Ηταν κάποτε μέτρον των ανθρώπων και του πνεύματος. Η εντιμότητα, ο κόπος, η εργασία, η ανάγνωση, ο σεβασμός στη Ζωή. Τώρα δεν υπάρχουν πια, μάλλον έχουν υποκατασταθεί από άλλες «αξίες». Για να γίνεις αυτό που είσαι (Πίνδαρος) απαιτούσε θέληση, υπομονή, ευρύνοια, μεγαλοψυχία και κυρίως να μην είσαι ματαιόδοξος και καιροσκόπος.
Σήμερα όλα είναι διαφορετικά, επειδή απλώς η αγορά έχει, ανέλεγκτα πλέον, διαπλατυνθεί. Δεν αρκεί ο λόγος από μόνος του για να πεις ποιος είσαι, τι πρεσβεύεις, τι προσδοκάς από την πολιτική συνύπαρξη. Πρέπει να κραυγάσεις για να ακουστείς, για να επικαλύψεις τις κραυγές των άλλων (διότι όλοι κραυγάζουν, δεν ομιλούν, δεν συνομιλούν), πρέπει να ξελαρυγγιαστείς. Ο λόγος πάει για βρούβες και κυρίως η χαρά, διότι αυτή δεν μεταδίδεται (τι κρίμα για το ανθρώπινο είδος), εν αντιθέσει με την κατήφεια και το μίσος, που έτσι και εκδηλωθούν, έστω από έναν, επηρεάζουν τους πάντες, επικρατούν στο επικοινωνιακό παιχνίδι, σμπαραλιάζουν την ατμόσφαιρα και την κοινότητα, μιαίνουν το πνεύμα και τη γλώσσα. Κι έτσι δεν μπορούμε να χαρούμε, μαζί με άλλους, τίποτα. Γράφει στη «Χαρούμενη Επιστήμη» ο συγγραφέας στον οποίο ανατρέχω συχνά (Νίτσε): «Ενας και μόνο άνθρωπος δίχως χαρά αρκεί για να δημιουργήσει μόνιμη ακεφιά και συννεφιασμένο ουρανό σ' ένα σπιτικό».
Και, δυστυχώς, πάντα υπάρχει ένας τέτοιος άχαρος ανάμεσά μας στην κάθε μέρα. Φαντάζει χρέος μας να απομονώνουμε τέτοιους ανθρώπους αλλά καταπίπτουμε στο μέγα ατόπημα του αποκλεισμού, θα αποκληθούμε ρατσιστές και λοιπά· προκειμένου λοιπόν να παραμείνουμε πολιτικώς ορθοί αναγκαζόμαστε, εκόντες άκοντες, να υπομείνουμε αλλά και να συναγελαστούμε (με) τέτοιους μουρτζούφληδες. Η μόνη χαρά τους εκδηλώνεται στην κακία (οι χαιρέκακοι!). Είναι δύσκολη η συνύπαρξη, ναι, απαιτεί συμβιβασμούς, υποχωρήσεις· οφείλουμε ενίοτε να καταπίνουμε τη γλώσσα μας για να μην εκραγούν τα σπλάγχνα από την πλήμμη των χαιρέκακων, μνησίκακων και λοιπών εχθρών της χαράς. Αποκαλώ έτσι σχεδόν τους πάντες που βγαίνουν στο τηλεοπτικό γυαλί και διαλαλούν αναιδώς την πραμάτεια τους την ιδεολογική, στην ουσία εξουσιαστική, όσο ανερμάτιστοι και αν φαίνονται.
Πολλοί έχουν αποκαλέσει τις εκλογές ένα ελαφρύ πανηγύρι. Συμφωνώ. Τώρα, όμως, συστήνουν οι φίλοι, πρέπει άπαντες να πάμε να ψηφίσουμε (όλους αυτούς τους εχθρούς της ζωής) για να εκδιώξουμε αυτούς που μας οδήγησαν με την ανεπαρκή και δουλόφρονα πολιτική τους στον εξευτελισμό και την ανέχεια. Εντάξει, συμφωνώ, να τους εκδιώξουμε, προτροπάδην μάλιστα (και ας μας αποκαλέσουν αντιπασιφιστές, βίαιους και λοιπά· ναι, να τους εκδιώξουμε, αλλά ποιους να βάλουμε στη θέση τους; Και είναι η ψήφος αυτή που εκδιώκει και τοποθετεί τους ανθρώπους της εξουσίας;
Χωρίς χαρά δεν μπορούμε να κάνουμε σπουδαία πράγματα στο άρχειν και άρχεσθαι, δεν εναλλάσσονται οι άρχοντες με τους αρχόμενους διότι δεν υπάρχει αγάπη (χαρά) για το συνανήκειν, για τον ρόλο του πνεύματος, φαίνεται σκολιός, αρχήθεν, ο τρόπος ανάπτυξης των κοινωνιών, η ικανότητα του σφετερίζεσθαι ή αρπάζειν την εξουσία, η αναγκαιότητα (;) να άρχουν ή να άρχονται οι άνθρωποι. Ναι, αλλά δεν είναι χρέος μας ή καθήκον να υπηρετούμε αυτή την εξουσία· υπάρχουν αναρίθμητοι διαφορετικοί τρόποι να οργανωθούμε, να συνυπάρξουμε, πρέπει, όμως, να μάθουμε να χαιρόμαστε μαζί με άλλους τη Ζωή.
