Με την ευκαιρία των ερχόμενων Ευρωεκλογών αναρτώ 3 χαρακτηριστικά άρθρα:
1) To καινούργιο «τέρας των Βρυξελλών»
Της ΧριστίναςΒασιλάκη
Ανταποκρίτριας του TPP στις Βρυξέλλες από το:
http://www.thepressproject.gr/article/52263/To-kainourgio-teras-ton-Bruksellon
Λίγους μήνες πριν από τις Ευρωεκλογές του Μαΐου 2014, μια συμμαχία ευρωσκεπτιστικών, λαϊκιστικών, ακροδεξιών κομμάτων της ΕΕ βρίσκεται και επίσημα πλέον σε φάση δημιουργίας, με κύριο σκοπό την εκ των έσω «καταπολέμηση του τέρατος των Βρυξελλών», όπως είπαν χαρακτηριστικά οι εμπνευστές της.
Η απο κοινού πρωτοβουλία της Marine Le Pen, προέδρου του γαλλικού κόμματος της άκρας δεξιάς, Front National και του Geert Wilders, προέδρου του ολλανδικού αντιμεταναστευτικού κόμματος, PVV, έχει ήδη λάβει την επίσημη υποστήριξη ορισμένων «αδελφών» κομμάτων, περισσότερα από τα οποία αναμένεται να επιτύχουν εντυπωσιακά ποσοστά στις επερχόμενες ευρωεκλογές.
Από την άλλη πλευρά , έχουν απορρίφθεί ως «πολύ ριζοσπαστικά, ακραία ή/και κόμματα-καρικατούρες» , η Χρυσή Αυγή, το ουγγρικό Jobbik και το αγγλικό BNP. «Είμαστε ένα δημοκρατικό κόμμα », δήλωσε στο ThePressProject, o Philip Claeys , Βέλγος ευρωβουλευτής από το εθνικιστικό/ πατριωτικό Vlaams Belang . «Δεν θέλουμε μαζί μας κόμματα που δραστηριοποιούνται με βίαια μέσα ή έχουν αντισημιτική ιδεολογία», ξεκαθαρίζει, αφήνοντας όμως ένα περιθώριο μελλοντικής συνεργασίας που θυμίζει την «πιο σοβαρή Χρυσή Αυγή» της ΝΔ: «Αν κάποια στιγμή τα κόμματα αυτά άλλαζαν χαρακτήρα, ενδεχομένως να υπήρχε κάποια προοπτική συνεργάσιας στο απώτερο μέλλον».
Σύμφωνα με πληροφορίες του TPP που προέρχονται από το στενό περιβάλλον της Le Pen, η ηγεσία του νέου κόμματος έχει κάνει «κρούση συνεργασίας» σε άλλο Ελληνικό κόμμα, τους Ανεξάρτητους Έλληνες, ωστόσο δεν έχει δοθεί συνέχεια.
Σε γενικές γραμμές για να είναι σε θέση η εν λόγω συμμαχία να σχηματίσει πολιτική ομάδα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, πρέπει να έχει πάνω από 25 εκπροσώπους από τουλάχιστον επτά κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό, όμως, που πριν από λίγους μήνες αποτελούσε «μεγάλες προσδοκίες» για τους ακροδεξιούς της Ευρώπης και δικλείδα ασφαλείας για τους θεωρητικούς της άκρας δεξιάς, τώρα θεωρείται ως και μετριοπαθής πρόβλεψη.
Το βελγικό Φλαμανδικό Συμφέρον, το Κόμμα Ελευθερίας της Αυστρίας, η Λίγκα του Βορρά της Ιταλίας και οι Σουηδοί Δημοκράτες είναι τα ευρωπαϊκά κόμματα που έχουν ήδη συμφωνήσει να συμμετάσχουν σε αυτή την πρωτοβουλία. Αλλά η ηγεσία της δεν θα σταματήσει εκεί τις προσπάθειές της να συνεργαστεί με υποστηρικτές της άκρας δεξιάς από όσο το δυνατόν περισσότερες χώρες της ΕΕ. Στο χορό των διαπαραγματεύσεων μπαίνουν όχι μόνο διαμορφωμένα εθνικά κόμματα αλλά και ανεξάρτητες πολιτικές φιγούρες, όπως είναι ο παρατηρητής ευρωπβουλευτής της Κροατίας Boro Grubisic αλλά και μια πολιτικός από τη Μάλτα, που μάλιστα προέρχεται από το Εργατικό κόμμα και την χαρακτηρίζουν «ευρωρεαλίστρια». Οι επικεφαλής της νέας ομάδας βρίσκονται επίσης σε συνομιλίες με το κόμμα SNS από τη Σλοβακία, το Fratteli d’Italia που δημιουργήθηκε μετά από απόσχιση από το κεντροδεξιό κόμμα του Μπερλουσκόνι, το κόμμα «Τάξη και Δικαιοσύνη» του Λιθουανού πρώην πρωθυπουργού, Rolandas Paksas, ενώ επίσης υπολογίζουν στην υποστήριξη από «φίλους φίλων», κυρίως από τη Φινλανδία και τη Δανία.
Ενάντια σε όλες τις αναλύσεις που υποστήριζαν ότι οι εθνικιστικές πεποιθήσεις αυτών των κομμάτων θα βάλουν πάρα πολλά εμπόδια στη διαδικασία σχηματισμού μιας Πανευρωπαϊκής, ακροδεξιάς συμμαχίας, είναι γεγονός ότι είμαστε πιο κοντά σε αυτό από ποτέ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η προηγούμενη ακροδεξιά συντηρητική πολιτική ομάδα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, υπό την ονομασία «Ταυτότητα, Παράδοση , Εθνική Κυριαρχία» μετρούσε αρχικά 23 μέλη και έπαψε να υφίσταται σε λιγότερο από ένα χρόνο από τη δημιουργία του.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, λοιπόν, ότι αυτός ο «γάμος» δεν πραγματοποιείται επειδή ξαφνικά τα ακροδεξιά κόμματα στην Ευρώπη απόκτησαν φιλοσοφία διεθνισμού. Όμως, στο πλαίσιο των σημερινών πολιτικών συγκυριών έχουν περισσότερα να κερδίσουν παρά να χάσουν.
Οι επιδοτήσεις της ΕΕ είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου.
Για να αντιληφθεί κανείς τα κέρδη τους θα πρέπει να δει πρώτα το πολιτικό πλαίσιο και στη συνέχεια, κάποιες πρακτικές λεπτομέρειες της λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης .
Εν ολίγοις, η οικονομική κρίση, με τις καταστροφικές για ορισμένες χώρες της ΕΕ επιπτώσεις, η γερμανική ηγεσία, η οποία έχει αντικαταστήσει την παλαιά κοινωνικοοικονομική, γαλλογερμανική ισορροπία και η μεγάλη αποτυχία του πειράματος της Ευρωζώνης είναι μερικοί μόνο από τους λόγους που έχουν οδηγήσει σε σημαντική αύξηση του ευρωσκεπτικισμού σε πολλές –και διαφορετικές- χώρες της ΕΕ .
Κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι εύκολο να διακρίνει κανείς την πρόθεση αυτής της «Αντιευρωπαϊκής Ένωσης» να καρπωθεί τα οφέλη μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης που καταρρέει.
Πιο συγκεκριμένα, μετά τη δημιουργία της πολιτικής ομάδας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα μέλη της θα είναι σε θέση να έχουν μια πιο «αποτελεσματική» παρουσία στα θεσμικά όργανα. Συνοψίζοντας τις προσδοκίες τους, αυτό σημαίνει: να έχουν το δικαίωμα της υποψηφιότητας για τις προεδρίες των επιτροπών και των κοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών, να μπορούν να συντάσσουν κοινοβουλευτικές εκθέσεις, να προτείνουν τροπολογίες ή ακόμα και να λαμβάνουν μέρος στην ψηφοφορία για το Βραβείο Ζαχάρωφ για την Ελευθερία της Σκέψης (!) . Όπως τονίζει στο TPP μέλος του σχεδιασμού του νέου κόμματος, «αν το πολιτικό μας βάρος είναι αρκετά σημαντικό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι υπόλοιπες πολιτικές ομάδες του Ευρωκοινοβουλίου θα πρέπει να σκέφτονται δύο φορές πριν από τη λήψη των πεισματάρικων, ιδεολογικών πρωτοβουλιών τους. Σήμερα συμφωνούν σε περίπου 90% των κοινοτικών κανονισμών, αύριο θα πρέπει να επαναδιαπραγματευτούν» .
Το κατά πόσο η «επαναδιαπραγμάτευση» αυτή θα γίνει –όπως υποστηρίζουν- με στόχο «τη διάσωση των λαών της Ευρώπης από τη Ρωσία ως την Πορτογαλία», δεν είναι δύσκολο να το μαντέψει κανείς.
«Ο εθνικιστικός χαρακτήρας των κομμάτων αυτών δεν ευνοεί την ανάπτυξή τους. Σίγουρα, όμως, μια ενισχυμένη παρουσία ακροδεξιών Ευρωβουλευτών στο κοινοβούλιο θα δυσκολέψει τον αγώνα κατά της λιτότητας και της νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Κι αυτό γιατί στην οικονομική πολιτική δε διαφέρουν σημαντικά από τους φιλελεύθερους», σχολιάζει στο TPP o Ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Χουντής.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπη με την απειλή μιας ακροδεξιάς που με «κοστούμι και γραβάτα» είναι έτοιμη να ροκανίσει τα ήδη μισοφαγωμένα θεμέλια της ΕΕ. Η σταδιακή κατάρρευση της ΕΕ μπορεί πλέον να μη σοκάρει κανέναν, αλλά αν επιπλέον συνηθίσουμε και το καινούργιο αυτό τέρας των Βρυξελλών, αυτό σημαίνει ότι έχουμε αρχίσει να του μοιάζουμε…
2) Τι θα πει αριστερή πολιτική για την Ευρώπη
του Θόδωρου Παρασκευόπουλου*
από το:
http://epohi.gr/portal/politiki/15525-ti-tha-pei-aristeri-politiki-gia-tin-evropi Επικέντρωση στα πραγματικά προβλήματα του μέλλοντος της Ευρώπης:
Ο ριζικά οικολογικός μετασχηματισμός της παραγωγής. Η υποδοχή και ένταξη των μεταναστών στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Η δημοκρατία.
Η δημόσια συζήτηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση περιορίζεται σε μεγάλο βαθμό στο ζήτημα του νομίσματος. Είναι λογικό, αφού 22 χρόνια μετά την έγκριση της Συνθήκης για την Οικονομική και Νομισματική Ένωση (Συνθήκη του Μάαστριχτ, 1991) και 15 χρόνια μετά την εισαγωγή του ενιαίου νομίσματος (1999) η ευρωζώνη περνάει την πρώτη μεγάλη κρίση της. «Κρίση του καπιταλισμού» θα σπεύσει να παρατηρήσει η ορθοδοξία, αλλά οι κρίσεις του καπιταλισμού εκδηλώνονται χωρικά και χρονικά κάθε φορά διαφορετικά, κι όποιος δεν διακρίνει αυτές τις διαφορές δεν καταλαβαίνει τίποτα. Οι αστικές συνταγές για την έξοδο από κάθε κρίση έχουν το κοινό στοιχείο ότι περιλαμβάνουν μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης κερδών του κεφαλαίου και της δημοσιονομικής κρίσης του κράτους – όχι όμως μέτρα για την ανεργία και τη λαϊκή ανέχεια. Αυτό είναι και το χαρακτηριστικό της ευρωπαϊκής οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής, η οποία εκδηλώνεται σαφέστερα και βιαιότερα στα κράτη μέλη που βρίσκονται υπό επιτήρηση: αυτά που εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη μέλη, αλλά η εφαρμογή τους περιορίζεται από τις λαϊκές αντιστάσεις, η ενωσιακή γραφειοκρατία τα επιβάλλει χωρίς πολιτικά κρατήματα εκεί όπου, π.χ. ως «τρόικα», έχει το πάνω χέρι. Όσα ζούμε στην Ελλάδα τα τελευταία τέσσερα χρόνια βεβαιώνουν του λόγου το αληθές.
