Η ιδεολογία και το κίνημα του Buen Vivir είναι μια σημαντική συμβολή στις αναζητήσεις της κοινωνίας για ένα νέο στρατηγικό όραμα, που θα ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες των λαών και θα είναι εφαρμόσιμο στην εποχή μας. Το όραμα αυτό είναι ο κοινοτισμός, o οποίος ξεκινά από τις κοινότητες των αυτόχθονων της Λατινικής Αμερικής.
Στη ζωή των αυτόχθονων η έννοια της κοινότητας, που την ονομάζουν Ayllu (Αϊγιου), έχει κομβική σημασία, γιατί σ’ αυτή δεν περιλαμβάνονται μόνο οι άνθρωποι, αλλά και ό,τι υπάρχει στη φύση (τα βουνά, τα ποτάμια, τα δέντρα , τα ζώα, ο αέρας, το νερό κ.α) Με αυτή την έννοια ο κοινοτισμός δεν έχει μόνο κοινωνικό περιεχόμενο, αλλά και οικολογικό. Βασικοί στόχοι του επομένως είναι τόσο η προάσπιση και η κατοχύρωση των δικαιωμάτων των μελών της κοινότητας, όσο και η προστασία της φύσης.
Φράσεις κλειδιά για τον κοινοτισμό στους αυτόχθονες είναι το Suma Qamaña, που προέρχεται από τους Αϋμαρά και το Sumak Kansay που προέρχεται από τους Κέτσουα. Και οι δύο αυτές φράσεις σημαίνουν “ζωή με πληρότητα και ισορροπία υλική και πνευματική”. Η πληρότητα και η ισορροπία, μπορούν να επιτευχθούν μόνο μέσα στην κοινότητα και καθορίζονται από την αρχή του Inach (Ινάτς), που σημαίνει η αρχή της ισορροπίας. “Αν το κατανοήσουν αυτό οι άνθρωποι στην εποχή μας”, υποστηρίζουν οι αυτόχθονες, “θα μπορούν, αξιοποιώντας όσα τους προσφέρει η φύση, αφενός να συνυπάρχουν ισότιμα και αφετέρου να συμβιώνουν με όλες τις υπόλοιπες μορφές ύπαρξης”.
Από το περιεχόμενο του βιβλίου γίνεται κατανοητό ότι ο σεβασμός των αυτόχθνων προς τη φύση, όχι μόνο αποτελεί συστατικό στοιχείο της ιδεολογίας τους, αλλά, έχοντας συνδέσει άρρηκτα τη φύση με τη γη, χρησιμοποιούν τον, ιερό για αυτούς, όρο Pachamama (Πατσαμάμα=Μητέρα γη), αναγορεύοντας, με τον τρόπο αυτό, τη φύση σε σύμβολο λατρείας. Όμως, για να υπάρξει αληθινή προστασία της φύσης είναι ανάγκη να λειτουργεί η κοινότητα. Μόνο σε κοινωνίες που λειτουργούν συλλογικά και όλα τα μέλη συμμετέχουν ισότιμα στις αποφάσεις, μπορεί να γίνει ουσιαστικός διάλογος για το ποιες είναι οι πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων και πως μπορούν να ικανοποιηθούν με σεβασμό προς τη φύση.
Αυτή η ιδεολογία του κοινοτισμού, που προέρχεται από τη φιλοσοφία, με την οποία ζουν στις κοινότητες οι αυτόχθονες, επικαιροποιείται στις σημερινές συνθήκες μέσα από το κίνημα του Buen Vivir και προβάλλεται ένα νέο πρότυπο ζωής. Ένα πρότυπο, όπου βρίσκουν το πραγματικό τους νόημα οι πανανθρώπινες αρχές και αξίες, όπως η δικαιοσύνη, η ελευθερία, η αλληλεγγύη, η συλλογικότητα, η ισοτιμία των δύο φύλων, η δημοκρατία, η αυτονομία, η ανεξαρτησία, η προστασία του περιβάλλοντος και πολλές άλλες, που σήμερα περνούν κρίση.
