Erdal Balsak, με τη δημοσιογραφική βοήθεια του Jean Robert
Ι. Συνοπτική παρουρίαση της πολιτικής κουρδικής πρότασης
και της κατάστασης του κουρδικού λαού στην Τουρκία
Οι Κούρδοι είναι ένας λαός δίχως κράτος, κατανεμημένος μεταξύ τεσσάρων χωρών, της Συρίας, του Ιράκ, του Ιράν και της Τουρκίας, και με διασπορά σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο σημερινός κουρδικός πληθυσμός, συμπεριλαμβανομένης της διασποράς, ανέρχεται στα 40 εκατομμύρια.
Στην Τουρκία, οι δημοκράτες Κούρδοι δεν επιδιώκουν να σχηματίσουν ένα ακόμη έθνος-κράτος επειδή θεωρούν ότι αυτή η πολιτική οργάνωση είναι αναπόφευκτα μια “εξουσία από τα πάνω” που συντρίβει τους λαούς. Γι' αυτούς, το δημοκρατικό έθνος πρέπει να οργανωθεί “από τα κάτω”, σαν ένα έθνος όπου χωρούν πολλά έθνη ή, κατά τον τρόπο των Ζαπατίστας στο Μεξικό, σαν “ένας κόσμος όπου χωρούν πολλοί κόσμοι”. Παρόλα αυτά, για το κουρδικό κίνημα, η κατάργηση της κρατικής οντότητας δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη σύσταση τοπικών δημοκρατικών οργανώσεων, βασισμένων στους δήμους, αλλά το αντίστροφο. Σύμφωνα με τις τοπικές συνθήκες και παραδόσεις των διάφορων περιοχών της Μέσης Ανατολής, οι οργανώσεις αυτές είναι εφικτές ακόμη και υπό την κυριαρχία της κρατικής οντότητας. Εν συντομία, οι Κούρδοι είναι οι πρωταγωνιστές της ριζοσπαστικής δημοκρατίας στη Μέση Ανατολή.
Το πολιτικό σχέδιο που προτείνουν οι Κούρδοι αγωνιστές στο Βόρειο Κουρδιστάν είναι ο δημοκρατικός συνομοσπονδισμός, μια οργάνωση της πολιτικής ζωής βάσει της ελέυθερης ένωσης δήμων, κοινοτήτων, λαϊκών συνελεύσεων, κοπερατίβων και ενώσεων γυναικών, εργαζομένων ή φοιτητών, που ονομάζονται ακαδημίες. Οι τρεις πυλώνες αυτού του σχεδίου χωρίς σύνορα είναι η οικολογία, η δημοκρατία και η ελευθερία των γυναικών. Ο δημοκρατικός συνομοσπονδισμός δομείται προοδευτικά με αφετηρία τις “κοινοτικές σχέσεις” μεταξύ ενώσεων γυναικών, κινημάτων νεολαίας, οικολογικών ομάδων και άλλων οργανώσεων των πολιτών, όλες αυτόνομες.
Σήμερα στην Τουρκία το να είναι κανείς μέλος του κουρδικού δημοκρατικού κινήματος, να είναι υποστηρικτής, οπαδός αυτού ή απλά το να είναι Κούρδος αρχίζει να αποτελεί λόγο δίωξης, όχι μόνο από το Κράτος, αλλά ολοένα και περισσότερο, από λυντσαρίσματα από τον όχλο. Π.χ., πριν τρεις μήνες σε διάφορες τουρκικές πόλεις ο όχλος έβαλε φωτιά σε κουρδικά μαγαζιά, επιτέθηκε στους ιδιοκτήτες και στους πελάτες τους και βανδάλισε τα γραφεία του Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (HDP), του κόμματος που έλαβε τις περισσότερες κουρδικές ψήφους στις τελευταίες εκλογές. Η σημερινή ευάλωτη κατάσταση των Κούρδων εντός της Τουρκίας ανακαλεί αναπόφευκτα τη φιγούρα του ρωμαϊκού δικαίου που ο φιλόσοφος Giorgio Agamben αποκαλεί homo sacer, έναν άνθρωπο του οποίου η δίωξη δεν τιμωρείται από το Κράτος.
Το άρθρο αυτό αποτελεί έκκληση στη διεθνή αλληλεγγύη για την υπεράσπιση των κουρδικών κοινοτήτων και του πολιτικού τους σχεδίου.
ΙΙ. Πρόσφατες πολιτικές αλλαγές στο Β. Κουρδιστάν και στην Τουρκία.
