Σύμφωνα με την πρόσφατη δήλωση του Ρίτσαρντ Ντόκινς, διαπρεπούς εξελικτικού βιολόγου και πασίγνωστου συγγραφέα, το να αποφασίσει μια γυναίκα συνειδητά να φέρει στον κόσμο ένα παιδί που πάσχει από το σύνδρομο Down (ή τρισωμία 21) «είναι ανήθικο». Και το καλύτερο που θα μπορούσε να κάνει η μητέρα του άτυχου κυήματος είναι «να κάνει έκτρωση.
Γράφει ο Σπύρος Μανουσέλης
Είναι γνωστή η μοναδική ικανότητα του διάσημου Βρετανού βιολόγου και συγγραφέα Ρίτσαρντ Ντόκινς (R. Dawkins) να διχάζει με τις ενίοτε ακραίες και σκοπίμως προκλητικές δηλώσεις του τόσο την κοινή γνώμη όσο και τη διεθνή επιστημονική κοινότητα. Η πιο πρόσφατη «αταξία» του έλαβε χώρα στις 20 Αυγούστου, όταν σε μια διαδικτυακή συζήτηση στο twitter μια γυναίκα έθεσε το ερώτημα τι θα έπρεπε να κάνει αν γνώριζε ότι κυοφορεί ένα παιδί που υποφέρει από νοητική και σωματική καθυστέρηση.
Σε αυτό το βασανιστικό ερώτημα ο Ντόκινς απάντησε ευθαρσώς ότι «το να αποφασίσει κάποιος να φέρει στον κόσμο ένα παιδί που πάσχει από το σύνδρομο Down είναι ανήθικο» και αμέσως μετά ένιωσε την ανάγκη να προσθέσει την εξής σοκαριστική συμβουλή προς κάθε μητέρα που μπορεί να κυοφορούσε ένα έμβρυο με σύνδρομο Down: «Κάνε έκτρωση και προσπάθησε ξανά!»
Η ψευδοανθρωπιστική συγκάλυψη των βιοεξουσιαστικών πρακτικών
Η επίμαχη συζήτηση στο twitter ξεκίνησε με αφορμή ένα γεγονός που συγκλόνισε πρόσφατα την Ιρλανδία: οι αρχές εξανάγκασαν μια ψυχικά ασταθή γυναίκα που είχε πέσει θύμα βιασμού να φέρει στον κόσμο το παιδί της παρά τη θέλησή της.
Σχολιάζοντας τη δεινή θέση των γυναικών στην Ιρλανδία, ο Ντόκινς είπε: «Η Ιρλανδία είναι μια πολιτισμένη χώρα, με εξαίρεση το συγκεκριμένο θέμα», το γεγονός δηλαδή ότι οι αμβλώσεις είναι παράνομες. Οταν όμως ένας άλλος χρήστης τού έθεσε το ερώτημα εάν θεωρεί πολιτισμένες την Αγγλία και την Ουαλία, όπου, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το 2012 εξοντώθηκαν 994 ανθρώπινα όντα με σύνδρομο Down πριν ακόμα γεννηθούν, ο Ντόκινς απάντησε ότι τις θεωρεί ιδιαίτερα πολιτισμένες «επειδή οι αμβλώσεις έγιναν σε έμβρυα που δεν είχαν αναπτύξει ακόμη ανθρώπινα αισθήματα».
Οι προκλητικές απόψεις που διατύπωσε ο Ντόκινς δεν θεωρούνται βέβαια ούτε καινοφανείς ούτε πρωτότυπες μεταξύ των ειδικών. Πριν από δεκατέσσερα χρόνια ο νομπελίστας Τζέιμς Γουάτσον (James Watson), ένας από τους μεγαλύτερους πρωταγωνιστές της μοριακής βιολογίας, υποστήριξε σε άρθρο του σε γνωστή γερμανική εφημερίδα την ίδια ακριβώς άποψη. Ισχυρίσθηκε δηλαδή ότι οι γυναίκες που κυοφορούν έμβρυα με γενετικές ανωμαλίες έχουν κάθε δικαίωμα και τελικά οφείλουν να καταφεύγουν στη λύση της έκτρωσης!
Ιδού πώς ο Γουάτσον επιχείρησε να δικαιολογήσει και να ωραιοποιήσει αυτή την προκλητική δήλωση: «Θα πρέπει να νιώθουμε πάνω απ’ όλα ανακούφιση, αφού δεν θα χρειάζεται να δώσουμε αγάπη και φροντίδα σε ένα παιδί το οποίο δεν πρόκειται να αξιωθεί ποτέ μια ύπαρξη που θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ευτυχή».
Εύκολα μπορεί κανείς να φανταστεί ότι οι δηλώσεις του Γουάτσον -όπως εξάλλου και οι σχεδόν ταυτόσημες δηλώσεις του Ντόκινς- ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων και πολύ ορθά ο τότε πρόεδρος του Γερμανικού Ιατρικού Συλλόγου δήλωσε, φανερά ενοχλημένος, ότι το άρθρο του Γουάτσον «διαπνέεται από ναζιστικό πνεύμα».
Οταν υιοθετεί κανείς μια αποκλειστικά γονιδιοκεντρική και ντετερμινιστική εξήγηση των βιολογικών φαινομένων (φυσιολογικών και μη φυσιολογικών), τότε έχει την τάση να «λύνει» τις όποιες ανωμαλίες μέσω της εξάλειψης του… προβλήματος. Αυτή η απλοϊκή προσέγγιση δεν γεννά μόνο εσφαλμένες επιστημονικές προσεγγίσεις, μεταφράζεται επίσης σε ρατσιστικές κοινωνικές πρακτικές, όπως π.χ. η ευγονική.
