
Η βασική αρχή λειτουργίας της ήταν: «η ιδιοκτησία δεν παίζει ρόλο, εισόδημα δημιουργεί μόνο η εργασία και στα πλαίσιά της θα υπάρξει αυτοδιαχείριση με συνέλευση των μελών». Αυτό σήμαινε αυτοδιαχείριση -από την ομάδα και τον καθένα-της απαραίτητης εργασίας στους ελαιώνες, ώστε να έχουμε βέλτιστη απόδοσή τους και συνακόλουθα από το παραγόμενο λάδι να αντιστοιχεί και ένα επιδιωκόμενο από τον καθένα εισόδημα, ανάλογα με την εργασία που θα έχει προσφέρει. Τα έξοδα βέβαια για τις καλλιεργητικές πρακτικές επιβαρύνουν εξίσου όλα τα μέλη.
Επειδή ο κάθε συμμετέχων είχε και άλλες απασχολήσεις-μόνο η ενασχόληση με την ελιά δεν θα μπορούσε να στηρίξει την επιβίωση μέλους της συνεργατικής-υπήρχε πρόβλημα χρόνου. Και όσον αφορά στον όγκο του αλλά και όσον αφορά ιδίως στη χρονική περίοδο που μπορούσε ο καθένας να τον προσφέρει. Η εργασία όμως στο χωράφι δεν εξαρτάται από τη δική μας προσφορά χρόνου, αλλά από τις ανάγκες της καλλιεργητικής περιόδου. Υπάρχει εδώ μια αντίφαση που είναι δύσκολο να λυθεί μεταξύ μη επαγγελματιών αγροτών(αυτό είναι εύκολο όταν πρόκειται για μέλη με αποκλειστική αγροτική απασχόληση). Επίσης δε θα μπορούσε να ισομερισθούν οι ώρες εργασίας-πράγμα που ήταν επιθυμητό-και άρα να ισομερισθεί και το πλεόνασμα της εργασίας, γιατί δεν είχαν όλοι τον ίδιο ελεύθερο χρόνο και στην ίδια χρονική περίοδο.
Επιλέχθηκε η λύση του να ορίσουμε έναν συντονιστή των εργασιών, οποίος θα μας συντόνιζε όσον αφορά για το τι εργασίες θα ήταν απαραίτητες και για το ποια χρονική περίοδο θα έπρεπε να εκτελεσθούν(έχοντας φυσικά τις καλύτερες γνώσεις για αυτό μεταξύ μας). Θα κρατούσε επίσης στοιχεία και για τις ώρες εργασίας που διέθετε το κάθε μέλος(καταλήξαμε στις εργατοώρες, ώστε να μην υπάρξουν αδικίες). Είχαμε αποφασίσει να δουλεύει ο καθένας μας όταν μπορεί και ότι είναι καλό να είμαστε όσο το δυνατόν περισσότεροι κάθε φορά που θα εκτελούμε μια εργασία. Γιατί εκτός από τη βελτιωμένη αποδοτικότητα της συλλογικής δουλειάς, υπάρχει και το ευχάριστο συναίσθημα της παρέας.
Όπως και σε κάθε συγκομιδή, έτσι και ιδιαίτερα με την ελιά που γίνεται αρχές χειμώνα, ενδιαφέρει πολύ ο καιρός. Αν βρέχει ή έχει πολύ αέρα δε μπορείς να τη «γκρεμίσεις» και να τη μαζέψεις. Και αν υπάρξει καθυστέρηση όλο και αυξάνει ο κίνδυνος να έχουμε ζημιά στη παραγωγή, ιδίως αν φυσήξει δυνατά κάποιες μέρες. Τότε οι ελιές πέφτουν όχι στα «πανιά» αλλά στο έδαφος, και αν μαζέψεις την «πεσιά», από τη μια χρειάζεσαι πολύ χρόνο, από την άλλη πέφτει η ποιότητα του καρπού και ανεβαίνει η οξύτητα του λαδιού. Είναι καλό λοιπόν να ξεκινά νωρίς η συγκομιδή, ώστε ο κίνδυνος του κακού καιρού να ελαχιστοποιείται. Η πρώιμη συγκομιδή της ελιάς έχει και κάποια άλλα πλεονεκτήματα: το «αγουρέλαιο» είναι σχεδόν θεραπευτικό γιατί περιέχει πολλές βιταμίνες και αντιοξειδωτικά[1] και προτιμάται από πολλούς «ψαγμένους» καταναλωτές. Επίσης αν απαλλαγούν γρήγορα τα δένδρα από τον καρπό, δεν εξαντλούνται και έτσι θα έχουν καλή παραγωγή και τον επόμενο χρόνο. Η πείρα έχει δείξει