Κατανεμημένοι μεταξύ τεσσάρων χωρών της Μέσης Ανατολής, οι Κούρδοι έχουν συγκεκριμένη ιστορία και πολιτικούς σχηματισμούς, ανάλογα με τις πολιτικές και τη συγκυρία της κάθε χώρας όπου διαμένουν. Παραδείγματος χάρη, στο Ιράν υπάρχει ένα περιφερειακό κράτος του Κουρδιστάν με λίγα δικαιώματα. Στο Ιράκ, υπάρχει μια περιφερειακή κυβέρνηση του Κουρδιστάν που στην πραγματικότητα είναι αποικία των διεθνών αγορών. Στη Συρία, στη Ροτζάβα, μεγάλες κουρδικές επικράτειες κατόρθωσαν πριν τρία χρόνια να απελευθερωθούν από το συριακό κράτος και τους υπερσυντηρητικούς κατακτητές προωθώντας την πολιτική της τρίτης οδού (αντίσταση στην εισβολή του Κράτους, αλλά και της οικονομίας της αγοράς) και να ιδρύσουν μια αυτόνομη και δημοκρατική κυβέρνηση καντονιών. Ως προς την Τουρκία, η κατάσταση είναι πολύ περίπλοκη. Ο κουρδικός πλυθησμός αριθμεί περί τα 10-12 εκατομμύρια κατοίκους και αποτελεί περίπου το 15% του πληθυσμού της χώρας.
Πολιτικά, το κουρδικό ζήτημα στην Τουρκία άλλαξε ριζικά τα τελευταία χρόνια και, κυρίως, τους τελευταίους μήνες. Σύμπτωμα αυτής της αλλαγής είναι η εμφάνιση μιας ενωμένης κουρδικής πολιτικής δύναμης το 2015. Στις εκλογές του Ιουνίου του 2015 αναδείχθηκε ένας συνασπισμός αριστερών, φιλελεύθερων και δημοκρατικών δυνάμεων – παραδείγματος χάρη των Αλεβιτών – όπως αυτές που προσχώρησαν στο Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών (HDP) που αντιτίθεται σε κάθε μορφή βίαιης δράσης, ένας συνασπισμός που περιλαμβάνει ακόμη και εθνικιστικές και συντηρητικές ομαδοποιήσεις. Το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σταμάτησε έτσι να κεφαλαιοποιεί την ψήφο του φόβου των μετριοπαθών Κούρδων που μέχρι πρότινος ήταν διαθετιμένοι να εκχωρήσουν ελευθερίες στο όνομα της ασφάλειας.
Το καλοκαίρι η κυβέρνηση ξεκίνησε στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά μελών του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK) που ιδρύθηκε το 1973 από τον Αμπτουλλάχ Οτζαλάν, οποίος από το 1999 κρατείται στο νησί Ιμραλί και είναι πολιτικά ενεργός από τη φυλακή. Από τον Αύγουστο του 2015, η κυβέρνηση επέβαλε απαγόρευση κυκλοφορίας πάνω από πενήντα φορές για περιόδους από μία έως τέσσερις εβομάδες σε επτά πόλεις με πάνω από δεκαπέντε συνοικίες, κόβωντας ταυτόχρονα το ηλεκτρικό, το τηλέφωνο και το διαδίκτυο. Βλέπε λεπτομέρειες στον ακόλουθο χάρτη:
Στις 21 Ιουλίου 2015, το Ισλαμικό Κράτος ανέλαβε την ευθύνη για επιθέσεις με βόμβες αυτοκτονίας όπου βρήκαν το θανατο 30 άτομα στην τουρική πόλη Σουρούτς. Στις 22 Ιουλίου, ένα σκοτεινό περιστατικό έλαβε χώρα στη συνοικία Τζεϊλάνπινάρ όπου δολοφονήθηκαν δύο αστυνομικοί. Μια ομάδα συνδεδεμένη με το ΡΚΚ του απέδωσε αυτές τις δολοφονίες, αλλά αυτό αποποιήθηκε πάσας ευθύνης. Στις 24 Ιουλίου, το τουρκικό κράτος διέταξε το βομβαρδισμό του όρους Καντίλ, βάση του κουρδικού αντάρτικου, κατηγορώντας το για τρομοκρατία. Ταυτόχρονα, ο πρόεδρος Ερντογάν άνοιξε τις τουρκικές βάσεις για τα αμερικανικά αεροσκάφη και υποσχέθηκε να υποστηρίξει τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς κατά του Ισλαμικού Κράτους. Με αυτόν τον τρόπο φαίνεται οτι κατόρθωσε το τελευταίο να θεωρεί την Τουρκία ως έναν από τους κύριους εχθρούς του και στόχο πιθανών επιθέσεων. Στη διεθνή σκηνή, η Τουρκία αξιοποίησε τις δράσεις αυτές για να ποζάρει ως κράτος που καταπολεμά κάθε μορφή τρομοκρατίας.
