Οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο τον άνθρακα είναι σιωπηλοί δολοφόνοι. Εξαπλωμένοι σε όλη την Ευρώπη, εκλύουν κάθε χρόνο εκατομμύρια τόνους τοξικών αερίων και αιωρούμενων σωματιδίων
Αυτοί οι ρύποι εισχωρούν στους πνεύμονες και το αίμα των ανθρώπων προκαλώντας αναπνευστικές λοιμώξεις, καρδιακές προσβολές, καρκίνο του πνεύμονα, κρίσεις άσθματος και άλλες βλάβες στην υγεία. Παρόλο που δεν θα βρείτε ούτε ένα πιστοποιητικό θανάτου που να αναγράφει «ατμοσφαιρική ρύπανση» ως την αιτία θανάτου, οι επιπτώσεις στην υγεία είναι πραγματικές και σοβαρές.
Προκειμένου να ρίξει φως στις επιπτώσεις των ανθρακικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής στη δημόσια υγεία, η Greenpeace ανέθεσε στο Πανεπιστήμιο της Στουτγάρδης την εκπόνηση ειδικής μελέτης.
Η μελέτη, που αποτελεί τη βάση για την παρούσα έκθεση της Greenpeace, διερευνά
τον αντίκτυπο που έχει στην υγεία των Ευρωπαίων κάθε ένας από τους 300 υπάρχοντες μεγάλους ανθρακικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, καθώς επίσης και τον προβλεπόμενο αντίκτυπο των 50 νέων σταθμών που βρίσκονται από τις κυβερνήσεις σε στάδιο κατασκευής ή σχεδιασμού, αν αυτοί τεθούν σε λειτουργία. Χρησιμοποιώντας ένα προηγμένο μοντέλο υπολογισμού των επιπτώσεων στην ανθρώπινη υγεία και χρησιμοποιώντας τα επίσημα στοιχεία ρύπων για το 2010, η έκθεση εκτιμά ότι η ρύπανση από τους ανθρακικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια 240.000 χρόνων ζωής στον ευρωπαϊκό πληθυσμό ή 22.000 πρόωρους θανάτους ετησίως. Αν μάλιστα πραγματοποιηθεί η κατασκευή των 50 νέων μονάδων, επιπλέον 2.900 πρόωροι θάνατοι θα προκαλούνται κάθε χρόνο.
Η ρύπανση από τα φουγάρα των ατμοηλεκτρικών σταθμών απλώνεται σε μεγάλη γεωγραφική έκταση επικαλύπτοντας περιοχές όπου λειτουργούν και άλλοι σταθμοί. Συνεπώς, τα επίπεδα ρύπανσης σε οποιοδήποτε μέρος στην Ευρώπη επηρεάζονται ταυτόχρονα από τη λειτουργία δεκάδων ή ακόμα και εκατοντάδων ανθρακικών σταθμών. Το αποτέλεσμα, είναι η δημιουργία ενός επικίνδυνου, ρυπογόνου ‘τόξου’ από την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη ως τη χώρα μας
Παρά τους γνωστούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν δείχνουν διατεθειμένες να απεξαρτηθούν από τις βρώμικες και ξεπερασμένες πηγές ενέργειας. Η καύση του άνθρακα παρουσιάζει αύξηση στην Ευρώπη κάθε χρόνο από το 2009 ως το 2012,ενώ περισσότεροι από 50 νέοι ανθρακικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής βρίσκονται στα πλάνα των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων.
Το 2010 οι εκτιμώμενες επιπτώσεις στη δημόσια υγεία από τους ρύπους των ανθρακικών σταθμών - υπολογισμένες βάσει του μειωμένου προσδόκιμου ζωής – ήταν αντίστοιχες με τις βλάβες που θα προκαλούνταν στην υγεία των Ευρωπαίων από το καθημερινό κάπνισμα 22 εκ. τσιγάρων για ένα έτος.