Είτε «θετική» είτε «αρνητική», πάντα περί ευγονικής πρόκειται
Αν κατά τον εικοστό αιώνα οι βιολογικές επιστήμες κατάφεραν να κατανοήσουν τη βιοχημική δομή και τις βασικές λειτουργίες της ζωής, σήμερα, στις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα, έχουν πια την ευχέρεια να ταυτοποιούν, να επεμβαίνουν και να τροποποιούν τα γονίδια κάθε έμβιου οργανισμού, του ανθρώπου μη εξαιρουμένου. Πράγματι, μέσω της γενετικής μηχανικής, οι επιστήμες της ζωής απέκτησαν την προμηθεϊκή ικανότητα να απομονώνουν, να αναλύουν και να αναπρογραμματίζουν κατά βούληση το ανθρώπινο γενετικό υλικό.
«Ξαφνικά, η απόσταση ανάμεσα στα εργαστήρια, τα εργοστάσια, τις κλινικές των νοσοκομείων και τις γεωργικές καλλιέργειες άρχισε να περιορίζεται», όπως πολύ εύστοχα επισημαίνει ο διεθνούς φήμης Ελληνας μοριακός βιολόγος Φώτης Καφάτος.
Χάρη σε μια σειρά από νέες και, εξ ορισμού, επεμβατικές βιοϊατρικές πρακτικές οι άνθρωποι είναι πλέον σε θέση να γνωρίζουν λεπτομερώς το γενετικό και ιατρικό προφίλ ενός αγέννητου οργανισμού, π.χ. ενός ανθρώπινου εμβρύου. Μπορούν, δηλαδή, μέσω προγεννητικής διάγνωσης και συναφών αναλύσεων του γονιδιώματος, να γνωρίζουν προκαταβολικά όχι μόνο τα ιδιαίτερα φυσικά χαρακτηριστικά του αλλά και πόσο υγιής οργανισμός θα είναι όταν ενηλικιωθεί.
Αυτές οι πρωτόγνωρες βιοϊατρικές δυνατότητες προέκυψαν, ως γνωστόν, από την ανάπτυξη της βιοτεχνολογίας και ειδικότερα της «γενετικής μηχανικής». Πρόκειται για μια σειρά από εργαστηριακές μεθόδους που επιτρέπουν στους ειδικούς να χειρίζονται τα γονίδια κατά βούληση: όχι μόνο να τα απομονώνουν και να τα ταυτοποιούν αλλά επιπλέον να τα «κόβουν», να τα «ράβουν» και να τα «μεταφέρουν» σε οργανισμούς που ανήκουν σε διαφορετικό βιολογικό είδος, δημιουργώντας έτσι στο εργαστήριο «διαγονιδιακά» πλάσματα, βιολογικές χίμαιρες που δεν υπάρχουν στη φύση.
Αυτές οι εντυπωσιακές επιστημονικές εξελίξεις και κυρίως οι πρωτοφανείς βιοτεχνολογικές δυνατότητες που προέκυψαν από αυτές τις εξελίξεις, γεννούν δικαιολογημένα μεγάλες ανησυχίες επειδή ξυπνάνε (άθελά τους;) κάποια εφιαλτικά φαντάσματα του παρελθόντος, όπως αυτό της ευγονικής (βλ. και ειδικό πλαίσιο).
Πάντως, στην εποχή των ελεύθερων αγορών, η «παλιά καλή» ευγονική φαίνεται να επανεισάγεται μετεξελιγμένη: τείνει να εμφανίζεται ως «ιδιωτική» και δήθεν «ελεύθερη» επιλογή κάθε πολίτη να γνωρίζει τη γενετική του ταυτότητα ή να προκαθορίζει το μέλλον των παιδιών του.
Αυτό εξάλλου υποστηρίζουν και πολλοί όψιμοι προπαγανδιστές αυτής της νέας «ιδιωτικής» ευγονικής: η παραδοσιακή ευγονική είναι αποκρουστική και απαράδεκτη, επειδή ήταν καταναγκαστική και μαζική, επειδή επέβαλλε, χωρίς τη συναίνεση των προσώπων, κάτι που εν πολλοίς ήταν επιστημονικά αυθαίρετο.
Ωστόσο, αυτή η επιστημονικοφανής προπαγάνδα αποκρύπτει συνήθως το γεγονός ότι υπάρχουν δύο, άλλοτε συμπληρωματικές και άλλοτε αλληλοαποκλειόμενες, εκδοχές της ευγονικής: η «θετική ευγονική», που οδηγεί στην ενίσχυση των επιθυμητών κληρονομικών-γενετικών χαρακτηριστικών, και η «αρνητική ευγονική», που στοχεύει στην εξάλειψη κάποιων βιολογικών χαρακτηριστικών ή και των φορέων τους.
Οσο όμως συγκαλύπτεται ή αποκρύπτεται σκοπίμως αυτή η εγγενής αμφισημία κάθε ευγονικής πρακτικής (παλιάς και νέας!) δημιουργείται μόνο σύγχυση. Τυπικό παράδειγμα είναι οι πρόσφατες προκλητικές «φιλανθρωπικές» απόψεις που διατύπωσε ο Ντόκινς. Απόψεις που, αν εξεταστούν προσεκτικότερα, αποδεικνύονται όχι μόνο επιστημονικά παραπλανητικές αλλά και πολιτικά ύποπτες, αφού υπόρρητα προπαγανδίζουν ευγονικές πρακτικές.
Πώς να αντισταθούμε στη νέα βιοτεχνολογική βαρβαρότητα
Ο μεγάλος ηθικός φιλόσοφος Χανς Γιόνας (Hans Jonas), ένας από τους πιο εμβριθείς στοχαστές της σύγχρονης βιοηθικής, ήταν ο πρώτος που επεσήμανε και ανέλυσε επαρκώς το γεγονός ότι, μέχρι πρόσφατα, ο άνθρωπος ήταν το υποκείμενο της τεχνολογίας ενώ η φύση ήταν το αντικείμενο, όμως, μετά την έλευση της γενετικής μηχανικής και της σύγχρονης βιοτεχνολογίας, αυτή η βολική και λίγο-πολύ σαφής διάκριση έπαψε να ισχύει!