Στην πολύπλοκη πολιτική κατάσταση της Τουρκίας, ο ρόλος του Προέδρου είναι κρίσιμος. Η κυβέρνηση της Τουρκίας επίσημα είναι κοινοβουλευτική και ο Ερντογάν διετέλεσε πρωθυπουργός από το Μάρτιο του 2003 εως τον Αυγουστο του 2014. Παρόλα αυτά, όταν ολοκληρώθηκε η θητεία του, κατόρθωσε να εκλεγεί ως Πρόεδρος. Σύμφωνα με το τουρκικό σύνταγμα, ο Πρόεδρος δεν ανήκει σε κόμμα και δεν κυβερνά. Ωστόσο, από τότε που ανέλαβε την προεδρία, ο Ερντογάν συνεχώς συγκεντρώνει κυβερνητικές εξουσίες με τέτοιο τρόπο που η τουρκική κυβέρνηση, κοινοβουλευτική de jure, μετατρέπεται de facto σε προεδρικό καθεστώς. Σε μια πολιτική κατάσταση που μοιάζει με αυτοπραξικόπημα σε ένα πλαίσιο επικείμενου πολέμου με μια γειτονική χώρα με την οποία έχει κοινά σύνορα 822 χμ, η ένταση – που μεγεθύνεται λόγω της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας – είναι ιδιαίτερα κρίσιμη για τον τουρκικό λαό στο σύνολό του. Με αυτό το φόντο πρέπει να αναλυθεί η ολοένα και πιο κρίσιμη κατάσταση του κουρδικού λαού.
Ενώ το HDP έχει μέλη σε όλη την Τουρκία, υπάρχει και ένα ειδικά κουρδικό κόμμα, το Κόμμα των Δημοκρατικών Περιφερειών (DBP) που εκπροσωπεί 103 δήμους, όλους νόμιμους, επίσημους, των οποίων οι δήμαρχοι και οι συνελεύσεις τους εκλέγονται από το λαό σε δημοκρατικές εκλογές. Παρόλα αυτά, το DBP, που υπερασπίζεται το δημοκρατικό σοσιαλισμό, δεν μπορεί να κατεβάσει υποψηφίους στις εκλογές επειδή οι ψηφοφόροι που το υποστηρίζουν ψηφίζουν το Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών ή HDP που λειτουργεί ως κόμμα-ομπρέλλα ή σαν μέτωπο κομμάτων. Ο κουρδικός λαός θεωρεί τους εκλεγμένους του HDP με τις κουρδικές ψήφους ως νόμιμους αντιπροσώπους τους, όμως αυτή η νομιμότητα δεν κατόρθωσε να αλλάξει τις πολιτικές του τουρκικού κράτους σχετικά με τους Κούρδους.
Η κυβέρνηση συνεχίζει ευρέως την πολιτική της βιαίης καταστολής του κουρδικού λαού. Από την ίδρυσή της, το 1923, η Δημοκρατία της Τουρκίας δεν έχει συμπεριφερθεί ως res publica, αλλά ως ένα κράτος που καταστέλλει όλες τις εθνοτικές μειονότητες που ζουν στην επικράτειά του. Μεταξύ αυτών, η κουρδική “μειονότητα”, με το ένα πέμπτο σχεδόν του πληθυσμού της χώρας, έχει πληγεί τα μάλα. Από το 1923 ως σήμερα, το τουρκικό κράτος έχει εφαρμόσει κατασταλτικές πολιτικές στο βόρειο Κουρδιστάν. Μεταξύ του 1927 και του 1952, διακυβέρνησε την κουρδική περιοχή με γενικούς επιθεωρητές και εφαρμόζοντας καθεστώς έκτακτης ανάγκης, το οποίο ήρθε μεταξύ 1952 και 1980, περίοδο κατά την οποία η Τουρκία υπέστη τρία πραξικοπήματα, το 1960, το 1971 και το 1980. Μεταξύ 1984 και 2002 επιβλήθηκε εκ νέου το καθεστώς έκτακτης ανάκης στο Βόρειο Κουρδιστάν.
Μεταξύ 2012 και 2015 έλαβαν χώρα “ειρηνευτικές συνομιλίες” και διαπραγματεύσεις μεταξύ του τουρκικού κράτους και του PKK και στις 28 Φεβρουαρίου του 2015 διακηρύχθηκαν οι Συμφωνίες του Ντολμαμπαχτσέ για τον Εκδημοκρατισμό της Τουρκίας και την Επίλυση του Κουρδικού Ζτήματος. Ωστόσο, το Μάρτιο του 2015 ο πρόεδρος της επονομαζόμενης Δημοκρατίας της Τουρκίας, ο Ερντογάν, διέκοψε τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις και αψήφησε τις Συμφωνίες του Ντολμαμπαχτσέ. Από τότε, το Κουρδιστάν είναι και πάλι θέατρο βίας και πολιτικής και στρατιωτικής καταστολής και μετατρέπεται σε πραγματική πυριτιδαποθήκη.
Με την καταστρατήγηση των συμφωνιών του Ντολμαμπαχτσέ χάθηκε το πεδίο διαλόγου μεταξύ των δύο πλευρών. Στις 7 Ιουλίου έλαβαν χώρα βουλευτικές εκλογές όπου το HDP, με μια πρόταση εκδημοκρατισμού της Τουρκίας εμπνευσμένη από το σχέδιο δημοκρατικού συνομοσπονδισμού που είχε προτείνει ο Αμπτουλλάχ Οτζαλάν, κατόρθωσε να εκλέξει 80 βουλευτές στη Γενική Συνέλευση (κοινοβούλιο). Για το λόγο αυτό, το ΑΚΡ, το κυβερνητικό κόμμα, έχασε την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο. Όμως, ούτε ο Ερντογάν ούτε το κόμμα του δέχτηκαν τα αποτελέσματα των εκλογών και, με μια πραξικοματική λογική, παρέλυσαν την πολιτική ζωή στην Τουρκία μέσω της έγκρισης Νόμου για τις Στρατιωτικές Επιχειρήσεις κατά του ΡΚΚ και την ταυτόχρονη απόφαση να προκηρυχθούν νέες εκλογές την 1η Νοεμβρίου 2015. Στις νέες εκλογές το ΑΚΡ ανέκτησε τη σχετική πλειοψηφία με ποσοστό 49%, ενώ το HDP μπήκε στη Γενική Συνέλευση με κάτι λιγότερο από το 11% των ψήφων.