Ελλάδα
Ο λιγνίτης είναι η πιο ‘βρώμικη’ μορφή άνθρακα και η λιγότερο αποδοτική. Ο ελληνικός λιγνίτης μάλιστα, είναι η πιο βρώμικη μορφή λιγνίτη στον κόσμο.
Οι γερασμένες μονάδες της ΔΕΗ καίνε το πιο βρώμικο καύσιμο στον κόσμο. Είναι σιωπηλοί δολοφόνοι που ευθύνονται κάθε χρόνο για τον πρόωρο θάνατο χιλιάδων συμπολιτών μας και επιβαρύνουν τον αέρα που αναπνέουμε με δεκάδες χιλιάδες τόνους τοξικών ρύπων. Η επιβάρυνση της δημόσιας υγείας και η καταστροφή του περιβάλλοντος που προκαλούν, κοστίζουν έως και 3,9 δις ευρώ ετησίως στην εθνική μας οικονομία.
Οι ανθρακικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής εκθέτουν τον οργανισμό μας σε τοξικά σωματίδια, όζον και βαρέα μέταλλα. Οι πιο σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία μας προκαλούνται από τα αιωρούμενα μικροσωματίδια που σχηματίζονται από τις εκπομπές οξειδίων θείου και αζώτου, σκόνης και αιθάλης. Τα σωματίδια διεισδύουν στους πνεύμονες και το κυκλοφορικό σύστημα, προκαλώντας πολυάριθμα προβλήματα υγείας.
Η λειτουργία των 7 μεγάλων λιγνιτικών σταθμών της ΔΕΗ προκαλεί την απώλεια 12.000 χρόνων ζωής, δηλαδή τον πρόωρο θάνατο 1.200 ανθρώπων ετησίως. Τα αποτελέσματα αυτά συνάδουν με τα πορίσματα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος που εκτιμούν ετήσιο κόστος στην εθνική μας οικονομία από την επιβάρυνση στη δημόσια υγεία και την καταστροφή του περιβάλλοντος έως και 3,9 δις €.
Οι 7 λιγνιτικοί σταθμοί της ΔΕΗ που παραμένουν σε λειτουργία σήμερα συγκαταλέγονται ανάμεσα στους πιο βρώμικους της Ευρώπης, όχι μόνο εξαιτίας της παλαιότητάς τουςαλλά και λόγω της εξαιρετικά χαμηλής ποιότητας της πρώτης ύλης: του ελληνικού λιγνίτη.
Παρά όμως τα τεράστια οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά προβλήματα της εξάρτησης από το λιγνίτη, η κυβέρνηση έχει ήδη υπογράψει την Έγκριση Περιβαλλοντικών Όρων για την κατασκευή νέας μονάδας (5ης) στο λιγνιτικό σταθμό της Πτολεμαΐδας, ενώ στο μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας έχει προβλεφθεί η κατασκευή ενός ή δύο ακόμα μονάδων στους σταθμούς Μελίτης (2ης) και Αγίου Δημητρίου (6ης).
Εφόσον κατασκευαστεί η Πτολεμαΐδα 5, θα ευθύνεται για τον πρόωρο θάνατο περισσότερων από 100 ανθρώπων κάθε χρόνο, ενώ η ελληνική κοινωνία θα πρέπει να υποστεί τις συνέπειες από τη ρύπανση τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του αιώνα. Πρόκειται για μία επιλογή που κρατάει τη χώρα μας εγκλωβισμένη σε ενεργειακές επιλογές του παρελθόντος, με σοβαρές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, το περιβάλλον και την προσπάθεια εκμηδενισμού των εκπομπών CO της χώρας μας στον τομέα ηλεκτροπαραγωγής. Τους αμέσως επόμενους μήνες αναμένονται σημαντικές εξελίξεις και πρωτοβουλίες της ελληνικής κυβέρνησης σχετικά με την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ.