Πράγματι, σήμερα ο άνθρωπος αποτελεί το αντικείμενο της ίδιας του της βιοτεχνολογικής πρακτικής, δεδομένου ότι μπορεί να επεμβαίνει τροποποιητικά στα πιο ιδιαίτερα φυσιολογικά και γενετικά του χαρακτηριστικά. Ο,τι στην προσωπική μας ιστορία, καθώς και στην ιστορία του είδους μας, το αφήναμε στην τυχαιότητα και την αναγκαιότητα των εξελικτικών-ιστορικών διαδικασιών, σήμερα επιχειρούμε να το προσχεδιάσουμε και να το χειραγωγήσουμε βιοτεχνολογικά!
Εύλογα, λοιπόν, οι περισσότεροι πολίτες, μεταξύ των οποίων και αρκετοί διαπρεπείς επιστήμονες, θεωρούν ότι κάθε βιοεπεμβατική πρακτική κλωνοποίησης, προγενετικής διάγνωσης και επιλογής των ανθρώπινων εμβρύων ή, εναλλακτικά, κάθε εργαστηριακή τροποποίηση του γονιδιώματος των γαμετικών κυττάρων μας (ωάρια, σπερματοζωάρια) είναι όχι απλώς ηθικά ανεπίτρεπτη αλλά και κοινωνικοπολιτικά ύποπτη.
Σε κάθε περίπτωση, τέτοιες βιοτεχνολογικές πρακτικές είτε ασκούνται σε ενήλικα πρόσωπα είτε σε αγέννητα έμβρυα, αποτελούν μια απροκάλυπτη επεμβατική βαρβαρότητα η οποία προσβάλλει καταφανώς όχι μόνο την «αξιοπρέπεια» αλλά και την όποια «ιερότητα» της ανθρώπινης ζωής έχει απομείνει στις σημερινές κοινωνίες των αγορών.
Αν πράγματι, όπως σχεδόν οι πάντες παραδέχονται, κάθε ανθρώπινη ζωή πρέπει να προστατεύεται από την πρώτη στιγμή που αρχίζει να υπάρχει, τότε όλες οι γενετικές επεμβάσεις στα ανθρώπινα έμβρυα, ακόμη και για θεραπευτικούς σκοπούς, θα έπρεπε να καταδικάζονται ή και να απαγορεύονται ρητά, αφού παραβιάζουν καταφανώς τη θεμελιωτική αρχή ισονομίας κάθε δημοκρατικής κοινωνίας: το υποτιθέμενο «αναφαίρετο δικαίωμα» στην αυτόνομη πραγμάτωση και την ατομική εξέλιξη κάθε ανθρώπινης ζωής.
…………………………………………………………………………………………
Τι μας διδάσκουν τα ευγονικά ολοκαυτώματα
Το μακρινό 1883, έναν χρόνο μετά τον θάνατο του Δαρβίνου, ο εξάδελφός του σερ Φράνσις Γκάλτον (Fr. Galton, 1822-1911), ένας επιφανής και πολυτάλαντος επιστήμονας (στατιστικολόγος, ανθρωπολόγος και ιδρυτής της βιομετρίας), επινόησε τον όρο «ευγονική» για να περιγράψει την έμμονη ιδέα της εποχής του ότι μέσω των κατάλληλων ανθρώπινων διασταυρώσεων θα ήταν δυνατόν να βελτιωθεί σημαντικά η ανθρώπινη φυλή.
Μια ιδέα κάθε άλλο παρά πρωτότυπη που, ωστόσο, πρώτος ο Γκάλτον επιχείρησε να τεκμηριώσει επιστημονικά, συγκαλύπτοντας μέσω μιας επιστημονικοφανούς μεθόδου τις βαθύτερες ταξικές και ρατσιστικές προκαταλήψεις που αυτή υποκρύπτει. «Αυτό που η φύση κάνει τυφλά, ο άνθρωπος μπορεί να το κάνει με πρόνοια, ταχύτητα και καλοσύνη», υποστηρίζει ο Γκάλτον, προπαγανδίζοντας τη νέα ευγονική τεχνολογία.
Τις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα, οι ιδέες της ευγονικής γνώρισαν εντυπωσιακή διάδοση σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο. Περισσότερο όμως στις ΗΠΑ και στη Γερμανία, ενώ από κοντά ακολουθούν η Ελβετία, η Σουηδία, η Νορβηγία.
Αντίθετα με ό,τι συνέβη στην πιο συντηρητική και ψυχρή Βρετανία, στις ΗΠΑ οι θερμόαιμοι ευγονιστές θα επηρεάσουν σημαντικά την επίσημη πολιτική και την καθημερινή κοινωνική πρακτική των ανθρώπων.
Πεπεισμένοι ότι η εγκληματικότητα και η μικρόνοια αποτελούν όχι κοινωνικά αλλά κληρονομικά φαινόμενα, εξαρτώνται δηλαδή αποκλειστικά από γενετικούς παράγοντες, πρώτοι οι Αμερικανοί θα νομοθετήσουν και θα εφαρμόσουν μια πολιτική αμιγώς αρνητικής ευγονικής. Ετσι, επηρεασμένες από τις εξαιρετικά δημοφιλείς αλλά εντελώς εσφαλμένες, όπως αποδείχτηκε κατόπιν εορτής, γενεαλογικές μελέτες του Αμερικανού γενετιστή Τσαρλς Ντάβενπορτ (Ch. Davenport), τριάντα πολιτείες των ΗΠΑ εφάρμοζαν επί δεκαετίες νόμους που επέβαλλαν τη στείρωση των δήθεν «ανεπαρκών» γενετικά και κοινωνικά ατόμων!
