Θα πληρώνουμε αντιοικολιγικές επιλογές δεκαετιών;
Το ζητούμενο είναι η κοινωνικά δίκαιη και περιβαλλοντικά υπεύθυνη τιμολόγηση του ηλεκτρισμού ως απαραίτητου κοινωνικά παραγόμενου αγαθού.
Οι αναμενόμενες αυξήσεις είναι αποτέλεσμα της εμμονής ΔΕΗ και των μέχρι τώρα κυβερνήσεων σ' ένα σπάταλο και ρυπογόνο ενεργειακό μοντέλο βασισμένο στο βρώμικο λιγνίτη και το μαζούτ. Μια εμμονή που υπονόμευσε τον έγκαιρο σχεδιασμό μετάβασης σ' ένα σύστημα ηλεκτρισμού με πυλώνες την εξοικονόμηση και την αποκεντρωμένη παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές.
Ακόμα και τα τελευταία χρόνια που ήταν γνωστό πως από 01.01.2013 θα καταργείτο η δωρεάν εκπομπή CO2 από μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, δεν έγινε κανένας ουσιαστικά σχεδιασμός για σταδιακή απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα με ορίζοντα το 2050. Αξίζει να τονιστεί πως αν η ΕΕ είχε υιοθετήσει πραγματικά φιλόδοξες πολιτικές για το κλίμα, η οικονομική επιβάρυνση στις σημερινές εκπομπές της ΔΕΗ θα ήταν κατά εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ το χρόνο υψηλότερη.
Η κυβέρνηση με τις επιλογές της συνεχίζει να επιβαρύνει τους καταναλωτές με 700 εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο για την ηλεκτροδότηση των νησιών με εισαγόμενο πετρέλαιο και με άλλα 200 εκατομμύρια για την απευθείας επιδότηση των ζημιογόνων μονάδων Φυσικού Αερίου. Την ίδια στιγμή, η ΔΕΗ επικεντρώνεται στη κατασκευή δύο νέων μεγάλων λιγνιτικών μονάδων, ενώ σχέδια για εγκατάσταση μεγάλων φωτοβολταϊκών πάρκων στα εξαντλημένα λιγνιτωρυχεία της Κοζάνης και της Αρκαδίας εγκαταλείπονται.
Η επιστροφή στο λιγνίτη δεν φαίνεται να βρίσκει αντιστάσεις ούτε από την ελληνική Αριστερά που επιλέγει να ταυτίζεται με το συνδικαλιστικό κατεστημένο στη ΔΕΗ και να αποσιωπά το γεγονός ότι οι υψηλές εκπομπές CO2 των μονάδων της ΔΕΗ, μας στοιχίζουν ακριβά.
Δυστυχώς, η παραδοσιακή εμμονή υπέρ του λιγνίτη και του μαζούτ φαίνεται πως μετατρέπεται τελευταία και σε εμμονή εναντίον των ΑΠΕ και της διεθνούς υπευθυνότητας της χώρας σε σχέση με την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Αυτό φαίνεται από τα πρόσφατα μέτρα-ταφόπλακα για τις ΑΠΕ και από τις επίσημες συζητήσεις για μείωση των εθνικών στόχων για την προστασία του κλίματος.
Στην ουσία η φτηνότερη και καθαρότερη ενέργεια είναι η ενέργεια που δεν καταναλώνουμε. Πλήθος μελετών αλλά και η διεθνής εμπειρία δείχνει πως φιλόδοξα μέτρα και πολιτικές για εξοικονόμηση ενέργειας και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στα χέρια των πολιτών και των τοπικών κοινωνιών, μειώνουν το συνολικό κόστος της ενεργειακής τροφοδοσίας, ενώ ταυτόχρονα προστατεύουν περιβάλλον και δημόσια υγεία, μειώνουν την εκροή συναλλάγματος για εισαγόμενα καύσιμα και δημιουργούν θέσεις εργασίας αλλά και πρόσθετο εισόδημα για νοικοκυριά που επενδύουν σε κοινωνικές επιχειρήσεις παραγωγής από ΑΠΕ.