Οι δύο αυτές ‘μνημονιακές’ υποχρεώσεις κρύβουν ένα παράδοξο: παρά το γεγονός ότι απορρέουν σε μεγάλο βαθμό από την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τις επιταγές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ως εταίρου της Τρόικα), δεν λαμβάνουν υπόψη άλλα σημαντικά σημεία της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, όπως η Οδηγία για τις Βιομηχανικές Εκπομπές (ΕΚ 2010/75), η οποία θέτει αυστηρότερα όρια για τις εκπομπές των αερίων που εξετάζει η παρούσα έκθεση για τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής. Οι γερασμένες μονάδες της ΔΕΗ, ανεξαρτήτως ιδιοκτησιακού καθεστώτος, απαιτούν τεράστια κόστη σε επενδύσεις περιβαλλοντικής αναβάθμισης, ενώ πολλές από αυτές θα πρέπει να τερματίσουν τη λειτουργία τους σε ορίζοντα δεκαετίας.
Μένει επομένως να απαντηθεί ποιος θα αναλάβει το κόστος της περιβαλλοντικής αναβάθμισης των υφιστάμενων μονάδων. Η ΔΕΗ που έχει την ιστορική ευθύνη; Οι λοιποί, ιδιώτες επενδυτές που θα αγοράσουν υφιστάμενες μονάδες ή μετοχές της ΔΕΗ; Ή οι πολίτες που μέχρι σήμερα πληρώνουν ένα θανάσιμο τίμημα στο βωμό του ‘φθηνού’ λιγνίτη;
Η χρήση λιγνίτη επί δεκαετίες έχει επιδοτηθεί άμεσα και έμμεσα με αστρονομικά ποσά που επιβαρύνουν την εθνική οικονομία και τους Έλληνες πολίτες. Η βασικότερη επιδότηση από όλες είναι η απαλλαγή της ΔΕΗ από την υποχρέωση να καλύψει το εξωτερικό κόστος που προκαλεί η περιβαλλοντική υποβάθμιση και η επιβάρυνση της ανθρώπινης υγείας. Χωρίς αυτή την επιδότηση η κατασκευή και λειτουργία μονάδων με καύσιμο τον άνθρακα (ακόμα και αν πρόκειται για εγχώριο καύσιμο) θα αποτελούσε μία οικονομικά επιζήμια επενδυτική επιλογή που θα απέτρεπε οποιαδήποτε υγιώς σκεπτόμενη επιχείρηση.
Με δεδομένα ότι: α. τα λιγνιτικά αποθέματα της χώρας εξαντλούνται, β. τα εναπομείναντα κοιτάσματα έχουν τόσο χαμηλή θερμιδική αξία που ακόμα και μία σύγχρονη ανθρακική μονάδα θα έχει σημαντικές εκπομπές αερίων που βλάπτουν σοβαρά την υγεία και γ. οι υφιστάμενες μονάδες απαιτούν επενδύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ για περιβαλλοντική αναβάθμιση, η Greenpeace καλεί την ελληνική κυβέρνηση:
να προχωρήσει στη λύση που προσφέρουν οι καθαρές, σύγχρονες, ασφαλείς και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, απέναντι στο παρωχημένο και βρώμικο ενεργειακό καθεστώς που κοστίζει ανθρώπινες ζωές και χρήματα, μέχρι το 2030 και προώθησης της εξοικονόμησης ενέργειας.
Σχόλιο δικό μας: μαζί με το Βασίλη Γιόκαρη έχουμε γράψει ολόκληρο βιβλίο για την Κοινωνικοποίηση της παραγωγής ενέργειας και τη δημοτικοποίηση-κοινοτητοποίηση των ενεργειακών δικτύων, σαν απάντηση μεταξύ των ¨συμπληγάδων" της κρατικής ΔΕΗ και της ιδιωτικοποίησης. Με αιχμή τα αποκεντρωμένα μικρά και μεσαία συστήματα των ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας( ΑΠΕ) βέβαια, των οποίων το δυναμικό είναι πολύ πλούσιο για τη χώρα.
