμένου για την Ελλάδα και όχι μόνο.
Υπάρχουν δύο ακόμη, πολύ σημαντικές, παράμετροι, για την αντικειμενική προσέγγιση της ανάλυσης των πραγμάτων της υφιστάμενης οικονομικής κρίσης και της κρίσης χρέους της χώρας μας, οι οποίες παραλείφθηκαν απ’ τη συλλογιστική αυτή.
Η πρώτη, αφορά στο ρόλο και τις επιπτώσεις της εγχώριας και διεθνούς «κλεπτοκρατίας», η οποία, με τη δράση της στην Ελλάδα, ακύρωσε ή αντέστρεψε -σε μεγάλο βαθμό- την αποτελεσματικότητα των κοινών αυτών οικονομικών πολιτικών, διεμβολίζοντας -με «μαύρο πολιτικό χρήμα»- συνειδήσεις και δημοκρατικούς θεσμούς και συμβάλλοντας στη διόγκωση των τραπεζικών καταθέσεων, της ίδιας της «κλεπτοκρατίας», στο εξωτερικό. Καταθέσεις που είναι -άλλωστε- αντίστοιχες του δημόσιου χρέους μας. Για την «κλεπτοκρατία» αυτή, συνυπεύθυνη είναι και η Γερμανική πολιτική ηγεσία, διαχρονικά, η οποία συνεχίζει να της προσφέρει υποστήριξη, άσυλο και απροσχημάτιστη προστασία. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι: η διεθνής εκμαυλίστρια, η Γερμανική εταιρία Siemens, όπου, μετά από 10ετή καθυστέρηση, ξεκινά μόλις τώρα η δίκη των: Χριστοφοράκου και 63 άλλων, για τη «ψηφιοποίηση των κέντρων του ΟΤΕ». Αναφέρομαι ακριβώς, σε μια ανομολόγητα ανάρμοστη σχέση, «νεο-ιμπεριαλιστικής» πολιτικής, της Γερμανικής πολιτικής σκηνής, με την εγχώρια «κλεπτοκρατία», που εξασφάλισε καριέρες και ρόλους σε πολλούς -παραγκωνίζοντας, άδικα, άλλους- μέσα από την παράνομη δράση τους, τόσο στο πολιτικο-οικονομικό στερέωμα -με μίζες, υπερτιμολογήσεις και ασύλληπτης έκτασης διαπλοκή και διαφθορά- όσο και στη διαχείριση των θαλασσοδανείων του τραπεζικού συστήματος και του δημόσιου χρέους της χώρας. Παράμετροι, που μας καθιστούν, ολοένα και περισσότερο, μια «χρεο-δουλοπαροικία», κατά την έκφραση του κ. Γ. Βαρουφάκη.
Η δεύτερη και εξ ίσου σημαντική παράμετρος -ανομολόγητη απ’ τη σημερινή ηγετική ομάδα της Ε.Ε.- είναι η επιβολή μιας υφέρπουσας, αλλά αδρής κι εφαρμοσμένης, οικονομικής πολιτικής, η οποία αξιοποιώντας απροσχημάτιστα τη «δεσπόζουσα θέση/δύναμη της Γερμανίας» στην Ε.Ε., αποβαίνει στην επικράτηση -στην πράξη- μιας κατ’ όνομα ευρωπαϊκής πολιτικής. Και αντ’ αυτής, στην άσκηση μιας άλλης πολιτικής, αυτής της «Γερμανικής Ευρώπης», αντί της επίσημα διακηρυγμένης πολιτικής της Ε.Ε. και σε υποκατάσταση αυτής. Πρόκειται ακριβώς για ένα θεώρημα του μοντέλου της «γεωπολιτικής οικονομικής εκμετάλλευσης», το οποίο -σε παλαιότερες εποχές και υπό άλλες συνθήκες και συσχετισμούς δυνάμεων- ο Αιγύπτιος διανοητής, Samir Amin, το είχε ονομάσει ως: το «σύστημα της άνισης ανταλλαγής». (Για κατανόηση της λειτουργίας του συστήματος αυτού, περιέγραφε αυτή την «άνιση ανταλλαγή», με το απλό παράδειγμα: της εξαγοράς μιας «Mercedes», με την αντικαταβολή ενός φορτίου μπανάνας. Και στο οποίο, επίσης, παράδειγμα, η επανάληψη της αγοράς του ίδιου αυτοκινήτου, σε επόμενη χρονική περίοδο, θα απαιτούσε -στην αντικαταβολή αυτή- το διπλασιασμό της ποσότητας μπανάνας που θα απαιτούνταν κ.ο.κ.) Ένα θεώρημα, που είχε αποδεχθεί και ο Α. Παπανδρέου, προκειμένου να “αποδώσει” κι αυτός, την εκμετάλλευση του -τότε- «Τρίτου Κόσμου», κάτω από το «Πρίσμα» του γνωστού σχήματος: «Μητρόπολη - Περιφέρεια»…
