Δεν αφορά όλους όσους είναι νέοι και νέες. Αφορά πολλούς και πολλές όμως.
Φτάνουμε προς το τέλος μιας ζωής που παρόλο που δε θέλεις, έχει αλλάξει και θα αλλάξει ακόμα περισσότερο στα σίγουρα. Οι τελευταίες χρηματικές καβάτζες τελειώνουν, ο χειμώνας έρχεται και οι δουλείες είναι όλο και πιο λίγες. Όλα ακριβαίνουν και εσύ θα είσαι φθηνός.
Αυτοί που μας γαμήσαν τη ζωή θα προσπαθήσουν να παγώσουν τα πάντα: κάθε διαμαρτυρία, κάθε συλλογικοποίηση της οργής, κάθε αντίσταση. Θα προσπαθήσουν να τελειώσουν με μας, μεταναστεύοντας μας για αλλού.
Όμως, αυτή όμως η γενιά έχει το κάτι τις της. Δεν τα έχει καλώς καμωμένα όλα, ούτε κατά διάνοια. Αλλά, διάολε κάναμε και κάνουμε πολλά για να σπάσει η σιωπή, να ξεβρωμίσουμε από τη σαπίλα.
Αυτές εδώ, οι τελευταίες γενιές είναι εκείνες που μορφώθηκαν περισσότερο από οποιεσδήποτε προηγούμενες γενιές Ελλήνων. Οι χρόνιες επενδύσεις των οικογενειών μας δε πήγαν στράφι. Μπήκαμε στις ακαδημίες χωρίς να σκεφτόμαστε με όρους ταξικής κινητικότητας, αλλά εμπεδώσαμε την αυταξία της γνώσης.
Ταξιδέψαμε επιτέλους, αντικρύσαμε τόπους που αγαπούσαμε πριν τους δούμε, μάθαμε να περπατάμε στην Ευρώπη και ξέρουμε πόσο πολύ μοιάζουμε με τα παιδιά της γενιάς μας από την υπόλοιπη ήπειρο.
Αλητέψαμε στις πόλεις μας και στα χωριά μας, στις πλατείες μας ήπιαμε μπύρες και τσιγαριλίκια, περπατήσαμε χιλιόμετρα για συναυλίες, χάσαμε το τελευταίο μετρό, ερωτευτήκαμε στο Μεταξουργείο τα ξημερώματα, κάναμε έρωτα σε απίθανα μέρη.
Διαβάσαμε και επιτελέσαμε το πολιτικό, μάθαμε τι θα πει δημόσιος χώρος, ταξικότητα, αναστοχασμός. Κοιτάξαμε στα μάτια συνομήλικούς μας, τους ακούσαμε και μας άκουσαν, μιλήσαμε με πάρα πολλούς για αυτά και τόσα άλλα. 'Ελάχιστοι από εμάς δούλεψαν, δουλεύουν σε δουλειές που θα μπορούσαν να τους εξασφαλίσουν τη ζωή σε μια αυτόνομη οικογένεια. Το δημόσιο δε μάθαμε τι είναι. Ευτυχώς κάποια παιδιά εγίναν δασκαλοι και καθηγητές πριν την κρίση.
Κάναμε το κέντρο σπίτι μας, τρυγιρνώντας σε απίθανους συνδιασμούς διαδρομών. Μάθαμε απέξω τα δρομάκια της ακρόπολης, της πλάκας, των εξαρχείων, του ψυρρή, των άνω πετραλώνων. Αράξαμε τόσες φορές στου φιλοπάππου και στου στρέφη, πήγαμε σε ελληνικά νησιά πολλοί μαζί και λίγο στριμωχτα, με ή χωρίς σκηνές.
Πολλοί από μας δουλεύαμε για να βγει πέρα ο φοιτητικός προϋπολογισμός. Και στα χρόνια της ευημερίας εμείς αρνιόμασταν ότι ήταν σοβαρό πράγμα οι ολυμπιάδες τους. Εμείς αγαπήσαμε πόλεις, τις κάναμε μυθικές, επειδή εκεί κάτι δικό μας έτρεχε: η Θεσαλλονίκη το 2003, η Γένοβα το 2001, η Φλωρεντία το 2002, το Σιατλ το 1998.