Αυτοί οι ρύποι εισχωρούν στους πνεύμονες και το αίμα των ανθρώπων προκαλώντας αναπνευστικές λοιμώξεις, καρδιακές προσβολές, καρκίνο του πνεύμονα, κρίσεις άσθματος και άλλες βλάβες στην υγεία. Παρόλο που δεν θα βρείτε ούτε ένα πιστοποιητικό θανάτου που να αναγράφει «ατμοσφαιρική ρύπανση» ως την αιτία θανάτου, οι επιπτώσεις στην υγεία είναι πραγματικές και σοβαρές.
Προκειμένου να ρίξει φως στις επιπτώσεις των ανθρακικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής στη δημόσια υγεία, η Greenpeace ανέθεσε στο Πανεπιστήμιο της Στουτγάρδης την εκπόνηση ειδικής μελέτης.
Η μελέτη, που αποτελεί τη βάση για την παρούσα έκθεση της Greenpeace, διερευνά
τον αντίκτυπο που έχει στην υγεία των Ευρωπαίων κάθε ένας από τους 300 υπάρχοντες μεγάλους ανθρακικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, καθώς επίσης και τον προβλεπόμενο αντίκτυπο των 50 νέων σταθμών που βρίσκονται από τις κυβερνήσεις σε στάδιο κατασκευής ή σχεδιασμού, αν αυτοί τεθούν σε λειτουργία. Χρησιμοποιώντας ένα προηγμένο μοντέλο υπολογισμού των επιπτώσεων στην ανθρώπινη υγεία και χρησιμοποιώντας τα επίσημα στοιχεία ρύπων για το 2010, η έκθεση εκτιμά ότι η ρύπανση από τους ανθρακικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια 240.000 χρόνων ζωής στον ευρωπαϊκό πληθυσμό ή 22.000 πρόωρους θανάτους ετησίως. Αν μάλιστα πραγματοποιηθεί η κατασκευή των 50 νέων μονάδων, επιπλέον 2.900 πρόωροι θάνατοι θα προκαλούνται κάθε χρόνο.
Η ρύπανση από τα φουγάρα των ατμοηλεκτρικών σταθμών απλώνεται σε μεγάλη γεωγραφική έκταση επικαλύπτοντας περιοχές όπου λειτουργούν και άλλοι σταθμοί. Συνεπώς, τα επίπεδα ρύπανσης σε οποιοδήποτε μέρος στην Ευρώπη επηρεάζονται ταυτόχρονα από τη λειτουργία δεκάδων ή ακόμα και εκατοντάδων ανθρακικών σταθμών. Το αποτέλεσμα, είναι η δημιουργία ενός επικίνδυνου, ρυπογόνου ‘τόξου’ από την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη ως τη χώρα μας
Παρά τους γνωστούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν δείχνουν διατεθειμένες να απεξαρτηθούν από τις βρώμικες και ξεπερασμένες πηγές ενέργειας. Η καύση του άνθρακα παρουσιάζει αύξηση στην Ευρώπη κάθε χρόνο από το 2009 ως το 2012,ενώ περισσότεροι από 50 νέοι ανθρακικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής βρίσκονται στα πλάνα των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων.
Το 2010 οι εκτιμώμενες επιπτώσεις στη δημόσια υγεία από τους ρύπους των ανθρακικών σταθμών - υπολογισμένες βάσει του μειωμένου προσδόκιμου ζωής – ήταν αντίστοιχες με τις βλάβες που θα προκαλούνταν στην υγεία των Ευρωπαίων από το καθημερινό κάπνισμα 22 εκ. τσιγάρων για ένα έτος.