Στη σημερινή όμως Ε.Ε., μια τέτοια θεώρηση δεν γίνεται κατανοητή. Αφού είναι απολύτως κατοχυρωμένη, θεσμικά, η αντιμετώπιση οποιουδήποτε φαινομένου, για νόθευση του υγιούς ανταγωνισμού και οποιωνδήποτε φαινομένων εμπέδωσης της «άνισης ανταλλαγής» και κάθε άλλης δόλιας δράσης, εντός του νομικού πλαισίου της Ε.Ε.. Υποτίθεται πως, οι τυχούσες αποκλείσεις, στον «υγιή οικονομικό ανταγωνισμό» εντός της Ε.Ε., αποκλείονται, αφού αυτές -όταν υπάρξουν- αντιμετωπίζονται απ’ τις πανίσχυρες «ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ», οι οποίες είναι «Ανεξάρτητες Αρχές», τόσο στο επίπεδο κάθε χώρας - μέλους, όσο και στο επίπεδο της Ε.Ε.. Άλλωστε, μπορεί η ελληνική «Επιτροπή Ανταγωνισμού» να μην «έχει κάνει ιδιαίτερα γνωστή τη παρουσία της», από απραξία ή/και «διακριτικότητα»(;), αλλά η «Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού» στις Βρυξέλλες, μόλις στα τέσσερα τελευταία χρόνια, αποφάσισε, για δεύτερη συνεχόμενη φορά, να τιμωρήσει τον πολυεθνικό κολοσσό της Microsoft, για «πρακτικές, νόθευσης του υγιούς ανταγωνισμού» και να επιβάλει πρόστιμα, σε βάρος της εταιρείας του Μπιλ Γκέϊτς, της τάξεως πολλών δις Ευρώ. Ωστόσο, όταν και οι Ανεξάρτητες αυτές Αρχές, δεν επαρκούν, τότε μπορεί να επιστρατεύονται ακόμα και κεντρικοί δημοκρατικοί θεσμοί -όπως, π.χ., είναι και το Κοινοβούλιο της Γερμανικής Ομοσπονδίας- για την απόκρουση των αθέμιτων «πρακτικών», νόθευσης της υγιούς διαχείρισης, ως και των πόρων των ασφαλιστικών ταμείων της χώρας αυτής. Και συγκεκριμένα: Ανήμερα, την Πρωτοχρονιά του 2013, η Καγκελάριος κα Άγγελα Μέρκελ -μετά από διάστρεμμα στο πόδι, που είχε υποστεί στα χιόνια, τα προηγηθέντα Χριστούγεννα- ανέλαβε τις πατερίτσες της και πήγε στο Γερμανικό Κοινοβούλιο, προκειμένου να ψηφίσει τον ελεγκτικό μηχανισμό στεγανοποίησης και απόκρουσης των διαρροών στο κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα της Γερμανίας, από τον παρατηρούμενο -τότε- «επιδοματικό τουρισμό», κάποιου αριθμού πολιτών, χωρών - μελών της Ε.Ε. και ιδίως, της Ρουμανίας και Βουλγαρίας. Αλλά και σε παγκόσμια κλίμακα. Πολύ πρόσφατο είναι -εξ άλλου- και το «σκάνδαλο όλων των εποχών» (όπως καταγράφηκε δημοσιογραφικά), για τη δόλια ενσωμάτωση «χειραγωγημένου λογισμικού μέτρησης εκπομπών ρύπων», στα αυτοκίνητα της Γερμανικής Volkswagen, με εκπομπές ρύπων 40 φορές υψηλότερες των παραποιημένων. Σκάνδαλο, που αναγνώρισε ήδη η Γερμανική εταιρία και αξιώνουν αποζημίωση οι ΗΠΑ (με πρόστιμο ύψους 18 δις Δολλάρια). Γιατί όχι και ο υπόλοιπος κόσμος…
Αλλά, αυτή η «άνιση ανταλλαγή», π.χ., μεταξύ της Γερμανίας και των χωρών του Νότου της Ε.Ε., είναι περισσότερο από φανερή. Είναι αυταπόδεικτη και πρέπει να εκλείψει. Όπως, άλλωστε, αλιεύσαμε -ανάμεσα από πλήθος σχετικών στοιχείων- απ’ το πρόσφατο βιβλίο, με τίτλο: «ΙΔΟΥ Ο ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ ΣΑΣ Κ. ΜΕΡΚΕΛ: 300 δις ΕΥΡΩ ΑΠ’ ΤΑ ΚΑΤΟΧΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ», του οικονομολόγου και ιστορικού αναλυτή, Τζανέτου Γκούσκου (όπου, σε ιδιαίτερο κεφάλαιο του βιβλίου αυτού, αναλύεται η Γερμανική οικονομία, από στοιχεία της Γερμανικής Στατιστικής Υπηρεσίας και της Eurostat, του 2013), διαφαίνεται πως, από τη δημιουργία του Ευρώ, το 1999, η Γερμανία, εμφανίζεται -αξιοποιώντας τη «δεσπόζουσα θέση» της στην Ε.Ε.- να αυξάνει διαρκώς και υπέρμετρα το εμπορικό της πλεόνασμα (πλεόνασμα το οποίο, ως γνωστόν -στα πλαίσια της ισοδυναμίας, εισαγωγών - εξαγωγών, σε διεθνές επίπεδο- αντικρίζεται με το έλλειμμα των υπολοίπων). Eντυπωσιακό, είναι και το στοιχείο ότι: ενώ η Γερμανία, με περισσότερα από 2 τρις Ευρώ, στις εξαγωγές της, το 2013 και με εμπορικό πλεόνασμα που άγγιξε τα 200 δις Ευρώ, επιτυγχάνει: το 39,6% των εξαγωγών της να προέρχονται από τις χώρες της Ευρωζώνης. Και ταυτόχρονα, να αντλεί διευρυμένο μερίδιο, από τις ίδιες αυτές χώρες, ίσο με το 60% του εμπορικού της πλεονάσματος(!!!).
