Ξεκίνησαν πριν από λίγο καιρό οι επίσημες διαπραγματεύσεις που αφορούν το ολοένα και πιο σημαντικό παγκόσμιο εμπόριο των αποκαλούμενων «πράσινων αγαθών», δηλαδή των προϊόντων και των τεχνολογιών που θεωρούνται ευεργετικά για το περιβάλλον, καθώς και για την καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος.
Στις συνομιλίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), συμμετέχουν 13 χώρες- μεταξύ των οποίων οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Κίνα, η Αυστραλία, η Ιαπωνία- που αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 90% του υπάρχοντος εμπορίου πράσινων προϊόντων( όπως είναι οι ηλιακοί συλλέκτες, οι ανεμογεννήτριες ή τα φίλτρα επεξεργασίας λυμάτων). Υπάρχει όμως σημαντική σύγχυση γύρω από την προοπτική των συνομιλιών. Οι περιβαλλοντικές ομάδες εκφράζουν έντονο σκεπτικισμό για την όλη διαδικασία.
«Από την πλευρά μας, νομίζουμε ότι η αύξηση του εμπορίου και της χρήσης των επωφελών για το περιβάλλον προϊόντων είναι εξαιρετικά σημαντική. Αλλά έχουμε πολύ σοβαρές ανησυχίες σχετικά με την προσέγγιση που γίνεται από τον ΠΟΕ», λέει η Ιλάνα Σόλομον, διευθύντρια του Προγράμματος Εμπορίου στη Sierra Club, μια από τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές οργανώσεις στις ΗΠΑ. «Αυτή η προσέγγιση αφορά την κατάργηση των δασμών σε έναν κατάλογο προϊόντων που υποτίθεται ότι είναι επωφελή για το περιβάλλον. Όμως, δεν υπάρχει ορισμός τού τι είναι στην πραγματικότητα “περιβαλλοντικά καλό” και πολλά από τα προϊόντα που εξετάζονται είναι στην πραγματικότητα επιβλαβή για το περιβάλλον».
Οι εκπρόσωποι των παραπάνω χωρών ξεκίνησαν με μια λίστα 54 κατηγοριών προϊόντων, που συμφωνήθηκε το 2012 στο Φόρουμ Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας – Ειρηνικού (APEC). Επιδιώκουν να μειώσουν τους δασμούς για τα προϊόντα αυτά σε λιγότερο από 5% από το 2015. Η λίστα περιλαμβάνει πολλά προϊόντα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν και με αρνητικό για το περιβάλλον τρόπο, όπως π.χ. αποτεφρωτήρες αποβλήτων, συσκευές φυγοκέντρησης, αεριοστρόβιλοι, συμπιεστές λάσπης και μια ποικιλία τεχνικών μηχανημάτων.
Το ενδιαφέρον φυσικά των κυβερνήσεων των βιομηχανικών χωρών που συμμετέχουν έχει να κάνει με προϊόντα των εταιρειών αυτών των χωρών και επιδιώκουν την ενίσχυση των εξαγωγών τους για μεγιστοποίηση κερδών και λιγότερο για την προστασία του περιβάλλοντος και του κλίματος. Αυτό φαίνεται καθαρά στη στάση των ΗΠΑ, που ενώ δεν δέχεται τις προτάσεις και τα μέτρα που πρέπει να πάρουν οι κυβερνήσεις, τα οποία προτείνει η επιτροπή του ΟΗΕ για την αποφυγή της κλιματικής αλλαγής, επιδιώκει την ενίσχυση των εξαγωγών των εταιρειών της.
Σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις, η αξία αυτής της «πράσινης αγοράς» διπλασιάστηκε μεταξύ 2007-2011 και διαμορφώθηκε σε περίπου ένα τρισεκατομμύριο δολάρια πέρυσι. Το μερίδιο των ΗΠΑ έχει αυξηθεί κατά 8% ετησίως από το 2009 και ανήλθε σε περίπου 106 δισ. δολάρια το περασμένο χρόνο. Σχεδόν 50 μεγάλες επιχειρηματικές ομάδες και επαγγελματικές ενώσεις ζήτησαν από τους διαπραγματευτές του ΠΟΕ να «υποστηρίξουν σθεναρά» τις προσπάθειες, ελπίζοντας ότι μια συμφωνία γύρω από τα περιβαλλοντικά αγαθά θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν καταλύτης για την ευρύτερη απελευθέρωση των δασμών και σε άλλες κατηγορίες προϊόντων.
Το ποια προϊόντα δικαιούνται τον τίτλο των «πράσινων αγαθών» εξακολουθεί να αποτελεί ένα μεγάλο ζητούμενο: «Καθώς οι συνομιλίες βρίσκονται σε εξέλιξη, θα χρειαστεί μια πλήρης εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των προϊόντων στον υπό εξέταση κατάλογο. Και δεν μπορεί να είναι μόνο οι τελικές χρήσεις που αφορούν τα προϊόντα που εξετάζονται, αλλά το σύνολο του κύκλου ζωής και των επιπτώσεών τους στο περιβάλλον» επισημαίνει η Σόλομον.
Από τη μεριά μας -σε αντίθεση με κάποιες περιβαλλοντικές οργανώσεις-εκφράζουμε την άποψη ότι: η «πράσινη ανάπτυξη» και η αγορά δεν μπορεί να δώσει τη λύση στο οικολογικό πρόβλημα και την επερχόμενη «κλιματική καταστροφή». Ακόμα και ένα μεγάλο μέρος του κεφαλαίου να μετατραπεί σε «πράσινο» και να παράγει «πράσινα προϊόντα», από τη στιγμή που θα επιδιώκει τη μεγιστοποίηση του κέρδους του μέσω της παγκοσμιοποιημένης αγοράς, το μόνο που πιθανά θα μπορέσει να καταφέρει είναι να δώσει μια περιορισμένη «παράταση» χρόνου στην όξυνση της οικολογικής κρίσης( διαβάστε την ανάλυσή μας αυτή στο κείμενό μας για το βιοκεφάλαιο: http://www.topikopoiisi.com/theta941sigmaepsiloniotasigmaf/august-24th-2012)
Στις συνομιλίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), συμμετέχουν 13 χώρες- μεταξύ των οποίων οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Κίνα, η Αυστραλία, η Ιαπωνία- που αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 90% του υπάρχοντος εμπορίου πράσινων προϊόντων( όπως είναι οι ηλιακοί συλλέκτες, οι ανεμογεννήτριες ή τα φίλτρα επεξεργασίας λυμάτων). Υπάρχει όμως σημαντική σύγχυση γύρω από την προοπτική των συνομιλιών. Οι περιβαλλοντικές ομάδες εκφράζουν έντονο σκεπτικισμό για την όλη διαδικασία.
«Από την πλευρά μας, νομίζουμε ότι η αύξηση του εμπορίου και της χρήσης των επωφελών για το περιβάλλον προϊόντων είναι εξαιρετικά σημαντική. Αλλά έχουμε πολύ σοβαρές ανησυχίες σχετικά με την προσέγγιση που γίνεται από τον ΠΟΕ», λέει η Ιλάνα Σόλομον, διευθύντρια του Προγράμματος Εμπορίου στη Sierra Club, μια από τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές οργανώσεις στις ΗΠΑ. «Αυτή η προσέγγιση αφορά την κατάργηση των δασμών σε έναν κατάλογο προϊόντων που υποτίθεται ότι είναι επωφελή για το περιβάλλον. Όμως, δεν υπάρχει ορισμός τού τι είναι στην πραγματικότητα “περιβαλλοντικά καλό” και πολλά από τα προϊόντα που εξετάζονται είναι στην πραγματικότητα επιβλαβή για το περιβάλλον».
