-Ποιά γνώμη έχετε σχηματίσει για τον τρόπο, με τον οποίο αντιμετωπίζει η ελληνική πλευρά το ...πώς να το ονομάσω, το νέο μακεδονικό πρόβλημα;
-ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗΣ: Οι Έλληνες δημαγωγοί χειρίστηκαν αυτό το θέμα με ελεεινό τρόπο, που μπορεί να έχει πολύ άσχημες επιπτώσεις στο μέλλον της χώρας.
[…]
-Τί διακυβεύεται εξ αιτίας μιας τέτοιας πολιτικής;
-Κ.Κ.: Ας πάρουμε το πρόβλημα στη βάση του. Όπως ίσως ξέρετε, εγώ είμαι υπέρ της κατάργησης των συνόρων και, επίσης, εχθρός κάθε εθνικισμού. Αλλά όσο υπάρχουν σύνορα, οποιαδήποτε βίαια μεταβολή αναζωπυρώνει τους εκατέρωθεν εθνικισμούς και μας πηγαίνει μερικούς αιώνες πίσω. Όμως ποια ελληνικά σύνορα κινδυνεύουν και από ποιον; Ασφαλώς, όχι τα βόρεια και ασφαλώς, όχι από την κυβέρνηση της Γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας. Επιπλέον, αυτά τα σύνορα είναι εγγυημένα από το NATO. Αντιθέτως, δεν είναι εγγυημένα από το NATO τα ελληνικά σύνορα με την Τουρκία (το NATO δεν καλύπτει διενέξεις μεταξύ των μελών του). Το ότι η Τουρκία έχει βλέψεις στα νησιά του Αιγαίου και στη Δυτική Θράκη είναι γνωστό. Ποιός είναι ο ενδεχόμενος κίνδυνος; Να επωφεληθεί η Τουρκία της πυρκαγιάς στα Βαλκάνια, για να βάλει χέρι στη Δυτική Θράκη και σε τρία τέσσερα νησιά του Αιγαίου.
-Ποιά πολιτική πιστεύετε ότι θα έπρεπε να ακολουθήσει η Ελλάδα έναντι της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας;
-Κ.Κ.: Η ελληνική πλευρά θα έπρεπε, από την αρχή, να πει ότι θα αναγνωρίσει το νέο κράτος, εφόσον: πρώτον, προστεθεί ένας επιθετικός προσδιορισμός στο όνομα του· δεύτερον, αναγνωριστεί ρητά και με διεθνή εγγύηση το απαραβίαστο των σημερινών συνόρων· τρίτον, αφαιρεθεί το σύμβολο της Βεργίνας από τη σημαία του.
«ΕΙΜΑΣΤΕ ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ», συνεντεύξεις με τον Κορνήλιο Καστοριάδη, Πόλις, Αθήνα 2001.
Ζούμε 20 χρόνια μετά το 1995. Τα πιο σημαντικά γεγονότα της εποχής που είχαν κι ένα συμβολικό χαρακτήρα δίπλα στο πρακτικό νόημα της διάλυσης εκ των έσω, ήταν οι επιχειρήσεις-εθνοκάθαρση εναντίον των μουσουλμάνων στη Σρεμπρένιτσα και εναντίον των σέρβων στην Κράινα. Οι σημερινές εξελίξεις στα Βαλκάνια, μετά την επιστροφή της Αμερικής στον ενεργό ρόλο της αποσταθεροποίησης και την εμβάθυνση των φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων με βάση τα σχέδια ΔΝΤ-ΕΕ, αντιστοιχούν στις βλέψεις του κοινού υπερατλαντικού παρανομαστή για τη Μέση Ανατολή. Κι αν τα μάτια μας δικαιολογημένα εκεί και μάλιστα μετά την εμφάνισης της Ρωσίας, οφείλουν να στραφούν και προς τα Βαλκάνια.
Κι εδώ στα «δεν είναι παίξε-γέλασε» Βαλκάνια, ο κανόνας είναι: α) η στρατιωτική επέκταση της Δύσης εκ μέρους των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ με πρόσχημα και την «τρομοκρατία» β) οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που προωθούν έστω και ανταγωνιστικά στα σημεία τους η ΕΕ, το ΔΝΤ και η ΠΤ με ιδεολογικό όχημα την «καταπολέμηση της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος», γ) οι εθνικοί ανταγωνισμοί-αλυτρωτισμοί. Πάνω σε αυτό το τρίπτυχο βασίζεται η σημερινή αφήγηση για αυτό το χώρο που, δικαίως ονομάστηκε «πυριτιδαποθήκη». Κι αυτά συμβαίνουν συνθετικά με α)τον ακήρυχτο πόλεμο μεταξύ Γερμανίας-ΗΠΑ για την βαλκανόπιτα, β)την κινητικότητα των τζιχαντιστών κυρίως στις μουσουλμανικές κοινότητες στα Βαλκάνια που αλλοιώνουν τον κοσμικό χαρακτήρα του Ισλάμ και τη συμβίωση διαφορετικών θρησκευτικών κοινοτήτων, γ)την απίστευτη εισροή μεταναστευτικών και προσφυγικών πληθυσμών στα Βαλκάνια με προορισμό την προηγμένη Ευρώπη δ)την άνοδο εθνικιστικών-φασιστικών κινημάτων ε)την, εν αναμονή στάση, της Ρωσίας απέναντι στις κόκκινες γραμμές της με στόχο την αποσταθεροποίηση και την πρόσβαση στη Μεσόγειο Θάλασσα. στ)το ρόλο της Τουρκίας και ιδιαίτερα στις χώρες που υπάρχει διακριτό το μουσουλμανικό στοιχείο (Κόσοβο, Αλβανία, πΓΔΜ, Βοσνία) ή μειονότητες (τουρκική-μουσουλμανική μειονότητα στην Ελλάδα και στη Βουλγαρία), ζ)τη διαίρεση των αρχουσών τάξεων στη χερσόνησο, η)τη διακριτή ανάπτυξη οριζόντιων κινημάτων.
Αλβανία:
«Το θέμα είναι ανεξαρτησία ή όχι. Εμείς πιστεύουμε σταθερά στην ανεξαρτησία… Η ανεξαρτησία είναι ο στόχος… Αν καταλήξεις σε μια θέση όπου δε βρίσκεις τρόπο να κάνεις τους πάντες να πουν ‘’ωραία, η ανεξαρτησία είναι καλή ιδέα’’ κάποια χρονική στιγμή, νωρίτερα μάλλον, παρά αργότερα, πρέπει να πεις: ‘’Φτάνει πια, το Κόσοβο είναι ανεξάρτητο’’. Και αυτή η θέση είναι η θέση που έχουμε λάβει… Αν είναι προφανές ότι δεν πρόκειται να συμβεί σε μια όσο το δυνατόν ομαλή και εύκολη μετάβαση στην ανεξαρτησία, τότε κατά την κρίση μου, πρέπει να προωθήσουμε την απόφαση. Επομένως καταληκτική ημερομηνία…» Τζορτζ Μπους, Τίρανα, Κυριακή 10 Ιουνίου 2007.
«Η χαμηλή αυτή αμοιβή και το κόστος εργασίας θα πρέπει τουλάχιστον να χρησιμεύσει για να προσελκύσει ξένους επενδυτές στη χώρα». Γκιέργκι Φιλίπι, διευθυντής του Ινστιτούτου Στατιστικής Αλβανίας
Σε μια περίοδο υπαγωγής της Αλβανίας στην αμερικανική στρατιωτική δύναμη και προετοιμασίας για τις φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις υπό την καθοδήγηση του ΔΝΤ και της ΕΕ, η επίσημη πολιτική υποσκάπτει την όποια σταθερότητα θέτοντας τη χώρα ως το κέντρο του παναλβανισμού προωθώντας την ανεξαρτησία του Κοσσόβου-Κοσσυφοπεδίου καθώς και τις αποσχιστικές τάσεις των αλβανικών μειονοτήτων μέσα στην Σερβία ή στην πΓΔΜ. Η ένταση που πυροδοτήθηκε πέρυσι κατά τη διάρκεια του ποδοσφαιρικού αγώνα Σερβίας-Αλβανίας, δεν ήταν παρά το πρελούντιο για τις εξελίξεις που διαδραματίστηκαν τόσο στο Κουμάνοβο της πΓΔΜ όσο και στο ίδιο το Κόσσοβο. Η ενεργοποίηση του UCK αυτήν την περίοδο είναι ικανή να περιπλέξει ακόμα περισσότερο την κατάσταση. Από την άλλη με οδηγό την τουρκική εξωτερική πολιτική έχει επιδοθεί σε ένα διπλωματικό παιχνίδι αμφισβήτησης στην ελληνοαλβανική ΑΟΖ. Παρακάμπτει με την εφαρμογή του τύπου «Καστελόριζο», τα τρία νησάκια της Κέρκυρας ενώ μέσα στη διαπραγμάτευση για την άρση του εμπολέμου υποδαυλίζει το «τσάμικο ζήτημα». Αυτή η κατάσταση προωθείται κυρίως από τη νέα φουρνιά σοσιαλιστών πολιτικών τύπου Ράμα οι οποίοι «σπούδασαν» στο ίδρυμα Σόρος που διεύθυνε ο αδερφός Ράμα και χρησιμοποίησαν το δήμο Τιράνων ως εναρκτήριο λάκτισμα. Με πολιτικές φθοράς έθεσαν στο περιθώριο σοσιαλιστές-«εθνοκομουνιστές» παλαιάς κοπής όπως ο Φάτος Νάνο ο οποίος χωρίς να διαφωνεί στα στρατηγικά σχέδια των ΗΠΑ ήταν ωστόσο εναντίον της απόσχισης του Κοσόβου αλλά και ήταν υπέρ της βελτίωσης των σχέσεων με τη Ρωσία. Ο Ράμα έχει ενσωματώσει όλο το πακέτο διεκδικήσεων της «ερυθρόμαυρης συμμαχίας» του Κρέσνικ Σπαχίου μιας οργάνωσης απόλυτα αλυτρωτικής. Από την άλλη, η περίοδος Μπερίσα ήταν καταλυτική προκειμένου να εισρεύσουν χρηματοδοτικά πακέτα από τις ΗΠΑ-ΕΕ αλλά και να επιβληθούν μοντέλα αυταρχισμού και προσωπικών εξουσιών τα οποία και παγιώθηκαν. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η περίπτωση των χιλιάδων διαδηλωτών που κατεύθυνε το Φεβρουάριο του 2004 κατά μίμηση του μοντέλου της «επανάστασης των Ρόδων» στη Γεωργία που ανέτρεψε τον πρόεδρο Σεβαρτνάτζε. Αντίστοιχα υπό την καθοδήγηση της νέας φουρνιάς σοσιαλιστών υπήρξαν κινητοποιήσεις με τρεις νεκρούς το 2011. Έτσι με την επαναφορά του Μπερίσα στην εξουσία μετά το σκάνδαλο του 1997, με τις παρατράπεζες, που κόστισε πολύ βαριά στον αλβανικό λαό αφού εκλάπησαν οι οικονομίες του, διεθνείς πιστωτικοί μηχανισμοί υπό την ΕΕ και τις ΗΠΑ, οι ΗΠΑ, η Τράπεζα Ανάπτυξης, η Παγκόσμια Τράπεζα χρηματοδότησαν την αλβανική οικονομία με στόχο την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και την απόδοση ενός μεγάλου ποσοστού αυτών στον ιδιωτικό τομέα. Παράλληλα συνεχίστηκε η βασική πολιτική της Αλβανίας για την πρόσδεση με την Τουρκία, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Έτσι κι αλλιώς η Αλβανία ήταν σταθερά προσηλωμένη στο ΝΑΤΟ και στους πολέμους της συμμαχίας του.
Παρόλο που πολλοί μετανάστες έχουν επιστρέψει στην Αλβανία λόγω της κρίσης που μαστίζει την Ελλάδα και τα εμβάσματα που στηρίζουν την οικονομία έχουν σημαντικά μειωθεί, οι ανακοινώσεις για την οικονομία είναι κατευναστικές. Ένα νέο ρεύμα μεταναστών που αγγίζει τους 500.000 παρουσιάστηκε την περσινή χρονιά ενώ οι αρμόδιοι σκέφτονται να συμπιέσουν κι άλλο τις συντάξεις προκειμένου να μειωθεί η ανεργία των νέων. Η ανεργία βρίσκεται στο 14% και μειώνονται οι μισθοί και οι συντάξεις. Στα όρια της φτώχειας βρίσκεται το 50% των αλβανών αφού για αυτούς το μέσο μεροκάματο αγγίζει τα 1,6 ευρώ, σύμφωνα με τη FAO (ΠΟΤ) το 2012. Άλλα στοιχεία μιλάνε για 2,2 ευρώ την ώρα ως μέσου μισθού στη χώρα. Η διαφθορά (κλοπή δημόσιου χρήματος, λαθρεμπόριο, ναρκωτικά κλπ) έχει δημιουργήσει μια ελίτ κι από την άλλη υπάρχει το χάος με τον κόσμο της υπαίθρου που προσπαθεί να επιβιώσει ή με τον κόσμο στις μεγάλες πόλεις που μεταναστεύει για μια δουλειά του ποδαριού. Το σημερινό εξωτερικό χρέος της Αλβανίας είναι στο 29% του ΑΕΠ ενώ φέτος αυξήθηκε κατά 18%. Το δημόσιο χρέος είναι στο 70% και πρόκειται για 30 δις λεκ που χρωστάει στους προμηθευτές της. Ενώ αποφεύχθηκε η ύφεση στην οικονομία της Αλβανίας, τα δάνεια από το ΔΝΤ έχουν αυξήσει το χρέος ενώ από την άλλη καταβάλλεται μεγάλη προσπάθεια από πλευράς κυβέρνησης για την εισροή χρήματος από την αναδιοργάνωση του φορολογικού συστήματος. Για τη μαζική απαλλοτρίωση ενέργειας από την Ηλεκτρική Εταιρία που είναι σύνηθες φαινόμενο προβλέπεται η ιδιωτικοποίησή της και οι αυξήσεις των τιμολογίων ενώ μέλλεται να νομιμοποιηθεί δια της είσπραξης χρήματος η οικοδομική δραστηριότητα που ήταν εκτός νόμου όλη αυτήν την περίοδο και αποτελούσε την ουσιαστική επένδυση των μεταναστών.
πΓΔΜ:
«Η πΓΔΜ έγινε μοντέλο στην περιοχή για την προώθηση μιας πολυεθνικής κοινωνίας σε ένα ενιαίο κράτος και για τον προσδιορισμό μηχανισμών που επιτρέπουν συναινετική προσέγγιση σε ενδοεθνοτικά θέματα» 11 Ιουλίου 2007, Όλι Ρεν (ο …γνωστός μας), υπεύθυνος, τότε, της Κομισιόν για τη διεύρυνση της ΕΕ
Με αφετηρία την σοβαρότατη πολιτική κρίση στο εσωτερικό της κορυφώνεται η σύγκρουση μεταξύ κυβερνώντος κόμματος Γκουέφσκι και του σοσιαλιστικού κόμματος Ζάεφ με αντικείμενο τη διαφθορά και τον αυταρχισμό. Ο Γκρουέφσκι είναι από τη γενιά των 30ηδων που ανέλαβε τα ηνία μετά την παράδοση της πολιτικής από τα παλιά μέλη του ΚΚ. Η πΓΔΜ, έχοντας ζήσει τον φετινό χειμώνα μια πορτοκαλί επανάσταση, ωθούμενη από την αμερικανική πρεσβεία και την ΕΕ οι οποίες τηρούν, εν τέλει, στρατηγική αναμονή για την τελική λύση επιλογής οχήματος-κόμματος (αν και έγειραν προς την πλευρά της αντιπολίτευσης), βρίσκεται στη δεινή θέση να ακυρώνει την διέλευση του ρωσικού αγωγού tourkish stream συνεχίζοντας την πολιτική καταπίεσης της αλβανικής μειονότητας και να επικυρώνει κάθε αδιάλλακτη στάση με την Ελλάδα στο ζήτημα της σύνθετης ονομασίας της χώρας. Μια βασική πτυχή της σύγκρουσης αφορά στις επιλογές της κυβέρνησης να επενδύσει στον κρατικό μηχανισμό ακυρώνοντας σημαντικά τις μεταρρυθμίσεις της ΕΕ αφού έχει καθηλώσει διάφορες ομάδες κυρίως της μεσαίας τάξης και τους επαγγελματίες που ευελπιστούσαν σε αυτό. Ένα κίνημα διαμαρτυρίας βάσης που εκφράστηκε την πρόσφατη περίοδο αλώθηκε κυρίως από την αντιπολίτευση και τις οργανωμένες δομές της «κοινωνίας των πολιτών».
Το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του, δίνοντας βάση στις διακρίσεις κατά της αλβανικής μειονότητας, παρόλο που ο αλβανικός παράγοντας συμμετέχει στη διακυβέρνηση, έχει προκρίνει τη χώρα ως κέντρο του μακεδονισμού. Με χάρτες που διεκδικούν περιοχές από την Ελλάδα και τη Βουλγαρία στήνει ένα παιχνίδι αποσταθεροποίησης σε μια περίοδο που η οικονομία της χώρας διανύει τη χειρότερη περίοδο. Όλες οι διπλωματικές δράσεις βασισμένες στον μακεδονικό αλυτρωτισμό οδηγούν σε μια σύγκρουση και ενίσχυση του αλβανικού εθνικισμού. Από την εποχή των συγκρούσεων με τον UCK μέχρι και τα γεγονότα όπου συγκρούστηκαν εφέτος αλβανοί ένοπλοι με τον στρατό της χώρας στο Κουμάνοβο λίγα πράγματα έχουν συμβεί στην κατεύθυνση της συνεννόησης. Στο ενδιάμεσο διάστημα από το 2001 μέχρι και σήμερα μόνο εντάσεις προκαλούνται από επίσημες δηλώσεις που φτάνουν και σε σοβαρά γεγονότα όπως αυτά που συνέβησαν το 2007 στο χωριό Τανουσέφσκι, συνοριακό με το Κόσοβο αλβανικό χωρίο. Τα σύνορα πΓΔΜ-Κοσόβου είναι διάτρητα και σε κάθε περίπτωση αμφισβητούνται ακόμα και εκ μέρους της ΕΕ η οποία προτρέπει την κυβέρνηση να επιτρέπει τη μετακίνηση των αλβανών υπηκόων της στις γεωργικές τους ιδιοκτησίες. Τόσο από πλευράς κυβέρνησης όσο και από πλευράς παραγόντων της μειονότητας δημιουργούνται διαρκώς εστίες έντασης. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση που ο υπουργός Μποσκόφσκι το 2001 είχε παρουσιάσει 7 δολοφονημένους, από το κράτος, μετανάστες από το Πακιστάν και την Ινδία, ντυμένους με στολές του UCK ως αλβανούς τρομοκράτες που είχαν, δήθεν, στόχους την αμερικανική και βρετανική παρουσία στη χώρα. Ο ίδιος ευθύνεται για το παρακράτος που αναπτύχθηκε την περίοδο της εθνοτικής έντασης το 2001 με ανύποπτα θύματα-αλβανούς, ενώ επιχείρησε πραξικόπημα στην πρωτεύουσα Σκόπια με 6.000-8.000 ενόπλους εφέδρους της αστυνομίας. Από την άλλη και η αλβανική παράταξη προβαίνει σε προκλητικές ενέργειες και δηλώσεις οι οποίες υποδαυλίζουν την ένταση που υπάρχει ενώ ολοφάνερα σχετίζονται τόσο με αυτονομιστές του Κοσόβου όσο και με τις τυμπανοκρουσίες του σημερινού πρωθυπουργού της Αλβανίας. Οι διεκδικήσεις της όμως δεν βασίζονται τόσο στις κορώνες του Ράμα αλλά κυρίως στην αμερικανική υποστήριξη η οποία ως αντάλλαγμα για το όνομα, πιέζει υπέρ μεταρρυθμίσεων. Εξ άλλου η ενδιάμεση συμφωνία Ελλάδας-πΓΔΜ του 1995 δεν είχε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Ο έντονος εθνικισμός ο οποίος είναι και θεσμικός εφόσον βασιζόταν στο παρελθόν σε άρθρα του συντάγματος και στην εθνική σημαία, έχει τις ιστορικές του ρίζες τόσο στη ρωσική κι αργότερα σοβιετική επένδυση που πραγματοποιήθηκε σε διαφορετικές εποχές και ετεροκαθορίστηκε από τις διεκδικήσεις της Ελλάδας, της Σερβίας και της Βουλγαρίας. Ο «μακεδονικός» όμως εθνικισμός διατυπώθηκε από την περίοδο της Γιουγκοσλαβίας του Τίτο όπου το σλάβικο τμήμα της Μακεδονίας απέκτησε εθνική-πολιτική υπόσταση. Τα μέτρα εξ-αρχαϊσμού που λαμβάνει σήμερα η κυβέρνηση μετατρέποντας την πρωτεύουσα σε ένα αρχαίο μακεδονικό καρακιτσαριό δείχνουν και μια τάση του επιτελείου να δημιουργήσουν, εκ νέου, μια αφήγηση για τη χώρα. Οι 30ρηδες που ανέβηκαν στην εξουσία από την προηγούμενη δεκαετία έχουν φοιτήσει σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ με δαπάνες της κυβέρνησης.
Μετά την μεταπολίτευση και με την «αναίμακτη»` ανεξαρτησία της χώρας, πραγματοποιήθηκαν μαζικές και βίαιες ιδιωτικοποιήσεις που δημιούργησαν υψηλά ποσοστά ανεργίας και μαζική μετανάστευση. Έτσι, η οικονομία κρατιόταν τόσο από τα εμβάσματα των μεταναστών όσο και από την αγροτική οικονομία. Μετά την εθνοτική σύγκρουση του 2001 η οικονομία καταστράφηκε περισσότερο και η ανεργία έφτασε στο 36% για πάνω από 15 χρόνια. Αργότερα μετά το 2003 που δημιούργησε πιο σταθερούς δεσμούς με την ΕΕ, μειώνοντας τους δασμούς των εισαγωγών και κρατώντας σταθερά των εξαγωγών, η οικονομία της είχε μια βελτίωση που επέτρεψε και τη βελτίωση κάποιων υποδομών της. Η υποτροπή της κυβέρνησης Γκρουέφσκι για την αναδιοργάνωση της κρατικής παραγωγής σε συσχετισμό με τη δημιουργία ενός εφεδρικού πολιτικού στρατού μέσω διορισμών (είναι χαρακτηριστικό ότι διπλασίασε τον αριθμό δημοσίων υπαλλήλων μέσα σε 8 χρόνια εξουσίας σε 130.000), δημιούργησε ένα χάσμα στην ίδια την εργατική τάξη καθώς και σε υποκείμενα που έβλεπαν στην ΕΕ ένα δρόμο ανάπτυξης και επιβίωσης. Έτσι ξεκίνησε, δίπλα στις διαμαρτυρίες (και στις οργανωμένες κυβερνητικές αντι-διαδηλώσεις) για τη σκανδαλώδη διακυβέρνηση που είχε και αποτέλεσμα ένα νεκρό διαδηλωτή το 2011, η αντίδραση και η σύγκρουση η οποία έλαβε ευρωπαϊκό και αμερικανικό ενδιαφέρον. Από άποψη οικονομική, παρ’ όλες τις θετικές ανακοινώσεις για τη μείωση του δημόσιου χρέους όπως και τις προβλέψεις για τους μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη, η πΓΔΜ έχει σταθερά πολύ μεγάλη ανεργία η οποία φτάνει στο 28-30% του μικρού πληθυσμού της. Στόχος παραμένουν έτσι κι αλλιώς οι ιδιωτικές επενδύσεις τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό.
Βουλγαρία:
«Έχει έρθει η ώρα οι γείτονές μας που θέλουν να είναι στην ευρωζώνη και στη Σένγκεν, κάτι που ακόμη δεν συμβαίνει με τη Βουλγαρία, να σεβαστούν τις δεσμεύσεις τους, να εφαρμόσουν τους κανόνες… Είναι δύσκολο και για εμάς, δυσκολευθήκαμε να αποπληρώσουμε τα παλιά δάνεια, όμως το κάναμε» Μπόικο Μπορίσοφ, πρωθυπουργός της Βουλγαρίας, για την ελληνική κρίση
«Η Βουλγαρία είναι ανοικτή σε όλους τους γείτονές της και έτοιμη να βοηθήσει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωσή τους αλλά δεν επιτρέπει σε κανέναν να οικειοποιείται την Ιστορία και τον πολιτισμό της» υπουργός Εξωτερικών Νικολάι Μλαντένοφ2012, απευθυνόμενος προς την πλευρά της πΓΔΜ
Η Βουλγαρία έχει πλέον μετατραπεί σε μια στρατιωτική βάση, πεδίο συγκέντρωσης των αμερικανικών δυνάμεων και του ΝΑΤΟ. Ήδη από το 2006 έχει υπογραφεί συμφωνία για 4 μεγάλες αμερικανικές βάσεις δυναμικού 2.500 στρατιωτών και μάλιστα χωρίς ενοίκιο. Η χώρα είναι στην κυριολεξία το νότιο άκρο από όπου ξεκινά η στρατιωτική περικύκλωση της Ρωσίας από τους αμερικάνους και η οποία φτάνει μέχρι τις χώρες της Βαλτικής. Η πρόσφατη άρνηση της Βουλγαρίας στο να χρησιμοποιηθεί το έδαφός της για «ανθρωπιστικές» πτήσεις της Ρωσίας για τη Συρία είναι χαρακτηριστική.
Με μια οικονομία ευκαιρίας για όσους επιχειρηματίες επιθυμούν ένα φορολογικό παράδεισο, αυξάνει την «ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα» της οικονομίας της με μεροκάματα πείνας. Αυξάνοντας τους δείκτες της ανάπτυξης έχει περιορίσει σημαντικά την ανεργία αν και εδώ και παραπάνω από μια δεκαετία το 80% των κατοίκων της ζει στο όριο της φτώχειας με το 55% στην ανεργία ενώ το 10% συνεχίζει και ακολουθά το δρόμο της μετανάστευσης. Αυτός ο λόγος όπως και οι χαμηλοί δείκτες γεννητικότητας είναι οι δυο αιτίες σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα της σοβαρής μείωσης του ενεργού πληθυσμού της Βουλγαρίας. Το 45% των νοικοκυριών έχει στη διάθεσή του 150 ευρώ για να καλύψει βασικές ανάγκες του. Σήμερα στη Βουλγαρία ο κατώτατος μισθός είναι στα 194 ευρώ. Το 2013 έγιναν σοβαρές ταραχές με αφορμή την αύξηση του ηλεκτρικού ρεύματος με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να παραιτηθεί. Και εκεί δημιουργήθηκε ένα κίνημα τύπου αγανακτισμένων το οποίο στη συνέχεια παραδόθηκε σε μια ασάφεια πολιτικών δομών που ελέγχουν μέρος της εξουσίας ή εναλλακτικών ομάδων της «κοινωνίας πολιτών» (ΜΚΟ κλπ). Έτσι ο παραιτηθείς πρωθυπουργός επανεκλέχθηκε. Διαδηλώσεις επίσης ξέσπασαν για την φετινή αύξηση του ρεύματος το οποίο αποτελεί την «κόκκινη γραμμή» μεταξύ πολιτών και κυβέρνησης. Η εκποίηση των δομών ηλεκτρικής ενέργειας σε δύο τσέχικες και σε μια αυστριακή εταιρία έχει δημιουργήσει αδιέξοδο σε μια χώρα που οι συντάξεις δεν ξεπερνούν τα 150 ευρώ. Οι εκτιμήσεις για το δημόσιο χρέος (σήμερα 18% του ΑΕΠ) αναμένεται το 2050 να εκτιναχθεί στο 51% σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Στο μεταξύ οι αποστολές του ΔΝΤ επισημαίνουν μεν θετικές ενέργειες όπως την αποκατάσταση της ρευστότητας μετά την κατάρρευση της Κεντρικής Τράπεζας της Βουλγαρίας αλλά επισημαίνουν δε και προτροπές για λήψη νέων μέτρων στην κατεύθυνση του δημοσιονομικού νοικοκυρέματος με τις γνωστές συνταγές. Είναι γνωστό ότι η μείωση του χρέους από το 97% στο 18% έγινε κατόπιν συνταγών αυστηρής φτώχειας και ταξικής επίθεσης στα δικαιώματα.
Ως χώρα με μια τουρκική μειονότητα ιδιαιτέρως ογκώδη και καταπιεσμένη (ακόμα και με νεκρούς την περίοδο εκβουλγαρισμού της επί σοσιαλιστή Ζίβκοφ), χώρα με βλέψεις προς τη μεριά της διεκδίκησης μακεδονικών εδαφών υπό τη δική της κηδεμονία, η Βουλγαρία δέχεται από τη μια την επικίνδυνη εξάπλωση του μουσουλμανικού τόξου στα Βαλκάνια-δίπλα στην μειονότητα της Θράκης κι από την άλλη παράγοντές της εντείνουν την καθόλου ξεχασμένη υπόθεση του «μακεδονικού» εις βάρος της διπλανής πΓΔΜ. «Δυο βουλγάρικα κράτη» είναι το βασικό σύνθημα του πολιτικού συστήματος ενώ η αναγνώριση της πΓΔΜ πραγματοποιήθηκε προκειμένου να αποσπαστεί από την επιρροή της κραταιάς, τότε, Σερβίας. Σε τέτοιο σημείο έφτασε η κεντρική πολιτική που ο πρώην πρόεδρος Στογιάνοφ στην σλαβοαλβανική σύγκρουση του 2001, δήλωσε ότι πρέπει να σταλούν επισήμως βουλγαρικά στρατεύματα να πολεμήσουν εναντίον των αλβανών. Αντίστοιχα εκατοντάδες βούλγαροι πολίτες που κατοικούν στο Πιρίν, υιοθετούν την πολιτική της πΓΔΜ ζητώντας απόσχιση βουλγαρικού εδάφους. Από την άλλη λόγω της κοινής ιστορικής αντιπαράθεσης με την Τουρκία λειτουργεί μια ταύτιση της Αθήνας και τη Σόφιας σε διεθνείς οργανισμούς. Η ταύτιση αυτή χρονολογείται τόσο από το 1974 μετά την εισβολή στην Κύπρο όσο και το 1987 με την ελληνοτουρκική κρίση στο Αιγαίο. Οι επεκτατικές βλέψεις της Άγκυρας με τη δημιουργία τεμενών και δικτύων θρησκευτικών σχολείων είναι ένα σημείο ιδιαίτερα ευαίσθητο για τις ισορροπίες της περιοχής.
Απέναντι στο σχέδιο μετατροπής της χώρας σε αμερικανική στρατιωτική βάση βρίσκεται αντίθετος ο πολιτικός σχηματισμός ΑΤΑΚΑ («Επίθεση» στα βουλγάρικα) με ρατσιστικές-εθνικιστικές δοξασίες και με στρατιωτική δομή και αισθητική. Ο Σιντέροφ, αρχηγός του ΑΤΑΚΑ είναι ένας φασίστας εθνικιστής ηγέτης ο οποίος απολαμβάνει ένα σημαντικό εκλογικό ποσοστό πραγματοποιώντας μάλιστα και εθνικιστικό ακτιβισμό: στήριξη των βούλγαρων επιχειρηματιών, απαγόρευση του κόμματος της τουρκικής μειονότητας, κλείσιμο των αμερικανικών βάσεων και αναθεώρηση των σχέσεων με την ΕΕ είναι βασικά του προγράμματος του ΑΤΑΚΑ το οποίο συμμετείχε όμως σε κυβέρνηση συνεργασίας της προηγούμενη δεκαετία που εφάρμοζε όλα αυτά.
Με ένα πυρηνικό εργοστάσιο στο Κοζλοντούι, το μοναδικό στα Βαλκάνια και το οποίο πραγματοποιεί επεκτάσεις, η Βουλγαρία καταστρέφοντας κάθε σχέση με τη Ρωσία έχει μετατραπεί σε ένα αμερικανικό προτεκτοράτο.
Σερβία:
«Σε τέσσερα χρόνια πρέπει να ολοκληρώσουμε οικονομικές και νομικές μεταρρυθμίσεις… Το μέλλον μας είναι λαμπρό. Υπόσχομαι ένα πράγμα: δεν θα είμαστε η φτωχότερη χώρα στην ΕΕ. Δεν θα είμαστε επαίτες, δεν θέλουμε χρήματα, ούτε ελεημοσύνη. Η Σερβία επιθυμεί να γίνει πλήρες μέλος της ΕΕ… Το αμέσως επόμενο διάστημα – σε μια ή δύο εβδομάδες – ολοκληρώνουμε το μνημόνιο οικονομικής και χρηματοπιστωτικής πολιτικής και το ΔΝΤ ολοκληρώνει το πακέτο» Α. Βούτσις, πρωθυπουργός της Σερβίας
Η Σερβία υπό τον Βούτσιτς, υποκύπτει μπροστά στην αμερικανική υπεροπλία και στην ευρωπαϊκή προοπτική. Βρίσκεται σε διαδικασίες σύνδεσης με την ΕΕ, με όρο τη διευθέτηση του ζητήματος Κόσοβο και είναι μέλος στο «Συνεταιρισμό για την Ειρήνη» δομή του ΝΑΤΟ. Φέτος ανέλαβε την προεδρία του ΟΑΣΕ ολοκληρώνοντας περισσότερο την υπαγωγή της στο δυτικό παράγοντα. Με τη μέθοδο του κατευνασμού των τάσεων που επιμένουν στην ανεξαρτησία ή και στην προσάρτηση του Κοσσόβου-Κοσσυφοπεδίου, επιδιώκει επίσημα μέσω της διπλωματικής οδού να κρατηθεί η σταθερότητα καθώς και η κυριότητά της στο Κόσσοβο-Κοσσυφοπέδιο. Το ψήφισμα 1244/99 του Συμβουλίου Ασφαλείας που ορίζει ρητά ότι «το Κόσοβο είναι αναπόσπαστο τμήμα της Σερβίας» είναι ένα ψήφισμα που διαρκώς αναθεωρείται. Οι διαμεσολαβητές του ΟΗΕ όσο και η ΕΕ πιέζουν στην κατεύθυνση της ήπιας απόσχισης του, οπότε η ανεξαρτησία του ή η εξομάλυνση των σχέσεων Σερβίας-Κοσόβου, είναι αυτή που τίθεται εδώ και μια δεκαετία ως βασικός όρος για την ένταξη της πρώτης στην ΕΕ. Η εξευτελιστική μέθοδος που έχει επιλέξει η γειτονική Αλβανία αλλά και η σημερινή διπλωματική αναζωπύρωση των εντάσεων της Σερβίας με την Κροατία, έχει φέρει το πολιτικό σύστημα σε σοβαρή κρίση. Οι απανωτοί εκβιασμοί έχουν επιφέρει συμφωνίες των δυο μερών, Σερβίας-Κοσόβου, ως ξεχωριστές οντότητες-ένα παράθυρο για την ανεξαρτησία του, παρόλο που και συνταγματικά θεωρείται αναπόσπαστο τμήμα της χώρας. Μετά τις πληγές πολέμων και της επέμβασης των ΗΠΑ, η Σερβία διέρρηξε τις σχέσεις της με τη Ρωσία ακυρώνοντας τη διέλευση του tourkish stream, ενώ οι ενταξιακές σχέσεις προχωρούν πάντα στο μέτρο των διαρθρωτικών αλλαγών που οδηγούν στην εκποίηση της οικονομίας της.
