Στην ουσία αυτά που σήμερα είναι ανεπαρκή: διανθρώπινες σχέσεις-σχεσιακά αγαθά- εργασία όσο γίνεται πιο δημιουργική και ευχάριστη -με ουσιαστική σχέση με το προϊόν της εργασίας του-και τη φύση γύρω του-όσο το δυνατόν πιο αναζωογονητική για τον ίδιο.
Τα παραπάνω είναι τόσο αυτονόητα! Όμως και τόσο παραμελημένα! Παραβλέπονται τόσο συστηματικά από τον σημερινό κυρίαρχο ανθρωπολογικό τύπο και το καπιταλιστικό σύστημα που τον έχει διαμορφώσει.
Ας κάνουμε μια ερευνητική διαδρομή προς τη ρίζα των αναγκών του ανθρώπου, την ανάγκη για ουσιαστική σχέση με την «πρωταρχική του μάνα», τη φύση. Η αποκατάσταση αυτής της σχέσης εκτός των άλλων θετικών που φέρνει μαζί της, είναι και θεραπευτική για τον σημερινό στρεσαρισμένο και αγχωτικό άνθρωπο, ιδίως των πόλεων. Μπορεί να τον αλλάξει και εσωτερικά και να ξεπεράσει τη σημερινή νοοτροπία του και τα νοήματα ζωής που τον καθορίζουν.
Συχνά ακούμε από μεγαλύτερης ηλικίας ανθρώπους: «Όταν βρίσκομαι εκεί, είμαι ευτυχής». Και με το «εκεί» εννοούν ένα μέρος, στο οποίο αναφέρονται με μια ευτυχισμένη έκφραση στο πρόσωπο. Και αυτό το μέρος, σχεδόν πάντα, είναι είτε ένα δάσος, είτε μια κορυφή βουνού, είτε μια εξαίσια ακρογιαλιά. Για πολλούς είναι ακόμα πιο συγκεκριμένο αυτό το μέρος και αναπολούν τις στιγμές που περνούν για παράδειγμα στη σκιά ενός συγκεκριμένου αιωνόβιου δένδρου, ή στη σκιά ενός βράχου που υψώνεται πάνω από την αμμουδιά μιας συγκεκριμένης παραλίας το καλοκαίρι. Άλλοι βρίσκουν την ευτυχία τους περιδιαβαίνοντας το παλιό αγρόκτημα του παππού τους με τα εναπομείναντα φρουτόδεντρα και δοκιμάζοντας την απαράμιλλη γεύση των λιγοστών φρούτων τους, ή όταν με παρέα, καβάλα για παράδειγμα σε άλογα, ακολουθούν ένα ωραίο μονοπάτι περνώντας από ρυάκια ή βαλτότοπους, γεμάτα από αποδημητικά πουλιά και πράσινο χρώμα.
Ειδικά η ανάγκη για πράσινο, οδήγησε φέτος το Ινστιτούτο Pantone Color[1] να επιλέξει σαν το «χρώμα της χρονιάς» του 2017 το Greenery, την Πρασινάδα, ένα έντονο φωτεινό πράσινο του μήλου. Είναι τυχαίο ή είναι ανθρώπινη ανάγκη το πράσινο;
Οι ρομαντικοί ποιητές και συγγραφείς πάντα έγραφαν-με τον τρόπο του ο καθένας-ότι ο άνθρωπος γίνεται άνθρωπος μόνο όταν συνδέεται οργανικά με τη φύση. «Μόνο κάτω από έναν ουρανό φύλλων ο άνθρωπος γίνεται άνθρωπος», έγραψε ο ρομαντικός Ludwig Tieck. Όπως το έκφρασε ο Henry David Thoreau-για πολλούς ο πιονέρος της οικολογίας- στο βιβλίο του Walden[2]: «πήγα στο δάσος, γιατί ήθελα να ζήσω συνειδητά, γιατί ήθελα να ζήσω έντονα, ώστε όταν φθάσει η ώρα του θανάτου να μη αισθανθώ ότι δεν έχω ζήσει».