Η πολιτική αυτή εξαρχής δικαιολογείται με τον σκοπό να επιτευχθεί η «ανταγωνιστικότητα» της οικονομίας κάθε κράτους μέλους χωριστά και της Ένωσης συνολικά. Οι κρίσεις στα κράτη μέλη δικαιολογούνται από την ηγεσία της ΕΕ και από τις κυβερνήσεις με την έλλειψη ανταγωνιστικότητας των οικονομιών τους και με το «σπάταλο κράτος», κυρίως με το «υπερβολικά γενναιόδωρο» κοινωνικό κράτος. Η λύση που προτείνεται και εφαρμόζεται, όπου αυτό δεν συναντά επαρκή αντίσταση, είναι η «συγκράτηση» των μισθών ή η μείωσή τους και η δημόσια λιτότητα. Με αυτόν τον τρόπο, λέει η νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία, μπορεί να επιτευχθεί η δημοσιονομική εξυγίανση και η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Συνταγές που αποτυγχάνουν
Η δημοσιονομική εξυγίανση, όμως, δηλαδή η επίτευξη πλεονασμάτων στον προϋπολογισμό, ώστε να μειωθεί το δημόσιο χρέος, δεν μπορεί να επιτευχθεί σε περίοδο οικονομικής ύφεσης. Η μείωση των δημόσιων δαπανών επιτείνει την ύφεση και μειώνει, ως εκ τούτου, σε δεύτερη φάση τα δημόσια έσοδα. Εάν επιτευχθούν πλεονάσματα (όπως λέει η κυβέρνηση ότι έχει ήδη πετύχει το 2013 στην Ελλάδα), αυτά δεν είναι βιώσιμα. Εάν η δημοσιονομική εξυγίανση επιχειρηθεί, όπως στην Ελλάδα, με αύξηση της φορολογίας των λαϊκών τάξεων, δεν θα αποδώσει σημαντικά, γιατί η φοροδοτική τους ικανότητα έχει εξαντληθεί, αλλά και θα επιδράσει επίσης υφεσιακά, γιατί το λαϊκό εισόδημα πηγαίνει εξολοκλήρου στη ζήτηση και η μείωσή του θα λείψει^ βλέπεις, και τα τυχόν αυξημένα δημόσια έσοδα δεν θα αυξήσουν σε αυτή την περίπτωση τις δημόσιες δαπάνες που θα μπορούσαν να δώσουν ώθηση στην παραγωγή. Ούτε η φορολόγηση των κερδών θα αποφέρει σημαντικά, γιατί και τα κέρδη είναι μειωμένα, λόγω της κρίσης.
Η ανταγωνιστικότητα, πάλι, δεν μπορεί να επιτευχθεί με γενική μείωση των μισθών και με μείωση των εργοδοτικών εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία (το αντίκρισμα είναι η μείωση των συντάξεων και η αύξηση των ορίων ηλικίας που οδεύουν αισίως προς τα 70 χρόνια). Ο λόγος είναι ότι συνταγή της μείωσης του κόστους πιάνει μόνο εφόσον πρόκειται για ομοειδή προϊόντα: το επίπεδο των μισθών ή το μισθολογικό κόστος ανά μονάδα προϊόντος έχει σημασία για τον ανταγωνισμό π.χ. δύο αυτοκινητοβιομηχανιών όχι όμως για ολόκληρες εθνικές οικονομίες.
Η γενικευμένη πολιτική λιτότητας και ανταγωνισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν λύνει ούτε το πρόβλημα του δημόσιου χρέους ούτε το πρόβλημα της ανεργίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιπλέον, πολιτικά, ενισχύει την εθνικοκρατική περιχαράκωση, αφού κάθε κράτος μέλος καλείται να βγάλει μόνο του τα δικά του κάστανα από τη φωτιά. Χρειάζεται, λοιπόν διαφορετική πολιτική και ευρωπαϊκή πολιτική. Για την πολιτική αντιμετώπισης του μεγάλου δημόσιου χρέους των κρατών μελών έχουν ήδη γραφτεί πολλά. Η ανάγκη να αντιμετωπιστεί ενωσιακά έχει αρχίσει να γίνεται συνείδηση σε πολλούς, πολύ περισσότερο που φαίνεται όλο και περισσότερο ότι μπορεί να υπάρχουν εξαιρετικές περιπτώσεις, σαν την Ελλάδα, αλλά το ζήτημα είναι ευρωπαϊκό και δεν λύνεται κατά περίπτωση. Μόνο που όλες οι προτάσεις, και οι ριζοσπαστικότερες, έχουν μια αδυναμία: καλά και μειώνεται το χρέος ή η επιβάρυνση των προϋπολογισμών με έναν από τους τρόπους που έχουν προταθεί ή με συνδυασμό τους^ κι έπειτα; Η κεϋνσιανή πολιτική στην εξαιρετική μεταπολεμική κατάσταση, η νεοφιλελεύθερη πολιτική κατόπιν, όλες κατέληξαν σε οικονομικές κρίσεις και κρίσεις χρέους. Επομένως, χρειάζεται να σκεφτούμε διαφορετικά, και να μην παγιδευόμαστε σε μία πτυχή, αυτή του νομίσματος.
Κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει σήμερα άλλος τρόπος από τη γρήγορη αντιμετώπιση του χρέους σε ενωσιακό επίπεδο και την επικέντρωση στα πραγματικά προβλήματα του μέλλοντος της Ευρώπης. Και αυτά είναι τρία:
Πρώτον, ο ριζικά οικολογικός μετασχηματισμός της παραγωγής, δεύτερον, η υποδοχή και ένταξη των μεταναστών στις ευρωπαϊκές κοινωνίες και, τρίτον, η δημοκρατία.
Οικολογικός μετασχηματισμός της παραγωγής
Ο οικολογικός μετασχηματισμός της παραγωγής συνήθως ταυτίζεται με τις ήπιες και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Αποτελούν σημαντικό μέρος του, αλλά δεν τον εξαντλούν. Οικολογικός μετασχηματισμός της παραγωγής σημαίνει επίσης εξοικονόμηση ενέργειας, λιτή χρήση όλων των πρώτων υλών και των ενδιάμεσων προϊόντων και ανακύκλωση των απορριμμάτων της παραγωγικής διαδικασίας, αντικατάσταση των βραχύβιων προϊόντων με μακρόβια και προσαρμόσιμα στην τεχνολογική εξέλιξη, εκ θεμελίων αναμόρφωση της χημικής βιομηχανίας, περιορισμό των μεταφορών, διαφορετική αγροτική παραγωγή (τόσο γεωργία όσο και κτηνοτροφία), διαφορετικές θαλάσσιες και αεροπορικές μεταφορές, άλλη δόμηση.
Αν αυτό είναι να γίνει με σχέδιο, με μετρήσιμους και επαληθεύσιμους στόχους (κι αλλιώς δεν έχει μεγάλο νόημα να το προσπαθήσει κανείς), τότε απαιτούνται πολύ μεγάλες δημόσιες παρεμβάσεις στη βιομηχανία και τις μεταφορές που ισοδυναμούν με δημόσιο έλεγχο των μεγάλων επιχειρήσεων. Ακόμα χρειάζεται μεγάλη επένδυση στην έρευνα και στη μεταφορά των αποτελεσμάτων της στην παραγωγή. Χρειάζεται δηλαδή μια επανάσταση, στην οποία θα αποδειχτεί ότι η συμφιλίωση με τη φύση όχι μόνο δεν σημαίνει υποανάπτυξη, αλλά, αντίθετα, αλματώδη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων – μόνο τελείως διαφορετική από αυτή που επέφερε ο καπιταλισμός και η οποία δημιούργησε τα προβλήματα με τα οποία έχει να αναμετρηθεί σήμερα η ανθρωπότητα.
Η κίνηση ανθρώπων από τις φτωχές προς τις οικονομικά αναπτυγμένες χώρες είναι σαν τα κοινωνικά φαινόμενα που παλιότερα οι άνθρωποι, επηρεασμένοι από την ανάπτυξη των φυσικών επιστημών, αποκαλούσαν «νόμους». Η αρνητική στάση έχει να κάνει (από την άποψη της οικονομίας) με τη διαχείριση της εργασιακής δύναμης και την καθήλωση του κόστους της, μισθολογικού και κοινωνικού, δηλαδή με τα κέρδη των καπιταλιστών. Όμως, το απόλυτο όριο της ανάπτυξης είναι η διαθέσιμη εργασιακή δύναμη – ακόμα και στην εποχή της τεράστιας αύξησης της παραγωγικότητας^ ήδη οι πιο αναπτυγμένες οικονομικά ευρωπαϊκές χώρες παίρνουν μέτρα για την επιλεκτική προσέλκυση εκπαιδευμένων και καταρτισμένων μεταναστών – δηλαδή για τη λεηλασία των ανθρώπινων πόρων των φτωχών χωρών. Είναι τρέλα: χώρες με γερασμένο πληθυσμό, οι οποίες στη μέση και μακρά περίοδο – πέρα δηλαδή από τις περιοδικές οικονομικές κρίσεις – έχουν ζωτική ανάγκη από εργασία, διώχνουν νέους ανθρώπους που ταξιδεύουν με κίνητρο την επιθυμία να δουλέψουν και να δημιουργήσουν και απωθούν στο περιθώριο της εκπαίδευσης τα παιδιά των μεταναστών – και αξιοποιούν γι’ αυτά τον μπαμπούλα της ακροδεξιάς και των ναζί.
Υποδοχή και ένταξη των μεταναστών
Η υποδοχή και η ένταξη των μεταναστών στις κοινωνίες μας είναι η δεύτερη μεγάλη πρόκληση της εποχής μας. Απαιτεί τη ριζική ανασυγκρότηση και τη μεγάλη επέκταση των δημόσιων υπηρεσιών της εκπαίδευσης, της κοινωνικής μέριμνας και της μέριμνας για την ένταξη στην παραγωγική διαδικασία. Απαιτεί δηλαδή κι αυτή μια επανάσταση που θα μετατρέψει τη γερασμένη Δυτική Ευρώπη σε νέο χωνευτήρι λαών, γλωσσών και πολιτισμών.
Και η ανοικοδόμηση του ευρωπαϊκού Νότου, θα ρωτήσει κάποιος; Μα είναι δυνατό να ανοικοδομηθεί ο κατεστραμμένος ευρωπαϊκός Νότος στα σαθρά οικονομικά και κοινωνικά θεμέλια του παρελθόντος; Μόνο ως σημαντικό μέρος, αλλά μέρος, ενός πανευρωπαϊκού σχεδίου οικονομικής, περιβαλλοντικής και κοινωνικής ανόρθωσης μπορεί να υπάρξει η αναγκαία ροή πόρων^ διαφορετικά δημιουργείται η απειλή των Ειδικών Οικονομικών Ζωνών και του Νότου ως αποικίας του Βορρά.