16 χρόνια μετά την επιτυχή απόπειρα των ΗΠΑ να εντάξουν τα Βαλκάνια στην διεθνοποιημένη οικονομία, η ανυπόγραφη συμφωνία Ραμπουγιέ εφαρμόζεται και η Σερβία βαδίζει στο δρόμο της υποτέλειας και της φτώχειας. Ακόμα μετά τους βομβαρδισμούς η αμερικανική κυβέρνηση παρενέβαινε ανοιχτά για μια δεκαετία μέχρι να αποκατασταθεί οριστικά η νέα τάξη πραγμάτων και να δημιουργεί κυβερνήσεις της αρεσκείας του αμερικάνου πρέσβη. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ο πρώτος μεταπολεμικός πρωθυπουργός της Σερβίας ήταν ο Ζόραν Τζίντζιτς ο οποίος αρθρογραφούσε υπέρ των βομβαρδισμών του ΝΑΤΟ, την εποχή της επέμβασης. Η συμφωνία Ραμπουγιέ εμπεριείχε μυστική προσθήκη στο έγγραφο με την ονομασία «B», όπου γινόταν λόγος περί στρατιωτικής κατοχής ολόκληρης της Γιουγκοσλαβίας. Το κεφάλαιο «4» της συμφωνίας αφορούσε αποκλειστικά την οικονομία του Κοσσυφοπεδίου. Το άρθρο «1» του εν λόγω κεφαλαίου απαιτούσε την καθιέρωση της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς και το άρθρο «2» καλούσε για την ιδιωτικοποίηση όλων των κυβερνητικών περιουσιακών στοιχείων. Την περίοδο εκείνη η διαλυμένη Γιουγκοσλαβία δεν ήταν μέλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ή της Παγκόσμιας Τράπεζας, γεγονός που την καθιστούσε ως την τελευταία οικονομία στην νοτιοανατολική Ευρώπη που δεν είχε ενταχθεί στην παγκοσμιοποιημένη αγορά. Τότε το 75% της βιομηχανίας της χώρας ανήκε στο κράτος ή στα εργατικά συνδικάτα. Το 1997, μάλιστα, όταν εγκρίθηκε η «ελεγχόμενη» ιδιωτικοποίηση, η νομοθεσία καθιστούσε σαφές ότι το 60% των μετοχών έπρεπε να παραμείνει στα χέρια του εργατικού δυναμικού της εκάστοτε επιχείρησης. Το έδαφος του Κοσσυφοπεδίου είναι από τα πιο πλούσια σε άνθρακα, λιγνίτη, μόλυβδο, ψευδάργυρο, χρυσό, ασήμι και πετρέλαιο στην Ευρώπη. Το τεράστιο σύμπλεγμα ορυχείων της Τρέπκα, η αξία του οποίου άγγιζε τα 5 δισ. δολάρια το 1997, αποτελεί και το κερασάκι στην τούρτα. Λίγο μετά τη λήξη του πολέμου, το βιομηχανικό σύμπλεγμα κατελήφθη διά της βίας από τα στρατεύματα του NATO, που εκδίωξαν του εργαζομένους, χρησιμοποιώντας δακρυγόνα και πλαστικές σφαίρες. Έτσι, τα αεροσκάφη του NATO κατέστρεψαν μόλις 14 άρματα μάχης, πλην όμως ισοπέδωσαν 372 βιομηχανικές εγκαταστάσεις, αφήνοντας χιλιάδες ανθρώπους άνεργους. Ούτε μια ξένη ή ιδιωτικοποιημένη βιομηχανία δεν επλήγη. Το δημόσιο χρέος της ξεπερνά τα 24 δις ευρώ όταν το σύνολο του δημόσιου χρέους του συνόλου των μελών της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας πριν το 1990 ήταν μόνο 20 δις ενώ σήμερα το χρέος των ανεξάρτητων πρώην μελών της ξεπερνά το 104 δις ευρώ. Η ΕΕ βρίσκεται σε μια διαρκή συνεννόηση μέσω της επιτρόπου για τα Βαλκάνια, Μογκερίνι, για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις στην κατεύθυνση της φιλελευθεροποίησης της οικονομίας της χώρας ενώ το ΔΝΤ και η ΠΤ συνιστούν περικοπές, ιδιωτικοποιήσεις, απολύσεις προκειμένου να υπάρξουν ξένες επενδύσεις. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ευθυγράμμισης με τα σχέδια αυτά αποτελεί η δήλωση της υπουργού εξωτερικών για απολύσεις χιλιάδων υπαλλήλων, μόλις μια μέρα μετά την επίσκεψη του ΔΝΤ. Στο ίδιο πνεύμα ήταν και η επίσκεψη Μπλερ για την εκπαίδευση της κυβέρνησης και τη διαμεσολάβησή του για την ένταξη της χώρας στην ΕΕ. Έτσι τέθηκαν σε καθεστώς πτώχευσης 188 κρατικές επιχειρήσεις για να μπορέσει η χώρα να ανταποκριθεί στους όρους της δανειοδοτικής συμφωνίας, ύψους 1 δισ. Ευρώ. Η Υπηρεσία Ιδιωτικοποιήσεων, θεσμός απαραίτητος προκειμένου να λειτουργήσει στο εσωτερικό η διαδικασία μεταρρυθμίσεων ανέλαβε μετά το 2000 όλες τις κατεστραμμένες από την επέμβαση του 1999 επιχειρήσεις, απογυμνωμένες από τα περιουσιακά τους στοιχεία. Το ΔΝΤ χρεώνοντας τη Σερβία δίνει τις εντολές για τα «αναδιαρθρωτικά προγράμματα» αποικιοποίησης της χώρας.
Απέναντι σε όλα αυτά, μέσα στη χώρα επιβιώνει το πνεύμα του Μιλόσεβιτς υπό την καθοδήγηση του εγκληματία Σέσελι, φιλορώσου αρχηγού του Ριζοσπαστικού Κόμματος που διαβλέπει για λογαριασμό της «Μεγάλης Σερβίας» τη διχοτόμηση της Βοσνίας, τη διεκδίκηση του 1/3 των εδαφών της Κροατίας, την εκδίωξη των αλβανών από τη Σερβία έχοντας μια αντιαμερικανική και αντιευρωπαϊκή πολιτική. Η αναβίωση των Τσέτνικ και οι σημαίες της Μεγάλης Σερβίας ξαναβγήκαν στην επιφάνεια στο ποδοσφαιρικό ματς Σερβίας-Αλβανίας όπως και σε κάθε περίσταση διαδηλώσεων.
Βοσνία-Ερζεγοβίνη:
«Δεν μπορούμε να δεχτούμε να περικόπτονται διαρκώς οι αρμοδιότητές μας. Ο Ύπατος εκπρόσωπος της Διεθνούς Κοινότητας απολαύει εδώ προνομίων όμοια με εκείνα που είχε κάποτε ο αυστριακός αυτοκράτορας» Μίλοραν Ντόντικ, πρόεδρος της σερβικής δημοκρατίας της Βοσνίας
«Θα αφήσουμε τη Βοσνία όταν σταθεροποιηθεί πολιτικά και οικονομικά και όταν θα βρίσκεται στο δρόμο χωρίς επιστροφή για ένταξη στην ΕΕ» Μίροσλαβ Λάιτζακ, ύπατος αρμοστής στη Βοσνία το 2007
«Καλώ πιεστικά τους πολιτικούς της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, ιδίως όμως τον πρωθυπουργό της σερβικής δημοκρατίας Ντόντικ να μην αντισταθεί σ’ αυτές τις προσπάθειες και να συνεισφέρει εποικοδομητικά στην επίλυση των καθηκόντων υπέρβασης» Φ. Β. Στάιμαγερ, υπουργός εξωτερικών Γερμανίας 2007
«Δεν είμαι Βόσνιος, δεν είμαι Σέρβος, ούτε Κροάτης. Είμαι άνεργος» σύνθημα της εργατικής εξέγερσης του Φεβρουαρίου 2014
Το προτεκτοράτο του ΝΑΤΟ-ΟΗΕ μετά τη συμφωνία του Ντέιτον που προέκυψε μετά από ένα πολύ σοβαρό πόλεμο που πέρασε από κρεβάτια χιλιάδων ανθρώπων με μικτούς γάμους, βρίσκεται σε σοβαρή κρίση. Πρόκειται για μια κρατική ομοσπονδία η οποία χωρίζει σερβοβόσνιους και μουσουλμάνους-κροάτες η οποία βρίσκεται σε πορεία σύνδεσης με την ΕΕ, πραγματοποιώντας μεταρρυθμίσεις. Οι αποσχιστικές τάσεις εκφράζονται τόσο από τη μεριά της σερβικής ηγεσίας όσο και από την πλευρά των κροατών και είναι πολύ ισχυρές. Τόσο ισχυρές που κατάφεραν να θέσουν στο περιθώριο το ταξικό κίνημα που προέκυψε το χειμώνα του 2014, όπου κοινές πορείες ανθρώπων από διαφορετικές εθνότητες κατάφεραν για μια μικρή περίοδο να συναντηθούν στο ταξικό ζήτημα με τις εργατικές διεκδικήσεις. Η γραμμή που επέβαλε το 1992 η ΕΕ μέσω της αναγνώρισης της ανεξαρτησίας κατάφερε να εντείνει τις διαφορές επιφέροντας έναν φονικό πόλεμο με κατάληξη τη Σρεμπρένιτσα και την Κράινα της Κροατίας. Η αναθέρμανση της έντασης των μητέρων πατρίδων Σερβίας-Κροατίας (με αφορμή την 20ετή επέτειο από τις εθνοκαθάρσεις του 1995) υποδαυλίζει και την ένταση στη χώρα με τις διαρθρωτικές αλλαγές να προηγούνται της επιβίωσης των ανθρώπων της. Την περίοδο αυτή ενεργοποιείται η συμφωνία σύνδεσης με την ΕΕ.
Από το 1993 του σχεδίου Βανς-Όουεν μέχρι και τη συμφωνία του Ντέιτον του 1995 υπήρξαν ωμές παρεμβάσεις και βομβαρδισμοί για να καταλήξει στο σημερινό προτεκτοράτο. Μέχρι και μια δεκαετία μετά, οι ύπατοι αρμοστές έχουν καθαιρέσει 570 φορές εκλεγμένους, ανάμεσά τους πρωθυπουργούς και προέδρους που δεν ήταν της αρεσκείας τους. Οι ΗΠΑ, μάλιστα απαίτησαν το 2006 να αλλάξει το σύνταγμα με στόχο τον αποκλεισμό των σερβοβοσνίων γεγονός που έγινε ένα χρόνο αργότερα με απόφαση του ύπατου αρμοστή που νομιμοποιούσε απόφαση χωρίς την παρουσία των σερβοβοσνίων στο υπουργικό συμβούλιο. Η αποτυχία του σχεδίου έχει δημιουργήσει αδιέξοδο το οποίο επιτείνεται από τις κραυγές για τα αποσχιστικά δημοψηφίσματα με αφορμή και αιτία τις παρεμβάσεις που έχουν γίνει επί της συμφωνίας.
Όσον αφορά την οικονομία, αυτή ακολουθά το κανονιστικό διάγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων, περικοπών μισθών, απολύσεων και ξένων επενδύσεων. Για παράδειγμα, το εργοστάσιο αλατιού που παρήγαγε το 80% προϊόν για όλη την π. Γιουγκοσλαβία, ιδιωτικοποιήθηκε απολύοντας από τους 2.500 εργάτες τους 2.100. Όσοι απέμειναν στη διάρκεια της μικρής εξέγερσης του 2014 ήταν απλήρωτοι. Στη Τούζλα, μια πόλη με το 45% ανέργους την ίδια περίοδο ήταν απλήρωτοι οι εργάτες 5 πρώην κρατικών εργοστασίων χημικών πρώην κολοσσών και μάλιστα οι επιχειρήσεις ήταν στη διαδικασία πτώχευσης. Ενθαρρυντικό παραμένει το γεγονός ότι η βιομηχανία απορρυπαντικών DITA στους εργάτες της οποίας χρωστούν 45 μηνιαίους μισθούς, βρίσκεται υπό κατάληψη, σύμφωνα με τα τελευταία νέα, και παράγει προϊόντα αντίστοιχα με τη δική μας ΒΙΟΜΕ με την οποία είναι συνδεδεμένες, κινηματικά. Η περίπτωση της συγκεκριμένης βιομηχανίας είναι παραδειγματική: Το 2002, το 59% του κεφαλαίου της Dita, υποτίθεται ότι αγοράστηκε από τους εργάτες της και η Κρατική Επιτροπή για τις Ιδιωτικοποιήσεις επιβεβαίωσε ότι η ιδιοκτησία της εταιρίας ήταν πλέον ολότελα ιδιωτική. Αυτό τράβηξε μέχρι το 2005, οπότε και η Dita αγοράστηκε από μια εταιρία χημικών ονόματι Lora, που βρίσκεται υπό τον έλεγχο της Biohomija, ενός τραστ της χημικής βιομηχανίας με έδρα το Βελιγράδι στη Σερβία. Η εταιρία έκτοτε καταστράφηκε συστηματικά. Σύμφωνα με τον οικονομικό έλεγχο του 2010, η Dita ήδη ήτανε “μέσα”, αν και τα χρόνια που προηγήθηκαν διακρινόταν για την παραγωγικότητα και τα μέτρα ασφαλείας των εργαζομένων. Μεταξύ 2009 και 2010, δόθηκε εντολή να χρησιμοποιούν αλάτι στο χημικό μείγμα παρασκευής απορρυπαντικών, κάτι που προκάλεσε βλάβες στα μηχανήματα, καταστρέφοντας σταδιακά τις παραγωγικές δυνατότητες του εργοστασίου. Μετά και την επίσημη κήρυξη πτώχευσης, τον Δεκέμβριο 2013, μια ομάδα 40 εργατών συγκεντρώθηκαν μπροστά στις πύλες του εργοστασίου της Dita, ξεκινώντας μια διαμαρτυρία με στόχο τη διάσωση της επιχείρησης. Για τις ταραχές στη Βοσνία που έγιναν κατά την περίοδο του Μαϊντάν της Ουκρανίας υπήρξε η απειλή για αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων της ΕΕ ενώ ταυτοχρόνως ο σκληρός πυρήνας της ΕΕ ήταν σε συνεννόηση με τους ουκρανούς ναζί.
Η ανεργία αγγίζει το 28% σε όλη τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Οι πλημμύρες της περασμένης χρονιάς έδειξαν την κατάρρευση των υποδομών στη χώρα και την αδιαφορία των αρχών. Παρόλα αυτά το ΔΝΤ θεωρεί ότι η οικονομία πάει καλύτερα και εξυγιαίνεται μέσω των δανείων.
Κόσσοβο-Κοσσυφοπέδιο:
«Γνωρίζετε την άποψη της κυβέρνησής μου ότι το Κόσσοβο θα γίνει ανεξάρτητο… Αποτελεί επίσης δήλωση για το ποιο νομίζουμε ότι θα είναι το αποτέλεσμα. ΟΙ ηγέτες της Σερβίας πρέπει να υπερβούν την άρνηση. Πρέπει να πάψουν να λένε ότι αυτό δεν θα συμβεί… Εγώ θα πω την αλήθεια, αν δεν μπορούν οι σέρβοι ηγέτες, και αυτή η αλήθεια είναι πως η Σερβία δε θα κυβερνήσει το Κόσοβο. Πάει! Τελείωσε!» Βοηθός υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ, Ντανιέλ Φριντ, 2007
Η μονομερής ανεξαρτησία του Κοσσόβου το 2008 από την αυτόνομη κυβέρνηση ωθούμενη από τις ΗΠΑ, βρήκε την πιο καλή της ώρα προκαλώντας τόσο τις κόκκινες γραμμές της Ρωσίας διεθνώς όσο και της Σερβίας στην οποία ανήκει με ειδικό καθεστώς αυτονομίας. Η ανασύσταση του UCK και η πρόκληση επεισοδίων με κορύφωση τα γεγονότα στο Κουμάνοβο, δείχνουν ότι τα δείγματα καλής θέλησης από πλευράς επίσημης ηγεσίας για ειρηνική διευθέτηση και μάλιστα στη φάση που η οικονομία του Κοσσόβου έχει καταστραφεί από τις μεταρρυθμίσεις που έχουν επιβάλει τα διεθνή διευθυντήρια μετά την περίοδο του πολέμου «ανεξαρτησίας» είναι απλά και μόνο λόγια. Το Κόσοβο είναι μέλος του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Από το 2002 όλες οι κρατικές επιχειρήσεις (ορυχεία, χαλυβουργεία, κατασκευαστικές επιχειρήσεις βαριάς βιομηχανίας, υφαντουργία, βιομηχανία τροφίμων, μεταποίησης αγροτικών προϊόντων κλπ) αλλά και κάθε δημόσια περιουσία στο Κόσσοβο έχουν περάσει στην επιτροπή ιδιωτικοποιήσεων (κάτι σαν το ελληνικό ΤΑΙΠΕΔ). Το 2003 μέσω του ΟΗΕ εκχωρήθηκε στην επιτροπή ιδιωτικοποιήσεων η δημόσια γη και νοικιάζεται σε ιδιώτες με μίσθωση 99 ετών. Με στοιχεία του 2007, το 15% των κατοίκων ζει με κάτω από 1 ευρώ την ημέρα και το 40% με κάτω από 5 ευρώ. Οι σημερινές συνθήκες ομολογούν ότι ο μέσος μισθός στον ιδιωτικό τομέα είναι 230 ευρώ, ένας στους τρεις Κοσοβάρους είναι άνεργος, με την ανεργία των νέων να φτάνει το 60-80%, ο σημαντικότερος εργοδότης είναι το οργανωμένο έγκλημα, η διαφθορά βασιλεύει, μαζί με την ευνοιοκρατία και το πελατειακό σύστημα, τα ελλείμματα διευρύνονται, οι ξένες επενδύσεις όλο και μειώνονται. Το 10% του πληθυσμού ζει με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα, το 30% ζει κάτω από το όριο της απόλυτης φτώχειας, σε μια χώρα που έχει υιοθετήσει το ευρώ ως επίσημο νόμισμα. Το Κόσοβο είναι μια χώρα που ζει κυρίως με τα εμβάσματα των μεταναστών. Επιπροσθέτως, έχουν μειωθεί οι χρηματοοικονομικές “μεταγγίσεις” από τη διεθνή κοινότητα όπως το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε με αποτέλεσμα να μην είναι πλέον δυνατή η παροχή επιδομάτων τα οποία αγγίζουν περίπου τα 80 ευρώ. Το φαινόμενο της φετινής μαζικής μετανάστευσης περίπου 100.000 κοσσοβάρων έναντι 20.000 για την προηγούμενη χρονιά, με τα πόδια, με οικογένειες και παιδιά, μέσα στο χειμώνα και μάλιστα διαμέσου της μισητής Σερβίας και κατόπιν της Ουγγαρίας, όπως και της τραγικής τους επιστροφής, είναι ενδεικτικό του επιπέδου της φτώχειας. Σύμφωνα με κάποια στοιχεία οι αλβανοί και κυρίως οι κοσοβάροι είναι αυτοί που έχουν ζητήσει άσυλο στη Γερμανία γεγονός για το οποίο πραγματοποίησε αρνητικές δηλώσεις η Μέρκελ. Έτσι η κυβέρνηση του Κοσόβου σύναψε συμφωνία με το ΔΝΤ, μέσα στον Ιούλιο του 2105 για πρόγραμμα στήριξης ύψους 184 εκατομμυρίων ευρώ με στόχο το «πάγωμα» μισθών και συντάξεων, αλλά και να ληφθούν φορολογικά μέτρα. Η ανάπτυξη συνεχίζεται όπως και οι πολιτικές ανακατατάξεις με ζητούμενο την «ανεξαρτησία».
Το κίνημα «Αυτοδιάθεση» στο Κόσοβο, ως η πολιτική απόληξη του UCK, είναι αυτό που πλειοδοτεί σε κάθε περίπτωση στην ανεξαρτησία και στην ένωση όλων των αλβανών κάτω από μια πολιτική σκέπη. Συνδεδεμένο με ημιστρατιωτικές και παραστρατιωτικές δομές του πρώην απελευθερωτικού στρατού, προκαλεί μέσω δηλώσεων των ηγετών του σε ριζοσπαστικοποίηση της πολιτικής με στόχο την αυτοδιάθεση. Πρόσφατα βουλευτές του επιτέθηκαν μέσα στο κοινοβούλιο, στον πρωθυπουργό, λόγω των συμφωνιών με τη Σερβία και του προχωρήματος των «μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης» και ικανοποίησης ενταξιακών όρων από πλευράς ΕΕ. Η «Αυτοδιάθεση» του Κοσόβου είναι ο πολιτικός πυρήνας που συνενώνει προς το παρόν τις αντιδράσεις από τις όποιες παρελκυστικές τακτικές που απομακρύνουν την άμεση ανεξαρτησία.
Κροατία:
«Με τον Τίτο η Γιουγκοσλαβία επεδίωκε να διατηρήσει την ανεξαρτησία της από τη Σοβιετική Ένωση. Αλλά αφότου ανέλαβαν την ευθύνη εκεί οι μεταρρυθμιστές, ο Γκορμπατσόφ και ο Σεβαρτνάντζε, αυτή η αλληλεγγύη ‘’εξαερώθηκε"...» Χ. Ντ. Γκένσερ, π. υπουργός εξωτερικών Γερμανίας (1969-1992) ο μιλώντας για την αλληλεγγύη της Ευρώπης προς την Γιουγκοσλαβία
«Για όσο ζούμε θα πιστεύουμε πως πρόκειται για κάτι περισσότερο από έναν ποδοσφαιρικό αγώνα», Μπόμπο, μέλος των Bad Blue Boys της Ντιναμό Ζάγκρεμπ μιλώντας για τον περιβόητο ποδοσφαιρικό αγώνα με τον Ερυθρό Αστέρα Βελιγραδίου, το Μάιο του 1990
Με υψηλούς τόνους η κυβέρνηση της Κροατίας έχει ξεκινήσει ένα διπλωματικό πόλεμο με τη Σερβία. Η επιχείρηση εθνοκάθαρσης εναντίον των Σέρβων της Κροατίας πριν από 20 χρόνια κατέληξε σε ένα ματοκύλισμα, όσο και οι δυναμικές κινητοποιήσεις του ομοσπονδιακού στρατού επί κυριαρχίας Μιλόσεβιτς έχει σφραγίσει τις σχέσεις των δυο χωρών. Τόσο από τη μεριά της Σερβίας όσο και από την πλευρά της Κροατίας ενισχύονται οι εθνικιστικοί πόλοι ως οχήματα εσωτερικής πηγής εντάσεων και βγαίνουν στην επιφάνεια ζητήματα από την περίοδο του μεσοπολέμου. Οι Ουστάσι έχουν βγει στην επιφάνεια και γιορτάζουν σε κάθε περίσταση παρόλο που ο πρωθυπουργός της χώρας διαβεβαιώνει ότι το σύνταγμα βασίζεται στην αντίσταση κι όχι στη δράση των κατοχικών συνεργατών. Εν τούτοις ο πρόεδρος της χώρας δεν αποφεύγει να προσκυνήσει το μνημείο των νεκρών ουστάσι που συνεργάστηκαν με τους ναζί. Πρόσφατα οι γιορτές για το γεγονός που συνεπαγόταν την εθνοκάθαρση των σέρβων της Κράινα πυροδότησαν την ένταση ανάμεσα στη Σερβία και στην Κροατία. Οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις για την είσοδο της χώρας στην ΕΕ, έχουν προκαλέσει κύμα φτώχειας με σοβαρή θετική απόληξη στην υπόθεση ενός κινήματος που έφτασε σε σημαντικά εκλογικά ποσοστά και υπερασπίζεται την ιδιωτική κατοικία. Το οικοδόμημα της Κροατίας που κατασκευάστηκε από την παρέμβαση της Γερμανίας και του πολωνού πάπα Βοϊτίλα Παύλου του Β’ σε μια άκρως επιδεικτική ρεβανσιστική πρακτική είναι σαθρό. Η συνοχή της Κροατίας σήμερα είναι ένας αντιφατικός αχταρμάς εθνικισμού-καθολικισμού και προσήλωσης στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ.
Το δημόσιο χρέος της Κροατίας φτάνει στα 37 δις ευρώ. Οι ψευδείς διαγραφές 12.500 χιλιάδων οφειλετών δεν βοήθησαν την κατάσταση καθότι είναι αδύναμοι οι όροι: οι δανειολήπτες πρέπει να χρωστούν λιγότερο από το αντίστοιχο των 35.000 ευρώ να έχουν εισόδημα που δεν ξεπερνάει τα 122 ευρώ το μήνα, όπως επίσης δεν πρέπει να έχουν αποταμιεύσεις και ακίνητη περιουσία. Έτσι προέκυψε το κίνημα διαμαρτυρίας «Ανθρώπινο Τείχος» ενάντια στις εξώσεις και στο χτύπημα της ιδιωτικής κατοικίας, το οποίο απέσπασε γύρω στο 17% στις πρόσφατες εκλογές του 2014. Η υποσχεσιολογία για το «Κουβέιτ της Βαλκανικής» δίνει και παίρνει, όσον αφορά στην εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων. Άλλωστε αυτή η υπόσχεση είναι κοινή για όλες τις ηγεσίες σχεδόν της Βαλκανικής που μιλούν για τη δημιουργία στο εσωτερικό τους «ενεργειακών κόμβων» ως placebo για την επίλυση του ζητήματος της φτώχειας που αυξάνεται επικίνδυνα. Ενδεικτικά, σύμφωνα με τη UNICEF ήδη από το 2012, το 20% των παιδιών ζούσαν κάτω από το όριο της φτώχειας, το 65% των παιδιών από φτωχές οικογένειες ζει σε χωριό και το 47% δεν έχει δικό του κρεβάτι. Το 1/5 των παιδιών προσχολικής ηλικίας ζει σε σπίτια ή διαμερίσματα, στα οποία δεν υπάρχει θέρμανση τους κρύους μήνες. Ποσοστό περίπου 50% των παιδιών ζει σε οικογένειες που καθυστερούν την πληρωμή του ενοικίου του σπιτιού και το 83% σε οικογένειες που δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σε ξαφνικά έξοδα. Το 68% των γονέων με παιδιά προσχολικής ηλικίας (κάτω των έξι ετών) που λαμβάνουν κοινωνικό βοήθημα δηλώνουν ότι δεν έχουν αρκετά χρήματα για φαγητό και το 30% των παιδιών τους ανέφερε ότι εκεί όπου ζουν δεν υπάρχει παιδίατρος. Η ανεργία στους νέους πέρσι βρέθηκε στο ποσοστό του 50% σύμφωνα με τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας (συνολικά 18%) ενώ οι παρατάξεις στο κοινοβούλιο διασταυρώνουν τα πυρά τους για το ποσοστό των κροατών που μεταναστεύουν κυρίως για τη Γερμανία, ποσοστό που υπολογίζεται από 60-100.000.
Μαυροβούνιο:
«Η απόφαση ανεξαρτητοποίησης του Μαυροβουνίου έκανε την περιοχή μας πιο ελεύθερη, πιο σταθερή και πιο ασφαλή». Σαλί Μπερίσα, π. Πρωθυπουργός της Αλβανίας, 2006
«Θα πρέπει να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να λάβουμε πρόσκληση ένταξης στο ΝΑΤΟ» Πρωτοχρονιάτικο διάγγελμα του πρωθυπουργού του Μαυροβουνίου Φιλίπ Βουγιάνοβιτς, το 2015
Με ταγμένη ηγεσία ενάντια στο ρωσικό κίνδυνο, το Μαυροβούνιο των 700.000 κατοίκων, το αποκαλούμενο ως «Σολανία» από το όνομα του περιβόητου επιτρόπου της ΕΕ Χαβιέ Σολάνα, το 2006 έγινε «ανεξάρτητο» κράτος μετά από ένα δημοψήφισμα με οριακό αποτέλεσμα (μόλις 0,4% η διαφορά). Ο Μίλο Τζουγκάνοβιτς, ηγέτης –τότε- του σερβικού Μαυροβουνίου ήταν αυτός ο οποίος υποστήριξε την επέμβαση του 1999. Μετά την ανεξαρτησία έγινε μέλος του ΟΑΣΕ, του ΟΗΕ, του Συμβουλίου της Ευρώπης και του ΝΑΤΟϊκού προγράμματος «Συνεταιρισμός για την Ειρήνη» με τη σύμπραξη ΗΠΑ και Γερμανίας. Από το 2009 έχει κάνει αίτηση τόσο στον ΠΟΕ όσο και στην ΕΕ προκειμένου να γίνει μέλος τους. Ταυτοχρόνως ως αντισερβικός παράγοντας, παρ’ όλη τη σερβική καταγωγή των κατοίκων του, σύναψε φιλικές σχέσεις τόσο με το Κόσοβο το οποίο και αναγνώρισε ως ανεξάρτητο, όσο και με την Αλβανία. Οι καλές σχέσεις με βάση τον αντισερβικό συνασπισμό συνεχίζονται αφού ήδη φέτος στη συνάντηση των προέδρων των δυο χωρών Μαυροβουνίου-Αλβανίας υπογράμμισαν τις σχέσεις τους στους τομείς της οικονομίας και των υποδομών. Πρόκειται κυρίως για τα δύο μεγάλα περιφερειακά έργα, τον Αγωγό Φυσικού Αερίου Αδριατικής - Ιονίου και τον αυτοκινητόδρομο Αδριατικής – Ιονίου.
Το Μαυροβούνιο των περίπου 600.000 κατοίκων, δεν είναι παρά ένα υπό διαπραγμάτευση οχυρό της γερμανικής ΕΕ για την κάθοδό της προς τα Βαλκάνια αλλά και ένα παράδειγμα «ειρηνικής» μετά τις βόμβες του 1999, απόσχισης και ανεξαρτητοποίησης. Με υποτυπώδη οικονομία την οποία θέτει στις προσταγές της ΕΕ και με τάσεις προσαρμογής στο στρατιωτικό δόγμα του ΝΑΤΟ, το «τουριστικό Σεν Τροπέζ των Βαλκανίων» ακολουθά τη μοίρα της μικρής χώρας-εξάρτημα. Μια νέα Κολομβία στην Αδριατική και ένας παράδεισος για Κροίσους. Όμως η φτώχεια είναι ο κανόνας αφού η ανεργία το 2005 ήταν πάνω από 27%. Το 2005, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν 3.800 δολάρια ΗΠΑ το χρόνο καθώς και περισσότερο από το 12% (με βάση στοιχεία του 2003) ζει υπό το όριο της φτώχειας. Το δε δημόσιο χρέος της φτάνει σήμερα το 54% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με ανακοίνωση του ΔΝΤ του 2013, απαιτείται μείωση του δημοσίου χρέους στο 30% του ΑΕΠ σε 10 χρόνια. Έτσι προβλέπει την ταχεία έγκριση της αύξησης του συντελεστή ΦΠΑ και συμβουλεύει τις αρχές του Μαυροβουνίου να επεκτείνουν τα φορολογικά μέτρα που υιοθετήθηκαν με πολυετή χρονικό ορίζοντα καθώς και επενδύσεις στον τουρισμό. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι το «προβληματικό» εργοστάσιο αλουμινίου στη χώρα και το οποίο αντιστοιχεί στο 5% της παραγωγικής της βάσης, του οποίου το ΔΝΤ ζητά ρευστοποίηση για τη μείωση του χρέους. Έτσι, τα περσινά επεισόδια του Φλεβάρη του 2014, στην πρωτεύουσα Ποντγκόριτσα επισκίασαν τις μεγαλοστομίες για τη μείωση της ανεργία στο 13% και τις αισιόδοξες προβλέψεις των πολιτικών για ανάκαμψη της οικονομίας. Η φτώχεια βαθαίνει και η αντίφαση της αναζήτησης ενός μηχανισμού στήριξης της οικονομίας επισύρει περεταίρω φτώχεια.
Σλοβενία:
«Είναι γνωστό ότι ο Τζέιμς Μπέικερ, ο τότε υπουργός Εξωτερικών, απείλησε στο «κατώφλι» της ανακήρυξης της ανεξαρτησίας μας, ότι οι ΗΠΑ δεν επρόκειτο ποτέ να αναγνωρίσουν το σλοβενικό κράτος… η διεθνής κοινότητα παρενέβη μόνο όταν ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Γκένσερ, ο οποίος ήταν πρόεδρος του CSCE τον καιρό εκείνο, δεν μπόρεσε να επισκεφθεί τη Σλοβενία, εξαιτίας των εναντίον της στρατιωτικών επιθέσεων. Το γεγονός ότι ήταν μάρτυρας της στρατιωτικής διαμάχης σε ευρωπαϊκό έδαφος, τα άλλαξε όλα. Αμέσως επικοινώνησε με τους συναδέλφους του, τους άλλους υπουργούς Εξωτερικών της τότε Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και άρχισαν να σχεδιάζουν τη διεθνή παρέμβαση» Μίλαν Κούτσαν, π. πρόεδρος της Σλοβενίας, 2011
Με το ένα στα τρία νοικοκυριά να αδυνατεί να καλύψει τις ανάγκες του, με το ΔΝΤ να είναι η άτυπη κυβέρνηση της χώρας, με την προσπάθεια της κυβέρνησης να εκποιήσει τις κρατικές υποδομές του κάποτε πλούσιου γιουγκοσλαβικού βορρά, η Σλοβενία ζει τα αποτελέσματα της «ευεργεσίας» της ΕΕ. Η «αναίμακτη» (μόλις πόλεμος των 10 ημερών) ανεξάρτητη Σλοβενία, που μόλις πρόσφατα έζησε κούρεμα των καταθέσεων στις τράπεζες για τη διάσωσή τους, αντιμετωπίζει όπως όλες οι χώρες που μπήκαν στην τροχιά του φιλελευθερισμού τα κρούσματα διαφθοράς. Το δημόσιο χρέος της Σλοβενίας είναι στα 31 δις ευρώ και η σκανδαλολογία είναι στα ύψη αφού η υπόθεση της πώλησης των τηλεπικοινωνιών και τραπεζών βρίσκεται αντίστοιχα με άλλες χώρες υπό τη διαπραγμάτευση με έμπειρες εταιρίες όπως η Ντόιτσε Τέλεκομ ή αμερικανικών και ουγγρικών τραπεζιτών, αντίστοιχα. Το κόστος της στέγασης αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο βάρος, για το 37% των νοικοκυριών, ένα μέτριο για το 52%, ενώ μόλις για το 12% δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα. Το μερίδιο των νοικοκυριών που εκπληρώνουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις με δυσκολία ή και μεγάλη δυσκολία, μειώθηκε κατά 3% το 2014, σε σχέση με το 2013 και διαμορφώθηκε στο 32%. Όμως, το μερίδιο, όσων δεν μπορούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς των δημόσιων επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, αυξήθηκε κατά μία ποσοστιαία μονάδα και ανήλθε στο 19%. Οι δημαγωγικές δηλώσεις μιλούν για ανάκαμψη της οικονομίας και για βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος. Η ανεργία όμως πλησιάζει στο 12%.
Μετά τη μεταπολίτευση και την ανεξαρτησία του 1991 κι ενώ είχε μια προνομιακή σχέση στις οικονομικές υποδομές της Ομοσπονδίας αναλογικά με τον μικρό πληθυσμό της κι αφού δέχτηκε οικονομικά πλήγματα από τη Σερβία η ανεργία σχεδόν τριπλασιάστηκε. Η απόφαση του κοινοβουλίου για τις ιδιωτικοποιήσεις των δημοσίων επιχειρήσεων επέφερε άμεσα την ιδιωτικοποίηση του 85% αυτών. Η Σλοβενία είναι σύμφωνα με τις παλιές εκτιμήσεις της Deutsche Bank, ένας «ενδιαφέρων» οικονομικός χώρος για άμεσες ξένες επενδύσεις. Πρώτον, η χώρα έχει μία σχετικά ανεπτυγμένη οικονομική δομή με βιομηχανική παράδοση πάνω από εκατό χρόνια. Δεύτερον, οι εργαζόμενοι είναι αρκετά καλά εκπαιδευμένοι και η τεχνολογική ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων αρκετά υψηλή. Τρίτον, οι μικροί μισθοί που κυμαίνονταν γύρω στα 3/4 των αντίστοιχων ευρωπαϊκών για συγκρίσιμες δραστηριότητες. Ακόμη πρέπει να ληφθεί υπόψη η κεντρική θέση που κατέχει η Σλοβενία στην Ευρώπη, θέση η οποία κάτω από ορισμένες συνθήκες μπορεί να επιδράσει ευνοϊκά στην οικονομική άνοδο της χώρας. Τέλος πρέπει να σημειωθεί η χαμηλή φορολόγηση εισοδημάτων καθώς και τα φορολογικά πλεονεκτήματα για τις νεοϊδρυμένες επιχειρήσεις. Παρ’ όλα αυτά η εξέγερση με αφορμή τη διαφθορά στην πόλη Μάριμπορ, πριν 3 χρόνια, όπως και σε άλλες πόλεις με το σύνθημα «είστε τελειωμένοι», δημιούργησε ένα ξεκίνημα ενός άλλου κινήματος «αγανακτισμένων» το οποίο μπορεί να μην έχει ένα συγκροτημένο πολιτικό κορμό ή πρόταγμα αλλά σηματοδοτεί την αναζήτηση μιας άλλης πολιτικής και κοινωνίας.