Το μεγάλο όμως εμπόδιο για την εφαρμογή αυτής της ιδεολογίας είναι το καπιταλιστικό σύστημα, το οποίο επίσης περνά κρίση, που είναι διαρθρωτική και επομένως μη αναστρέψιμη. Γιατί το σύστημα αυτό δεν έχει ως στόχο του την ικανοποίηση των πραγματικών αναγκών, αλλά τη συσσώρευση κερδών μέσα από τη δημιουργία πλασματικών αναγκών. Η συνεχής συσσώρευση κερδών στον καπιταλισμό, επισημαίνει ο συγγραφέας του Βιβλίου Fernando Huanacuni, από τη μια μεταφέρει τον παραγόμενο πλούτο σε όλο και λιγότερα χέρια και, από την άλλη, οδηγεί σε αδιέξοδα και καταστροφικές επιλογές, τόσο στην κοινωνία και στις διαπροσωπικές σχέσεις όσο και στη φύση:
Η αλόγιστη σπατάλη φυσικών πόρων και ενέργειας με στόχο τον πλουτισμό των πολυεθνικών και όχι τις ανάγκες των ανθρώπων, έχει σαν συνέπεια την επικίνδυνη συρρίκνωση των δασών, την εξαφάνιση πολλών ειδών ζώων, τη μόλυνση του αέρα, του εδάφους και των νερών, την παραγωγή εκατομμυρίων τόνων σκουπιδιών, τη ραγδαία αύξηση των εξορύξεων για αναζήτηση ενέργειας και πολύτιμων μετάλλων, την παραγωγή μεταλλαγμένων προϊόντων, την ερημοποίηση της γης και την κλιματική αλλαγή. Παράλληλα, όπως τονίζει πολύ εύστοχα ο συγγραφέας, οι ηγέτες των καπιταλιστικών χωρών βλέποντας τα αδιέξοδα και την περιβαλλοντική κρίση ανακάλυψαν τη λεγόμενη ”πράσινη” πολιτική, ή όπως την ονομάζουν “ήπια ανάπτυξη”, και μέσω αυτής αναθέτουν και πάλι στις πολυεθνικές εταιρείες να προστατέψουν το φυσικό περιβάλλον που οι ίδιες κατέστρεψαν. Παρουσιάζουν δηλαδή σαν φιλοπεριβαλλοντικές λύσεις τη δημιουργία μεγάλων εγκαταστάσεων ανεμογεννητριών, την κατασκευή τεράστιων φραγμάτων στα ποτάμια, την καθιέρωση εμπορίου του άνθρακα, τη χρήση αγροκαυσίμων, την εφαρμογή της μονοκαλλιέργειας, την παραγωγή μεταλλαγμένων προϊόντων, την εξόρυξη υδρογονανθράκων για την παραγωγή φυσικού αερίου και άλλα παρόμοια μέτρα, που στην πραγματικότητα λειτουργούν σε βάρος του περιβάλλοντος, αποκλειστικά και μόνο για να εξασφαλίσουν και πάλι κέρδη στις πολυεθνικές.
Ταυτόχρονα οι αντιπεριβαλλοντικές πολιτικές στον καπιταλισμό συνοδεύονται από αντικοινωνικές πολιτικές: Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία αποκλείει τους λαούς από την ουσιαστική συμμετοχή στις αποφάσεις και λειτουργεί υπέρ των κερδών των επιχειρήσεων, ενώ και οι θεσμοί του κράτους υπηρετούν τον ίδιο στόχο. Σε αυτές τις συνθήκες, όσοι μπορούν και συσσωρεύουν περισσότερα κέρδη θεωρούνται “επιτυχημένοι“. Αυτό έχει ως συνέπεια οι άνθρωποι να διακατέχονται από διαρκή βουλιμία για σπατάλη, να γίνονται ατομιστές, εγωιστές, και ανταγωνιστικοί, να θεωρούν τους εαυτούς τους ανώτερους από τους άλλους και αντιμετωπίζουν τους συνανθρώπους τους σαν “αντιπάλους”. Αυτή η αντίληψη της “ανωτερότητας” αναπαράγεται και μέσα από το εκπαιδευτικό σύστημα και μέσα από το σύστημα της δικαιοσύνης και γενικότερα σε όλες τις κρατικές δομές. Ταυτόχρονα διαμορφώνει τις διαπροσωπικές και τις οικογενειακές σχέσεις συντηρώντας την πατριαρχία, ακόμη και με πολύ ακραίες και απάνθρωπες μορφές. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι και η σημερινή κρίση του καπιταλισμού, όπου εκτός από τη φτώχεια, την εξαθλίωση, τη στέρηση των δικαιωμάτων των λαών, εύκολα βρίσκει έδαφος ο ρατσισμός, ο εθνικισμός, η ξενοφοβία και ο φασισμός.