Επιπλέον, μια σειρά από απλοϊκές συγκριτικές έρευνες σχετικά με την κληρονομησιμότητα της εγκληματικής συμπεριφοράς και τη νοητική υστέρηση των διαφόρων εθνικών και φυλετικών ομάδων οδήγησαν πολλές πολιτείες καθώς και το 1924 το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ να ψηφίσουν νόμους για την αυστηρά ελεγχόμενη μετανάστευση «κατώτερων γενετικά» προσφύγων που προέρχονταν όχι μόνο, όπως στο παρελθόν, από την Αφρική ή την Ασία, αλλά και από την Ανατολική και Νότια Ευρώπη (π.χ. από την Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία, τα Βαλκάνια και τη Ρωσία).
Εφαρμόζοντας εξάλλου ανάλογα ψευδοεπιστημονικά κριτήρια, οι περισσότερες Πολιτείες των ΗΠΑ απαγόρευαν τον γάμο μεταξύ λευκών και μαύρων, απαγορεύσεις που, σε μερικές Πολιτείες, παρέμειναν σε ισχύ μέχρι το 1963!
Καθόλου περίεργο λοιπόν που αυτή η επιτυχημένη «φιλελεύθερη», «νομιμόφρων» και άρα «δημοκρατική» αμερικανική εκδοχή της ευγονικής θα αποτελέσει το πρότυπο για τις ευγονικές-ρατσιστικές φρικαλεότητες του Τρίτου Ράιχ στη ναζιστική Γερμανία.
Το ναζιστικό ολοκαύτωμα ως ευγονική «φιλανθρωπία»
Η μεγάλη οικονομική κρίση του 1929 οδήγησε τη Γερμανία στην οριστική κατάρρευση του κράτους πρόνοιας της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Τότε άρχισαν να συζητούν σοβαρά στα ανώτερα κυβερνητικά κλιμάκια τη δυνατότητα εφαρμογής ευγονικών προγραμμάτων, όπως π.χ. τη μαζική στείρωση των κοινωνικά «άχρηστων» ή «επικίνδυνων» πολιτών, καθώς και τη δημιουργία «αποικιών εργασίας» για τα κοινωνικά απροσάρμοστα άτομα. Αυτή η τόσο οικονομικά και κοινωνικά «επωφελής» ιδέα θα οδηγήσει, λίγα χρόνια μετά, στη δημιουργία των εθνικοσοσιαλιστικών κρεματορίων.
Πράγματι, ο νομότυπος αμερικανικός συνδυασμός του ρατσισμού με ευγονικές πρακτικές θα βρει την πιο συνεπή αλλά και την πιο ακραία έκφρασή του στη ναζιστική Γερμανία (1933-1945).
Εξάλλου, ο ίδιος ο φίρερ με το έργο του θα προβάλει τον εαυτό του ως ιππότη της «Μεγάλης Ιδέας» (της ευγονικής) και ως προασπιστή της σωτηρίας της αρίας φυλής. Στο βιβλίο του «Ο αγών μου» ο Χίτλερ έγραφε: «Η απαίτηση να απαγορεύεται στους ανεπαρκείς ανθρώπους να διασπείρουν εξίσου ανεπαρκείς απογόνους είναι απαίτηση της πιο ξεκάθαρης λογικής και, εφόσον εκτελεστεί συστηματικά, αντιπροσωπεύει την πιο ανθρώπινη πράξη της ανθρωπότητας».
Ετσι, μόλις ήλθε στην εξουσία το 1933, ο φίρερ εξέδωσε έναν «φιλανθρωπικό» νόμο περί υποχρεωτικής στείρωσης των «ακατάλληλων για αναπαραγωγή ατόμων»: διανοητικά καθυστερημένων, όσων υπέφεραν από μόνιμες ψυχικές παθήσεις και κληρονομικές ανωμαλίες. Ακολουθώντας αυτόν τον νόμο, τα επόμενα τρία χρόνια στειρώθηκαν, παρά τη θέλησή τους, 225 χιλιάδες «ασθενείς», ενώ μέχρι το 1939 στειρώθηκαν περισσότεροι από 350 χιλιάδες άνθρωποι.
Παράλληλα, το «φιλανθρωπικό» έργο των ναζιστών διευρύνεται σταδιακά και προγραμματικά και σε άλλες ευγονικές δραστηριότητες, από την επιβεβλημένη ευθανασία μέχρι τη μαζική δολοφονία στα στρατόπεδα συγκέντρωσης όσων απειλούσαν να μολύνουν τα χαρακτηριστικά της αρίας φυλής. Στα θύματα αυτού του ευγονικού ολοκαυτώματος συμπεριλαμβάνονται πάνω από 70 χιλιάδες ψυχικά ασθενείς, 5 εκατομμύρια Εβραίοι και ίσως εξίσου μεγάλος αλλά άγνωστος αριθμός «εγκληματικών» στοιχείων (Τσιγγάνων, Σλάβων και κομμουνιστών).
Αυτά τα ιστορικά δεδομένα μάς διαφωτίζουν επαρκώς για το πόσο καταστροφική μπορεί να αποδειχθεί η άκριτη αποδοχή των σύγχρονων φιλελεύθερων ευγονικών αντιλήψεων και κυρίως η κοινωνικά ανεξέλεγκτη εφαρμογή των πιο πρόσφατων τεχνικών της γενετικής μηχανικής που προσβλέπουν στη βελτίωση ή την ενίσχυση ορισμένων ανθρώπινων βιολογικών χαρακτηριστικών. Διότι βέβαια, στις μέρες μας, εξακολουθούν να προπαγανδίζονται, και μάλιστα ελεύθερα, ανάλογες ψευδοανθρωπιστικές ευγονικές αντιλήψεις και πρακτικές.