Τίποτε από αυτά, ούτε η οικολογική αναμόρφωση ούτε η υποδοχή και ένταξη των μεταναστών και προσφύγων ούτε η ανόρθωση των κατεστραμμένων από την οικονομική κρίση περιοχών της ηπείρου μας, δεν μπορεί να γίνει με ήπιο τρόπο χωρίς να υπαχθεί πολύ μεγαλύτερο μέρος του παραγόμενου πλούτου σε δημόσια διαχείριση και χωρίς να βρεθεί νέος τρόπος ροής των αναγκαίων χρηματικών πόρων. Με άλλα λόγια απαιτείται ριζική αναδιανομή υπέρ του Δημοσίου και ένα νέο τραπεζικό σύστημα που θα αντικαταστήσει τις εγκληματικές οργανώσεις στις οποίες έχουν εξελιχθεί τα μεγάλα χρηματοπιστωτικά συγκροτήματα. Ο χαρακτηρισμός ακούγεται βαρύς, αλλά ήταν ο Σόιμπλε, κι όχι κάποιος κομμουνιστής, που πριν λίγες ημέρες δήλωνε ότι οι μεγαλοτραπεζίτες είναι εξαιρετικά εφευρετικοί όταν θέλουν να παρακάμψουν τους νόμους.
Δημοκρατία και Ευρώπη
Τα ευρωπαϊκά κρατίδια, το καθένα για τον εαυτό του και σε ανταγωνισμό μεταξύ τους, δεν μπορούν να λύσουν προβλήματα τέτοιας έκτασης. Κι επειδή δεν μπορούν μόνα τους, αλλά απαιτείται συντονισμός και σχεδιασμός με ηπειρωτικές διαστάσεις, προβάλλει ο κίνδυνος του Λεβιάθαν, ενός υπερσυγκεντρωτικού και αυταρχικού ευρωπαϊκού κράτους που ήδη διαμορφώνεται: με ψευδοδημοκρατικούς θεσμούς σαν το Ευρωκοινοβούλιο, όπως είναι σήμερα, και ανεξέλεγκτα αποφασιστικά όργανα, όπως το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, που παρακάμπτουν και υποκαθιστούν τα εκλεγμένα όργανα της λαϊκής κυριαρχίας – που είναι τα εθνικά κοινοβούλια.
Μια προσπάθεια των διαστάσεων που περιγράφηκαν πιο πάνω χρειάζεται κινητοποίηση πολλών εκατομμυρίων ανθρώπων, των ικανοτήτων και των ταλέντων τους. Και ακριβώς επειδή αυτή η προσπάθεια χρειάζεται σχεδιασμό και συντονισμό σε ηπειρωτικό επίπεδο είναι αναγκαία η δημοκρατία σε όλους τους αρμούς της με θεσμούς λαϊκού ελέγχου της παραγωγής, της δημιουργίας και της ροής του χρήματος, της οργάνωσης της κοινωνικής ζωής.
Μα, γιατί δεν λες ότι χρειάζεται να ανατραπεί ο καπιταλισμός και να εγκαθιδρυθεί κράτος «λαϊκής εξουσίας»; Διότι νέες μορφές κοινωνικής οργάνωσης δεν δημιουργούνται επειδή τους σκέφτηκαν κάποιοι καλοί άνθρωποι. Δημιουργούνται επειδή το απαιτεί η πραγματικότητα και τα προβλήματα που αυτή θέτει – τότε μόνο έχουν νόημα οι σκέψεις των καλών ανθρώπων, αλλιώς οι σκέψεις είναι φαντασιώσεις και οι καλοί άνθρωποι ψώνια. Μόνο εάν βρίσκονται οι κοινωνίες μας μπροστά στο φάσμα της καταστροφής, όπως τώρα, μπορούμε π.χ. να σκεφτούμε ότι η επιχείρηση αύξησης των στρατιωτικών δαπανών που σχεδιάζει η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι και ανόητη και επικίνδυνη και ότι η Ευρώπη δεν χρειάζεται ούτε το γερμανικό ναυτικό ούτε τα πυρηνικά όπλα της Γαλλίας και της Βρετανίας ούτε το ισπανικό αεροπλανοφόρο, αλλά μπορεί τους πόρους που σπαταλάει εκεί να τους διαθέσει για όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω. αρκεί να αναλογιστεί τι έμαθαν οι λαοί της από τις δύο μεγάλες σφαγές του 20ου αιώνα και από τους αποικιακούς πολέμους που διεξήγαγε μέχρι πρόσφατα.
Νομίζω ότι τέτοια μεγάλα σχέδια αρμόζουν στην Αριστερά της Ευρώπης και πρέπει να χαρακτηρίζουν το πρόγραμμά της. Και σε αυτά τα μεγάλα σχέδια πρέπει να εντάσσουν τα δικά τους προγράμματα και τις δικές τους δραστηριότητες τα κόμματα της ευρωπαϊκής Αριστεράς στο κάθε κράτος μέλος αποσκοπώντας στην ανατροπή εκεί επί τόπου.
*Το άρθρο βασίζεται σε εισήγηση του συγγραφέα του στο ετήσιο Eduard-Heimann-Colloquium της σχολής Κοινωνικών και Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Αμβούργου.
3) Πέρα από την Ευρώπη / Αντιεξουσιαστική πλατφόρμα ενάντια στον καπιταλισμό (Βeyond Europe / antiauthoritarian platform against Capitalism)
Απλά η αρχή…
Το σύνθημα «Πέρα από την Ευρώπη» είναι ένα ξεκάθαρο «όχι» για τις παρούσες φαντασιώσεις της Ευρώπης. Είναι ξεκάθαρο πως το όνειρο μιας πολιτικά-οικονομικά ενοποιημένης, «πιο ίσης» και «δίκαιης» Ευρώπης για όλους όσους είναι στο ευρώ καταρρέει. Προς το παρόν, το «έθνος- Ευρώπη» αναδεικνύεται σε μια Ευρώπη λιτότητας και θανάσιμης δυσαρμονίας. Η νοσταλγική ευχή της επανενδυνάμωσης του κράτους για να ελέγξει την «χωρίς κανόνες» αγορά δεν αποτελεί την εναπομείνασα λύση που μπορεί να κάνει τις ζωές μας καλύτερες: στην καλύτερη περίπτωση , αποτελεί την άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Υπάρχει και άλλη εσφαλμένη εναλλακτική που προπαγανδίζεται από διάφορες ακροδεξιές και αντιδραστικές δυνάμεις σε όλη την ήπειρο. Ισχυρίζονται ότι η μόνη λύση είναι να οπισθοχωρήσουμε σε μια «Ευρώπη των εθνών» , όπου κάθε έθνος κράτος θα είναι μόνο του.
Θέλουμε να πάμε πέρα από αυτές τις «λύσεις». Μιλάμε για την εναλλακτική πέρα από το κράτος, το έθνος και το κεφάλαιο που έφερε στο προσκήνιο ο αντιεξουσιαστικός αγώνας και η αυτοοργάνωση. 6 χρόνια από την αρχή της οικονομικής κρίσης επιτέλους κάνουμε την αρχή στο απαραίτητο πρόταγμα μιας διεθνικής πλατφόρμας για ριζοσπαστική ανταλλαγή απόψεων, συζήτησης και δράσεων. Θεωρούμε το εγχείρημα Βeyond Europe/ antiauthoritarian platform against Capitalism («Πέρα από την Ευρώπη/ Αντιεξουσιαστική πλατφόρμα ενάντια στον καπιταλισμό») σαν μια μικρή αρχή που έχει αργήσει προ πολλού. Απλά ένα ξεκίνημα για τη γνωριμία και αλληλοκατανόηση μεταξύ αντικαπιταλιστικών συλλογικοτήτων, πέρα από τα συνήθη σύνορα και όρια.
Η καταγωγή της ιδέας
Γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο ότι οι μερικοί αγώνες σε εθνικό επίπεδο , εντός και ενάντια στους χώρους της παραγωγής και αναπαραγωγής δεν είναι αρκετοί για να αντισταθούν στα μέτρα λιτότητας της «Τρόικα» (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα , Διεθνές Νομισματικό Ταμείο). Όλο και περισσότερο όσοι εμπλέκονται σε κοινωνικούς αγώνες αντιμετωπίζουν τα όρια της εθνικής απομόνωσης και την επιτακτική ανάγκη αναφοράς σε κοινά σημεία ανάλυσης και αγώνα: την ανάγκη να δουλέψουν στην κατεύθυνση της οικοδόμησης διεθνικών κινημάτων που χτίζουν σχέσεις μεταξύ τους εντός κι εκτός συνόρων και που θα είναι ικανά να δημιουργούν νέες δυναμικές και να διαταράζουν, τουλάχιστον στο επίπεδο των ιδεών, τις παραδοσιακές συλλήψεις που συγκροτούν το πολιτικό πεδίο.
Προς το παρόν οι διαδικασίες ανταλλαγής απόψεων μεταξύ ανθρώπων που αγωνίζονται στην Ευρώπη και πέρα είναι υπανάπτυκτες. Ως κινήματα, μας λείπουν ακόμα οι ικανότητες και η τεχνογνωσία που χρειάζεται για μακροπρόθεσμο συντονισμό και αντίσταση σε ευρωπαϊκό επίπεδο και πέρα. Δεν βλέπουμε και πολλές ευκαιρίες ακόμα και για την ανταλλαγή εμπειριών από την ιστορία μας ή και από το παρόν. Αν θέλουμε να δομήσουμε αποτελεσματικά διεθνικά κινήματα πρέπει να αρχίσουμε να πειραματιζόμαστε στον πραγματικό και στον ψηφιακό χώρο όπου μπορούμε να έρθουμε κοντά και να αναπτύξουμε τέτοια σχέδια από κοινού. Ευτυχώς, πολλές συλλογικότητες και άτομα έχουν συνειδητοποιήσει ότι υπάρχει η ανάγκη να περάσουμε από την επίσκεψη και την κατανάλωση των «hotspot» κινηματικής διαμαρτυρίας και ριζοσπαστικής δημοσιογραφίας , σε ένα πιο αναβαθμισμένο επίπεδο δραστηριότητας και αλληλεγγύης και να δομήσουμε σταθερές επαφές με συντρόφους σε όλα τα μέρη. Πρόκειται για μια πειραματική διαδικασία δημιουργίας των εργαλείων και των απαραίτητων χώρων , αφενός για να υπερβούμε τα εμπόδια που συναντάμε τώρα και αφετέρου να δικτυωνόμαστε με μεγαλύτερη συνέπεια.
Είχαμε μια πρώτη εμπειρία στις διαδικασίες της διεθνικής οργάνωσης όταν συνδιοργανώσαμε το Μ31, την ευρωπαϊκή ημέρα αποκεντρωμένων δράσεων ενάντια στον καπιταλισμό η οποία έλαβε χώρα την 31 Μαρτίου του 2012. Πολλοί από τους ακτιβιστές στην Γερμανία αναγκάστηκαν να διαπιστώσουν ότι, ενώ οι μαζικές διαδηλώσεις είναι συνηθισμένες στην Ελλάδα, αυτό δε σημαίνει ότι οι άνθρωποι θα ανταποκριθούν σε ένα κάλεσμα αντικαπιταλιστικών δράσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Διαφορετικές περιστάσεις απαιτούν διαφορετικές προσεγγίσεις και αυτές μπορούν να αποφασιστούν μόνο από αυτούς που τις θέτουν σε πράξη. Μάθαμε επίσης ότι είναι άλλο πράγμα ο σχεδιασμός ενός τοπικού γεγονότος στο πλαίσιο μιας και μοναδικής ημέρας δράσης και εντελώς διαφορετικό η αρχή μιας προσηλωμένης και συνεχιζόμενης διαδικασίας συζήτησης και μακροπρόθεσμου συντονισμού μεταξύ ριζοσπαστικών συλλογικοτήτων. Φυσικά αναγκαστήκαμε να ανακαλύψουμε ότι πολλές συλλογικότητες δεν μπορούν ή δεν θέλουν να συμμετέχουν σε αυτές τις μακροπρόθεσμες διαδικασίες. Αυτό βασίζεται και στην οπτική της κάθε συλλογικότητας – πόσο σημαντική θεωρεί τη διεθνική δράση- αλλά είναι και ζήτημα εφοδίων και δυνατοτήτων, το οποίο εξαρτάται και από την κατάσταση που βρίσκεται η κάθε συλλογικότητα . Ελπίζουμε να δούμε πολλές από αυτές τις συλλογικότητες ξανά, είτε ως μέρος του Beyond Europe είτε να οργανώνεται στην ίδια γραμμή με εμάς.