Με φόντο την οικολογική, οικονομική και κοινωνική κρίση στη χώρα είναι δυο φορές απαραίτητο να αντιμετωπιστεί και το φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας που αφορά τόσο τις δαπάνες για θέρμανση όσο -πλέον- και εκείνες για τον ηλεκτρισμό. Το κοινωνικό τιμολόγιο θα πρέπει να διευρυνθεί ώστε να καλύπτει το πιο ευάλωτο 1/3 των νοικοκυριών της χώρας με ισοδύναμη επιβάρυνση όσων επιχειρήσεων και νοικοκυριών καταναλώνουν υπερβολικά.
Παράλληλα, τμήμα των εσόδων από τον ειδικό φόρο στο πετρέλαιο θέρμανσης όπως και τα ποσά που δαπανώνται σήμερα για "επίδομα θέρμανσης" θα έπρεπε να διοχετεύονται και ως "επίδομα μόνωσης" για την άμεση ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών σε ορεινές περιοχές και φτωχές γειτονιές των πόλεων.
Στο μεταξύ η ΔΕΗ αποφάσισε να καλύψει εξ ολοκλήρου τις ανάγκες σε νερό των ΑΗΣ Αμυνταίου και Πτολεμαΐδας από τη λίμνη Πολυφύτου που τροφοδοτείται από τον ποταμό Αλιάκμονα. Αυτό σημαίνει αύξηση της ποσότητας που η ΔΕΗ αντλεί από τον Αλιάκμονα από τα 55.000.000 στα 72.000.000 κυβικά μέτρα νερού το χρόνο. Επίσης, ο Αλιάκμονας επιβαρύνεται επιπλέον από τα υπάρχοντα 4 μεγάλα υδροηλεκτρικά φράγματα της ΔΕΗ συνολικής ισχύος 922 ΜW, η οποία προσεγγίζει περίπου το 1/3 της συνολικά εγκατεστημένης υδροηλεκτρικής ισχύος της χώρας. Μάλιστα η χρήση αυτή του Αλιάκμονα ξεκινά πολλά χρόνια πίσω. Η ΔΕΗ στράφηκε στον Αλιάκμονα για τις ανάγκες υδροδότησης των λιγνιτικών σταθμών αρχικά το 1997 αφού εξαντλήθηκαν τα υδατικά αποθέματα της λίμνης Βεγορίτιδας, η στάθμη της οποίας κατέβηκε κατά 32,5 μέτρα από το 1955 έως το 2002 ως αποτέλεσμα της χρήσης και από τη ΔΕΗ. Όμως, η επιλογή αυτή συνοδεύτηκε και από σημαντικό επιπλέον κόστος καθώς ο Αλιάκμονας είναι περίπου 60 χλμ μακριά από τον ΑΗΣ Αμυνταίου με τον οποίο έχει αρνητική υψομετρική διαφορά 390 μέτρων, πράγμα που επιβαρύνει οικονομικά τη μεταφορά νερού λόγω του κόστους των αγωγών αλλά και των λειτουργικών δαπανών των αντλιοστασίων.
Έχει δικαίωμα η ΔΕΗ να αποφασίζει για τον Αλιάκμονα χωρίς Σχέδιο Διαχείρισης της Λεκάνης Απορροής του; Ακόμα και η Οδηγία-Πλαίσιο της Ε.Ε. για τα Νερά (ΟΠΥ, 2000/60/ΕΚ) απαιτεί να διασφαλισθεί η καλή κατάσταση όλων των υδάτων μέχρι το 2015. Απαιτεί δηλαδή να καθορισθούν από τις ελληνικές αρχές τα ενδεδειγμένα μέτρα και σχέδιο διαχείρισης της λεκάνης απορροής και του Αλιάκμονα (δήλωση του επιτρόπου Potočnik). Η ΔΕΗ-που πρόκειται να ιδιωτικοποιηθεί-αποφασίζει μόνη της για τη χρήση ενός άλλου κοινού αγαθού, όπως είναι το νερό.
Όπως και για το ρεύμα έτσι και για την ανορθολογική χρήση των νερών του ποταμού Αλιάκμονα για την τροφοδοσία των λιγνιτικών σταθμών της, αποφασίζει σαν ανώνυμη εταιρεία που της ανήκουν τα νερά του. Πρέπει όμως να γίνει σαφές στους πολίτες αυτής της χώρας ότι η αυθαιρεσία σε βάρος και του περιβάλλοντος και των φυσικών-κοινωνικών αγαθών, είναι αυθαιρεσία σε βάρος όλων μας και ιδιαίτερα των μελλοντικών γενεών.
