Αλέξανδρος Μαυρικάκης*
Συνεχίζονται, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, οι συνομιλίες για τη Διατλαντική Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης Εμπορίου και Επενδύσεων (Transatlantic Trade and Investment Partnership-ΤΤΙΡ) μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε.
Σκοπός είναι η δημιουργία μιας ελεύθερης ζώνης εμπορίου και επενδύσεων και στόχοι η αύξηση των εξαγωγών, η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και η δημιουργία νέων επενδύσεων.
Το οικονομικό όφελος αποτιμάται σε αρκετά δισ. και θα αφορά περίπου το 50% των συναλλαγών σε παγκόσμια κλίμακα.
Οι διαπραγματεύσεις για τη Συμφωνία ξεκίνησαν το 2013 με βασικούς άξονες την εξάλειψη τελών και δασμών, την άρση των εμποδίων στις εμπορικές συναλλαγές και την εναρμόνιση κανονισμών και ρυθμίσεων.
Χαρακτηριστικό της Συμφωνίας είναι πως από την έναρξη των διαπραγματεύσεων επικρατούν μυστικότητα, έλλειψη δημοσιότητας και διαφάνειας και γεννώνται ερωτήματα σχετικά με το περιεχόμενό της, δηλαδή με όσα κατά καιρούς διαρρέουν ή επιλεκτικά δημοσιοποιούνται (1).
Για παράδειγμα, σχετικά με την «άρση των εμποδίων» στο διατλαντικό εμπόριο θα πρέπει να μάθουμε αν εννοούνται ως εμπόδια οι λειτουργίες του κοινωνικού κράτους και του κράτους πρόνοιας στα κράτη-μέλη της Ε.Ε., η εργατική νομοθεσία και τα συνδικαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων.
Αν εννοείται η πλήρης απελευθέρωση της αγοράς των υπηρεσιών που θα περιλαμβάνει την υγεία, την παιδεία, το νερό, την ενέργεια κ.λπ.
Λέγοντας «εναρμόνιση κανονισμών και ρυθμίσεων» και με δεδομένο πως οι διατροφικοί κανονισμοί στις ΗΠΑ είναι διαφορετικοί, το ερώτημα είναι αν υπάρξει εναρμόνιση των χωρών της Ε.Ε. με τις ΗΠΑ. Αν θα καταργηθεί η νομοθεσία για τα γενετικά μεταλλαγμένα προϊόντα, για τα προϊόντα ονομασίας προέλευσης και γεωγραφικής ένδειξης και η υποχρέωση ενημέρωσης με ετικέτες στα προϊόντα.
Αν θα υπάρξουν νέοι κανονισμοί στην παραγωγή βιολογικών προϊόντων και ποιο θα είναι το νομικό πλαίσιο (πατέντα) για τους σπόρους και την καλλιέργειά τους από την οικογενειακή γεωργία (2). Αν θα υπάρξουν αλλαγές σε ό,τι αφορά τους υγειονομικούς και φυτοϋγειονομικούς κανονισμούς (3) και τους κανονισμούς για τα χημικά προϊόντα(4).
Επίσης, με βάση όσα είναι γνωστά για τη Συμφωνία, μια εταιρεία θα μπορεί να αποκτήσει νομική υπόσταση ισοδύναμη με ένα κράτος. Δηλαδή παρακάμπτοντας την εθνική νομοθεσία να προσφύγει σε διαιτητικούς μηχανισμούς (5), ενάντια σε κράτος-μέλος της Ε.Ε., ζητώντας αποζημίωση, αν αυτό νομοθετήσει προς όφελος των δικαιωμάτων του πολίτη και της δημόσιας υγείας και η εταιρεία κρίνει πως η πράξη αυτή τη ζημιώνει (6).