Οι εκπρόσωποι των παραπάνω χωρών ξεκίνησαν με μια λίστα 54 κατηγοριών προϊόντων, που συμφωνήθηκε το 2012 στο Φόρουμ Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας – Ειρηνικού (APEC). Επιδιώκουν να μειώσουν τους δασμούς για τα προϊόντα αυτά σε λιγότερο από 5% από το 2015. Η λίστα περιλαμβάνει πολλά προϊόντα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν και με αρνητικό για το περιβάλλον τρόπο, όπως π.χ. αποτεφρωτήρες αποβλήτων, συσκευές φυγοκέντρησης, αεριοστρόβιλοι, συμπιεστές λάσπης και μια ποικιλία τεχνικών μηχανημάτων.
Το ενδιαφέρον φυσικά των κυβερνήσεων των βιομηχανικών χωρών που συμμετέχουν έχει να κάνει με προϊόντα των εταιρειών αυτών των χωρών και επιδιώκουν την ενίσχυση των εξαγωγών τους για μεγιστοποίηση κερδών και λιγότερο για την προστασία του περιβάλλοντος και του κλίματος. Αυτό φαίνεται καθαρά στη στάση των ΗΠΑ, που ενώ δεν δέχεται τις προτάσεις και τα μέτρα που πρέπει να πάρουν οι κυβερνήσεις, τα οποία προτείνει η επιτροπή του ΟΗΕ για την αποφυγή της κλιματικής αλλαγής, επιδιώκει την ενίσχυση των εξαγωγών των εταιρειών της.
Σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις, η αξία αυτής της «πράσινης αγοράς» διπλασιάστηκε μεταξύ 2007-2011 και διαμορφώθηκε σε περίπου ένα τρισεκατομμύριο δολάρια πέρυσι. Το μερίδιο των ΗΠΑ έχει αυξηθεί κατά 8% ετησίως από το 2009 και ανήλθε σε περίπου 106 δισ. δολάρια το περασμένο χρόνο. Σχεδόν 50 μεγάλες επιχειρηματικές ομάδες και επαγγελματικές ενώσεις ζήτησαν από τους διαπραγματευτές του ΠΟΕ να «υποστηρίξουν σθεναρά» τις προσπάθειες, ελπίζοντας ότι μια συμφωνία γύρω από τα περιβαλλοντικά αγαθά θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν καταλύτης για την ευρύτερη απελευθέρωση των δασμών και σε άλλες κατηγορίες προϊόντων.
Το ποια προϊόντα δικαιούνται τον τίτλο των «πράσινων αγαθών» εξακολουθεί να αποτελεί ένα μεγάλο ζητούμενο: «Καθώς οι συνομιλίες βρίσκονται σε εξέλιξη, θα χρειαστεί μια πλήρης εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των προϊόντων στον υπό εξέταση κατάλογο. Και δεν μπορεί να είναι μόνο οι τελικές χρήσεις που αφορούν τα προϊόντα που εξετάζονται, αλλά το σύνολο του κύκλου ζωής και των επιπτώσεών τους στο περιβάλλον» επισημαίνει η Σόλομον.
Από τη μεριά μας -σε αντίθεση με κάποιες περιβαλλοντικές οργανώσεις-εκφράζουμε την άποψη ότι: η «πράσινη ανάπτυξη» και η αγορά δεν μπορεί να δώσει τη λύση στο οικολογικό πρόβλημα και την επερχόμενη «κλιματική καταστροφή». Ακόμα και ένα μεγάλο μέρος του κεφαλαίου να μετατραπεί σε «πράσινο» και να παράγει «πράσινα προϊόντα», από τη στιγμή που θα επιδιώκει τη μεγιστοποίηση του κέρδους του μέσω της παγκοσμιοποιημένης αγοράς, το μόνο που πιθανά θα μπορέσει να καταφέρει είναι να δώσει μια περιορισμένη «παράταση» χρόνου στην όξυνση της οικολογικής κρίσης( διαβάστε την ανάλυσή μας αυτή στο κείμενό μας για το βιοκεφάλαιο: http://www.topikopoiisi.com/theta941sigmaepsiloniotasigmaf/august-24th-2012)