Η «δίψα» του πλανήτη για ενέργεια απειλεί τα αποθέματα νερού, προειδοποιεί ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών.
«Η ζήτηση για πόσιμο νερό και ενέργεια θα συνεχίσει να αυξάνεται μέσα στις επόμενες δεκαετίες. Η αύξηση αυτή θα φέρει μεγάλες προκλήσεις και θα ασκήσει πίεση στους φυσικούς πόρους, σχεδόν σε όλες τις περιοχές», αναφέρει στην έκθεσή του ο οργανισμός, με αφορμή την παγκόσμια μέρα για το νερό στις 22 Μαρτίου. Το νερό και ενέργεια αποτελούν «αλληλένδετους και αλληλοεξαρτώμενους» πόρους. «Η απόκτηση νερού απαιτεί ενέργεια και η παραγωγή ενέργειας απαιτεί νερό», τονίζεται στην έκθεση.
Επίσης ο ΟΗΕ τονίζει ότι σχεδόν 768 εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε πόσιμο νερό σήμερα, 2,5 δισεκατομμύρια στερούνται των υποτυπωδών εγκαταστάσεων υγιεινής ενώ τουλάχιστον 1,3 δισεκατομμύρια δεν έχουν ηλεκτρικό ρεύμα και περίπου το ένα πέμπτο των υδροφορέων παγκοσμίως έχουν «στερέψει».
Η ζήτηση για νερό θα αυξηθεί κατά περίπου 55% έως το 2050, λόγω της βιομηχανίας, της παραγωγής ενέργειας, της οικιακής χρήσης, της γεωργίας κ.λπ. Μέχρι το 2050, πάνω από το 40% του πληθυσμού θα ζει σε περιοχές που αντιμετωπίζουν σοβαρή έλλειψη νερού. Έως το 2035, η ενεργειακή ζήτηση θα αυξηθεί κατά τουλάχιστον 35%, λόγω Κίνας και Ινδίας, ενώ η αύξηση της ζήτησης για ηλεκτρικό ρεύμα κατά 70%.
Η υπερθέρμανση του πλανήτη με άμεση επίπτωση την ξηρασία, οξύνει την υπάρχουσα κρίση στο πόσιμο νερό. Πολλοί αναλυτές παράλληλα με τον ΟΗΕ, προειδοποιούν εκ νέου για συγκρούσεις μεταξύ των χωρών που μοιράζονται διασυνοριακά αποθέματα πόσιμου νερού. Η αλλαγή του κλίματος εντείνει τόσο τις ενδοσυνοριακές, όσο και τις εξωτερικές πιέσεις στα κράτη. Οι επιπτώσεις της μπορεί να οδηγήσουν σε εσωτερικές αναταραχές και να οξύνουν τις υπάρχουσες εντάσεις. Παρόλο που το νερό δεν υπήρξε ποτέ στο παρελθόν άμεση αιτία πολέμου, σήμερα συνδυάζεται με τη διατροφική κρίση και είναι πιθανό να οδηγήσει σε σοβαρές διακρατικές διενέξεις.
Ακόμη και μικρή αύξηση της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της γεωργικής παραγωγής, ενώ η αύξηση του πληθυσμού και ο υπερκαταναλωτισμός, οδηγούν σε αύξηση ζήτησης για τροφή κατά 70% έως το 2060, όπως προβλέπεται με τα δεδομένα του σήμερα. Τότε ο αριθμός των ανθρώπων που θα καταναλώνουν ακατάλληλο νερό πιθανόν να αγγίξει τα 1.8 δισεκατομμύρια.
Στη Δύση-Βορά το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού έχει πρόσβαση σε πόσιμο νερό για την κάλυψη των αναγκών. Στις χώρες της Ασίας και της Μέσης Ανατολής πρόσβαση έχει το 80-85% του πληθυσμού, ενώ στην υποσαχάρια Αφρική μόνο το 50-60%. Οι χώρες της βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα, γιατί τα αποθέματά τους δεν φτάνουν για τις ανάγκες του πληθυσμού τους. Η Μέση Ανατολή π.χ. διαθέτει μόλις το 1% των παγκόσμιων αποθεμάτων του γλυκού νερού, ενώ οι κάτοικοί της είναι το 5% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Στο τέλος του 20ου αιώνα η Τουρκία είχε υπό τον έλεγχό της 134 Km3, το Ισραήλ 2,2, η Ιορδανία 1,1, η Συρία 5,5 και η Σαουδική Αραβία 2,2. Για αυτό και στο στρατηγικό δόγμα του Ισραήλ περιέχεται η ρητή διατύπωση πως «κάθε παρενόχληση της ροής των νερών του Ιορδάνη ποταμού συνιστά αιτία πολέμου».