Πηγή
Γράφει ο Σπύρος Μανουσέλης
Είναι γνωστή η μοναδική ικανότητα του διάσημου Βρετανού βιολόγου και συγγραφέα Ρίτσαρντ Ντόκινς (R. Dawkins) να διχάζει με τις ενίοτε ακραίες και σκοπίμως προκλητικές δηλώσεις του τόσο την κοινή γνώμη όσο και τη διεθνή επιστημονική κοινότητα. Η πιο πρόσφατη «αταξία» του έλαβε χώρα στις 20 Αυγούστου, όταν σε μια διαδικτυακή συζήτηση στο twitter μια γυναίκα έθεσε το ερώτημα τι θα έπρεπε να κάνει αν γνώριζε ότι κυοφορεί ένα παιδί που υποφέρει από νοητική και σωματική καθυστέρηση.
Σε αυτό το βασανιστικό ερώτημα ο Ντόκινς απάντησε ευθαρσώς ότι «το να αποφασίσει κάποιος να φέρει στον κόσμο ένα παιδί που πάσχει από το σύνδρομο Down είναι ανήθικο» και αμέσως μετά ένιωσε την ανάγκη να προσθέσει την εξής σοκαριστική συμβουλή προς κάθε μητέρα που μπορεί να κυοφορούσε ένα έμβρυο με σύνδρομο Down: «Κάνε έκτρωση και προσπάθησε ξανά!»
Η ψευδοανθρωπιστική συγκάλυψη των βιοεξουσιαστικών πρακτικών
Η επίμαχη συζήτηση στο twitter ξεκίνησε με αφορμή ένα γεγονός που συγκλόνισε πρόσφατα την Ιρλανδία: οι αρχές εξανάγκασαν μια ψυχικά ασταθή γυναίκα που είχε πέσει θύμα βιασμού να φέρει στον κόσμο το παιδί της παρά τη θέλησή της.
Σχολιάζοντας τη δεινή θέση των γυναικών στην Ιρλανδία, ο Ντόκινς είπε: «Η Ιρλανδία είναι μια πολιτισμένη χώρα, με εξαίρεση το συγκεκριμένο θέμα», το γεγονός δηλαδή ότι οι αμβλώσεις είναι παράνομες. Οταν όμως ένας άλλος χρήστης τού έθεσε το ερώτημα εάν θεωρεί πολιτισμένες την Αγγλία και την Ουαλία, όπου, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το 2012 εξοντώθηκαν 994 ανθρώπινα όντα με σύνδρομο Down πριν ακόμα γεννηθούν, ο Ντόκινς απάντησε ότι τις θεωρεί ιδιαίτερα πολιτισμένες «επειδή οι αμβλώσεις έγιναν σε έμβρυα που δεν είχαν αναπτύξει ακόμη ανθρώπινα αισθήματα».
Οι προκλητικές απόψεις που διατύπωσε ο Ντόκινς δεν θεωρούνται βέβαια ούτε καινοφανείς ούτε πρωτότυπες μεταξύ των ειδικών. Πριν από δεκατέσσερα χρόνια ο νομπελίστας Τζέιμς Γουάτσον (James Watson), ένας από τους μεγαλύτερους πρωταγωνιστές της μοριακής βιολογίας, υποστήριξε σε άρθρο του σε γνωστή γερμανική εφημερίδα την ίδια ακριβώς άποψη. Ισχυρίσθηκε δηλαδή ότι οι γυναίκες που κυοφορούν έμβρυα με γενετικές ανωμαλίες έχουν κάθε δικαίωμα και τελικά οφείλουν να καταφεύγουν στη λύση της έκτρωσης!
Ιδού πώς ο Γουάτσον επιχείρησε να δικαιολογήσει και να ωραιοποιήσει αυτή την προκλητική δήλωση: «Θα πρέπει να νιώθουμε πάνω απ’ όλα ανακούφιση, αφού δεν θα χρειάζεται να δώσουμε αγάπη και φροντίδα σε ένα παιδί το οποίο δεν πρόκειται να αξιωθεί ποτέ μια ύπαρξη που θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ευτυχή».
Εύκολα μπορεί κανείς να φανταστεί ότι οι δηλώσεις του Γουάτσον -όπως εξάλλου και οι σχεδόν ταυτόσημες δηλώσεις του Ντόκινς- ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων και πολύ ορθά ο τότε πρόεδρος του Γερμανικού Ιατρικού Συλλόγου δήλωσε, φανερά ενοχλημένος, ότι το άρθρο του Γουάτσον «διαπνέεται από ναζιστικό πνεύμα».
Οταν υιοθετεί κανείς μια αποκλειστικά γονιδιοκεντρική και ντετερμινιστική εξήγηση των βιολογικών φαινομένων (φυσιολογικών και μη φυσιολογικών), τότε έχει την τάση να «λύνει» τις όποιες ανωμαλίες μέσω της εξάλειψης του… προβλήματος. Αυτή η απλοϊκή προσέγγιση δεν γεννά μόνο εσφαλμένες επιστημονικές προσεγγίσεις, μεταφράζεται επίσης σε ρατσιστικές κοινωνικές πρακτικές, όπως π.χ. η ευγονική.