Ρουμανία:
«Πέρα από τη συνεργασία στον τομέα της άμυνας και του εκσυγχρονισμού των οπλικών συστημάτων, πρέπει να υιοθετηθούν κοινές διαδικασίες σε όλα τα επίπεδα, με δεδομένα τα ισχύοντα στο ΝΑΤΟ». Υπουργός άμυνας της Ρουμανίας, Μιρτσέα Ντούσα
Με βαρύ στρατιωτικό εξοπλισμό, οι ΗΠΑ, εγκαθίστανται σταδιακά στη Ρουμανία, στην κατέυθυνση περικύκλωσης της Ρωσίας από την πλευρά της Μαύρης Θάλασσας. 4 αμερικανικές βάσεις δυναμικού 3.000 στρατιωτών και δομές του ΝΑΤΟ είναι εγκατεστημένες στη Ρουμανία. Μάλιστα το 2007 αποκαλύφθηκε ότι η αεροπορική βάση στο Κογκαλνιτσεάνου χρησιμοποιήθηκε ως φυλακή για απαχθέντες από τη CIA. Εξ’ αιτίας του αμερικανικού προσανατολισμού της, η Ρουμανία, είναι ο μεγάλος ανταγωνιστής της Τουρκίας όσον αφορά την αντιμετώπιση του ρωσικού παράγοντα αλλά και για την κυριαρχία στη Μαύρη Θάλασσα. Αποτελώντας τμήμα του αντιρωσικού άξονα, το πολιτικό σύστημα μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης του Τσαουσέσκου, ζει τον εφιάλτη της διαρκούς μετανάστευσης στο εξωτερικό. Μια χώρα με σοβαρές υποδομές και φυσικό πλούτο ζει μέσα στη φτώχεια από τα εμβάσματα και τη φτηνή εργασία.
Με φοβερές ανισότητες, αφού υπολογίζεται ότι 300 άνθρωποι από το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα ελέγχουν το 25% του πλούτου της χώρας, με το 1/3 και παραπάνω από τον πληθυσμό της χώρας να ζει με την αδήλωτη εργασία. Η διαφθορά είναι θεσμός στη Ρουμανία: στο τέλος του Σεπτέμβρη για παράδειγμα, ξεκίνησε η δίκη του Β. Πόντα, του πρωθυπουργού, νέου κι αυτού, σε ηλικία, που κατηγορείται για πλαστογραφία, φοροδιαφυγή κα ξέπλυμα χρήματος μαζί με κρατικά στελέχη και οικονομικούς παράγοντες. Από το 2010 με την καθοδήγηση του ΔΝΤ ασκήθηκε μεταρρυθμιστική πολιτική η οποία είχε περιεχόμενο τις περικοπές στο 25% των μισθών του δημοσίου, χιλιάδες απολύσεις και αύξηση 5% στο ΦΠΑ όπως επίσης υποβαθμίστηκε ο τομέας της υγείας και της περίθαλψης καθότι έγιναν σοβαρές περικοπές. Το 2008 και ενώ εντάχθηκε στην ΕΕ από το 2007, αντιμετώπισε την κρίση. Στην πραγματικότητα συνεχίστηκε η οικονομία φτώχειας αφού και ο Τσαουσέσκου είχε χρεώσει τη χώρα στις δυτικές τράπεζες. Για αυτό η φτώχεια, δίπλα στην έλλειψη ελευθεριών ήταν βασικές αιτίες της εξέγερσης στη Ρουμανία. Έτσι, μετά την κατάρρευση του καθεστώτος Τσαουσέσκου, τα μεταλλαγμένα στελέχη του Κομουνιστικού κόμματος διαμοίρασαν τον πλούτο και την εξουσία. Στη Ρουμανία οι ηγετικές ομάδες, όπως όλες οι χώρες της βαλκανικής τέθηκαν σε τροχιά ένταξης στους διεθνείς μηχανισμούς της Δύσης αποκόπτοντας τη σχέση τους με την Ανατολή, βρέθηκαν στο δίλλημα της καταπολέμησης της διαφθοράς για να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις της ΕΕ. Αυτό όμως έφερε ένα τμήμα της άρχουσας τάξης προερχόμενο από τους κομουνιστές σε σύγκρουση με ένα άλλο φιλοευρωπαϊκό καθότι ήθελε να κρατήσει τα προνόμιά του και να καθοδηγεί προς ίδιον όφελος την οικονομία και τους θεσμούς. Έτσι ένα μέρος της εργατικής τάξης βρίσκεται με την «μετακομουνιστική» μερίδα αυτών που αναπολούν τον Τσαουσέσκου κι ένα άλλο με την «φιλοευρωπαϊκή» μερίδα αυτών που επιθυμούν να ανατρέψουν αυτή την κατάσταση. Σε γενικές γραμμές η οικονομία έχει ως εξής: Η ανεργία μετά τις ξένες επενδύσεις ήταν σχετικά χαμηλή όμως ολοένα και αυξάνεται προς το 8% ενώ στους νέους αγγίζει το 20%. Με μια οικονομία που στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στα ορυχεία, στη Ρουμανία το 1995 ανακοινώθηκε η ιδιωτικοποίηση χιλιάδων επιχειρήσεων κι έτσι πρώην μέλη του ΚΚ βρέθηκαν με περιουσίες. Η μετανάστευση είναι σε μεγάλα ποσοστά αφού η δεύτερη πόλη σε πληθυσμό με ρουμάνους είναι η Μαδρίτη με 600.000 μετανάστες. Συνολικά έχουν μεταναστεύσει 5.000.000 ρουμάνοι με συνολικό πληθυσμό στα 20.000.000. Έτσι μεγάλες ανισότητες υπάρχουν στη χώρα αφού από τη μια υπάρχει μια ανάπτυξη τύπου Ελλάδας πριν την κρίση (υπηρεσίες, νέες τεχνολογίες, κατασκευαστικός τομέας κλπ) κι από την άλλη στην περιφέρεια ο κόσμος ζει σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας. Λόγω της γεωγραφικής της θέσης μπορεί να είναι ένας ενεργειακός κόμβος. Είναι μετά τη Βουλγαρία, η επόμενη χώρα στην κατάταξη της φτώχειας (40%) ενώ είναι μετά την Ελλάδα σε κατώτατο μισθό (ο μέσος μισθός είναι 380 ευρώ) και πρώτη στην Ευρώπη σε φτώχεια στους νέους κάτω των 18 ετών. Η κοινότητα όμως που υποφέρει ιδιαίτερα είναι αυτή των τσιγγάνων που αποτελούν περίπου το 10% του συνολικού πληθυσμού. Αυτοί και ιδιαίτερα σε αυτή τη χώρα βιώνουν τον πιο έντονο αποκλεισμό και ρατσισμό εκ μέρους του πολιτικού συστήματος.
Η Ρουμανία αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα από τις τάσεις απόσχισης της ουγγρικής μειονότητας της Τρανσυλβανίας. Οι 1,5 έως 2.000.000 ούγγροι που ζουν στα σύνορα με την Ουγγαρία με δικό τους κόμμα και οργάνωση διεκδικούν αυτονομία από το ρουμανικό κράτος ακολουθώντας τις εθνικές εντάσεις μεταξύ των δυο χωρών. Ήδη ο πρώτος πρωθυπουργός της μεταπολιτευτικής Ουγγαρίας συμπεριλάμβανε στους λόγους του τις μειονότητες που υπάρχουν στα γύρω κράτη. Έτσι η Ρουμανία είναι εναντίον της απόσχισης του Κοσόβου ακριβώς για αυτόν τον λόγο αν και τον τελευταίο καιρό λόγω της αμερικανικής εξάρτησης έχει αρχίσει και αναθεωρεί αυτή την άποψη. Στο έδαφός της λειτουργεί και το κόμμα «Μεγάλη Ρουμανία» ως ιδεολογικής συνέχειας του βασιλιά Αντωνέσκου και της φασιστικής λεγεώνας του μεσοπολέμου και της κατοχής με ρατσιστικές, αντισημιτικές και εθνικιστικές απόψεις που δημιουργήθηκε το 1991, αλλά την περίοδο αυτή βρίσκεται σε κάθοδο λόγω της οικονομικής ανάπτυξης.
Τσιγγάνοι-Γύφτοι-Ρομά:
«Δεν έχω τόπο δεν έχω ελπίδα, δεν θα με χάσει καμιά πατρίδα…» από «το τραγούδι των γύφτων»
Είναι ένας λαός χωρίς χώρα, χωρίς επίσημη ιστορία, διαμελισμένος, χωρίς πατρίδα, χωρίς αναγνωρισμένα δικαιώματα. Ζουν στο περιθώριο των βαλκανικών χωρών, διωγμένοι διαρκώς και κοινωνικά αποκλεισμένοι. Με γλώσσα χωρίς γραφή, με μια τάση νομαδική, με μια άρνηση να δημιουργήσουν πολιτικούς σχηματισμούς, με οργάνωση φυλετική σε ένα μεγάλο βαθμό, με απόλυτη προσήλωση στην ενδογαμία, αποτελούν μυστήριο. Είναι συνήθως τα πρώτα θύματα διακρίσεων και ρατσισμού. Μιλούν συνήθως ως δεύτερη, τη γλώσσα της χώρας στην οποία βρίσκονται και ασπάζονται πλευρές των κυρίαρχων θρησκειών. Σε όλη την Ευρώπη ζουν από 6 ως 10 εκατομμύρια Ρομά. Ο πληθυσμός τους σε όλα τα Βαλκάνια κυμαίνεται από 2,5 ως 4 εκατομμύρια, ανάλογα με τις εκτιμήσεις. Είναι δε κατανεμημένος ως εξής (εκτίμηση): Ρουμανία: 800.000 – 1,5 εκατομμύριο, Τουρκία: 600.000 – 800.000, Βουλγαρία: 400.000-500.000, Ελλάδα: 300.000, Σερβία: 200.000 – 300.000, Αλβανία: 150.000, ΠΓΔΜ: 100.000-120.000, Βοσνία: 50.000 – 100.000, Κροατία: 50.000, Κόσοβο: 40.000.
Η κατάσταση με τους τσιγγάνους είναι σε όλες τις χώρες τραγική. Ένας λαός που κάποτε είχε στα χέρια του τέχνες πολύ σημαντικές (μουσικοί, σιδηρουργία, χαλκουργία κλπ), σήμερα, ζει με δουλειές του ποδαριού (ανακύκλωση, πλανόδιο εμπόριο, χειροτεχνικές κατασκευές κλπ) ή συνήθως καταφεύγει σε παράνομες δραστηριότητες (ναρκωτικά, κλοπές κλπ) και στην επαιτεία. Ζουν συνήθως σε προσωρινούς ή ημι-μόνιμους καταυλισμούς χωρίς στοιχειώδη μέτρα υγιεινής και διαρκώς είναι διωγμένοι. Είναι οι πλέον φτωχοί, οι πλέον εξαθλιωμένοι και ζουν χωρίς θέρμανση, χωρίς δίκτυο ύδρευσης, χωρίς παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, χωρίς εκπαίδευση, χωρίς πρόσβαση στις δομές υγείας και περίθαλψης. Είναι τα πιο μεγαλύτερα θύματα της φτώχειας και του φασισμού αφού οι ίδιοι διαρκώς και σε όλες τις χώρες στα Βαλκάνια αποτελούν τον πιο εύκολο στόχο. Σε όλες τις χώρες έχουν δημιουργήσει οργανώσεις και κάποια κόμματα ενώ κάποιες υποτυπώδεις διεθνείς διοργανώσεις για συναντήσεις είναι ευκαιρία για κομπορρημοσύνες διαφόρων παραγόντων του πολιτικού συστήματος.
Ο ανταγωνισμός των δυνάμεων για τα Βαλκάνια
«Ποιος απ’ τους προστάτες θα μας προστατέψει, ποιος;» από το «Λαός Προστάτης» του Θ. Μπακαλάκου
Οι ΗΠΑ, με στόχο την περικύκλωση της Ρωσίας και την υπονόμευση των σχέσεών της με την ΕΕ αλλά και με στόχους μετατροπής των χωρών της Βαλκανικής σε στρατηγικούς συμμάχους στις περιοχές των οποίων θα στήσει και τα αντίστοιχα προγεφυρώματα ή οχυρά, έχει αποδυθεί σε ένα παιχνίδι νομής ρόλων. Αρχικά και ύστερα από μια περίοδο «αποχής», μετά την κρίση της το 2007, έδειξε τον αποσταθεροποιητικό της ρόλο στη Λιβύη, στη συνέχεια στη Συρία και στην Ουκρανία ως επιστέγασμα. Με αποκορύφωμα την ικανοποίηση των στόχων της στο ουκρανικό ζήτημα που το κατέστησε από περιφερειακό σε παγκόσμιο αναγκάζοντας την ΕΕ και ιδιαίτερα τη Γερμανία να καταστεί επίσημος συνομιλητής με τους ναζί για την αποδόμηση της προηγούμενης κυβέρνησης και καταστρέφοντας τη σχέση Ρωσίας και ΕΕ, έχει περάσει σε ένα σχέδιο ασφυκτικής περικύκλωσης της Ρωσίας: Βουλγαρία και Ρουμανία από την πλευρά της Βαλκανικής είναι χώροι δημιουργίας στρατιωτικών βάσεων και διοικήσεων από πλευράς ΝΑΤΟ. Έτσι, οχυρώνεται εγκαινιάζοντας χώρους εποπτείας τόσο στην πλευρά της Ρωσίας όσο και προς την πλευρά της Μέσης Ανατολής. Στην ίδια πλεύση το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ, αναγνωρίζουν τόσο το Κόσσοβο όσο και η πλειοψηφία μελών του το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας» ενώ στην ίδια ρότα η ΕΕ και με το ΔΝΤ εποπτεύουν τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις, επενδύοντας παράλληλα στον αλβανικό εθνικισμό στα δυτικά της χώρας. Για τη δημιουργία χρήσιμων κυβερνήσεων έχουν επενδύσει στην εκπαίδευση στελεχών με το πρόσχημα της αναβάθμισης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για την ανάπτυξη. Στο Μαυροβούνιο, ο Τζουγκάνοβιτς έχει ιδρύσει πανεπιστήμιο ιδιωτικό για τα κατάρτιση των στελεχών της κυβέρνησής του καθώς και για τη στελέχωση του δημοσίου τομέα. Αντίστοιχα το ίδρυμα Σόρος στην Αλβανία αλλά και σε άλλες χώρες όπως στην πΓΔΜ ή στη Βουλγαρία, δίκτυα εκπαίδευσης ή δομές της περιβόητης «κοινωνίας των πολιτών» προετοιμάζουν στελέχη που θα αναπαράγουν την αμερικανική πολιτική. Οι ΗΠΑ είναι η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στον κόσμο και επιβάλει τις επιλογές της δια της απειλής και της στρατιωτικής προσάρτησης χωρών μέσω του ΝΑΤΟ για προστασία και επιστασία.
Μέσα από διπλωματικές κινήσεις κατάφερε να ακυρώσει στην ουσία την εγκατάσταση του ρωσικού αγωγού ο οποίος προοριζόταν για τις χώρες της ΕΕ ακυρώνοντας και τις προσυμφωνημένες διαδικασίες μεταξύ Τουρκίας-Ελλάδας-πΓΔΜ-Σερβίας-Ουγγαρίας. Από την άλλη η ΕΕ μέσω της Γερμανίας-Γαλλίας έκαναν ό,τι μπόρεσαν για τη βελτίωση της κατάστασης στο ουκρανικό ζήτημα με στόχο την επαναπροσέγγισης ΕΕ-Ρωσίας αλλά με ελάχιστα αποτελέσματα μέχρι στιγμής –αν και παρατηρείται μια κινητικότητα σήμερα που απολήγει σε στρατιωτική δράση με στόχο την προσέγγιση Ρωσίας-ΗΠΑ. Παρ’ όλες τις πολύ σοβαρές πρόσφατες αγροτικές κινητοποιήσεις γερμανών, γάλλων και βέλγων αγροτών σχετικά και με τις κυρώσεις προς τη Ρωσία, κυρώσεις οι οποίες τους έχουν καταστρέψει οικονομικά, αυτές παραμένουν προς το παρόν. Παρ’ όλες τις διεθνείς πρωτοβουλίες όπως των συμφωνιών του Μινσκ, παρ’ όλες τις κινήσεις απελπισίας όπως της γερμανικής ρητορείας περί ενός πλήρους ευρωστρατού, σε γενικές γραμμές, η ΕΕ έχει γίνει ουρά της Αμερικής και είναι ο βασικός χρηματοδότης των φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων στα Βαλκάνια αν εξαιρέσουμε τον συνεργατικό και ταυτοχρόνως αποσταθεροποιητικό ρόλο του ΔΝΤ που ελέγχεται άμεσα από τις ΗΠΑ. Απέναντι σε αυτή την παρέμβαση, η γηραιά Ευρώπη βλέπει με αρνητικό τρόπο τις τάσεις απόσχισης στο βαθμό που ενισχύονται από τις διαθέσεις των ΗΠΑ να έχουν τον πρώτο λόγο στην Ευρώπη και καθότι διαβλέπουν σοβαρά προβλήματα ελέγχου από αναθεωρήσεις στον ίδιο τον πυρήνα της ΕΕ. Η περίπτωση της Ισπανίας αλλά και άλλων ευρωπαϊκών «επαρχιών» είναι χαρακτηριστικές. Μόνο οι ούγγροι για παράδειγμα έχουν μειονότητες σε πέντε όμορες χώρες και σήμερα μιλούν για αναθεώρηση της συμφωνίας Τριανόν του 1920.
Η κοσμογονία στα Βαλκάνια που ξεκίνησε με την Γερμανία να έχει τον προεξάρχοντα ρόλο στις αποσχίσεις της Σλοβενίας και της Κροατίας δίνοντας ακόμα και τον οπλισμό της Ανατολικής Γερμανίας στους σχηματισμούς με τους οποίους ήταν σε επαφές, σταμάτησε όταν η Αμερική προσεταιρίστηκε τον Μιλόσεβιτς της Σερβίας κάνοντάς τον πολιτικό σύμμαχο κι αργότερα, εμμέσως, στρατιωτικό σύμμαχο. Η «αποστασία» του Μιλόσεβιτς, με το να μην ενεργοποιηθεί για τα ζητήματα των σέρβων της Κροατίας και της Βοσνίας, έδωσε χώρο στην Αμερική αλλά και τα απαραίτητα προσχήματα για να επέμβει τόσο για την τριχοτόμηση της Βοσνίας όσο και για το διωγμό και την εθνοκάθαρση των σέρβων της Κροατίας. Από την άλλη, όταν αποδυναμώθηκε η θέση του και η υπήρξε η επαναφορά του ζητήματος της ανεξαρτησίας του Κοσόβου που με την ταυτόχρονη αντανακλαστική στρατιωτική επέμβαση της Σερβίας, κατέστησε τον Μιλόσεβιτς από «συνετό πολιτικό» σε «χασάπη των Βαλκανίων». Έτσι από το 1993 και τις συμφωνίες Βανς-Όουεν κι αργότερα με τη συμφωνία του Νταίητον του 1995 έγινε ο κύριος στρατιωτικός και πολιτικός ρυθμιστής, με τη ΕΕ-Γερμανία ακόλουθο-χρηματοδότη στην προσπάθειά της να συνεχίσει την κάθοδό της προς τα Βαλκάνια, διαμέσου αυτής της οδού. Από τη διαδικασία διαμελισμού των Βαλκανίων σε μικρές και ανεξάρτητες χώρες, με τάσεις που αποβλέπουν στην ΕΕ την πολιτική τους ένταξη παραγνωρίζεται ότι αυτή προϋποθέτει διαδικασίες απόλυτης φιλελευθεροποίησης με ανυπολόγιστες συνέπειες προς τα λαϊκά στρώματα ενώ είναι αυτές, οι διαδικασίες, οι οποίες ώθησαν και ενίσχυσαν τις αποσχιστικές τάσεις μέσα στις ίδιες τις χώρες των Βαλκανίων. Εδώ είναι και η μεγαλειώδης αντίφαση που υπεισέρχονται οι βαλκανικοί εθνικισμοί σε αυτήν τη φάση.
Από την άλλη η Ρωσία ως μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας αντιδρά στις αναθεωρητικές τάσεις που ενισχύονται από τις ΗΠΑ. Ως ηγεμονική δύναμη υποστηρίζεται από αντιπολιτεύσεις στα Βαλκάνια ενώ με τη μέθοδο της σκληρής διπλωματίας και της επίδειξης του ισχυρού της στρατού συνεχίζει να επενδύει διασαλεύοντας όσο μπορεί την «αμερικανική ειρήνη». Η θέση της έχει γίνει πιο δύσκολη παρ’ όλες τις προσπάθειες της Γερμανίας -και της Γαλλίας δευτερευόντως- αφού έχει αποκλειστεί κι από τους παραδοσιακούς της συμμάχους (Σερβία, Βουλγαρία, Ελλάδα). Η κάθοδός της όμως προς το μεσανατολικό και μια πιθανή αλλαγή στο ουκρανικό ζήτημα με τη συνδρομή του σκληρού πυρήνα της ΕΕ πιθανόν να ωθήσει και το βαλκανικό ζήτημα σε νέες δίνες.
Ο ρόλος του ΟΗΕ στα Βαλκάνια δεν είναι παρά ο ρόλος καταπατητή των ψηφισμάτων του που αποτρέπουν τις αποσχιστικές τάσεις, με βάση την υποστήριξη της πλειοψηφίας των μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας. Έτσι και στην περίπτωση της ανεξαρτησίας του Κοσσόβου ακολουθεί την τακτική της καταπάτησης των ψηφισμάτων του. Οι διαμεσολαβητές ακολουθούν την πεπατημένη οδό για το κυπριακό ή για το παλαιστινιακό, των πολλών ψηφισμάτων που καταδικάζουν την εισβολή, την κατοχή και τον εποικισμό, όπου ναι μεν καταδικάζουν τις επεμβάσεις αλλά αναγνωρίζουν τον επεμβαίνοντα ως νόμιμο και ισότιμο παράγοντα για την «οικοδόμηση μέτρων εμπιστοσύνης» και «επαναπροσέγγισης». Έτσι καταπατώντας το ψήφισμα 1244/1999 προώθησαν και προωθούν τη λύση της ανεξαρτητοποίησης του Κοσόβου σε αντίθεση βεβαίως με τη Ρωσία. Στα πλαίσια της φετινής συνόδου του Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου, χαρακτηριστικό γεγονός ήταν η συζήτηση που προκάλεσε ο Ομπάμα καλώντας τις χώρες μέλη, μεταξύ αυτών το «Κόσοβο» και τη «δημοκρατία της Μακεδονίας» παρά τις αναμενόμενες αντιδράσεις Σερβίας και Ελλάδας.
Από την άλλη, η Τουρκία, με στρατηγικό σύμμαχο τις ΗΠΑ στα Βαλκάνια, διεισδύει, συνεχίζοντας την πολιτική που ξεκίνησε με την κατάρρευση των καθεστώτων. Με συμμαχίες τακτικού τύπου ενισχύει το ισλαμικό στοιχείο ενώ από την άλλη αυξάνει τις προκλητικές διαθέσεις της απέναντι της ανίσχυρης, σήμερα, Ελλάδας. Έχοντας δημιουργήσει, από την περίοδο Νετσμεντίν Ερμπακάν του ’90 και με αποκορύφωμα την περίοδο Αμπτουλάχ Γκιουλ του 2000, ένα αριθμητικά αξιόλογο δίκτυο θρησκευτικών σχολείων, ίδρυση Τραπεζών, εμπορικές συναλλαγές για φθηνά προϊόντα και με στρατιωτική βοήθεια προς τις χώρες που έχουν το μουσουλμανικό στοιχείο (Αλβανία, Βοσνία, πΓΔΜ, Κόσοβο) αποκτά μια επιρροή που ανταποκρίνεται στη σύνθεση ισλαμικού και κεμαλικού παράγοντα. Οι τουρκομουσουλμανικές μειονότητες από την άλλη, της ελλαδικής Θράκης και της Βουλγαρίας οι οποίες έχουν καταπιεστεί, είναι ένα εφόδιο στο να δημιουργεί αποσταθεροποίησεις στο βαθμό που δεν ενοχλεί τις στρατηγικές επιδιώξεις των ΗΠΑ και διατηρεί τις ενταξιακές διαδικασίες στην ΕΕ, με το ΑΚΡ του Ερντογάν να είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (στο οποίο είναι η ΝΔ και ο κυπριακός ΔΗΣΥ). Από την περίοδο της διάλυσης της ΕΣΣΔ, η Τουρκία, όταν έχασε το ρόλο της επένδυσε τόσο στα πρώην σοβιετικά τουρκογενή κράτη της Μαύρης Θάλασσας και του Καυκάσου όσο και στις βαλκανικές καταρρέουσες πρώην «λαϊκές δημοκρατίες» διαμέσου του μουσουλμανικού στοιχείου τους ενισχύοντας τόσο τη δική της επιρροή όσο και σε συνέργεια με τις επιλογές των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ.
Τέλος, αυτήν την περίοδο το ΙΚΙΛ επίσης επενδύει σε ένα βαθμό στα Βαλκάνια στα υπάρχοντα μουσουλμανικά δίκτυα που έχουν οι χώρες. Είτε για λόγους πίστης είτε για λόγους εξεύρεσης εργασίας, πολλοί μουσουλμάνοι από τα Βαλκάνια στρατεύονται στην υπόθεση επέκτασης του ΙΚΙΛ κι αυτός αποτελεί έναν επιπρόσθετο λόγο παρέμβασης από πλευράς της Δύσης για «την πάταξη της τρομοκρατίας», δίπλα στους λόγους για τη «διαφθορά» και την «εγκληματικότητα». Η διπλοπρόσωπη στάση που κρατά η Δύση σε σχέση με την ανάπτυξή του, τον οποίο αφήνει να διογκώνεται προκειμένου να συνεχίζει την ευνοϊκή αποσταθεροποίηση σε θέσεις που έχασε την περίοδο 2003-2007, αδυνατεί να εμποδίσει τις προσβάσεις του στο βαλκανικό Ισλάμ. Από την άλλη, οι πρόσφατοι ρωσικοί βομβαρδισμοί προκειμένου να πλήξουν την κατασκευασμένη από τη CIA μεταπολίτευση κι όχι το ΙΚ δείχνει ότι στη Συρία η επέλαση του ΙΚ χρησιμοποιείται ως πεδίο σύγκρουσης μνηστήρων της Μέσης Ανατολής. Είναι χαρακτηριστικό, ότι στο όνομα της καταπολέμησης του ΙΚΙΛ χτυπιούνται στόχοι που αφορούν τον ανταγωνισμό δυνάμεων. Έτσι το Ισλάμ από την μεταπολεμική περίοδο που μέχρι και τη δεκαετία του ‘90 είχε εξελιχθεί σε κοσμικό, ριζοσπαστικοποιείται ραγδαία διαλύοντας και τις όποιες ψευδαισθήσεις μιας εξέλιξης στο πλαίσιο των πολυπολιτισμικών κοινωνιών της ΕΕ και της περιβόητης «διεθνούς κοινότητας».
Το προσφυγικό δράμα
«Μέχρι τώρα σχεδόν τους φυλακίζουμε στα κέντρα υποδοχής. Τι αποτέλεσμα περιμένουμε να έχουμε; Τροφοδοτούμε διαμάχες και βανδαλισμούς… Τα επόμενα 20 χρόνια χρειαζόμαστε πολύ περισσότερο εργατικό δυναμικό από αυτό που μπορεί να παράξει η χώρα» Ίνγκο Κράμερ, πρόεδρος του γερμανικού συνδέσμου εργοδοτών
Ένα τραγικό-«μαύρο» ανέκδοτο στο μέλλον θα αναφέρεται στο απίθανο γεγονός που οι πρόσφυγες θα κουβαλούσαν μαζί τους φυσικό αέριο, τα σύνορα μέχρι την Κεντρική Ευρώπη θα άνοιγαν και στην πράξη θα λειτουργούσε ο ακυρωμένος ρωσικός αγωγός tourkish stream. Πράγματι, οι πρόσφυγες ακολουθούν σταθερά, αν και διαρκώς αλλάζουν διαδρομές, την πορεία του προγραμματισμένου διαδρόμου Τουρκίας-Ελλάδας-πΓΔΜ-Σερβίας-Ουγγαρίας. Ένας ανυπολόγιστος αριθμός κάποιων εκατοντάδων χιλιάδων σύρων προσφύγων, Ασιατών και Αφρικανών, περιμένουν καθημερινά στα παράλια της Τουρκίας με άμεσο προορισμό την Ελλάδα και τελικό προορισμό την ανεπτυγμένη Δύση. Ένας επίσης ανυπολόγιστος αριθμός κάποιων εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων θα βρεθεί μέσα στο χειμώνα του 2015-2016 στα Βαλκάνια. Οι άνθρωποι που μπορούν να εκποιήσουν τις περιουσίες τους σε αετονύχηδες και σε δουλεμπόρους οι οποίοι δημιουργούν ένα ανατριχιαστικό πρωτογενές πλεόνασμα αυτήν την εποχή στη Συρία, στην Τουρκία αλλά και στην Κεντρική Ασία ή στην Αφρική, βρίσκονται κάτω από τις ανατριχιαστικές αποφάσεις χωρών που αποφασίζουν να κλείσουν τα σύνορα με στρατιωτική παρουσία, αποφάσεις που όλο και πληθαίνουν. Για τις αποφάσεις αυτές είναι υπεύθυνη η δυτική αποικιοκρατία και οι τοπικές ηγεμονίες Τουρκία-Ισραήλ. Έτσι ο σκληρός πυρήνας εκπονεί λύσεις είτε για απορροφήσεις μικρού αριθμού προσφύγων-με εξαίρεση τη Γερμανία η οποία στοχεύει στην απορρόφηση πολλών για την υποδούλωσή τους στις Ειδικές Οικονομικές Ζώνες καθώς και στη χρήση ενός τμήματος ως εξειδικευμένου προσωπικού. Εξ άλλου, τα Βαλκάνια και ιδιαίτερα η Ελλάδα λειτουργούν ως ένα ανατριχιαστικό φίλτρο για την προώθηση «υψηλών προδιαγραφών» προσφύγων προς την κεντρική Ευρώπη και την παραμονή σε αυτά, προσφύγων και μεταναστών «χαμηλής υποστάθμης» όπως υπονοούν με τον «αντιρατσιστικό» τους ρατσισμό οι ευρωπαίοι ιθύνοντες. Επίσης στις χώρες του σκληρού πυρήνα της ΕΕ καταργούνται διατάξεις του κοινωνικού κράτους που αφορούν παροχές και φτάνουν σε απάνθρωπες κανονιστικές διατάξεις όπως στη Μ. Βρετανία που ποινικοποιείται η «παράνομη» εργασία και διαμονή.
Το γεγονός ότι δεν πρόκειται για μετανάστες αλλά κυρίως για πρόσφυγες που έχουν πολύ συγκεκριμένο προορισμό είναι ένα γεγονός που αναχαιτίζει την όποια προσπάθεια επικοινωνίας η οποία μπορεί να φτάσει μέχρι το σημείο μιας στοιχειώδους ανθρωπιστικής αλληλεγγύης για πρωταρχικές ανάγκες. Ακόμα και οι λίγοι σταθεροί κινηματικοί χώροι φιλοξενίας λειτουργούν ως προσωρινοί χώροι των προσφύγων. Η σκληρή πραγματικότητα όμως του κλεισίματος των συνόρων ωθεί αυτό το πλήθος να εδαφικοποιείται de facto κι ίσως de jure, χωρίς τη θέλησή του. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό αυτήν την αντιφατική εποχή να συγκεκριμενοποιηθούν αντιφατικά αιτήματα που θα καλύψουν τις κινητοποιήσεις αλληλεγγύης όπως αυτά: του ανοίγματος των συνόρων αλλά και της δωρεάν αερομεταφοράς τους στις χώρες προορισμού οι οποίες ζητούν εργάτες, της αποζημίωσης για έργα υποδομής στις χώρες προέλευσης για τις μακρόχρονες αποικιοκρατικές εφαρμογές, της απεμπλοκής τους από στρατιωτικές επιχειρήσεις και της δωρεάν αερομεταφοράς για όσους επιθυμούν να επιστρέψουν. Από την άλλη να ετοιμαστούμε για τη σύσφιξη σχέσεων με το πλήθος των προσφύγων που θα εγκλωβιστεί αναγκαστικά στα σύνορα των Βαλκανίων, για τα πολιτικά, εργασιακά και κοινωνικά του δικαιώματα και για τις ριζικές του ανάγκες και να αγωνιστούμε μαζί στη χώρα που θα ζήσουμε μαζί. Ουδέν μονιμότερον του προσωρινού. Είμαστ’ όλοι ντόπιοι.
Κυρίως όμως πρέπει να καταγγείλουμε αυτόν τον άδικο πόλεμο, αυτούς που τον προκαλούν, αυτούς που τον επιτρέπουν και συγκεκριμένα οι χώρες των Βαλκανίων που είναι στοιχισμένες στα προστάγματα του ΝΑΤΟ και της ΕΕ δίπλα στην ανάδειξη της κουρδικής αυτονομίας ως προτύπου κοινωνικής οργάνωσης και ασφάλειας στην περιοχή.
Η άνοδος του εθνικισμού-αλυτρωτισμού
«Ξέρεις, τα σπίτια πεισματώνουν εύκολα, σαν τα γυμνώσεις» Γιώργος Σεφέρης
Η άνοδος του εθνικισμού εμφανίστηκε ως ο αγώνας για την απελευθέρωση εθνικών εδαφών σε συνδυασμό ενίοτε με μια μισαλλόδοξη αντίληψη για τη θρησκευτική πίστη, η οποία σε όλες τις χώρες αυτές περιορίστηκε ή διώχθηκε επίσημα όπως π.χ. στην Αλβανία. Από τις πρώτη κιόλας περίοδο σχηματίστηκαν παρατάξεις που αντλούσαν από το παρελθόν των βαλκανικών πολέμων και του ανταγωνισμού, όλων εναντίον όλων, για εθνικούς και θρησκευτικούς λόγους. Ο μεγαλοϊδεατισμός βασισμένος ταυτοχρόνως σε πραγματικά γεγονότα αλλά και σε παραμορφωτικούς εθνικοθρησκευτικούς καθρέφτες, λειτούργησε σε κάθε χώρα διαφορετικά, είτε με συμμαχίες είτε με ανταγωνισμούς. Τα καθεστώτα τα οποία κατέρρευσαν ήταν υπεύθυνα παρ’ όλο που οι καταστατικές τους διακηρύξεις ήταν βασισμένες στην ιστορική αντίσταση κατά του ναζισμού και του φασισμού: 1)Οι νέες συνοχές της «ταξικής πάλης», της «οικοδόμησης του σοσιαλισμού», του «παραγωγικού ζενίθ», που υποχρεωτικά άλεσαν κι άπλωσαν σε έναν ενιαίο καμβά, εθνικές και θρησκευτικές διαφορές, επέφεραν το αντίθετο από το στόχο της καταπολέμησης των διαφορών. Στις ξεχωριστές χώρες, δημιούργησαν έναν ανθρωπολογικό τύπο που από τη μια εκφραζόταν διαφορετικά στον οικείο του χώρο, με φόβο για την Υπηρεσία Ασφάλειας των καθεστώτων κι από την άλλη υποχρεωτικά εκφραζόταν με τους κανόνες που επέβαλε η εξουσία. Έτσι, η έλλειψη ελευθερίας της εθνικής και θρησκευτικής ιδιαιτερότητας η οποία αν εκδηλωνόταν είχε πολύ αρνητικές συνέπειες λόγω της σύνδεσής της με ιστορικές «αντιδραστικές» και «μοναρχοφασιστικές» αντιλήψεις, διάνοιξε περισσότερο το χάσμα των εθνικών και θρησκευτικών διαφορών οι οποίες επιβίωναν ωστόσο, ενώ ο δημόσιος διάλογος για τις διαφορές ήταν περιττός ή απαγορευμένος, λόγω της άνωθεν επιβολής αφηγήσεων. Εξ άλλου οι διεθνικές συγκατοικήσεις είχαν το πρότυπό τους ή τη «βιτρίνα» τους στις αστικές περιοχές (π.χ. Σαράγεβο Βοσνίας) όπου δόθηκε ένα ιδιαίτερο βάρος, ενώ στις επαρχίες η κατάσταση ήταν πολύ διαφορετική και πιο εθνικά συγκροτημένη. Έτσι, ιδιαιτέρως, περιοχές όπως στην Κροατία, στην Ρουμανία, στη Βουλγαρία οι οποίες συνεργάστηκαν με τους κατακτητές στον 2ο ΠΠ, μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα σχημάτισαν φασιστικά, ρατσιστικά και εθνικιστικά κόμματα και στρατούς. Όμως και στα υπόλοιπα Βαλκάνια, ο εθνικισμός ως απελευθέρωση αλύτρωτων εθνικών εδαφών έφτασε να γίνει πράξη αλλά και να γίνει κείμενο στο ίδιο το σύνταγμα χώρας ή να γίνει επίσημη αφήγηση σε σχολικά εγχειρίδια. 2)Από την άλλη, η εμφύσηση της νέας συνοχής απέναντι στον «εσωτερικό» και στον «εξωτερικό» εχθρό ενίσχυσε αυτόν τον ανθρωπολογικό τύπο με στοιχεία μιας διαρκούς εχθρότητας και αδιαλλαξίας σε σχέση με την ιδέα που οφείλει να παλέψει. Όταν τα καθεστώτα κατέρρευσαν ο ίδιος φανατισμός των 50 χρόνων μεταλαμπαδεύτηκε σε άλλες χωριστικές, αναθεωρητικές ιδέες βασισμένες στη θρησκεία και στην αφήγηση για το ξεχωριστό έθνος. 3)Τέλος, επειδή τα καθεστώτα αυτά ήταν προσωποπαγή και προϋπέθεταν ή υποχρέωναν στη λατρεία του ηγέτη, όταν εκφυλίστηκαν, οι άνθρωποι συνηθισμένοι, μεταβίβασαν σε διάφορες καρικατούρες ηγετών την εμπιστοσύνη τους. Η συνήθης κατάληξη των εθνικιστικών, ρατσιστικών ή φασιστικών ιδεών ή διάφοροι συνδυασμοί τους, δεν ήταν παρά η σταδιακή υιοθέτησή τους από το σύνολο των εθνικά αντίστοιχων παραγόντων του πολιτικού συστήματος είτε περιστασιακά και ευκαιριακά, είτε συντεταγμένα. Έτσι, οι εθνικές και οι θρησκευτικές κοινότητες, στις κοινωνίες που συγκατοικούσαν όπως στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, καταπιεσμένες όλη αυτήν την περίοδο από την υποχρεωτική ιδεολογία των παλιών καθεστώτων, όπως και οι καταπιεσμένες εθνικές μειονότητες σε άλλες χώρες, χρησιμοποιήθηκαν ως όπλο εθνικών εντάσεων.