Στο μέλλον πάντως εκτιμάται ότι και αρκετές άλλες χώρες θα αντιμετωπίσουν σοβαρά προβλήματα λειψυδρίας μέχρι το 2025. Αυτό θα οδηγήσει και σε εσωτερικές συγκρούσεις στα πλαίσιά τους. Κυρίως μεταξύ πληθυσμών των πόλεων και των περιφερειών, που διαθέτουν τα εναπομείναντα αποθέματα νερού. Οι πρώτες συγκρούσεις αυτής της μορφής εκδηλώθηκαν πρώτα στην Ευρώπη το 19ο αιώνα. Σήμερα παρατηρούνται σε διάφορες μορφές σε ολόκληρο τον κόσμο. Οι βασικές αιτίες αυτών των συγκρούσεων χαρακτηρίζονται από ζητήματα διαχείρισης των νερών.
Υπάρχει σύγκρουση στο ζήτημα της δημόσιας διαχείρισης των δικτύων και της παροχής νερού ή της ιδιωτικοποίησής τους. Αυτή η σύγκρουση έχει να κάνει όχι μόνο με ιδεολογικούς λόγους(αν ένας κατ` ουσίαν «κοινός φυσικός πόρος» μπορεί να εταιροποιηθεί και να γίνει εμπορικό προϊόν), αλλά και με τις τιμές και την οικονομική –ποιοτική προσβασιμότητα του νερού. Αυτό το ζούμε πια και στη χώρα μας, με την «μνημονιακή» υποχρέωση ιδιωτικοποίησης του νερού.
Και μια παρατήρηση του Μπαν Γκι Μουν, γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, που ενδιαφέρει πολύ τη χώρα μας, γιατί μέχρι τώρα είχαμε το 2ο μεγαλύτερο κατακεφαλήν υδατικό αποτύπωμα στον κόσμο λόγω και της ανορθολογικής χρήσης του νερού στη γεωργία:
«Αν δεν μπορέσουμε να χρησιμοποιήσουμε το νερό της γεωργίας με σύνεση θα αποτύχουμε να τερματίσουμε την πείνα, ενώ θα ανοίξουμε την πόρτα σε μια σειρά άλλων δεινών, όπως η ξηρασία, η πείνα και η πολιτική αστάθεια»
Πέρυσι το σλόγκαν της UNESCO για την Παγκόσμια Ημέρα του Νερού ήταν: «The world is Thirsty. Because we are Hungry». Αυτό εξακολουθεί να ισχύει και φέτος, αφού δεν έχει αλλάξει τίποτα ως προς την αντιμετώπιση των υδατικών αποθεμάτων και της κλιματικής αλλαγής.
Για το πρόβλημα του νερού διαβάστε και την ανάρτησή μας: http://www.topikopoiisi.com/1/post/2014/02/0088.html
«Η ζήτηση για πόσιμο νερό και ενέργεια θα συνεχίσει να αυξάνεται μέσα στις επόμενες δεκαετίες. Η αύξηση αυτή θα φέρει μεγάλες προκλήσεις και θα ασκήσει πίεση στους φυσικούς πόρους, σχεδόν σε όλες τις περιοχές», αναφέρει στην έκθεσή του ο οργανισμός, με αφορμή την παγκόσμια μέρα για το νερό στις 22 Μαρτίου. Το νερό και ενέργεια αποτελούν «αλληλένδετους και αλληλοεξαρτώμενους» πόρους. «Η απόκτηση νερού απαιτεί ενέργεια και η παραγωγή ενέργειας απαιτεί νερό», τονίζεται στην έκθεση.
Επίσης ο ΟΗΕ τονίζει ότι σχεδόν 768 εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε πόσιμο νερό σήμερα, 2,5 δισεκατομμύρια στερούνται των υποτυπωδών εγκαταστάσεων υγιεινής ενώ τουλάχιστον 1,3 δισεκατομμύρια δεν έχουν ηλεκτρικό ρεύμα και περίπου το ένα πέμπτο των υδροφορέων παγκοσμίως έχουν «στερέψει».
Η ζήτηση για νερό θα αυξηθεί κατά περίπου 55% έως το 2050, λόγω της βιομηχανίας, της παραγωγής ενέργειας, της οικιακής χρήσης, της γεωργίας κ.λπ. Μέχρι το 2050, πάνω από το 40% του πληθυσμού θα ζει σε περιοχές που αντιμετωπίζουν σοβαρή έλλειψη νερού. Έως το 2035, η ενεργειακή ζήτηση θα αυξηθεί κατά τουλάχιστον 35%, λόγω Κίνας και Ινδίας, ενώ η αύξηση της ζήτησης για ηλεκτρικό ρεύμα κατά 70%.
Η υπερθέρμανση του πλανήτη με άμεση επίπτωση την ξηρασία, οξύνει την υπάρχουσα κρίση στο πόσιμο νερό. Πολλοί αναλυτές παράλληλα με τον ΟΗΕ, προειδοποιούν εκ νέου για συγκρούσεις μεταξύ των χωρών που μοιράζονται διασυνοριακά αποθέματα πόσιμου νερού. Η αλλαγή του κλίματος εντείνει τόσο τις ενδοσυνοριακές, όσο και τις εξωτερικές πιέσεις στα κράτη. Οι επιπτώσεις της μπορεί να οδηγήσουν σε εσωτερικές αναταραχές και να οξύνουν τις υπάρχουσες εντάσεις. Παρόλο που το νερό δεν υπήρξε ποτέ στο παρελθόν άμεση αιτία πολέμου, σήμερα συνδυάζεται με τη διατροφική κρίση και είναι πιθανό να οδηγήσει σε σοβαρές διακρατικές διενέξεις.