Επομένως, όπως υποστηρίζει ο συγγραφέας δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να σωθούν ο πλανήτης, η ζωή και οι κοινωνίες παρά μόνο η ανατροπή του καπιταλισμού. Ταυτόχρονα δε θεωρεί ότι ο σοσιαλισμός, όπως εφαρμόστηκε στα πρώην σοσιαλιστικά κράτη, είναι το σύστημα που μπορεί να οδηγήσει σε ευημερία τους λαούς. Διότι αφενός και σε αυτό το σύστημα δεν εφαρμόστηκε η δημοκρατία, και αφετέρου, απαξιώθηκε πάρα πολύ το φυσικό περιβάλλον.
Η ανατροπή λοιπόν του καπιταλισμού θα πρέπει να συνδυασθεί με τη διεκδίκηση του κοινοτισμού, όπως περιέχεται στη φιλοσοφία του Buen Vivir. Γιατί μόνο ο κοινοτισμός μπορεί να οδηγήσει τους λαούς σε κοινωνίες χωρίς σύνορα, χωρίς εξοπλισμούς, χωρίς συσσώρευση πλούτου και υπερκαταναλωτισμό. Σε κοινωνίες, όπου η οικονομία θα είναι αναδιανεμητική, και θα υπηρετεί τις πραγματικές ανάγκες των λαών. Σε κοινωνίες, όπου η δημοκρατία θα λειτουργεί με διάλογο και τις αποφάσεις θα παίρνουν οι άνθρωποι μέσα από τις οργανωμένες δομές που οι ίδιοι θα επιλέξουν. Σε κοινωνίες, όπου το εκπαιδευτικό σύστημα δε θα καλλιεργεί τον ανταγωνισμό και τον ατομοκεντρισμό, αλλά θα εξασφαλίζει ελεύθερη πρόσβαση στην μόρφωση σε όλα τα παιδιά και θα στοχεύει στην απόκτηση γνώσεων χρήσιμων για ανθρώπους που θα ζουν με αλληλεγγύη και ισοτιμία, ενώ παράλληλα θα καλλιεργεί τις ικανότητες, που μας έχει δώσει η φύση. Σε κοινωνίες, όπου δε θα έχει θέση ο αποκλεισμός, ο ρατσισμός, η ξενοφοβία και ο εθνικισμός, αλλά η αλληλεγγύη και η φροντίδα για όλους και όλα. Σε κοινωνίες όπου οι διαπροσωπικές και οι οικογενειακές σχέσεις, όπως και οι σχέσεις των δύο φύλων θα διαπνέονται από πραγματικό σεβασμό τον ενός προς τον άλλον σε πνεύμα αμοιβαιότητας και πραγματικής ισοτιμίας.
Αναμφίβολα η συμβολή του Fernando Huanacuni είναι πολύ σημαντική για την κατανόηση της φιλοσοφίας του Buen Vivir. Περισσότερο, όμως σημαντική, κατά την άποψή μου, είναι η προσπάθεια του να αποδείξει ότι ο κοινοτισμός, που αποτελεί την “καρδιά” του Buen Vivir, αν και έχει τις ρίζες του στους πρώτους αυτόχθονες της Λατινικής Αμερικής, είναι πάντα επίκαιρος και αποτελεί ένα πρότυπο, που μπορεί με τις ανάλογες προσαρμογές να εφαρμοσθεί με ευεργετικά αποτελέσματα στις σημερινές κοινωνίες. Για το λόγο αυτό πιστεύω ότι οι αναγνώστες θα έχουν την ευκαιρία να ανακαλύψουν πολλές νέες και πολύ ενδιαφέρουσες προσεγγίσεις και να βρουν αισιόδοξες απαντήσεις και, κυρίως, πρακτικές λύσεις στις ανησυχίες και τα ερωτηματικά που μας απασχολούν όλους.