Δεν πρόκειται λοιπόν για μια απλή εμπορική συμφωνία αλλά για μια γεωπολιτική συμφωνία, έξω από κάθε δημοκρατική νομιμότητα, για τον διεθνή καταμερισμό της παραγωγής που θα αλλάξει τις ροές του παγκόσμιου εμπορίου, οι οποίες καθορίζονται από τις ανάγκες του μοντέλου παραγωγής και κατανάλωσης των αναπτυγμένων χωρών, την κερδοφορία των πολυεθνικών εταιρειών αλλά και τον ανταγωνισμό των ΗΠΑ με τη Ρωσία και την Κίνα.
Στην Ελλάδα υπάρχει ελάχιστη πληροφόρηση και, κλεισμένοι στον μικρόκοσμό μας, δεν αντιλαμβανόμαστε τις μεγάλες αλλαγές που κυοφορούνται.
Ελάχιστα τα δημοσιεύματα από τον Τύπο και ελάχιστες έως ανύπαρκτες οι παρεμβάσεις από τις εργατικές και συνεταιριστικές ενώσεις, τους εμπορικούς συλλόγους, τα επιμελητήρια και τα επιστημονικά και συνδικαλιστικά σωματεία.
Η Συμφωνία αυτή, όπως παρουσιάζεται, θα καθορίσει την ανάπτυξη της χώρας, εντάσσοντάς την σε ένα μοντέλο παραγωγής, που ίσως καταστεί μη αντιστρεπτό.
Η ένταξη σε αυτό το μοντέλο, εκτός των άλλων, θα φέρει αντιμέτωπη την οικογενειακή γεωργία και την ποιοτική παραγωγή με τη μαζική βιομηχανοποιημένη παραγωγή και θα θέσει σε κίνδυνο προϊόντα με προστατευόμενες ονομασίες προέλευσης και προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις (φέτα, λάδι, κρασί κ.λπ.).
Η κυβέρνηση πρέπει να ενημερώσει τον ελληνικό λαό και τα κόμματα οφείλουν να δημοσιοποιήσουν τη θέση τους.
Οταν θα έρθει προς ψήφιση το τελικό κείμενο της Συμφωνίας στο ελληνικό Κοινοβούλιο (αν έρθει) να μην πέσουν από τα σύννεφα (ως συνήθως) κάποιοι βουλευτές και ας μην επαναστατήσουν (στις πρωινές τηλεοπτικές εκπομπές) κάποιοι άλλοι. Θα είναι ένα νέο μνημόνιο.
(1) Απαγορεύεται κάθε πρόσβαση στα πρακτικά των διαπραγματεύσεων για 30 χρόνια.
(2) Οι μεγάλες σποροπαραγωγικές εταιρείες στοχεύουν στον έλεγχο του φυτογενετικού υλικού και επιδιώκουν την πληρωμή δικαιωμάτων για τη χρήση των σπόρων από τους αγρότες.
(3) Στις ΗΠΑ είναι γνωστές οι πρακτικές επεξεργασίας κρέατος με χλώριο, η χρήση επιταχυντών ανάπτυξης και επιτρέπεται η παραγωγή γενετικά μεταλλαγμένων προϊόντων.
(4) Ο κανονισμός REACH που υπακούει στην αρχή της προφύλαξης και υποχρεώνει τις βιομηχανίες (σε αντίθεση με τις ΗΠΑ) να αποδείξουν ότι μια χημική ουσία είναι ασφαλής προκειμένου να λάβουν άδεια εμπορικής εκμετάλλευσης.
(5) Σύστημα επίλυσης διαφορών επενδυτή-κράτους (Investor–State Dispute Settlement - ISDS). Συζητείται να αντικατασταθεί ο ISDS με έναν νέο μηχανισμό για την επίλυση των διαφορών.
(6) Για παράδειγμα: η καπνοβιομηχανία Philip Morris κατά της Ουρουγουάης, η εταιρεία ύδρευσης Veolia κατά της Αιγύπτου, η αμερικανική εταιρεία Cargill κατά του Μεξικού, η Deutsche Bank κατά της Σρι Λάνκα.
