Λευτέρης Τενεκίδης
Είναι καιρός να ξεφύγουμε από τις συλλογικές ψευδαισθήσεις, που τόσο καλά μας βύθισε σε αυτές, το όνειρο της εποχής πριν την κρίση του 2008. Η κρίση πάντα υπήρχε και μάλιστα σε κάθε επίπεδο, πέραν της αριθμητικής οικονομίας, μα ο τρόπος ζωής μας αδυνατούσε να την βγάλει στην φόρα. Χρειάστηκε ο οικονομισμός και η αυταρχικότητα της μέσης λύσης, πέρα των άκρων δηλαδή, του ύστατου νεοφιλελευθερισμού για να μας δείξει πως ο μαρασμός μας, δεν είναι μονό ισολογιστικά λάθη, μα κάτι παραπάνω. Ο άνθρωπος πεθαίνει, μαζί του οι αξίες , η γνώση, τα αισθήματά του, το περιβάλλον, η σκέψη, όλο αυτό που θα μπορούσαμε να ορίσουμε ως ζωή.
Ο τρόπος παραγωγής αποστείρωσε κάθε ιδεολογία, κάθε συναίσθημα, κάθε λόγο ύπαρξης, θέτοντας την επίτευξη του μέγιστου κέρδους σαν υπέρτατη αξία της ζωής. Η ζωή έπαψε να είναι μια περιπέτεια και έγινε μια ατέρμονη διαδικασία παραγωγής πλεονάσματος. Πλεονάσματος, που καταστρέφεται για να ικανοποιηθεί η ληστρική επιθυμία μας να αποκτήσουμε κέρδος. Κέρδος, που ποτέ δεν έρχεται σε συμφωνία με την ανθρωπιά και την συνθήκη να ζούμε σε αρμονία με τον κόσμο γύρω μας. Ο πολιτισμός της παραγωγής που δομήσαμε, όσο απεχθές και αν ακουστεί, είναι μια παραφωνία στο φυσικό μας περιβάλλον και κάπου εκεί ξεκινάει η κρίση.
Ο παροξυσμός μας για την ανάπτυξη μας αποστερεί τις ακόμη και τα βασικά ανθρώπινα χαρακτηριστικά μας. Ο έρωτας, η σκέψη, ο τρόπος έκφρασής μας, διαμορφώθηκαν έτσι ώστε να εξυπηρετούν τον ανώτερο σκοπό της ανάπτυξης το κέρδος. Κάνουμε έρωτα, όχι επειδή είμαστε άνθρωποι και γουστάρουμε να κάνουμε έρωτα, αλλά επειδή θέλουμε να κερδίσουμε σεβασμό στον κοινωνικό μας περίγυρο (πχ. Η εικόνα του “άντρακλα”), καθιστώντας την πιο όμορφη ανθρώπινη επαφή, ένα είδος δημόσιας σχέσης, αποξενώνοντας τον άνθρωπο από την χαρά της ζωής. Η σκέψη ακόμα γίνεται ένα εργαλείο παραγωγής. Επιχειρούμε δίχως τέλος ματαιόδοξα ταξίδια στην λύση του θαύματος της ζωής ή στην εξερεύνηση των κόσμων πέρα από τον δικό μας, όχι για να δώσουμε κάποια απάντηση σε αυτά ώστε να συνειδητοποιήσουμε ποιοι είμαστε και γιατί είμαστε εδώ, μα για να αυξήσουμε την ικανότητά μας να παράγουμε συνεχώς κέρδος, εξ ‘ου λοιπόν οι “διακοπές στο διάστημα”, οι “γονιδιακές τράπεζες” , οι 3d εκτυπωτές, που δείχνουν το όραμα μιας τέλειας τεχνολογικής ουτοπίας, που δίνει την λύση σε κάθε υλικό πρόβλημα, αγνοώντας πλήρως κάθε τι που πηγάζει από τον ίδιο τον άνθρωπο.
Πολλοί θα πουν είναι η φυσική εξέλιξη του ανθρώπου για να επιβιώσει, να γίνει ένα με την τεχνολογία της ανάπτυξης, να αποικήσει στο διάστημα, να ξεπεράσει κάθε οικονομική κρίση- με μια οικονομική ευζωία-, να αποστειρώσει πλήρως τα συναισθήματά του που εμποδίζουν την έλευση ενός τέτοιου φωτεινού οράματος. Υπάρχει ένα λάθος εδώ όμως, απολύτως σημαντικό. Μιλάμε για το μέλλον της ανθρωπότητας, προβλέποντας την ιστορική μας τάση και όχι δημιουργώντας την ίδια την ιστορία και αυτό είναι η πηγή της κρίσης που πάντα βιώναμε.