Του Γιώργου Σταματόπουλου [email protected]
Πηγή: http://www.efsyn.gr
Σήμερα όλα είναι διαφορετικά, επειδή απλώς η αγορά έχει, ανέλεγκτα πλέον, διαπλατυνθεί. Δεν αρκεί ο λόγος από μόνος του για να πεις ποιος είσαι, τι πρεσβεύεις, τι προσδοκάς από την πολιτική συνύπαρξη. Πρέπει να κραυγάσεις για να ακουστείς, για να επικαλύψεις τις κραυγές των άλλων (διότι όλοι κραυγάζουν, δεν ομιλούν, δεν συνομιλούν), πρέπει να ξελαρυγγιαστείς. Ο λόγος πάει για βρούβες και κυρίως η χαρά, διότι αυτή δεν μεταδίδεται (τι κρίμα για το ανθρώπινο είδος), εν αντιθέσει με την κατήφεια και το μίσος, που έτσι και εκδηλωθούν, έστω από έναν, επηρεάζουν τους πάντες, επικρατούν στο επικοινωνιακό παιχνίδι, σμπαραλιάζουν την ατμόσφαιρα και την κοινότητα, μιαίνουν το πνεύμα και τη γλώσσα. Κι έτσι δεν μπορούμε να χαρούμε, μαζί με άλλους, τίποτα. Γράφει στη «Χαρούμενη Επιστήμη» ο συγγραφέας στον οποίο ανατρέχω συχνά (Νίτσε): «Ενας και μόνο άνθρωπος δίχως χαρά αρκεί για να δημιουργήσει μόνιμη ακεφιά και συννεφιασμένο ουρανό σ' ένα σπιτικό».
Και, δυστυχώς, πάντα υπάρχει ένας τέτοιος άχαρος ανάμεσά μας στην κάθε μέρα. Φαντάζει χρέος μας να απομονώνουμε τέτοιους ανθρώπους αλλά καταπίπτουμε στο μέγα ατόπημα του αποκλεισμού, θα αποκληθούμε ρατσιστές και λοιπά· προκειμένου λοιπόν να παραμείνουμε πολιτικώς ορθοί αναγκαζόμαστε, εκόντες άκοντες, να υπομείνουμε αλλά και να συναγελαστούμε (με) τέτοιους μουρτζούφληδες. Η μόνη χαρά τους εκδηλώνεται στην κακία (οι χαιρέκακοι!). Είναι δύσκολη η συνύπαρξη, ναι, απαιτεί συμβιβασμούς, υποχωρήσεις· οφείλουμε ενίοτε να καταπίνουμε τη γλώσσα μας για να μην εκραγούν τα σπλάγχνα από την πλήμμη των χαιρέκακων, μνησίκακων και λοιπών εχθρών της χαράς. Αποκαλώ έτσι σχεδόν τους πάντες που βγαίνουν στο τηλεοπτικό γυαλί και διαλαλούν αναιδώς την πραμάτεια τους την ιδεολογική, στην ουσία εξουσιαστική, όσο ανερμάτιστοι και αν φαίνονται.
Πολλοί έχουν αποκαλέσει τις εκλογές ένα ελαφρύ πανηγύρι. Συμφωνώ. Τώρα, όμως, συστήνουν οι φίλοι, πρέπει άπαντες να πάμε να ψηφίσουμε (όλους αυτούς τους εχθρούς της ζωής) για να εκδιώξουμε αυτούς που μας οδήγησαν με την ανεπαρκή και δουλόφρονα πολιτική τους στον εξευτελισμό και την ανέχεια. Εντάξει, συμφωνώ, να τους εκδιώξουμε, προτροπάδην μάλιστα (και ας μας αποκαλέσουν αντιπασιφιστές, βίαιους και λοιπά· ναι, να τους εκδιώξουμε, αλλά ποιους να βάλουμε στη θέση τους; Και είναι η ψήφος αυτή που εκδιώκει και τοποθετεί τους ανθρώπους της εξουσίας;
Χωρίς χαρά δεν μπορούμε να κάνουμε σπουδαία πράγματα στο άρχειν και άρχεσθαι, δεν εναλλάσσονται οι άρχοντες με τους αρχόμενους διότι δεν υπάρχει αγάπη (χαρά) για το συνανήκειν, για τον ρόλο του πνεύματος, φαίνεται σκολιός, αρχήθεν, ο τρόπος ανάπτυξης των κοινωνιών, η ικανότητα του σφετερίζεσθαι ή αρπάζειν την εξουσία, η αναγκαιότητα (;) να άρχουν ή να άρχονται οι άνθρωποι. Ναι, αλλά δεν είναι χρέος μας ή καθήκον να υπηρετούμε αυτή την εξουσία· υπάρχουν αναρίθμητοι διαφορετικοί τρόποι να οργανωθούμε, να συνυπάρξουμε, πρέπει, όμως, να μάθουμε να χαιρόμαστε μαζί με άλλους τη Ζωή.
Του Γιώργου Σταματόπουλου [email protected]
Πηγή: http://www.efsyn.gr