* οικονομολόγος, MSc Διοίκηση Μονάδων Υγείας
Συνεχίζονται, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, οι συνομιλίες για τη Διατλαντική Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης Εμπορίου και Επενδύσεων (Transatlantic Trade and Investment Partnership-ΤΤΙΡ) μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε.
Σκοπός είναι η δημιουργία μιας ελεύθερης ζώνης εμπορίου και επενδύσεων και στόχοι η αύξηση των εξαγωγών, η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και η δημιουργία νέων επενδύσεων.
Το οικονομικό όφελος αποτιμάται σε αρκετά δισ. και θα αφορά περίπου το 50% των συναλλαγών σε παγκόσμια κλίμακα.
Οι διαπραγματεύσεις για τη Συμφωνία ξεκίνησαν το 2013 με βασικούς άξονες την εξάλειψη τελών και δασμών, την άρση των εμποδίων στις εμπορικές συναλλαγές και την εναρμόνιση κανονισμών και ρυθμίσεων.
Χαρακτηριστικό της Συμφωνίας είναι πως από την έναρξη των διαπραγματεύσεων επικρατούν μυστικότητα, έλλειψη δημοσιότητας και διαφάνειας και γεννώνται ερωτήματα σχετικά με το περιεχόμενό της, δηλαδή με όσα κατά καιρούς διαρρέουν ή επιλεκτικά δημοσιοποιούνται (1).
Για παράδειγμα, σχετικά με την «άρση των εμποδίων» στο διατλαντικό εμπόριο θα πρέπει να μάθουμε αν εννοούνται ως εμπόδια οι λειτουργίες του κοινωνικού κράτους και του κράτους πρόνοιας στα κράτη-μέλη της Ε.Ε., η εργατική νομοθεσία και τα συνδικαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων.
Αν εννοείται η πλήρης απελευθέρωση της αγοράς των υπηρεσιών που θα περιλαμβάνει την υγεία, την παιδεία, το νερό, την ενέργεια κ.λπ.
Λέγοντας «εναρμόνιση κανονισμών και ρυθμίσεων» και με δεδομένο πως οι διατροφικοί κανονισμοί στις ΗΠΑ είναι διαφορετικοί, το ερώτημα είναι αν υπάρξει εναρμόνιση των χωρών της Ε.Ε. με τις ΗΠΑ. Αν θα καταργηθεί η νομοθεσία για τα γενετικά μεταλλαγμένα προϊόντα, για τα προϊόντα ονομασίας προέλευσης και γεωγραφικής ένδειξης και η υποχρέωση ενημέρωσης με ετικέτες στα προϊόντα.
Αν θα υπάρξουν νέοι κανονισμοί στην παραγωγή βιολογικών προϊόντων και ποιο θα είναι το νομικό πλαίσιο (πατέντα) για τους σπόρους και την καλλιέργειά τους από την οικογενειακή γεωργία (2). Αν θα υπάρξουν αλλαγές σε ό,τι αφορά τους υγειονομικούς και φυτοϋγειονομικούς κανονισμούς (3) και τους κανονισμούς για τα χημικά προϊόντα(4).
Επίσης, με βάση όσα είναι γνωστά για τη Συμφωνία, μια εταιρεία θα μπορεί να αποκτήσει νομική υπόσταση ισοδύναμη με ένα κράτος. Δηλαδή παρακάμπτοντας την εθνική νομοθεσία να προσφύγει σε διαιτητικούς μηχανισμούς (5), ενάντια σε κράτος-μέλος της Ε.Ε., ζητώντας αποζημίωση, αν αυτό νομοθετήσει προς όφελος των δικαιωμάτων του πολίτη και της δημόσιας υγείας και η εταιρεία κρίνει πως η πράξη αυτή τη ζημιώνει (6).
