Ένα άρθρο* από τον Stefan Sauer στη γερμανική εφημερίδα FrankfurterRundschau
Η ανθρωπότητα πλσιάζει πιο κοντά. Τέσσερις στους πέντε Βορειοαμερικάνους ζουν σήμερα στις πόλεις, στην Ευρώπη δε τα τρία-τέταρτα των πολιτών. Σε 30 χρόνια, θα έχει προκύψει μια παρόμοια διανομή πληθυσμού μεταξύ αστικών και αγροτικών περιοχών στην Ασία, τη Νότια Αμερική και την Αφρική. Αναμένεται ότι μέχρι το 2050, τα 6.3 δισεκατομμύρια άνθρωποι από τα τότε αναμενόμενα εννέα δις. στη Γη, θα ζουν σε πόλεις. Πριν από 250 χρόνια μόνον 30 εκατομμύρια από το τότε ένα δισεκατομμύριο παγκόσμιο πληθυσμό κατοικούσαν σε πόλη.
Η γη γίνεται θυελλώδης. Στη μετακίνηση προς στις πόλεις θα πρέπει να προστεθεί μια δεύτερη παγκόσμια αλλαγή: αυτή του κλίματος. Θα υπάρξουν περισσότερες καταιγίδες, τυφώνες, υπερτυφώνες και κυκλώνες, που θα καταστρέφουν περιοχές της στεριάς και θα προκαλούν πλημμύρες. Ακραίες βροχοπτώσεις θα πλημμυρίζουν οικισμούς και χωράφια, κατολισθήσεις θα απειλούν χωριά και πόλεις. Ο κίνδυνος από φυσικές(;) καταστροφές θα αυξάνεται, απώλειες δισεκατομμυρίων δολαρίων έχουν προγραμματιστεί.
Ποιες είναι οι συνέπειες από τις δύο μεγάλες τάσεις, της κλιματικής αλλαγής και της αστικοποίησης σε συνδυασμό, για την ασφάλεια των ανθρώπων; Αυτή την ερώτηση πάει να απαντήσει η Παγκόσμια Έκθεση Κινδύνων 2014, η οποία παρουσιάστηκε πρόσφατα από την Συμμαχία "Ανάπτυξη βοηθάει"(„Entwicklung Hilft“ ), στο Βερολίνο. Η συμμαχία αποτελείται από επτά φιλανθρωπικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων των Ψωμί για τον Κόσμο(Brot für die Welt), Παιδική Αρωγή Έκτακτης Ανάγκης(Kindernothilfe) και Misereor.
Η απάντηση είναι διττή. Η ζωή στην πόλη μπορεί να μειώσει σημαντικά την τρωτότητα των ανθρώπων σε φυσικά φαινόμενα - ή ακόμη και να την αυξήσει δραματικά. Όλα εξαρτώνται από την πόλη και το περιβάλλον της.
Στις ιδιαίτερα αναπτυγμένες περιοχές του κόσμου, οι οποίες περιλαμβάνουν τη Βόρεια Αμερική και πολλά μέρη της Ευρώπης και της Ανατολικής Ασίας, η ζωή στην πόλη προσφέρει καλύτερη προστασία από τις καιρικές συνθήκες και τις πλημμύρες, από ό,τι στις αγροτικές περιοχές. Φράγματα, συστήματα πυροπροστασίας και σταθερά κτίρια έχουν το μερίδιό τους σε αυτό. Ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι υπάρχουν νοσοκομεία κοντά σε περιοχές κατοικίας, πυροσβεστικές υπηρεσίες, υπηρεσίες διάσωσης και υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης. Μια καλά αναπτυγμένη κυκλοφοριακή υποδομή και λειτουργούντα συστήματα μεταφορών συμπληρώνουν τα υπόλοιπα, για να αντεπεξέλθουν οι κάτοικοι καλύτερα στις συνέπειες των φυσικών καταστροφών από ό, τι σε απομακρυσμένες περιοχές.
Εντελώς διαφορετική είναι η κατάσταση στις πόλεις, όπου όλα αυτά λείπoυν, πιο συγκεκριμένα: όπου η πλειοψηφία των ανθρώπων δεν έχει πρόσβαση σε ασφαλές νερό και υπηρεσίες υγείας. Αυτό επηρεάζει όλες σχεδόν τις μητροπόλεις στις αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες χώρες, στην Αφρική, τη Νότια Αμερική και την Ασία – δηλαδή εκεί που ακριβώς ο αστικός πληθυσμός αυξάνεται ταχύτερα. Μόνο στην Ασία και την Αφρική, ο αστικός πληθυσμός, σύμφωνα με τις προβλέψεις των Ηνωμένων Εθνών μέχρι το 2050,θα έχει αύξηση κατά 2,15 δισεκατομμύρια ανθρώπους.