Από τις 24 Ιουλίου του 2015, το τουρκικό κράτος επιτίθεται στον κουρδικό λαό σε κάθε χώρο, προσπαθώντας να επιβάλλει υποταγή και υπακοή των δημοκρατικών κούρδων σε όλη τη χώρα. Επί του παρόντος, η κυβέρνηση συνεχίζει να επιβάλλει “απαγόρευση κυκλοφορίας” σε συνοικίες και πόλεις για 10, 15 ημέρες και ενίοτε ένα μήνα. Κατηγορεί τους Κούρδους ότι διαιρούν τη χώρα μέσω της διάδοσης της αυτο-διακυβέρνησης και της δημοκρατικής αυτονομίας.
ΙΙΙ. Συμπερασματικά: πώς να υποστηριχθεί η δύσκολη οικοδόμηση μιας “δημοκρατίας από τα κάτω;”
Η κατάσταση των Κούρδων που είναι μοιρασμένοι μεταξύ τεσσάρων εθνών της Μέσης Ανατολής και έχουν και σημαντική διασπορά, μοιάζει με αυτή των ιθαγενικών λαών άλλων χωρών. Όπως πολλοί από αυτούς, οι Κούρδοι, οι πρόγονοι των οποίων, συγγενείς των Περσών και των Μήδων, καταγράφονται ως παρουσία την Μέση Ανατολή χιλιάδες χρόνια πριν, ήταν διαδοχικά κατακτητές και κατακτημένοι. Άλλοι πρόγονοί τους ανήκαν στις ορδές που αποκαλούνται “kurganas”, “ιρανικές” ή “άρειες” και εισέβαλαν στη Βόρεια Ινδία και τη Γηραιά Ευρώπη τη δεύτερη χιλιετία π.Χ. και τους επέβαλαν τις γλώσσες τους - τις λεγόμενες ινδοευρωπαϊκές – τους θεσμούς τους, την καλλιέργεια του σίτου, το άλογο, την πατριαρχία και μέρος των μύθων τους. Αυτοί που παρέμειναν στο σημερινό Βόρειο Κουρδιστάν κατακτήθηκαν, στις αρχές της χριστιανικής εποχής, από ομάδες συγγενείς με τους Ούνους, προγόνους των σημερινών Τούρκων.
Οι διενέξεις περί του “ποιός έφτασε πρώτος” και “ποιός κατέκτησε ποιόν” σήμερα έχουν ελάχιστο πολιτικό νόημα. Η υπενθύμιση αυτής της ελλιπώς τεκμηριωμένης ιστορίας της οποίας έχουμε κυρίως γλωσσικές μαρτυρίες – παραδείγματος χάρη οι προφανείς συγγένειες μεταξύ της ιρανικής, της σανσκριτικής, της κουρδικής και, ας πούμε της γαελικής, της ισπανικής, της ρωσικής και της γερμανικής γλώσσας – επιτρέπει κυρίως τη διάψευση του όρου “οι Τούρκοι των βουνών” με τον οποίο το τουρκικό κράτος κατονομάζει τους Κούρδους. Επίσης, επιτρέπει να κατανοήσουμε γιατί οι Κούρδοι ποτέ δεν είχαν το δικό τους Έθνος-Κράτος: στις περιόδους της γένεσης αυτής της σχετικά πρόσφατης πολιτικής οργάνωσης, οι Κούρδοι ήταν μέρος αυτοκρατοριών που κυριαρχούνταν από διαφορετικές εθνοτικές ομάδες.
Μέρος της πολιτικής ευφυίας των σημερινών Κούρδων είναι η μη διεκδίκηση της μορφής του Έθνους-Κράτους σε μια συγκυρία στην οποία αυτή η μορφή που λανθασμένα θεωρείται ως πάγκόσμια και αναπόφευκτη, βρίσκεται σε προφανή κρίση και είναι μία από τις κύριες αιτίες βίας μεταξύ των λαών, η κύρια αιτία, σύμφωνα με τον ινδουιστή φιλόσοφο Ashis Nandy. Εξού και η ικανότητά τους – ανάλογη με αυτή των ιθαγενών του Μεξικού – να προτείνουν καινοτόμες και ελευθεριακές μορφές πολιτικής οργάνωσης. Μια μορφή να τους υποστηρίξουμε είναι να συνεχίσουμε την πολιτική τους σκέψη στο δικό μας πλαίσιο. Πρέπει να υπάρχουν και άλλες μορφές, καλούμε τους αναγνώστες να τις διερευνήσουν.
