Τι είναι αστυφιλία; Μας ρωτούσε με αλαζονικό ύφος ο καθηγητής στο γυμνάσιο!! Κανείς δεν ήξερε….που να ξέρεις για αστυφιλία στην ελληνική επαρχία; Εκείνος αντί να μας εξηγήσει, γελούσε κι έλεγε για έναν μαθητή που κάποτε έγραψε στο μάθημα της έκθεσης ότι αστυφιλία είναι μια αρρώστια που παθαίνουν τα αμπέλια, κολλάνε τα σταφύλια δηλαδή και μαραίνονται. Ολοκλήρωνε και γελούσε με την ψυχή του. Αφού συνέρχονταν από το αυτιστικό του χιούμορ, έλεγε με σοβαρό ύφος, πως πρέπει να διαβάζουμε βιβλία, να έχουμε γνώσεις και να μην είμαστε σκράπες σαν τον μαθητή αυτόν. Βέβαια αρκούνταν στον ορισμό της παραπάνω έννοιας :”Αστυφιλία θεωρείται η τάση των επαρχιακών πληθυσμών να συρρέουν στα μεγάλα αστικά κεντρα αναζητώντας καλύτερες συνθήκες διαβίωσης”, τον οποίο διατύπωνε άρτια και εμείς καλούμασταν να τον παπαγαλίσουμε και να βάλουμε άλλη μια θεωρία μέσα στο κεφαλάκι μας.
Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε και διαπίστωσα κύριε καθηγητή πως αντί να χλευάζεις τότε, και να ηθικολογείς περί καλών γνώσεων και “πρέπει” εκπαιδευτικών θα ήταν χρήσιμο να μας εξηγήσεις με σοβαρό ύφος πως αν δεν το ζήσεις δεν ξέρεις τι σημαίνει. Πώς όταν γίνεσαι φίλος με το άστυ, μύρια κακά έπονται.!! Επιπλέον αν έπρεπε να επιπλήξεις για κάτι τον μαθητή που ήταν εκτός θέματος , θα ήταν όχι γιατί δε γνώριζε τη σημασία της λέξης, αλλά γιατί δεν γνώριζε σχετικά με τα αμπέλια ως όφειλε καθώς ζούσε στην επαρχία. Αυτή είναι μια οπτική που εξηγεί εν μέρει πώς έφτασαν εδώ τα πράγματα.
Που εδώ; εδώ στην πρωτεύουσα Αθήνα, αλλά και σε κάθε μεγαλούπολη πλέον,στους τόπους των πολλών “αστυ-φίλων”, γιατί στη πλειοψηφία τους είναι φίλοι μόνο με το άστυ και σπάνια με κάτι άλλο. Άνθρωποι που ξεκίνησαν από τα χωριά τους για μια καλύτερη ζωή. Αλήθεια ποιος από αυτούς πιστεύει πως ζει καλύτερα σήμερα σε μια μεγαλούπολη; Ίσως προσωρινά να εξυπηρέτησε η μετακίνηση αυτή γιατί κάλυψε σίγουρα βιοποριστικές ανάγκες, αλλά στην πορεία της ζωής τους ,γιατί δε γύρισαν ποτέ πίσω;
Μια απάντηση είναι πως θα γυρίσουν τα παιδιά τους, γιατί υπάρχει σπίτι στο χωριό, μια άλλη είναι πως θα γυρίσουν όταν βγουν στη σύνταξη. Ελάχιστοι όμως επιστρέφουν, γατί βολεύονται σε μια ασφαλή καθημερινότητα,σε μια συνέχιση των πραγμάτων, σε σχέσεις που έστω και λειψές έχουν αποκτήσει με τον καιρό. Ο αστός, έχει μετασχηματιστεί σε ένα ανθρωπάριο πόλης, φοβικό, νευρωσικό, αποκομμένο