Είτε «θετική» είτε «αρνητική», πάντα περί ευγονικής πρόκειται
Αν κατά τον εικοστό αιώνα οι βιολογικές επιστήμες κατάφεραν να κατανοήσουν τη βιοχημική δομή και τις βασικές λειτουργίες της ζωής, σήμερα, στις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα, έχουν πια την ευχέρεια να ταυτοποιούν, να επεμβαίνουν και να τροποποιούν τα γονίδια κάθε έμβιου οργανισμού, του ανθρώπου μη εξαιρουμένου. Πράγματι, μέσω της γενετικής μηχανικής, οι επιστήμες της ζωής απέκτησαν την προμηθεϊκή ικανότητα να απομονώνουν, να αναλύουν και να αναπρογραμματίζουν κατά βούληση το ανθρώπινο γενετικό υλικό.
«Ξαφνικά, η απόσταση ανάμεσα στα εργαστήρια, τα εργοστάσια, τις κλινικές των νοσοκομείων και τις γεωργικές καλλιέργειες άρχισε να περιορίζεται», όπως πολύ εύστοχα επισημαίνει ο διεθνούς φήμης Ελληνας μοριακός βιολόγος Φώτης Καφάτος.
Χάρη σε μια σειρά από νέες και, εξ ορισμού, επεμβατικές βιοϊατρικές πρακτικές οι άνθρωποι είναι πλέον σε θέση να γνωρίζουν λεπτομερώς το γενετικό και ιατρικό προφίλ ενός αγέννητου οργανισμού, π.χ. ενός ανθρώπινου εμβρύου. Μπορούν, δηλαδή, μέσω προγεννητικής διάγνωσης και συναφών αναλύσεων του γονιδιώματος, να γνωρίζουν προκαταβολικά όχι μόνο τα ιδιαίτερα φυσικά χαρακτηριστικά του αλλά και πόσο υγιής οργανισμός θα είναι όταν ενηλικιωθεί.
Αυτές οι πρωτόγνωρες βιοϊατρικές δυνατότητες προέκυψαν, ως γνωστόν, από την ανάπτυξη της βιοτεχνολογίας και ειδικότερα της «γενετικής μηχανικής». Πρόκειται για μια σειρά από εργαστηριακές μεθόδους που επιτρέπουν στους ειδικούς να χειρίζονται τα γονίδια κατά βούληση: όχι μόνο να τα απομονώνουν και να τα ταυτοποιούν αλλά επιπλέον να τα «κόβουν», να τα «ράβουν» και να τα «μεταφέρουν» σε οργανισμούς που ανήκουν σε διαφορετικό βιολογικό είδος, δημιουργώντας έτσι στο εργαστήριο «διαγονιδιακά» πλάσματα, βιολογικές χίμαιρες που δεν υπάρχουν στη φύση.
Αυτές οι εντυπωσιακές επιστημονικές εξελίξεις και κυρίως οι πρωτοφανείς βιοτεχνολογικές δυνατότητες που προέκυψαν από αυτές τις εξελίξεις, γεννούν δικαιολογημένα μεγάλες ανησυχίες επειδή ξυπνάνε (άθελά τους;) κάποια εφιαλτικά φαντάσματα του παρελθόντος, όπως αυτό της ευγονικής (βλ. και ειδικό πλαίσιο).
Πάντως, στην εποχή των ελεύθερων αγορών, η «παλιά καλή» ευγονική φαίνεται να επανεισάγεται μετεξελιγμένη: τείνει να εμφανίζεται ως «ιδιωτική» και δήθεν «ελεύθερη» επιλογή κάθε πολίτη να γνωρίζει τη γενετική του ταυτότητα ή να προκαθορίζει το μέλλον των παιδιών του.
Αυτό εξάλλου υποστηρίζουν και πολλοί όψιμοι προπαγανδιστές αυτής της νέας «ιδιωτικής» ευγονικής: η παραδοσιακή ευγονική είναι αποκρουστική και απαράδεκτη, επειδή ήταν καταναγκαστική και μαζική, επειδή επέβαλλε, χωρίς τη συναίνεση των προσώπων, κάτι που εν πολλοίς ήταν επιστημονικά αυθαίρετο.
Ωστόσο, αυτή η επιστημονικοφανής προπαγάνδα αποκρύπτει συνήθως το γεγονός ότι υπάρχουν δύο, άλλοτε συμπληρωματικές και άλλοτε αλληλοαποκλειόμενες, εκδοχές της ευγονικής: η «θετική ευγονική», που οδηγεί στην ενίσχυση των επιθυμητών κληρονομικών-γενετικών χαρακτηριστικών, και η «αρνητική ευγονική», που στοχεύει στην εξάλειψη κάποιων βιολογικών χαρακτηριστικών ή και των φορέων τους.
Οσο όμως συγκαλύπτεται ή αποκρύπτεται σκοπίμως αυτή η εγγενής αμφισημία κάθε ευγονικής πρακτικής (παλιάς και νέας!) δημιουργείται μόνο σύγχυση. Τυπικό παράδειγμα είναι οι πρόσφατες προκλητικές «φιλανθρωπικές» απόψεις που διατύπωσε ο Ντόκινς. Απόψεις που, αν εξεταστούν προσεκτικότερα, αποδεικνύονται όχι μόνο επιστημονικά παραπλανητικές αλλά και πολιτικά ύποπτες, αφού υπόρρητα προπαγανδίζουν ευγονικές πρακτικές.
Πώς να αντισταθούμε στη νέα βιοτεχνολογική βαρβαρότητα
Ο μεγάλος ηθικός φιλόσοφος Χανς Γιόνας (Hans Jonas), ένας από τους πιο εμβριθείς στοχαστές της σύγχρονης βιοηθικής, ήταν ο πρώτος που επεσήμανε και ανέλυσε επαρκώς το γεγονός ότι, μέχρι πρόσφατα, ο άνθρωπος ήταν το υποκείμενο της τεχνολογίας ενώ η φύση ήταν το αντικείμενο, όμως, μετά την έλευση της γενετικής μηχανικής και της σύγχρονης βιοτεχνολογίας, αυτή η βολική και λίγο-πολύ σαφής διάκριση έπαψε να ισχύει!