Ι. Συνοπτική παρουρίαση της πολιτικής κουρδικής πρότασης
και της κατάστασης του κουρδικού λαού στην Τουρκία
Οι Κούρδοι είναι ένας λαός δίχως κράτος, κατανεμημένος μεταξύ τεσσάρων χωρών, της Συρίας, του Ιράκ, του Ιράν και της Τουρκίας, και με διασπορά σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο σημερινός κουρδικός πληθυσμός, συμπεριλαμβανομένης της διασποράς, ανέρχεται στα 40 εκατομμύρια.
Στην Τουρκία, οι δημοκράτες Κούρδοι δεν επιδιώκουν να σχηματίσουν ένα ακόμη έθνος-κράτος επειδή θεωρούν ότι αυτή η πολιτική οργάνωση είναι αναπόφευκτα μια “εξουσία από τα πάνω” που συντρίβει τους λαούς. Γι' αυτούς, το δημοκρατικό έθνος πρέπει να οργανωθεί “από τα κάτω”, σαν ένα έθνος όπου χωρούν πολλά έθνη ή, κατά τον τρόπο των Ζαπατίστας στο Μεξικό, σαν “ένας κόσμος όπου χωρούν πολλοί κόσμοι”. Παρόλα αυτά, για το κουρδικό κίνημα, η κατάργηση της κρατικής οντότητας δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη σύσταση τοπικών δημοκρατικών οργανώσεων, βασισμένων στους δήμους, αλλά το αντίστροφο. Σύμφωνα με τις τοπικές συνθήκες και παραδόσεις των διάφορων περιοχών της Μέσης Ανατολής, οι οργανώσεις αυτές είναι εφικτές ακόμη και υπό την κυριαρχία της κρατικής οντότητας. Εν συντομία, οι Κούρδοι είναι οι πρωταγωνιστές της ριζοσπαστικής δημοκρατίας στη Μέση Ανατολή.
Το πολιτικό σχέδιο που προτείνουν οι Κούρδοι αγωνιστές στο Βόρειο Κουρδιστάν είναι ο δημοκρατικός συνομοσπονδισμός, μια οργάνωση της πολιτικής ζωής βάσει της ελέυθερης ένωσης δήμων, κοινοτήτων, λαϊκών συνελεύσεων, κοπερατίβων και ενώσεων γυναικών, εργαζομένων ή φοιτητών, που ονομάζονται ακαδημίες. Οι τρεις πυλώνες αυτού του σχεδίου χωρίς σύνορα είναι η οικολογία, η δημοκρατία και η ελευθερία των γυναικών. Ο δημοκρατικός συνομοσπονδισμός δομείται προοδευτικά με αφετηρία τις “κοινοτικές σχέσεις” μεταξύ ενώσεων γυναικών, κινημάτων νεολαίας, οικολογικών ομάδων και άλλων οργανώσεων των πολιτών, όλες αυτόνομες.
Σήμερα στην Τουρκία το να είναι κανείς μέλος του κουρδικού δημοκρατικού κινήματος, να είναι υποστηρικτής, οπαδός αυτού ή απλά το να είναι Κούρδος αρχίζει να αποτελεί λόγο δίωξης, όχι μόνο από το Κράτος, αλλά ολοένα και περισσότερο, από λυντσαρίσματα από τον όχλο. Π.χ., πριν τρεις μήνες σε διάφορες τουρκικές πόλεις ο όχλος έβαλε φωτιά σε κουρδικά μαγαζιά, επιτέθηκε στους ιδιοκτήτες και στους πελάτες τους και βανδάλισε τα γραφεία του Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (HDP), του κόμματος που έλαβε τις περισσότερες κουρδικές ψήφους στις τελευταίες εκλογές. Η σημερινή ευάλωτη κατάσταση των Κούρδων εντός της Τουρκίας ανακαλεί αναπόφευκτα τη φιγούρα του ρωμαϊκού δικαίου που ο φιλόσοφος Giorgio Agamben αποκαλεί homo sacer, έναν άνθρωπο του οποίου η δίωξη δεν τιμωρείται από το Κράτος.
Το άρθρο αυτό αποτελεί έκκληση στη διεθνή αλληλεγγύη για την υπεράσπιση των κουρδικών κοινοτήτων και του πολιτικού τους σχεδίου.
ΙΙ. Πρόσφατες πολιτικές αλλαγές στο Β. Κουρδιστάν και στην Τουρκία.