Η αποκοπή μας από την φύση, η προσήλωση στον μεσσιανισμό της “ανάπτυξης”, διαστρέβλωσε την ανθρωπιά μας-κάτι που πηγάζει από την σχέση μας με την φύση- σε τέτοιο βαθμό που δρούμε έτσι ώστε να καταστρέφουμε τις τελευταίες ομορφιές του φυσικού και φαντασιακού μας κόσμου.
Οι δείκτες ευζωίας μας δεν μετράνε την καταστροφή που προξενούμε στο περιβάλλον, τα μέτρα “βιώσιμης ανάπτυξης” ή ακόμα καλύτερα η “πράσινη ανάπτυξη” μας δίνουν το άλλοθι να παράγουμε περισσότερο-ξεχνώντας πως καταστρέφουμε περισσότερο-, την ίδια στιγμή που η ποιότητα ζωής μας υποβαθμίζεται ολοένα και πιο πολύ στις μεγαλουπόλεις. Την ίδια στιγμή οι “αναπτυσσόμενες” χώρες, παλεύουν να ζήσουν το δυτικό όνειρο μπαίνοντας στον άγριο χορό της ανάπτυξης, σφάζοντας φυσικούς θησαυρούς στο όνομα του κέρδους. Ζώα, δάση, λίμνες, άνθρωποι ψοφάνε για την δυτική ευτυχία κάτω από πριόνια, υψικαμίνους και μπουλντόζες. Πόλεμοι στο όνομα του νερού, του πετρελαίου, του γαιάνθρακα, του ουρανίου ξεκάνουν τη ανθρωπότητα για να προχωρήσουμε στις τεχνολογικές μας ουτοπίες, που θα αποθεώνουν την απολυταρχία, την ανελευθερία, την απανθρωπιά.
Ο άνθρωπος μακριά από τη φύση γίνεται ολοένα και πιο μόνος, ολοένα και πιο αλαζόνας, ολοένα και πιο πλεονέκτης, ολοένα και πιο “πολιτισμένος”, ολοένα και ατομιστής, ολοένα και πιο “αποπολιτικοποιημένος”, ώστε να κερδίσει περισσότερα, περισσότερα, περισσότερα…
Πρέπει να ξεκολλήσουμε από τα όνειρα του να γυρίσουμε στις εποχές της προ-οικονομικής κρίσης, σε κείνα τα όνειρα της ανάπτυξης, γιατί οι μέρες μας εδώ πέρα είναι μετρημένες, ανεξάρτητα από αυτόν που τελικά θα διαχειριστεί την παραγωγή. Είναι πια το κρίσιμο σημείο της ανθρωπότητας και ακόμα παραπάνω της φύσης. Και δεν ρίξω στο τραπέζι την “βαθιά οικολογία”, γιατί αρκετοί την αποδοκιμάζουν άκριτα, παρά μόναχα ένα δίπολο: Ή θα αυτοκτονήσουμε επιδιώκοντας την ανάπτυξη ή θα ζήσουμε με μια τελείως νέα συνείδηση πιο κοντά στην φύση, άρα και στον άνθρωπο, ικανή να κάνει τον άνθρωπο πραγματικά ευτυχισμένο.
(Πριν λίγες δεκαετίες η ευτυχία-που συνέπιπτε με το αν είναι φτωχός ή όχι- του μέσου ανθρώπου, καθοριζόταν από το άμα είχε στην κατοχή του δυο τηλεοράσεις. Τώρα το μέτρο της ευτυχίας είναι η κατοχή σύνδεσης στο διαδίκτυο. Ας αναλογιστούμε αυτό.)
*Από τη δεκαετία του 1970 παρατηρήθηκε για πρώτη φορά το παράδοξο («Easterlin-Paradox»,1974), σύμφωνα με το οποίο: Η ικανοποίηση και η ποιότητα ζωής των ανθρώπων, από ένα σημείο και μετά, δεν εξαρτάται από την αύξηση του εισοδήματος και της κατανάλωσης, αλλά πολύ περισσότερο από άλλους παράγοντες.