Πράγματι, σήμερα ο άνθρωπος αποτελεί το αντικείμενο της ίδιας του της βιοτεχνολογικής πρακτικής, δεδομένου ότι μπορεί να επεμβαίνει τροποποιητικά στα πιο ιδιαίτερα φυσιολογικά και γενετικά του χαρακτηριστικά. Ο,τι στην προσωπική μας ιστορία, καθώς και στην ιστορία του είδους μας, το αφήναμε στην τυχαιότητα και την αναγκαιότητα των εξελικτικών-ιστορικών διαδικασιών, σήμερα επιχειρούμε να το προσχεδιάσουμε και να το χειραγωγήσουμε βιοτεχνολογικά!
Εύλογα, λοιπόν, οι περισσότεροι πολίτες, μεταξύ των οποίων και αρκετοί διαπρεπείς επιστήμονες, θεωρούν ότι κάθε βιοεπεμβατική πρακτική κλωνοποίησης, προγενετικής διάγνωσης και επιλογής των ανθρώπινων εμβρύων ή, εναλλακτικά, κάθε εργαστηριακή τροποποίηση του γονιδιώματος των γαμετικών κυττάρων μας (ωάρια, σπερματοζωάρια) είναι όχι απλώς ηθικά ανεπίτρεπτη αλλά και κοινωνικοπολιτικά ύποπτη.
Σε κάθε περίπτωση, τέτοιες βιοτεχνολογικές πρακτικές είτε ασκούνται σε ενήλικα πρόσωπα είτε σε αγέννητα έμβρυα, αποτελούν μια απροκάλυπτη επεμβατική βαρβαρότητα η οποία προσβάλλει καταφανώς όχι μόνο την «αξιοπρέπεια» αλλά και την όποια «ιερότητα» της ανθρώπινης ζωής έχει απομείνει στις σημερινές κοινωνίες των αγορών.
Αν πράγματι, όπως σχεδόν οι πάντες παραδέχονται, κάθε ανθρώπινη ζωή πρέπει να προστατεύεται από την πρώτη στιγμή που αρχίζει να υπάρχει, τότε όλες οι γενετικές επεμβάσεις στα ανθρώπινα έμβρυα, ακόμη και για θεραπευτικούς σκοπούς, θα έπρεπε να καταδικάζονται ή και να απαγορεύονται ρητά, αφού παραβιάζουν καταφανώς τη θεμελιωτική αρχή ισονομίας κάθε δημοκρατικής κοινωνίας: το υποτιθέμενο «αναφαίρετο δικαίωμα» στην αυτόνομη πραγμάτωση και την ατομική εξέλιξη κάθε ανθρώπινης ζωής.
…………………………………………………………………………………………
Τι μας διδάσκουν τα ευγονικά ολοκαυτώματα
Το μακρινό 1883, έναν χρόνο μετά τον θάνατο του Δαρβίνου, ο εξάδελφός του σερ Φράνσις Γκάλτον (Fr. Galton, 1822-1911), ένας επιφανής και πολυτάλαντος επιστήμονας (στατιστικολόγος, ανθρωπολόγος και ιδρυτής της βιομετρίας), επινόησε τον όρο «ευγονική» για να περιγράψει την έμμονη ιδέα της εποχής του ότι μέσω των κατάλληλων ανθρώπινων διασταυρώσεων θα ήταν δυνατόν να βελτιωθεί σημαντικά η ανθρώπινη φυλή.
Μια ιδέα κάθε άλλο παρά πρωτότυπη που, ωστόσο, πρώτος ο Γκάλτον επιχείρησε να τεκμηριώσει επιστημονικά, συγκαλύπτοντας μέσω μιας επιστημονικοφανούς μεθόδου τις βαθύτερες ταξικές και ρατσιστικές προκαταλήψεις που αυτή υποκρύπτει. «Αυτό που η φύση κάνει τυφλά, ο άνθρωπος μπορεί να το κάνει με πρόνοια, ταχύτητα και καλοσύνη», υποστηρίζει ο Γκάλτον, προπαγανδίζοντας τη νέα ευγονική τεχνολογία.
Τις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα, οι ιδέες της ευγονικής γνώρισαν εντυπωσιακή διάδοση σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο. Περισσότερο όμως στις ΗΠΑ και στη Γερμανία, ενώ από κοντά ακολουθούν η Ελβετία, η Σουηδία, η Νορβηγία.
Αντίθετα με ό,τι συνέβη στην πιο συντηρητική και ψυχρή Βρετανία, στις ΗΠΑ οι θερμόαιμοι ευγονιστές θα επηρεάσουν σημαντικά την επίσημη πολιτική και την καθημερινή κοινωνική πρακτική των ανθρώπων.
Πεπεισμένοι ότι η εγκληματικότητα και η μικρόνοια αποτελούν όχι κοινωνικά αλλά κληρονομικά φαινόμενα, εξαρτώνται δηλαδή αποκλειστικά από γενετικούς παράγοντες, πρώτοι οι Αμερικανοί θα νομοθετήσουν και θα εφαρμόσουν μια πολιτική αμιγώς αρνητικής ευγονικής. Ετσι, επηρεασμένες από τις εξαιρετικά δημοφιλείς αλλά εντελώς εσφαλμένες, όπως αποδείχτηκε κατόπιν εορτής, γενεαλογικές μελέτες του Αμερικανού γενετιστή Τσαρλς Ντάβενπορτ (Ch. Davenport), τριάντα πολιτείες των ΗΠΑ εφάρμοζαν επί δεκαετίες νόμους που επέβαλλαν τη στείρωση των δήθεν «ανεπαρκών» γενετικά και κοινωνικά ατόμων!