Η απλή κατανόηση των στοιχείων αυτών, μας λέει πως: Η Γερμανία, παρ’ ότι κι αυτή μέλος της Ευρωζώνης, «πουλάει» στους εταίρους της προϊόντα, με περισσότερο ανισότιμη σχέση (ακριβότερων τιμών και ευνοϊκού -γι αυτήν- ανισοσκελούς εμπορικού ισοζυγίου), έναντι της λιγότερο ανισότιμης σχέσης (λιγότερο ακριβών τιμών και λιγότερο ανισοβαρούς εμπορικού ισοζυγίου) που επιφυλάσσει για τον υπόλοιπο κόσμο. Και συγκεκριμένα: ενώ στο σύνολο των εξαγωγών της, η Γερμανία, «πουλάει» σε τιμές, με συνολικό πλεονασματικό «όφελος», ύψους: 10%, κατά μονάδα εξαγωγών της, ταυτόχρονα, στις χώρες εντός Ευρωζώνης «πουλάει» με τιμές και περιθώρια πλεονασματικού «οφέλους», ύψους: 18,2%, ενώ, στις υπόλοιπες χώρες, «πουλάει» με σχετικά χαμηλότερες τιμές ή περιθώρια πλεονασματικού «οφέλους», ύψους: 7,1% μόλις, κατά μονάδα εξαγωγών της. Έτσι, η διευρυνόμενη απόσπαση εμπορικού πλεονάσματος της Γερμανίας, από το Νότο της Ε.Ε., συνεπάγεται τη συγκέντρωση και τεράστιων αποταμιευτικών ποσών, από τη Γερμανία, τα οποία είναι μηδενικού επιτοκίου για την ίδια και καθόλου ευκαταφρόνητου για τους οφειλέτες και πελάτες της, τους οποίους δανείζει για την αγορά των προϊόντων της και προς τους οποίους κερδοσκοπεί -και σε δεύτερο βαθμό- τοκογλυφικά. Κι όταν οι αποταμιεύσεις, από τα πλεονάσματα αυτά, γίνονται επενδύσεις, αυτές τοποθετούνται: είτε στη Γερμανία, σε επενδύσεις στην υψηλή τεχνολογία, κυρίως, είτε σε άλλες περιοχές, όπως: η Κίνα, η Ινδία, η Τουρκία ή/και οι χώρες από τον πρώην Ανατολικό Συνασπισμό της Ευρώπης, που διαθέτουν χαμηλό εργατικό κόστος ή άλλα πλεονεκτήματα, για την εμπορική διείσδυση της Γερμανίας εκεί. Τα πλεονάσματα δε αυτά, αποσύρονται, κατά κύριο λόγο, απ’ το Νότο της Ε.Ε. -όπως ήδη εκθέσαμε- κι απουσιάζουν από περιοχές απ’ τις οποίες και αποκτήθηκαν, επιφέροντας αποτελέσματα οικονομικής ερημοποίησης, που είναι ανάλογα και με τα αποτελέσματα που φέρνει και η σταδιακή διακοπή του «κύκλου της βροχής» στο γήινο περιβάλλον. Συνεπώς, αυτή η «άνιση ανταλλαγή», θεμελιώνει και συγκροτεί το σύστημα της «άνισης ανάπτυξης», στο οποίο -εάν συμπεριλάβουμε και το φυλετισμό- συνιστά τον όρο του: «Aparthait»…
Και για να επανέλθουμε στο δημοσίευμα της εφημερίδας «Επένδυση plus» και μελετώντας το -σε συσχετισμό και με τη δήλωση του θεματικού Αντιπεριφερειάρχη τουρισμού κ. Σπ. Γαλιατσάτου, που προαναφέραμε- συγκρότησα την εδραία πεποίθηση, πως: Η «TUI», είναι ένα απ’ τα «ΤΑΝΚΣ» της «Γερμανικής Ευρώπης», που λεηλατούν ακόμα την οικονομία μας!!! Κι αυτό γιατί: όπως αναφέρει, στο δημοσίευμά του, ο Μάριος Σκεπαθιανός, στην «Επένδυση plus»: ο όμιλος του Κύπριου μεγαλοξενοδόχου κ. Νικολή Νικολαϊδη, έχει: «…αρωγό και συνοδοιπόρο στην πορεία του ομίλου του, την ”TUI” (αρχικά, Thomson, που ακολούθως εξαγοράστηκε απ’ τον Γερμανικό κολοσσό, που διαθέτει κατά το ήμισυ οικόπεδο. Η εταιρεία του Atlantica Hellas …μπήκε στην