Μάκης Σταύρου
Ιστορικός-Περιβαλλοντολόγος
Διαβάστε και το κείμενό μας:
Η φιλοσοφία των ιθαγενών λαών και η ανάπτυξη
Στη ζωή των αυτόχθονων η έννοια της κοινότητας, που την ονομάζουν Ayllu (Αϊγιου), έχει κομβική σημασία, γιατί σ’ αυτή δεν περιλαμβάνονται μόνο οι άνθρωποι, αλλά και ό,τι υπάρχει στη φύση (τα βουνά, τα ποτάμια, τα δέντρα , τα ζώα, ο αέρας, το νερό κ.α) Με αυτή την έννοια ο κοινοτισμός δεν έχει μόνο κοινωνικό περιεχόμενο, αλλά και οικολογικό. Βασικοί στόχοι του επομένως είναι τόσο η προάσπιση και η κατοχύρωση των δικαιωμάτων των μελών της κοινότητας, όσο και η προστασία της φύσης.
Φράσεις κλειδιά για τον κοινοτισμό στους αυτόχθονες είναι το Suma Qamaña, που προέρχεται από τους Αϋμαρά και το Sumak Kansay που προέρχεται από τους Κέτσουα. Και οι δύο αυτές φράσεις σημαίνουν “ζωή με πληρότητα και ισορροπία υλική και πνευματική”. Η πληρότητα και η ισορροπία, μπορούν να επιτευχθούν μόνο μέσα στην κοινότητα και καθορίζονται από την αρχή του Inach (Ινάτς), που σημαίνει η αρχή της ισορροπίας. “Αν το κατανοήσουν αυτό οι άνθρωποι στην εποχή μας”, υποστηρίζουν οι αυτόχθονες, “θα μπορούν, αξιοποιώντας όσα τους προσφέρει η φύση, αφενός να συνυπάρχουν ισότιμα και αφετέρου να συμβιώνουν με όλες τις υπόλοιπες μορφές ύπαρξης”.
Από το περιεχόμενο του βιβλίου γίνεται κατανοητό ότι ο σεβασμός των αυτόχθνων προς τη φύση, όχι μόνο αποτελεί συστατικό στοιχείο της ιδεολογίας τους, αλλά, έχοντας συνδέσει άρρηκτα τη φύση με τη γη, χρησιμοποιούν τον, ιερό για αυτούς, όρο Pachamama (Πατσαμάμα=Μητέρα γη), αναγορεύοντας, με τον τρόπο αυτό, τη φύση σε σύμβολο λατρείας. Όμως, για να υπάρξει αληθινή προστασία της φύσης είναι ανάγκη να λειτουργεί η κοινότητα. Μόνο σε κοινωνίες που λειτουργούν συλλογικά και όλα τα μέλη συμμετέχουν ισότιμα στις αποφάσεις, μπορεί να γίνει ουσιαστικός διάλογος για το ποιες είναι οι πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων και πως μπορούν να ικανοποιηθούν με σεβασμό προς τη φύση.
Αυτή η ιδεολογία του κοινοτισμού, που προέρχεται από τη φιλοσοφία, με την οποία ζουν στις κοινότητες οι αυτόχθονες, επικαιροποιείται στις σημερινές συνθήκες μέσα από το κίνημα του Buen Vivir και προβάλλεται ένα νέο πρότυπο ζωής. Ένα πρότυπο, όπου βρίσκουν το πραγματικό τους νόημα οι πανανθρώπινες αρχές και αξίες, όπως η δικαιοσύνη, η ελευθερία, η αλληλεγγύη, η συλλογικότητα, η ισοτιμία των δύο φύλων, η δημοκρατία, η αυτονομία, η ανεξαρτησία, η προστασία του περιβάλλοντος και πολλές άλλες, που σήμερα περνούν κρίση.