Επιπλέον, μια σειρά από απλοϊκές συγκριτικές έρευνες σχετικά με την κληρονομησιμότητα της εγκληματικής συμπεριφοράς και τη νοητική υστέρηση των διαφόρων εθνικών και φυλετικών ομάδων οδήγησαν πολλές πολιτείες καθώς και το 1924 το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ να ψηφίσουν νόμους για την αυστηρά ελεγχόμενη μετανάστευση «κατώτερων γενετικά» προσφύγων που προέρχονταν όχι μόνο, όπως στο παρελθόν, από την Αφρική ή την Ασία, αλλά και από την Ανατολική και Νότια Ευρώπη (π.χ. από την Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία, τα Βαλκάνια και τη Ρωσία).
Εφαρμόζοντας εξάλλου ανάλογα ψευδοεπιστημονικά κριτήρια, οι περισσότερες Πολιτείες των ΗΠΑ απαγόρευαν τον γάμο μεταξύ λευκών και μαύρων, απαγορεύσεις που, σε μερικές Πολιτείες, παρέμειναν σε ισχύ μέχρι το 1963!
Καθόλου περίεργο λοιπόν που αυτή η επιτυχημένη «φιλελεύθερη», «νομιμόφρων» και άρα «δημοκρατική» αμερικανική εκδοχή της ευγονικής θα αποτελέσει το πρότυπο για τις ευγονικές-ρατσιστικές φρικαλεότητες του Τρίτου Ράιχ στη ναζιστική Γερμανία.
Το ναζιστικό ολοκαύτωμα ως ευγονική «φιλανθρωπία»
Η μεγάλη οικονομική κρίση του 1929 οδήγησε τη Γερμανία στην οριστική κατάρρευση του κράτους πρόνοιας της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Τότε άρχισαν να συζητούν σοβαρά στα ανώτερα κυβερνητικά κλιμάκια τη δυνατότητα εφαρμογής ευγονικών προγραμμάτων, όπως π.χ. τη μαζική στείρωση των κοινωνικά «άχρηστων» ή «επικίνδυνων» πολιτών, καθώς και τη δημιουργία «αποικιών εργασίας» για τα κοινωνικά απροσάρμοστα άτομα. Αυτή η τόσο οικονομικά και κοινωνικά «επωφελής» ιδέα θα οδηγήσει, λίγα χρόνια μετά, στη δημιουργία των εθνικοσοσιαλιστικών κρεματορίων.
Πράγματι, ο νομότυπος αμερικανικός συνδυασμός του ρατσισμού με ευγονικές πρακτικές θα βρει την πιο συνεπή αλλά και την πιο ακραία έκφρασή του στη ναζιστική Γερμανία (1933-1945).
Εξάλλου, ο ίδιος ο φίρερ με το έργο του θα προβάλει τον εαυτό του ως ιππότη της «Μεγάλης Ιδέας» (της ευγονικής) και ως προασπιστή της σωτηρίας της αρίας φυλής. Στο βιβλίο του «Ο αγών μου» ο Χίτλερ έγραφε: «Η απαίτηση να απαγορεύεται στους ανεπαρκείς ανθρώπους να διασπείρουν εξίσου ανεπαρκείς απογόνους είναι απαίτηση της πιο ξεκάθαρης λογικής και, εφόσον εκτελεστεί συστηματικά, αντιπροσωπεύει την πιο ανθρώπινη πράξη της ανθρωπότητας».
Ετσι, μόλις ήλθε στην εξουσία το 1933, ο φίρερ εξέδωσε έναν «φιλανθρωπικό» νόμο περί υποχρεωτικής στείρωσης των «ακατάλληλων για αναπαραγωγή ατόμων»: διανοητικά καθυστερημένων, όσων υπέφεραν από μόνιμες ψυχικές παθήσεις και κληρονομικές ανωμαλίες. Ακολουθώντας αυτόν τον νόμο, τα επόμενα τρία χρόνια στειρώθηκαν, παρά τη θέλησή τους, 225 χιλιάδες «ασθενείς», ενώ μέχρι το 1939 στειρώθηκαν περισσότεροι από 350 χιλιάδες άνθρωποι.
Παράλληλα, το «φιλανθρωπικό» έργο των ναζιστών διευρύνεται σταδιακά και προγραμματικά και σε άλλες ευγονικές δραστηριότητες, από την επιβεβλημένη ευθανασία μέχρι τη μαζική δολοφονία στα στρατόπεδα συγκέντρωσης όσων απειλούσαν να μολύνουν τα χαρακτηριστικά της αρίας φυλής. Στα θύματα αυτού του ευγονικού ολοκαυτώματος συμπεριλαμβάνονται πάνω από 70 χιλιάδες ψυχικά ασθενείς, 5 εκατομμύρια Εβραίοι και ίσως εξίσου μεγάλος αλλά άγνωστος αριθμός «εγκληματικών» στοιχείων (Τσιγγάνων, Σλάβων και κομμουνιστών).
Αυτά τα ιστορικά δεδομένα μάς διαφωτίζουν επαρκώς για το πόσο καταστροφική μπορεί να αποδειχθεί η άκριτη αποδοχή των σύγχρονων φιλελεύθερων ευγονικών αντιλήψεων και κυρίως η κοινωνικά ανεξέλεγκτη εφαρμογή των πιο πρόσφατων τεχνικών της γενετικής μηχανικής που προσβλέπουν στη βελτίωση ή την ενίσχυση ορισμένων ανθρώπινων βιολογικών χαρακτηριστικών. Διότι βέβαια, στις μέρες μας, εξακολουθούν να προπαγανδίζονται, και μάλιστα ελεύθερα, ανάλογες ψευδοανθρωπιστικές ευγονικές αντιλήψεις και πρακτικές.
Πηγή