Μέχρι τώρα, οι επιστήμονες έβλεπαν το θέμα «φύση», από τη σκοπιά του «τι κακό κάνει ο άνθρωπος στη φύση». Αλλά πλέον αντιστρέφουν το ζήτημα: γιατροί, ερευνητές του περιβάλλοντος, ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι, όλοι πια, ενδιαφέρονται για το «τι κάνει πραγματικά η φύση με τον άνθρωπο». Είναι προφανές ότι μια μέρα στη λίμνη, ή μια ώρα στον κήπο, είναι αρκετό για να αισθανθούμε καλά και να απαλλαγούμε από το αίσθημα κούρασης που τυχόν μας έχει κυριεύσει πριν. Αλλά γιατί; Τι σήματα μας εκπέμπονται από τη φύση; Και τι μας κάνει δεκτικούς σε αυτά; Που βρίσκονται οι δέκτες μας οι οποίοι συντονίζονται με τις συχνότητες εκπομπής της φύσης, στο σώμα, στον εγκέφαλο, σε αυτό που αποκαλούμε ψυχή; Είναι δυνατό, πίσω από την αφήγηση ότι «το πράσινο μας κάνει καλό», να κρύβεται στην πραγματικότητα η θεραπευτικότητα της φύσης;
Ο άνθρωπος σαν είδος-homo sapiens-ενηλικιώθηκε σε έναν κόσμο πολύ πιο άγριο από τον σημερινό. Εδώ και πολύ λίγες γενεές ζει, αισθάνεται και σκέφτεται ενταγμένος σε τεχνητά αστικά περιβάλλοντα. Καθοριζόμαστε όμως ακόμα από εξοχές και υπαίθρια περιβάλλοντα, όπου οι πρόγονοί μας έβρισκαν προστασία, τροφή, νερό κ.λπ. Και όταν βρίσκουν την ευκαιρία τα αναζητούν και οι σημερινοί αστοί των πόλεων, για να τους επανέλθει η ηρεμία που προσφέρει το πράσινο φως-το φύλλωμα π.χ. των δέντρων φιλτράρει το υπέρυθρο και το υπεριώδες του ηλιακού φωτός, προστατεύει επομένως από το ζημιογόνο μέρος της ακτινοβολίας, κάνει πιο ήπια τη ζέστη. Λιγοστεύει επίσης το κρύο και τη βροχή. Και αυτό το κάνει και σήμερα, όπως παλιά με τους προγόνους μας που ζούσαν στα δάση.
Αλλά όχι μόνο το δάσος και το φύλλωμα από πάνω, είναι θεραπευτικό. Το έδαφος κάτω από τα πόδια μας; Τα πόδια μας είναι καμωμένα για ανώμαλα και μαλακά εδάφη και όχι για ίσιους τσιμεντένιους δρόμους και άσφαλτο.
Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλές επιστημονικές έρευνες για την επίδραση του πράσινου περιβάλλοντος στην ανθρώπινη υγεία. Μια τέτοια που γίνεται στη Γερμανία για αρκετά-δώδεκα- χρόνια και συγκεντρώνει στοιχεία από κατοίκους 32 μεγάλων γερμανικών πόλεων, καταλήγει στο συμπέρασμα: ο κίνδυνος για διαβήτη, αϋπνίες ή ασθένειες των αρθρώσεων είναι ανάλογος της απόστασης της κατοικίας από εγκαταστάσεις του πράσινου, δηλαδή τόσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος όσο μεγαλύτερη είναι η απόσταση, ενώ η ικανοποίηση της ζωής τόσο μεγαλύτερη όσο μικρότερη είναι η απόσταση των πάρκων. Όλες οι σχετικές έρευνες δείχνουν ότι η εγγύτητα με τη φύση οδηγεί σε μεγαλύτερη ικανοποίηση, ενώ οι κάτοικοι περιοχών με βλάστηση αντιμετωπίζουν πολύ μειωμένο κίνδυνο για άγχος, κατάθλιψη, υπερβάρος, καρδιακά ή αναπνευστικά προβλήματα. Ακόμα και η «θέα του πράσινου από το παράθυρο» είναι θεραπευτική για ασθενείς των κλινικών, έδειξαν κάποιες άλλες έρευνες. Τα αποτελέσματα φαίνονται προφανή και «τα ξέρει και η γιαγιά μας», όπως λέμε, όμως οι ερευνητές ενδιαφέρονται για τη θεωρία που μπορεί να τα εξηγήσει. Και μέχρι τώρα δεν είναι σε θέση να τη διατυπώσουν. Αυτό είναι το πρόβλημα που έχουμε σαν σημερινός πολιτισμός: πρέπει να διατυπωθεί με επιστημονικό τρόπο για να γίνει αποδεκτό κάτι, που είναι φως φανάρι και το ξέρανε και οι «άγριοι» προγονοί μας. Όμως τώρα δεν γίνεται αποδεκτό, γιατί η παγκόσμια τάση που έχει δημιουργηθεί συστηματικά την τελευταία χρονική περίοδο οδηγεί τον παγκόσμιο πληθυσμό να εγκαθίσταται σε μεγα-πόλεις με ελάχιστο ή καθόλου πράσινο.