ελληνική αγορά το 2003, με οικόπεδο, στα κολύμπια Ρόδου, για το οποίο -οι κακές γλώσσες- λένε ότι, βρίθει παρανομιών. Επίσης, ξενοδοχείο του στη Ρόδο, υπερβαίνει 9 φορές τον συντελεστή δόμησης και έχει “φάει” πρόστιμο 8.400.000 Ευρώ, απ’ την πολεοδομία Ρόδου. Σε όλη αυτή τη διαδικασία διαπιστώνεται επίσης απώλεια φακέλου στον ΕΟΤ, της επιχείρησης... Ο ίδιος, ο επιχειρηματίας -γνωστός για τις ιδιαίτερα καλές σχέσεις του με την οικογένεια Κληρίδη, αλλά και την οικογένεια Αναστασιάδη- δεν πτοήθηκε ιδιαίτερα από την κρίση στην Κύπρο. Σήμερα δε, διευρύνει την παρουσία του στην ελληνική αγορά. Δημιούργησε την ταχύτερα αναπτυσσόμενη ξενοδοχειακή αλυσίδα στην Ελλάδα, η οποία βασίζεται κυρίως στην πώληση “All Inclusive” προϊόντων. Η Atlantica, έχει ήδη στη φαρέτρα της δεκάδες ξενοδοχεία και αναζητά και άλλα, σε Κρήτη, Ρόδο, Κω, Κέρκυρα Κεφαλονιά και Ζάκυνθο. …Η Atlantica ενισχύει την παρουσία της στη Ρόδο, έχοντας ήδη αποκτήσει, μέσα από διαγωνισμό του ΤΑΪΠΕΔ, την έκταση 255 στρ. της Νότιας Αφάντου, για να ανεγερθούν ξενοδοχεία δυναμικότητας 2.000 κλινών. Κύκλοι της αγοράς επισημαίνουν ότι, δεν αποκλείεται η Atlantica να αναλάβει το “management” και των μονάδων που θα ανεγερθούν στα 1.600 στρ. της Βόρειας Αφάντου. Επισημαίνεται ότι, τον τελευταίο χρόνο η Atlantica, προχώρησε στην εκμίσθωση 4 ξενοδοχείων στην Κω και του Mediterranean στην Κέρκυρα. Στην Κρήτη, έχει εισέλθει στα ξενοδοχεία της οικογένειας Κρομμυδάκη και στο ξενοδοχείο Caliston, ενώ εξετάζει την ανέγερση δυο ξενοδοχείων στο Σταυρό στο Ακρωτήρι Χανίων». Στο δημοσίευμά του αυτό, ο Μάριος Σκεπαθιανός, από το πλήθος των πληροφοριών που παραθέτει εκεί, δείχνει ότι, θέλει να πει, κάτι πολύ σημαντικότερο -από όσα αποκαλύπτει σε πρώτη ανάγνωση- προς κάθε αρμόδια Αρχή ή/και Κυβερνητικό μας ταγό. Τα δε ερωτήματα -τα οποία αυτοφυώς αναπτύσσονται ως «ζιγάνια»- χρειάζονται επειγόντως διερεύνηση και «καλλιεργητικές φροντίδες».
Κάτω, λοιπόν, από το καθεστώς της ιδιαίτερα ευνοϊκής διεθνούς συγκυρίας, των τελευταίων χρόνων, για τον ελληνικό τουρισμό και των σημειωθέντων «ρεκόρ αφίξεων» ξένων τουριστών στη χώρα μας, δεν είναι δυνατόν να μείνει χωρίς ερμηνεία, το αποτέλεσμα της λειτουργίας του «Νόμου, Προσφοράς και Ζήτησης», στη τουριστική αγορά. Με ποιά λογική, λοιπόν, η «επικρατούσα τιμή» πώλησης του τουριστικού μας προϊόντος, μπορεί να μειώνεται και να βρίσκεται κοντά στα μισά της «τιμής ισορροπίας» της; («Τιμή ισορροπίας» κατά την οποία, η τιμή πώλησης του τουριστικού προϊόντος της χώρας, να ισορροπεί καλύπτοντας το κόστος του «χτισίματος» των συντελεστών παραγωγής του τουριστικού προϊόντος). Σύμφωνα, επίσης, με εκτιμήσεις ειδικών, αυτή η «επικρατούσα τιμή» πώλησης του τουριστικού προϊόντος, υστερεί από το κόστος παραγωγής του, τουλάχιστον κατά ένα τρίτο αυτού και συνεπάγεται απώλειες καθαρών εσόδων μεγαλύτερες των 4 δις Ευρώ, ετησίως.