Από 171 χώρες που συμπεριλαμβάνει η έκθεση, το νησιωτικό κράτος του Νότιου Ειρηνικού Βανουάτου, λόγω του σοβαρού κινδύνου από πλημμύρες, αντιμετωπίζει τον υψηλότερο κίνδυνο φυσικών καταστροφών, η Γερμανία βρίσκεται στην 147η θέση. Όσο για την επικινδυνότητα που αφορά στον πληθυσμό, άλλες χώρες είναι ψηλά στη λίστα: Στο Αφγανιστάν, την Αϊτή, το Σουδάν, τη Σιέρα Λεόνε, το Μάλι και το Τσαντ στερείται ο πληθυσμός τόσο σε πόρους για να βοηθηθεί αποτελεσματικά σε περίπτωση καταστροφής, όσο και σε μέσα και δυνατότητες μεσοπρόθεσμων κατασκευών διαχείρισης της κρίσης. Ειδικά σε μεγα-πόλεις με περισσότερους από 15 εκατομμύρια κατοίκους συμπυκνώνονται τα προβλήματα. Ένα πρόβλημα κλειδί: η τεράστια μεγέθυνση. Σήμερα, υπάρχουν 13 τέτοιες μεγα-πόλεις, ενώ το 2030 θα είναι 41.
Θανατηφόρα, μοιραία Ανάπτυξη
Η επέκταση των αστικών υποδομών δεν ακολουθεί σε καμία περίπτωση την επέκταση των αστικών περιοχών. Ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι ζουν σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών ήδη σήμερα σε «ανεπίσημους οικισμούς", σε τσίγκινες καλύβες και ξύλινα παραπήγματα, χωρίς πρόσβαση σε ασφαλές πόσιμο νερό και διαχείριση απορριμμάτων, συχνά χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα και γκάζι. Και όταν υπάρχουν δίκτυα, αυτά είναι συχνά πηγή πρόσθετων κινδύνων: σε περίπτωση βλάβης μπορεί να προκαλέσουν εκρήξεις ή πυρκαγιές.
Θανατηφόρα είναι η ταχεία ανάπτυξη επίσης, επειδή οι άνθρωποι καταφεύγουν σε οικιστικές περιοχές, τις οποίες είχαν αποφύγει για χιλιάδες χρόνια λόγω της εκτεθειμένης τους θέση, δηλαδή σε ακτές και δέλτα ποταμών. Ένα παράδειγμα είναι η πρωτεύουσα του Μπαγκλαντές Ντάκα: το 1950 ζούσαν στην πόλη που βρίσκεται στο τεράστιο δέλτα του ποταμού Jamuna 400.000 άνθρωποι. Σήμερα υπάρχουν 15 εκατομμύρια άνθρωποι που υποφέρουν τακτικά από τις πλημμύρες που σχετίζονται με τους μουσώνες. Στο Ρίο ντε Τζανέιρο, από την άλλη, εξαπλώθηκαν παραγκουπόλεις σε περιοχές, οι οποίες διατρέχουν εξαιρετικά υψηλό κίνδυνο κατολισθήσεων.
Επιπλέον, έχουμε και συνέπειες από τον εξοστρακισμό , σε πόλεις όπως η Βομβάη: Για πλούσιες γειτονιές δημιουργούνται περιοχές αναχαίτισης και αναχώματα για την προστασία από τις πλημμύρες. Οι άνθρωποι που ζούσαν μέχρι τότε εκεί πρέπει να μετακομίσουν σε ακόμα πιο ριψοκίνδυνες περιοχές.
Μοιραία, σε αυτό το πλαίσιο, είναι η τάση των κρατικών φορέων και των πολιτικών θεσμών να αγνοούν απλά τους ανεπίσημους οικισμούς - και με αυτό και τους ανθρώπους που ζουν εκεί . Η έκθεσή τους στους κινδύνους δεν είναι καν θέμα συζήτησης. Τα ποσά της βοήθειας ρέουν κανονικά μόνο σε γειτονιές που υπάρχουν επίσημα.
