Του Γιώργου Σταματόπουλου
Φτάνουμε μετά από δυόμισι ώρες ταξίδι στο Ψαροπούλι στη Βόρεια Εύβοια, μέσα από έναν χωματόδρομο. Ησυχία. Γυμνισμός. Θάλασσα. Αιγαίο. Οι Σκοπελίτες και οι Σκιαθίτες απέναντι μας χαιρετούνε. Προτού πιούμε τη δροσιστική μπίρα, εισβάλλει ο Μήτσος από τα Βασιλικά στην παρέα. Ολοι μαζί ανεβαίνουμε στο χωριό, περίπου ένα χιλιόμετρο από την παραλία.
Φτάνουμε στο κονάκι του. Είναι μια όαση. Ενας χώρος δώδεκα στρεμμάτων, διαμορφωμένος από τα χέρια του. Παντού πέτρα και ξύλο· μια αλλόκοτα απλή αισθητική θωπεύει την ψυχή μας, τη διάθεση, το ασυνείδητο – όπως θέλει ο καθείς το λέει.
Παντού πλατάνια, η καλύτερη σκιά· πεύκα και ελιές φτάνουν ώς το κύμα. Ιερουργία. Σιωπή. Ενταση. Χτυποκάρδια. Ανισόπεδα επίπεδα. Εδώ η μπάρα, πιο 'κεί η τραπεζαρία, όπου ολημερίς βράζουν καρπούς στα καζάνια, ακόμη πιο 'κεί το θεατρικό σανίδι, η εξέδρα για τις συναυλίες. Αντίσκηνα γύρω γύρω. Παιδιά παίζουν με τους γονείς τους, κάτι σαν χίπηδες και κυνικοί. Ελευθερία. Μπροστά μας το Αιγαίο. Μια ανθρώπινη συνύπαρξη, με τα ζαρζαβατικά δίπλα να «χορεύουν». Χορεύουμε μαζί τους τον χορό των καρπών της Γης, της απλότητας, της ολιγάρκειας, της αυτάρκειας, της συμμετοχής.
Φυσική και κοινωνική όαση· πρόταση ζωής. Η μουσική συντροφεύει τις στιγμές. Τα βράδια διάλογος. Καθένας έχει να πει κάτι από τις εμπειρίες στην κοινότητά του, τη γειτονιά του, την εργασία του. Τραυλές οι εκφωνήσεις στην αρχή ωσότου φθογγοποιηθούν και ενδυναμωθούν από τη μεταρσίωση που επιφέρει η επαφή.
Κοινόβιο. Προσωπική εργασία. Προσωπική ευθύνη. Ντοστογιέφσκι, Καμί, Νίτσε, Σάμπατο. Απουσιάζει ο Ηράκλειτος. Δεν ξέρω γιατί, δεν ρωτάω. Από το ίδιο καζάνι τρώμε όλοι. Τσάι, βότανα, καφές και λίγο αλκοόλ. Ο οβολός προαιρετικός, αλλά απαραίτητος ο πιο μικρός αριθμός του για την ισοτιμία και τον αλληλοσεβασμό. Ενα πολυχώραφο που ανοίγει νέες πνευματικές, διανοητικές, κοινωνικές και πολιτικές καλλιέργειες. Αναδασμός συνειδήσεων και ψυχών. Οπου τύχει στον καθένα. Ιλιγγος. Χαμόγελα. Συντροφικότητα. Εκάς η μόδα και το στιλ, τα δήθεν και τα πρέπει. Το βουνό είναι βουνό κι ας έχει στις ρίζες του την παραλία. Ηρεμεί ο θρους των φυλλωμάτων των δέντρων· μερικοί τον μεταφράζουν!
Ιχνηλάτης του νοήματος ο ιδιοκτήτης του πολυχώραφου. Σύμπτωση: πηγαίναμε στο ίδιο Γυμνάσιο, στου Ζωγράφου, με δύο χρόνια διαφορά. Δεν θυμηθήκαμε αν ήταν το Α' ή το Β' Αρρένων…
«Βγαίνει μεροκάματο;» τον ρωτάω, επηρεασμένος από όλη την ηλιθιότητα που μαστίζει την πρωτεύουσα. Με κοιτά με επιείκεια και χαμογελά. Δεν επιμένω. Εκμαιεύω κάπως την ιδεολογία του, κάπου ανάμεσα στον κοινωνικό και ατομικό αναρχισμό: προς τον δεύτερο βλέπω να γέρνει, αλλά τι σημασία έχει μπροστά στην κοινοτιστική του «επαγγελματική» ματιά;
Ευτυχώς που υπάρχουν μερικοί σαλοί και μας ξεστραβώνουν μακριά από τη σκληρή κομματική πειθαρχία και ιεραρχία. Λοξίες, θα τους έλεγα, εξεγερμένους της λογικής και του πάθους τους για μια άλλη Ζωή. Ευτυχώς, επίσης, που υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που καταλαβαίνουν τι είναι ριζοσπαστικό, διαφορετικό, ικανό να βιωθεί, να γίνει κτήμα, να μετουσιωθεί. Στο Πολυχώραφο των Βασιλικών, λοιπόν· εκεί όπου συνυπάρχουν ο λόγος, ο χορός, το γέλιο και η μουσική, ό,τι θα 'πρεπε να χαρακτηρίζει τις κοινωνίες μας.