Εξάλλου, πως μπορεί να ερμηνευτεί αλλιώς, με ορθή οικονομολογική λογική, αυτή η ιλιγγιώδης επενδυτική επέκταση τουριστικού τσιμεντώματος της Αφάντου στη Ρόδο, από την Atlantica (διάβαζε TUI), που αυξάνει ακόμα περισσότερο την τουριστική προσφορά εκεί, καταρρίπτοντας τις τιμές, όταν και η υφιστάμενη υπερπροσφορά των σημερινών ξενοδοχείων εκεί, ρίχνει ήδη τις τιμές των καταλυμάτων, πανελληνίως. Οι διαμορφούμενες τιμές στη Ρόδο, σε συνδυασμό και με μια αλυσίδα ξενοδοχείων του ομίλου, δικτυωμένη κατάλληλα στη τουριστική αγορά της χώρας, αποτελούν τον «οδηγό προσομοίωσης» στην τιμολόγηση του τουριστικού προϊόντος και συμβάλλουν -καθοριστικά- στην καθήλωση των τιμών του προϊόντος σε όλη τη χώρα.
Η μόνη δυνατή ερμηνεία αυτού του ανορθολογικού επενδυτικού φαινομένου, δεν μπορεί να είναι άλλη από εκείνη που φωτογράφησε κι ο θεματικός αντιπεριφερειάρχης τουρισμού, της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων, κ. Σπ. Γαλιατσάτος, στην «Ημερίδα για τον τουρισμό» και την αναφορά του: «για τα 5άστερα της Ρόδου», όπως έχουμε ήδη αναφέρει και παραπάνω.
Η αναπτυχθείσα συμπαιγνία ορισμένων επιχειρηματιών του τουρισμού, σε συνωμοσία με μεγάλους «Tour Operators», μπορεί να εξασφαλίζει την άδηλη (κρυφή) χρηματοδότηση -για τους πρώτους- για την «ανέξοδη» επέκταση της δυναμικότητας των τουριστικών τους μονάδων (η οποία αυξάνει την περιουσία των ξενοδόχων που συμπράττουν) και διογκώνει ανορθολογικά –τοπικά και ποσοτικά- την προσφορά του τουριστικού μας προϊόντος, αλλά τους υποχρεώνει, παράλληλα και σε -ανομολόγητα ανταποδοτικές- κολοσσιαίες εκπτώσεις -προς τους δεύτερους- προς τους οποίους εκχωρούν την πολιτική διαμόρφωσης των τιμών μελλοντικής τους συνεργασίας. Τέτοιες τιμές επιβάλλονται ως «οδηγός προσομοίωσης», καθορίζοντας, αναπόδραστα, ζημιογόνο τη λειτουργία, για όλους τους υπόλοιπους επιχειρηματίες του τουρισμού στη χώρα. Έτσι διαμορφώνονται οι συμφωνίες αγοράς «πακέτων», με «price fixing», για τις επόμενες τουριστικές περιόδους, οι οποίες -μέσω των κατάλληλα προβαλλόμενων «συμφωνιών» τους- καθηλώνουν σε εξευτελιστικά επίπεδα τις τιμές και στο σύνολο της τουριστικής αγοράς. Τέτοιες μεθοδεύσεις προκαλούν τον «αθέμιτο ανταγωνισμό», που πλήττει την υγιή επιχειρηματικότητα και δημιουργεί συνθήκες ασφυξίας στον κλάδο. Πλήττει δε περισσότερο τους επιχειρηματίες εκείνους του τουρισμού οι οποίοι δρουν υποδειγματικά: με πλήρη νομιμότητα στη λειτουργία τους, με διασύνδεσή τους με την τοπική οικονομία και την εγχώρια παραγωγή και χωρίς τον αποκλεισμό -όπως ήδη συνηθίζεται κι αποτελεί κανόνα- του εγχώριου εργατικού δυναμικού, επειδή αυτό απαιτεί νομιμότητα και ασφαλιστική κάλυψη στην εργασία του. Κι ενώ οι επιχειρηματίες αυτοί είναι εκείνοι που προξενούν το πολλαπλασιαστικό αναπτυξιακό αποτέλεσμα στο τόπο, υποχρεώνονται -απ’ τον «αθέμιτο αυτό ανταγωνισμό»- σε ζημιογόνα οικονομικά αποτελέσματα -για τους ίδιους- τα οποία τους οδηγούν -μαθηματικά- στην υπερχρέωση και μέχρι τη χρεοκοπία τους στο τέλος.