Το Πανεπιστήμιο των Ηνωμένων Εθνών όπως και οι ανθρωπιστικές οργανώσεις που δημοσιοποίησαν την έκθεση WorldRiskReport, απαιτούν αρχικά ένα βασικό: Να γίνει κατανοητό καταρχήν στους ανθρώπους στις παραγκουπόλεις, στις φαβέλες και στους άλλους «ανεπίσημους οικισμούς", η ανάγκη για καταμέτρηση και καταχώρηση, να τους αναγνωρισθούν τα πολιτικά δικαιώματα και να χαρτογραφηθούν οι οικισμοί τους.
Μόνο τότε μπορούν να προγραμματισθούν πλήρως και να δημιουργηθούν υποδομές και έτσι να μειωθούν οι κίνδυνοι για τους ανθρώπους αυτούς.
Μετάφραση του άρθρου δική μας
Σχόλιο δικό μας: είναι βέβαια χαρακτηριστική η στάση των φιλανθρωπικών οργανώσεων της Δύσης-Βορρά, πάντα προσπαθούν «να σβήσουν φωτιές», εκεί που τις ανάβει το σύστημα που τις χρηματοδοτεί. Αντί να κριτικάρουν και να απαιτήσουν αλλαγή στο δυτικό μοντέλο ανάπτυξης και κατανάλωσης που είναι ο βασικός υπεύθυνος για το είδος ανάπτυξης-σαν θανατηφόρο το καταγγέλλουν-και στις χώρες της περιφέρειας, προσπαθούν να απαλύνουν τους κινδύνους που θα μεγιστοποιηθούν π.χ. από την επερχόμενη κλιματική αλλαγή. Ταυτόχρονα προσπαθούν να περάσουν σαν φυσικές καταστροφές, τις ανθρωπογενείς αυτές κοινωνικές και οικολογικές επιπτώσεις.
Από την άλλη αποσιωπούν το γεγονός ότι: H υποσαχάρια Αφρική π.χ. είναι πλούσια σε πετρέλαιο, ορυκτά, ξυλεία, αγροτικά προϊόντα κ.α. Ωστόσο η φτώχεια είναι ανεξέλεγκτη. Ειδικότερα το 48,5% του πληθυσμού ζει με λιγότερα από 1,25 δολ. την ημέρα σύμφωνα με στοιχεία του 2010.
Η ανθρωπότητα πλσιάζει πιο κοντά. Τέσσερις στους πέντε Βορειοαμερικάνους ζουν σήμερα στις πόλεις, στην Ευρώπη δε τα τρία-τέταρτα των πολιτών. Σε 30 χρόνια, θα έχει προκύψει μια παρόμοια διανομή πληθυσμού μεταξύ αστικών και αγροτικών περιοχών στην Ασία, τη Νότια Αμερική και την Αφρική. Αναμένεται ότι μέχρι το 2050, τα 6.3 δισεκατομμύρια άνθρωποι από τα τότε αναμενόμενα εννέα δις. στη Γη, θα ζουν σε πόλεις. Πριν από 250 χρόνια μόνον 30 εκατομμύρια από το τότε ένα δισεκατομμύριο παγκόσμιο πληθυσμό κατοικούσαν σε πόλη.
Η γη γίνεται θυελλώδης. Στη μετακίνηση προς στις πόλεις θα πρέπει να προστεθεί μια δεύτερη παγκόσμια αλλαγή: αυτή του κλίματος. Θα υπάρξουν περισσότερες καταιγίδες, τυφώνες, υπερτυφώνες και κυκλώνες, που θα καταστρέφουν περιοχές της στεριάς και θα προκαλούν πλημμύρες. Ακραίες βροχοπτώσεις θα πλημμυρίζουν οικισμούς και χωράφια, κατολισθήσεις θα απειλούν χωριά και πόλεις. Ο κίνδυνος από φυσικές(;) καταστροφές θα αυξάνεται, απώλειες δισεκατομμυρίων δολαρίων έχουν προγραμματιστεί.
Ποιες είναι οι συνέπειες από τις δύο μεγάλες τάσεις, της κλιματικής αλλαγής και της αστικοποίησης σε συνδυασμό, για την ασφάλεια των ανθρώπων; Αυτή την ερώτηση πάει να απαντήσει η Παγκόσμια Έκθεση Κινδύνων 2014, η οποία παρουσιάστηκε πρόσφατα από την Συμμαχία "Ανάπτυξη βοηθάει"(„Entwicklung Hilft“ ), στο Βερολίνο. Η συμμαχία αποτελείται από επτά φιλανθρωπικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων των Ψωμί για τον Κόσμο(Brot für die Welt), Παιδική Αρωγή Έκτακτης Ανάγκης(Kindernothilfe) και Misereor.