Στην Αλβανία η επαναφορά του τσάμικου ζητήματος, των διεκδικήσεων εδαφών σε 3 χώρες μαζί με το Κόσοβο σε συνδυασμό με την απόλυτη αναθεώρηση ιστορικών ζητημάτων όπως ο εξαγνισμός των συνεργατών μπαλιστών ή η συνέχιση από την άλλη των απόψεων για την προέλευση της ελληνικής μειονότητας καθώς και μια σειρά έμμεσων διώξεων ή περιορισμού, ξεκίνησαν ήδη από την περίοδο που ο Μπερίσα ανέλαβε την εξουσία. Στη συνέχεια ολοκληρώθηκε αυτή η αντίληψη την περίοδο του Φάτος Νάνο στην εξουσία, ενώ σε διαφορετικές περιόδους οι τόνοι έπεφταν αναλόγως και ιδιαίτερα από την περίοδο του ελληνικού εκσυγχρονισμού μέχρι την κρίση. Μέσα σε αυτήν την περίοδο δημιουργήθηκε η μαγιά για την πολιτική δύναμη που ονομάστηκε «ερυθρόμαυρη συμμαχία» η οποία εκδηλώθηκε την περίοδο της ελληνικής κρίσης και πρωταγωνίστησε μέχρι και την ανάληψη, από τον Έντι Ράμα, της εξουσίας. Ο Έντι Ράμα συμπεριέλαβε όλο σχεδόν το πρόγραμμα της «ερυθρόμαυρης συμμαχίας» κάνοντάς το κυβερνητικό ενώ ο προηγούμενος πρωθυπουργός Μπερίσα υπέκυψε στην πίεση κυρίως όσον αφορά στο σχέδιο για την περιφερειακή διοίκηση διασπώντας τη μειονοτική ζώνη στη Χιμάρα ενώ συναίνεσε στην μη καταγραφή της εθνικότητας κατά την απογραφή του 2011. Μικρότεροι σχηματισμοί όπως των μπαλιστών ή των τσάμηδων επηρεάζουν τα μεγάλα κόμματα. Από την άλλη, η πτώση του καθεστώτος το 1991 προκάλεσε κάποιους τριγμούς στην ελληνική μειονότητα η οποία ίδρυσε την οργάνωση «Ομόνοια» και το ΚΕΑΔ-σήμερα λειτουργεί ως διάσπαση το μειονοτικό κόμμα MEGA. Την ίδια περίοδο διατυπώθηκαν αναθεωρητικές κραυγές με ιστορικό προηγούμενο το πρωτόκολλο της Κέρκυρας που παραχωρεί αυτονομία στη Βόρειο Ήπειρο που δεν υιοθετήθηκαν ωστόσο από το πολιτικό σύστημα της Ελλάδας αλλά από τον μητροπολίτη Κονίτσης και Δρυινούπολης (η τελευταία ανήκει εδαφικά στην Αλβανία), από τον σούπερ πατριώτη υπουργό εξωτερικών –τότε- Αντώνη Σαμαρά με τις αποσταθεροποιητικές του δηλώσεις, κάποιους ελλαδικούς συλλόγους, οργανώσεις όπως η ΜΑΒΗ που προέβη σε εισβολή, κλοπή όπλων και δολοφονία δυο αλβανών στρατιωτών του φυλακίου της Επισκοπής το 1994 καθώς και άλλους μεμονωμένους παράγοντες στην Ελλάδα. Οι έλληνες της Αλβανίας που αριθμούνται από ανεπίσημες πηγές σε 100.000-350.000 στο μεγαλύτερο μέρος τους είναι μετανάστες στην Ελλάδα. Το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα αν και κρατά μια γραμμή υπεράσπισης της μειονότητας και της ορθοδοξίας, όπως και προσφυγής στη διεθνή νομιμότητα για το ζήτημα της ελληνοαλβανικής ΑΟΖ, διατηρεί ως αντίβαρο το «εμπόλεμο» από το 1940. Η Χρυσή Αβγή είναι αυτή που κυρίως κινείται στους εν Ελλάδι εθνικιστικούς κύκλους της μειονότητας κάνοντας την εμφάνισή της τα τελευταία χρόνια τόσο στα μνημόσυνα πεσόντων του ελληνοϊταλικού πολέμου ή στο μνημόσυνο του Αριστοτέλη Γκούμα, που δολοφονήθηκε στη Χιμάρα από αλβανούς εθνικιστές, με κάποια αυξημένη επιρροή στα ελληνικά χωριά του Βούρκου της περιφέρειας των Αγίων Σαράντα.
Η σύνδεση της «ερυθρόμαυρης συμμαχίας» με το κίνημα «Αυτοδιάθεση» του Κοσόβου ήταν καταλύτης και για την προετοιμασία γεγονότων όπως στο Κουμάνοβο. Έδειξε την πρόθεσή του για συνέχεια αυτού και των παραφυάδων του που επιθυμούν να εντείνουν τις προσπάθειες για τη «Μεγάλη Αλβανία». Τα πράγματα βέβαια χρονολογούνται από το 1968 που ξεκίνησαν οι διαμρτυρίες των αλβανών, μετά το 1974 δίδεται η αυτονομία στο πλαίσιο της Ομοσπονδίας, κατόπιν το 1989 αίρεται από τον εθνικιστή Μιλόσεβιτς με τη χαρακτηριστική του ομιλία για τα 600 χρόνια από την ήττα των σέρβων στο Κοσσυφοπέδιο με τη ρήση: «κανένας Σέρβος δεν θα υποστεί ξανά εξευτελισμό σε αυτήν εδώ τη γη», δίνοντας το σύνθημα για τη μεγάλη ιδέα. Η αντίδραση των αλβανών το 1991 απέναντι στην καταστολή του εναπομείναντος γιουγκοσλαβικού στρατού σε όλα τα επίπεδα της καθημερινότητας ήταν η κήρυξη της ανεξαρτησίας και η αναγνώρισή της από το αλβανικό κράτος. Το 1996 δημιουργήθηκε ο UCK και ξεκίνησε ο πόλεμος. Από τη μια πλευρά υπήρξε η εκδίωξη πολλών από τη σερβική μειονότητα κι από την άλλη η καταστολή από πλευράς κυβέρνησης Μιλόσεβιτς. Μετά την απόρριψη εκ μέρους των σέρβων της συμφωνίας Ραμπουγιέ, οι βομβαρδισμοί από πλευράς του ΝΑΤΟ έδωσαν την ημιτελική λύση της επόμενης συμφωνίας για την απόσυρση στρατευμάτων και της αναγνώρισης του Κοσόβου ως αυτόνομης περιοχής της Σερβίας σύμφωνα με το ψήφισμα 1244 του ΟΗΕ. Από τότε και μετά ο UCK είναι ο επίσημος στρατός και λειτουργεί παραστρατιωτικά για την διείσδυση στην πΓΔΜ. Η ίδια η δομή ξεκινάει στις αλβανικές περιοχές της πΓΔΜ τον πόλεμο το 2001, με αφορμή την καταπίεση από το κράτος, πόλεμο που λήγει την ίδια χρονιά με τη συμφωνία της Οχρίδας, λίμνης που ανήκει στην Αλβανία και στην πΓΔΜ. Παρόλα αυτά και το 2007 όπως και φέτος το χειμώνα υπήρξαν συγκρούσεις μελών του εν λόγω στρατού με τις στρατιωτικές δυνάμεις της κυβέρνησης. Οι ίδιες δυνάμεις έχουν πολλές πολιτικές επιρροές και στη Νότια Σερβία όπου κατοικεί μια αξιόλογη σε αριθμό αλβανική μειονότητα που εκφράστηκε στην πάνδημη υποδοχή του Έντι Ράμα ως ηγέτη τους, μετά το ποδοσφαιρικό ματς και τη συνάντηση με τον Βούτσιτς.
Σε γενικές γραμμές ο αλβανικός εθνικισμός χρησιμοποιείται άμεσα από τις ΗΠΑ με κυρίαρχο το ζήτημα του Κόσσοβου και με στόχο το διαμελισμό των Βαλκανίων. Η «μεγάλη Αλβανία» είναι μακριά από την αμερικανική και ευρωπαϊκή στρατηγική καθότι αυτές εμποδίζουν τη δημιουργία ισχυρών κρατών που θα μπορούσαν να σταθούν επικίνδυνα για τις γεωπολιτικές ισορροπίες. Στην κίνηση αυτή η ΕΕ και ο ΟΗΕ ακολουθούν αυτήν την πολιτική προτείνοντας τα «μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης» και κρατώντας τις ίσες αποστάσεις ανάμεσα στα μέρη. Καθοριστικό ρόλο παίζει η επέκταση της φτώχειας η οποία υποδαυλίζει τους πιο καταπιεσμένους κατοίκους που είναι συνήθως οι μειονότητες ενώ ο αλυτρωτισμός που εκφράζουν είναι συνδεμένος με την απόκτηση προνομιακής σχέση με την ΕΕ η οποία απαιτεί ακόμα μεγαλύτερη φτώχεια και περικοπές.
Στην πΓΔΜ από την αρχή ξεκίνησε να χρησιμοποιείται, ως εθνικός, ο γεωγραφικός προσδιορισμός «Μακεδονία» από την έναρξη της ανεξαρτησίας της καθότι είναι σε τμήμα εδάφους της ιστορικής Μακεδονίας. Η ιστορική ΕΜΕΟ έδωσε τα αρχικά της στο κυβερνών κόμμα το οποίο επέδειξε σαφώς αλυτρωτικές τάσεις ενώ οι ακαδημίες ιστορίας και οι πολιτιστικοί οργανισμοί στοιχήθηκαν με βάση της παλιότερες σλαβικές αφηγήσεις για τη διεκδίκηση της Μακεδονίας μέχρι το Αιγαίο και τη μισή Βουλγαρία. Μικρότεροι εθνικιστικοί πολιτικοί σχηματισμοί δεν μπόρεσαν να επιβιώσουν αφού σύσσωμο το πολιτικό σύστημα ομονοεί στην ανάδειξη της χώρας ως κέντρο του «μακεδονικού ζητήματος». Έτσι τα δυο μεγάλα πολιτικά κόμματα συμφωνούν στο ζήτημα της ονομασίας και συναινούν παρά τη μεγάλη αντιπαλότητά τους στην καταπίεση της αλβανικής μειονότητας και της παραβίασης των όρων της Οχρίδας. Τον τελευταίο καιρό και μετά την σοβαρότατη πολιτική κρίση με θέματα διαφθοράς και αυταρχισμού, το σοσιαλιστικό κόμμα έχει προσεταιριστεί ευκαιριακά την αλβανική μειονότητα και φάνηκε από την κοινή παρουσία αλβανικών και επίσημων σημαιών στις διαδηλώσεις κατά του Γκρουέφσκι. Οι αναλογίες από πλευράς ελλαδικού κράτους είχαν ως αντίδραση τα συλλαλητήρια που ωστόσο οργάνωσε η τοπική αυτοδιοίκηση με το εθνικιστικό σύνθημα «η Μακεδονία είναι ελληνική» ειδικά την περίοδο των αρχών του 1990 ενώ το ζήτημα θερμαίνεται σε φάσεις που ξεκινούν οι διαπραγματεύσεις κυρίως από την πλευρά φασιστικών οργανώσεων όπως η Χρυσή Αβγή που εκδηλώνουν επεκτατικές βλέψεις. Η εποχή εκείνη διαμέσου δηλώσεων του προέδρου Σαρτζετάκη «δια έθνος ανάδελφον» όπως και τα δάκρυα του επόμενου προέδρου Καραμανλή του Ά επιδίωξαν μια πρωτόγνωρη συνοχή σε μια βαλκανική σύγκρουση από την εποχή του εμφυλίου πολέμου. Αντίστοιχα και στην περίπτωση της Δυτικής Θράκης, από ελληνικής πλευράς απέναντι στη συστηματική επέμβαση του τουρκικού προξενείου με τη χρήση σημαιών της Θράκης και του συστηματικού εκτουρκισμού του μουσουλμανικού στοιχείου των πομάκων και των τσιγγάνων, κυριαρχεί ο λόγος της Χρυσής Αβγής που δυσχεραίνει τις καταστάσεις ή η παραμέληση της μειονότητας. Η μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης είναι χώρος επισκέψεων τόσο της νέο-οθωμανικής νομενκλατούρας όσο κι εθνικιστικών κύκλων όπως του κόμματος των Γκρίζων Λύκων.
Η περίπτωση της πΓΔΜ είναι επίσης χαρακτηριστική αφού οι αμερικανοί και η ΕΕ υποστηρίζουν ένα εθνικισμό έναντι μιας χώρας που βρίσκεται στη συμμαχία τους ενώ υποδαυλίζουν, έμμεσα έναν άλλο, τον αλβανικό, μέσα στην ίδια τη χώρα που αποτελεί επιρροή τους. Τα πράγματα γίνονται πιο σύνθετα αφού από η πλευρά της Βουλγαρίας έχει αναγνωρίσει τη «Μακεδονία» διότι τη διεκδικεί από την ιστορική επιρροή της Σερβίας. Έτσι μικρές κυρίως οργανώσεις βουλγαρικές διεκδικούν κυρίως σε επετείους και ιστορικά συνέδρια τη «Μακεδονία» ενώ κατά καιρούς επεκτατικές κορώνες γίνονται αποδεκτές όπως στην περιπέτεια του 2001 όπου ο πρόεδρος της Βουλγαρίας προθυμοποιήθηκε να στείλει στρατό στην πΓΔΜ για την καταστολή της αλβανικής εξέγερσης. Από την άλλη το φιλορωσικό ΑΤΑΚΑ είναι ένα ισχυρό κόμμα το οποίο έχει μια ευρωσκεπτικιστική, αντιαμερικανική και σφόδρα αντιτουρκική πολιτική. Αποτελεί ισχυρό πόλο για την καταπίεση της τουρκικής μειονότητας που αριθμεί το 10% του συνολικού πληθυσμού της χώρας και αντιδρά στα τεμένη που χτίζονται με την επιρροή της Τουρκίας. Έχει στρατιωτική αισθητική, αντιτίθεται στην εγκατάσταση αμερικανικών βάσεων και αντιδρά στις ξένες επενδύσεις στη χώρα. Τέλος είναι ο μοναδικός παράγοντας που επαναφέρει τις τουρκικές αποζημιώσεις για τους βούλγαρους πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη που εκδιώχθηκαν το 1919. Οι 20 αρχές του κόμματος αυτού αφορούν τον εκβουλγαρισμό της κοινωνίας μέσω της εκπαίδευσης, της οικονομίας και της προώθησης της βουλγαρικής ορθόδοξης παράδοσης.
Αντίστοιχο κόμμα με το ΑΤΑΚΑ που έχει μια «ενδογενή», φιλορωσική εθνικιστική αντίληψη είναι αυτό του Βόισλαβ Σέσελι, εγκληματία πολέμου ο οποίος αντιτίθεται δυναμικά στις αποφάσεις της κυβέρνησης για συνεργασία με τις διεθνείς οργανώσεις ΝΑΤΟ, ΕΕ, κλπ. Η θεματολογία του κόμματός του βασίζεται στη διεκδίκηση σερβικών εδαφών από την Κροατία, τη Βοσνία ενώ διατείνεται ότι πρέπει να διωχθεί η αλβανική μειονότητα στο Πρέζεβο. Οι θέσεις του, τις οποίες εξέφρασε στο παρελθόν τόσο ο «αποστάτης» Νίκολιτς όσο και ο «αποστάτης» Μιλόσεβιτς, αντλούν από το παρελθόν των τσέτνικ και από τον σερβικό μεγαλοϊδεατισμό. Οι πρώτες οργανώσεις με στρατιωτικό χαρακτήρα ήταν αυτές των σέρβων στην Κροατία που βασίστηκαν στην αυτοάμυνα από τις διώξεις της κροατικής ανεξαρτησίας, συμπαρατασσόμενοι με τον ομοσπονδιακό στρατό που ήταν υπό την καθοδήγηση του ΚΚ της Σερβίας. Αργότερα αναπτύχθηκαν παντού παραστρατιωτικές ομάδες οι οποίες άλλοτε συνεργάζονταν κι άλλοτε παρέκαμπταν την επίσημη στρατιωτική αρχή. Δεκάδες οπλαρχηγοί όπως π.χ. ο Αρκάν, ανέπτυξαν ομάδες οι οποίες στην Κροατία και στη Βοσνία διαδραμάτισαν ρόλους προστασίας των σερβικών μειονοτήτων και εξαφάνισης των άλλων. Αντίστοιχα και οι Κροάτες έφτασαν στη δημιουργία ομάδων αυτοάμυνας και επίθεσης στους σέρβους. Η εθνοκάθαρση στη Σρεμπρένιτσα και στην Κράινα είναι τα δυο σύμβολα αυτών των παράλογων εθνικισμών που προωθήθηκε αυτήν την περίοδο. Αυτές οι ομάδες αποτέλεσαν το πρώτης τάξεως υλικό για τη μετέπειτα πορεία τους στην πολιτική «ομαλότητα» και στην αποδοχή της νομιμοποίησης των διεκδικήσεων. Για αυτό και ακόμα γιορτάζονται, επίσημα, στην Κροατία γεγονότα μνήμης υπέρ των συνεργατών των ναζί γεγονός που δείχνει τάσεις απορρόφησης εκ μέρους του συστήματος των ιδεολογικών γραμμών της άκρας δεξιάς. Έτσι στην επίσημη σημαία επανήλθε το περιεχόμενο του θυρεού επί κατοχής και ναζιστικής διοίκησης των Ουστάσι, ο ίδιος εθνικός ύμνος της κατοχικής περιόδου της «διοίκησης της Κροατίας» καθώς και οι στολές των Ουστάσι. Τέλος αγιοποιήθηκε ο καρδινάλιος Στέπινατς, γνωστός για την εμπλοκή του στην γενοκτονία των Σέρβων. Στην πραγματικότητα η πολιτική ηγεσία της Κροατίας με τον Φράνιο Τούτζμαν ήταν αρκετή για την προώθηση εθνικιστικών εξάρσεων που έφτασαν μέχρι και την εθνοκάθαρση των σέρβων της Κράινα. Λογική εθνικισμού επίσης διαπνέει και την ηγεσία της σερβικής δημοκρατίας της Βοσνίας και ιδιαίτερα από την περίοδο που ξεκίνησαν αυθαίρετα, ύπατοι αρμοστές, να πλειοδοτούν υπέρ της κροατομουσουλμανικής κοινότητας. Οι απειλές για δημοψηφίσματα αποσχιστικά και ενωτικά με τη Σερβία λαμβάνουν χώρα ακόμα και αυτήν την περίοδο.
Αντίθετα με τις άλλες περιπτώσεις τα εθνικιστικά κόμματα της Βουλγαρίας και της Σερβίας αντλούν την επιχειρηματολογία τους από την ιστορική αντίσταση τόσο εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όσο και από την αντίσταση εναντίον της σύγχρονης Νέας Τάξης, σε κράτη για τα οποία έχει προδιαγραφτεί ο ρόλος τους. Από μια άποψη αυτά αποτελούν μεγάλο κίνδυνο αφού όπως και η Χρυσή Αβγή στην Ελλάδα προβάλουν μια αντισυστημική παρουσία παίρνοντας, με το μέρος τους, ένα τμήμα της αντίδρασης και της αγανάκτησης από τις αρνητικές επιδράσεις που έχουν οι επιλογές του νεοφιλελευθερισμού καθώς και τα γεωπολιτικά σχέδια της Δύσης. Αυτές οι συσσωματώσεις αποτελούν και το έδαφος στο οποίο στήνεται η ιδεολογική παρουσία της Ρωσίας ως παράγοντας υποστήριξης στα «καταπιεσμένα έθνη» από τη Δύση. Η κοινή εκκλησιαστική ορθόδοξη παράδοση με την επιθετική της διάσταση είναι αυτή που επίσης ενώνει και τα δυο κινήματα δίνοντας και ταυτοχρόνως ένα περιεχόμενο στη δράση τους.
Στη Ρουμανία μια ξεχωριστή περίπτωση είναι αυτή του κόμματος της Μεγάλης Ρουμανίας. Ο Τουντόρ, ηγέτης του κόμματος ήταν υμνητής του Τσαουσέσκου και σήμερα επιζητά την προσάρτηση της Μολδαβίας, φέρεται κατά της τσιγγάνικης κοινότητας καθώς και κατά των ούγγρων που διαμένουν στα ρουμανικά εδάφη και αριθμούν περί του 1.500.000 και βρίσκονται σε αναταραχή την τελευταία περίοδο. Αντλώντας το ιδεολογικό του οπλοστάσιο από το παρελθόν της «Μεγάλης Ρουμανίας» του βασιλιά Αντωνέσκου και της φάλαγγας του Κοντρεάνου που διαδραμάτισε πολύ σοβαρό ρόλο στην κατοχή ως συνεργάτης, το κόμμα «Μεγάλη Ρουμανία» συντηρεί ένα άσβηστο εθνικισμό και επιθετική ρητορική για τις διπλανές χώρες. Η ανάπτυξη όμως που έχει πάρει τα τελευταία χρόνια η Ρουμανία με αποτέλεσμα την βελτίωση του επιπέδου ζωής και ιδιαίτερα στις πόλεις έχει περιορίσει την επιρροή του. Όμως η κρίση είναι δομικό στοιχείο και το αβγό του φιδιού γεννάει στις κατάλληλες περιστάσεις.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ- Η θέση της Ελλάδας στα Βαλκάνια:
«Εάν η Ελλάδα και η Τουρκία δεν λάμβαναν τη βοήθεια, τότε ήταν αναπόφευκτο να πέσουν στον κομουνισμό κι αυτό θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου για όλη την περιοχή». Πρόεδρος των ΗΠΑ, Χάρι Τρούμαν, 12 Μαρτίου 1947
«Κύριε, όχι μ’ αυτούς. Ας γίνει αλλιώς το θέλημά σου». Γιώργος Σεφέρης
Αν εξαιρέσουμε τη σημερινή περίοδο της κρίσης καθώς και την μεταπολεμική περίοδο μέχρι και την κατάρρευση των αυταρχικών σοσιαλιστικών καθεστώτων της Ανατολής, η Ελλάδα, είτε ως ιστορικός ελληνικός χώρος από την αρχαιότητα, είτε ως κράτος μέχρι και τη μικρασιατική καταστροφή του 1922 είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στα Βαλκάνια σε διάφορες πτυχές και τομείς-πλην όμως σε διαφορετικές περιόδους. Τόσο οι εθνικορομαντικές αφηγήσεις της «αδιάλειπτης συνέχειας του έθνους» ή ακόμα χειρότερα της «φυλής» όσο και οι μαρξιστικές αλλά και οι νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις για την «κατασκευή του έθνους στη νεωτερική εποχή», απέτυχαν να ερμηνεύσουν την ελληνική περίπτωση αλλά και γενικότερα τα Βαλκάνια. Οι ιδιοπροσωπίες μας δεν είναι ούτε «αδιάλειπτες συνέχειες» ούτε «κατασκευές της νεωτερικής περιόδου». Τα έθνη στα Βαλκάνια δεν κατασκευάστηκαν από τα κράτη, σημείωσαν όμως ασυνέχειες αλλά και συνέχειες που αφορούν το κοινό αίσθημα του ανήκειν.
Μετά το τραγικό τέλος του βαλκανικού οράματος του Ρήγα και την ανάληψη ευθύνης από πλευράς στρατιωτικοπολιτικών δυνάμεων κάθε έθνους για την ανεξαρτησία του, μετά τους καταστροφικούς βαλκανικούς πολέμους, τη δεκαετία του ’40 μετά από μια σημαντική αντίσταση κατά της γερμανικής-ιταλικής-βουλγαρικής κατοχής, οι αντιστεκόμενοι έλληνες ηττήθηκαν από την αγγλική στρατιωτική επέμβαση και αργότερα από την αμερικανική στρατιωτική και οικονομική στήριξη στην ελληνική άρχουσα τάξη. Με τη χρήση ναπάλμ στο Γράμμο, που σηματοδότησε παγκοσμίως την πρώτη πράξη ψυχρού πολέμου, η Ελλάδα πέρασε στο δυτικό στρατόπεδο συνάπτοντας υποχρεωτική φιλία με την Τουρκία στο κοινό σχέδιο αντιμετώπισης του κοινού κομουνιστικού κινδύνου, δια μέσου του δόγματος Τρούμαν, για στρατιωτική βοήθεια. Αυτό το δόγμα που συνοδεύτηκε από μια γενναία χρηματοδότηση του σχεδίου Μάρσαλ, το οποίο επέκτεινε την εξάρτηση, υπονομεύτηκε από ένα σημαντικό τμήμα του ελληνικού λαού μπροστά σε μια άρχουσα τάξη η οποία διαιρέθηκε στη βάση προσωπικών και κομματικών συμφερόντων ή κατευθύνσεων. Οι ταξικοί και κοινωνικοί αγώνες δίπλα στην υποστήριξη για την αυτοδιάθεση της Κύπρου υπονόμευσαν κάθε έννοια δυτικού προσανατολισμού της χώρας. Όταν μάλιστα ένα διακριτό τμήμα της άρχουσας τάξης προσπάθησε να φέρει προσκόμματα στις αποικιακές οικονομικές συμβάσεις ή να διασαλεύσει τη νεοαποικιακή πολιτική στην Κύπρο, η χούντα ως κρυφό χαρτί των αμερικανών ήρθε να αποτελειώσει την ελληνική άνοιξη του ’60. Μέχρι και την περίοδο της μεταπολίτευσης η άρχουσα τάξη μιλούσε για το «σιδηρούν παραπέτασμα» και οι εχθροί της, από κάθε σχεδόν εκδοχή, μιλούσαν για τις σωτήριες λύσεις του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Στο μεταξύ υπήρχαν διπλωματικές αντιπροσωπείες οι οποίες κανόνιζαν εμπορικές συμφωνίες-μέχρι και προξενείο δημιουργήθηκε το 1971 στα Τίρανα. Όμως η απαγόρευση της μετακίνησης και της επικοινωνίας αλλά κι από την άλλη πλευρά των συνόρων, ο μεταπολεμικός αντικομουνιστικός θρίαμβος σε όλες τις εκδοχές της καθημερινότητας ή από την άλλη η επιθετική ορολογία για τη «μοναρχοφασιστική Ελλάδα», απέκλειαν κάθε δυνατότητα γνωριμίας με τα άγνωστα Βαλκάνια. Μετά τη μεταπολίτευση όταν ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός του Καραμανλή και ταυτοχρόνως μιας διατήρησης του αμερικανικού κεκτημένου, τόσο για την εξομάλυνση της υπόθεσης του κυπριακού προς την αποδοχή του τετελεσμένου όσο και για τη συνέχιση του «ανήκωμεν εις την Δύσιν» σύνθεσε έναν παλιό διχασμό της άρχουσας τάξης, δόθηκαν περισσότερες ευκαιρίες γνωριμίας. Οι αντιφατικές πληροφορίες, όμως, δεν έδιναν την κατάλληλη δυνατότητα καθότι προέρχονταν κυρίως από διαφορετικές ιδεολογικές ερμηνείες. Επισήμως οι διπλωματικές σχέσεις βελτιώθηκαν και έφτασαν ακόμα και στην περίκλειστη Αλβανία που συμμαχούσε με χώρες που βρισκόντουσαν στο άλλο σημείο του χάρτη, στα 1987, για να αρθεί έστω και με συμβολισμούς ή δηλώσεις, το «εμπόλεμο». Οι σχέσεις των λαών όμως παρέμειναν αδρανείς μέχρι και τη δεκαετία του 90 αφού στον χάρτη των ελλαδικών κινημάτων υπήρχε η κοντινή Παλαιστίνη και η μακρινή Λατινική Αμερική.
Από την εποχή εκείνη και μετά, εποχή που αποτελεί τομή για την πλήρη ένταξη της Ελλάδας στη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς με πολιτικούς όρους, η Ελλάδα μέσω της ΕΟΚ-ΕΕ διαδραμάτισε έναν πρωταγωνιστικό ρόλο μέχρι και τα πρόθυρα της ελλαδικής κρίσης. Έτσι, ήταν ένα από τα οχήματα της ΕΟΚ-ΕΕ και του ΝΑΤΟ για την ένταξη των Βαλκανίων στις διεθνείς πολιτικές, οικονομικές και στρατιωτικές οργανώσεις της Δύσης. Είτε με τη συμβολή της στην αποσταθεροποίηση της Γιουγκοσλαβίας δια μέσου του σούπερ-πατριώτη Αντώνη Σαμαρά, υπουργού εξωτερικών το 1991 που συμφώνησε επίσημα στη διάλυσή της-άρα και στη δημιουργία του σημερινού «μακεδονικού ζητήματος», είτε με τη συμβολή της στη «σταθερότητα» της Βαλκανικής ως χώρας μέλους με εμπειρία στους «δημοκρατικούς θεσμούς και στην ελεύθερη οικονομία» ήταν η χώρα με μια σημαντική και διακριτή διείσδυση μιας ελίτ που ωθήθηκε από την ΕΕ. Επενδύσεις ελλήνων αφεντικών, τραπεζών κλπ σε μια περίοδο που η ελληνική οικονομία ήταν περισσότερο σταθερή και κερδοφόρα από ποτέ, σε αριθμούς που δεν εξέφραζαν την κατευθυνόμενη παραγωγική της καταπόντιση, ήταν η ευκαιρία για αετονύχηδες εμποροπαρασιτικούς-τραπεζιτικούς οίκους να διαπρέψουν στα Βαλκάνια και μάλιστα όταν η Ελλάδα ήταν η χώρα προορισμού εκατοντάδων χιλιάδων βαλκάνιων μεταναστών. Έτσι από τη μια δημιουργήθηκε ένα σχεδόν δουλοκτητικό ευρύ στρώμα στην Ελλάδα και από την άλλη συστάθηκε μια αποικιοκρατική ομάδα στα Βαλκάνια-η ίδια που κερδοσκοπούσε εις βάρος των ελλήνων με τα χρήματα του κράτους και της ΕΕ και μάλιστα χωρίς τις καταβολές οφελών που διαπνέει μια αποικιοκρατική παράδοση. Δηλαδή τα «οφέλη» για το εσωτερικό από τις επενδύσεις στο εξωτερικό. Αντίθετα, με χρήματα της ΕΕ εξασφάλιζε, αυτή η ομάδα, την αύξηση των περιουσιών των μελών της και κυρίως σε τομείς που γνώριζαν ή πρόβαραν: τις υπηρεσίες, κι αυτές κυρίως στις τηλεπικοινωνίες και στις τράπεζες και κάποια μεγάλα έργα. Σε σχέση με την οικονομία επίσης οφείλει να συμπεριληφθεί η άνοδος και η κατάρρευση της βιομηχανικής-βιοτεχνικής-γεωργικής επένδυσης η οποία βασίστηκε σε φτηνά βαλκανικά χέρια για να καλύψει το έλλειμμα του οργανωτικού και τεχνολογικού εκσυγχρονισμού, κατάρρευση που προκλήθηκε από την είσοδο της Κίνας, της Γερμανίας και της Τουρκίας στις αγορές των Βαλκανίων. Για αυτό και η παραγωγική αποτυχία πλήττει και τις ίδιες τις τράπεζες με άμεσες συνέπειες στον πληθυσμό. Από την άλλη με διαφορές χρόνου η Ελλάδα βρέθηκε μαζί με τις χώρες των Βαλκανίων σε όλους τους επεκτατικούς πολέμους της Δύσης αλλά και ως συμμέτοχος σε κοινές στρατιωτικές αποστολές. Η συμβολή της σ’ αυτές, πέρα από την γενική αντίθεση του συνόλου του πληθυσμού στην Ελλάδα, ήταν σε ρόλους κυρίως δευτερεύοντες χρησιμοποιώντας -σε μια μόνο των περιπτώσεων- το δικαίωμα της αρνησικυρίας για την περίπτωση του ονόματος της διπλανής χώρας. Τα παραμύθια για την «ισχυρή Ελλάδα» ή οι επαναστατικές κανονιστικές θεωρήσεις για την «ιμπεριαλιστική Ελλάδα» αποδείχθηκαν τουλάχιστον λάθος και στην χειρότερη περίπτωση ξέφτισαν. Έτσι την περίοδο του ξεσπάσματος της ελλαδικής κρίσης ήδη από το 2007, η Ελλάδα βρέθηκε σταδιακά μέχρι και σήμερα, από παράγοντας των Βαλκανίων σε μια ανασφαλή από κάθε άποψη χώρα. Η μεταπολίτευση της παρασιτικής κατεύθυνσης σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής και οργάνωσης, μέσω της διεθνούς επιτήρησης σήμερα, κατέδειξε τον πραγματικό ρόλο της χώρας. Οι τελευταίες ενδείξεις αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Πέρα από τις απειλές της Τουρκίας και την ελληνοαλβανική διένεξη, οι προθέσεις για την αναγνώριση του Κοσόβου, η με υποδείξεις συνέχιση του αποκλεισμού της Ρωσίας, η επίσημη στήριξη της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ εναντίον –ουσιαστικά- της κουρδικής επανάστασης, η κατάρρευση του δικτύου τραπεζών, η σημαντική ύφεση όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων στα Βαλκάνια, ο ρόλος του κομπάρσου μιας γερμανικής θεότητας σε βαλκανικές διασκέψεις, η απίστευτη ροή υποδοχή στη χώρα εκατοντάδων χιλιάδων δυστυχισμένων προσφύγων με την Ελλάδα ως χώρα εισόδου, η κατάρρευση του κοινωνικού κινήματος 2010-2012, η αμηχανία και προσαρμογή του ελλαδικού πληθυσμού σε λύσεις περεταίρω αποικιοποίησης της χώρας, η αφωνία σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς που συμμετέχει διαλύουν κάθε «εθνικό» μύθο ή «αντιεθνικιστική» επαναστατική παραθεώρηση.