Τα τελευταία χρόνια μας έχουν δείξει τα όρια της οργάνωσής μας επί του παρόντος. Τα όρια αυτά θέλουμε και πρέπει να τα υπερβούμε. Στην Ελλάδα τα κινήματα έχουν συνειδητοποιήσει ότι οι αγώνες που σταματούν σε εθνικό επίπεδο δεν πρόκειται να φέρουν πραγματική αλλαγή, γιατί μόνη η πτώση της ελληνικής κυβέρνησης δε θα φέρει μακροπρόθεσμη αλλαγή μέσα στην πολύπλοκη ευρωπαϊκή κατάσταση. Στη Γερμανία οι ακτιβιστές πέφτουν στην παγίδα της αντίληψης «δεν υπάρχουν αγώνες στο παρόν» και πολλοί έχουν σταματήσει και να τους ψάχνουν. Στην Αγγλία, αντιεξουσιαστικές και αντικαπιταλιστικές συλλογικότητες αντιμετωπίζουν προβλήματα στην ανάπτυξη έμπρακτων παρεμβάσεων και σύνδεσης με την ευρύτερη κοινωνία. Σε κάθε περίπτωση, μόνοι μας είμαστε αδύναμοι και μόνο με την δράση τοπικά και τη σκέψη στο παγκόσμιο μπορούμε να προχωρήσουμε: μόνο μέσω συντονισμένης διεθνούς δράσης μπορεί να επιτευχθεί μια κοινωνία πέρα από το κράτος , το έθνος και το κεφάλαιο.
Τι θέλουμε- Ανακάλυψη, Ανταλλαγή, Συζήτηση, Δράση
Πρέπει να (επανα)καταλάβουμε την αρχή της αλληλεγγύης και να της δώσουμε ένα αντιεξουσιαστικό , απελευθερωτικό και ριζοσπαστικό περιεχόμενο. Η έννοια της αλληλεγγύης πρέπει να απελευθερωθεί από την απομόνωση των αγώνων με μερικό περιεχόμενο: πρέπει να αναβιώσει, να αναβαθμιστεί και να καθαρθεί από την αντιδραστική και εθνικιστική καπηλεία . Πρέπει επίσης να την πάρουμε πίσω από την οικειοποίησή της από τον καπιταλισμό : αλληλεγγύη δε σημαίνει «φιλανθρωπία» ή «επένδυση».
Πρέπει να ανακαλύψουμε τα όρια των καπιταλιστικών διαδικασιών εντός και εκτός Ευρώπης. Πρέπει να αντλήσουμε πληροφορίες για τους κρατικούς οργανισμούς και τις επιχειρήσεις που δρουν διεθνώς : ποιες οι λειτουργίες τους και πώς σχετίζονται με την οργάνωση της ροής του κεφαλαίου και της εξουσίας που παράγει την παρούσα κρίση και λιτότητα; Περαιτέρω πρέπει να κατανοήσουμε την τοπική κατάσταση σε κάθε χώρα. Πώς επηρεάζουν και αλλάζουν οι πολιτικές λιτότητας την καθημερινή ζωή; Πώς οργανώνονται οι άνθρωποι ενάντια στις μειώσεις των μισθών και την αυξανόμενη ανεργία; Μετασχηματίζονται οι κλασικοί αμυντικοί αγώνες σε επιθετικούς ; Επίσης, πώς γίνεται αυτό; Οι κοινωνικές σχέσεις αλλάζουν εν μέσω αυτής της επίθεσης ενάντια στην κοινωνία. Όσο βαθύτερα εντάσσεται η αναπαραγωγή των ζωών μας στην κρίση, τόσο επιδεινώνονται οι πατριαρχικές δομές που είναι κεντρικές στον σύγχρονο καπιταλισμό. Ενάντια στο μοτίβο της ενδυνάμωσης των φασιστικών οργανώσεων, ειδικά στην Ελλάδα και στην Ουγγαρία, και στον εξαπλούμενο ρατσισμό και εθνικισμό στις αποκαλούμενες δυτικές χώρες, πρέπει να συντονιστούμε και στο ζήτημα των αντιδραστικών απαντήσεων στην κρίση. Για παράδειγμα : στην Αγγλία μια νέα ανάπτυξη αντιφασιστικών πρωτοβουλιών αναδύεται για να παρέμβει ενάντια στην δεξιά λαϊκιστική και φασιστική προπαγάνδα. Η εμπειρία αυτή σίγουρα είναι οικεία στους Έλληνες συντρόφους που είχαν να αντιμετωπίσουν νέες απειλές σε πρόσφυγες, ομοφυλόφιλους και τους ίδιους από την ξαφνική μεγέθυνση της Χρυσής Αυγής. Οι Γερμανοί ακτιβιστές είχαν παρόμοιες εμπειρίες κατά τη διάρκεια των ρατσιστικών πογκρόμ στη δεκαετία του ’90. Θέλουμε να μοιραστούμε επιτυχίες, λάθη και αναλύσεις με συντρόφους από διαφορετικές χώρες ώστε να μπορούμε να δρούμε αποτελεσματικά όταν αντιμετωπίζουμε παρόμοια φαινόμενα.
Μαζί πρέπει να αναπτύξουμε το όπλο της κριτικής ενώ εισαγόμαστε ταυτόχρονα, αργά και προσεκτικά, σε μια συζήτηση για το πού πάμε. Μπορούν οι θεωρητικές και πρακτικές μας εμπειρίες να ανταλλαχθούν με τέτοιο τρόπο ώστε οι σύντροφοι να μπορέσουν να τις αντιληφθούν και να τις χρησιμοποιήσουν; Για παράδειγμα, πώς πρέπει να ασκείται κριτική στο έθνος και την εθνική ενότητα; Και κυρίως πρέπει να συζητήσουμε συλλογικά τα θέματα που αφορούν όλους μας: για παράδειγμα τη φύση της σύγχρονης Ευρώπης. Πώς θέλουμε να την ξεπεράσουμε; Τι θέλουμε να κάνουμε ύστερα; Και φυσικά πρέπει να κάνουμε τα βήματα και να κινηθούμε σιγά σιγά προς τη συζήτηση με συντρόφους από άλλες ηπείρους.
Δεν θέλουμε να περιοριστούμε σε θεωρητικό κύκλο. Η διάδρασή πρέπει να βρει την έκφρασή της σε πρακτικά ζητήματα, από την στιγμή που καμία σημαντική αλλαγή δεν πραγματοποιήθηκε μόνο με τη συγγραφή κειμένων. Δεν μπορούμε να αναπτύξουμε τη συλλογική μας πολιτική δύναμη από τους καναπέδες. Φυσικά, μπορούμε να κρατήσουμε τη σταθερή συνταγή αλληλεγγύης: δηλαδή, όταν συμβαίνει κάτι σε ένα μέρος, μαζευόμαστε στα άλλα μέρη με πανό και καπνογόνα, τραβάμε μερικές φωτογραφίες και τις επικοινωνούμε από τα μέσα μας. Αυτό είναι προτιμότερο από το τίποτα και ακόμα ένας τρόπος αλληλοαναφοράς. Αλλά πρέπει να πάμε πιο πέρα.
Η ευρωπαϊκή γενική απεργία Ν14 ήταν άλλο ένα πείραμα στην κατεύθυνση της διεύρυνσης και συγκρότησης της ιδέας της αλληλεγγύης. Αν και υπάρχουν προβλήματα με τις μεγάλες μέρες διεθνών δράσεων, αν οργανωθούν σωστά μπορούν να έχουν θετικά και μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Άλλες συνεχείς μέθοδοι μπορούν να είναι η προώθηση των αυτοοργανωμένων εγχειρημάτων και η στήριξη στην πράξη , συμπεριλαμβανομένης της διάθεσης των αγαθών και προϊόντων τους σε ευρύτερο επίπεδο (για παράδειγμα η ΒΙΟΜΕ , το αυτοοργανωμένο εργοστάσιο στην Ελλάδα). Είναι σημαντικό επίσης να ανταλλάσουμε τη γνώση μας πάνω στα εγχειρήματα των κοινών (commons) και κοινωνικοποίησης κάθε μορφής και να συνεχίσουμε να αναπτύσσουμε πληθώρα δημοκρατικών διαδικασιών. Τελικά, υπάρχουν πολλοί τρόποι για την εξάπλωση της πρακτικής αλληλεγγύης που πρέπει να τους αναζητήσουμε. Έτσι, υπάρχουν πολλά ζητήματα σε διαφορετικά επίπεδα που θέλουμε και πρέπει να κάνουμε από κοινού.
Ορίζοντες
Οι ορίζοντες αυτής της πλατφόρμας δεν είναι , και ελπίζουμε πως ποτέ δε θα είναι, εντελώς καθορισμένοι. Δε θέλουμε να οριοθετήσουμε τη φαντασία μας- οραματιζόμαστε το ταπεινό ξεκίνημα, την ανταλλαγή απόψεων και ελπίζουμε να μεταβούμε σε συντονισμένες δράσεις και ακόμα παραπέρα. Όλα είναι ανοιχτά. Το πώς θα αναπτυχθεί αυτό το εγχείρημα να το αποφασίσουμε εμείς - παράλληλα με τις δυναμικές των κινημάτων και των αγώνων που θα αναδυθούν τριγύρω μας ασφαλώς! Το εγχείρημα ξεκινάει μικρό- με τέσσερεις συλλογικότητες σε τέσσερις χώρες. Είναι ξεκάθαρα μη αντιπροσωπευτικό, ούτε καν περιέχει όλους τους μεγάλους αγώνες που βλέπουμε να λαμβάνουν χώρα και ελπίζουμε ότι και άλλες συλλογικότητες που μοιράζονται μια κοινή οπτική με εμάς θα συμμετέχουν σε αυτή τη διαδικασία δικτύωσης. Αν θες να μάθεις περισσότερα για το πώς μπορείς να πάρεις μέρος, έλα σε επαφή μαζί μας.
Είναι ξεκάθαρο ότι ,αν δεν προσπαθήσουμε να οργανωθούμε με αυτό τον τρόπο , αν δεν εντείνουμε τις διαδικασίες ανταλλαγής εμπειριών και αν δεν αναπτύξουμε μια κοινή ανάλυση της διεθνούς λειτουργίας αυτού του συστήματος, δε θα μπορέσουμε να αναπτύξουμε τη δική μας ατζέντα. Συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε στη βάση του ότι το δόγμα «ΤΙΝΑ» (There Is No Other Alternative-δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική) δεν είναι παρά το ιδεολόγημα όσων δε θέλουν να δουν πραγματικό μετασχηματισμό. Σε αυτούς τους καιρούς της λιτότητας και της κοινωνικής εξέγερσης, πρέπει να πάμε τις μορφές οργάνωσης και δράσης μας στο επόμενο επίπεδο. Πρέπει να κατανοήσουμε τη συγκυρία και να δράσουμε- να πάρουμε τη ριζοσπαστική κριτική του κράτους, του έθνους και του κεφαλαίου και την προώθηση της αυτοοργάνωσης και της αντιεξουσίας από το επίπεδό μας, και να την μεταλαμπαδεύσουμε σε κάθε γειτονιά: και ακόμα παραπέρα.