Δεν πρόκειται λοιπόν για μια απλή εμπορική συμφωνία αλλά για μια γεωπολιτική συμφωνία, έξω από κάθε δημοκρατική νομιμότητα, για τον διεθνή καταμερισμό της παραγωγής που θα αλλάξει τις ροές του παγκόσμιου εμπορίου, οι οποίες καθορίζονται από τις ανάγκες του μοντέλου παραγωγής και κατανάλωσης των αναπτυγμένων χωρών, την κερδοφορία των πολυεθνικών εταιρειών αλλά και τον ανταγωνισμό των ΗΠΑ με τη Ρωσία και την Κίνα.
Στην Ελλάδα υπάρχει ελάχιστη πληροφόρηση και, κλεισμένοι στον μικρόκοσμό μας, δεν αντιλαμβανόμαστε τις μεγάλες αλλαγές που κυοφορούνται.
Ελάχιστα τα δημοσιεύματα από τον Τύπο και ελάχιστες έως ανύπαρκτες οι παρεμβάσεις από τις εργατικές και συνεταιριστικές ενώσεις, τους εμπορικούς συλλόγους, τα επιμελητήρια και τα επιστημονικά και συνδικαλιστικά σωματεία.
Η Συμφωνία αυτή, όπως παρουσιάζεται, θα καθορίσει την ανάπτυξη της χώρας, εντάσσοντάς την σε ένα μοντέλο παραγωγής, που ίσως καταστεί μη αντιστρεπτό.
Η ένταξη σε αυτό το μοντέλο, εκτός των άλλων, θα φέρει αντιμέτωπη την οικογενειακή γεωργία και την ποιοτική παραγωγή με τη μαζική βιομηχανοποιημένη παραγωγή και θα θέσει σε κίνδυνο προϊόντα με προστατευόμενες ονομασίες προέλευσης και προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις (φέτα, λάδι, κρασί κ.λπ.).
Η κυβέρνηση πρέπει να ενημερώσει τον ελληνικό λαό και τα κόμματα οφείλουν να δημοσιοποιήσουν τη θέση τους.
Οταν θα έρθει προς ψήφιση το τελικό κείμενο της Συμφωνίας στο ελληνικό Κοινοβούλιο (αν έρθει) να μην πέσουν από τα σύννεφα (ως συνήθως) κάποιοι βουλευτές και ας μην επαναστατήσουν (στις πρωινές τηλεοπτικές εκπομπές) κάποιοι άλλοι. Θα είναι ένα νέο μνημόνιο.
(1) Απαγορεύεται κάθε πρόσβαση στα πρακτικά των διαπραγματεύσεων για 30 χρόνια.
(2) Οι μεγάλες σποροπαραγωγικές εταιρείες στοχεύουν στον έλεγχο του φυτογενετικού υλικού και επιδιώκουν την πληρωμή δικαιωμάτων για τη χρήση των σπόρων από τους αγρότες.
(3) Στις ΗΠΑ είναι γνωστές οι πρακτικές επεξεργασίας κρέατος με χλώριο, η χρήση επιταχυντών ανάπτυξης και επιτρέπεται η παραγωγή γενετικά μεταλλαγμένων προϊόντων.
(4) Ο κανονισμός REACH που υπακούει στην αρχή της προφύλαξης και υποχρεώνει τις βιομηχανίες (σε αντίθεση με τις ΗΠΑ) να αποδείξουν ότι μια χημική ουσία είναι ασφαλής προκειμένου να λάβουν άδεια εμπορικής εκμετάλλευσης.
(5) Σύστημα επίλυσης διαφορών επενδυτή-κράτους (Investor–State Dispute Settlement - ISDS). Συζητείται να αντικατασταθεί ο ISDS με έναν νέο μηχανισμό για την επίλυση των διαφορών.
(6) Για παράδειγμα: η καπνοβιομηχανία Philip Morris κατά της Ουρουγουάης, η εταιρεία ύδρευσης Veolia κατά της Αιγύπτου, η αμερικανική εταιρεία Cargill κατά του Μεξικού, η Deutsche Bank κατά της Σρι Λάνκα.
* οικονομολόγος, MSc Διοίκηση Μονάδων Υγείας