Το μεγάλο όμως εμπόδιο για την εφαρμογή αυτής της ιδεολογίας είναι το καπιταλιστικό σύστημα, το οποίο επίσης περνά κρίση, που είναι διαρθρωτική και επομένως μη αναστρέψιμη. Γιατί το σύστημα αυτό δεν έχει ως στόχο του την ικανοποίηση των πραγματικών αναγκών, αλλά τη συσσώρευση κερδών μέσα από τη δημιουργία πλασματικών αναγκών. Η συνεχής συσσώρευση κερδών στον καπιταλισμό, επισημαίνει ο συγγραφέας του Βιβλίου Fernando Huanacuni, από τη μια μεταφέρει τον παραγόμενο πλούτο σε όλο και λιγότερα χέρια και, από την άλλη, οδηγεί σε αδιέξοδα και καταστροφικές επιλογές, τόσο στην κοινωνία και στις διαπροσωπικές σχέσεις όσο και στη φύση:
Η αλόγιστη σπατάλη φυσικών πόρων και ενέργειας με στόχο τον πλουτισμό των πολυεθνικών και όχι τις ανάγκες των ανθρώπων, έχει σαν συνέπεια την επικίνδυνη συρρίκνωση των δασών, την εξαφάνιση πολλών ειδών ζώων, τη μόλυνση του αέρα, του εδάφους και των νερών, την παραγωγή εκατομμυρίων τόνων σκουπιδιών, τη ραγδαία αύξηση των εξορύξεων για αναζήτηση ενέργειας και πολύτιμων μετάλλων, την παραγωγή μεταλλαγμένων προϊόντων, την ερημοποίηση της γης και την κλιματική αλλαγή. Παράλληλα, όπως τονίζει πολύ εύστοχα ο συγγραφέας, οι ηγέτες των καπιταλιστικών χωρών βλέποντας τα αδιέξοδα και την περιβαλλοντική κρίση ανακάλυψαν τη λεγόμενη ”πράσινη” πολιτική, ή όπως την ονομάζουν “ήπια ανάπτυξη”, και μέσω αυτής αναθέτουν και πάλι στις πολυεθνικές εταιρείες να προστατέψουν το φυσικό περιβάλλον που οι ίδιες κατέστρεψαν. Παρουσιάζουν δηλαδή σαν φιλοπεριβαλλοντικές λύσεις τη δημιουργία μεγάλων εγκαταστάσεων ανεμογεννητριών, την κατασκευή τεράστιων φραγμάτων στα ποτάμια, την καθιέρωση εμπορίου του άνθρακα, τη χρήση αγροκαυσίμων, την εφαρμογή της μονοκαλλιέργειας, την παραγωγή μεταλλαγμένων προϊόντων, την εξόρυξη υδρογονανθράκων για την παραγωγή φυσικού αερίου και άλλα παρόμοια μέτρα, που στην πραγματικότητα λειτουργούν σε βάρος του περιβάλλοντος, αποκλειστικά και μόνο για να εξασφαλίσουν και πάλι κέρδη στις πολυεθνικές.
Ταυτόχρονα οι αντιπεριβαλλοντικές πολιτικές στον καπιταλισμό συνοδεύονται από αντικοινωνικές πολιτικές: Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία αποκλείει τους λαούς από την ουσιαστική συμμετοχή στις αποφάσεις και λειτουργεί υπέρ των κερδών των επιχειρήσεων, ενώ και οι θεσμοί του κράτους υπηρετούν τον ίδιο στόχο. Σε αυτές τις συνθήκες, όσοι μπορούν και συσσωρεύουν περισσότερα κέρδη θεωρούνται “επιτυχημένοι“. Αυτό έχει ως συνέπεια οι άνθρωποι να διακατέχονται από διαρκή βουλιμία για σπατάλη, να γίνονται ατομιστές, εγωιστές, και ανταγωνιστικοί, να θεωρούν τους εαυτούς τους ανώτερους από τους άλλους και αντιμετωπίζουν τους συνανθρώπους τους σαν “αντιπάλους”. Αυτή η αντίληψη της “ανωτερότητας” αναπαράγεται και μέσα από το εκπαιδευτικό σύστημα και μέσα από το σύστημα της δικαιοσύνης και γενικότερα σε όλες τις κρατικές δομές. Ταυτόχρονα διαμορφώνει τις διαπροσωπικές και τις οικογενειακές σχέσεις συντηρώντας την πατριαρχία, ακόμη και με πολύ ακραίες και απάνθρωπες μορφές. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι και η σημερινή κρίση του καπιταλισμού, όπου εκτός από τη φτώχεια, την εξαθλίωση, τη στέρηση των δικαιωμάτων των λαών, εύκολα βρίσκει έδαφος ο ρατσισμός, ο εθνικισμός, η ξενοφοβία και ο φασισμός.