Beyond Europe, Νοέμβριος 2013
1) To καινούργιο «τέρας των Βρυξελλών»
Της ΧριστίναςΒασιλάκη
Ανταποκρίτριας του TPP στις Βρυξέλλες από το:
http://www.thepressproject.gr/article/52263/To-kainourgio-teras-ton-Bruksellon
Λίγους μήνες πριν από τις Ευρωεκλογές του Μαΐου 2014, μια συμμαχία ευρωσκεπτιστικών, λαϊκιστικών, ακροδεξιών κομμάτων της ΕΕ βρίσκεται και επίσημα πλέον σε φάση δημιουργίας, με κύριο σκοπό την εκ των έσω «καταπολέμηση του τέρατος των Βρυξελλών», όπως είπαν χαρακτηριστικά οι εμπνευστές της.
Η απο κοινού πρωτοβουλία της Marine Le Pen, προέδρου του γαλλικού κόμματος της άκρας δεξιάς, Front National και του Geert Wilders, προέδρου του ολλανδικού αντιμεταναστευτικού κόμματος, PVV, έχει ήδη λάβει την επίσημη υποστήριξη ορισμένων «αδελφών» κομμάτων, περισσότερα από τα οποία αναμένεται να επιτύχουν εντυπωσιακά ποσοστά στις επερχόμενες ευρωεκλογές.
Από την άλλη πλευρά , έχουν απορρίφθεί ως «πολύ ριζοσπαστικά, ακραία ή/και κόμματα-καρικατούρες» , η Χρυσή Αυγή, το ουγγρικό Jobbik και το αγγλικό BNP. «Είμαστε ένα δημοκρατικό κόμμα », δήλωσε στο ThePressProject, o Philip Claeys , Βέλγος ευρωβουλευτής από το εθνικιστικό/ πατριωτικό Vlaams Belang . «Δεν θέλουμε μαζί μας κόμματα που δραστηριοποιούνται με βίαια μέσα ή έχουν αντισημιτική ιδεολογία», ξεκαθαρίζει, αφήνοντας όμως ένα περιθώριο μελλοντικής συνεργασίας που θυμίζει την «πιο σοβαρή Χρυσή Αυγή» της ΝΔ: «Αν κάποια στιγμή τα κόμματα αυτά άλλαζαν χαρακτήρα, ενδεχομένως να υπήρχε κάποια προοπτική συνεργάσιας στο απώτερο μέλλον».
Σύμφωνα με πληροφορίες του TPP που προέρχονται από το στενό περιβάλλον της Le Pen, η ηγεσία του νέου κόμματος έχει κάνει «κρούση συνεργασίας» σε άλλο Ελληνικό κόμμα, τους Ανεξάρτητους Έλληνες, ωστόσο δεν έχει δοθεί συνέχεια.
Σε γενικές γραμμές για να είναι σε θέση η εν λόγω συμμαχία να σχηματίσει πολιτική ομάδα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, πρέπει να έχει πάνω από 25 εκπροσώπους από τουλάχιστον επτά κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό, όμως, που πριν από λίγους μήνες αποτελούσε «μεγάλες προσδοκίες» για τους ακροδεξιούς της Ευρώπης και δικλείδα ασφαλείας για τους θεωρητικούς της άκρας δεξιάς, τώρα θεωρείται ως και μετριοπαθής πρόβλεψη.
Το βελγικό Φλαμανδικό Συμφέρον, το Κόμμα Ελευθερίας της Αυστρίας, η Λίγκα του Βορρά της Ιταλίας και οι Σουηδοί Δημοκράτες είναι τα ευρωπαϊκά κόμματα που έχουν ήδη συμφωνήσει να συμμετάσχουν σε αυτή την πρωτοβουλία. Αλλά η ηγεσία της δεν θα σταματήσει εκεί τις προσπάθειές της να συνεργαστεί με υποστηρικτές της άκρας δεξιάς από όσο το δυνατόν περισσότερες χώρες της ΕΕ. Στο χορό των διαπαραγματεύσεων μπαίνουν όχι μόνο διαμορφωμένα εθνικά κόμματα αλλά και ανεξάρτητες πολιτικές φιγούρες, όπως είναι ο παρατηρητής ευρωπβουλευτής της Κροατίας Boro Grubisic αλλά και μια πολιτικός από τη Μάλτα, που μάλιστα προέρχεται από το Εργατικό κόμμα και την χαρακτηρίζουν «ευρωρεαλίστρια». Οι επικεφαλής της νέας ομάδας βρίσκονται επίσης σε συνομιλίες με το κόμμα SNS από τη Σλοβακία, το Fratteli d’Italia που δημιουργήθηκε μετά από απόσχιση από το κεντροδεξιό κόμμα του Μπερλουσκόνι, το κόμμα «Τάξη και Δικαιοσύνη» του Λιθουανού πρώην πρωθυπουργού, Rolandas Paksas, ενώ επίσης υπολογίζουν στην υποστήριξη από «φίλους φίλων», κυρίως από τη Φινλανδία και τη Δανία.
Ενάντια σε όλες τις αναλύσεις που υποστήριζαν ότι οι εθνικιστικές πεποιθήσεις αυτών των κομμάτων θα βάλουν πάρα πολλά εμπόδια στη διαδικασία σχηματισμού μιας Πανευρωπαϊκής, ακροδεξιάς συμμαχίας, είναι γεγονός ότι είμαστε πιο κοντά σε αυτό από ποτέ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η προηγούμενη ακροδεξιά συντηρητική πολιτική ομάδα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, υπό την ονομασία «Ταυτότητα, Παράδοση , Εθνική Κυριαρχία» μετρούσε αρχικά 23 μέλη και έπαψε να υφίσταται σε λιγότερο από ένα χρόνο από τη δημιουργία του.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, λοιπόν, ότι αυτός ο «γάμος» δεν πραγματοποιείται επειδή ξαφνικά τα ακροδεξιά κόμματα στην Ευρώπη απόκτησαν φιλοσοφία διεθνισμού. Όμως, στο πλαίσιο των σημερινών πολιτικών συγκυριών έχουν περισσότερα να κερδίσουν παρά να χάσουν.
Οι επιδοτήσεις της ΕΕ είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου.
Για να αντιληφθεί κανείς τα κέρδη τους θα πρέπει να δει πρώτα το πολιτικό πλαίσιο και στη συνέχεια, κάποιες πρακτικές λεπτομέρειες της λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης .
Εν ολίγοις, η οικονομική κρίση, με τις καταστροφικές για ορισμένες χώρες της ΕΕ επιπτώσεις, η γερμανική ηγεσία, η οποία έχει αντικαταστήσει την παλαιά κοινωνικοοικονομική, γαλλογερμανική ισορροπία και η μεγάλη αποτυχία του πειράματος της Ευρωζώνης είναι μερικοί μόνο από τους λόγους που έχουν οδηγήσει σε σημαντική αύξηση του ευρωσκεπτικισμού σε πολλές –και διαφορετικές- χώρες της ΕΕ .
Κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι εύκολο να διακρίνει κανείς την πρόθεση αυτής της «Αντιευρωπαϊκής Ένωσης» να καρπωθεί τα οφέλη μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης που καταρρέει.
Πιο συγκεκριμένα, μετά τη δημιουργία της πολιτικής ομάδας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα μέλη της θα είναι σε θέση να έχουν μια πιο «αποτελεσματική» παρουσία στα θεσμικά όργανα. Συνοψίζοντας τις προσδοκίες τους, αυτό σημαίνει: να έχουν το δικαίωμα της υποψηφιότητας για τις προεδρίες των επιτροπών και των κοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών, να μπορούν να συντάσσουν κοινοβουλευτικές εκθέσεις, να προτείνουν τροπολογίες ή ακόμα και να λαμβάνουν μέρος στην ψηφοφορία για το Βραβείο Ζαχάρωφ για την Ελευθερία της Σκέψης (!) . Όπως τονίζει στο TPP μέλος του σχεδιασμού του νέου κόμματος, «αν το πολιτικό μας βάρος είναι αρκετά σημαντικό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι υπόλοιπες πολιτικές ομάδες του Ευρωκοινοβουλίου θα πρέπει να σκέφτονται δύο φορές πριν από τη λήψη των πεισματάρικων, ιδεολογικών πρωτοβουλιών τους. Σήμερα συμφωνούν σε περίπου 90% των κοινοτικών κανονισμών, αύριο θα πρέπει να επαναδιαπραγματευτούν» .
Το κατά πόσο η «επαναδιαπραγμάτευση» αυτή θα γίνει –όπως υποστηρίζουν- με στόχο «τη διάσωση των λαών της Ευρώπης από τη Ρωσία ως την Πορτογαλία», δεν είναι δύσκολο να το μαντέψει κανείς.
«Ο εθνικιστικός χαρακτήρας των κομμάτων αυτών δεν ευνοεί την ανάπτυξή τους. Σίγουρα, όμως, μια ενισχυμένη παρουσία ακροδεξιών Ευρωβουλευτών στο κοινοβούλιο θα δυσκολέψει τον αγώνα κατά της λιτότητας και της νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Κι αυτό γιατί στην οικονομική πολιτική δε διαφέρουν σημαντικά από τους φιλελεύθερους», σχολιάζει στο TPP o Ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Χουντής.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπη με την απειλή μιας ακροδεξιάς που με «κοστούμι και γραβάτα» είναι έτοιμη να ροκανίσει τα ήδη μισοφαγωμένα θεμέλια της ΕΕ. Η σταδιακή κατάρρευση της ΕΕ μπορεί πλέον να μη σοκάρει κανέναν, αλλά αν επιπλέον συνηθίσουμε και το καινούργιο αυτό τέρας των Βρυξελλών, αυτό σημαίνει ότι έχουμε αρχίσει να του μοιάζουμε…
2) Τι θα πει αριστερή πολιτική για την Ευρώπη
του Θόδωρου Παρασκευόπουλου*
από το:
http://epohi.gr/portal/politiki/15525-ti-tha-pei-aristeri-politiki-gia-tin-evropi Επικέντρωση στα πραγματικά προβλήματα του μέλλοντος της Ευρώπης:
Ο ριζικά οικολογικός μετασχηματισμός της παραγωγής. Η υποδοχή και ένταξη των μεταναστών στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Η δημοκρατία.
Η δημόσια συζήτηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση περιορίζεται σε μεγάλο βαθμό στο ζήτημα του νομίσματος. Είναι λογικό, αφού 22 χρόνια μετά την έγκριση της Συνθήκης για την Οικονομική και Νομισματική Ένωση (Συνθήκη του Μάαστριχτ, 1991) και 15 χρόνια μετά την εισαγωγή του ενιαίου νομίσματος (1999) η ευρωζώνη περνάει την πρώτη μεγάλη κρίση της. «Κρίση του καπιταλισμού» θα σπεύσει να παρατηρήσει η ορθοδοξία, αλλά οι κρίσεις του καπιταλισμού εκδηλώνονται χωρικά και χρονικά κάθε φορά διαφορετικά, κι όποιος δεν διακρίνει αυτές τις διαφορές δεν καταλαβαίνει τίποτα. Οι αστικές συνταγές για την έξοδο από κάθε κρίση έχουν το κοινό στοιχείο ότι περιλαμβάνουν μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης κερδών του κεφαλαίου και της δημοσιονομικής κρίσης του κράτους – όχι όμως μέτρα για την ανεργία και τη λαϊκή ανέχεια. Αυτό είναι και το χαρακτηριστικό της ευρωπαϊκής οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής, η οποία εκδηλώνεται σαφέστερα και βιαιότερα στα κράτη μέλη που βρίσκονται υπό επιτήρηση: αυτά που εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη μέλη, αλλά η εφαρμογή τους περιορίζεται από τις λαϊκές αντιστάσεις, η ενωσιακή γραφειοκρατία τα επιβάλλει χωρίς πολιτικά κρατήματα εκεί όπου, π.χ. ως «τρόικα», έχει το πάνω χέρι. Όσα ζούμε στην Ελλάδα τα τελευταία τέσσερα χρόνια βεβαιώνουν του λόγου το αληθές.