Ελλάδα
Ο λιγνίτης είναι η πιο ‘βρώμικη’ μορφή άνθρακα και η λιγότερο αποδοτική. Ο ελληνικός λιγνίτης μάλιστα, είναι η πιο βρώμικη μορφή λιγνίτη στον κόσμο.
Οι γερασμένες μονάδες της ΔΕΗ καίνε το πιο βρώμικο καύσιμο στον κόσμο. Είναι σιωπηλοί δολοφόνοι που ευθύνονται κάθε χρόνο για τον πρόωρο θάνατο χιλιάδων συμπολιτών μας και επιβαρύνουν τον αέρα που αναπνέουμε με δεκάδες χιλιάδες τόνους τοξικών ρύπων. Η επιβάρυνση της δημόσιας υγείας και η καταστροφή του περιβάλλοντος που προκαλούν, κοστίζουν έως και 3,9 δις ευρώ ετησίως στην εθνική μας οικονομία.
Οι ανθρακικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής εκθέτουν τον οργανισμό μας σε τοξικά σωματίδια, όζον και βαρέα μέταλλα. Οι πιο σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία μας προκαλούνται από τα αιωρούμενα μικροσωματίδια που σχηματίζονται από τις εκπομπές οξειδίων θείου και αζώτου, σκόνης και αιθάλης. Τα σωματίδια διεισδύουν στους πνεύμονες και το κυκλοφορικό σύστημα, προκαλώντας πολυάριθμα προβλήματα υγείας.
Η λειτουργία των 7 μεγάλων λιγνιτικών σταθμών της ΔΕΗ προκαλεί την απώλεια 12.000 χρόνων ζωής, δηλαδή τον πρόωρο θάνατο 1.200 ανθρώπων ετησίως. Τα αποτελέσματα αυτά συνάδουν με τα πορίσματα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος που εκτιμούν ετήσιο κόστος στην εθνική μας οικονομία από την επιβάρυνση στη δημόσια υγεία και την καταστροφή του περιβάλλοντος έως και 3,9 δις €.
Οι 7 λιγνιτικοί σταθμοί της ΔΕΗ που παραμένουν σε λειτουργία σήμερα συγκαταλέγονται ανάμεσα στους πιο βρώμικους της Ευρώπης, όχι μόνο εξαιτίας της παλαιότητάς τουςαλλά και λόγω της εξαιρετικά χαμηλής ποιότητας της πρώτης ύλης: του ελληνικού λιγνίτη.
Παρά όμως τα τεράστια οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά προβλήματα της εξάρτησης από το λιγνίτη, η κυβέρνηση έχει ήδη υπογράψει την Έγκριση Περιβαλλοντικών Όρων για την κατασκευή νέας μονάδας (5ης) στο λιγνιτικό σταθμό της Πτολεμαΐδας, ενώ στο μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας έχει προβλεφθεί η κατασκευή ενός ή δύο ακόμα μονάδων στους σταθμούς Μελίτης (2ης) και Αγίου Δημητρίου (6ης).
Εφόσον κατασκευαστεί η Πτολεμαΐδα 5, θα ευθύνεται για τον πρόωρο θάνατο περισσότερων από 100 ανθρώπων κάθε χρόνο, ενώ η ελληνική κοινωνία θα πρέπει να υποστεί τις συνέπειες από τη ρύπανση τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του αιώνα. Πρόκειται για μία επιλογή που κρατάει τη χώρα μας εγκλωβισμένη σε ενεργειακές επιλογές του παρελθόντος, με σοβαρές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, το περιβάλλον και την προσπάθεια εκμηδενισμού των εκπομπών CO της χώρας μας στον τομέα ηλεκτροπαραγωγής. Τους αμέσως επόμενους μήνες αναμένονται σημαντικές εξελίξεις και πρωτοβουλίες της ελληνικής κυβέρνησης σχετικά με την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ.