Ακόμη και μικρή αύξηση της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της γεωργικής παραγωγής, ενώ η αύξηση του πληθυσμού και ο υπερκαταναλωτισμός, οδηγούν σε αύξηση ζήτησης για τροφή κατά 70% έως το 2060, όπως προβλέπεται με τα δεδομένα του σήμερα. Τότε ο αριθμός των ανθρώπων που θα καταναλώνουν ακατάλληλο νερό πιθανόν να αγγίξει τα 1.8 δισεκατομμύρια.
Στη Δύση-Βορά το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού έχει πρόσβαση σε πόσιμο νερό για την κάλυψη των αναγκών. Στις χώρες της Ασίας και της Μέσης Ανατολής πρόσβαση έχει το 80-85% του πληθυσμού, ενώ στην υποσαχάρια Αφρική μόνο το 50-60%. Οι χώρες της βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα, γιατί τα αποθέματά τους δεν φτάνουν για τις ανάγκες του πληθυσμού τους. Η Μέση Ανατολή π.χ. διαθέτει μόλις το 1% των παγκόσμιων αποθεμάτων του γλυκού νερού, ενώ οι κάτοικοί της είναι το 5% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Στο τέλος του 20ου αιώνα η Τουρκία είχε υπό τον έλεγχό της 134 Km3, το Ισραήλ 2,2, η Ιορδανία 1,1, η Συρία 5,5 και η Σαουδική Αραβία 2,2. Για αυτό και στο στρατηγικό δόγμα του Ισραήλ περιέχεται η ρητή διατύπωση πως «κάθε παρενόχληση της ροής των νερών του Ιορδάνη ποταμού συνιστά αιτία πολέμου».
Στο μέλλον πάντως εκτιμάται ότι και αρκετές άλλες χώρες θα αντιμετωπίσουν σοβαρά προβλήματα λειψυδρίας μέχρι το 2025. Αυτό θα οδηγήσει και σε εσωτερικές συγκρούσεις στα πλαίσιά τους. Κυρίως μεταξύ πληθυσμών των πόλεων και των περιφερειών, που διαθέτουν τα εναπομείναντα αποθέματα νερού. Οι πρώτες συγκρούσεις αυτής της μορφής εκδηλώθηκαν πρώτα στην Ευρώπη το 19ο αιώνα. Σήμερα παρατηρούνται σε διάφορες μορφές σε ολόκληρο τον κόσμο. Οι βασικές αιτίες αυτών των συγκρούσεων χαρακτηρίζονται από ζητήματα διαχείρισης των νερών.
Υπάρχει σύγκρουση στο ζήτημα της δημόσιας διαχείρισης των δικτύων και της παροχής νερού ή της ιδιωτικοποίησής τους. Αυτή η σύγκρουση έχει να κάνει όχι μόνο με ιδεολογικούς λόγους(αν ένας κατ` ουσίαν «κοινός φυσικός πόρος» μπορεί να εταιροποιηθεί και να γίνει εμπορικό προϊόν), αλλά και με τις τιμές και την οικονομική –ποιοτική προσβασιμότητα του νερού. Αυτό το ζούμε πια και στη χώρα μας, με την «μνημονιακή» υποχρέωση ιδιωτικοποίησης του νερού.
Και μια παρατήρηση του Μπαν Γκι Μουν, γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, που ενδιαφέρει πολύ τη χώρα μας, γιατί μέχρι τώρα είχαμε το 2ο μεγαλύτερο κατακεφαλήν υδατικό αποτύπωμα στον κόσμο λόγω και της ανορθολογικής χρήσης του νερού στη γεωργία:
«Αν δεν μπορέσουμε να χρησιμοποιήσουμε το νερό της γεωργίας με σύνεση θα αποτύχουμε να τερματίσουμε την πείνα, ενώ θα ανοίξουμε την πόρτα σε μια σειρά άλλων δεινών, όπως η ξηρασία, η πείνα και η πολιτική αστάθεια»
Πέρυσι το σλόγκαν της UNESCO για την Παγκόσμια Ημέρα του Νερού ήταν: «The world is Thirsty. Because we are Hungry». Αυτό εξακολουθεί να ισχύει και φέτος, αφού δεν έχει αλλάξει τίποτα ως προς την αντιμετώπιση των υδατικών αποθεμάτων και της κλιματικής αλλαγής.
Για το πρόβλημα του νερού διαβάστε και την ανάρτησή μας: http://www.topikopoiisi.com/1/post/2014/02/0088.html