«Και τι δεν κάναμε για αυτήν την πατρίδα! Άλλοι μας πεθάναμε κι άλλοι μας εκφωνήσαμε λόγους» Ορχάν Βελή Κανίκ, τούρκος ποιητής (1914-1950)
-ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗΣ: Οι Έλληνες δημαγωγοί χειρίστηκαν αυτό το θέμα με ελεεινό τρόπο, που μπορεί να έχει πολύ άσχημες επιπτώσεις στο μέλλον της χώρας.
[…]
-Τί διακυβεύεται εξ αιτίας μιας τέτοιας πολιτικής;
-Κ.Κ.: Ας πάρουμε το πρόβλημα στη βάση του. Όπως ίσως ξέρετε, εγώ είμαι υπέρ της κατάργησης των συνόρων και, επίσης, εχθρός κάθε εθνικισμού. Αλλά όσο υπάρχουν σύνορα, οποιαδήποτε βίαια μεταβολή αναζωπυρώνει τους εκατέρωθεν εθνικισμούς και μας πηγαίνει μερικούς αιώνες πίσω. Όμως ποια ελληνικά σύνορα κινδυνεύουν και από ποιον; Ασφαλώς, όχι τα βόρεια και ασφαλώς, όχι από την κυβέρνηση της Γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας. Επιπλέον, αυτά τα σύνορα είναι εγγυημένα από το NATO. Αντιθέτως, δεν είναι εγγυημένα από το NATO τα ελληνικά σύνορα με την Τουρκία (το NATO δεν καλύπτει διενέξεις μεταξύ των μελών του). Το ότι η Τουρκία έχει βλέψεις στα νησιά του Αιγαίου και στη Δυτική Θράκη είναι γνωστό. Ποιός είναι ο ενδεχόμενος κίνδυνος; Να επωφεληθεί η Τουρκία της πυρκαγιάς στα Βαλκάνια, για να βάλει χέρι στη Δυτική Θράκη και σε τρία τέσσερα νησιά του Αιγαίου.
-Ποιά πολιτική πιστεύετε ότι θα έπρεπε να ακολουθήσει η Ελλάδα έναντι της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας;
-Κ.Κ.: Η ελληνική πλευρά θα έπρεπε, από την αρχή, να πει ότι θα αναγνωρίσει το νέο κράτος, εφόσον: πρώτον, προστεθεί ένας επιθετικός προσδιορισμός στο όνομα του· δεύτερον, αναγνωριστεί ρητά και με διεθνή εγγύηση το απαραβίαστο των σημερινών συνόρων· τρίτον, αφαιρεθεί το σύμβολο της Βεργίνας από τη σημαία του.
«ΕΙΜΑΣΤΕ ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ», συνεντεύξεις με τον Κορνήλιο Καστοριάδη, Πόλις, Αθήνα 2001.
Ζούμε 20 χρόνια μετά το 1995. Τα πιο σημαντικά γεγονότα της εποχής που είχαν κι ένα συμβολικό χαρακτήρα δίπλα στο πρακτικό νόημα της διάλυσης εκ των έσω, ήταν οι επιχειρήσεις-εθνοκάθαρση εναντίον των μουσουλμάνων στη Σρεμπρένιτσα και εναντίον των σέρβων στην Κράινα. Οι σημερινές εξελίξεις στα Βαλκάνια, μετά την επιστροφή της Αμερικής στον ενεργό ρόλο της αποσταθεροποίησης και την εμβάθυνση των φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων με βάση τα σχέδια ΔΝΤ-ΕΕ, αντιστοιχούν στις βλέψεις του κοινού υπερατλαντικού παρανομαστή για τη Μέση Ανατολή. Κι αν τα μάτια μας δικαιολογημένα εκεί και μάλιστα μετά την εμφάνισης της Ρωσίας, οφείλουν να στραφούν και προς τα Βαλκάνια.
Κι εδώ στα «δεν είναι παίξε-γέλασε» Βαλκάνια, ο κανόνας είναι: α) η στρατιωτική επέκταση της Δύσης εκ μέρους των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ με πρόσχημα και την «τρομοκρατία» β) οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που προωθούν έστω και ανταγωνιστικά στα σημεία τους η ΕΕ, το ΔΝΤ και η ΠΤ με ιδεολογικό όχημα την «καταπολέμηση της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος», γ) οι εθνικοί ανταγωνισμοί-αλυτρωτισμοί. Πάνω σε αυτό το τρίπτυχο βασίζεται η σημερινή αφήγηση για αυτό το χώρο που, δικαίως ονομάστηκε «πυριτιδαποθήκη». Κι αυτά συμβαίνουν συνθετικά με α)τον ακήρυχτο πόλεμο μεταξύ Γερμανίας-ΗΠΑ για την βαλκανόπιτα, β)την κινητικότητα των τζιχαντιστών κυρίως στις μουσουλμανικές κοινότητες στα Βαλκάνια που αλλοιώνουν τον κοσμικό χαρακτήρα του Ισλάμ και τη συμβίωση διαφορετικών θρησκευτικών κοινοτήτων, γ)την απίστευτη εισροή μεταναστευτικών και προσφυγικών πληθυσμών στα Βαλκάνια με προορισμό την προηγμένη Ευρώπη δ)την άνοδο εθνικιστικών-φασιστικών κινημάτων ε)την, εν αναμονή στάση, της Ρωσίας απέναντι στις κόκκινες γραμμές της με στόχο την αποσταθεροποίηση και την πρόσβαση στη Μεσόγειο Θάλασσα. στ)το ρόλο της Τουρκίας και ιδιαίτερα στις χώρες που υπάρχει διακριτό το μουσουλμανικό στοιχείο (Κόσοβο, Αλβανία, πΓΔΜ, Βοσνία) ή μειονότητες (τουρκική-μουσουλμανική μειονότητα στην Ελλάδα και στη Βουλγαρία), ζ)τη διαίρεση των αρχουσών τάξεων στη χερσόνησο, η)τη διακριτή ανάπτυξη οριζόντιων κινημάτων.
Αλβανία:
«Το θέμα είναι ανεξαρτησία ή όχι. Εμείς πιστεύουμε σταθερά στην ανεξαρτησία… Η ανεξαρτησία είναι ο στόχος… Αν καταλήξεις σε μια θέση όπου δε βρίσκεις τρόπο να κάνεις τους πάντες να πουν ‘’ωραία, η ανεξαρτησία είναι καλή ιδέα’’ κάποια χρονική στιγμή, νωρίτερα μάλλον, παρά αργότερα, πρέπει να πεις: ‘’Φτάνει πια, το Κόσοβο είναι ανεξάρτητο’’. Και αυτή η θέση είναι η θέση που έχουμε λάβει… Αν είναι προφανές ότι δεν πρόκειται να συμβεί σε μια όσο το δυνατόν ομαλή και εύκολη μετάβαση στην ανεξαρτησία, τότε κατά την κρίση μου, πρέπει να προωθήσουμε την απόφαση. Επομένως καταληκτική ημερομηνία…» Τζορτζ Μπους, Τίρανα, Κυριακή 10 Ιουνίου 2007.
«Η χαμηλή αυτή αμοιβή και το κόστος εργασίας θα πρέπει τουλάχιστον να χρησιμεύσει για να προσελκύσει ξένους επενδυτές στη χώρα». Γκιέργκι Φιλίπι, διευθυντής του Ινστιτούτου Στατιστικής Αλβανίας
Σε μια περίοδο υπαγωγής της Αλβανίας στην αμερικανική στρατιωτική δύναμη και προετοιμασίας για τις φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις υπό την καθοδήγηση του ΔΝΤ και της ΕΕ, η επίσημη πολιτική υποσκάπτει την όποια σταθερότητα θέτοντας τη χώρα ως το κέντρο του παναλβανισμού προωθώντας την ανεξαρτησία του Κοσσόβου-Κοσσυφοπεδίου καθώς και τις αποσχιστικές τάσεις των αλβανικών μειονοτήτων μέσα στην Σερβία ή στην πΓΔΜ. Η ένταση που πυροδοτήθηκε πέρυσι κατά τη διάρκεια του ποδοσφαιρικού αγώνα Σερβίας-Αλβανίας, δεν ήταν παρά το πρελούντιο για τις εξελίξεις που διαδραματίστηκαν τόσο στο Κουμάνοβο της πΓΔΜ όσο και στο ίδιο το Κόσσοβο. Η ενεργοποίηση του UCK αυτήν την περίοδο είναι ικανή να περιπλέξει ακόμα περισσότερο την κατάσταση. Από την άλλη με οδηγό την τουρκική εξωτερική πολιτική έχει επιδοθεί σε ένα διπλωματικό παιχνίδι αμφισβήτησης στην ελληνοαλβανική ΑΟΖ. Παρακάμπτει με την εφαρμογή του τύπου «Καστελόριζο», τα τρία νησάκια της Κέρκυρας ενώ μέσα στη διαπραγμάτευση για την άρση του εμπολέμου υποδαυλίζει το «τσάμικο ζήτημα». Αυτή η κατάσταση προωθείται κυρίως από τη νέα φουρνιά σοσιαλιστών πολιτικών τύπου Ράμα οι οποίοι «σπούδασαν» στο ίδρυμα Σόρος που διεύθυνε ο αδερφός Ράμα και χρησιμοποίησαν το δήμο Τιράνων ως εναρκτήριο λάκτισμα. Με πολιτικές φθοράς έθεσαν στο περιθώριο σοσιαλιστές-«εθνοκομουνιστές» παλαιάς κοπής όπως ο Φάτος Νάνο ο οποίος χωρίς να διαφωνεί στα στρατηγικά σχέδια των ΗΠΑ ήταν ωστόσο εναντίον της απόσχισης του Κοσόβου αλλά και ήταν υπέρ της βελτίωσης των σχέσεων με τη Ρωσία. Ο Ράμα έχει ενσωματώσει όλο το πακέτο διεκδικήσεων της «ερυθρόμαυρης συμμαχίας» του Κρέσνικ Σπαχίου μιας οργάνωσης απόλυτα αλυτρωτικής. Από την άλλη, η περίοδος Μπερίσα ήταν καταλυτική προκειμένου να εισρεύσουν χρηματοδοτικά πακέτα από τις ΗΠΑ-ΕΕ αλλά και να επιβληθούν μοντέλα αυταρχισμού και προσωπικών εξουσιών τα οποία και παγιώθηκαν. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η περίπτωση των χιλιάδων διαδηλωτών που κατεύθυνε το Φεβρουάριο του 2004 κατά μίμηση του μοντέλου της «επανάστασης των Ρόδων» στη Γεωργία που ανέτρεψε τον πρόεδρο Σεβαρτνάτζε. Αντίστοιχα υπό την καθοδήγηση της νέας φουρνιάς σοσιαλιστών υπήρξαν κινητοποιήσεις με τρεις νεκρούς το 2011. Έτσι με την επαναφορά του Μπερίσα στην εξουσία μετά το σκάνδαλο του 1997, με τις παρατράπεζες, που κόστισε πολύ βαριά στον αλβανικό λαό αφού εκλάπησαν οι οικονομίες του, διεθνείς πιστωτικοί μηχανισμοί υπό την ΕΕ και τις ΗΠΑ, οι ΗΠΑ, η Τράπεζα Ανάπτυξης, η Παγκόσμια Τράπεζα χρηματοδότησαν την αλβανική οικονομία με στόχο την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και την απόδοση ενός μεγάλου ποσοστού αυτών στον ιδιωτικό τομέα. Παράλληλα συνεχίστηκε η βασική πολιτική της Αλβανίας για την πρόσδεση με την Τουρκία, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Έτσι κι αλλιώς η Αλβανία ήταν σταθερά προσηλωμένη στο ΝΑΤΟ και στους πολέμους της συμμαχίας του.
Παρόλο που πολλοί μετανάστες έχουν επιστρέψει στην Αλβανία λόγω της κρίσης που μαστίζει την Ελλάδα και τα εμβάσματα που στηρίζουν την οικονομία έχουν σημαντικά μειωθεί, οι ανακοινώσεις για την οικονομία είναι κατευναστικές. Ένα νέο ρεύμα μεταναστών που αγγίζει τους 500.000 παρουσιάστηκε την περσινή χρονιά ενώ οι αρμόδιοι σκέφτονται να συμπιέσουν κι άλλο τις συντάξεις προκειμένου να μειωθεί η ανεργία των νέων. Η ανεργία βρίσκεται στο 14% και μειώνονται οι μισθοί και οι συντάξεις. Στα όρια της φτώχειας βρίσκεται το 50% των αλβανών αφού για αυτούς το μέσο μεροκάματο αγγίζει τα 1,6 ευρώ, σύμφωνα με τη FAO (ΠΟΤ) το 2012. Άλλα στοιχεία μιλάνε για 2,2 ευρώ την ώρα ως μέσου μισθού στη χώρα. Η διαφθορά (κλοπή δημόσιου χρήματος, λαθρεμπόριο, ναρκωτικά κλπ) έχει δημιουργήσει μια ελίτ κι από την άλλη υπάρχει το χάος με τον κόσμο της υπαίθρου που προσπαθεί να επιβιώσει ή με τον κόσμο στις μεγάλες πόλεις που μεταναστεύει για μια δουλειά του ποδαριού. Το σημερινό εξωτερικό χρέος της Αλβανίας είναι στο 29% του ΑΕΠ ενώ φέτος αυξήθηκε κατά 18%. Το δημόσιο χρέος είναι στο 70% και πρόκειται για 30 δις λεκ που χρωστάει στους προμηθευτές της. Ενώ αποφεύχθηκε η ύφεση στην οικονομία της Αλβανίας, τα δάνεια από το ΔΝΤ έχουν αυξήσει το χρέος ενώ από την άλλη καταβάλλεται μεγάλη προσπάθεια από πλευράς κυβέρνησης για την εισροή χρήματος από την αναδιοργάνωση του φορολογικού συστήματος. Για τη μαζική απαλλοτρίωση ενέργειας από την Ηλεκτρική Εταιρία που είναι σύνηθες φαινόμενο προβλέπεται η ιδιωτικοποίησή της και οι αυξήσεις των τιμολογίων ενώ μέλλεται να νομιμοποιηθεί δια της είσπραξης χρήματος η οικοδομική δραστηριότητα που ήταν εκτός νόμου όλη αυτήν την περίοδο και αποτελούσε την ουσιαστική επένδυση των μεταναστών.
πΓΔΜ:
«Η πΓΔΜ έγινε μοντέλο στην περιοχή για την προώθηση μιας πολυεθνικής κοινωνίας σε ένα ενιαίο κράτος και για τον προσδιορισμό μηχανισμών που επιτρέπουν συναινετική προσέγγιση σε ενδοεθνοτικά θέματα» 11 Ιουλίου 2007, Όλι Ρεν (ο …γνωστός μας), υπεύθυνος, τότε, της Κομισιόν για τη διεύρυνση της ΕΕ
Με αφετηρία την σοβαρότατη πολιτική κρίση στο εσωτερικό της κορυφώνεται η σύγκρουση μεταξύ κυβερνώντος κόμματος Γκουέφσκι και του σοσιαλιστικού κόμματος Ζάεφ με αντικείμενο τη διαφθορά και τον αυταρχισμό. Ο Γκρουέφσκι είναι από τη γενιά των 30ηδων που ανέλαβε τα ηνία μετά την παράδοση της πολιτικής από τα παλιά μέλη του ΚΚ. Η πΓΔΜ, έχοντας ζήσει τον φετινό χειμώνα μια πορτοκαλί επανάσταση, ωθούμενη από την αμερικανική πρεσβεία και την ΕΕ οι οποίες τηρούν, εν τέλει, στρατηγική αναμονή για την τελική λύση επιλογής οχήματος-κόμματος (αν και έγειραν προς την πλευρά της αντιπολίτευσης), βρίσκεται στη δεινή θέση να ακυρώνει την διέλευση του ρωσικού αγωγού tourkish stream συνεχίζοντας την πολιτική καταπίεσης της αλβανικής μειονότητας και να επικυρώνει κάθε αδιάλλακτη στάση με την Ελλάδα στο ζήτημα της σύνθετης ονομασίας της χώρας. Μια βασική πτυχή της σύγκρουσης αφορά στις επιλογές της κυβέρνησης να επενδύσει στον κρατικό μηχανισμό ακυρώνοντας σημαντικά τις μεταρρυθμίσεις της ΕΕ αφού έχει καθηλώσει διάφορες ομάδες κυρίως της μεσαίας τάξης και τους επαγγελματίες που ευελπιστούσαν σε αυτό. Ένα κίνημα διαμαρτυρίας βάσης που εκφράστηκε την πρόσφατη περίοδο αλώθηκε κυρίως από την αντιπολίτευση και τις οργανωμένες δομές της «κοινωνίας των πολιτών».
Το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του, δίνοντας βάση στις διακρίσεις κατά της αλβανικής μειονότητας, παρόλο που ο αλβανικός παράγοντας συμμετέχει στη διακυβέρνηση, έχει προκρίνει τη χώρα ως κέντρο του μακεδονισμού. Με χάρτες που διεκδικούν περιοχές από την Ελλάδα και τη Βουλγαρία στήνει ένα παιχνίδι αποσταθεροποίησης σε μια περίοδο που η οικονομία της χώρας διανύει τη χειρότερη περίοδο. Όλες οι διπλωματικές δράσεις βασισμένες στον μακεδονικό αλυτρωτισμό οδηγούν σε μια σύγκρουση και ενίσχυση του αλβανικού εθνικισμού. Από την εποχή των συγκρούσεων με τον UCK μέχρι και τα γεγονότα όπου συγκρούστηκαν εφέτος αλβανοί ένοπλοι με τον στρατό της χώρας στο Κουμάνοβο λίγα πράγματα έχουν συμβεί στην κατεύθυνση της συνεννόησης. Στο ενδιάμεσο διάστημα από το 2001 μέχρι και σήμερα μόνο εντάσεις προκαλούνται από επίσημες δηλώσεις που φτάνουν και σε σοβαρά γεγονότα όπως αυτά που συνέβησαν το 2007 στο χωριό Τανουσέφσκι, συνοριακό με το Κόσοβο αλβανικό χωρίο. Τα σύνορα πΓΔΜ-Κοσόβου είναι διάτρητα και σε κάθε περίπτωση αμφισβητούνται ακόμα και εκ μέρους της ΕΕ η οποία προτρέπει την κυβέρνηση να επιτρέπει τη μετακίνηση των αλβανών υπηκόων της στις γεωργικές τους ιδιοκτησίες. Τόσο από πλευράς κυβέρνησης όσο και από πλευράς παραγόντων της μειονότητας δημιουργούνται διαρκώς εστίες έντασης. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση που ο υπουργός Μποσκόφσκι το 2001 είχε παρουσιάσει 7 δολοφονημένους, από το κράτος, μετανάστες από το Πακιστάν και την Ινδία, ντυμένους με στολές του UCK ως αλβανούς τρομοκράτες που είχαν, δήθεν, στόχους την αμερικανική και βρετανική παρουσία στη χώρα. Ο ίδιος ευθύνεται για το παρακράτος που αναπτύχθηκε την περίοδο της εθνοτικής έντασης το 2001 με ανύποπτα θύματα-αλβανούς, ενώ επιχείρησε πραξικόπημα στην πρωτεύουσα Σκόπια με 6.000-8.000 ενόπλους εφέδρους της αστυνομίας. Από την άλλη και η αλβανική παράταξη προβαίνει σε προκλητικές ενέργειες και δηλώσεις οι οποίες υποδαυλίζουν την ένταση που υπάρχει ενώ ολοφάνερα σχετίζονται τόσο με αυτονομιστές του Κοσόβου όσο και με τις τυμπανοκρουσίες του σημερινού πρωθυπουργού της Αλβανίας. Οι διεκδικήσεις της όμως δεν βασίζονται τόσο στις κορώνες του Ράμα αλλά κυρίως στην αμερικανική υποστήριξη η οποία ως αντάλλαγμα για το όνομα, πιέζει υπέρ μεταρρυθμίσεων. Εξ άλλου η ενδιάμεση συμφωνία Ελλάδας-πΓΔΜ του 1995 δεν είχε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Ο έντονος εθνικισμός ο οποίος είναι και θεσμικός εφόσον βασιζόταν στο παρελθόν σε άρθρα του συντάγματος και στην εθνική σημαία, έχει τις ιστορικές του ρίζες τόσο στη ρωσική κι αργότερα σοβιετική επένδυση που πραγματοποιήθηκε σε διαφορετικές εποχές και ετεροκαθορίστηκε από τις διεκδικήσεις της Ελλάδας, της Σερβίας και της Βουλγαρίας. Ο «μακεδονικός» όμως εθνικισμός διατυπώθηκε από την περίοδο της Γιουγκοσλαβίας του Τίτο όπου το σλάβικο τμήμα της Μακεδονίας απέκτησε εθνική-πολιτική υπόσταση. Τα μέτρα εξ-αρχαϊσμού που λαμβάνει σήμερα η κυβέρνηση μετατρέποντας την πρωτεύουσα σε ένα αρχαίο μακεδονικό καρακιτσαριό δείχνουν και μια τάση του επιτελείου να δημιουργήσουν, εκ νέου, μια αφήγηση για τη χώρα. Οι 30ρηδες που ανέβηκαν στην εξουσία από την προηγούμενη δεκαετία έχουν φοιτήσει σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ με δαπάνες της κυβέρνησης.
Μετά την μεταπολίτευση και με την «αναίμακτη»` ανεξαρτησία της χώρας, πραγματοποιήθηκαν μαζικές και βίαιες ιδιωτικοποιήσεις που δημιούργησαν υψηλά ποσοστά ανεργίας και μαζική μετανάστευση. Έτσι, η οικονομία κρατιόταν τόσο από τα εμβάσματα των μεταναστών όσο και από την αγροτική οικονομία. Μετά την εθνοτική σύγκρουση του 2001 η οικονομία καταστράφηκε περισσότερο και η ανεργία έφτασε στο 36% για πάνω από 15 χρόνια. Αργότερα μετά το 2003 που δημιούργησε πιο σταθερούς δεσμούς με την ΕΕ, μειώνοντας τους δασμούς των εισαγωγών και κρατώντας σταθερά των εξαγωγών, η οικονομία της είχε μια βελτίωση που επέτρεψε και τη βελτίωση κάποιων υποδομών της. Η υποτροπή της κυβέρνησης Γκρουέφσκι για την αναδιοργάνωση της κρατικής παραγωγής σε συσχετισμό με τη δημιουργία ενός εφεδρικού πολιτικού στρατού μέσω διορισμών (είναι χαρακτηριστικό ότι διπλασίασε τον αριθμό δημοσίων υπαλλήλων μέσα σε 8 χρόνια εξουσίας σε 130.000), δημιούργησε ένα χάσμα στην ίδια την εργατική τάξη καθώς και σε υποκείμενα που έβλεπαν στην ΕΕ ένα δρόμο ανάπτυξης και επιβίωσης. Έτσι ξεκίνησε, δίπλα στις διαμαρτυρίες (και στις οργανωμένες κυβερνητικές αντι-διαδηλώσεις) για τη σκανδαλώδη διακυβέρνηση που είχε και αποτέλεσμα ένα νεκρό διαδηλωτή το 2011, η αντίδραση και η σύγκρουση η οποία έλαβε ευρωπαϊκό και αμερικανικό ενδιαφέρον. Από άποψη οικονομική, παρ’ όλες τις θετικές ανακοινώσεις για τη μείωση του δημόσιου χρέους όπως και τις προβλέψεις για τους μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη, η πΓΔΜ έχει σταθερά πολύ μεγάλη ανεργία η οποία φτάνει στο 28-30% του μικρού πληθυσμού της. Στόχος παραμένουν έτσι κι αλλιώς οι ιδιωτικές επενδύσεις τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό.
Βουλγαρία:
«Έχει έρθει η ώρα οι γείτονές μας που θέλουν να είναι στην ευρωζώνη και στη Σένγκεν, κάτι που ακόμη δεν συμβαίνει με τη Βουλγαρία, να σεβαστούν τις δεσμεύσεις τους, να εφαρμόσουν τους κανόνες… Είναι δύσκολο και για εμάς, δυσκολευθήκαμε να αποπληρώσουμε τα παλιά δάνεια, όμως το κάναμε» Μπόικο Μπορίσοφ, πρωθυπουργός της Βουλγαρίας, για την ελληνική κρίση
«Η Βουλγαρία είναι ανοικτή σε όλους τους γείτονές της και έτοιμη να βοηθήσει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωσή τους αλλά δεν επιτρέπει σε κανέναν να οικειοποιείται την Ιστορία και τον πολιτισμό της» υπουργός Εξωτερικών Νικολάι Μλαντένοφ2012, απευθυνόμενος προς την πλευρά της πΓΔΜ
Η Βουλγαρία έχει πλέον μετατραπεί σε μια στρατιωτική βάση, πεδίο συγκέντρωσης των αμερικανικών δυνάμεων και του ΝΑΤΟ. Ήδη από το 2006 έχει υπογραφεί συμφωνία για 4 μεγάλες αμερικανικές βάσεις δυναμικού 2.500 στρατιωτών και μάλιστα χωρίς ενοίκιο. Η χώρα είναι στην κυριολεξία το νότιο άκρο από όπου ξεκινά η στρατιωτική περικύκλωση της Ρωσίας από τους αμερικάνους και η οποία φτάνει μέχρι τις χώρες της Βαλτικής. Η πρόσφατη άρνηση της Βουλγαρίας στο να χρησιμοποιηθεί το έδαφός της για «ανθρωπιστικές» πτήσεις της Ρωσίας για τη Συρία είναι χαρακτηριστική.
Με μια οικονομία ευκαιρίας για όσους επιχειρηματίες επιθυμούν ένα φορολογικό παράδεισο, αυξάνει την «ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα» της οικονομίας της με μεροκάματα πείνας. Αυξάνοντας τους δείκτες της ανάπτυξης έχει περιορίσει σημαντικά την ανεργία αν και εδώ και παραπάνω από μια δεκαετία το 80% των κατοίκων της ζει στο όριο της φτώχειας με το 55% στην ανεργία ενώ το 10% συνεχίζει και ακολουθά το δρόμο της μετανάστευσης. Αυτός ο λόγος όπως και οι χαμηλοί δείκτες γεννητικότητας είναι οι δυο αιτίες σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα της σοβαρής μείωσης του ενεργού πληθυσμού της Βουλγαρίας. Το 45% των νοικοκυριών έχει στη διάθεσή του 150 ευρώ για να καλύψει βασικές ανάγκες του. Σήμερα στη Βουλγαρία ο κατώτατος μισθός είναι στα 194 ευρώ. Το 2013 έγιναν σοβαρές ταραχές με αφορμή την αύξηση του ηλεκτρικού ρεύματος με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να παραιτηθεί. Και εκεί δημιουργήθηκε ένα κίνημα τύπου αγανακτισμένων το οποίο στη συνέχεια παραδόθηκε σε μια ασάφεια πολιτικών δομών που ελέγχουν μέρος της εξουσίας ή εναλλακτικών ομάδων της «κοινωνίας πολιτών» (ΜΚΟ κλπ). Έτσι ο παραιτηθείς πρωθυπουργός επανεκλέχθηκε. Διαδηλώσεις επίσης ξέσπασαν για την φετινή αύξηση του ρεύματος το οποίο αποτελεί την «κόκκινη γραμμή» μεταξύ πολιτών και κυβέρνησης. Η εκποίηση των δομών ηλεκτρικής ενέργειας σε δύο τσέχικες και σε μια αυστριακή εταιρία έχει δημιουργήσει αδιέξοδο σε μια χώρα που οι συντάξεις δεν ξεπερνούν τα 150 ευρώ. Οι εκτιμήσεις για το δημόσιο χρέος (σήμερα 18% του ΑΕΠ) αναμένεται το 2050 να εκτιναχθεί στο 51% σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Στο μεταξύ οι αποστολές του ΔΝΤ επισημαίνουν μεν θετικές ενέργειες όπως την αποκατάσταση της ρευστότητας μετά την κατάρρευση της Κεντρικής Τράπεζας της Βουλγαρίας αλλά επισημαίνουν δε και προτροπές για λήψη νέων μέτρων στην κατεύθυνση του δημοσιονομικού νοικοκυρέματος με τις γνωστές συνταγές. Είναι γνωστό ότι η μείωση του χρέους από το 97% στο 18% έγινε κατόπιν συνταγών αυστηρής φτώχειας και ταξικής επίθεσης στα δικαιώματα.
Ως χώρα με μια τουρκική μειονότητα ιδιαιτέρως ογκώδη και καταπιεσμένη (ακόμα και με νεκρούς την περίοδο εκβουλγαρισμού της επί σοσιαλιστή Ζίβκοφ), χώρα με βλέψεις προς τη μεριά της διεκδίκησης μακεδονικών εδαφών υπό τη δική της κηδεμονία, η Βουλγαρία δέχεται από τη μια την επικίνδυνη εξάπλωση του μουσουλμανικού τόξου στα Βαλκάνια-δίπλα στην μειονότητα της Θράκης κι από την άλλη παράγοντές της εντείνουν την καθόλου ξεχασμένη υπόθεση του «μακεδονικού» εις βάρος της διπλανής πΓΔΜ. «Δυο βουλγάρικα κράτη» είναι το βασικό σύνθημα του πολιτικού συστήματος ενώ η αναγνώριση της πΓΔΜ πραγματοποιήθηκε προκειμένου να αποσπαστεί από την επιρροή της κραταιάς, τότε, Σερβίας. Σε τέτοιο σημείο έφτασε η κεντρική πολιτική που ο πρώην πρόεδρος Στογιάνοφ στην σλαβοαλβανική σύγκρουση του 2001, δήλωσε ότι πρέπει να σταλούν επισήμως βουλγαρικά στρατεύματα να πολεμήσουν εναντίον των αλβανών. Αντίστοιχα εκατοντάδες βούλγαροι πολίτες που κατοικούν στο Πιρίν, υιοθετούν την πολιτική της πΓΔΜ ζητώντας απόσχιση βουλγαρικού εδάφους. Από την άλλη λόγω της κοινής ιστορικής αντιπαράθεσης με την Τουρκία λειτουργεί μια ταύτιση της Αθήνας και τη Σόφιας σε διεθνείς οργανισμούς. Η ταύτιση αυτή χρονολογείται τόσο από το 1974 μετά την εισβολή στην Κύπρο όσο και το 1987 με την ελληνοτουρκική κρίση στο Αιγαίο. Οι επεκτατικές βλέψεις της Άγκυρας με τη δημιουργία τεμενών και δικτύων θρησκευτικών σχολείων είναι ένα σημείο ιδιαίτερα ευαίσθητο για τις ισορροπίες της περιοχής.
Απέναντι στο σχέδιο μετατροπής της χώρας σε αμερικανική στρατιωτική βάση βρίσκεται αντίθετος ο πολιτικός σχηματισμός ΑΤΑΚΑ («Επίθεση» στα βουλγάρικα) με ρατσιστικές-εθνικιστικές δοξασίες και με στρατιωτική δομή και αισθητική. Ο Σιντέροφ, αρχηγός του ΑΤΑΚΑ είναι ένας φασίστας εθνικιστής ηγέτης ο οποίος απολαμβάνει ένα σημαντικό εκλογικό ποσοστό πραγματοποιώντας μάλιστα και εθνικιστικό ακτιβισμό: στήριξη των βούλγαρων επιχειρηματιών, απαγόρευση του κόμματος της τουρκικής μειονότητας, κλείσιμο των αμερικανικών βάσεων και αναθεώρηση των σχέσεων με την ΕΕ είναι βασικά του προγράμματος του ΑΤΑΚΑ το οποίο συμμετείχε όμως σε κυβέρνηση συνεργασίας της προηγούμενη δεκαετία που εφάρμοζε όλα αυτά.
Με ένα πυρηνικό εργοστάσιο στο Κοζλοντούι, το μοναδικό στα Βαλκάνια και το οποίο πραγματοποιεί επεκτάσεις, η Βουλγαρία καταστρέφοντας κάθε σχέση με τη Ρωσία έχει μετατραπεί σε ένα αμερικανικό προτεκτοράτο.
Σερβία:
«Σε τέσσερα χρόνια πρέπει να ολοκληρώσουμε οικονομικές και νομικές μεταρρυθμίσεις… Το μέλλον μας είναι λαμπρό. Υπόσχομαι ένα πράγμα: δεν θα είμαστε η φτωχότερη χώρα στην ΕΕ. Δεν θα είμαστε επαίτες, δεν θέλουμε χρήματα, ούτε ελεημοσύνη. Η Σερβία επιθυμεί να γίνει πλήρες μέλος της ΕΕ… Το αμέσως επόμενο διάστημα – σε μια ή δύο εβδομάδες – ολοκληρώνουμε το μνημόνιο οικονομικής και χρηματοπιστωτικής πολιτικής και το ΔΝΤ ολοκληρώνει το πακέτο» Α. Βούτσις, πρωθυπουργός της Σερβίας
Η Σερβία υπό τον Βούτσιτς, υποκύπτει μπροστά στην αμερικανική υπεροπλία και στην ευρωπαϊκή προοπτική. Βρίσκεται σε διαδικασίες σύνδεσης με την ΕΕ, με όρο τη διευθέτηση του ζητήματος Κόσοβο και είναι μέλος στο «Συνεταιρισμό για την Ειρήνη» δομή του ΝΑΤΟ. Φέτος ανέλαβε την προεδρία του ΟΑΣΕ ολοκληρώνοντας περισσότερο την υπαγωγή της στο δυτικό παράγοντα. Με τη μέθοδο του κατευνασμού των τάσεων που επιμένουν στην ανεξαρτησία ή και στην προσάρτηση του Κοσσόβου-Κοσσυφοπεδίου, επιδιώκει επίσημα μέσω της διπλωματικής οδού να κρατηθεί η σταθερότητα καθώς και η κυριότητά της στο Κόσσοβο-Κοσσυφοπέδιο. Το ψήφισμα 1244/99 του Συμβουλίου Ασφαλείας που ορίζει ρητά ότι «το Κόσοβο είναι αναπόσπαστο τμήμα της Σερβίας» είναι ένα ψήφισμα που διαρκώς αναθεωρείται. Οι διαμεσολαβητές του ΟΗΕ όσο και η ΕΕ πιέζουν στην κατεύθυνση της ήπιας απόσχισης του, οπότε η ανεξαρτησία του ή η εξομάλυνση των σχέσεων Σερβίας-Κοσόβου, είναι αυτή που τίθεται εδώ και μια δεκαετία ως βασικός όρος για την ένταξη της πρώτης στην ΕΕ. Η εξευτελιστική μέθοδος που έχει επιλέξει η γειτονική Αλβανία αλλά και η σημερινή διπλωματική αναζωπύρωση των εντάσεων της Σερβίας με την Κροατία, έχει φέρει το πολιτικό σύστημα σε σοβαρή κρίση. Οι απανωτοί εκβιασμοί έχουν επιφέρει συμφωνίες των δυο μερών, Σερβίας-Κοσόβου, ως ξεχωριστές οντότητες-ένα παράθυρο για την ανεξαρτησία του, παρόλο που και συνταγματικά θεωρείται αναπόσπαστο τμήμα της χώρας. Μετά τις πληγές πολέμων και της επέμβασης των ΗΠΑ, η Σερβία διέρρηξε τις σχέσεις της με τη Ρωσία ακυρώνοντας τη διέλευση του tourkish stream, ενώ οι ενταξιακές σχέσεις προχωρούν πάντα στο μέτρο των διαρθρωτικών αλλαγών που οδηγούν στην εκποίηση της οικονομίας της.