από το φυσικό κάλος κι από την καλλιέργεια της γης. Οι άνθρωποι που καλλιεργούν την τροφή τους, έχουν μια ξεκάθαρη εικόνα περατότητας των πραγμάτων. Η φύση τους μαθαίνει για παράδειγμα, πως το αργότερο μέχρι Νοέμβρη μήνα, πρέπει να ξηλώσεις τις μελιτζάνες που με τόσο κόπο καλλιέργησες, για να φυτέψεις τα χειμωνιάτικα. Η φύση κάνει κύκλους με ξεκάθαρη αρχή-μέση-τέλος .Ζώντας λοιπόν αποκομμένοι, βιώνουν μια μονιμότητα των πάντων, μια αφθαρσία, που ξεκινάει από την εμφάνισή τους, μέχρι και το διαμέρισμα που με τόσο κόπο έφτιαξαν.Νοηματοδοτούν τη ζωή τους συντηρώντας τα, προφυλάσσοντας τα κεκτημένα τους, ως κόρη οφθαλμού. Μετατρέπονται σε άτομα. Ζουν μακριά από τη ζεστασιά της κοινότητας, κλεισμένο σε κουτάκια-διαμερίσματα, καταναλώνοντας χωρίς μέτρο, ξοδεύουν τη ζωή τους στα mall, ζώντας τη ζωή μέσα από τα σίριαλ και ζηλεύοντας τα σπίτια στην Εκάλη και την Κηφισιά, ενώ οι ίδιοι, στα χωριά τους, ίσως έχουν σπίτια με μεγαλύτερους κήπους και πιο όμορφες θέες.
Και βγαίνουν στο δρόμο έτοιμοι να κατασπαράξουν τις σάρκες του διπλανού τους, γιατί φυσικά δεν τους νοιάζει να βρίσουν σα λυσσασμένα σκυλιά ενώ οδηγούν,γιατί καλύπτονται από την ανωνυμία της πόλης, δεν τους ενδιαφέρει να είναι ευγενικοί με κάποιον που δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν, άσε που η ευγένεια θεωρείται είτε μειονεξία ή αντιμετωπίζεται με καχυποψία. Τα παραδείγματα είναι πολλά και αντιπροσωπευτικά του τρόπου ζωής τους. Δυστυχώς τα μεγάλα αστικά κέντρα αποτελούν πρότυπα, ιδιαίτερα για τους διψασμένους σε ερεθίσματα επαρχιώτες.
Διαστρεβλωμένα,κατά την άποψή μου, διψασμένοι, γιατί ίσως δεν εκτιμούν την ποιότητα ζωής που σου παρέχετε σε μια μικρή κοινωνία. Εκεί όπου όλα τα παραπάνω δεν απουσιάζουν, αλλά είναι σαφώς σε μικρότερη ένταση. Άσε που δεν έχεις λόγο να βρίσεις στο δρόμο, γιατί τα αυτοκίνητα είναι πολύ λιγότερα, αλλά και το βασικότερο, είσαι κυριολεκτικά 2 βήματα από κάθε προορισμό σου. Είναι κι εκείνοι που δυσανασχετούν,με το κουτσομπολιό της επαρχίας, εκεί που όλα μαθαίνονται , εκεί που έχεις χρόνο να κουτσομπολέψεις το γείτονα! Επιπλέον το κουτσομπολιό είναι ένας τρόπος να πάρεις μια απόσταση από τη δική σου ζωή, μιλώντας για τον άλλον, συγκρίνοντας τον εαυτό σου με άλλους. Ίσως και να έχει ένα κρυφό νοιάξιμο όλο αυτό και ίσως και μια ζήλια, αλλά έτσι πορεύεται ο άνθρωπος χρόνια τώρα.