Η πολιτική αυτή εξαρχής δικαιολογείται με τον σκοπό να επιτευχθεί η «ανταγωνιστικότητα» της οικονομίας κάθε κράτους μέλους χωριστά και της Ένωσης συνολικά. Οι κρίσεις στα κράτη μέλη δικαιολογούνται από την ηγεσία της ΕΕ και από τις κυβερνήσεις με την έλλειψη ανταγωνιστικότητας των οικονομιών τους και με το «σπάταλο κράτος», κυρίως με το «υπερβολικά γενναιόδωρο» κοινωνικό κράτος. Η λύση που προτείνεται και εφαρμόζεται, όπου αυτό δεν συναντά επαρκή αντίσταση, είναι η «συγκράτηση» των μισθών ή η μείωσή τους και η δημόσια λιτότητα. Με αυτόν τον τρόπο, λέει η νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία, μπορεί να επιτευχθεί η δημοσιονομική εξυγίανση και η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Συνταγές που αποτυγχάνουν
Η δημοσιονομική εξυγίανση, όμως, δηλαδή η επίτευξη πλεονασμάτων στον προϋπολογισμό, ώστε να μειωθεί το δημόσιο χρέος, δεν μπορεί να επιτευχθεί σε περίοδο οικονομικής ύφεσης. Η μείωση των δημόσιων δαπανών επιτείνει την ύφεση και μειώνει, ως εκ τούτου, σε δεύτερη φάση τα δημόσια έσοδα. Εάν επιτευχθούν πλεονάσματα (όπως λέει η κυβέρνηση ότι έχει ήδη πετύχει το 2013 στην Ελλάδα), αυτά δεν είναι βιώσιμα. Εάν η δημοσιονομική εξυγίανση επιχειρηθεί, όπως στην Ελλάδα, με αύξηση της φορολογίας των λαϊκών τάξεων, δεν θα αποδώσει σημαντικά, γιατί η φοροδοτική τους ικανότητα έχει εξαντληθεί, αλλά και θα επιδράσει επίσης υφεσιακά, γιατί το λαϊκό εισόδημα πηγαίνει εξολοκλήρου στη ζήτηση και η μείωσή του θα λείψει^ βλέπεις, και τα τυχόν αυξημένα δημόσια έσοδα δεν θα αυξήσουν σε αυτή την περίπτωση τις δημόσιες δαπάνες που θα μπορούσαν να δώσουν ώθηση στην παραγωγή. Ούτε η φορολόγηση των κερδών θα αποφέρει σημαντικά, γιατί και τα κέρδη είναι μειωμένα, λόγω της κρίσης.
Η ανταγωνιστικότητα, πάλι, δεν μπορεί να επιτευχθεί με γενική μείωση των μισθών και με μείωση των εργοδοτικών εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία (το αντίκρισμα είναι η μείωση των συντάξεων και η αύξηση των ορίων ηλικίας που οδεύουν αισίως προς τα 70 χρόνια). Ο λόγος είναι ότι συνταγή της μείωσης του κόστους πιάνει μόνο εφόσον πρόκειται για ομοειδή προϊόντα: το επίπεδο των μισθών ή το μισθολογικό κόστος ανά μονάδα προϊόντος έχει σημασία για τον ανταγωνισμό π.χ. δύο αυτοκινητοβιομηχανιών όχι όμως για ολόκληρες εθνικές οικονομίες.
Η γενικευμένη πολιτική λιτότητας και ανταγωνισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν λύνει ούτε το πρόβλημα του δημόσιου χρέους ούτε το πρόβλημα της ανεργίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιπλέον, πολιτικά, ενισχύει την εθνικοκρατική περιχαράκωση, αφού κάθε κράτος μέλος καλείται να βγάλει μόνο του τα δικά του κάστανα από τη φωτιά. Χρειάζεται, λοιπόν διαφορετική πολιτική και ευρωπαϊκή πολιτική. Για την πολιτική αντιμετώπισης του μεγάλου δημόσιου χρέους των κρατών μελών έχουν ήδη γραφτεί πολλά. Η ανάγκη να αντιμετωπιστεί ενωσιακά έχει αρχίσει να γίνεται συνείδηση σε πολλούς, πολύ περισσότερο που φαίνεται όλο και περισσότερο ότι μπορεί να υπάρχουν εξαιρετικές περιπτώσεις, σαν την Ελλάδα, αλλά το ζήτημα είναι ευρωπαϊκό και δεν λύνεται κατά περίπτωση. Μόνο που όλες οι προτάσεις, και οι ριζοσπαστικότερες, έχουν μια αδυναμία: καλά και μειώνεται το χρέος ή η επιβάρυνση των προϋπολογισμών με έναν από τους τρόπους που έχουν προταθεί ή με συνδυασμό τους^ κι έπειτα; Η κεϋνσιανή πολιτική στην εξαιρετική μεταπολεμική κατάσταση, η νεοφιλελεύθερη πολιτική κατόπιν, όλες κατέληξαν σε οικονομικές κρίσεις και κρίσεις χρέους. Επομένως, χρειάζεται να σκεφτούμε διαφορετικά, και να μην παγιδευόμαστε σε μία πτυχή, αυτή του νομίσματος.
Κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει σήμερα άλλος τρόπος από τη γρήγορη αντιμετώπιση του χρέους σε ενωσιακό επίπεδο και την επικέντρωση στα πραγματικά προβλήματα του μέλλοντος της Ευρώπης. Και αυτά είναι τρία:
Πρώτον, ο ριζικά οικολογικός μετασχηματισμός της παραγωγής, δεύτερον, η υποδοχή και ένταξη των μεταναστών στις ευρωπαϊκές κοινωνίες και, τρίτον, η δημοκρατία.
Οικολογικός μετασχηματισμός της παραγωγής
Ο οικολογικός μετασχηματισμός της παραγωγής συνήθως ταυτίζεται με τις ήπιες και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Αποτελούν σημαντικό μέρος του, αλλά δεν τον εξαντλούν. Οικολογικός μετασχηματισμός της παραγωγής σημαίνει επίσης εξοικονόμηση ενέργειας, λιτή χρήση όλων των πρώτων υλών και των ενδιάμεσων προϊόντων και ανακύκλωση των απορριμμάτων της παραγωγικής διαδικασίας, αντικατάσταση των βραχύβιων προϊόντων με μακρόβια και προσαρμόσιμα στην τεχνολογική εξέλιξη, εκ θεμελίων αναμόρφωση της χημικής βιομηχανίας, περιορισμό των μεταφορών, διαφορετική αγροτική παραγωγή (τόσο γεωργία όσο και κτηνοτροφία), διαφορετικές θαλάσσιες και αεροπορικές μεταφορές, άλλη δόμηση.
Αν αυτό είναι να γίνει με σχέδιο, με μετρήσιμους και επαληθεύσιμους στόχους (κι αλλιώς δεν έχει μεγάλο νόημα να το προσπαθήσει κανείς), τότε απαιτούνται πολύ μεγάλες δημόσιες παρεμβάσεις στη βιομηχανία και τις μεταφορές που ισοδυναμούν με δημόσιο έλεγχο των μεγάλων επιχειρήσεων. Ακόμα χρειάζεται μεγάλη επένδυση στην έρευνα και στη μεταφορά των αποτελεσμάτων της στην παραγωγή. Χρειάζεται δηλαδή μια επανάσταση, στην οποία θα αποδειχτεί ότι η συμφιλίωση με τη φύση όχι μόνο δεν σημαίνει υποανάπτυξη, αλλά, αντίθετα, αλματώδη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων – μόνο τελείως διαφορετική από αυτή που επέφερε ο καπιταλισμός και η οποία δημιούργησε τα προβλήματα με τα οποία έχει να αναμετρηθεί σήμερα η ανθρωπότητα.
Η κίνηση ανθρώπων από τις φτωχές προς τις οικονομικά αναπτυγμένες χώρες είναι σαν τα κοινωνικά φαινόμενα που παλιότερα οι άνθρωποι, επηρεασμένοι από την ανάπτυξη των φυσικών επιστημών, αποκαλούσαν «νόμους». Η αρνητική στάση έχει να κάνει (από την άποψη της οικονομίας) με τη διαχείριση της εργασιακής δύναμης και την καθήλωση του κόστους της, μισθολογικού και κοινωνικού, δηλαδή με τα κέρδη των καπιταλιστών. Όμως, το απόλυτο όριο της ανάπτυξης είναι η διαθέσιμη εργασιακή δύναμη – ακόμα και στην εποχή της τεράστιας αύξησης της παραγωγικότητας^ ήδη οι πιο αναπτυγμένες οικονομικά ευρωπαϊκές χώρες παίρνουν μέτρα για την επιλεκτική προσέλκυση εκπαιδευμένων και καταρτισμένων μεταναστών – δηλαδή για τη λεηλασία των ανθρώπινων πόρων των φτωχών χωρών. Είναι τρέλα: χώρες με γερασμένο πληθυσμό, οι οποίες στη μέση και μακρά περίοδο – πέρα δηλαδή από τις περιοδικές οικονομικές κρίσεις – έχουν ζωτική ανάγκη από εργασία, διώχνουν νέους ανθρώπους που ταξιδεύουν με κίνητρο την επιθυμία να δουλέψουν και να δημιουργήσουν και απωθούν στο περιθώριο της εκπαίδευσης τα παιδιά των μεταναστών – και αξιοποιούν γι’ αυτά τον μπαμπούλα της ακροδεξιάς και των ναζί.
Υποδοχή και ένταξη των μεταναστών
Η υποδοχή και η ένταξη των μεταναστών στις κοινωνίες μας είναι η δεύτερη μεγάλη πρόκληση της εποχής μας. Απαιτεί τη ριζική ανασυγκρότηση και τη μεγάλη επέκταση των δημόσιων υπηρεσιών της εκπαίδευσης, της κοινωνικής μέριμνας και της μέριμνας για την ένταξη στην παραγωγική διαδικασία. Απαιτεί δηλαδή κι αυτή μια επανάσταση που θα μετατρέψει τη γερασμένη Δυτική Ευρώπη σε νέο χωνευτήρι λαών, γλωσσών και πολιτισμών.
Και η ανοικοδόμηση του ευρωπαϊκού Νότου, θα ρωτήσει κάποιος; Μα είναι δυνατό να ανοικοδομηθεί ο κατεστραμμένος ευρωπαϊκός Νότος στα σαθρά οικονομικά και κοινωνικά θεμέλια του παρελθόντος; Μόνο ως σημαντικό μέρος, αλλά μέρος, ενός πανευρωπαϊκού σχεδίου οικονομικής, περιβαλλοντικής και κοινωνικής ανόρθωσης μπορεί να υπάρξει η αναγκαία ροή πόρων^ διαφορετικά δημιουργείται η απειλή των Ειδικών Οικονομικών Ζωνών και του Νότου ως αποικίας του Βορρά.