Κατανεμημένοι μεταξύ τεσσάρων χωρών της Μέσης Ανατολής, οι Κούρδοι έχουν συγκεκριμένη ιστορία και πολιτικούς σχηματισμούς, ανάλογα με τις πολιτικές και τη συγκυρία της κάθε χώρας όπου διαμένουν. Παραδείγματος χάρη, στο Ιράν υπάρχει ένα περιφερειακό κράτος του Κουρδιστάν με λίγα δικαιώματα. Στο Ιράκ, υπάρχει μια περιφερειακή κυβέρνηση του Κουρδιστάν που στην πραγματικότητα είναι αποικία των διεθνών αγορών. Στη Συρία, στη Ροτζάβα, μεγάλες κουρδικές επικράτειες κατόρθωσαν πριν τρία χρόνια να απελευθερωθούν από το συριακό κράτος και τους υπερσυντηρητικούς κατακτητές προωθώντας την πολιτική της τρίτης οδού (αντίσταση στην εισβολή του Κράτους, αλλά και της οικονομίας της αγοράς) και να ιδρύσουν μια αυτόνομη και δημοκρατική κυβέρνηση καντονιών. Ως προς την Τουρκία, η κατάσταση είναι πολύ περίπλοκη. Ο κουρδικός πλυθησμός αριθμεί περί τα 10-12 εκατομμύρια κατοίκους και αποτελεί περίπου το 15% του πληθυσμού της χώρας.
Πολιτικά, το κουρδικό ζήτημα στην Τουρκία άλλαξε ριζικά τα τελευταία χρόνια και, κυρίως, τους τελευταίους μήνες. Σύμπτωμα αυτής της αλλαγής είναι η εμφάνιση μιας ενωμένης κουρδικής πολιτικής δύναμης το 2015. Στις εκλογές του Ιουνίου του 2015 αναδείχθηκε ένας συνασπισμός αριστερών, φιλελεύθερων και δημοκρατικών δυνάμεων – παραδείγματος χάρη των Αλεβιτών – όπως αυτές που προσχώρησαν στο Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών (HDP) που αντιτίθεται σε κάθε μορφή βίαιης δράσης, ένας συνασπισμός που περιλαμβάνει ακόμη και εθνικιστικές και συντηρητικές ομαδοποιήσεις. Το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σταμάτησε έτσι να κεφαλαιοποιεί την ψήφο του φόβου των μετριοπαθών Κούρδων που μέχρι πρότινος ήταν διαθετιμένοι να εκχωρήσουν ελευθερίες στο όνομα της ασφάλειας.
Το καλοκαίρι η κυβέρνηση ξεκίνησε στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά μελών του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK) που ιδρύθηκε το 1973 από τον Αμπτουλλάχ Οτζαλάν, οποίος από το 1999 κρατείται στο νησί Ιμραλί και είναι πολιτικά ενεργός από τη φυλακή. Από τον Αύγουστο του 2015, η κυβέρνηση επέβαλε απαγόρευση κυκλοφορίας πάνω από πενήντα φορές για περιόδους από μία έως τέσσερις εβομάδες σε επτά πόλεις με πάνω από δεκαπέντε συνοικίες, κόβωντας ταυτόχρονα το ηλεκτρικό, το τηλέφωνο και το διαδίκτυο. Βλέπε λεπτομέρειες στον ακόλουθο χάρτη:
Στις 21 Ιουλίου 2015, το Ισλαμικό Κράτος ανέλαβε την ευθύνη για επιθέσεις με βόμβες αυτοκτονίας όπου βρήκαν το θανατο 30 άτομα στην τουρική πόλη Σουρούτς. Στις 22 Ιουλίου, ένα σκοτεινό περιστατικό έλαβε χώρα στη συνοικία Τζεϊλάνπινάρ όπου δολοφονήθηκαν δύο αστυνομικοί. Μια ομάδα συνδεδεμένη με το ΡΚΚ του απέδωσε αυτές τις δολοφονίες, αλλά αυτό αποποιήθηκε πάσας ευθύνης. Στις 24 Ιουλίου, το τουρκικό κράτος διέταξε το βομβαρδισμό του όρους Καντίλ, βάση του κουρδικού αντάρτικου, κατηγορώντας το για τρομοκρατία. Ταυτόχρονα, ο πρόεδρος Ερντογάν άνοιξε τις τουρκικές βάσεις για τα αμερικανικά αεροσκάφη και υποσχέθηκε να υποστηρίξει τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς κατά του Ισλαμικού Κράτους. Με αυτόν τον τρόπο φαίνεται οτι κατόρθωσε το τελευταίο να θεωρεί την Τουρκία ως έναν από τους κύριους εχθρούς του και στόχο πιθανών επιθέσεων. Στη διεθνή σκηνή, η Τουρκία αξιοποίησε τις δράσεις αυτές για να ποζάρει ως κράτος που καταπολεμά κάθε μορφή τρομοκρατίας.
Στην πολύπλοκη πολιτική κατάσταση της Τουρκίας, ο ρόλος του Προέδρου είναι κρίσιμος. Η κυβέρνηση της Τουρκίας επίσημα είναι κοινοβουλευτική και ο Ερντογάν διετέλεσε πρωθυπουργός από το Μάρτιο του 2003 εως τον Αυγουστο του 2014. Παρόλα αυτά, όταν ολοκληρώθηκε η θητεία του, κατόρθωσε να εκλεγεί ως Πρόεδρος. Σύμφωνα με το τουρκικό σύνταγμα, ο Πρόεδρος δεν ανήκει σε κόμμα και δεν κυβερνά. Ωστόσο, από τότε που ανέλαβε την προεδρία, ο Ερντογάν συνεχώς συγκεντρώνει κυβερνητικές εξουσίες με τέτοιο τρόπο που η τουρκική κυβέρνηση, κοινοβουλευτική de jure, μετατρέπεται de facto σε προεδρικό καθεστώς. Σε μια πολιτική κατάσταση που μοιάζει με αυτοπραξικόπημα σε ένα πλαίσιο επικείμενου πολέμου με μια γειτονική χώρα με την οποία έχει κοινά σύνορα 822 χμ, η ένταση – που μεγεθύνεται λόγω της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας – είναι ιδιαίτερα κρίσιμη για τον τουρκικό λαό στο σύνολό του. Με αυτό το φόντο πρέπει να αναλυθεί η ολοένα και πιο κρίσιμη κατάσταση του κουρδικού λαού.