Ακόμη, στο χωριό ο γείτονας θα είναι στο παράθυρο και θα παρακολουθεί τη ζωή σου κι όχι το παράθυρο στο facebook, γιατί ξέρεις, μπορεί να δει και έναν ύποπτο που πλησιάζει στην αυλή σου και να τον ρωτήσει τι γυρεύει,αποτρέποντας μια ενδεχόμενη εισβολή. Στο χωριό, σου επιτρέπεται ακόμα και να πεθάνεις σαν άνθρωπος, να σε κλάψουν οι δικοί σου άνθρωποι, γιατί για όσους δεν το γνωρίζουν στις μεγάλες πόλεις, τα νεκροτομεία “κλαίνε” τους νεκρούς,καθώς σύμφωνα με καταστατικά πολυκατοικιών απαγορεύεται να ξενυχτήσεις το νεκρό. Να είναι καλά οι πληθώρα των ειδικών που φροντίζουν για τα ανεπεξέργαστα πένθη των ανθρώπων,κουκουλώνοντάς τα με ψυχοφάρμακα. Σε μια μεγαλούπολη ούτε να πεθάνεις όπως σου αξίζει δεν μπορείς κύριε καθηγητά , πόσο μάλλον να ζείς!!!!
Πηγή
Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε και διαπίστωσα κύριε καθηγητή πως αντί να χλευάζεις τότε, και να ηθικολογείς περί καλών γνώσεων και “πρέπει” εκπαιδευτικών θα ήταν χρήσιμο να μας εξηγήσεις με σοβαρό ύφος πως αν δεν το ζήσεις δεν ξέρεις τι σημαίνει. Πώς όταν γίνεσαι φίλος με το άστυ, μύρια κακά έπονται.!! Επιπλέον αν έπρεπε να επιπλήξεις για κάτι τον μαθητή που ήταν εκτός θέματος , θα ήταν όχι γιατί δε γνώριζε τη σημασία της λέξης, αλλά γιατί δεν γνώριζε σχετικά με τα αμπέλια ως όφειλε καθώς ζούσε στην επαρχία. Αυτή είναι μια οπτική που εξηγεί εν μέρει πώς έφτασαν εδώ τα πράγματα.
Που εδώ; εδώ στην πρωτεύουσα Αθήνα, αλλά και σε κάθε μεγαλούπολη πλέον,στους τόπους των πολλών “αστυ-φίλων”, γιατί στη πλειοψηφία τους είναι φίλοι μόνο με το άστυ και σπάνια με κάτι άλλο. Άνθρωποι που ξεκίνησαν από τα χωριά τους για μια καλύτερη ζωή. Αλήθεια ποιος από αυτούς πιστεύει πως ζει καλύτερα σήμερα σε μια μεγαλούπολη; Ίσως προσωρινά να εξυπηρέτησε η μετακίνηση αυτή γιατί κάλυψε σίγουρα βιοποριστικές ανάγκες, αλλά στην πορεία της ζωής τους ,γιατί δε γύρισαν ποτέ πίσω;
Μια απάντηση είναι πως θα γυρίσουν τα παιδιά τους, γιατί υπάρχει σπίτι στο χωριό, μια άλλη είναι πως θα γυρίσουν όταν βγουν στη σύνταξη. Ελάχιστοι όμως επιστρέφουν, γατί βολεύονται σε μια ασφαλή καθημερινότητα,σε μια συνέχιση των πραγμάτων, σε σχέσεις που έστω και λειψές έχουν αποκτήσει με τον καιρό. Ο αστός, έχει μετασχηματιστεί σε ένα ανθρωπάριο πόλης, φοβικό, νευρωσικό, αποκομμένο από το φυσικό κάλος κι από την καλλιέργεια της γης. Οι άνθρωποι που καλλιεργούν την τροφή τους, έχουν μια ξεκάθαρη εικόνα περατότητας των πραγμάτων. Η φύση τους μαθαίνει για παράδειγμα, πως το αργότερο μέχρι Νοέμβρη μήνα, πρέπει να ξηλώσεις τις μελιτζάνες που με τόσο κόπο καλλιέργησες, για να φυτέψεις τα χειμωνιάτικα. Η φύση κάνει κύκλους με ξεκάθαρη αρχή-μέση-τέλος .Ζώντας λοιπόν αποκομμένοι, βιώνουν μια μονιμότητα των πάντων, μια αφθαρσία, που ξεκινάει από την εμφάνισή τους, μέχρι και το διαμέρισμα που με τόσο κόπο έφτιαξαν.Νοηματοδοτούν τη ζωή τους συντηρώντας τα, προφυλάσσοντας τα κεκτημένα τους, ως κόρη οφθαλμού. Μετατρέπονται σε άτομα. Ζουν μακριά από τη ζεστασιά της κοινότητας, κλεισμένο σε κουτάκια-διαμερίσματα, καταναλώνοντας χωρίς μέτρο, ξοδεύουν τη ζωή τους στα mall, ζώντας τη ζωή μέσα από τα σίριαλ και ζηλεύοντας τα σπίτια στην Εκάλη και την Κηφισιά, ενώ οι ίδιοι, στα χωριά τους, ίσως έχουν σπίτια με μεγαλύτερους κήπους και πιο όμορφες θέες.