Σήμερα πλέον, η πλειονότητα των επιχειρηματιών του τουρισμού, αντί άλλων προσπαθειών, για την κάλυψη της υστέρησης των τιμών του τουριστικού προϊόντος τους και την «απορρόφηση» των ζημιών τους, αλλά και για τη διεκδίκηση των διαφυγόντων κερδών τους, μαζί και με την υποταγή τους στα “All Inclusive” προϊόντα -που αποκόβουν την δράση τους από την τοπική οικονομία- επιχειρούν και βρίσκουν -ως μόνους άλλους «εύκολους» δρόμους- άλλους τρόπους για την επιβίωσή τους. Κι αυτοί είναι: είτε η -ήδη σημειούμενη, από ετών- πρακτική της αυθαίρετης μετακύλυσης, στο μέλλον, των υποχρεώσεών τους, προς: τις τράπεζες, τα ασφαλιστικά ταμεία, τα έσοδα του Δημοσίου, τους Δήμους (από τοκοχρεολύσια, ασφαλιστικές εισφορές, Φ.Π.Α, Φ.Μ.Υ., τα ανταποδοτικά τέλη προς την τοπική αυτοδιοίκηση και τους οργανισμούς κοινής ωφέλειας, ΔΕΗ κ.λπ.), είτε και η αθέτηση εξόφλησης των αναλογούντων αυτών ποσών, αλλά και η υπεξαίρεση, με απόσπαση πόρων από: εισφοροδιαφυγή, «μαύρη εργασία» και φοροδιαφυγή, σε ακόμα μεγαλύτερη έκταση από πριν. Χωρίς να παραλείπονται κι άλλες -διαδεδομένες- μέθοδοι απόσπασης προσόδων από κρατικούς φορείς ή/και από τη συστηματική αποφυγή ανάληψης του κόστους προστασίας και αποκατάστασης του περιβάλλοντος και του οικολογικού αποτυπώματος της λειτουργίας τους. (Έμμεσοι άλλοι τρόποι αθέμιτης λειτουργίας τους, είναι: η αξιοποίηση των επιδομάτων ανεργίας και λοιπών παροχών, όπως -π.χ.- γίνεται, με την πρόταξη και την αστεία παράσταση, του ρόλου αναξιοπαθούντων «ανέργων», στους ίδιους τους ξενοδόχους και στα μέλη της οικογένειάς τους).
Είναι -άραγε- λογικό ποτέ το γεγονός: να υποχρεώνεται ο εσωτερικός τουρίστας -ο αριθμητικά ελάχιστος, πλέον- στην καταβολή διπλάσιας –σχεδόν- δαπάνης, από εκείνη που καταβάλλει ως τιμή ένας άλλος (ο Γερμανός -π.χ.- τουρίστας), για το ίδιο πακέτο διακοπών και στον ίδιο τόπο και χρόνο, επειδή, ο τελευταίος, έκλεισε με την <<TUI>>, απ’ την Φρακφούρτη, ας πούμε; Και πώς αλλιώς μπορεί να δικαιολογηθεί, επίσης, η υστέρηση του ποσοστού αποζημίωσης των συντελεστών παραγωγής του τουριστικού μας προϊόντος, σε αντίθεση με το αντίστοιχο ποσοστό που απολαμβάνει ο τουρισμός στο Παρίσι, ας πούμε και πάλι;
Το γεγονός, των πολύ χαμηλών τιμών στον εισερχόμενο τουρισμό, δεν φαίνεται να είναι ακόμα αντιληπτό κι απ’ την νέα Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία, παρά την αγωνιώδη αναζήτηση «ισοδυνάμων» -στη διαπραγμάτευσή της με τους δανειστές- προτιμά να υποχρηματοδοτεί την πολιτική της, «για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης», με: 250.000.000 ευρώ, μόνο και .να διαφυλάττει τον ήδη υπερπροστατευμένο κλάδο του τουρισμού, χωρίς άλλα μέτρα, για απόκρουση της παθογενούς και απολύτως επιζήμιας, αυτής κατάστασης στην τουριστική αγορά. Αντίθετα, η αξίωση αποζημίωσης της χώρας μας -και με βάση τα απολύτως και κοινώς αποδεκτά, αστικά πλαίσια- από την παράνομη δράση της «TUI», θα αντιστοιχούσε σε ένα «ισοδύναμο» ποσό, αξίας μεγαλύτερης των 4 δισεκατομμυρίων Ευρώ ετησίως, ως αποζημίωση, αντί προστίμου στη Γερμανική TUI.