Λυσσάξαμε για τα κινήματα και την αυτονομία τους, τσακωμοί τόσοι πολλοί στα αμφιθέατρα για να μην καπελώνει κανείς κανέναν. Και δυο χρόνια είχαμε σηκώσει όλα τα πανεπιστήμια στο πόδι. Και το Δεκέμβρη του 2008 δε κάτσαμε μέρα στο σπίτι. Και όλο τον καιρό από τότε ψάχνουμε να βρούμε εκείνη τη γλυκία αψάδα της εξέγερσης. Και δημιουργούμε συνέχεια.
Δε ξέρω,δεν είναι υπολογίσιμο πόσοι είμαστε καν. Μάλλον κάποιες χιλιάδες κόσμος που τα βάζει με το δογματισμό και με την εργαλειοποίηση από όπου κι αν προέρχεται.
Η ψυχική ύλη που συσσωρεύσαμε δε μπορεί, παρά να αναβλύσει και τώρα, στα πιο δύσκολα:
Δε μπορούμε να κάτσουμε, δε θέλουμε, δεν αντέχουμε να καθόμαστε. Κανένας και καμία από εμάς δε πρόκειται να πάει σπίτι γιατί θα τον νικήσει η κατήφεια της φτωχοποίησης, η κατάθλιψη των γύρω του.
Όχι μόνο δε θα αφήσουμε να μικρύνει η ζωή, αλλά θα παρασέρνουμε όλο και πιο πολλούς στη ζωογόνα δίνη της δράσης. Η ανάσχεση της μαυρίλας ξεκινάει από τη πολιτική συλλογικοποίηση της επιθυμίας.
Πλεόν είναι αμέτρητα τα εγχειρήματα της αλληλεγγύης πανελλαδικά! Δε ξέρουμε από που να πρωτοπάρουμε εμπειρογνωμοσύνη! Και φουντώνουν οι οργανώσεις της από δω μεριάς με κόσμο καλό, κόσμο που ήταν σχεδόν πάντα από δω αλλά φοβόταν να ενταχθεί. Και στους τόπους μου δε ξέρουμε που να πρωτοκάνουμε συνέλευση με τα διάφορα εγχερήματα που χτίζουμε όλοι μαζί!
Να μην κάθεσαι άλλο. Δράσε και μη ζητάς από τους άλλους να το κάνουν για σένα. Χιλιάδες φορές έχει ειπωθεί: κανένας Συριζα και κανένας Τσίπρας δε θα σε σώσει. Δε θα σε έσωζε ποτέ. Και το ήξερες και το ξέρεις.
Τίποτα δεν ανατίθεται στους ειδικούς, στα κόμματα, στο δήμο, στους άλλους. Οι δημιουργικότητες ζωντανεύουν από τους πολλούς, από όλους, για όλους.
Είμαστε στη μέση του συγκρουσιακού κύκλου.Δεν υπάρχει υπόσχεση ότι ο δρόμος της δράσης είναι εύκολος. Μάλιστα, απαιτεί κομμάτι όλων των κεφαλαίων που έχεις συσσωρεύσει κατά καιρούς: μορφωτικό, συναισθηματικό, κοινωνικό, πολιτικό, πολιτισμικό.
Είμαστε στη δυσάρεστη και ευχάριστη θέση να σου ανακοινώσουμε ότι ή θα αλλάξουμε τα πράγματα εμείς ή θα παραμείνουμε στη μακρά νύχτα. Όχι μόνο γιατί τα κινήματα τα κάνουν αποκλειστικά οι νέοι, αυτό είναι και ως ενός σημείου λογικό, αλλά γιατί δε νικάμε χωρίς εσένα.
Διάλεξε ή νύχτα ή κόπο. Δεν έχει στη μέση.
υ.γ Το κείμενο δεν έχει τα φόντα να κατηγορηθεί για εξιδανίκευση. Περαιτέρω πληροφορίες στις γενιές που αγωνίστηκαν τη δεκαετία του 60 και κατά τη διάρκεια της δικτατορίας.