16 χρόνια μετά την επιτυχή απόπειρα των ΗΠΑ να εντάξουν τα Βαλκάνια στην διεθνοποιημένη οικονομία, η ανυπόγραφη συμφωνία Ραμπουγιέ εφαρμόζεται και η Σερβία βαδίζει στο δρόμο της υποτέλειας και της φτώχειας. Ακόμα μετά τους βομβαρδισμούς η αμερικανική κυβέρνηση παρενέβαινε ανοιχτά για μια δεκαετία μέχρι να αποκατασταθεί οριστικά η νέα τάξη πραγμάτων και να δημιουργεί κυβερνήσεις της αρεσκείας του αμερικάνου πρέσβη. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ο πρώτος μεταπολεμικός πρωθυπουργός της Σερβίας ήταν ο Ζόραν Τζίντζιτς ο οποίος αρθρογραφούσε υπέρ των βομβαρδισμών του ΝΑΤΟ, την εποχή της επέμβασης. Η συμφωνία Ραμπουγιέ εμπεριείχε μυστική προσθήκη στο έγγραφο με την ονομασία «B», όπου γινόταν λόγος περί στρατιωτικής κατοχής ολόκληρης της Γιουγκοσλαβίας. Το κεφάλαιο «4» της συμφωνίας αφορούσε αποκλειστικά την οικονομία του Κοσσυφοπεδίου. Το άρθρο «1» του εν λόγω κεφαλαίου απαιτούσε την καθιέρωση της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς και το άρθρο «2» καλούσε για την ιδιωτικοποίηση όλων των κυβερνητικών περιουσιακών στοιχείων. Την περίοδο εκείνη η διαλυμένη Γιουγκοσλαβία δεν ήταν μέλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ή της Παγκόσμιας Τράπεζας, γεγονός που την καθιστούσε ως την τελευταία οικονομία στην νοτιοανατολική Ευρώπη που δεν είχε ενταχθεί στην παγκοσμιοποιημένη αγορά. Τότε το 75% της βιομηχανίας της χώρας ανήκε στο κράτος ή στα εργατικά συνδικάτα. Το 1997, μάλιστα, όταν εγκρίθηκε η «ελεγχόμενη» ιδιωτικοποίηση, η νομοθεσία καθιστούσε σαφές ότι το 60% των μετοχών έπρεπε να παραμείνει στα χέρια του εργατικού δυναμικού της εκάστοτε επιχείρησης. Το έδαφος του Κοσσυφοπεδίου είναι από τα πιο πλούσια σε άνθρακα, λιγνίτη, μόλυβδο, ψευδάργυρο, χρυσό, ασήμι και πετρέλαιο στην Ευρώπη. Το τεράστιο σύμπλεγμα ορυχείων της Τρέπκα, η αξία του οποίου άγγιζε τα 5 δισ. δολάρια το 1997, αποτελεί και το κερασάκι στην τούρτα. Λίγο μετά τη λήξη του πολέμου, το βιομηχανικό σύμπλεγμα κατελήφθη διά της βίας από τα στρατεύματα του NATO, που εκδίωξαν του εργαζομένους, χρησιμοποιώντας δακρυγόνα και πλαστικές σφαίρες. Έτσι, τα αεροσκάφη του NATO κατέστρεψαν μόλις 14 άρματα μάχης, πλην όμως ισοπέδωσαν 372 βιομηχανικές εγκαταστάσεις, αφήνοντας χιλιάδες ανθρώπους άνεργους. Ούτε μια ξένη ή ιδιωτικοποιημένη βιομηχανία δεν επλήγη. Το δημόσιο χρέος της ξεπερνά τα 24 δις ευρώ όταν το σύνολο του δημόσιου χρέους του συνόλου των μελών της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας πριν το 1990 ήταν μόνο 20 δις ενώ σήμερα το χρέος των ανεξάρτητων πρώην μελών της ξεπερνά το 104 δις ευρώ. Η ΕΕ βρίσκεται σε μια διαρκή συνεννόηση μέσω της επιτρόπου για τα Βαλκάνια, Μογκερίνι, για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις στην κατεύθυνση της φιλελευθεροποίησης της οικονομίας της χώρας ενώ το ΔΝΤ και η ΠΤ συνιστούν περικοπές, ιδιωτικοποιήσεις, απολύσεις προκειμένου να υπάρξουν ξένες επενδύσεις. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ευθυγράμμισης με τα σχέδια αυτά αποτελεί η δήλωση της υπουργού εξωτερικών για απολύσεις χιλιάδων υπαλλήλων, μόλις μια μέρα μετά την επίσκεψη του ΔΝΤ. Στο ίδιο πνεύμα ήταν και η επίσκεψη Μπλερ για την εκπαίδευση της κυβέρνησης και τη διαμεσολάβησή του για την ένταξη της χώρας στην ΕΕ. Έτσι τέθηκαν σε καθεστώς πτώχευσης 188 κρατικές επιχειρήσεις για να μπορέσει η χώρα να ανταποκριθεί στους όρους της δανειοδοτικής συμφωνίας, ύψους 1 δισ. Ευρώ. Η Υπηρεσία Ιδιωτικοποιήσεων, θεσμός απαραίτητος προκειμένου να λειτουργήσει στο εσωτερικό η διαδικασία μεταρρυθμίσεων ανέλαβε μετά το 2000 όλες τις κατεστραμμένες από την επέμβαση του 1999 επιχειρήσεις, απογυμνωμένες από τα περιουσιακά τους στοιχεία. Το ΔΝΤ χρεώνοντας τη Σερβία δίνει τις εντολές για τα «αναδιαρθρωτικά προγράμματα» αποικιοποίησης της χώρας.
Απέναντι σε όλα αυτά, μέσα στη χώρα επιβιώνει το πνεύμα του Μιλόσεβιτς υπό την καθοδήγηση του εγκληματία Σέσελι, φιλορώσου αρχηγού του Ριζοσπαστικού Κόμματος που διαβλέπει για λογαριασμό της «Μεγάλης Σερβίας» τη διχοτόμηση της Βοσνίας, τη διεκδίκηση του 1/3 των εδαφών της Κροατίας, την εκδίωξη των αλβανών από τη Σερβία έχοντας μια αντιαμερικανική και αντιευρωπαϊκή πολιτική. Η αναβίωση των Τσέτνικ και οι σημαίες της Μεγάλης Σερβίας ξαναβγήκαν στην επιφάνεια στο ποδοσφαιρικό ματς Σερβίας-Αλβανίας όπως και σε κάθε περίσταση διαδηλώσεων.
Βοσνία-Ερζεγοβίνη:
«Δεν μπορούμε να δεχτούμε να περικόπτονται διαρκώς οι αρμοδιότητές μας. Ο Ύπατος εκπρόσωπος της Διεθνούς Κοινότητας απολαύει εδώ προνομίων όμοια με εκείνα που είχε κάποτε ο αυστριακός αυτοκράτορας» Μίλοραν Ντόντικ, πρόεδρος της σερβικής δημοκρατίας της Βοσνίας
«Θα αφήσουμε τη Βοσνία όταν σταθεροποιηθεί πολιτικά και οικονομικά και όταν θα βρίσκεται στο δρόμο χωρίς επιστροφή για ένταξη στην ΕΕ» Μίροσλαβ Λάιτζακ, ύπατος αρμοστής στη Βοσνία το 2007
«Καλώ πιεστικά τους πολιτικούς της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, ιδίως όμως τον πρωθυπουργό της σερβικής δημοκρατίας Ντόντικ να μην αντισταθεί σ’ αυτές τις προσπάθειες και να συνεισφέρει εποικοδομητικά στην επίλυση των καθηκόντων υπέρβασης» Φ. Β. Στάιμαγερ, υπουργός εξωτερικών Γερμανίας 2007
«Δεν είμαι Βόσνιος, δεν είμαι Σέρβος, ούτε Κροάτης. Είμαι άνεργος» σύνθημα της εργατικής εξέγερσης του Φεβρουαρίου 2014
Το προτεκτοράτο του ΝΑΤΟ-ΟΗΕ μετά τη συμφωνία του Ντέιτον που προέκυψε μετά από ένα πολύ σοβαρό πόλεμο που πέρασε από κρεβάτια χιλιάδων ανθρώπων με μικτούς γάμους, βρίσκεται σε σοβαρή κρίση. Πρόκειται για μια κρατική ομοσπονδία η οποία χωρίζει σερβοβόσνιους και μουσουλμάνους-κροάτες η οποία βρίσκεται σε πορεία σύνδεσης με την ΕΕ, πραγματοποιώντας μεταρρυθμίσεις. Οι αποσχιστικές τάσεις εκφράζονται τόσο από τη μεριά της σερβικής ηγεσίας όσο και από την πλευρά των κροατών και είναι πολύ ισχυρές. Τόσο ισχυρές που κατάφεραν να θέσουν στο περιθώριο το ταξικό κίνημα που προέκυψε το χειμώνα του 2014, όπου κοινές πορείες ανθρώπων από διαφορετικές εθνότητες κατάφεραν για μια μικρή περίοδο να συναντηθούν στο ταξικό ζήτημα με τις εργατικές διεκδικήσεις. Η γραμμή που επέβαλε το 1992 η ΕΕ μέσω της αναγνώρισης της ανεξαρτησίας κατάφερε να εντείνει τις διαφορές επιφέροντας έναν φονικό πόλεμο με κατάληξη τη Σρεμπρένιτσα και την Κράινα της Κροατίας. Η αναθέρμανση της έντασης των μητέρων πατρίδων Σερβίας-Κροατίας (με αφορμή την 20ετή επέτειο από τις εθνοκαθάρσεις του 1995) υποδαυλίζει και την ένταση στη χώρα με τις διαρθρωτικές αλλαγές να προηγούνται της επιβίωσης των ανθρώπων της. Την περίοδο αυτή ενεργοποιείται η συμφωνία σύνδεσης με την ΕΕ.
Από το 1993 του σχεδίου Βανς-Όουεν μέχρι και τη συμφωνία του Ντέιτον του 1995 υπήρξαν ωμές παρεμβάσεις και βομβαρδισμοί για να καταλήξει στο σημερινό προτεκτοράτο. Μέχρι και μια δεκαετία μετά, οι ύπατοι αρμοστές έχουν καθαιρέσει 570 φορές εκλεγμένους, ανάμεσά τους πρωθυπουργούς και προέδρους που δεν ήταν της αρεσκείας τους. Οι ΗΠΑ, μάλιστα απαίτησαν το 2006 να αλλάξει το σύνταγμα με στόχο τον αποκλεισμό των σερβοβοσνίων γεγονός που έγινε ένα χρόνο αργότερα με απόφαση του ύπατου αρμοστή που νομιμοποιούσε απόφαση χωρίς την παρουσία των σερβοβοσνίων στο υπουργικό συμβούλιο. Η αποτυχία του σχεδίου έχει δημιουργήσει αδιέξοδο το οποίο επιτείνεται από τις κραυγές για τα αποσχιστικά δημοψηφίσματα με αφορμή και αιτία τις παρεμβάσεις που έχουν γίνει επί της συμφωνίας.
Όσον αφορά την οικονομία, αυτή ακολουθά το κανονιστικό διάγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων, περικοπών μισθών, απολύσεων και ξένων επενδύσεων. Για παράδειγμα, το εργοστάσιο αλατιού που παρήγαγε το 80% προϊόν για όλη την π. Γιουγκοσλαβία, ιδιωτικοποιήθηκε απολύοντας από τους 2.500 εργάτες τους 2.100. Όσοι απέμειναν στη διάρκεια της μικρής εξέγερσης του 2014 ήταν απλήρωτοι. Στη Τούζλα, μια πόλη με το 45% ανέργους την ίδια περίοδο ήταν απλήρωτοι οι εργάτες 5 πρώην κρατικών εργοστασίων χημικών πρώην κολοσσών και μάλιστα οι επιχειρήσεις ήταν στη διαδικασία πτώχευσης. Ενθαρρυντικό παραμένει το γεγονός ότι η βιομηχανία απορρυπαντικών DITA στους εργάτες της οποίας χρωστούν 45 μηνιαίους μισθούς, βρίσκεται υπό κατάληψη, σύμφωνα με τα τελευταία νέα, και παράγει προϊόντα αντίστοιχα με τη δική μας ΒΙΟΜΕ με την οποία είναι συνδεδεμένες, κινηματικά. Η περίπτωση της συγκεκριμένης βιομηχανίας είναι παραδειγματική: Το 2002, το 59% του κεφαλαίου της Dita, υποτίθεται ότι αγοράστηκε από τους εργάτες της και η Κρατική Επιτροπή για τις Ιδιωτικοποιήσεις επιβεβαίωσε ότι η ιδιοκτησία της εταιρίας ήταν πλέον ολότελα ιδιωτική. Αυτό τράβηξε μέχρι το 2005, οπότε και η Dita αγοράστηκε από μια εταιρία χημικών ονόματι Lora, που βρίσκεται υπό τον έλεγχο της Biohomija, ενός τραστ της χημικής βιομηχανίας με έδρα το Βελιγράδι στη Σερβία. Η εταιρία έκτοτε καταστράφηκε συστηματικά. Σύμφωνα με τον οικονομικό έλεγχο του 2010, η Dita ήδη ήτανε “μέσα”, αν και τα χρόνια που προηγήθηκαν διακρινόταν για την παραγωγικότητα και τα μέτρα ασφαλείας των εργαζομένων. Μεταξύ 2009 και 2010, δόθηκε εντολή να χρησιμοποιούν αλάτι στο χημικό μείγμα παρασκευής απορρυπαντικών, κάτι που προκάλεσε βλάβες στα μηχανήματα, καταστρέφοντας σταδιακά τις παραγωγικές δυνατότητες του εργοστασίου. Μετά και την επίσημη κήρυξη πτώχευσης, τον Δεκέμβριο 2013, μια ομάδα 40 εργατών συγκεντρώθηκαν μπροστά στις πύλες του εργοστασίου της Dita, ξεκινώντας μια διαμαρτυρία με στόχο τη διάσωση της επιχείρησης. Για τις ταραχές στη Βοσνία που έγιναν κατά την περίοδο του Μαϊντάν της Ουκρανίας υπήρξε η απειλή για αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων της ΕΕ ενώ ταυτοχρόνως ο σκληρός πυρήνας της ΕΕ ήταν σε συνεννόηση με τους ουκρανούς ναζί.
Η ανεργία αγγίζει το 28% σε όλη τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Οι πλημμύρες της περασμένης χρονιάς έδειξαν την κατάρρευση των υποδομών στη χώρα και την αδιαφορία των αρχών. Παρόλα αυτά το ΔΝΤ θεωρεί ότι η οικονομία πάει καλύτερα και εξυγιαίνεται μέσω των δανείων.
Κόσσοβο-Κοσσυφοπέδιο:
«Γνωρίζετε την άποψη της κυβέρνησής μου ότι το Κόσσοβο θα γίνει ανεξάρτητο… Αποτελεί επίσης δήλωση για το ποιο νομίζουμε ότι θα είναι το αποτέλεσμα. ΟΙ ηγέτες της Σερβίας πρέπει να υπερβούν την άρνηση. Πρέπει να πάψουν να λένε ότι αυτό δεν θα συμβεί… Εγώ θα πω την αλήθεια, αν δεν μπορούν οι σέρβοι ηγέτες, και αυτή η αλήθεια είναι πως η Σερβία δε θα κυβερνήσει το Κόσοβο. Πάει! Τελείωσε!» Βοηθός υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ, Ντανιέλ Φριντ, 2007
Η μονομερής ανεξαρτησία του Κοσσόβου το 2008 από την αυτόνομη κυβέρνηση ωθούμενη από τις ΗΠΑ, βρήκε την πιο καλή της ώρα προκαλώντας τόσο τις κόκκινες γραμμές της Ρωσίας διεθνώς όσο και της Σερβίας στην οποία ανήκει με ειδικό καθεστώς αυτονομίας. Η ανασύσταση του UCK και η πρόκληση επεισοδίων με κορύφωση τα γεγονότα στο Κουμάνοβο, δείχνουν ότι τα δείγματα καλής θέλησης από πλευράς επίσημης ηγεσίας για ειρηνική διευθέτηση και μάλιστα στη φάση που η οικονομία του Κοσσόβου έχει καταστραφεί από τις μεταρρυθμίσεις που έχουν επιβάλει τα διεθνή διευθυντήρια μετά την περίοδο του πολέμου «ανεξαρτησίας» είναι απλά και μόνο λόγια. Το Κόσοβο είναι μέλος του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Από το 2002 όλες οι κρατικές επιχειρήσεις (ορυχεία, χαλυβουργεία, κατασκευαστικές επιχειρήσεις βαριάς βιομηχανίας, υφαντουργία, βιομηχανία τροφίμων, μεταποίησης αγροτικών προϊόντων κλπ) αλλά και κάθε δημόσια περιουσία στο Κόσσοβο έχουν περάσει στην επιτροπή ιδιωτικοποιήσεων (κάτι σαν το ελληνικό ΤΑΙΠΕΔ). Το 2003 μέσω του ΟΗΕ εκχωρήθηκε στην επιτροπή ιδιωτικοποιήσεων η δημόσια γη και νοικιάζεται σε ιδιώτες με μίσθωση 99 ετών. Με στοιχεία του 2007, το 15% των κατοίκων ζει με κάτω από 1 ευρώ την ημέρα και το 40% με κάτω από 5 ευρώ. Οι σημερινές συνθήκες ομολογούν ότι ο μέσος μισθός στον ιδιωτικό τομέα είναι 230 ευρώ, ένας στους τρεις Κοσοβάρους είναι άνεργος, με την ανεργία των νέων να φτάνει το 60-80%, ο σημαντικότερος εργοδότης είναι το οργανωμένο έγκλημα, η διαφθορά βασιλεύει, μαζί με την ευνοιοκρατία και το πελατειακό σύστημα, τα ελλείμματα διευρύνονται, οι ξένες επενδύσεις όλο και μειώνονται. Το 10% του πληθυσμού ζει με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα, το 30% ζει κάτω από το όριο της απόλυτης φτώχειας, σε μια χώρα που έχει υιοθετήσει το ευρώ ως επίσημο νόμισμα. Το Κόσοβο είναι μια χώρα που ζει κυρίως με τα εμβάσματα των μεταναστών. Επιπροσθέτως, έχουν μειωθεί οι χρηματοοικονομικές “μεταγγίσεις” από τη διεθνή κοινότητα όπως το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε με αποτέλεσμα να μην είναι πλέον δυνατή η παροχή επιδομάτων τα οποία αγγίζουν περίπου τα 80 ευρώ. Το φαινόμενο της φετινής μαζικής μετανάστευσης περίπου 100.000 κοσσοβάρων έναντι 20.000 για την προηγούμενη χρονιά, με τα πόδια, με οικογένειες και παιδιά, μέσα στο χειμώνα και μάλιστα διαμέσου της μισητής Σερβίας και κατόπιν της Ουγγαρίας, όπως και της τραγικής τους επιστροφής, είναι ενδεικτικό του επιπέδου της φτώχειας. Σύμφωνα με κάποια στοιχεία οι αλβανοί και κυρίως οι κοσοβάροι είναι αυτοί που έχουν ζητήσει άσυλο στη Γερμανία γεγονός για το οποίο πραγματοποίησε αρνητικές δηλώσεις η Μέρκελ. Έτσι η κυβέρνηση του Κοσόβου σύναψε συμφωνία με το ΔΝΤ, μέσα στον Ιούλιο του 2105 για πρόγραμμα στήριξης ύψους 184 εκατομμυρίων ευρώ με στόχο το «πάγωμα» μισθών και συντάξεων, αλλά και να ληφθούν φορολογικά μέτρα. Η ανάπτυξη συνεχίζεται όπως και οι πολιτικές ανακατατάξεις με ζητούμενο την «ανεξαρτησία».
Το κίνημα «Αυτοδιάθεση» στο Κόσοβο, ως η πολιτική απόληξη του UCK, είναι αυτό που πλειοδοτεί σε κάθε περίπτωση στην ανεξαρτησία και στην ένωση όλων των αλβανών κάτω από μια πολιτική σκέπη. Συνδεδεμένο με ημιστρατιωτικές και παραστρατιωτικές δομές του πρώην απελευθερωτικού στρατού, προκαλεί μέσω δηλώσεων των ηγετών του σε ριζοσπαστικοποίηση της πολιτικής με στόχο την αυτοδιάθεση. Πρόσφατα βουλευτές του επιτέθηκαν μέσα στο κοινοβούλιο, στον πρωθυπουργό, λόγω των συμφωνιών με τη Σερβία και του προχωρήματος των «μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης» και ικανοποίησης ενταξιακών όρων από πλευράς ΕΕ. Η «Αυτοδιάθεση» του Κοσόβου είναι ο πολιτικός πυρήνας που συνενώνει προς το παρόν τις αντιδράσεις από τις όποιες παρελκυστικές τακτικές που απομακρύνουν την άμεση ανεξαρτησία.
Κροατία:
«Με τον Τίτο η Γιουγκοσλαβία επεδίωκε να διατηρήσει την ανεξαρτησία της από τη Σοβιετική Ένωση. Αλλά αφότου ανέλαβαν την ευθύνη εκεί οι μεταρρυθμιστές, ο Γκορμπατσόφ και ο Σεβαρτνάντζε, αυτή η αλληλεγγύη ‘’εξαερώθηκε"...» Χ. Ντ. Γκένσερ, π. υπουργός εξωτερικών Γερμανίας (1969-1992) ο μιλώντας για την αλληλεγγύη της Ευρώπης προς την Γιουγκοσλαβία
«Για όσο ζούμε θα πιστεύουμε πως πρόκειται για κάτι περισσότερο από έναν ποδοσφαιρικό αγώνα», Μπόμπο, μέλος των Bad Blue Boys της Ντιναμό Ζάγκρεμπ μιλώντας για τον περιβόητο ποδοσφαιρικό αγώνα με τον Ερυθρό Αστέρα Βελιγραδίου, το Μάιο του 1990
Με υψηλούς τόνους η κυβέρνηση της Κροατίας έχει ξεκινήσει ένα διπλωματικό πόλεμο με τη Σερβία. Η επιχείρηση εθνοκάθαρσης εναντίον των Σέρβων της Κροατίας πριν από 20 χρόνια κατέληξε σε ένα ματοκύλισμα, όσο και οι δυναμικές κινητοποιήσεις του ομοσπονδιακού στρατού επί κυριαρχίας Μιλόσεβιτς έχει σφραγίσει τις σχέσεις των δυο χωρών. Τόσο από τη μεριά της Σερβίας όσο και από την πλευρά της Κροατίας ενισχύονται οι εθνικιστικοί πόλοι ως οχήματα εσωτερικής πηγής εντάσεων και βγαίνουν στην επιφάνεια ζητήματα από την περίοδο του μεσοπολέμου. Οι Ουστάσι έχουν βγει στην επιφάνεια και γιορτάζουν σε κάθε περίσταση παρόλο που ο πρωθυπουργός της χώρας διαβεβαιώνει ότι το σύνταγμα βασίζεται στην αντίσταση κι όχι στη δράση των κατοχικών συνεργατών. Εν τούτοις ο πρόεδρος της χώρας δεν αποφεύγει να προσκυνήσει το μνημείο των νεκρών ουστάσι που συνεργάστηκαν με τους ναζί. Πρόσφατα οι γιορτές για το γεγονός που συνεπαγόταν την εθνοκάθαρση των σέρβων της Κράινα πυροδότησαν την ένταση ανάμεσα στη Σερβία και στην Κροατία. Οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις για την είσοδο της χώρας στην ΕΕ, έχουν προκαλέσει κύμα φτώχειας με σοβαρή θετική απόληξη στην υπόθεση ενός κινήματος που έφτασε σε σημαντικά εκλογικά ποσοστά και υπερασπίζεται την ιδιωτική κατοικία. Το οικοδόμημα της Κροατίας που κατασκευάστηκε από την παρέμβαση της Γερμανίας και του πολωνού πάπα Βοϊτίλα Παύλου του Β’ σε μια άκρως επιδεικτική ρεβανσιστική πρακτική είναι σαθρό. Η συνοχή της Κροατίας σήμερα είναι ένας αντιφατικός αχταρμάς εθνικισμού-καθολικισμού και προσήλωσης στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ.
Το δημόσιο χρέος της Κροατίας φτάνει στα 37 δις ευρώ. Οι ψευδείς διαγραφές 12.500 χιλιάδων οφειλετών δεν βοήθησαν την κατάσταση καθότι είναι αδύναμοι οι όροι: οι δανειολήπτες πρέπει να χρωστούν λιγότερο από το αντίστοιχο των 35.000 ευρώ να έχουν εισόδημα που δεν ξεπερνάει τα 122 ευρώ το μήνα, όπως επίσης δεν πρέπει να έχουν αποταμιεύσεις και ακίνητη περιουσία. Έτσι προέκυψε το κίνημα διαμαρτυρίας «Ανθρώπινο Τείχος» ενάντια στις εξώσεις και στο χτύπημα της ιδιωτικής κατοικίας, το οποίο απέσπασε γύρω στο 17% στις πρόσφατες εκλογές του 2014. Η υποσχεσιολογία για το «Κουβέιτ της Βαλκανικής» δίνει και παίρνει, όσον αφορά στην εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων. Άλλωστε αυτή η υπόσχεση είναι κοινή για όλες τις ηγεσίες σχεδόν της Βαλκανικής που μιλούν για τη δημιουργία στο εσωτερικό τους «ενεργειακών κόμβων» ως placebo για την επίλυση του ζητήματος της φτώχειας που αυξάνεται επικίνδυνα. Ενδεικτικά, σύμφωνα με τη UNICEF ήδη από το 2012, το 20% των παιδιών ζούσαν κάτω από το όριο της φτώχειας, το 65% των παιδιών από φτωχές οικογένειες ζει σε χωριό και το 47% δεν έχει δικό του κρεβάτι. Το 1/5 των παιδιών προσχολικής ηλικίας ζει σε σπίτια ή διαμερίσματα, στα οποία δεν υπάρχει θέρμανση τους κρύους μήνες. Ποσοστό περίπου 50% των παιδιών ζει σε οικογένειες που καθυστερούν την πληρωμή του ενοικίου του σπιτιού και το 83% σε οικογένειες που δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σε ξαφνικά έξοδα. Το 68% των γονέων με παιδιά προσχολικής ηλικίας (κάτω των έξι ετών) που λαμβάνουν κοινωνικό βοήθημα δηλώνουν ότι δεν έχουν αρκετά χρήματα για φαγητό και το 30% των παιδιών τους ανέφερε ότι εκεί όπου ζουν δεν υπάρχει παιδίατρος. Η ανεργία στους νέους πέρσι βρέθηκε στο ποσοστό του 50% σύμφωνα με τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας (συνολικά 18%) ενώ οι παρατάξεις στο κοινοβούλιο διασταυρώνουν τα πυρά τους για το ποσοστό των κροατών που μεταναστεύουν κυρίως για τη Γερμανία, ποσοστό που υπολογίζεται από 60-100.000.
Μαυροβούνιο:
«Η απόφαση ανεξαρτητοποίησης του Μαυροβουνίου έκανε την περιοχή μας πιο ελεύθερη, πιο σταθερή και πιο ασφαλή». Σαλί Μπερίσα, π. Πρωθυπουργός της Αλβανίας, 2006
«Θα πρέπει να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να λάβουμε πρόσκληση ένταξης στο ΝΑΤΟ» Πρωτοχρονιάτικο διάγγελμα του πρωθυπουργού του Μαυροβουνίου Φιλίπ Βουγιάνοβιτς, το 2015
Με ταγμένη ηγεσία ενάντια στο ρωσικό κίνδυνο, το Μαυροβούνιο των 700.000 κατοίκων, το αποκαλούμενο ως «Σολανία» από το όνομα του περιβόητου επιτρόπου της ΕΕ Χαβιέ Σολάνα, το 2006 έγινε «ανεξάρτητο» κράτος μετά από ένα δημοψήφισμα με οριακό αποτέλεσμα (μόλις 0,4% η διαφορά). Ο Μίλο Τζουγκάνοβιτς, ηγέτης –τότε- του σερβικού Μαυροβουνίου ήταν αυτός ο οποίος υποστήριξε την επέμβαση του 1999. Μετά την ανεξαρτησία έγινε μέλος του ΟΑΣΕ, του ΟΗΕ, του Συμβουλίου της Ευρώπης και του ΝΑΤΟϊκού προγράμματος «Συνεταιρισμός για την Ειρήνη» με τη σύμπραξη ΗΠΑ και Γερμανίας. Από το 2009 έχει κάνει αίτηση τόσο στον ΠΟΕ όσο και στην ΕΕ προκειμένου να γίνει μέλος τους. Ταυτοχρόνως ως αντισερβικός παράγοντας, παρ’ όλη τη σερβική καταγωγή των κατοίκων του, σύναψε φιλικές σχέσεις τόσο με το Κόσοβο το οποίο και αναγνώρισε ως ανεξάρτητο, όσο και με την Αλβανία. Οι καλές σχέσεις με βάση τον αντισερβικό συνασπισμό συνεχίζονται αφού ήδη φέτος στη συνάντηση των προέδρων των δυο χωρών Μαυροβουνίου-Αλβανίας υπογράμμισαν τις σχέσεις τους στους τομείς της οικονομίας και των υποδομών. Πρόκειται κυρίως για τα δύο μεγάλα περιφερειακά έργα, τον Αγωγό Φυσικού Αερίου Αδριατικής - Ιονίου και τον αυτοκινητόδρομο Αδριατικής – Ιονίου.
Το Μαυροβούνιο των περίπου 600.000 κατοίκων, δεν είναι παρά ένα υπό διαπραγμάτευση οχυρό της γερμανικής ΕΕ για την κάθοδό της προς τα Βαλκάνια αλλά και ένα παράδειγμα «ειρηνικής» μετά τις βόμβες του 1999, απόσχισης και ανεξαρτητοποίησης. Με υποτυπώδη οικονομία την οποία θέτει στις προσταγές της ΕΕ και με τάσεις προσαρμογής στο στρατιωτικό δόγμα του ΝΑΤΟ, το «τουριστικό Σεν Τροπέζ των Βαλκανίων» ακολουθά τη μοίρα της μικρής χώρας-εξάρτημα. Μια νέα Κολομβία στην Αδριατική και ένας παράδεισος για Κροίσους. Όμως η φτώχεια είναι ο κανόνας αφού η ανεργία το 2005 ήταν πάνω από 27%. Το 2005, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν 3.800 δολάρια ΗΠΑ το χρόνο καθώς και περισσότερο από το 12% (με βάση στοιχεία του 2003) ζει υπό το όριο της φτώχειας. Το δε δημόσιο χρέος της φτάνει σήμερα το 54% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με ανακοίνωση του ΔΝΤ του 2013, απαιτείται μείωση του δημοσίου χρέους στο 30% του ΑΕΠ σε 10 χρόνια. Έτσι προβλέπει την ταχεία έγκριση της αύξησης του συντελεστή ΦΠΑ και συμβουλεύει τις αρχές του Μαυροβουνίου να επεκτείνουν τα φορολογικά μέτρα που υιοθετήθηκαν με πολυετή χρονικό ορίζοντα καθώς και επενδύσεις στον τουρισμό. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι το «προβληματικό» εργοστάσιο αλουμινίου στη χώρα και το οποίο αντιστοιχεί στο 5% της παραγωγικής της βάσης, του οποίου το ΔΝΤ ζητά ρευστοποίηση για τη μείωση του χρέους. Έτσι, τα περσινά επεισόδια του Φλεβάρη του 2014, στην πρωτεύουσα Ποντγκόριτσα επισκίασαν τις μεγαλοστομίες για τη μείωση της ανεργία στο 13% και τις αισιόδοξες προβλέψεις των πολιτικών για ανάκαμψη της οικονομίας. Η φτώχεια βαθαίνει και η αντίφαση της αναζήτησης ενός μηχανισμού στήριξης της οικονομίας επισύρει περεταίρω φτώχεια.
Σλοβενία:
«Είναι γνωστό ότι ο Τζέιμς Μπέικερ, ο τότε υπουργός Εξωτερικών, απείλησε στο «κατώφλι» της ανακήρυξης της ανεξαρτησίας μας, ότι οι ΗΠΑ δεν επρόκειτο ποτέ να αναγνωρίσουν το σλοβενικό κράτος… η διεθνής κοινότητα παρενέβη μόνο όταν ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Γκένσερ, ο οποίος ήταν πρόεδρος του CSCE τον καιρό εκείνο, δεν μπόρεσε να επισκεφθεί τη Σλοβενία, εξαιτίας των εναντίον της στρατιωτικών επιθέσεων. Το γεγονός ότι ήταν μάρτυρας της στρατιωτικής διαμάχης σε ευρωπαϊκό έδαφος, τα άλλαξε όλα. Αμέσως επικοινώνησε με τους συναδέλφους του, τους άλλους υπουργούς Εξωτερικών της τότε Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και άρχισαν να σχεδιάζουν τη διεθνή παρέμβαση» Μίλαν Κούτσαν, π. πρόεδρος της Σλοβενίας, 2011
Με το ένα στα τρία νοικοκυριά να αδυνατεί να καλύψει τις ανάγκες του, με το ΔΝΤ να είναι η άτυπη κυβέρνηση της χώρας, με την προσπάθεια της κυβέρνησης να εκποιήσει τις κρατικές υποδομές του κάποτε πλούσιου γιουγκοσλαβικού βορρά, η Σλοβενία ζει τα αποτελέσματα της «ευεργεσίας» της ΕΕ. Η «αναίμακτη» (μόλις πόλεμος των 10 ημερών) ανεξάρτητη Σλοβενία, που μόλις πρόσφατα έζησε κούρεμα των καταθέσεων στις τράπεζες για τη διάσωσή τους, αντιμετωπίζει όπως όλες οι χώρες που μπήκαν στην τροχιά του φιλελευθερισμού τα κρούσματα διαφθοράς. Το δημόσιο χρέος της Σλοβενίας είναι στα 31 δις ευρώ και η σκανδαλολογία είναι στα ύψη αφού η υπόθεση της πώλησης των τηλεπικοινωνιών και τραπεζών βρίσκεται αντίστοιχα με άλλες χώρες υπό τη διαπραγμάτευση με έμπειρες εταιρίες όπως η Ντόιτσε Τέλεκομ ή αμερικανικών και ουγγρικών τραπεζιτών, αντίστοιχα. Το κόστος της στέγασης αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο βάρος, για το 37% των νοικοκυριών, ένα μέτριο για το 52%, ενώ μόλις για το 12% δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα. Το μερίδιο των νοικοκυριών που εκπληρώνουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις με δυσκολία ή και μεγάλη δυσκολία, μειώθηκε κατά 3% το 2014, σε σχέση με το 2013 και διαμορφώθηκε στο 32%. Όμως, το μερίδιο, όσων δεν μπορούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς των δημόσιων επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, αυξήθηκε κατά μία ποσοστιαία μονάδα και ανήλθε στο 19%. Οι δημαγωγικές δηλώσεις μιλούν για ανάκαμψη της οικονομίας και για βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος. Η ανεργία όμως πλησιάζει στο 12%.
Μετά τη μεταπολίτευση και την ανεξαρτησία του 1991 κι ενώ είχε μια προνομιακή σχέση στις οικονομικές υποδομές της Ομοσπονδίας αναλογικά με τον μικρό πληθυσμό της κι αφού δέχτηκε οικονομικά πλήγματα από τη Σερβία η ανεργία σχεδόν τριπλασιάστηκε. Η απόφαση του κοινοβουλίου για τις ιδιωτικοποιήσεις των δημοσίων επιχειρήσεων επέφερε άμεσα την ιδιωτικοποίηση του 85% αυτών. Η Σλοβενία είναι σύμφωνα με τις παλιές εκτιμήσεις της Deutsche Bank, ένας «ενδιαφέρων» οικονομικός χώρος για άμεσες ξένες επενδύσεις. Πρώτον, η χώρα έχει μία σχετικά ανεπτυγμένη οικονομική δομή με βιομηχανική παράδοση πάνω από εκατό χρόνια. Δεύτερον, οι εργαζόμενοι είναι αρκετά καλά εκπαιδευμένοι και η τεχνολογική ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων αρκετά υψηλή. Τρίτον, οι μικροί μισθοί που κυμαίνονταν γύρω στα 3/4 των αντίστοιχων ευρωπαϊκών για συγκρίσιμες δραστηριότητες. Ακόμη πρέπει να ληφθεί υπόψη η κεντρική θέση που κατέχει η Σλοβενία στην Ευρώπη, θέση η οποία κάτω από ορισμένες συνθήκες μπορεί να επιδράσει ευνοϊκά στην οικονομική άνοδο της χώρας. Τέλος πρέπει να σημειωθεί η χαμηλή φορολόγηση εισοδημάτων καθώς και τα φορολογικά πλεονεκτήματα για τις νεοϊδρυμένες επιχειρήσεις. Παρ’ όλα αυτά η εξέγερση με αφορμή τη διαφθορά στην πόλη Μάριμπορ, πριν 3 χρόνια, όπως και σε άλλες πόλεις με το σύνθημα «είστε τελειωμένοι», δημιούργησε ένα ξεκίνημα ενός άλλου κινήματος «αγανακτισμένων» το οποίο μπορεί να μην έχει ένα συγκροτημένο πολιτικό κορμό ή πρόταγμα αλλά σηματοδοτεί την αναζήτηση μιας άλλης πολιτικής και κοινωνίας.