Τίποτε από αυτά, ούτε η οικολογική αναμόρφωση ούτε η υποδοχή και ένταξη των μεταναστών και προσφύγων ούτε η ανόρθωση των κατεστραμμένων από την οικονομική κρίση περιοχών της ηπείρου μας, δεν μπορεί να γίνει με ήπιο τρόπο χωρίς να υπαχθεί πολύ μεγαλύτερο μέρος του παραγόμενου πλούτου σε δημόσια διαχείριση και χωρίς να βρεθεί νέος τρόπος ροής των αναγκαίων χρηματικών πόρων. Με άλλα λόγια απαιτείται ριζική αναδιανομή υπέρ του Δημοσίου και ένα νέο τραπεζικό σύστημα που θα αντικαταστήσει τις εγκληματικές οργανώσεις στις οποίες έχουν εξελιχθεί τα μεγάλα χρηματοπιστωτικά συγκροτήματα. Ο χαρακτηρισμός ακούγεται βαρύς, αλλά ήταν ο Σόιμπλε, κι όχι κάποιος κομμουνιστής, που πριν λίγες ημέρες δήλωνε ότι οι μεγαλοτραπεζίτες είναι εξαιρετικά εφευρετικοί όταν θέλουν να παρακάμψουν τους νόμους.
Δημοκρατία και Ευρώπη
Τα ευρωπαϊκά κρατίδια, το καθένα για τον εαυτό του και σε ανταγωνισμό μεταξύ τους, δεν μπορούν να λύσουν προβλήματα τέτοιας έκτασης. Κι επειδή δεν μπορούν μόνα τους, αλλά απαιτείται συντονισμός και σχεδιασμός με ηπειρωτικές διαστάσεις, προβάλλει ο κίνδυνος του Λεβιάθαν, ενός υπερσυγκεντρωτικού και αυταρχικού ευρωπαϊκού κράτους που ήδη διαμορφώνεται: με ψευδοδημοκρατικούς θεσμούς σαν το Ευρωκοινοβούλιο, όπως είναι σήμερα, και ανεξέλεγκτα αποφασιστικά όργανα, όπως το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, που παρακάμπτουν και υποκαθιστούν τα εκλεγμένα όργανα της λαϊκής κυριαρχίας – που είναι τα εθνικά κοινοβούλια.
Μια προσπάθεια των διαστάσεων που περιγράφηκαν πιο πάνω χρειάζεται κινητοποίηση πολλών εκατομμυρίων ανθρώπων, των ικανοτήτων και των ταλέντων τους. Και ακριβώς επειδή αυτή η προσπάθεια χρειάζεται σχεδιασμό και συντονισμό σε ηπειρωτικό επίπεδο είναι αναγκαία η δημοκρατία σε όλους τους αρμούς της με θεσμούς λαϊκού ελέγχου της παραγωγής, της δημιουργίας και της ροής του χρήματος, της οργάνωσης της κοινωνικής ζωής.
Μα, γιατί δεν λες ότι χρειάζεται να ανατραπεί ο καπιταλισμός και να εγκαθιδρυθεί κράτος «λαϊκής εξουσίας»; Διότι νέες μορφές κοινωνικής οργάνωσης δεν δημιουργούνται επειδή τους σκέφτηκαν κάποιοι καλοί άνθρωποι. Δημιουργούνται επειδή το απαιτεί η πραγματικότητα και τα προβλήματα που αυτή θέτει – τότε μόνο έχουν νόημα οι σκέψεις των καλών ανθρώπων, αλλιώς οι σκέψεις είναι φαντασιώσεις και οι καλοί άνθρωποι ψώνια. Μόνο εάν βρίσκονται οι κοινωνίες μας μπροστά στο φάσμα της καταστροφής, όπως τώρα, μπορούμε π.χ. να σκεφτούμε ότι η επιχείρηση αύξησης των στρατιωτικών δαπανών που σχεδιάζει η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι και ανόητη και επικίνδυνη και ότι η Ευρώπη δεν χρειάζεται ούτε το γερμανικό ναυτικό ούτε τα πυρηνικά όπλα της Γαλλίας και της Βρετανίας ούτε το ισπανικό αεροπλανοφόρο, αλλά μπορεί τους πόρους που σπαταλάει εκεί να τους διαθέσει για όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω. αρκεί να αναλογιστεί τι έμαθαν οι λαοί της από τις δύο μεγάλες σφαγές του 20ου αιώνα και από τους αποικιακούς πολέμους που διεξήγαγε μέχρι πρόσφατα.
Νομίζω ότι τέτοια μεγάλα σχέδια αρμόζουν στην Αριστερά της Ευρώπης και πρέπει να χαρακτηρίζουν το πρόγραμμά της. Και σε αυτά τα μεγάλα σχέδια πρέπει να εντάσσουν τα δικά τους προγράμματα και τις δικές τους δραστηριότητες τα κόμματα της ευρωπαϊκής Αριστεράς στο κάθε κράτος μέλος αποσκοπώντας στην ανατροπή εκεί επί τόπου.
*Το άρθρο βασίζεται σε εισήγηση του συγγραφέα του στο ετήσιο Eduard-Heimann-Colloquium της σχολής Κοινωνικών και Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Αμβούργου.
3) Πέρα από την Ευρώπη / Αντιεξουσιαστική πλατφόρμα ενάντια στον καπιταλισμό (Βeyond Europe / antiauthoritarian platform against Capitalism)
Απλά η αρχή…
Το σύνθημα «Πέρα από την Ευρώπη» είναι ένα ξεκάθαρο «όχι» για τις παρούσες φαντασιώσεις της Ευρώπης. Είναι ξεκάθαρο πως το όνειρο μιας πολιτικά-οικονομικά ενοποιημένης, «πιο ίσης» και «δίκαιης» Ευρώπης για όλους όσους είναι στο ευρώ καταρρέει. Προς το παρόν, το «έθνος- Ευρώπη» αναδεικνύεται σε μια Ευρώπη λιτότητας και θανάσιμης δυσαρμονίας. Η νοσταλγική ευχή της επανενδυνάμωσης του κράτους για να ελέγξει την «χωρίς κανόνες» αγορά δεν αποτελεί την εναπομείνασα λύση που μπορεί να κάνει τις ζωές μας καλύτερες: στην καλύτερη περίπτωση , αποτελεί την άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Υπάρχει και άλλη εσφαλμένη εναλλακτική που προπαγανδίζεται από διάφορες ακροδεξιές και αντιδραστικές δυνάμεις σε όλη την ήπειρο. Ισχυρίζονται ότι η μόνη λύση είναι να οπισθοχωρήσουμε σε μια «Ευρώπη των εθνών» , όπου κάθε έθνος κράτος θα είναι μόνο του.
Θέλουμε να πάμε πέρα από αυτές τις «λύσεις». Μιλάμε για την εναλλακτική πέρα από το κράτος, το έθνος και το κεφάλαιο που έφερε στο προσκήνιο ο αντιεξουσιαστικός αγώνας και η αυτοοργάνωση. 6 χρόνια από την αρχή της οικονομικής κρίσης επιτέλους κάνουμε την αρχή στο απαραίτητο πρόταγμα μιας διεθνικής πλατφόρμας για ριζοσπαστική ανταλλαγή απόψεων, συζήτησης και δράσεων. Θεωρούμε το εγχείρημα Βeyond Europe/ antiauthoritarian platform against Capitalism («Πέρα από την Ευρώπη/ Αντιεξουσιαστική πλατφόρμα ενάντια στον καπιταλισμό») σαν μια μικρή αρχή που έχει αργήσει προ πολλού. Απλά ένα ξεκίνημα για τη γνωριμία και αλληλοκατανόηση μεταξύ αντικαπιταλιστικών συλλογικοτήτων, πέρα από τα συνήθη σύνορα και όρια.
Η καταγωγή της ιδέας
Γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο ότι οι μερικοί αγώνες σε εθνικό επίπεδο , εντός και ενάντια στους χώρους της παραγωγής και αναπαραγωγής δεν είναι αρκετοί για να αντισταθούν στα μέτρα λιτότητας της «Τρόικα» (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα , Διεθνές Νομισματικό Ταμείο). Όλο και περισσότερο όσοι εμπλέκονται σε κοινωνικούς αγώνες αντιμετωπίζουν τα όρια της εθνικής απομόνωσης και την επιτακτική ανάγκη αναφοράς σε κοινά σημεία ανάλυσης και αγώνα: την ανάγκη να δουλέψουν στην κατεύθυνση της οικοδόμησης διεθνικών κινημάτων που χτίζουν σχέσεις μεταξύ τους εντός κι εκτός συνόρων και που θα είναι ικανά να δημιουργούν νέες δυναμικές και να διαταράζουν, τουλάχιστον στο επίπεδο των ιδεών, τις παραδοσιακές συλλήψεις που συγκροτούν το πολιτικό πεδίο.
Προς το παρόν οι διαδικασίες ανταλλαγής απόψεων μεταξύ ανθρώπων που αγωνίζονται στην Ευρώπη και πέρα είναι υπανάπτυκτες. Ως κινήματα, μας λείπουν ακόμα οι ικανότητες και η τεχνογνωσία που χρειάζεται για μακροπρόθεσμο συντονισμό και αντίσταση σε ευρωπαϊκό επίπεδο και πέρα. Δεν βλέπουμε και πολλές ευκαιρίες ακόμα και για την ανταλλαγή εμπειριών από την ιστορία μας ή και από το παρόν. Αν θέλουμε να δομήσουμε αποτελεσματικά διεθνικά κινήματα πρέπει να αρχίσουμε να πειραματιζόμαστε στον πραγματικό και στον ψηφιακό χώρο όπου μπορούμε να έρθουμε κοντά και να αναπτύξουμε τέτοια σχέδια από κοινού. Ευτυχώς, πολλές συλλογικότητες και άτομα έχουν συνειδητοποιήσει ότι υπάρχει η ανάγκη να περάσουμε από την επίσκεψη και την κατανάλωση των «hotspot» κινηματικής διαμαρτυρίας και ριζοσπαστικής δημοσιογραφίας , σε ένα πιο αναβαθμισμένο επίπεδο δραστηριότητας και αλληλεγγύης και να δομήσουμε σταθερές επαφές με συντρόφους σε όλα τα μέρη. Πρόκειται για μια πειραματική διαδικασία δημιουργίας των εργαλείων και των απαραίτητων χώρων , αφενός για να υπερβούμε τα εμπόδια που συναντάμε τώρα και αφετέρου να δικτυωνόμαστε με μεγαλύτερη συνέπεια.
Είχαμε μια πρώτη εμπειρία στις διαδικασίες της διεθνικής οργάνωσης όταν συνδιοργανώσαμε το Μ31, την ευρωπαϊκή ημέρα αποκεντρωμένων δράσεων ενάντια στον καπιταλισμό η οποία έλαβε χώρα την 31 Μαρτίου του 2012. Πολλοί από τους ακτιβιστές στην Γερμανία αναγκάστηκαν να διαπιστώσουν ότι, ενώ οι μαζικές διαδηλώσεις είναι συνηθισμένες στην Ελλάδα, αυτό δε σημαίνει ότι οι άνθρωποι θα ανταποκριθούν σε ένα κάλεσμα αντικαπιταλιστικών δράσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Διαφορετικές περιστάσεις απαιτούν διαφορετικές προσεγγίσεις και αυτές μπορούν να αποφασιστούν μόνο από αυτούς που τις θέτουν σε πράξη. Μάθαμε επίσης ότι είναι άλλο πράγμα ο σχεδιασμός ενός τοπικού γεγονότος στο πλαίσιο μιας και μοναδικής ημέρας δράσης και εντελώς διαφορετικό η αρχή μιας προσηλωμένης και συνεχιζόμενης διαδικασίας συζήτησης και μακροπρόθεσμου συντονισμού μεταξύ ριζοσπαστικών συλλογικοτήτων. Φυσικά αναγκαστήκαμε να ανακαλύψουμε ότι πολλές συλλογικότητες δεν μπορούν ή δεν θέλουν να συμμετέχουν σε αυτές τις μακροπρόθεσμες διαδικασίες. Αυτό βασίζεται και στην οπτική της κάθε συλλογικότητας – πόσο σημαντική θεωρεί τη διεθνική δράση- αλλά είναι και ζήτημα εφοδίων και δυνατοτήτων, το οποίο εξαρτάται και από την κατάσταση που βρίσκεται η κάθε συλλογικότητα . Ελπίζουμε να δούμε πολλές από αυτές τις συλλογικότητες ξανά, είτε ως μέρος του Beyond Europe είτε να οργανώνεται στην ίδια γραμμή με εμάς.