Εξαιρετικόν Πολυχώραφον! Μια τρίτη ματιά πραγματικά στις κοινωνικές και πολιτικές δραστηριότητες της Βόρειας Εύβοιας με πανελλήνια απήχηση, μια οικογιορτή, μια ανάσα, μια θέα στο Αιγαίο, αλλά και στο μύχιο του καθενός· και παιδιά που παίζουν. Τι άλλο;
Φτάνουμε μετά από δυόμισι ώρες ταξίδι στο Ψαροπούλι στη Βόρεια Εύβοια, μέσα από έναν χωματόδρομο. Ησυχία. Γυμνισμός. Θάλασσα. Αιγαίο. Οι Σκοπελίτες και οι Σκιαθίτες απέναντι μας χαιρετούνε. Προτού πιούμε τη δροσιστική μπίρα, εισβάλλει ο Μήτσος από τα Βασιλικά στην παρέα. Ολοι μαζί ανεβαίνουμε στο χωριό, περίπου ένα χιλιόμετρο από την παραλία.
Φτάνουμε στο κονάκι του. Είναι μια όαση. Ενας χώρος δώδεκα στρεμμάτων, διαμορφωμένος από τα χέρια του. Παντού πέτρα και ξύλο· μια αλλόκοτα απλή αισθητική θωπεύει την ψυχή μας, τη διάθεση, το ασυνείδητο – όπως θέλει ο καθείς το λέει.
Παντού πλατάνια, η καλύτερη σκιά· πεύκα και ελιές φτάνουν ώς το κύμα. Ιερουργία. Σιωπή. Ενταση. Χτυποκάρδια. Ανισόπεδα επίπεδα. Εδώ η μπάρα, πιο 'κεί η τραπεζαρία, όπου ολημερίς βράζουν καρπούς στα καζάνια, ακόμη πιο 'κεί το θεατρικό σανίδι, η εξέδρα για τις συναυλίες. Αντίσκηνα γύρω γύρω. Παιδιά παίζουν με τους γονείς τους, κάτι σαν χίπηδες και κυνικοί. Ελευθερία. Μπροστά μας το Αιγαίο. Μια ανθρώπινη συνύπαρξη, με τα ζαρζαβατικά δίπλα να «χορεύουν». Χορεύουμε μαζί τους τον χορό των καρπών της Γης, της απλότητας, της ολιγάρκειας, της αυτάρκειας, της συμμετοχής.
Φυσική και κοινωνική όαση· πρόταση ζωής. Η μουσική συντροφεύει τις στιγμές. Τα βράδια διάλογος. Καθένας έχει να πει κάτι από τις εμπειρίες στην κοινότητά του, τη γειτονιά του, την εργασία του. Τραυλές οι εκφωνήσεις στην αρχή ωσότου φθογγοποιηθούν και ενδυναμωθούν από τη μεταρσίωση που επιφέρει η επαφή.
Κοινόβιο. Προσωπική εργασία. Προσωπική ευθύνη. Ντοστογιέφσκι, Καμί, Νίτσε, Σάμπατο. Απουσιάζει ο Ηράκλειτος. Δεν ξέρω γιατί, δεν ρωτάω. Από το ίδιο καζάνι τρώμε όλοι. Τσάι, βότανα, καφές και λίγο αλκοόλ. Ο οβολός προαιρετικός, αλλά απαραίτητος ο πιο μικρός αριθμός του για την ισοτιμία και τον αλληλοσεβασμό. Ενα πολυχώραφο που ανοίγει νέες πνευματικές, διανοητικές, κοινωνικές και πολιτικές καλλιέργειες. Αναδασμός συνειδήσεων και ψυχών. Οπου τύχει στον καθένα. Ιλιγγος. Χαμόγελα. Συντροφικότητα. Εκάς η μόδα και το στιλ, τα δήθεν και τα πρέπει. Το βουνό είναι βουνό κι ας έχει στις ρίζες του την παραλία. Ηρεμεί ο θρους των φυλλωμάτων των δέντρων· μερικοί τον μεταφράζουν!
Ιχνηλάτης του νοήματος ο ιδιοκτήτης του πολυχώραφου. Σύμπτωση: πηγαίναμε στο ίδιο Γυμνάσιο, στου Ζωγράφου, με δύο χρόνια διαφορά. Δεν θυμηθήκαμε αν ήταν το Α' ή το Β' Αρρένων…
«Βγαίνει μεροκάματο;» τον ρωτάω, επηρεασμένος από όλη την ηλιθιότητα που μαστίζει την πρωτεύουσα. Με κοιτά με επιείκεια και χαμογελά. Δεν επιμένω. Εκμαιεύω κάπως την ιδεολογία του, κάπου ανάμεσα στον κοινωνικό και ατομικό αναρχισμό: προς τον δεύτερο βλέπω να γέρνει, αλλά τι σημασία έχει μπροστά στην κοινοτιστική του «επαγγελματική» ματιά;
Ευτυχώς που υπάρχουν μερικοί σαλοί και μας ξεστραβώνουν μακριά από τη σκληρή κομματική πειθαρχία και ιεραρχία. Λοξίες, θα τους έλεγα, εξεγερμένους της λογικής και του πάθους τους για μια άλλη Ζωή. Ευτυχώς, επίσης, που υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που καταλαβαίνουν τι είναι ριζοσπαστικό, διαφορετικό, ικανό να βιωθεί, να γίνει κτήμα, να μετουσιωθεί. Στο Πολυχώραφο των Βασιλικών, λοιπόν· εκεί όπου συνυπάρχουν ο λόγος, ο χορός, το γέλιο και η μουσική, ό,τι θα 'πρεπε να χαρακτηρίζει τις κοινωνίες μας.
Εξαιρετικόν Πολυχώραφον! Μια τρίτη ματιά πραγματικά στις κοινωνικές και πολιτικές δραστηριότητες της Βόρειας Εύβοιας με πανελλήνια απήχηση, μια οικογιορτή, μια ανάσα, μια θέα στο Αιγαίο, αλλά και στο μύχιο του καθενός· και παιδιά που παίζουν. Τι άλλο;