Είναι καιρός να ξεφύγουμε από τις συλλογικές ψευδαισθήσεις, που τόσο καλά μας βύθισε σε αυτές, το όνειρο της εποχής πριν την κρίση του 2008. Η κρίση πάντα υπήρχε και μάλιστα σε κάθε επίπεδο, πέραν της αριθμητικής οικονομίας, μα ο τρόπος ζωής μας αδυνατούσε να την βγάλει στην φόρα. Χρειάστηκε ο οικονομισμός και η αυταρχικότητα της μέσης λύσης, πέρα των άκρων δηλαδή, του ύστατου νεοφιλελευθερισμού για να μας δείξει πως ο μαρασμός μας, δεν είναι μονό ισολογιστικά λάθη, μα κάτι παραπάνω. Ο άνθρωπος πεθαίνει, μαζί του οι αξίες , η γνώση, τα αισθήματά του, το περιβάλλον, η σκέψη, όλο αυτό που θα μπορούσαμε να ορίσουμε ως ζωή.
Ο τρόπος παραγωγής αποστείρωσε κάθε ιδεολογία, κάθε συναίσθημα, κάθε λόγο ύπαρξης, θέτοντας την επίτευξη του μέγιστου κέρδους σαν υπέρτατη αξία της ζωής. Η ζωή έπαψε να είναι μια περιπέτεια και έγινε μια ατέρμονη διαδικασία παραγωγής πλεονάσματος. Πλεονάσματος, που καταστρέφεται για να ικανοποιηθεί η ληστρική επιθυμία μας να αποκτήσουμε κέρδος. Κέρδος, που ποτέ δεν έρχεται σε συμφωνία με την ανθρωπιά και την συνθήκη να ζούμε σε αρμονία με τον κόσμο γύρω μας. Ο πολιτισμός της παραγωγής που δομήσαμε, όσο απεχθές και αν ακουστεί, είναι μια παραφωνία στο φυσικό μας περιβάλλον και κάπου εκεί ξεκινάει η κρίση.
Ο παροξυσμός μας για την ανάπτυξη μας αποστερεί τις ακόμη και τα βασικά ανθρώπινα χαρακτηριστικά μας. Ο έρωτας, η σκέψη, ο τρόπος έκφρασής μας, διαμορφώθηκαν έτσι ώστε να εξυπηρετούν τον ανώτερο σκοπό της ανάπτυξης το κέρδος. Κάνουμε έρωτα, όχι επειδή είμαστε άνθρωποι και γουστάρουμε να κάνουμε έρωτα, αλλά επειδή θέλουμε να κερδίσουμε σεβασμό στον κοινωνικό μας περίγυρο (πχ. Η εικόνα του “άντρακλα”), καθιστώντας την πιο όμορφη ανθρώπινη επαφή, ένα είδος δημόσιας σχέσης, αποξενώνοντας τον άνθρωπο από την χαρά της ζωής. Η σκέψη ακόμα γίνεται ένα εργαλείο παραγωγής. Επιχειρούμε δίχως τέλος ματαιόδοξα ταξίδια στην λύση του θαύματος της ζωής ή στην εξερεύνηση των κόσμων πέρα από τον δικό μας, όχι για να δώσουμε κάποια απάντηση σε αυτά ώστε να συνειδητοποιήσουμε ποιοι είμαστε και γιατί είμαστε εδώ, μα για να αυξήσουμε την ικανότητά μας να παράγουμε συνεχώς κέρδος, εξ ‘ου λοιπόν οι “διακοπές στο διάστημα”, οι “γονιδιακές τράπεζες” , οι 3d εκτυπωτές, που δείχνουν το όραμα μιας τέλειας τεχνολογικής ουτοπίας, που δίνει την λύση σε κάθε υλικό πρόβλημα, αγνοώντας πλήρως κάθε τι που πηγάζει από τον ίδιο τον άνθρωπο.
Πολλοί θα πουν είναι η φυσική εξέλιξη του ανθρώπου για να επιβιώσει, να γίνει ένα με την τεχνολογία της ανάπτυξης, να αποικήσει στο διάστημα, να ξεπεράσει κάθε οικονομική κρίση- με μια οικονομική ευζωία-, να αποστειρώσει πλήρως τα συναισθήματά του που εμποδίζουν την έλευση ενός τέτοιου φωτεινού οράματος. Υπάρχει ένα λάθος εδώ όμως, απολύτως σημαντικό. Μιλάμε για το μέλλον της ανθρωπότητας, προβλέποντας την ιστορική μας τάση και όχι δημιουργώντας την ίδια την ιστορία και αυτό είναι η πηγή της κρίσης που πάντα βιώναμε.