Επομένως, όπως υποστηρίζει ο συγγραφέας δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να σωθούν ο πλανήτης, η ζωή και οι κοινωνίες παρά μόνο η ανατροπή του καπιταλισμού. Ταυτόχρονα δε θεωρεί ότι ο σοσιαλισμός, όπως εφαρμόστηκε στα πρώην σοσιαλιστικά κράτη, είναι το σύστημα που μπορεί να οδηγήσει σε ευημερία τους λαούς. Διότι αφενός και σε αυτό το σύστημα δεν εφαρμόστηκε η δημοκρατία, και αφετέρου, απαξιώθηκε πάρα πολύ το φυσικό περιβάλλον.
Η ανατροπή λοιπόν του καπιταλισμού θα πρέπει να συνδυασθεί με τη διεκδίκηση του κοινοτισμού, όπως περιέχεται στη φιλοσοφία του Buen Vivir. Γιατί μόνο ο κοινοτισμός μπορεί να οδηγήσει τους λαούς σε κοινωνίες χωρίς σύνορα, χωρίς εξοπλισμούς, χωρίς συσσώρευση πλούτου και υπερκαταναλωτισμό. Σε κοινωνίες, όπου η οικονομία θα είναι αναδιανεμητική, και θα υπηρετεί τις πραγματικές ανάγκες των λαών. Σε κοινωνίες, όπου η δημοκρατία θα λειτουργεί με διάλογο και τις αποφάσεις θα παίρνουν οι άνθρωποι μέσα από τις οργανωμένες δομές που οι ίδιοι θα επιλέξουν. Σε κοινωνίες, όπου το εκπαιδευτικό σύστημα δε θα καλλιεργεί τον ανταγωνισμό και τον ατομοκεντρισμό, αλλά θα εξασφαλίζει ελεύθερη πρόσβαση στην μόρφωση σε όλα τα παιδιά και θα στοχεύει στην απόκτηση γνώσεων χρήσιμων για ανθρώπους που θα ζουν με αλληλεγγύη και ισοτιμία, ενώ παράλληλα θα καλλιεργεί τις ικανότητες, που μας έχει δώσει η φύση. Σε κοινωνίες, όπου δε θα έχει θέση ο αποκλεισμός, ο ρατσισμός, η ξενοφοβία και ο εθνικισμός, αλλά η αλληλεγγύη και η φροντίδα για όλους και όλα. Σε κοινωνίες όπου οι διαπροσωπικές και οι οικογενειακές σχέσεις, όπως και οι σχέσεις των δύο φύλων θα διαπνέονται από πραγματικό σεβασμό τον ενός προς τον άλλον σε πνεύμα αμοιβαιότητας και πραγματικής ισοτιμίας.
Αναμφίβολα η συμβολή του Fernando Huanacuni είναι πολύ σημαντική για την κατανόηση της φιλοσοφίας του Buen Vivir. Περισσότερο, όμως σημαντική, κατά την άποψή μου, είναι η προσπάθεια του να αποδείξει ότι ο κοινοτισμός, που αποτελεί την “καρδιά” του Buen Vivir, αν και έχει τις ρίζες του στους πρώτους αυτόχθονες της Λατινικής Αμερικής, είναι πάντα επίκαιρος και αποτελεί ένα πρότυπο, που μπορεί με τις ανάλογες προσαρμογές να εφαρμοσθεί με ευεργετικά αποτελέσματα στις σημερινές κοινωνίες. Για το λόγο αυτό πιστεύω ότι οι αναγνώστες θα έχουν την ευκαιρία να ανακαλύψουν πολλές νέες και πολύ ενδιαφέρουσες προσεγγίσεις και να βρουν αισιόδοξες απαντήσεις και, κυρίως, πρακτικές λύσεις στις ανησυχίες και τα ερωτηματικά που μας απασχολούν όλους.
Μάκης Σταύρου
Ιστορικός-Περιβαλλοντολόγος
Διαβάστε και το κείμενό μας:
Η φιλοσοφία των ιθαγενών λαών και η ανάπτυξη