Και βγαίνουν στο δρόμο έτοιμοι να κατασπαράξουν τις σάρκες του διπλανού τους, γιατί φυσικά δεν τους νοιάζει να βρίσουν σα λυσσασμένα σκυλιά ενώ οδηγούν,γιατί καλύπτονται από την ανωνυμία της πόλης, δεν τους ενδιαφέρει να είναι ευγενικοί με κάποιον που δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν, άσε που η ευγένεια θεωρείται είτε μειονεξία ή αντιμετωπίζεται με καχυποψία. Τα παραδείγματα είναι πολλά και αντιπροσωπευτικά του τρόπου ζωής τους. Δυστυχώς τα μεγάλα αστικά κέντρα αποτελούν πρότυπα, ιδιαίτερα για τους διψασμένους σε ερεθίσματα επαρχιώτες.
Διαστρεβλωμένα,κατά την άποψή μου, διψασμένοι, γιατί ίσως δεν εκτιμούν την ποιότητα ζωής που σου παρέχετε σε μια μικρή κοινωνία. Εκεί όπου όλα τα παραπάνω δεν απουσιάζουν, αλλά είναι σαφώς σε μικρότερη ένταση. Άσε που δεν έχεις λόγο να βρίσεις στο δρόμο, γιατί τα αυτοκίνητα είναι πολύ λιγότερα, αλλά και το βασικότερο, είσαι κυριολεκτικά 2 βήματα από κάθε προορισμό σου. Είναι κι εκείνοι που δυσανασχετούν,με το κουτσομπολιό της επαρχίας, εκεί που όλα μαθαίνονται , εκεί που έχεις χρόνο να κουτσομπολέψεις το γείτονα! Επιπλέον το κουτσομπολιό είναι ένας τρόπος να πάρεις μια απόσταση από τη δική σου ζωή, μιλώντας για τον άλλον, συγκρίνοντας τον εαυτό σου με άλλους. Ίσως και να έχει ένα κρυφό νοιάξιμο όλο αυτό και ίσως και μια ζήλια, αλλά έτσι πορεύεται ο άνθρωπος χρόνια τώρα.
Ακόμη, στο χωριό ο γείτονας θα είναι στο παράθυρο και θα παρακολουθεί τη ζωή σου κι όχι το παράθυρο στο facebook, γιατί ξέρεις, μπορεί να δει και έναν ύποπτο που πλησιάζει στην αυλή σου και να τον ρωτήσει τι γυρεύει,αποτρέποντας μια ενδεχόμενη εισβολή. Στο χωριό, σου επιτρέπεται ακόμα και να πεθάνεις σαν άνθρωπος, να σε κλάψουν οι δικοί σου άνθρωποι, γιατί για όσους δεν το γνωρίζουν στις μεγάλες πόλεις, τα νεκροτομεία “κλαίνε” τους νεκρούς,καθώς σύμφωνα με καταστατικά πολυκατοικιών απαγορεύεται να ξενυχτήσεις το νεκρό. Να είναι καλά οι πληθώρα των ειδικών που φροντίζουν για τα ανεπεξέργαστα πένθη των ανθρώπων,κουκουλώνοντάς τα με ψυχοφάρμακα. Σε μια μεγαλούπολη ούτε να πεθάνεις όπως σου αξίζει δεν μπορείς κύριε καθηγητά , πόσο μάλλον να ζείς!!!!
Πηγή