Η αποκοπή μας από την φύση, η προσήλωση στον μεσσιανισμό της “ανάπτυξης”, διαστρέβλωσε την ανθρωπιά μας-κάτι που πηγάζει από την σχέση μας με την φύση- σε τέτοιο βαθμό που δρούμε έτσι ώστε να καταστρέφουμε τις τελευταίες ομορφιές του φυσικού και φαντασιακού μας κόσμου.
Οι δείκτες ευζωίας μας δεν μετράνε την καταστροφή που προξενούμε στο περιβάλλον, τα μέτρα “βιώσιμης ανάπτυξης” ή ακόμα καλύτερα η “πράσινη ανάπτυξη” μας δίνουν το άλλοθι να παράγουμε περισσότερο-ξεχνώντας πως καταστρέφουμε περισσότερο-, την ίδια στιγμή που η ποιότητα ζωής μας υποβαθμίζεται ολοένα και πιο πολύ στις μεγαλουπόλεις. Την ίδια στιγμή οι “αναπτυσσόμενες” χώρες, παλεύουν να ζήσουν το δυτικό όνειρο μπαίνοντας στον άγριο χορό της ανάπτυξης, σφάζοντας φυσικούς θησαυρούς στο όνομα του κέρδους. Ζώα, δάση, λίμνες, άνθρωποι ψοφάνε για την δυτική ευτυχία κάτω από πριόνια, υψικαμίνους και μπουλντόζες. Πόλεμοι στο όνομα του νερού, του πετρελαίου, του γαιάνθρακα, του ουρανίου ξεκάνουν τη ανθρωπότητα για να προχωρήσουμε στις τεχνολογικές μας ουτοπίες, που θα αποθεώνουν την απολυταρχία, την ανελευθερία, την απανθρωπιά.
Ο άνθρωπος μακριά από τη φύση γίνεται ολοένα και πιο μόνος, ολοένα και πιο αλαζόνας, ολοένα και πιο πλεονέκτης, ολοένα και πιο “πολιτισμένος”, ολοένα και ατομιστής, ολοένα και πιο “αποπολιτικοποιημένος”, ώστε να κερδίσει περισσότερα, περισσότερα, περισσότερα…
Πρέπει να ξεκολλήσουμε από τα όνειρα του να γυρίσουμε στις εποχές της προ-οικονομικής κρίσης, σε κείνα τα όνειρα της ανάπτυξης, γιατί οι μέρες μας εδώ πέρα είναι μετρημένες, ανεξάρτητα από αυτόν που τελικά θα διαχειριστεί την παραγωγή. Είναι πια το κρίσιμο σημείο της ανθρωπότητας και ακόμα παραπάνω της φύσης. Και δεν ρίξω στο τραπέζι την “βαθιά οικολογία”, γιατί αρκετοί την αποδοκιμάζουν άκριτα, παρά μόναχα ένα δίπολο: Ή θα αυτοκτονήσουμε επιδιώκοντας την ανάπτυξη ή θα ζήσουμε με μια τελείως νέα συνείδηση πιο κοντά στην φύση, άρα και στον άνθρωπο, ικανή να κάνει τον άνθρωπο πραγματικά ευτυχισμένο.
(Πριν λίγες δεκαετίες η ευτυχία-που συνέπιπτε με το αν είναι φτωχός ή όχι- του μέσου ανθρώπου, καθοριζόταν από το άμα είχε στην κατοχή του δυο τηλεοράσεις. Τώρα το μέτρο της ευτυχίας είναι η κατοχή σύνδεσης στο διαδίκτυο. Ας αναλογιστούμε αυτό.)
*Από τη δεκαετία του 1970 παρατηρήθηκε για πρώτη φορά το παράδοξο («Easterlin-Paradox»,1974), σύμφωνα με το οποίο: Η ικανοποίηση και η ποιότητα ζωής των ανθρώπων, από ένα σημείο και μετά, δεν εξαρτάται από την αύξηση του εισοδήματος και της κατανάλωσης, αλλά πολύ περισσότερο από άλλους παράγοντες.