Οι δύο αυτές ‘μνημονιακές’ υποχρεώσεις κρύβουν ένα παράδοξο: παρά το γεγονός ότι απορρέουν σε μεγάλο βαθμό από την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τις επιταγές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ως εταίρου της Τρόικα), δεν λαμβάνουν υπόψη άλλα σημαντικά σημεία της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, όπως η Οδηγία για τις Βιομηχανικές Εκπομπές (ΕΚ 2010/75), η οποία θέτει αυστηρότερα όρια για τις εκπομπές των αερίων που εξετάζει η παρούσα έκθεση για τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής. Οι γερασμένες μονάδες της ΔΕΗ, ανεξαρτήτως ιδιοκτησιακού καθεστώτος, απαιτούν τεράστια κόστη σε επενδύσεις περιβαλλοντικής αναβάθμισης, ενώ πολλές από αυτές θα πρέπει να τερματίσουν τη λειτουργία τους σε ορίζοντα δεκαετίας.
Μένει επομένως να απαντηθεί ποιος θα αναλάβει το κόστος της περιβαλλοντικής αναβάθμισης των υφιστάμενων μονάδων. Η ΔΕΗ που έχει την ιστορική ευθύνη; Οι λοιποί, ιδιώτες επενδυτές που θα αγοράσουν υφιστάμενες μονάδες ή μετοχές της ΔΕΗ; Ή οι πολίτες που μέχρι σήμερα πληρώνουν ένα θανάσιμο τίμημα στο βωμό του ‘φθηνού’ λιγνίτη;
Η χρήση λιγνίτη επί δεκαετίες έχει επιδοτηθεί άμεσα και έμμεσα με αστρονομικά ποσά που επιβαρύνουν την εθνική οικονομία και τους Έλληνες πολίτες. Η βασικότερη επιδότηση από όλες είναι η απαλλαγή της ΔΕΗ από την υποχρέωση να καλύψει το εξωτερικό κόστος που προκαλεί η περιβαλλοντική υποβάθμιση και η επιβάρυνση της ανθρώπινης υγείας. Χωρίς αυτή την επιδότηση η κατασκευή και λειτουργία μονάδων με καύσιμο τον άνθρακα (ακόμα και αν πρόκειται για εγχώριο καύσιμο) θα αποτελούσε μία οικονομικά επιζήμια επενδυτική επιλογή που θα απέτρεπε οποιαδήποτε υγιώς σκεπτόμενη επιχείρηση.
Με δεδομένα ότι: α. τα λιγνιτικά αποθέματα της χώρας εξαντλούνται, β. τα εναπομείναντα κοιτάσματα έχουν τόσο χαμηλή θερμιδική αξία που ακόμα και μία σύγχρονη ανθρακική μονάδα θα έχει σημαντικές εκπομπές αερίων που βλάπτουν σοβαρά την υγεία και γ. οι υφιστάμενες μονάδες απαιτούν επενδύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ για περιβαλλοντική αναβάθμιση, η Greenpeace καλεί την ελληνική κυβέρνηση:
να προχωρήσει στη λύση που προσφέρουν οι καθαρές, σύγχρονες, ασφαλείς και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, απέναντι στο παρωχημένο και βρώμικο ενεργειακό καθεστώς που κοστίζει ανθρώπινες ζωές και χρήματα, μέχρι το 2030 και προώθησης της εξοικονόμησης ενέργειας.
Σχόλιο δικό μας: μαζί με το Βασίλη Γιόκαρη έχουμε γράψει ολόκληρο βιβλίο για την Κοινωνικοποίηση της παραγωγής ενέργειας και τη δημοτικοποίηση-κοινοτητοποίηση των ενεργειακών δικτύων, σαν απάντηση μεταξύ των ¨συμπληγάδων" της κρατικής ΔΕΗ και της ιδιωτικοποίησης. Με αιχμή τα αποκεντρωμένα μικρά και μεσαία συστήματα των ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας( ΑΠΕ) βέβαια, των οποίων το δυναμικό είναι πολύ πλούσιο για τη χώρα.