Τα τελευταία χρόνια μας έχουν δείξει τα όρια της οργάνωσής μας επί του παρόντος. Τα όρια αυτά θέλουμε και πρέπει να τα υπερβούμε. Στην Ελλάδα τα κινήματα έχουν συνειδητοποιήσει ότι οι αγώνες που σταματούν σε εθνικό επίπεδο δεν πρόκειται να φέρουν πραγματική αλλαγή, γιατί μόνη η πτώση της ελληνικής κυβέρνησης δε θα φέρει μακροπρόθεσμη αλλαγή μέσα στην πολύπλοκη ευρωπαϊκή κατάσταση. Στη Γερμανία οι ακτιβιστές πέφτουν στην παγίδα της αντίληψης «δεν υπάρχουν αγώνες στο παρόν» και πολλοί έχουν σταματήσει και να τους ψάχνουν. Στην Αγγλία, αντιεξουσιαστικές και αντικαπιταλιστικές συλλογικότητες αντιμετωπίζουν προβλήματα στην ανάπτυξη έμπρακτων παρεμβάσεων και σύνδεσης με την ευρύτερη κοινωνία. Σε κάθε περίπτωση, μόνοι μας είμαστε αδύναμοι και μόνο με την δράση τοπικά και τη σκέψη στο παγκόσμιο μπορούμε να προχωρήσουμε: μόνο μέσω συντονισμένης διεθνούς δράσης μπορεί να επιτευχθεί μια κοινωνία πέρα από το κράτος , το έθνος και το κεφάλαιο.
Τι θέλουμε- Ανακάλυψη, Ανταλλαγή, Συζήτηση, Δράση
Πρέπει να (επανα)καταλάβουμε την αρχή της αλληλεγγύης και να της δώσουμε ένα αντιεξουσιαστικό , απελευθερωτικό και ριζοσπαστικό περιεχόμενο. Η έννοια της αλληλεγγύης πρέπει να απελευθερωθεί από την απομόνωση των αγώνων με μερικό περιεχόμενο: πρέπει να αναβιώσει, να αναβαθμιστεί και να καθαρθεί από την αντιδραστική και εθνικιστική καπηλεία . Πρέπει επίσης να την πάρουμε πίσω από την οικειοποίησή της από τον καπιταλισμό : αλληλεγγύη δε σημαίνει «φιλανθρωπία» ή «επένδυση».
Πρέπει να ανακαλύψουμε τα όρια των καπιταλιστικών διαδικασιών εντός και εκτός Ευρώπης. Πρέπει να αντλήσουμε πληροφορίες για τους κρατικούς οργανισμούς και τις επιχειρήσεις που δρουν διεθνώς : ποιες οι λειτουργίες τους και πώς σχετίζονται με την οργάνωση της ροής του κεφαλαίου και της εξουσίας που παράγει την παρούσα κρίση και λιτότητα; Περαιτέρω πρέπει να κατανοήσουμε την τοπική κατάσταση σε κάθε χώρα. Πώς επηρεάζουν και αλλάζουν οι πολιτικές λιτότητας την καθημερινή ζωή; Πώς οργανώνονται οι άνθρωποι ενάντια στις μειώσεις των μισθών και την αυξανόμενη ανεργία; Μετασχηματίζονται οι κλασικοί αμυντικοί αγώνες σε επιθετικούς ; Επίσης, πώς γίνεται αυτό; Οι κοινωνικές σχέσεις αλλάζουν εν μέσω αυτής της επίθεσης ενάντια στην κοινωνία. Όσο βαθύτερα εντάσσεται η αναπαραγωγή των ζωών μας στην κρίση, τόσο επιδεινώνονται οι πατριαρχικές δομές που είναι κεντρικές στον σύγχρονο καπιταλισμό. Ενάντια στο μοτίβο της ενδυνάμωσης των φασιστικών οργανώσεων, ειδικά στην Ελλάδα και στην Ουγγαρία, και στον εξαπλούμενο ρατσισμό και εθνικισμό στις αποκαλούμενες δυτικές χώρες, πρέπει να συντονιστούμε και στο ζήτημα των αντιδραστικών απαντήσεων στην κρίση. Για παράδειγμα : στην Αγγλία μια νέα ανάπτυξη αντιφασιστικών πρωτοβουλιών αναδύεται για να παρέμβει ενάντια στην δεξιά λαϊκιστική και φασιστική προπαγάνδα. Η εμπειρία αυτή σίγουρα είναι οικεία στους Έλληνες συντρόφους που είχαν να αντιμετωπίσουν νέες απειλές σε πρόσφυγες, ομοφυλόφιλους και τους ίδιους από την ξαφνική μεγέθυνση της Χρυσής Αυγής. Οι Γερμανοί ακτιβιστές είχαν παρόμοιες εμπειρίες κατά τη διάρκεια των ρατσιστικών πογκρόμ στη δεκαετία του ’90. Θέλουμε να μοιραστούμε επιτυχίες, λάθη και αναλύσεις με συντρόφους από διαφορετικές χώρες ώστε να μπορούμε να δρούμε αποτελεσματικά όταν αντιμετωπίζουμε παρόμοια φαινόμενα.
Μαζί πρέπει να αναπτύξουμε το όπλο της κριτικής ενώ εισαγόμαστε ταυτόχρονα, αργά και προσεκτικά, σε μια συζήτηση για το πού πάμε. Μπορούν οι θεωρητικές και πρακτικές μας εμπειρίες να ανταλλαχθούν με τέτοιο τρόπο ώστε οι σύντροφοι να μπορέσουν να τις αντιληφθούν και να τις χρησιμοποιήσουν; Για παράδειγμα, πώς πρέπει να ασκείται κριτική στο έθνος και την εθνική ενότητα; Και κυρίως πρέπει να συζητήσουμε συλλογικά τα θέματα που αφορούν όλους μας: για παράδειγμα τη φύση της σύγχρονης Ευρώπης. Πώς θέλουμε να την ξεπεράσουμε; Τι θέλουμε να κάνουμε ύστερα; Και φυσικά πρέπει να κάνουμε τα βήματα και να κινηθούμε σιγά σιγά προς τη συζήτηση με συντρόφους από άλλες ηπείρους.
Δεν θέλουμε να περιοριστούμε σε θεωρητικό κύκλο. Η διάδρασή πρέπει να βρει την έκφρασή της σε πρακτικά ζητήματα, από την στιγμή που καμία σημαντική αλλαγή δεν πραγματοποιήθηκε μόνο με τη συγγραφή κειμένων. Δεν μπορούμε να αναπτύξουμε τη συλλογική μας πολιτική δύναμη από τους καναπέδες. Φυσικά, μπορούμε να κρατήσουμε τη σταθερή συνταγή αλληλεγγύης: δηλαδή, όταν συμβαίνει κάτι σε ένα μέρος, μαζευόμαστε στα άλλα μέρη με πανό και καπνογόνα, τραβάμε μερικές φωτογραφίες και τις επικοινωνούμε από τα μέσα μας. Αυτό είναι προτιμότερο από το τίποτα και ακόμα ένας τρόπος αλληλοαναφοράς. Αλλά πρέπει να πάμε πιο πέρα.
Η ευρωπαϊκή γενική απεργία Ν14 ήταν άλλο ένα πείραμα στην κατεύθυνση της διεύρυνσης και συγκρότησης της ιδέας της αλληλεγγύης. Αν και υπάρχουν προβλήματα με τις μεγάλες μέρες διεθνών δράσεων, αν οργανωθούν σωστά μπορούν να έχουν θετικά και μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Άλλες συνεχείς μέθοδοι μπορούν να είναι η προώθηση των αυτοοργανωμένων εγχειρημάτων και η στήριξη στην πράξη , συμπεριλαμβανομένης της διάθεσης των αγαθών και προϊόντων τους σε ευρύτερο επίπεδο (για παράδειγμα η ΒΙΟΜΕ , το αυτοοργανωμένο εργοστάσιο στην Ελλάδα). Είναι σημαντικό επίσης να ανταλλάσουμε τη γνώση μας πάνω στα εγχειρήματα των κοινών (commons) και κοινωνικοποίησης κάθε μορφής και να συνεχίσουμε να αναπτύσσουμε πληθώρα δημοκρατικών διαδικασιών. Τελικά, υπάρχουν πολλοί τρόποι για την εξάπλωση της πρακτικής αλληλεγγύης που πρέπει να τους αναζητήσουμε. Έτσι, υπάρχουν πολλά ζητήματα σε διαφορετικά επίπεδα που θέλουμε και πρέπει να κάνουμε από κοινού.
Ορίζοντες
Οι ορίζοντες αυτής της πλατφόρμας δεν είναι , και ελπίζουμε πως ποτέ δε θα είναι, εντελώς καθορισμένοι. Δε θέλουμε να οριοθετήσουμε τη φαντασία μας- οραματιζόμαστε το ταπεινό ξεκίνημα, την ανταλλαγή απόψεων και ελπίζουμε να μεταβούμε σε συντονισμένες δράσεις και ακόμα παραπέρα. Όλα είναι ανοιχτά. Το πώς θα αναπτυχθεί αυτό το εγχείρημα να το αποφασίσουμε εμείς - παράλληλα με τις δυναμικές των κινημάτων και των αγώνων που θα αναδυθούν τριγύρω μας ασφαλώς! Το εγχείρημα ξεκινάει μικρό- με τέσσερεις συλλογικότητες σε τέσσερις χώρες. Είναι ξεκάθαρα μη αντιπροσωπευτικό, ούτε καν περιέχει όλους τους μεγάλους αγώνες που βλέπουμε να λαμβάνουν χώρα και ελπίζουμε ότι και άλλες συλλογικότητες που μοιράζονται μια κοινή οπτική με εμάς θα συμμετέχουν σε αυτή τη διαδικασία δικτύωσης. Αν θες να μάθεις περισσότερα για το πώς μπορείς να πάρεις μέρος, έλα σε επαφή μαζί μας.
Είναι ξεκάθαρο ότι ,αν δεν προσπαθήσουμε να οργανωθούμε με αυτό τον τρόπο , αν δεν εντείνουμε τις διαδικασίες ανταλλαγής εμπειριών και αν δεν αναπτύξουμε μια κοινή ανάλυση της διεθνούς λειτουργίας αυτού του συστήματος, δε θα μπορέσουμε να αναπτύξουμε τη δική μας ατζέντα. Συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε στη βάση του ότι το δόγμα «ΤΙΝΑ» (There Is No Other Alternative-δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική) δεν είναι παρά το ιδεολόγημα όσων δε θέλουν να δουν πραγματικό μετασχηματισμό. Σε αυτούς τους καιρούς της λιτότητας και της κοινωνικής εξέγερσης, πρέπει να πάμε τις μορφές οργάνωσης και δράσης μας στο επόμενο επίπεδο. Πρέπει να κατανοήσουμε τη συγκυρία και να δράσουμε- να πάρουμε τη ριζοσπαστική κριτική του κράτους, του έθνους και του κεφαλαίου και την προώθηση της αυτοοργάνωσης και της αντιεξουσίας από το επίπεδό μας, και να την μεταλαμπαδεύσουμε σε κάθε γειτονιά: και ακόμα παραπέρα.
Beyond Europe, Νοέμβριος 2013