Χρειάζεται, λοιπόν, άμεση διερεύνηση, διαπίστωση και λήψη των κατάλληλων μέτρων -συμπεριλαμβανομένων και της επιβολής των ανάλογων κυρώσεων, προς στους υπεύθυνους- για τις «αντι-ανταγωνιστικές πρακτικές», τις ανάρμοστες συμπράξεις και τις καταχρήσεις της «δεσπόζουσας θέσης», που κατέχουν στον κλάδο του τουρισμού αυτοί οι όμιλοι συμφερόντων, εθνικά και παγκοσμίως. Αφού, με τις εναρμονισμένες αυτές πρακτικές που ασκούν, οδηγούν σε χειραγωγημένη καθήλωση τις τιμές του τουριστικού μας προϊόντος. Αναφέρομαι στις αθέμιτες και παράνομες πρακτικές και κινήσεις οικονομικής στρατηγικής που εφαρμόζονται, με την αξιοποίηση της «δεσπόζουσας θέσης» τους στην τουριστική αγορά της χώρας, τα τελευταία χρόνια. Τέτοιες κινήσεις, παρόμοιας αθέμιτης στρατηγικής κι απ’ τους ίδιους υπεύθυνους, εφαρμόζονται σε όλο το Νότο της Ε.Ε.. Στη δε γειτονική μας Τουρκία -η οποία λειτουργεί ανταγωνιστικά προς το δικό μας τουριστικό προϊόν- οι «εναρμονισμένες πρακτικές» που ασκούνται εκεί, δεν χρειάζονται ούτε καν τα προσχήματα. Έτσι, λοιπόν, η TUI, αγοράζει την υψηλότερη ποιότητα του προσφερόμενου τουριστικού προϊόντος μας, στη χαμηλότερη τιμή και μάλιστα, εξωφρενικά κάτω του κόστους παραγωγής του. Συστήνοντας κοινούς ομίλους επιχειρήσεων, ώστε, αυτή «να βρίσκεται κι από τις δυο μεριές του κύκλου»: και ως αγοραστής –υπό συνθήκες «ολιγοψωνίου»- και ως πωλητής, ταυτόχρονα –υπό συνθήκες «ολιγοπωλείου»- του ίδιου προϊόντος. Κι ενώ, ο όμιλος αυτός, είναι πολυεθνικός, καθίσταται ευκολότερη η εφαρμογή αυτών των «εναρμονισμένων πρακτικών», όχι μόνο για νόθευση του «υγιούς ανταγωνισμού» και το «στήσιμο» της «τιμής διαπραγμάτευσης, μεταξύ προσφοράς και ζήτησης», αλλά και για την -απροσδιόριστης έκτασης- φοροδιαφυγή, μέσω «τριγωνικών συναλλαγών», για απόκρυψη φορολογητέας ύλης.
Κι ενώ δεν είμαι προκαταβολικά αντίθετος με κάποιες αποκρατικοποιήσεις («ιδιωτικοποιήσεις»), οι οποίες πιστεύω ότι, μπορούν -υπό προϋποθέσεις- να έχουν και «αναπτυξιακό» χαρακτήρα. Ωστόσο, με βρίσκει αντίθετο η «ιδιωτικοποίηση», των 14 αεροδρομίων της Χώρας. Φαίνεται εδώ να έχει «εμπεδωθεί» το παιχνίδι, να πάνε στη Γερμανική εταιρία «Fraport AG» (συμμετοχική του Γερμανικού κρατιδίου της Έσσης, της «Lufthansa» κ.λπ., που είναι σύμβουλος στο πρόγραμμα των ελληνικών ιδιωτικοποιήσεων κι η οποία έχει ήδη το πρόκριμα -απ’ την Επιτροπή- ως «προτιμητέος επενδυτής»). Αυτό θα σημάνει και την επισφράγιση της ολοσχερούς υποταγής του Ελληνικού Τουρισμού, στη Γερμανική «TUI», κατά βάση. Αφού, αυτοί που κρατάνε τα κλειδιά -εκτός των άλλων- της κυριότερης πύλης εισόδου και εξόδου των τουριστών, αυτοί μπορούν να «κλειδώνουν» -προς το «μέρος» τους- και να χειραγωγούν τη «τιμή ισορροπίας» του τουριστικού προϊόντος στη αγορά. Αυτοί, επίσης, θα χειρίζονται και τη «στρόφιγγα» της τουριστικής κίνησης. Οι ίδιοι αυτοί, θα επιδιαιτητεύουν και στο «bras de fer» της διαπραγμάτευσης, μεταξύ «προσφοράς & ζήτησης» ή της «παραγωγής & κατανάλωσης» του τουριστικού προϊόντος. Κι έτσι, αντί της απόκρουσης των «εναρμονισμένων πρακτικών νόθευσης του υγιούς ανταγωνισμού», απ’ τη συστηματική και κατάλληλη αξιοποίηση της «δεσπόζουσας θέσης» των Γερμανικών «Tour Operators», θα εμπεδώνεται περισσότερο η παγίδευση της