Βασίλης Ρόγγας
Φτάνουμε προς το τέλος μιας ζωής που παρόλο που δε θέλεις, έχει αλλάξει και θα αλλάξει ακόμα περισσότερο στα σίγουρα. Οι τελευταίες χρηματικές καβάτζες τελειώνουν, ο χειμώνας έρχεται και οι δουλείες είναι όλο και πιο λίγες. Όλα ακριβαίνουν και εσύ θα είσαι φθηνός.
Αυτοί που μας γαμήσαν τη ζωή θα προσπαθήσουν να παγώσουν τα πάντα: κάθε διαμαρτυρία, κάθε συλλογικοποίηση της οργής, κάθε αντίσταση. Θα προσπαθήσουν να τελειώσουν με μας, μεταναστεύοντας μας για αλλού.
Όμως, αυτή όμως η γενιά έχει το κάτι τις της. Δεν τα έχει καλώς καμωμένα όλα, ούτε κατά διάνοια. Αλλά, διάολε κάναμε και κάνουμε πολλά για να σπάσει η σιωπή, να ξεβρωμίσουμε από τη σαπίλα.
Αυτές εδώ, οι τελευταίες γενιές είναι εκείνες που μορφώθηκαν περισσότερο από οποιεσδήποτε προηγούμενες γενιές Ελλήνων. Οι χρόνιες επενδύσεις των οικογενειών μας δε πήγαν στράφι. Μπήκαμε στις ακαδημίες χωρίς να σκεφτόμαστε με όρους ταξικής κινητικότητας, αλλά εμπεδώσαμε την αυταξία της γνώσης.
Ταξιδέψαμε επιτέλους, αντικρύσαμε τόπους που αγαπούσαμε πριν τους δούμε, μάθαμε να περπατάμε στην Ευρώπη και ξέρουμε πόσο πολύ μοιάζουμε με τα παιδιά της γενιάς μας από την υπόλοιπη ήπειρο.
Αλητέψαμε στις πόλεις μας και στα χωριά μας, στις πλατείες μας ήπιαμε μπύρες και τσιγαριλίκια, περπατήσαμε χιλιόμετρα για συναυλίες, χάσαμε το τελευταίο μετρό, ερωτευτήκαμε στο Μεταξουργείο τα ξημερώματα, κάναμε έρωτα σε απίθανα μέρη.
Διαβάσαμε και επιτελέσαμε το πολιτικό, μάθαμε τι θα πει δημόσιος χώρος, ταξικότητα, αναστοχασμός. Κοιτάξαμε στα μάτια συνομήλικούς μας, τους ακούσαμε και μας άκουσαν, μιλήσαμε με πάρα πολλούς για αυτά και τόσα άλλα. 'Ελάχιστοι από εμάς δούλεψαν, δουλεύουν σε δουλειές που θα μπορούσαν να τους εξασφαλίσουν τη ζωή σε μια αυτόνομη οικογένεια. Το δημόσιο δε μάθαμε τι είναι. Ευτυχώς κάποια παιδιά εγίναν δασκαλοι και καθηγητές πριν την κρίση.
Κάναμε το κέντρο σπίτι μας, τρυγιρνώντας σε απίθανους συνδιασμούς διαδρομών. Μάθαμε απέξω τα δρομάκια της ακρόπολης, της πλάκας, των εξαρχείων, του ψυρρή, των άνω πετραλώνων. Αράξαμε τόσες φορές στου φιλοπάππου και στου στρέφη, πήγαμε σε ελληνικά νησιά πολλοί μαζί και λίγο στριμωχτα, με ή χωρίς σκηνές.
Πολλοί από μας δουλεύαμε για να βγει πέρα ο φοιτητικός προϋπολογισμός. Και στα χρόνια της ευημερίας εμείς αρνιόμασταν ότι ήταν σοβαρό πράγμα οι ολυμπιάδες τους. Εμείς αγαπήσαμε πόλεις, τις κάναμε μυθικές, επειδή εκεί κάτι δικό μας έτρεχε: η Θεσαλλονίκη το 2003, η Γένοβα το 2001, η Φλωρεντία το 2002, το Σιατλ το 1998.