ότι η πρώιμη συγκομιδή ξεπερνά σε ένα βαθμό(μαζί με καλές πρακτικές «ραβδισμού») το πρόβλημα της καρποφορίας ανά δύο χρόνια[2]. Χρειάζεται επομένως να εναρμονισθεί η εργασία κατά τη συγκομιδή ανάλογα με τον καιρό και όχι ανάλογα του πότε μπορεί το κάθε μέλος. Για αυτό χρειάζεται ιδιαίτερος προγραμματισμός του ελεύθερου χρόνου από τον καθένα, ώστε να εξασφαλισθεί η μεγαλύτερη δυνατή διαθεσιμότητα την περίοδο αυτή. Και δεν είναι δυνατόν να γίνεται το «συνεργείο», μόνο τις ημέρες που μπορούν όλοι, ώστε να ισοκατανέμεται η εργασία. Θα είναι καλό, αν είναι κατάλληλος ο καιρός, να γίνεται το συνεργείο από αυτούς που μπορούν, ώστε να μην υπάρξει ζημιά στην παραγωγή. Όσο μεγαλύτερο είναι το σύνολο της παραγωγής τόσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμητής στον λόγο επιμερισμού, άρα και τόσο μεγαλύτερο το «κομμάτι» της παραγωγής που θα αντιστοιχεί στον καθένα, αν και αυτό εξαρτάται και από τις ώρες εργασίας του καθένα. Για αυτό το κάθε μέλος θα πρέπει να φροντίζει και για τους δύο παράγοντες: και για τη μεγιστοποίηση της παραγωγής και για τη μεγιστοποίηση των ωρών εργασίας του, αν θέλει μεγάλο κομμάτι της «πίτας». Όποιος δε μπορεί να το κάνει αυτό δε θα πρέπει να παραπονείται αν μπορούν να το κάνουν οι υπόλοιποι. Από μια ελαχιστοποίηση της παραγωγής δεν ευνοείται κανένας.
Η συνέλευση βέβαια μπορεί να αποφασίσει να εκφράσει την αλληλεγγύη της προς κάποιο ή κάποια μέλη που για κάποιους αποδεκτούς λόγους δε μπόρεσαν να συμμετάσχουν στις εργασίες, για να έχουν αρκετό για τις ανάγκες τους λάδι και εισόδημα και να μη στέκεται μόνο στον ισομερισμό. Αλλοίμονο αν δε μπορεί να εκφρασθεί η αλληλεγγύη στα πλαίσια ενός τέτοιου εγχειρήματος. Αλλά αυτό εξαρτάται από την περίπτωση και τις δυνατότητες. Δε μπορεί να γίνεται όμως μη δίκαιη κατανομή, αφού η συλλογική αρχική συμφωνία ήταν ο επιμερισμός του πλεονάσματος με βάση τις ώρες εργασίας.
Σε κάθε περίπτωση δεν μπορούμε να σκεφτόμαστε με όρους «μισθωτής εργασίας». Η αυτοδιαχειριζόμενη εργασία ενδιαφέρεται και για την ποσότητα και για την ποιότητα της παραγωγής, αφού δεν υπάρχει εκμετάλλευση της υπεραξίας της από κάποιον εργοδότη, αλλά επιστροφή αυτής της υπεραξίας στους κατόχους της εργατικής δύναμης.
Στην περίπτωσή μας δεν λειτούργησαν σε ικανοποιητικό βαθμό όλες οι παραπάνω προθέσεις μας και θα είναι καλό να γίνεται μια συλλογική εκτίμηση, μαζί με την αντίστοιχη κριτική και αυτοκριτική κάθε μέλους.
1. Δείτε το άρθρο μας για το αγουρέλαιο ή πρωτόλαδο στο http://www.topikopoiisi.com/3/post/2013/01/51.html
[2] Το όφελος φυσικά έχει να κάνει και με τις τιμές καθώς το «πρωτόλαδο» πωλείται σε τιμή καλύτερη από ό,τι το συμβατικό λάδι. Επίσης πέρα από την τιμή ο παραγωγός δεν χάνει εισόδημα από το να του πέσουν οι ελιές κάτω, καθώς τις μαζεύει αρκετά νωρίς. Ακόμη ραβδίζοντας νωρίς, το δέντρο επανέρχεται πιο γρήγορα, αφού έχει περίπου 6 μήνες ξεκούραση και έτσι την εποχή της καρπόδεσης τον Μάιο μπορεί να δώσει και πάλι μια καλή παραγωγή για την επόμενη χρονιά.