Ρουμανία:
«Πέρα από τη συνεργασία στον τομέα της άμυνας και του εκσυγχρονισμού των οπλικών συστημάτων, πρέπει να υιοθετηθούν κοινές διαδικασίες σε όλα τα επίπεδα, με δεδομένα τα ισχύοντα στο ΝΑΤΟ». Υπουργός άμυνας της Ρουμανίας, Μιρτσέα Ντούσα
Με βαρύ στρατιωτικό εξοπλισμό, οι ΗΠΑ, εγκαθίστανται σταδιακά στη Ρουμανία, στην κατέυθυνση περικύκλωσης της Ρωσίας από την πλευρά της Μαύρης Θάλασσας. 4 αμερικανικές βάσεις δυναμικού 3.000 στρατιωτών και δομές του ΝΑΤΟ είναι εγκατεστημένες στη Ρουμανία. Μάλιστα το 2007 αποκαλύφθηκε ότι η αεροπορική βάση στο Κογκαλνιτσεάνου χρησιμοποιήθηκε ως φυλακή για απαχθέντες από τη CIA. Εξ’ αιτίας του αμερικανικού προσανατολισμού της, η Ρουμανία, είναι ο μεγάλος ανταγωνιστής της Τουρκίας όσον αφορά την αντιμετώπιση του ρωσικού παράγοντα αλλά και για την κυριαρχία στη Μαύρη Θάλασσα. Αποτελώντας τμήμα του αντιρωσικού άξονα, το πολιτικό σύστημα μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης του Τσαουσέσκου, ζει τον εφιάλτη της διαρκούς μετανάστευσης στο εξωτερικό. Μια χώρα με σοβαρές υποδομές και φυσικό πλούτο ζει μέσα στη φτώχεια από τα εμβάσματα και τη φτηνή εργασία.
Με φοβερές ανισότητες, αφού υπολογίζεται ότι 300 άνθρωποι από το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα ελέγχουν το 25% του πλούτου της χώρας, με το 1/3 και παραπάνω από τον πληθυσμό της χώρας να ζει με την αδήλωτη εργασία. Η διαφθορά είναι θεσμός στη Ρουμανία: στο τέλος του Σεπτέμβρη για παράδειγμα, ξεκίνησε η δίκη του Β. Πόντα, του πρωθυπουργού, νέου κι αυτού, σε ηλικία, που κατηγορείται για πλαστογραφία, φοροδιαφυγή κα ξέπλυμα χρήματος μαζί με κρατικά στελέχη και οικονομικούς παράγοντες. Από το 2010 με την καθοδήγηση του ΔΝΤ ασκήθηκε μεταρρυθμιστική πολιτική η οποία είχε περιεχόμενο τις περικοπές στο 25% των μισθών του δημοσίου, χιλιάδες απολύσεις και αύξηση 5% στο ΦΠΑ όπως επίσης υποβαθμίστηκε ο τομέας της υγείας και της περίθαλψης καθότι έγιναν σοβαρές περικοπές. Το 2008 και ενώ εντάχθηκε στην ΕΕ από το 2007, αντιμετώπισε την κρίση. Στην πραγματικότητα συνεχίστηκε η οικονομία φτώχειας αφού και ο Τσαουσέσκου είχε χρεώσει τη χώρα στις δυτικές τράπεζες. Για αυτό η φτώχεια, δίπλα στην έλλειψη ελευθεριών ήταν βασικές αιτίες της εξέγερσης στη Ρουμανία. Έτσι, μετά την κατάρρευση του καθεστώτος Τσαουσέσκου, τα μεταλλαγμένα στελέχη του Κομουνιστικού κόμματος διαμοίρασαν τον πλούτο και την εξουσία. Στη Ρουμανία οι ηγετικές ομάδες, όπως όλες οι χώρες της βαλκανικής τέθηκαν σε τροχιά ένταξης στους διεθνείς μηχανισμούς της Δύσης αποκόπτοντας τη σχέση τους με την Ανατολή, βρέθηκαν στο δίλλημα της καταπολέμησης της διαφθοράς για να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις της ΕΕ. Αυτό όμως έφερε ένα τμήμα της άρχουσας τάξης προερχόμενο από τους κομουνιστές σε σύγκρουση με ένα άλλο φιλοευρωπαϊκό καθότι ήθελε να κρατήσει τα προνόμιά του και να καθοδηγεί προς ίδιον όφελος την οικονομία και τους θεσμούς. Έτσι ένα μέρος της εργατικής τάξης βρίσκεται με την «μετακομουνιστική» μερίδα αυτών που αναπολούν τον Τσαουσέσκου κι ένα άλλο με την «φιλοευρωπαϊκή» μερίδα αυτών που επιθυμούν να ανατρέψουν αυτή την κατάσταση. Σε γενικές γραμμές η οικονομία έχει ως εξής: Η ανεργία μετά τις ξένες επενδύσεις ήταν σχετικά χαμηλή όμως ολοένα και αυξάνεται προς το 8% ενώ στους νέους αγγίζει το 20%. Με μια οικονομία που στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στα ορυχεία, στη Ρουμανία το 1995 ανακοινώθηκε η ιδιωτικοποίηση χιλιάδων επιχειρήσεων κι έτσι πρώην μέλη του ΚΚ βρέθηκαν με περιουσίες. Η μετανάστευση είναι σε μεγάλα ποσοστά αφού η δεύτερη πόλη σε πληθυσμό με ρουμάνους είναι η Μαδρίτη με 600.000 μετανάστες. Συνολικά έχουν μεταναστεύσει 5.000.000 ρουμάνοι με συνολικό πληθυσμό στα 20.000.000. Έτσι μεγάλες ανισότητες υπάρχουν στη χώρα αφού από τη μια υπάρχει μια ανάπτυξη τύπου Ελλάδας πριν την κρίση (υπηρεσίες, νέες τεχνολογίες, κατασκευαστικός τομέας κλπ) κι από την άλλη στην περιφέρεια ο κόσμος ζει σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας. Λόγω της γεωγραφικής της θέσης μπορεί να είναι ένας ενεργειακός κόμβος. Είναι μετά τη Βουλγαρία, η επόμενη χώρα στην κατάταξη της φτώχειας (40%) ενώ είναι μετά την Ελλάδα σε κατώτατο μισθό (ο μέσος μισθός είναι 380 ευρώ) και πρώτη στην Ευρώπη σε φτώχεια στους νέους κάτω των 18 ετών. Η κοινότητα όμως που υποφέρει ιδιαίτερα είναι αυτή των τσιγγάνων που αποτελούν περίπου το 10% του συνολικού πληθυσμού. Αυτοί και ιδιαίτερα σε αυτή τη χώρα βιώνουν τον πιο έντονο αποκλεισμό και ρατσισμό εκ μέρους του πολιτικού συστήματος.
Η Ρουμανία αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα από τις τάσεις απόσχισης της ουγγρικής μειονότητας της Τρανσυλβανίας. Οι 1,5 έως 2.000.000 ούγγροι που ζουν στα σύνορα με την Ουγγαρία με δικό τους κόμμα και οργάνωση διεκδικούν αυτονομία από το ρουμανικό κράτος ακολουθώντας τις εθνικές εντάσεις μεταξύ των δυο χωρών. Ήδη ο πρώτος πρωθυπουργός της μεταπολιτευτικής Ουγγαρίας συμπεριλάμβανε στους λόγους του τις μειονότητες που υπάρχουν στα γύρω κράτη. Έτσι η Ρουμανία είναι εναντίον της απόσχισης του Κοσόβου ακριβώς για αυτόν τον λόγο αν και τον τελευταίο καιρό λόγω της αμερικανικής εξάρτησης έχει αρχίσει και αναθεωρεί αυτή την άποψη. Στο έδαφός της λειτουργεί και το κόμμα «Μεγάλη Ρουμανία» ως ιδεολογικής συνέχειας του βασιλιά Αντωνέσκου και της φασιστικής λεγεώνας του μεσοπολέμου και της κατοχής με ρατσιστικές, αντισημιτικές και εθνικιστικές απόψεις που δημιουργήθηκε το 1991, αλλά την περίοδο αυτή βρίσκεται σε κάθοδο λόγω της οικονομικής ανάπτυξης.
Τσιγγάνοι-Γύφτοι-Ρομά:
«Δεν έχω τόπο δεν έχω ελπίδα, δεν θα με χάσει καμιά πατρίδα…» από «το τραγούδι των γύφτων»
Είναι ένας λαός χωρίς χώρα, χωρίς επίσημη ιστορία, διαμελισμένος, χωρίς πατρίδα, χωρίς αναγνωρισμένα δικαιώματα. Ζουν στο περιθώριο των βαλκανικών χωρών, διωγμένοι διαρκώς και κοινωνικά αποκλεισμένοι. Με γλώσσα χωρίς γραφή, με μια τάση νομαδική, με μια άρνηση να δημιουργήσουν πολιτικούς σχηματισμούς, με οργάνωση φυλετική σε ένα μεγάλο βαθμό, με απόλυτη προσήλωση στην ενδογαμία, αποτελούν μυστήριο. Είναι συνήθως τα πρώτα θύματα διακρίσεων και ρατσισμού. Μιλούν συνήθως ως δεύτερη, τη γλώσσα της χώρας στην οποία βρίσκονται και ασπάζονται πλευρές των κυρίαρχων θρησκειών. Σε όλη την Ευρώπη ζουν από 6 ως 10 εκατομμύρια Ρομά. Ο πληθυσμός τους σε όλα τα Βαλκάνια κυμαίνεται από 2,5 ως 4 εκατομμύρια, ανάλογα με τις εκτιμήσεις. Είναι δε κατανεμημένος ως εξής (εκτίμηση): Ρουμανία: 800.000 – 1,5 εκατομμύριο, Τουρκία: 600.000 – 800.000, Βουλγαρία: 400.000-500.000, Ελλάδα: 300.000, Σερβία: 200.000 – 300.000, Αλβανία: 150.000, ΠΓΔΜ: 100.000-120.000, Βοσνία: 50.000 – 100.000, Κροατία: 50.000, Κόσοβο: 40.000.
Η κατάσταση με τους τσιγγάνους είναι σε όλες τις χώρες τραγική. Ένας λαός που κάποτε είχε στα χέρια του τέχνες πολύ σημαντικές (μουσικοί, σιδηρουργία, χαλκουργία κλπ), σήμερα, ζει με δουλειές του ποδαριού (ανακύκλωση, πλανόδιο εμπόριο, χειροτεχνικές κατασκευές κλπ) ή συνήθως καταφεύγει σε παράνομες δραστηριότητες (ναρκωτικά, κλοπές κλπ) και στην επαιτεία. Ζουν συνήθως σε προσωρινούς ή ημι-μόνιμους καταυλισμούς χωρίς στοιχειώδη μέτρα υγιεινής και διαρκώς είναι διωγμένοι. Είναι οι πλέον φτωχοί, οι πλέον εξαθλιωμένοι και ζουν χωρίς θέρμανση, χωρίς δίκτυο ύδρευσης, χωρίς παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, χωρίς εκπαίδευση, χωρίς πρόσβαση στις δομές υγείας και περίθαλψης. Είναι τα πιο μεγαλύτερα θύματα της φτώχειας και του φασισμού αφού οι ίδιοι διαρκώς και σε όλες τις χώρες στα Βαλκάνια αποτελούν τον πιο εύκολο στόχο. Σε όλες τις χώρες έχουν δημιουργήσει οργανώσεις και κάποια κόμματα ενώ κάποιες υποτυπώδεις διεθνείς διοργανώσεις για συναντήσεις είναι ευκαιρία για κομπορρημοσύνες διαφόρων παραγόντων του πολιτικού συστήματος.
Ο ανταγωνισμός των δυνάμεων για τα Βαλκάνια
«Ποιος απ’ τους προστάτες θα μας προστατέψει, ποιος;» από το «Λαός Προστάτης» του Θ. Μπακαλάκου
Οι ΗΠΑ, με στόχο την περικύκλωση της Ρωσίας και την υπονόμευση των σχέσεών της με την ΕΕ αλλά και με στόχους μετατροπής των χωρών της Βαλκανικής σε στρατηγικούς συμμάχους στις περιοχές των οποίων θα στήσει και τα αντίστοιχα προγεφυρώματα ή οχυρά, έχει αποδυθεί σε ένα παιχνίδι νομής ρόλων. Αρχικά και ύστερα από μια περίοδο «αποχής», μετά την κρίση της το 2007, έδειξε τον αποσταθεροποιητικό της ρόλο στη Λιβύη, στη συνέχεια στη Συρία και στην Ουκρανία ως επιστέγασμα. Με αποκορύφωμα την ικανοποίηση των στόχων της στο ουκρανικό ζήτημα που το κατέστησε από περιφερειακό σε παγκόσμιο αναγκάζοντας την ΕΕ και ιδιαίτερα τη Γερμανία να καταστεί επίσημος συνομιλητής με τους ναζί για την αποδόμηση της προηγούμενης κυβέρνησης και καταστρέφοντας τη σχέση Ρωσίας και ΕΕ, έχει περάσει σε ένα σχέδιο ασφυκτικής περικύκλωσης της Ρωσίας: Βουλγαρία και Ρουμανία από την πλευρά της Βαλκανικής είναι χώροι δημιουργίας στρατιωτικών βάσεων και διοικήσεων από πλευράς ΝΑΤΟ. Έτσι, οχυρώνεται εγκαινιάζοντας χώρους εποπτείας τόσο στην πλευρά της Ρωσίας όσο και προς την πλευρά της Μέσης Ανατολής. Στην ίδια πλεύση το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ, αναγνωρίζουν τόσο το Κόσσοβο όσο και η πλειοψηφία μελών του το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας» ενώ στην ίδια ρότα η ΕΕ και με το ΔΝΤ εποπτεύουν τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις, επενδύοντας παράλληλα στον αλβανικό εθνικισμό στα δυτικά της χώρας. Για τη δημιουργία χρήσιμων κυβερνήσεων έχουν επενδύσει στην εκπαίδευση στελεχών με το πρόσχημα της αναβάθμισης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για την ανάπτυξη. Στο Μαυροβούνιο, ο Τζουγκάνοβιτς έχει ιδρύσει πανεπιστήμιο ιδιωτικό για τα κατάρτιση των στελεχών της κυβέρνησής του καθώς και για τη στελέχωση του δημοσίου τομέα. Αντίστοιχα το ίδρυμα Σόρος στην Αλβανία αλλά και σε άλλες χώρες όπως στην πΓΔΜ ή στη Βουλγαρία, δίκτυα εκπαίδευσης ή δομές της περιβόητης «κοινωνίας των πολιτών» προετοιμάζουν στελέχη που θα αναπαράγουν την αμερικανική πολιτική. Οι ΗΠΑ είναι η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στον κόσμο και επιβάλει τις επιλογές της δια της απειλής και της στρατιωτικής προσάρτησης χωρών μέσω του ΝΑΤΟ για προστασία και επιστασία.
Μέσα από διπλωματικές κινήσεις κατάφερε να ακυρώσει στην ουσία την εγκατάσταση του ρωσικού αγωγού ο οποίος προοριζόταν για τις χώρες της ΕΕ ακυρώνοντας και τις προσυμφωνημένες διαδικασίες μεταξύ Τουρκίας-Ελλάδας-πΓΔΜ-Σερβίας-Ουγγαρίας. Από την άλλη η ΕΕ μέσω της Γερμανίας-Γαλλίας έκαναν ό,τι μπόρεσαν για τη βελτίωση της κατάστασης στο ουκρανικό ζήτημα με στόχο την επαναπροσέγγισης ΕΕ-Ρωσίας αλλά με ελάχιστα αποτελέσματα μέχρι στιγμής –αν και παρατηρείται μια κινητικότητα σήμερα που απολήγει σε στρατιωτική δράση με στόχο την προσέγγιση Ρωσίας-ΗΠΑ. Παρ’ όλες τις πολύ σοβαρές πρόσφατες αγροτικές κινητοποιήσεις γερμανών, γάλλων και βέλγων αγροτών σχετικά και με τις κυρώσεις προς τη Ρωσία, κυρώσεις οι οποίες τους έχουν καταστρέψει οικονομικά, αυτές παραμένουν προς το παρόν. Παρ’ όλες τις διεθνείς πρωτοβουλίες όπως των συμφωνιών του Μινσκ, παρ’ όλες τις κινήσεις απελπισίας όπως της γερμανικής ρητορείας περί ενός πλήρους ευρωστρατού, σε γενικές γραμμές, η ΕΕ έχει γίνει ουρά της Αμερικής και είναι ο βασικός χρηματοδότης των φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων στα Βαλκάνια αν εξαιρέσουμε τον συνεργατικό και ταυτοχρόνως αποσταθεροποιητικό ρόλο του ΔΝΤ που ελέγχεται άμεσα από τις ΗΠΑ. Απέναντι σε αυτή την παρέμβαση, η γηραιά Ευρώπη βλέπει με αρνητικό τρόπο τις τάσεις απόσχισης στο βαθμό που ενισχύονται από τις διαθέσεις των ΗΠΑ να έχουν τον πρώτο λόγο στην Ευρώπη και καθότι διαβλέπουν σοβαρά προβλήματα ελέγχου από αναθεωρήσεις στον ίδιο τον πυρήνα της ΕΕ. Η περίπτωση της Ισπανίας αλλά και άλλων ευρωπαϊκών «επαρχιών» είναι χαρακτηριστικές. Μόνο οι ούγγροι για παράδειγμα έχουν μειονότητες σε πέντε όμορες χώρες και σήμερα μιλούν για αναθεώρηση της συμφωνίας Τριανόν του 1920.
Η κοσμογονία στα Βαλκάνια που ξεκίνησε με την Γερμανία να έχει τον προεξάρχοντα ρόλο στις αποσχίσεις της Σλοβενίας και της Κροατίας δίνοντας ακόμα και τον οπλισμό της Ανατολικής Γερμανίας στους σχηματισμούς με τους οποίους ήταν σε επαφές, σταμάτησε όταν η Αμερική προσεταιρίστηκε τον Μιλόσεβιτς της Σερβίας κάνοντάς τον πολιτικό σύμμαχο κι αργότερα, εμμέσως, στρατιωτικό σύμμαχο. Η «αποστασία» του Μιλόσεβιτς, με το να μην ενεργοποιηθεί για τα ζητήματα των σέρβων της Κροατίας και της Βοσνίας, έδωσε χώρο στην Αμερική αλλά και τα απαραίτητα προσχήματα για να επέμβει τόσο για την τριχοτόμηση της Βοσνίας όσο και για το διωγμό και την εθνοκάθαρση των σέρβων της Κροατίας. Από την άλλη, όταν αποδυναμώθηκε η θέση του και η υπήρξε η επαναφορά του ζητήματος της ανεξαρτησίας του Κοσόβου που με την ταυτόχρονη αντανακλαστική στρατιωτική επέμβαση της Σερβίας, κατέστησε τον Μιλόσεβιτς από «συνετό πολιτικό» σε «χασάπη των Βαλκανίων». Έτσι από το 1993 και τις συμφωνίες Βανς-Όουεν κι αργότερα με τη συμφωνία του Νταίητον του 1995 έγινε ο κύριος στρατιωτικός και πολιτικός ρυθμιστής, με τη ΕΕ-Γερμανία ακόλουθο-χρηματοδότη στην προσπάθειά της να συνεχίσει την κάθοδό της προς τα Βαλκάνια, διαμέσου αυτής της οδού. Από τη διαδικασία διαμελισμού των Βαλκανίων σε μικρές και ανεξάρτητες χώρες, με τάσεις που αποβλέπουν στην ΕΕ την πολιτική τους ένταξη παραγνωρίζεται ότι αυτή προϋποθέτει διαδικασίες απόλυτης φιλελευθεροποίησης με ανυπολόγιστες συνέπειες προς τα λαϊκά στρώματα ενώ είναι αυτές, οι διαδικασίες, οι οποίες ώθησαν και ενίσχυσαν τις αποσχιστικές τάσεις μέσα στις ίδιες τις χώρες των Βαλκανίων. Εδώ είναι και η μεγαλειώδης αντίφαση που υπεισέρχονται οι βαλκανικοί εθνικισμοί σε αυτήν τη φάση.
Από την άλλη η Ρωσία ως μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας αντιδρά στις αναθεωρητικές τάσεις που ενισχύονται από τις ΗΠΑ. Ως ηγεμονική δύναμη υποστηρίζεται από αντιπολιτεύσεις στα Βαλκάνια ενώ με τη μέθοδο της σκληρής διπλωματίας και της επίδειξης του ισχυρού της στρατού συνεχίζει να επενδύει διασαλεύοντας όσο μπορεί την «αμερικανική ειρήνη». Η θέση της έχει γίνει πιο δύσκολη παρ’ όλες τις προσπάθειες της Γερμανίας -και της Γαλλίας δευτερευόντως- αφού έχει αποκλειστεί κι από τους παραδοσιακούς της συμμάχους (Σερβία, Βουλγαρία, Ελλάδα). Η κάθοδός της όμως προς το μεσανατολικό και μια πιθανή αλλαγή στο ουκρανικό ζήτημα με τη συνδρομή του σκληρού πυρήνα της ΕΕ πιθανόν να ωθήσει και το βαλκανικό ζήτημα σε νέες δίνες.
Ο ρόλος του ΟΗΕ στα Βαλκάνια δεν είναι παρά ο ρόλος καταπατητή των ψηφισμάτων του που αποτρέπουν τις αποσχιστικές τάσεις, με βάση την υποστήριξη της πλειοψηφίας των μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας. Έτσι και στην περίπτωση της ανεξαρτησίας του Κοσσόβου ακολουθεί την τακτική της καταπάτησης των ψηφισμάτων του. Οι διαμεσολαβητές ακολουθούν την πεπατημένη οδό για το κυπριακό ή για το παλαιστινιακό, των πολλών ψηφισμάτων που καταδικάζουν την εισβολή, την κατοχή και τον εποικισμό, όπου ναι μεν καταδικάζουν τις επεμβάσεις αλλά αναγνωρίζουν τον επεμβαίνοντα ως νόμιμο και ισότιμο παράγοντα για την «οικοδόμηση μέτρων εμπιστοσύνης» και «επαναπροσέγγισης». Έτσι καταπατώντας το ψήφισμα 1244/1999 προώθησαν και προωθούν τη λύση της ανεξαρτητοποίησης του Κοσόβου σε αντίθεση βεβαίως με τη Ρωσία. Στα πλαίσια της φετινής συνόδου του Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου, χαρακτηριστικό γεγονός ήταν η συζήτηση που προκάλεσε ο Ομπάμα καλώντας τις χώρες μέλη, μεταξύ αυτών το «Κόσοβο» και τη «δημοκρατία της Μακεδονίας» παρά τις αναμενόμενες αντιδράσεις Σερβίας και Ελλάδας.
Από την άλλη, η Τουρκία, με στρατηγικό σύμμαχο τις ΗΠΑ στα Βαλκάνια, διεισδύει, συνεχίζοντας την πολιτική που ξεκίνησε με την κατάρρευση των καθεστώτων. Με συμμαχίες τακτικού τύπου ενισχύει το ισλαμικό στοιχείο ενώ από την άλλη αυξάνει τις προκλητικές διαθέσεις της απέναντι της ανίσχυρης, σήμερα, Ελλάδας. Έχοντας δημιουργήσει, από την περίοδο Νετσμεντίν Ερμπακάν του ’90 και με αποκορύφωμα την περίοδο Αμπτουλάχ Γκιουλ του 2000, ένα αριθμητικά αξιόλογο δίκτυο θρησκευτικών σχολείων, ίδρυση Τραπεζών, εμπορικές συναλλαγές για φθηνά προϊόντα και με στρατιωτική βοήθεια προς τις χώρες που έχουν το μουσουλμανικό στοιχείο (Αλβανία, Βοσνία, πΓΔΜ, Κόσοβο) αποκτά μια επιρροή που ανταποκρίνεται στη σύνθεση ισλαμικού και κεμαλικού παράγοντα. Οι τουρκομουσουλμανικές μειονότητες από την άλλη, της ελλαδικής Θράκης και της Βουλγαρίας οι οποίες έχουν καταπιεστεί, είναι ένα εφόδιο στο να δημιουργεί αποσταθεροποίησεις στο βαθμό που δεν ενοχλεί τις στρατηγικές επιδιώξεις των ΗΠΑ και διατηρεί τις ενταξιακές διαδικασίες στην ΕΕ, με το ΑΚΡ του Ερντογάν να είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (στο οποίο είναι η ΝΔ και ο κυπριακός ΔΗΣΥ). Από την περίοδο της διάλυσης της ΕΣΣΔ, η Τουρκία, όταν έχασε το ρόλο της επένδυσε τόσο στα πρώην σοβιετικά τουρκογενή κράτη της Μαύρης Θάλασσας και του Καυκάσου όσο και στις βαλκανικές καταρρέουσες πρώην «λαϊκές δημοκρατίες» διαμέσου του μουσουλμανικού στοιχείου τους ενισχύοντας τόσο τη δική της επιρροή όσο και σε συνέργεια με τις επιλογές των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ.
Τέλος, αυτήν την περίοδο το ΙΚΙΛ επίσης επενδύει σε ένα βαθμό στα Βαλκάνια στα υπάρχοντα μουσουλμανικά δίκτυα που έχουν οι χώρες. Είτε για λόγους πίστης είτε για λόγους εξεύρεσης εργασίας, πολλοί μουσουλμάνοι από τα Βαλκάνια στρατεύονται στην υπόθεση επέκτασης του ΙΚΙΛ κι αυτός αποτελεί έναν επιπρόσθετο λόγο παρέμβασης από πλευράς της Δύσης για «την πάταξη της τρομοκρατίας», δίπλα στους λόγους για τη «διαφθορά» και την «εγκληματικότητα». Η διπλοπρόσωπη στάση που κρατά η Δύση σε σχέση με την ανάπτυξή του, τον οποίο αφήνει να διογκώνεται προκειμένου να συνεχίζει την ευνοϊκή αποσταθεροποίηση σε θέσεις που έχασε την περίοδο 2003-2007, αδυνατεί να εμποδίσει τις προσβάσεις του στο βαλκανικό Ισλάμ. Από την άλλη, οι πρόσφατοι ρωσικοί βομβαρδισμοί προκειμένου να πλήξουν την κατασκευασμένη από τη CIA μεταπολίτευση κι όχι το ΙΚ δείχνει ότι στη Συρία η επέλαση του ΙΚ χρησιμοποιείται ως πεδίο σύγκρουσης μνηστήρων της Μέσης Ανατολής. Είναι χαρακτηριστικό, ότι στο όνομα της καταπολέμησης του ΙΚΙΛ χτυπιούνται στόχοι που αφορούν τον ανταγωνισμό δυνάμεων. Έτσι το Ισλάμ από την μεταπολεμική περίοδο που μέχρι και τη δεκαετία του ‘90 είχε εξελιχθεί σε κοσμικό, ριζοσπαστικοποιείται ραγδαία διαλύοντας και τις όποιες ψευδαισθήσεις μιας εξέλιξης στο πλαίσιο των πολυπολιτισμικών κοινωνιών της ΕΕ και της περιβόητης «διεθνούς κοινότητας».
Το προσφυγικό δράμα
«Μέχρι τώρα σχεδόν τους φυλακίζουμε στα κέντρα υποδοχής. Τι αποτέλεσμα περιμένουμε να έχουμε; Τροφοδοτούμε διαμάχες και βανδαλισμούς… Τα επόμενα 20 χρόνια χρειαζόμαστε πολύ περισσότερο εργατικό δυναμικό από αυτό που μπορεί να παράξει η χώρα» Ίνγκο Κράμερ, πρόεδρος του γερμανικού συνδέσμου εργοδοτών
Ένα τραγικό-«μαύρο» ανέκδοτο στο μέλλον θα αναφέρεται στο απίθανο γεγονός που οι πρόσφυγες θα κουβαλούσαν μαζί τους φυσικό αέριο, τα σύνορα μέχρι την Κεντρική Ευρώπη θα άνοιγαν και στην πράξη θα λειτουργούσε ο ακυρωμένος ρωσικός αγωγός tourkish stream. Πράγματι, οι πρόσφυγες ακολουθούν σταθερά, αν και διαρκώς αλλάζουν διαδρομές, την πορεία του προγραμματισμένου διαδρόμου Τουρκίας-Ελλάδας-πΓΔΜ-Σερβίας-Ουγγαρίας. Ένας ανυπολόγιστος αριθμός κάποιων εκατοντάδων χιλιάδων σύρων προσφύγων, Ασιατών και Αφρικανών, περιμένουν καθημερινά στα παράλια της Τουρκίας με άμεσο προορισμό την Ελλάδα και τελικό προορισμό την ανεπτυγμένη Δύση. Ένας επίσης ανυπολόγιστος αριθμός κάποιων εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων θα βρεθεί μέσα στο χειμώνα του 2015-2016 στα Βαλκάνια. Οι άνθρωποι που μπορούν να εκποιήσουν τις περιουσίες τους σε αετονύχηδες και σε δουλεμπόρους οι οποίοι δημιουργούν ένα ανατριχιαστικό πρωτογενές πλεόνασμα αυτήν την εποχή στη Συρία, στην Τουρκία αλλά και στην Κεντρική Ασία ή στην Αφρική, βρίσκονται κάτω από τις ανατριχιαστικές αποφάσεις χωρών που αποφασίζουν να κλείσουν τα σύνορα με στρατιωτική παρουσία, αποφάσεις που όλο και πληθαίνουν. Για τις αποφάσεις αυτές είναι υπεύθυνη η δυτική αποικιοκρατία και οι τοπικές ηγεμονίες Τουρκία-Ισραήλ. Έτσι ο σκληρός πυρήνας εκπονεί λύσεις είτε για απορροφήσεις μικρού αριθμού προσφύγων-με εξαίρεση τη Γερμανία η οποία στοχεύει στην απορρόφηση πολλών για την υποδούλωσή τους στις Ειδικές Οικονομικές Ζώνες καθώς και στη χρήση ενός τμήματος ως εξειδικευμένου προσωπικού. Εξ άλλου, τα Βαλκάνια και ιδιαίτερα η Ελλάδα λειτουργούν ως ένα ανατριχιαστικό φίλτρο για την προώθηση «υψηλών προδιαγραφών» προσφύγων προς την κεντρική Ευρώπη και την παραμονή σε αυτά, προσφύγων και μεταναστών «χαμηλής υποστάθμης» όπως υπονοούν με τον «αντιρατσιστικό» τους ρατσισμό οι ευρωπαίοι ιθύνοντες. Επίσης στις χώρες του σκληρού πυρήνα της ΕΕ καταργούνται διατάξεις του κοινωνικού κράτους που αφορούν παροχές και φτάνουν σε απάνθρωπες κανονιστικές διατάξεις όπως στη Μ. Βρετανία που ποινικοποιείται η «παράνομη» εργασία και διαμονή.
Το γεγονός ότι δεν πρόκειται για μετανάστες αλλά κυρίως για πρόσφυγες που έχουν πολύ συγκεκριμένο προορισμό είναι ένα γεγονός που αναχαιτίζει την όποια προσπάθεια επικοινωνίας η οποία μπορεί να φτάσει μέχρι το σημείο μιας στοιχειώδους ανθρωπιστικής αλληλεγγύης για πρωταρχικές ανάγκες. Ακόμα και οι λίγοι σταθεροί κινηματικοί χώροι φιλοξενίας λειτουργούν ως προσωρινοί χώροι των προσφύγων. Η σκληρή πραγματικότητα όμως του κλεισίματος των συνόρων ωθεί αυτό το πλήθος να εδαφικοποιείται de facto κι ίσως de jure, χωρίς τη θέλησή του. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό αυτήν την αντιφατική εποχή να συγκεκριμενοποιηθούν αντιφατικά αιτήματα που θα καλύψουν τις κινητοποιήσεις αλληλεγγύης όπως αυτά: του ανοίγματος των συνόρων αλλά και της δωρεάν αερομεταφοράς τους στις χώρες προορισμού οι οποίες ζητούν εργάτες, της αποζημίωσης για έργα υποδομής στις χώρες προέλευσης για τις μακρόχρονες αποικιοκρατικές εφαρμογές, της απεμπλοκής τους από στρατιωτικές επιχειρήσεις και της δωρεάν αερομεταφοράς για όσους επιθυμούν να επιστρέψουν. Από την άλλη να ετοιμαστούμε για τη σύσφιξη σχέσεων με το πλήθος των προσφύγων που θα εγκλωβιστεί αναγκαστικά στα σύνορα των Βαλκανίων, για τα πολιτικά, εργασιακά και κοινωνικά του δικαιώματα και για τις ριζικές του ανάγκες και να αγωνιστούμε μαζί στη χώρα που θα ζήσουμε μαζί. Ουδέν μονιμότερον του προσωρινού. Είμαστ’ όλοι ντόπιοι.
Κυρίως όμως πρέπει να καταγγείλουμε αυτόν τον άδικο πόλεμο, αυτούς που τον προκαλούν, αυτούς που τον επιτρέπουν και συγκεκριμένα οι χώρες των Βαλκανίων που είναι στοιχισμένες στα προστάγματα του ΝΑΤΟ και της ΕΕ δίπλα στην ανάδειξη της κουρδικής αυτονομίας ως προτύπου κοινωνικής οργάνωσης και ασφάλειας στην περιοχή.
Η άνοδος του εθνικισμού-αλυτρωτισμού
«Ξέρεις, τα σπίτια πεισματώνουν εύκολα, σαν τα γυμνώσεις» Γιώργος Σεφέρης
Η άνοδος του εθνικισμού εμφανίστηκε ως ο αγώνας για την απελευθέρωση εθνικών εδαφών σε συνδυασμό ενίοτε με μια μισαλλόδοξη αντίληψη για τη θρησκευτική πίστη, η οποία σε όλες τις χώρες αυτές περιορίστηκε ή διώχθηκε επίσημα όπως π.χ. στην Αλβανία. Από τις πρώτη κιόλας περίοδο σχηματίστηκαν παρατάξεις που αντλούσαν από το παρελθόν των βαλκανικών πολέμων και του ανταγωνισμού, όλων εναντίον όλων, για εθνικούς και θρησκευτικούς λόγους. Ο μεγαλοϊδεατισμός βασισμένος ταυτοχρόνως σε πραγματικά γεγονότα αλλά και σε παραμορφωτικούς εθνικοθρησκευτικούς καθρέφτες, λειτούργησε σε κάθε χώρα διαφορετικά, είτε με συμμαχίες είτε με ανταγωνισμούς. Τα καθεστώτα τα οποία κατέρρευσαν ήταν υπεύθυνα παρ’ όλο που οι καταστατικές τους διακηρύξεις ήταν βασισμένες στην ιστορική αντίσταση κατά του ναζισμού και του φασισμού: 1)Οι νέες συνοχές της «ταξικής πάλης», της «οικοδόμησης του σοσιαλισμού», του «παραγωγικού ζενίθ», που υποχρεωτικά άλεσαν κι άπλωσαν σε έναν ενιαίο καμβά, εθνικές και θρησκευτικές διαφορές, επέφεραν το αντίθετο από το στόχο της καταπολέμησης των διαφορών. Στις ξεχωριστές χώρες, δημιούργησαν έναν ανθρωπολογικό τύπο που από τη μια εκφραζόταν διαφορετικά στον οικείο του χώρο, με φόβο για την Υπηρεσία Ασφάλειας των καθεστώτων κι από την άλλη υποχρεωτικά εκφραζόταν με τους κανόνες που επέβαλε η εξουσία. Έτσι, η έλλειψη ελευθερίας της εθνικής και θρησκευτικής ιδιαιτερότητας η οποία αν εκδηλωνόταν είχε πολύ αρνητικές συνέπειες λόγω της σύνδεσής της με ιστορικές «αντιδραστικές» και «μοναρχοφασιστικές» αντιλήψεις, διάνοιξε περισσότερο το χάσμα των εθνικών και θρησκευτικών διαφορών οι οποίες επιβίωναν ωστόσο, ενώ ο δημόσιος διάλογος για τις διαφορές ήταν περιττός ή απαγορευμένος, λόγω της άνωθεν επιβολής αφηγήσεων. Εξ άλλου οι διεθνικές συγκατοικήσεις είχαν το πρότυπό τους ή τη «βιτρίνα» τους στις αστικές περιοχές (π.χ. Σαράγεβο Βοσνίας) όπου δόθηκε ένα ιδιαίτερο βάρος, ενώ στις επαρχίες η κατάσταση ήταν πολύ διαφορετική και πιο εθνικά συγκροτημένη. Έτσι, ιδιαιτέρως, περιοχές όπως στην Κροατία, στην Ρουμανία, στη Βουλγαρία οι οποίες συνεργάστηκαν με τους κατακτητές στον 2ο ΠΠ, μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα σχημάτισαν φασιστικά, ρατσιστικά και εθνικιστικά κόμματα και στρατούς. Όμως και στα υπόλοιπα Βαλκάνια, ο εθνικισμός ως απελευθέρωση αλύτρωτων εθνικών εδαφών έφτασε να γίνει πράξη αλλά και να γίνει κείμενο στο ίδιο το σύνταγμα χώρας ή να γίνει επίσημη αφήγηση σε σχολικά εγχειρίδια. 2)Από την άλλη, η εμφύσηση της νέας συνοχής απέναντι στον «εσωτερικό» και στον «εξωτερικό» εχθρό ενίσχυσε αυτόν τον ανθρωπολογικό τύπο με στοιχεία μιας διαρκούς εχθρότητας και αδιαλλαξίας σε σχέση με την ιδέα που οφείλει να παλέψει. Όταν τα καθεστώτα κατέρρευσαν ο ίδιος φανατισμός των 50 χρόνων μεταλαμπαδεύτηκε σε άλλες χωριστικές, αναθεωρητικές ιδέες βασισμένες στη θρησκεία και στην αφήγηση για το ξεχωριστό έθνος. 3)Τέλος, επειδή τα καθεστώτα αυτά ήταν προσωποπαγή και προϋπέθεταν ή υποχρέωναν στη λατρεία του ηγέτη, όταν εκφυλίστηκαν, οι άνθρωποι συνηθισμένοι, μεταβίβασαν σε διάφορες καρικατούρες ηγετών την εμπιστοσύνη τους. Η συνήθης κατάληξη των εθνικιστικών, ρατσιστικών ή φασιστικών ιδεών ή διάφοροι συνδυασμοί τους, δεν ήταν παρά η σταδιακή υιοθέτησή τους από το σύνολο των εθνικά αντίστοιχων παραγόντων του πολιτικού συστήματος είτε περιστασιακά και ευκαιριακά, είτε συντεταγμένα. Έτσι, οι εθνικές και οι θρησκευτικές κοινότητες, στις κοινωνίες που συγκατοικούσαν όπως στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, καταπιεσμένες όλη αυτήν την περίοδο από την υποχρεωτική ιδεολογία των παλιών καθεστώτων, όπως και οι καταπιεσμένες εθνικές μειονότητες σε άλλες χώρες, χρησιμοποιήθηκαν ως όπλο εθνικών εντάσεων.