Το ζητούμενο είναι η κοινωνικά δίκαιη και περιβαλλοντικά υπεύθυνη τιμολόγηση του ηλεκτρισμού ως απαραίτητου κοινωνικά παραγόμενου αγαθού.
Οι αναμενόμενες αυξήσεις είναι αποτέλεσμα της εμμονής ΔΕΗ και των μέχρι τώρα κυβερνήσεων σ' ένα σπάταλο και ρυπογόνο ενεργειακό μοντέλο βασισμένο στο βρώμικο λιγνίτη και το μαζούτ. Μια εμμονή που υπονόμευσε τον έγκαιρο σχεδιασμό μετάβασης σ' ένα σύστημα ηλεκτρισμού με πυλώνες την εξοικονόμηση και την αποκεντρωμένη παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές.
Ακόμα και τα τελευταία χρόνια που ήταν γνωστό πως από 01.01.2013 θα καταργείτο η δωρεάν εκπομπή CO2 από μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, δεν έγινε κανένας ουσιαστικά σχεδιασμός για σταδιακή απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα με ορίζοντα το 2050. Αξίζει να τονιστεί πως αν η ΕΕ είχε υιοθετήσει πραγματικά φιλόδοξες πολιτικές για το κλίμα, η οικονομική επιβάρυνση στις σημερινές εκπομπές της ΔΕΗ θα ήταν κατά εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ το χρόνο υψηλότερη.
Η κυβέρνηση με τις επιλογές της συνεχίζει να επιβαρύνει τους καταναλωτές με 700 εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο για την ηλεκτροδότηση των νησιών με εισαγόμενο πετρέλαιο και με άλλα 200 εκατομμύρια για την απευθείας επιδότηση των ζημιογόνων μονάδων Φυσικού Αερίου. Την ίδια στιγμή, η ΔΕΗ επικεντρώνεται στη κατασκευή δύο νέων μεγάλων λιγνιτικών μονάδων, ενώ σχέδια για εγκατάσταση μεγάλων φωτοβολταϊκών πάρκων στα εξαντλημένα λιγνιτωρυχεία της Κοζάνης και της Αρκαδίας εγκαταλείπονται.
Η επιστροφή στο λιγνίτη δεν φαίνεται να βρίσκει αντιστάσεις ούτε από την ελληνική Αριστερά που επιλέγει να ταυτίζεται με το συνδικαλιστικό κατεστημένο στη ΔΕΗ και να αποσιωπά το γεγονός ότι οι υψηλές εκπομπές CO2 των μονάδων της ΔΕΗ, μας στοιχίζουν ακριβά.
Δυστυχώς, η παραδοσιακή εμμονή υπέρ του λιγνίτη και του μαζούτ φαίνεται πως μετατρέπεται τελευταία και σε εμμονή εναντίον των ΑΠΕ και της διεθνούς υπευθυνότητας της χώρας σε σχέση με την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Αυτό φαίνεται από τα πρόσφατα μέτρα-ταφόπλακα για τις ΑΠΕ και από τις επίσημες συζητήσεις για μείωση των εθνικών στόχων για την προστασία του κλίματος.
Στην ουσία η φτηνότερη και καθαρότερη ενέργεια είναι η ενέργεια που δεν καταναλώνουμε. Πλήθος μελετών αλλά και η διεθνής εμπειρία δείχνει πως φιλόδοξα μέτρα και πολιτικές για εξοικονόμηση ενέργειας και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στα χέρια των πολιτών και των τοπικών κοινωνιών, μειώνουν το συνολικό κόστος της ενεργειακής τροφοδοσίας, ενώ ταυτόχρονα προστατεύουν περιβάλλον και δημόσια υγεία, μειώνουν την εκροή συναλλάγματος για εισαγόμενα καύσιμα και δημιουργούν θέσεις εργασίας αλλά και πρόσθετο εισόδημα για νοικοκυριά που επενδύουν σε κοινωνικές επιχειρήσεις παραγωγής από ΑΠΕ.