διαπραγματευτικής διαδικασίας, μακριά από την ελεύθερη διαμόρφωση της «τιμής ισορροπίας» του τουριστικού μας προϊόντος και πιο κοντά στο λογοπαίγνιο του: «Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει»… Αλλά ακόμα κι αν δεν μπορεί να μην ολοκληρωθεί η «ιδιωτικοποίηση των 14 αεροδρομίων μας, για όλα όσα προεκθέσαμε, πρέπει να εξαιρεθεί η «Fraport AG». Κι αντί του χαρακτηρισμού της ως «προτιμητέος επενδυτής», να λάβει τον τίτλο του: «μη επιλέξιμου», για λόγους προστασίας του «ελεύθερου ανταγωνισμού», από τις «εναρμονισμένες κι αντιανταγωνιστικές πρακτικές», κατάχρησης της δεσπόζουσας θέσης του Γερμανικού κολοσσού της TUI…
Να λοιπόν και η σημερινή εκδοχή της «άνισης ανταλλαγής» και μόνο για την περίπτωση του τουρισμού μας. Του περισσότερο υποσχόμενου τομέα, για την -υποτιθέμενη- ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και την έξοδό της απ’ την κρίση. Γι’ αυτό και επιβάλλεται η άμεση αποκατάσταση του «υγιούς ανταγωνισμού» και στη τουριστική αγορά της χώρας και η επιβολή των ανάλογων οικονομικών κυρώσεων στους υπεύθυνους κι ωφελούμενους απ’ την παθογόνο αυτή κατάσταση. Η δε απόδοση του προϊόντος των κυρώσεων αυτών, πρέπει να κατευθυνθεί σε αποζημίωση προς τους πληγέντες. Προς τους φορείς, δηλαδή, που -κυρίως- ζημιώθηκαν από τις «εναρμονισμένες αυτές πρακτικές, νόθευσης του υγιούς ανταγωνισμού», τις οποίες άσκησαν οι όμιλοι που επωφελήθηκαν, αθέμιτα και παράνομα. Δικαιούχοι των αποζημιώσεων αυτών, είναι κυρίως: τόσο τα ασφαλιστικά ταμεία των εργαζομένων, όσο και τα έσοδα του Δημοσίου και η εθνική οικονομία στο σύνολό της. Μια τέτοια αντιμετώπιση των «αντι-ανταγωνιστικών» φαινομένων θα ήταν μια αστική μεταρρύθμιση, εντός του συστήματος. Αλλά μια μεταρρύθμιση, ουσίας και προοπτικής, με προοδευτικό πρόσημο, που συμβάλει στην οικονομική μας ανάπτυξη και το ξεπέρασμα της κρίσης.
Αλλά ενώ λογαριάζαμε πως, με τη «Συμφωνία», θα αποφύγαμε τις συνέπειες της μονεταριστικής «παγκοσμιοποίησης», αποκρούοντας τα κύματα του οικονομικού και κοινωνικού «dumping» (ντάμπιγκ) που επιφέρει, εξακολουθούμε ακόμα να είμαστε παγιδευμένοι στο βάλτο της ύφεσης και των ελλειμμάτων, απ’ τα παράνομα στρατηγικά τεχνάσματα των εταιριών του άτυπου μορφώματος της «Γερμανικής Ευρώπης». Ελπίζουμε αυτό να αναταχθεί, καθώς επιβαρύνει τη χώρα μας άδικα, παράνομα κι ανυπόφορα. Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις θετικών προοπτικών εξομάλυνσης των αρνητικών αυτών φαινομένων. Εκεί βρίσκεται τόσο το μακροπρόθεσμο συμφέρον της Ε.Ε., όσο και η πάγια ευρωπαϊκή νομιμότητά της, στηριγμένη στις ιδρυτικές της αρχές…
Το προϊόν της πραγματείας μου αυτής, το έχω αποστείλει –με mail- προς τους αρμόδιους Υπουργούς της Κυβέρνησης, προς αξιολόγηση και αξιοποίησή του, τόσο ως όπλο εξωτερικής πολιτικής, όσο και ως βασικό εργαλείο της αναπτυξιακής οικονομικής πολιτικής στον τομέα του τουρισμού, αλλά και ως άμεσο διαπραγματευτικό ισοδύναμο, για την αποτελεσματικότερη υλοποίηση και ηπιότερη εφαρμογή των μέτρων της νέας «Συμφωνίας», με τους εταίρους και δανειστές μας...
(Από παλιότερο άρθρο μου στην εφημερίδα "Ελεύθερη Άποψη" Ζακύνθου)._
https://m.facebook.com/story.php?story_fbid=1955518461152236&id=100000823047236&refid=52&__tn__=R