Η απάντηση είναι διττή. Η ζωή στην πόλη μπορεί να μειώσει σημαντικά την τρωτότητα των ανθρώπων σε φυσικά φαινόμενα - ή ακόμη και να την αυξήσει δραματικά. Όλα εξαρτώνται από την πόλη και το περιβάλλον της.
Στις ιδιαίτερα αναπτυγμένες περιοχές του κόσμου, οι οποίες περιλαμβάνουν τη Βόρεια Αμερική και πολλά μέρη της Ευρώπης και της Ανατολικής Ασίας, η ζωή στην πόλη προσφέρει καλύτερη προστασία από τις καιρικές συνθήκες και τις πλημμύρες, από ό,τι στις αγροτικές περιοχές. Φράγματα, συστήματα πυροπροστασίας και σταθερά κτίρια έχουν το μερίδιό τους σε αυτό. Ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι υπάρχουν νοσοκομεία κοντά σε περιοχές κατοικίας, πυροσβεστικές υπηρεσίες, υπηρεσίες διάσωσης και υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης. Μια καλά αναπτυγμένη κυκλοφοριακή υποδομή και λειτουργούντα συστήματα μεταφορών συμπληρώνουν τα υπόλοιπα, για να αντεπεξέλθουν οι κάτοικοι καλύτερα στις συνέπειες των φυσικών καταστροφών από ό, τι σε απομακρυσμένες περιοχές.
Εντελώς διαφορετική είναι η κατάσταση στις πόλεις, όπου όλα αυτά λείπoυν, πιο συγκεκριμένα: όπου η πλειοψηφία των ανθρώπων δεν έχει πρόσβαση σε ασφαλές νερό και υπηρεσίες υγείας. Αυτό επηρεάζει όλες σχεδόν τις μητροπόλεις στις αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες χώρες, στην Αφρική, τη Νότια Αμερική και την Ασία – δηλαδή εκεί που ακριβώς ο αστικός πληθυσμός αυξάνεται ταχύτερα. Μόνο στην Ασία και την Αφρική, ο αστικός πληθυσμός, σύμφωνα με τις προβλέψεις των Ηνωμένων Εθνών μέχρι το 2050,θα έχει αύξηση κατά 2,15 δισεκατομμύρια ανθρώπους.
Από 171 χώρες που συμπεριλαμβάνει η έκθεση, το νησιωτικό κράτος του Νότιου Ειρηνικού Βανουάτου, λόγω του σοβαρού κινδύνου από πλημμύρες, αντιμετωπίζει τον υψηλότερο κίνδυνο φυσικών καταστροφών, η Γερμανία βρίσκεται στην 147η θέση. Όσο για την επικινδυνότητα που αφορά στον πληθυσμό, άλλες χώρες είναι ψηλά στη λίστα: Στο Αφγανιστάν, την Αϊτή, το Σουδάν, τη Σιέρα Λεόνε, το Μάλι και το Τσαντ στερείται ο πληθυσμός τόσο σε πόρους για να βοηθηθεί αποτελεσματικά σε περίπτωση καταστροφής, όσο και σε μέσα και δυνατότητες μεσοπρόθεσμων κατασκευών διαχείρισης της κρίσης. Ειδικά σε μεγα-πόλεις με περισσότερους από 15 εκατομμύρια κατοίκους συμπυκνώνονται τα προβλήματα. Ένα πρόβλημα κλειδί: η τεράστια μεγέθυνση. Σήμερα, υπάρχουν 13 τέτοιες μεγα-πόλεις, ενώ το 2030 θα είναι 41.
Θανατηφόρα, μοιραία Ανάπτυξη
Η επέκταση των αστικών υποδομών δεν ακολουθεί σε καμία περίπτωση την επέκταση των αστικών περιοχών. Ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι ζουν σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών ήδη σήμερα σε «ανεπίσημους οικισμούς", σε τσίγκινες καλύβες και ξύλινα παραπήγματα, χωρίς πρόσβαση σε ασφαλές πόσιμο νερό και διαχείριση απορριμμάτων, συχνά χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα και γκάζι. Και όταν υπάρχουν δίκτυα, αυτά είναι συχνά πηγή πρόσθετων κινδύνων: σε περίπτωση βλάβης μπορεί να προκαλέσουν εκρήξεις ή πυρκαγιές.