Η ψυχολογία μιλάει πάντα για την σπουδαιότητα των σχέσεων με τους συνανθρώπους μας και ιδιαίτερα με τους γονείς μας στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς μας και την ανάλυση των προβλημάτων μας, αλλά ξεχνά την εξίσου σημαντική σχέση μας με τον χώρο και τον τόπο. Τόποι και χώροι που μας καθορίζουν και έχουμε αναπτύξει σχέσεις, είναι εξίσου σημαντικοί με τους κοντινούς μας ανθρώπους. Αυτή η αλληλεπίδραση γίνεται περισσότερο φανερή, όταν συνδέουμε τον τόπο με κάποιες σημαντικές σημασίες και νοήματα για μας. Και αυτό γίνεται καλύτερα όταν ο τόπος έχει να κάνει με τις διεργασίες της φύσης στο φυσικό περιβάλλον. Η άμπωτις π.χ. σε μια παραλία προκαλεί μέσα μας μια ελαφριά μελαγχολία, το ράπισμα του ανέμου στο πρόσωπο μας κάνει να θέλουμε να κραυγάσουμε απελευθερωτικά, η ματιά μας σε ένα απέραντο λιβάδι μας φέρνει τη σκέψη της «ελεύθερης φύσης» και μας κάνει να αισθανόμαστε και οι ίδιοι ελεύθεροι, η θέα ενός εύρωστου δένδρου μας δίνει δύναμη και μας φέρνει αισιοδοξία να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες. Ο νέος κλάδος της ψυχολογίας, η «περιβαλλοντική ψυχολογία», αποκαλεί «θεραπευτικές εξοχές» τους τόπους στους οποίους οι άνθρωποι βιώνουν τέτοιες εσωτερικές καταστάσεις. Ανάλογα σε τι φάση της ζωής τους βρίσκονται οι άνθρωποι, και σε ποια ηλικία, τα μέρη αυτά μπορούν έχουν διαφορετικές σημασίες. Σε ένα παιδί νηπιαγωγείου π.χ. το παιχνίδι έξω στη φύση προκαλεί τη φαντασία του και του αναπτύσσει τη δημιουργικότητα. Κοντά σε φυτά και ζώα εκτυλίσσονται οι δυνατότητές του να συνδεθεί συναισθηματικά μαζί τους. Αντίθετα, για τους νέους η φύση αποτελεί πρόκληση για επιβεβαίωση των δεξιοτήτων τους, για να αναγνωρίσουν τις δυνατότητες και τα όριά τους στην αντιμετώπιση δυσκολιών, πράγμα που είναι απαραίτητο για τη δημιουργία σταθερών ταυτοτήτων-προσωπικοτήτων. Συνήθως, η ακτίνα του κύκλου στον οποίο βρίσκονται τα αγαπημένα μέρη μας-και αυτά είναι σε μεγάλο βαθμό προσωπική υπόθεση- είναι μικρή σαν παιδιά, μεγαλώνει με την ηλικία μας, για να ξαναγίνει μικρός ο κύκλος όταν γεράσουμε. Ζούμε μια αξιοβίωτη ζωή, όταν φροντίζουμε να διατηρούμε τη σχέση μας με τα αγαπημένα μας μέρη.