Με φόντο την οικολογική, οικονομική και κοινωνική κρίση στη χώρα είναι δυο φορές απαραίτητο να αντιμετωπιστεί και το φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας που αφορά τόσο τις δαπάνες για θέρμανση όσο -πλέον- και εκείνες για τον ηλεκτρισμό. Το κοινωνικό τιμολόγιο θα πρέπει να διευρυνθεί ώστε να καλύπτει το πιο ευάλωτο 1/3 των νοικοκυριών της χώρας με ισοδύναμη επιβάρυνση όσων επιχειρήσεων και νοικοκυριών καταναλώνουν υπερβολικά.
Παράλληλα, τμήμα των εσόδων από τον ειδικό φόρο στο πετρέλαιο θέρμανσης όπως και τα ποσά που δαπανώνται σήμερα για "επίδομα θέρμανσης" θα έπρεπε να διοχετεύονται και ως "επίδομα μόνωσης" για την άμεση ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών σε ορεινές περιοχές και φτωχές γειτονιές των πόλεων.
Στο μεταξύ η ΔΕΗ αποφάσισε να καλύψει εξ ολοκλήρου τις ανάγκες σε νερό των ΑΗΣ Αμυνταίου και Πτολεμαΐδας από τη λίμνη Πολυφύτου που τροφοδοτείται από τον ποταμό Αλιάκμονα. Αυτό σημαίνει αύξηση της ποσότητας που η ΔΕΗ αντλεί από τον Αλιάκμονα από τα 55.000.000 στα 72.000.000 κυβικά μέτρα νερού το χρόνο. Επίσης, ο Αλιάκμονας επιβαρύνεται επιπλέον από τα υπάρχοντα 4 μεγάλα υδροηλεκτρικά φράγματα της ΔΕΗ συνολικής ισχύος 922 ΜW, η οποία προσεγγίζει περίπου το 1/3 της συνολικά εγκατεστημένης υδροηλεκτρικής ισχύος της χώρας. Μάλιστα η χρήση αυτή του Αλιάκμονα ξεκινά πολλά χρόνια πίσω. Η ΔΕΗ στράφηκε στον Αλιάκμονα για τις ανάγκες υδροδότησης των λιγνιτικών σταθμών αρχικά το 1997 αφού εξαντλήθηκαν τα υδατικά αποθέματα της λίμνης Βεγορίτιδας, η στάθμη της οποίας κατέβηκε κατά 32,5 μέτρα από το 1955 έως το 2002 ως αποτέλεσμα της χρήσης και από τη ΔΕΗ. Όμως, η επιλογή αυτή συνοδεύτηκε και από σημαντικό επιπλέον κόστος καθώς ο Αλιάκμονας είναι περίπου 60 χλμ μακριά από τον ΑΗΣ Αμυνταίου με τον οποίο έχει αρνητική υψομετρική διαφορά 390 μέτρων, πράγμα που επιβαρύνει οικονομικά τη μεταφορά νερού λόγω του κόστους των αγωγών αλλά και των λειτουργικών δαπανών των αντλιοστασίων.
Έχει δικαίωμα η ΔΕΗ να αποφασίζει για τον Αλιάκμονα χωρίς Σχέδιο Διαχείρισης της Λεκάνης Απορροής του; Ακόμα και η Οδηγία-Πλαίσιο της Ε.Ε. για τα Νερά (ΟΠΥ, 2000/60/ΕΚ) απαιτεί να διασφαλισθεί η καλή κατάσταση όλων των υδάτων μέχρι το 2015. Απαιτεί δηλαδή να καθορισθούν από τις ελληνικές αρχές τα ενδεδειγμένα μέτρα και σχέδιο διαχείρισης της λεκάνης απορροής και του Αλιάκμονα (δήλωση του επιτρόπου Potočnik). Η ΔΕΗ-που πρόκειται να ιδιωτικοποιηθεί-αποφασίζει μόνη της για τη χρήση ενός άλλου κοινού αγαθού, όπως είναι το νερό.
Όπως και για το ρεύμα έτσι και για την ανορθολογική χρήση των νερών του ποταμού Αλιάκμονα για την τροφοδοσία των λιγνιτικών σταθμών της, αποφασίζει σαν ανώνυμη εταιρεία που της ανήκουν τα νερά του. Πρέπει όμως να γίνει σαφές στους πολίτες αυτής της χώρας ότι η αυθαιρεσία σε βάρος και του περιβάλλοντος και των φυσικών-κοινωνικών αγαθών, είναι αυθαιρεσία σε βάρος όλων μας και ιδιαίτερα των μελλοντικών γενεών.