Λυσσάξαμε για τα κινήματα και την αυτονομία τους, τσακωμοί τόσοι πολλοί στα αμφιθέατρα για να μην καπελώνει κανείς κανέναν. Και δυο χρόνια είχαμε σηκώσει όλα τα πανεπιστήμια στο πόδι. Και το Δεκέμβρη του 2008 δε κάτσαμε μέρα στο σπίτι. Και όλο τον καιρό από τότε ψάχνουμε να βρούμε εκείνη τη γλυκία αψάδα της εξέγερσης. Και δημιουργούμε συνέχεια.
Δε ξέρω,δεν είναι υπολογίσιμο πόσοι είμαστε καν. Μάλλον κάποιες χιλιάδες κόσμος που τα βάζει με το δογματισμό και με την εργαλειοποίηση από όπου κι αν προέρχεται.
Η ψυχική ύλη που συσσωρεύσαμε δε μπορεί, παρά να αναβλύσει και τώρα, στα πιο δύσκολα:
Δε μπορούμε να κάτσουμε, δε θέλουμε, δεν αντέχουμε να καθόμαστε. Κανένας και καμία από εμάς δε πρόκειται να πάει σπίτι γιατί θα τον νικήσει η κατήφεια της φτωχοποίησης, η κατάθλιψη των γύρω του.
Όχι μόνο δε θα αφήσουμε να μικρύνει η ζωή, αλλά θα παρασέρνουμε όλο και πιο πολλούς στη ζωογόνα δίνη της δράσης. Η ανάσχεση της μαυρίλας ξεκινάει από τη πολιτική συλλογικοποίηση της επιθυμίας.
Πλεόν είναι αμέτρητα τα εγχειρήματα της αλληλεγγύης πανελλαδικά! Δε ξέρουμε από που να πρωτοπάρουμε εμπειρογνωμοσύνη! Και φουντώνουν οι οργανώσεις της από δω μεριάς με κόσμο καλό, κόσμο που ήταν σχεδόν πάντα από δω αλλά φοβόταν να ενταχθεί. Και στους τόπους μου δε ξέρουμε που να πρωτοκάνουμε συνέλευση με τα διάφορα εγχερήματα που χτίζουμε όλοι μαζί!
Να μην κάθεσαι άλλο. Δράσε και μη ζητάς από τους άλλους να το κάνουν για σένα. Χιλιάδες φορές έχει ειπωθεί: κανένας Συριζα και κανένας Τσίπρας δε θα σε σώσει. Δε θα σε έσωζε ποτέ. Και το ήξερες και το ξέρεις.
Τίποτα δεν ανατίθεται στους ειδικούς, στα κόμματα, στο δήμο, στους άλλους. Οι δημιουργικότητες ζωντανεύουν από τους πολλούς, από όλους, για όλους.
Είμαστε στη μέση του συγκρουσιακού κύκλου.Δεν υπάρχει υπόσχεση ότι ο δρόμος της δράσης είναι εύκολος. Μάλιστα, απαιτεί κομμάτι όλων των κεφαλαίων που έχεις συσσωρεύσει κατά καιρούς: μορφωτικό, συναισθηματικό, κοινωνικό, πολιτικό, πολιτισμικό.
Είμαστε στη δυσάρεστη και ευχάριστη θέση να σου ανακοινώσουμε ότι ή θα αλλάξουμε τα πράγματα εμείς ή θα παραμείνουμε στη μακρά νύχτα. Όχι μόνο γιατί τα κινήματα τα κάνουν αποκλειστικά οι νέοι, αυτό είναι και ως ενός σημείου λογικό, αλλά γιατί δε νικάμε χωρίς εσένα.
Διάλεξε ή νύχτα ή κόπο. Δεν έχει στη μέση.
υ.γ Το κείμενο δεν έχει τα φόντα να κατηγορηθεί για εξιδανίκευση. Περαιτέρω πληροφορίες στις γενιές που αγωνίστηκαν τη δεκαετία του 60 και κατά τη διάρκεια της δικτατορίας.
Βασίλης Ρόγγας