Θανατηφόρα είναι η ταχεία ανάπτυξη επίσης, επειδή οι άνθρωποι καταφεύγουν σε οικιστικές περιοχές, τις οποίες είχαν αποφύγει για χιλιάδες χρόνια λόγω της εκτεθειμένης τους θέση, δηλαδή σε ακτές και δέλτα ποταμών. Ένα παράδειγμα είναι η πρωτεύουσα του Μπαγκλαντές Ντάκα: το 1950 ζούσαν στην πόλη που βρίσκεται στο τεράστιο δέλτα του ποταμού Jamuna 400.000 άνθρωποι. Σήμερα υπάρχουν 15 εκατομμύρια άνθρωποι που υποφέρουν τακτικά από τις πλημμύρες που σχετίζονται με τους μουσώνες. Στο Ρίο ντε Τζανέιρο, από την άλλη, εξαπλώθηκαν παραγκουπόλεις σε περιοχές, οι οποίες διατρέχουν εξαιρετικά υψηλό κίνδυνο κατολισθήσεων.
Επιπλέον, έχουμε και συνέπειες από τον εξοστρακισμό , σε πόλεις όπως η Βομβάη: Για πλούσιες γειτονιές δημιουργούνται περιοχές αναχαίτισης και αναχώματα για την προστασία από τις πλημμύρες. Οι άνθρωποι που ζούσαν μέχρι τότε εκεί πρέπει να μετακομίσουν σε ακόμα πιο ριψοκίνδυνες περιοχές.
Μοιραία, σε αυτό το πλαίσιο, είναι η τάση των κρατικών φορέων και των πολιτικών θεσμών να αγνοούν απλά τους ανεπίσημους οικισμούς - και με αυτό και τους ανθρώπους που ζουν εκεί . Η έκθεσή τους στους κινδύνους δεν είναι καν θέμα συζήτησης. Τα ποσά της βοήθειας ρέουν κανονικά μόνο σε γειτονιές που υπάρχουν επίσημα.
Το Πανεπιστήμιο των Ηνωμένων Εθνών όπως και οι ανθρωπιστικές οργανώσεις που δημοσιοποίησαν την έκθεση WorldRiskReport, απαιτούν αρχικά ένα βασικό: Να γίνει κατανοητό καταρχήν στους ανθρώπους στις παραγκουπόλεις, στις φαβέλες και στους άλλους «ανεπίσημους οικισμούς", η ανάγκη για καταμέτρηση και καταχώρηση, να τους αναγνωρισθούν τα πολιτικά δικαιώματα και να χαρτογραφηθούν οι οικισμοί τους.
Μόνο τότε μπορούν να προγραμματισθούν πλήρως και να δημιουργηθούν υποδομές και έτσι να μειωθούν οι κίνδυνοι για τους ανθρώπους αυτούς.
Μετάφραση του άρθρου δική μας
Σχόλιο δικό μας: είναι βέβαια χαρακτηριστική η στάση των φιλανθρωπικών οργανώσεων της Δύσης-Βορρά, πάντα προσπαθούν «να σβήσουν φωτιές», εκεί που τις ανάβει το σύστημα που τις χρηματοδοτεί. Αντί να κριτικάρουν και να απαιτήσουν αλλαγή στο δυτικό μοντέλο ανάπτυξης και κατανάλωσης που είναι ο βασικός υπεύθυνος για το είδος ανάπτυξης-σαν θανατηφόρο το καταγγέλλουν-και στις χώρες της περιφέρειας, προσπαθούν να απαλύνουν τους κινδύνους που θα μεγιστοποιηθούν π.χ. από την επερχόμενη κλιματική αλλαγή. Ταυτόχρονα προσπαθούν να περάσουν σαν φυσικές καταστροφές, τις ανθρωπογενείς αυτές κοινωνικές και οικολογικές επιπτώσεις.
Από την άλλη αποσιωπούν το γεγονός ότι: H υποσαχάρια Αφρική π.χ. είναι πλούσια σε πετρέλαιο, ορυκτά, ξυλεία, αγροτικά προϊόντα κ.α. Ωστόσο η φτώχεια είναι ανεξέλεγκτη. Ειδικότερα το 48,5% του πληθυσμού ζει με λιγότερα από 1,25 δολ. την ημέρα σύμφωνα με στοιχεία του 2010.