Ενώ το HDP έχει μέλη σε όλη την Τουρκία, υπάρχει και ένα ειδικά κουρδικό κόμμα, το Κόμμα των Δημοκρατικών Περιφερειών (DBP) που εκπροσωπεί 103 δήμους, όλους νόμιμους, επίσημους, των οποίων οι δήμαρχοι και οι συνελεύσεις τους εκλέγονται από το λαό σε δημοκρατικές εκλογές. Παρόλα αυτά, το DBP, που υπερασπίζεται το δημοκρατικό σοσιαλισμό, δεν μπορεί να κατεβάσει υποψηφίους στις εκλογές επειδή οι ψηφοφόροι που το υποστηρίζουν ψηφίζουν το Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών ή HDP που λειτουργεί ως κόμμα-ομπρέλλα ή σαν μέτωπο κομμάτων. Ο κουρδικός λαός θεωρεί τους εκλεγμένους του HDP με τις κουρδικές ψήφους ως νόμιμους αντιπροσώπους τους, όμως αυτή η νομιμότητα δεν κατόρθωσε να αλλάξει τις πολιτικές του τουρκικού κράτους σχετικά με τους Κούρδους.
Η κυβέρνηση συνεχίζει ευρέως την πολιτική της βιαίης καταστολής του κουρδικού λαού. Από την ίδρυσή της, το 1923, η Δημοκρατία της Τουρκίας δεν έχει συμπεριφερθεί ως res publica, αλλά ως ένα κράτος που καταστέλλει όλες τις εθνοτικές μειονότητες που ζουν στην επικράτειά του. Μεταξύ αυτών, η κουρδική “μειονότητα”, με το ένα πέμπτο σχεδόν του πληθυσμού της χώρας, έχει πληγεί τα μάλα. Από το 1923 ως σήμερα, το τουρκικό κράτος έχει εφαρμόσει κατασταλτικές πολιτικές στο βόρειο Κουρδιστάν. Μεταξύ του 1927 και του 1952, διακυβέρνησε την κουρδική περιοχή με γενικούς επιθεωρητές και εφαρμόζοντας καθεστώς έκτακτης ανάγκης, το οποίο ήρθε μεταξύ 1952 και 1980, περίοδο κατά την οποία η Τουρκία υπέστη τρία πραξικοπήματα, το 1960, το 1971 και το 1980. Μεταξύ 1984 και 2002 επιβλήθηκε εκ νέου το καθεστώς έκτακτης ανάκης στο Βόρειο Κουρδιστάν.
Μεταξύ 2012 και 2015 έλαβαν χώρα “ειρηνευτικές συνομιλίες” και διαπραγματεύσεις μεταξύ του τουρκικού κράτους και του PKK και στις 28 Φεβρουαρίου του 2015 διακηρύχθηκαν οι Συμφωνίες του Ντολμαμπαχτσέ για τον Εκδημοκρατισμό της Τουρκίας και την Επίλυση του Κουρδικού Ζτήματος. Ωστόσο, το Μάρτιο του 2015 ο πρόεδρος της επονομαζόμενης Δημοκρατίας της Τουρκίας, ο Ερντογάν, διέκοψε τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις και αψήφησε τις Συμφωνίες του Ντολμαμπαχτσέ. Από τότε, το Κουρδιστάν είναι και πάλι θέατρο βίας και πολιτικής και στρατιωτικής καταστολής και μετατρέπεται σε πραγματική πυριτιδαποθήκη.
Με την καταστρατήγηση των συμφωνιών του Ντολμαμπαχτσέ χάθηκε το πεδίο διαλόγου μεταξύ των δύο πλευρών. Στις 7 Ιουλίου έλαβαν χώρα βουλευτικές εκλογές όπου το HDP, με μια πρόταση εκδημοκρατισμού της Τουρκίας εμπνευσμένη από το σχέδιο δημοκρατικού συνομοσπονδισμού που είχε προτείνει ο Αμπτουλλάχ Οτζαλάν, κατόρθωσε να εκλέξει 80 βουλευτές στη Γενική Συνέλευση (κοινοβούλιο). Για το λόγο αυτό, το ΑΚΡ, το κυβερνητικό κόμμα, έχασε την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο. Όμως, ούτε ο Ερντογάν ούτε το κόμμα του δέχτηκαν τα αποτελέσματα των εκλογών και, με μια πραξικοματική λογική, παρέλυσαν την πολιτική ζωή στην Τουρκία μέσω της έγκρισης Νόμου για τις Στρατιωτικές Επιχειρήσεις κατά του ΡΚΚ και την ταυτόχρονη απόφαση να προκηρυχθούν νέες εκλογές την 1η Νοεμβρίου 2015. Στις νέες εκλογές το ΑΚΡ ανέκτησε τη σχετική πλειοψηφία με ποσοστό 49%, ενώ το HDP μπήκε στη Γενική Συνέλευση με κάτι λιγότερο από το 11% των ψήφων.