Στην Αλβανία η επαναφορά του τσάμικου ζητήματος, των διεκδικήσεων εδαφών σε 3 χώρες μαζί με το Κόσοβο σε συνδυασμό με την απόλυτη αναθεώρηση ιστορικών ζητημάτων όπως ο εξαγνισμός των συνεργατών μπαλιστών ή η συνέχιση από την άλλη των απόψεων για την προέλευση της ελληνικής μειονότητας καθώς και μια σειρά έμμεσων διώξεων ή περιορισμού, ξεκίνησαν ήδη από την περίοδο που ο Μπερίσα ανέλαβε την εξουσία. Στη συνέχεια ολοκληρώθηκε αυτή η αντίληψη την περίοδο του Φάτος Νάνο στην εξουσία, ενώ σε διαφορετικές περιόδους οι τόνοι έπεφταν αναλόγως και ιδιαίτερα από την περίοδο του ελληνικού εκσυγχρονισμού μέχρι την κρίση. Μέσα σε αυτήν την περίοδο δημιουργήθηκε η μαγιά για την πολιτική δύναμη που ονομάστηκε «ερυθρόμαυρη συμμαχία» η οποία εκδηλώθηκε την περίοδο της ελληνικής κρίσης και πρωταγωνίστησε μέχρι και την ανάληψη, από τον Έντι Ράμα, της εξουσίας. Ο Έντι Ράμα συμπεριέλαβε όλο σχεδόν το πρόγραμμα της «ερυθρόμαυρης συμμαχίας» κάνοντάς το κυβερνητικό ενώ ο προηγούμενος πρωθυπουργός Μπερίσα υπέκυψε στην πίεση κυρίως όσον αφορά στο σχέδιο για την περιφερειακή διοίκηση διασπώντας τη μειονοτική ζώνη στη Χιμάρα ενώ συναίνεσε στην μη καταγραφή της εθνικότητας κατά την απογραφή του 2011. Μικρότεροι σχηματισμοί όπως των μπαλιστών ή των τσάμηδων επηρεάζουν τα μεγάλα κόμματα. Από την άλλη, η πτώση του καθεστώτος το 1991 προκάλεσε κάποιους τριγμούς στην ελληνική μειονότητα η οποία ίδρυσε την οργάνωση «Ομόνοια» και το ΚΕΑΔ-σήμερα λειτουργεί ως διάσπαση το μειονοτικό κόμμα MEGA. Την ίδια περίοδο διατυπώθηκαν αναθεωρητικές κραυγές με ιστορικό προηγούμενο το πρωτόκολλο της Κέρκυρας που παραχωρεί αυτονομία στη Βόρειο Ήπειρο που δεν υιοθετήθηκαν ωστόσο από το πολιτικό σύστημα της Ελλάδας αλλά από τον μητροπολίτη Κονίτσης και Δρυινούπολης (η τελευταία ανήκει εδαφικά στην Αλβανία), από τον σούπερ πατριώτη υπουργό εξωτερικών –τότε- Αντώνη Σαμαρά με τις αποσταθεροποιητικές του δηλώσεις, κάποιους ελλαδικούς συλλόγους, οργανώσεις όπως η ΜΑΒΗ που προέβη σε εισβολή, κλοπή όπλων και δολοφονία δυο αλβανών στρατιωτών του φυλακίου της Επισκοπής το 1994 καθώς και άλλους μεμονωμένους παράγοντες στην Ελλάδα. Οι έλληνες της Αλβανίας που αριθμούνται από ανεπίσημες πηγές σε 100.000-350.000 στο μεγαλύτερο μέρος τους είναι μετανάστες στην Ελλάδα. Το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα αν και κρατά μια γραμμή υπεράσπισης της μειονότητας και της ορθοδοξίας, όπως και προσφυγής στη διεθνή νομιμότητα για το ζήτημα της ελληνοαλβανικής ΑΟΖ, διατηρεί ως αντίβαρο το «εμπόλεμο» από το 1940. Η Χρυσή Αβγή είναι αυτή που κυρίως κινείται στους εν Ελλάδι εθνικιστικούς κύκλους της μειονότητας κάνοντας την εμφάνισή της τα τελευταία χρόνια τόσο στα μνημόσυνα πεσόντων του ελληνοϊταλικού πολέμου ή στο μνημόσυνο του Αριστοτέλη Γκούμα, που δολοφονήθηκε στη Χιμάρα από αλβανούς εθνικιστές, με κάποια αυξημένη επιρροή στα ελληνικά χωριά του Βούρκου της περιφέρειας των Αγίων Σαράντα.
Η σύνδεση της «ερυθρόμαυρης συμμαχίας» με το κίνημα «Αυτοδιάθεση» του Κοσόβου ήταν καταλύτης και για την προετοιμασία γεγονότων όπως στο Κουμάνοβο. Έδειξε την πρόθεσή του για συνέχεια αυτού και των παραφυάδων του που επιθυμούν να εντείνουν τις προσπάθειες για τη «Μεγάλη Αλβανία». Τα πράγματα βέβαια χρονολογούνται από το 1968 που ξεκίνησαν οι διαμρτυρίες των αλβανών, μετά το 1974 δίδεται η αυτονομία στο πλαίσιο της Ομοσπονδίας, κατόπιν το 1989 αίρεται από τον εθνικιστή Μιλόσεβιτς με τη χαρακτηριστική του ομιλία για τα 600 χρόνια από την ήττα των σέρβων στο Κοσσυφοπέδιο με τη ρήση: «κανένας Σέρβος δεν θα υποστεί ξανά εξευτελισμό σε αυτήν εδώ τη γη», δίνοντας το σύνθημα για τη μεγάλη ιδέα. Η αντίδραση των αλβανών το 1991 απέναντι στην καταστολή του εναπομείναντος γιουγκοσλαβικού στρατού σε όλα τα επίπεδα της καθημερινότητας ήταν η κήρυξη της ανεξαρτησίας και η αναγνώρισή της από το αλβανικό κράτος. Το 1996 δημιουργήθηκε ο UCK και ξεκίνησε ο πόλεμος. Από τη μια πλευρά υπήρξε η εκδίωξη πολλών από τη σερβική μειονότητα κι από την άλλη η καταστολή από πλευράς κυβέρνησης Μιλόσεβιτς. Μετά την απόρριψη εκ μέρους των σέρβων της συμφωνίας Ραμπουγιέ, οι βομβαρδισμοί από πλευράς του ΝΑΤΟ έδωσαν την ημιτελική λύση της επόμενης συμφωνίας για την απόσυρση στρατευμάτων και της αναγνώρισης του Κοσόβου ως αυτόνομης περιοχής της Σερβίας σύμφωνα με το ψήφισμα 1244 του ΟΗΕ. Από τότε και μετά ο UCK είναι ο επίσημος στρατός και λειτουργεί παραστρατιωτικά για την διείσδυση στην πΓΔΜ. Η ίδια η δομή ξεκινάει στις αλβανικές περιοχές της πΓΔΜ τον πόλεμο το 2001, με αφορμή την καταπίεση από το κράτος, πόλεμο που λήγει την ίδια χρονιά με τη συμφωνία της Οχρίδας, λίμνης που ανήκει στην Αλβανία και στην πΓΔΜ. Παρόλα αυτά και το 2007 όπως και φέτος το χειμώνα υπήρξαν συγκρούσεις μελών του εν λόγω στρατού με τις στρατιωτικές δυνάμεις της κυβέρνησης. Οι ίδιες δυνάμεις έχουν πολλές πολιτικές επιρροές και στη Νότια Σερβία όπου κατοικεί μια αξιόλογη σε αριθμό αλβανική μειονότητα που εκφράστηκε στην πάνδημη υποδοχή του Έντι Ράμα ως ηγέτη τους, μετά το ποδοσφαιρικό ματς και τη συνάντηση με τον Βούτσιτς.
Σε γενικές γραμμές ο αλβανικός εθνικισμός χρησιμοποιείται άμεσα από τις ΗΠΑ με κυρίαρχο το ζήτημα του Κόσσοβου και με στόχο το διαμελισμό των Βαλκανίων. Η «μεγάλη Αλβανία» είναι μακριά από την αμερικανική και ευρωπαϊκή στρατηγική καθότι αυτές εμποδίζουν τη δημιουργία ισχυρών κρατών που θα μπορούσαν να σταθούν επικίνδυνα για τις γεωπολιτικές ισορροπίες. Στην κίνηση αυτή η ΕΕ και ο ΟΗΕ ακολουθούν αυτήν την πολιτική προτείνοντας τα «μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης» και κρατώντας τις ίσες αποστάσεις ανάμεσα στα μέρη. Καθοριστικό ρόλο παίζει η επέκταση της φτώχειας η οποία υποδαυλίζει τους πιο καταπιεσμένους κατοίκους που είναι συνήθως οι μειονότητες ενώ ο αλυτρωτισμός που εκφράζουν είναι συνδεμένος με την απόκτηση προνομιακής σχέση με την ΕΕ η οποία απαιτεί ακόμα μεγαλύτερη φτώχεια και περικοπές.
Στην πΓΔΜ από την αρχή ξεκίνησε να χρησιμοποιείται, ως εθνικός, ο γεωγραφικός προσδιορισμός «Μακεδονία» από την έναρξη της ανεξαρτησίας της καθότι είναι σε τμήμα εδάφους της ιστορικής Μακεδονίας. Η ιστορική ΕΜΕΟ έδωσε τα αρχικά της στο κυβερνών κόμμα το οποίο επέδειξε σαφώς αλυτρωτικές τάσεις ενώ οι ακαδημίες ιστορίας και οι πολιτιστικοί οργανισμοί στοιχήθηκαν με βάση της παλιότερες σλαβικές αφηγήσεις για τη διεκδίκηση της Μακεδονίας μέχρι το Αιγαίο και τη μισή Βουλγαρία. Μικρότεροι εθνικιστικοί πολιτικοί σχηματισμοί δεν μπόρεσαν να επιβιώσουν αφού σύσσωμο το πολιτικό σύστημα ομονοεί στην ανάδειξη της χώρας ως κέντρο του «μακεδονικού ζητήματος». Έτσι τα δυο μεγάλα πολιτικά κόμματα συμφωνούν στο ζήτημα της ονομασίας και συναινούν παρά τη μεγάλη αντιπαλότητά τους στην καταπίεση της αλβανικής μειονότητας και της παραβίασης των όρων της Οχρίδας. Τον τελευταίο καιρό και μετά την σοβαρότατη πολιτική κρίση με θέματα διαφθοράς και αυταρχισμού, το σοσιαλιστικό κόμμα έχει προσεταιριστεί ευκαιριακά την αλβανική μειονότητα και φάνηκε από την κοινή παρουσία αλβανικών και επίσημων σημαιών στις διαδηλώσεις κατά του Γκρουέφσκι. Οι αναλογίες από πλευράς ελλαδικού κράτους είχαν ως αντίδραση τα συλλαλητήρια που ωστόσο οργάνωσε η τοπική αυτοδιοίκηση με το εθνικιστικό σύνθημα «η Μακεδονία είναι ελληνική» ειδικά την περίοδο των αρχών του 1990 ενώ το ζήτημα θερμαίνεται σε φάσεις που ξεκινούν οι διαπραγματεύσεις κυρίως από την πλευρά φασιστικών οργανώσεων όπως η Χρυσή Αβγή που εκδηλώνουν επεκτατικές βλέψεις. Η εποχή εκείνη διαμέσου δηλώσεων του προέδρου Σαρτζετάκη «δια έθνος ανάδελφον» όπως και τα δάκρυα του επόμενου προέδρου Καραμανλή του Ά επιδίωξαν μια πρωτόγνωρη συνοχή σε μια βαλκανική σύγκρουση από την εποχή του εμφυλίου πολέμου. Αντίστοιχα και στην περίπτωση της Δυτικής Θράκης, από ελληνικής πλευράς απέναντι στη συστηματική επέμβαση του τουρκικού προξενείου με τη χρήση σημαιών της Θράκης και του συστηματικού εκτουρκισμού του μουσουλμανικού στοιχείου των πομάκων και των τσιγγάνων, κυριαρχεί ο λόγος της Χρυσής Αβγής που δυσχεραίνει τις καταστάσεις ή η παραμέληση της μειονότητας. Η μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης είναι χώρος επισκέψεων τόσο της νέο-οθωμανικής νομενκλατούρας όσο κι εθνικιστικών κύκλων όπως του κόμματος των Γκρίζων Λύκων.
Η περίπτωση της πΓΔΜ είναι επίσης χαρακτηριστική αφού οι αμερικανοί και η ΕΕ υποστηρίζουν ένα εθνικισμό έναντι μιας χώρας που βρίσκεται στη συμμαχία τους ενώ υποδαυλίζουν, έμμεσα έναν άλλο, τον αλβανικό, μέσα στην ίδια τη χώρα που αποτελεί επιρροή τους. Τα πράγματα γίνονται πιο σύνθετα αφού από η πλευρά της Βουλγαρίας έχει αναγνωρίσει τη «Μακεδονία» διότι τη διεκδικεί από την ιστορική επιρροή της Σερβίας. Έτσι μικρές κυρίως οργανώσεις βουλγαρικές διεκδικούν κυρίως σε επετείους και ιστορικά συνέδρια τη «Μακεδονία» ενώ κατά καιρούς επεκτατικές κορώνες γίνονται αποδεκτές όπως στην περιπέτεια του 2001 όπου ο πρόεδρος της Βουλγαρίας προθυμοποιήθηκε να στείλει στρατό στην πΓΔΜ για την καταστολή της αλβανικής εξέγερσης. Από την άλλη το φιλορωσικό ΑΤΑΚΑ είναι ένα ισχυρό κόμμα το οποίο έχει μια ευρωσκεπτικιστική, αντιαμερικανική και σφόδρα αντιτουρκική πολιτική. Αποτελεί ισχυρό πόλο για την καταπίεση της τουρκικής μειονότητας που αριθμεί το 10% του συνολικού πληθυσμού της χώρας και αντιδρά στα τεμένη που χτίζονται με την επιρροή της Τουρκίας. Έχει στρατιωτική αισθητική, αντιτίθεται στην εγκατάσταση αμερικανικών βάσεων και αντιδρά στις ξένες επενδύσεις στη χώρα. Τέλος είναι ο μοναδικός παράγοντας που επαναφέρει τις τουρκικές αποζημιώσεις για τους βούλγαρους πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη που εκδιώχθηκαν το 1919. Οι 20 αρχές του κόμματος αυτού αφορούν τον εκβουλγαρισμό της κοινωνίας μέσω της εκπαίδευσης, της οικονομίας και της προώθησης της βουλγαρικής ορθόδοξης παράδοσης.
Αντίστοιχο κόμμα με το ΑΤΑΚΑ που έχει μια «ενδογενή», φιλορωσική εθνικιστική αντίληψη είναι αυτό του Βόισλαβ Σέσελι, εγκληματία πολέμου ο οποίος αντιτίθεται δυναμικά στις αποφάσεις της κυβέρνησης για συνεργασία με τις διεθνείς οργανώσεις ΝΑΤΟ, ΕΕ, κλπ. Η θεματολογία του κόμματός του βασίζεται στη διεκδίκηση σερβικών εδαφών από την Κροατία, τη Βοσνία ενώ διατείνεται ότι πρέπει να διωχθεί η αλβανική μειονότητα στο Πρέζεβο. Οι θέσεις του, τις οποίες εξέφρασε στο παρελθόν τόσο ο «αποστάτης» Νίκολιτς όσο και ο «αποστάτης» Μιλόσεβιτς, αντλούν από το παρελθόν των τσέτνικ και από τον σερβικό μεγαλοϊδεατισμό. Οι πρώτες οργανώσεις με στρατιωτικό χαρακτήρα ήταν αυτές των σέρβων στην Κροατία που βασίστηκαν στην αυτοάμυνα από τις διώξεις της κροατικής ανεξαρτησίας, συμπαρατασσόμενοι με τον ομοσπονδιακό στρατό που ήταν υπό την καθοδήγηση του ΚΚ της Σερβίας. Αργότερα αναπτύχθηκαν παντού παραστρατιωτικές ομάδες οι οποίες άλλοτε συνεργάζονταν κι άλλοτε παρέκαμπταν την επίσημη στρατιωτική αρχή. Δεκάδες οπλαρχηγοί όπως π.χ. ο Αρκάν, ανέπτυξαν ομάδες οι οποίες στην Κροατία και στη Βοσνία διαδραμάτισαν ρόλους προστασίας των σερβικών μειονοτήτων και εξαφάνισης των άλλων. Αντίστοιχα και οι Κροάτες έφτασαν στη δημιουργία ομάδων αυτοάμυνας και επίθεσης στους σέρβους. Η εθνοκάθαρση στη Σρεμπρένιτσα και στην Κράινα είναι τα δυο σύμβολα αυτών των παράλογων εθνικισμών που προωθήθηκε αυτήν την περίοδο. Αυτές οι ομάδες αποτέλεσαν το πρώτης τάξεως υλικό για τη μετέπειτα πορεία τους στην πολιτική «ομαλότητα» και στην αποδοχή της νομιμοποίησης των διεκδικήσεων. Για αυτό και ακόμα γιορτάζονται, επίσημα, στην Κροατία γεγονότα μνήμης υπέρ των συνεργατών των ναζί γεγονός που δείχνει τάσεις απορρόφησης εκ μέρους του συστήματος των ιδεολογικών γραμμών της άκρας δεξιάς. Έτσι στην επίσημη σημαία επανήλθε το περιεχόμενο του θυρεού επί κατοχής και ναζιστικής διοίκησης των Ουστάσι, ο ίδιος εθνικός ύμνος της κατοχικής περιόδου της «διοίκησης της Κροατίας» καθώς και οι στολές των Ουστάσι. Τέλος αγιοποιήθηκε ο καρδινάλιος Στέπινατς, γνωστός για την εμπλοκή του στην γενοκτονία των Σέρβων. Στην πραγματικότητα η πολιτική ηγεσία της Κροατίας με τον Φράνιο Τούτζμαν ήταν αρκετή για την προώθηση εθνικιστικών εξάρσεων που έφτασαν μέχρι και την εθνοκάθαρση των σέρβων της Κράινα. Λογική εθνικισμού επίσης διαπνέει και την ηγεσία της σερβικής δημοκρατίας της Βοσνίας και ιδιαίτερα από την περίοδο που ξεκίνησαν αυθαίρετα, ύπατοι αρμοστές, να πλειοδοτούν υπέρ της κροατομουσουλμανικής κοινότητας. Οι απειλές για δημοψηφίσματα αποσχιστικά και ενωτικά με τη Σερβία λαμβάνουν χώρα ακόμα και αυτήν την περίοδο.
Αντίθετα με τις άλλες περιπτώσεις τα εθνικιστικά κόμματα της Βουλγαρίας και της Σερβίας αντλούν την επιχειρηματολογία τους από την ιστορική αντίσταση τόσο εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όσο και από την αντίσταση εναντίον της σύγχρονης Νέας Τάξης, σε κράτη για τα οποία έχει προδιαγραφτεί ο ρόλος τους. Από μια άποψη αυτά αποτελούν μεγάλο κίνδυνο αφού όπως και η Χρυσή Αβγή στην Ελλάδα προβάλουν μια αντισυστημική παρουσία παίρνοντας, με το μέρος τους, ένα τμήμα της αντίδρασης και της αγανάκτησης από τις αρνητικές επιδράσεις που έχουν οι επιλογές του νεοφιλελευθερισμού καθώς και τα γεωπολιτικά σχέδια της Δύσης. Αυτές οι συσσωματώσεις αποτελούν και το έδαφος στο οποίο στήνεται η ιδεολογική παρουσία της Ρωσίας ως παράγοντας υποστήριξης στα «καταπιεσμένα έθνη» από τη Δύση. Η κοινή εκκλησιαστική ορθόδοξη παράδοση με την επιθετική της διάσταση είναι αυτή που επίσης ενώνει και τα δυο κινήματα δίνοντας και ταυτοχρόνως ένα περιεχόμενο στη δράση τους.
Στη Ρουμανία μια ξεχωριστή περίπτωση είναι αυτή του κόμματος της Μεγάλης Ρουμανίας. Ο Τουντόρ, ηγέτης του κόμματος ήταν υμνητής του Τσαουσέσκου και σήμερα επιζητά την προσάρτηση της Μολδαβίας, φέρεται κατά της τσιγγάνικης κοινότητας καθώς και κατά των ούγγρων που διαμένουν στα ρουμανικά εδάφη και αριθμούν περί του 1.500.000 και βρίσκονται σε αναταραχή την τελευταία περίοδο. Αντλώντας το ιδεολογικό του οπλοστάσιο από το παρελθόν της «Μεγάλης Ρουμανίας» του βασιλιά Αντωνέσκου και της φάλαγγας του Κοντρεάνου που διαδραμάτισε πολύ σοβαρό ρόλο στην κατοχή ως συνεργάτης, το κόμμα «Μεγάλη Ρουμανία» συντηρεί ένα άσβηστο εθνικισμό και επιθετική ρητορική για τις διπλανές χώρες. Η ανάπτυξη όμως που έχει πάρει τα τελευταία χρόνια η Ρουμανία με αποτέλεσμα την βελτίωση του επιπέδου ζωής και ιδιαίτερα στις πόλεις έχει περιορίσει την επιρροή του. Όμως η κρίση είναι δομικό στοιχείο και το αβγό του φιδιού γεννάει στις κατάλληλες περιστάσεις.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ- Η θέση της Ελλάδας στα Βαλκάνια:
«Εάν η Ελλάδα και η Τουρκία δεν λάμβαναν τη βοήθεια, τότε ήταν αναπόφευκτο να πέσουν στον κομουνισμό κι αυτό θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου για όλη την περιοχή». Πρόεδρος των ΗΠΑ, Χάρι Τρούμαν, 12 Μαρτίου 1947
«Κύριε, όχι μ’ αυτούς. Ας γίνει αλλιώς το θέλημά σου». Γιώργος Σεφέρης
Αν εξαιρέσουμε τη σημερινή περίοδο της κρίσης καθώς και την μεταπολεμική περίοδο μέχρι και την κατάρρευση των αυταρχικών σοσιαλιστικών καθεστώτων της Ανατολής, η Ελλάδα, είτε ως ιστορικός ελληνικός χώρος από την αρχαιότητα, είτε ως κράτος μέχρι και τη μικρασιατική καταστροφή του 1922 είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στα Βαλκάνια σε διάφορες πτυχές και τομείς-πλην όμως σε διαφορετικές περιόδους. Τόσο οι εθνικορομαντικές αφηγήσεις της «αδιάλειπτης συνέχειας του έθνους» ή ακόμα χειρότερα της «φυλής» όσο και οι μαρξιστικές αλλά και οι νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις για την «κατασκευή του έθνους στη νεωτερική εποχή», απέτυχαν να ερμηνεύσουν την ελληνική περίπτωση αλλά και γενικότερα τα Βαλκάνια. Οι ιδιοπροσωπίες μας δεν είναι ούτε «αδιάλειπτες συνέχειες» ούτε «κατασκευές της νεωτερικής περιόδου». Τα έθνη στα Βαλκάνια δεν κατασκευάστηκαν από τα κράτη, σημείωσαν όμως ασυνέχειες αλλά και συνέχειες που αφορούν το κοινό αίσθημα του ανήκειν.
Μετά το τραγικό τέλος του βαλκανικού οράματος του Ρήγα και την ανάληψη ευθύνης από πλευράς στρατιωτικοπολιτικών δυνάμεων κάθε έθνους για την ανεξαρτησία του, μετά τους καταστροφικούς βαλκανικούς πολέμους, τη δεκαετία του ’40 μετά από μια σημαντική αντίσταση κατά της γερμανικής-ιταλικής-βουλγαρικής κατοχής, οι αντιστεκόμενοι έλληνες ηττήθηκαν από την αγγλική στρατιωτική επέμβαση και αργότερα από την αμερικανική στρατιωτική και οικονομική στήριξη στην ελληνική άρχουσα τάξη. Με τη χρήση ναπάλμ στο Γράμμο, που σηματοδότησε παγκοσμίως την πρώτη πράξη ψυχρού πολέμου, η Ελλάδα πέρασε στο δυτικό στρατόπεδο συνάπτοντας υποχρεωτική φιλία με την Τουρκία στο κοινό σχέδιο αντιμετώπισης του κοινού κομουνιστικού κινδύνου, δια μέσου του δόγματος Τρούμαν, για στρατιωτική βοήθεια. Αυτό το δόγμα που συνοδεύτηκε από μια γενναία χρηματοδότηση του σχεδίου Μάρσαλ, το οποίο επέκτεινε την εξάρτηση, υπονομεύτηκε από ένα σημαντικό τμήμα του ελληνικού λαού μπροστά σε μια άρχουσα τάξη η οποία διαιρέθηκε στη βάση προσωπικών και κομματικών συμφερόντων ή κατευθύνσεων. Οι ταξικοί και κοινωνικοί αγώνες δίπλα στην υποστήριξη για την αυτοδιάθεση της Κύπρου υπονόμευσαν κάθε έννοια δυτικού προσανατολισμού της χώρας. Όταν μάλιστα ένα διακριτό τμήμα της άρχουσας τάξης προσπάθησε να φέρει προσκόμματα στις αποικιακές οικονομικές συμβάσεις ή να διασαλεύσει τη νεοαποικιακή πολιτική στην Κύπρο, η χούντα ως κρυφό χαρτί των αμερικανών ήρθε να αποτελειώσει την ελληνική άνοιξη του ’60. Μέχρι και την περίοδο της μεταπολίτευσης η άρχουσα τάξη μιλούσε για το «σιδηρούν παραπέτασμα» και οι εχθροί της, από κάθε σχεδόν εκδοχή, μιλούσαν για τις σωτήριες λύσεις του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Στο μεταξύ υπήρχαν διπλωματικές αντιπροσωπείες οι οποίες κανόνιζαν εμπορικές συμφωνίες-μέχρι και προξενείο δημιουργήθηκε το 1971 στα Τίρανα. Όμως η απαγόρευση της μετακίνησης και της επικοινωνίας αλλά κι από την άλλη πλευρά των συνόρων, ο μεταπολεμικός αντικομουνιστικός θρίαμβος σε όλες τις εκδοχές της καθημερινότητας ή από την άλλη η επιθετική ορολογία για τη «μοναρχοφασιστική Ελλάδα», απέκλειαν κάθε δυνατότητα γνωριμίας με τα άγνωστα Βαλκάνια. Μετά τη μεταπολίτευση όταν ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός του Καραμανλή και ταυτοχρόνως μιας διατήρησης του αμερικανικού κεκτημένου, τόσο για την εξομάλυνση της υπόθεσης του κυπριακού προς την αποδοχή του τετελεσμένου όσο και για τη συνέχιση του «ανήκωμεν εις την Δύσιν» σύνθεσε έναν παλιό διχασμό της άρχουσας τάξης, δόθηκαν περισσότερες ευκαιρίες γνωριμίας. Οι αντιφατικές πληροφορίες, όμως, δεν έδιναν την κατάλληλη δυνατότητα καθότι προέρχονταν κυρίως από διαφορετικές ιδεολογικές ερμηνείες. Επισήμως οι διπλωματικές σχέσεις βελτιώθηκαν και έφτασαν ακόμα και στην περίκλειστη Αλβανία που συμμαχούσε με χώρες που βρισκόντουσαν στο άλλο σημείο του χάρτη, στα 1987, για να αρθεί έστω και με συμβολισμούς ή δηλώσεις, το «εμπόλεμο». Οι σχέσεις των λαών όμως παρέμειναν αδρανείς μέχρι και τη δεκαετία του 90 αφού στον χάρτη των ελλαδικών κινημάτων υπήρχε η κοντινή Παλαιστίνη και η μακρινή Λατινική Αμερική.
Από την εποχή εκείνη και μετά, εποχή που αποτελεί τομή για την πλήρη ένταξη της Ελλάδας στη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς με πολιτικούς όρους, η Ελλάδα μέσω της ΕΟΚ-ΕΕ διαδραμάτισε έναν πρωταγωνιστικό ρόλο μέχρι και τα πρόθυρα της ελλαδικής κρίσης. Έτσι, ήταν ένα από τα οχήματα της ΕΟΚ-ΕΕ και του ΝΑΤΟ για την ένταξη των Βαλκανίων στις διεθνείς πολιτικές, οικονομικές και στρατιωτικές οργανώσεις της Δύσης. Είτε με τη συμβολή της στην αποσταθεροποίηση της Γιουγκοσλαβίας δια μέσου του σούπερ-πατριώτη Αντώνη Σαμαρά, υπουργού εξωτερικών το 1991 που συμφώνησε επίσημα στη διάλυσή της-άρα και στη δημιουργία του σημερινού «μακεδονικού ζητήματος», είτε με τη συμβολή της στη «σταθερότητα» της Βαλκανικής ως χώρας μέλους με εμπειρία στους «δημοκρατικούς θεσμούς και στην ελεύθερη οικονομία» ήταν η χώρα με μια σημαντική και διακριτή διείσδυση μιας ελίτ που ωθήθηκε από την ΕΕ. Επενδύσεις ελλήνων αφεντικών, τραπεζών κλπ σε μια περίοδο που η ελληνική οικονομία ήταν περισσότερο σταθερή και κερδοφόρα από ποτέ, σε αριθμούς που δεν εξέφραζαν την κατευθυνόμενη παραγωγική της καταπόντιση, ήταν η ευκαιρία για αετονύχηδες εμποροπαρασιτικούς-τραπεζιτικούς οίκους να διαπρέψουν στα Βαλκάνια και μάλιστα όταν η Ελλάδα ήταν η χώρα προορισμού εκατοντάδων χιλιάδων βαλκάνιων μεταναστών. Έτσι από τη μια δημιουργήθηκε ένα σχεδόν δουλοκτητικό ευρύ στρώμα στην Ελλάδα και από την άλλη συστάθηκε μια αποικιοκρατική ομάδα στα Βαλκάνια-η ίδια που κερδοσκοπούσε εις βάρος των ελλήνων με τα χρήματα του κράτους και της ΕΕ και μάλιστα χωρίς τις καταβολές οφελών που διαπνέει μια αποικιοκρατική παράδοση. Δηλαδή τα «οφέλη» για το εσωτερικό από τις επενδύσεις στο εξωτερικό. Αντίθετα, με χρήματα της ΕΕ εξασφάλιζε, αυτή η ομάδα, την αύξηση των περιουσιών των μελών της και κυρίως σε τομείς που γνώριζαν ή πρόβαραν: τις υπηρεσίες, κι αυτές κυρίως στις τηλεπικοινωνίες και στις τράπεζες και κάποια μεγάλα έργα. Σε σχέση με την οικονομία επίσης οφείλει να συμπεριληφθεί η άνοδος και η κατάρρευση της βιομηχανικής-βιοτεχνικής-γεωργικής επένδυσης η οποία βασίστηκε σε φτηνά βαλκανικά χέρια για να καλύψει το έλλειμμα του οργανωτικού και τεχνολογικού εκσυγχρονισμού, κατάρρευση που προκλήθηκε από την είσοδο της Κίνας, της Γερμανίας και της Τουρκίας στις αγορές των Βαλκανίων. Για αυτό και η παραγωγική αποτυχία πλήττει και τις ίδιες τις τράπεζες με άμεσες συνέπειες στον πληθυσμό. Από την άλλη με διαφορές χρόνου η Ελλάδα βρέθηκε μαζί με τις χώρες των Βαλκανίων σε όλους τους επεκτατικούς πολέμους της Δύσης αλλά και ως συμμέτοχος σε κοινές στρατιωτικές αποστολές. Η συμβολή της σ’ αυτές, πέρα από την γενική αντίθεση του συνόλου του πληθυσμού στην Ελλάδα, ήταν σε ρόλους κυρίως δευτερεύοντες χρησιμοποιώντας -σε μια μόνο των περιπτώσεων- το δικαίωμα της αρνησικυρίας για την περίπτωση του ονόματος της διπλανής χώρας. Τα παραμύθια για την «ισχυρή Ελλάδα» ή οι επαναστατικές κανονιστικές θεωρήσεις για την «ιμπεριαλιστική Ελλάδα» αποδείχθηκαν τουλάχιστον λάθος και στην χειρότερη περίπτωση ξέφτισαν. Έτσι την περίοδο του ξεσπάσματος της ελλαδικής κρίσης ήδη από το 2007, η Ελλάδα βρέθηκε σταδιακά μέχρι και σήμερα, από παράγοντας των Βαλκανίων σε μια ανασφαλή από κάθε άποψη χώρα. Η μεταπολίτευση της παρασιτικής κατεύθυνσης σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής και οργάνωσης, μέσω της διεθνούς επιτήρησης σήμερα, κατέδειξε τον πραγματικό ρόλο της χώρας. Οι τελευταίες ενδείξεις αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Πέρα από τις απειλές της Τουρκίας και την ελληνοαλβανική διένεξη, οι προθέσεις για την αναγνώριση του Κοσόβου, η με υποδείξεις συνέχιση του αποκλεισμού της Ρωσίας, η επίσημη στήριξη της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ εναντίον –ουσιαστικά- της κουρδικής επανάστασης, η κατάρρευση του δικτύου τραπεζών, η σημαντική ύφεση όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων στα Βαλκάνια, ο ρόλος του κομπάρσου μιας γερμανικής θεότητας σε βαλκανικές διασκέψεις, η απίστευτη ροή υποδοχή στη χώρα εκατοντάδων χιλιάδων δυστυχισμένων προσφύγων με την Ελλάδα ως χώρα εισόδου, η κατάρρευση του κοινωνικού κινήματος 2010-2012, η αμηχανία και προσαρμογή του ελλαδικού πληθυσμού σε λύσεις περεταίρω αποικιοποίησης της χώρας, η αφωνία σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς που συμμετέχει διαλύουν κάθε «εθνικό» μύθο ή «αντιεθνικιστική» επαναστατική παραθεώρηση.
«Και τι δεν κάναμε για αυτήν την πατρίδα! Άλλοι μας πεθάναμε κι άλλοι μας εκφωνήσαμε λόγους» Ορχάν Βελή Κανίκ, τούρκος ποιητής (1914-1950)