Από τις 24 Ιουλίου του 2015, το τουρκικό κράτος επιτίθεται στον κουρδικό λαό σε κάθε χώρο, προσπαθώντας να επιβάλλει υποταγή και υπακοή των δημοκρατικών κούρδων σε όλη τη χώρα. Επί του παρόντος, η κυβέρνηση συνεχίζει να επιβάλλει “απαγόρευση κυκλοφορίας” σε συνοικίες και πόλεις για 10, 15 ημέρες και ενίοτε ένα μήνα. Κατηγορεί τους Κούρδους ότι διαιρούν τη χώρα μέσω της διάδοσης της αυτο-διακυβέρνησης και της δημοκρατικής αυτονομίας.
ΙΙΙ. Συμπερασματικά: πώς να υποστηριχθεί η δύσκολη οικοδόμηση μιας “δημοκρατίας από τα κάτω;”
Η κατάσταση των Κούρδων που είναι μοιρασμένοι μεταξύ τεσσάρων εθνών της Μέσης Ανατολής και έχουν και σημαντική διασπορά, μοιάζει με αυτή των ιθαγενικών λαών άλλων χωρών. Όπως πολλοί από αυτούς, οι Κούρδοι, οι πρόγονοι των οποίων, συγγενείς των Περσών και των Μήδων, καταγράφονται ως παρουσία την Μέση Ανατολή χιλιάδες χρόνια πριν, ήταν διαδοχικά κατακτητές και κατακτημένοι. Άλλοι πρόγονοί τους ανήκαν στις ορδές που αποκαλούνται “kurganas”, “ιρανικές” ή “άρειες” και εισέβαλαν στη Βόρεια Ινδία και τη Γηραιά Ευρώπη τη δεύτερη χιλιετία π.Χ. και τους επέβαλαν τις γλώσσες τους - τις λεγόμενες ινδοευρωπαϊκές – τους θεσμούς τους, την καλλιέργεια του σίτου, το άλογο, την πατριαρχία και μέρος των μύθων τους. Αυτοί που παρέμειναν στο σημερινό Βόρειο Κουρδιστάν κατακτήθηκαν, στις αρχές της χριστιανικής εποχής, από ομάδες συγγενείς με τους Ούνους, προγόνους των σημερινών Τούρκων.
Οι διενέξεις περί του “ποιός έφτασε πρώτος” και “ποιός κατέκτησε ποιόν” σήμερα έχουν ελάχιστο πολιτικό νόημα. Η υπενθύμιση αυτής της ελλιπώς τεκμηριωμένης ιστορίας της οποίας έχουμε κυρίως γλωσσικές μαρτυρίες – παραδείγματος χάρη οι προφανείς συγγένειες μεταξύ της ιρανικής, της σανσκριτικής, της κουρδικής και, ας πούμε της γαελικής, της ισπανικής, της ρωσικής και της γερμανικής γλώσσας – επιτρέπει κυρίως τη διάψευση του όρου “οι Τούρκοι των βουνών” με τον οποίο το τουρκικό κράτος κατονομάζει τους Κούρδους. Επίσης, επιτρέπει να κατανοήσουμε γιατί οι Κούρδοι ποτέ δεν είχαν το δικό τους Έθνος-Κράτος: στις περιόδους της γένεσης αυτής της σχετικά πρόσφατης πολιτικής οργάνωσης, οι Κούρδοι ήταν μέρος αυτοκρατοριών που κυριαρχούνταν από διαφορετικές εθνοτικές ομάδες.
Μέρος της πολιτικής ευφυίας των σημερινών Κούρδων είναι η μη διεκδίκηση της μορφής του Έθνους-Κράτους σε μια συγκυρία στην οποία αυτή η μορφή που λανθασμένα θεωρείται ως πάγκόσμια και αναπόφευκτη, βρίσκεται σε προφανή κρίση και είναι μία από τις κύριες αιτίες βίας μεταξύ των λαών, η κύρια αιτία, σύμφωνα με τον ινδουιστή φιλόσοφο Ashis Nandy. Εξού και η ικανότητά τους – ανάλογη με αυτή των ιθαγενών του Μεξικού – να προτείνουν καινοτόμες και ελευθεριακές μορφές πολιτικής οργάνωσης. Μια μορφή να τους υποστηρίξουμε είναι να συνεχίσουμε την πολιτική τους σκέψη στο δικό μας πλαίσιο. Πρέπει να υπάρχουν και άλλες μορφές, καλούμε τους αναγνώστες να τις διερευνήσουν.