Ένα πείραμα που κάνουν συνήθως οι περιβαλλοντικοί ψυχολόγοι για να μελετήσουν το στρες από το οποίο κυριαρχείται ο άνθρωπος της πόλης, είναι το εξής: Οι συμμετέχοντες του πειράματος κάνουν περιπάτους. Μια ομάδα περπατά κατά μήκος μιας αστικής οδού, μια άλλη περπατά στη φύση σε ένα ωραίο τοπίο. Μετρούν την πίεση του αίματος και τις τιμές της κορτιζόλης τους, παρατηρούν την δυνατότητα συγκέντρωσης και τη δημιουργικότητά τους. Πριν τον περίπατο και μετά. Το αποτέλεσμα: τίποτα δεν κατεβάζει περισσότερο το επίπεδο του στρες μας, από ότι η παραμονή μας στο ελεύθερο τοπίο! Γιατί;
Οι ερευνητές καταλήγουν, όσον αφορά π.χ. την δυνατότητα συγκέντρωσης, στο εξής: περιοχές του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνες για τη συγκέντρωση, ανανεώνονται και αναγεννούνται κατά τη διάρκεια ενός περιπάτου στη φύση. Αυτό οφείλεται στη «μαλακιά γοητεία»(soft fascination) με την οποία επιδρά η φύση πάνω μας. Το πώς επιδρά ακριβώς δεν μπορούν να το εξηγήσουν οι σχετικοί ερευνητές, αλλά όποιος κάθε φορά αφήνει τη ματιά του να περιπλανηθεί, χωρίς κανένα ιδιαίτερο σκοπό, σε ένα δάσος, σε ένα βουνό με τρεχούμενα νερά-σαν το Πήλιο-ή σε μια άγρια –αλλά και ομαλή αμουδερή-παραλία, το καταλαβαίνει ενδόμυχα, χωρίς να χρειάζεται να το αναλύσει πιο πέρα. Στη θάλασσα: η άμμος είναι όμοια στη δομή της, όμως παίρνει τόσο διαφορετικές μορφές από παραλία σε παραλία. Στο δάσος, τα φύλλα έχουν την ίδια μορφή: κοτσάνι, μεσαία ράβδωση, πλευρικές ραβδώσεις, όμως είναι τόσο διαφορετικά από δένδρο σε δέντρο και δε θα βρεις ένα φύλλο ίδιο με κάποιο άλλο.
Δάσος, έρημος, λιβάδι, τυρφώνας, βάλτος ή βιότοπος, βουνό: αποτελούν αυτά που οι επιστήμονες ονομάζουν «αυτο-παρόμοια τοπία». Και υποστηρίζουν ότι ο εγκέφαλός μας επεξεργάζεται ιδιαιτέρως εύκολα τις αυτο-παρόμοιες δομές. Κάποιοι λοιπόν ισχυρίζονται ότι αυτός είναι ο σύνδεσμος που έλειπε για να εξηγήσουν πως το οπτικό σήμα που εκπέμπει η φύση είναι σε θέση να εξαλείψει την κούραση του σώματός μας, η οποία προέρχεται από τη συνεχή προσοχή μας(είμαστε δηλαδή συνέχεια στην «τσίτα») στα πλαίσια του τεχνητού μας περιβάλλοντος.
Η φύση φαίνεται ότι επιδρά πάνω μας όπως η μουσική. Μας συνοδεύει από το «πίσω μέρος του μυαλού μας», αποτελεί την υπόκρουση και το φόντο μέσα στο οποίο ζούμε, δράμε και αντιδράμε. Ταυτόχρονα μας ανεβάζει την καλή διάθεση-μέχρι και να χορεύουμε έχουμε διάθεση κοντά της, ακολουθώντας τους ρυθμούς της, όπως με τη μουσική- και μας απαλλάσσει από τις κακές σκέψεις. Αυτή την επίδραση έχουν αρχίσει να την χρησιμοποιούν και κάποιοι ψυχοθεραπευτές για να απαλλάξουν τους ασθενείς τους από άγχη, κατάθλιψη και σύνδρομο υπερκόπωσης(burn out). Εκδράμουν μαζί με τους ασθενείς τους σε πράσινα τοπία στοχεύοντας όχι απλά στη μείωση του στρες και την αναψυχή, αλλά στην προσωπική εσωτερική αλλαγή, με άνοιγμα και διαδρομή προς τα ενδόμυχα πάθη τους, σαν αποτέλεσμα του ανοίγματος στην ομορφιά της φύσης, στην απεραντοσύνη της, στη σιωπή της, στη δύναμή της για ανανέωση και την ικανότητά της για ισορροπία.
Και αυτό δεν συμβαίνει με μακρινά άγνωστα τοπία, αλλά με κοντινά μας γνώριμα τοπία, που μπορούμε να προσεγγίζουμε με τα πόδια και μόνοι μας ή με παρέα, όταν έχουμε ανάγκη για ησυχία και ξεκούραση. Η εγγύτητα στις αποστάσεις είναι σημαντική, γιατί έχει να κάνει με τον μη προγραμματισμένο χρόνο μας, με τον αυθορμητισμό των στιγμών μας και όχι με τυχόν διακοπές μας και τον τουρισμό. Βέβαια αν έχουμε διακοπές μπορούμε να τις περάσουμε όσο γίνεται πιο ανανεωτικά, αν κάνουμε αυτό που λέμε ήπιο τουρισμό, δηλαδή γνωρίζουμε τις ομορφιές ενός τόπου ακολουθώντας διαδρομές με ποδήλατο ή πεζοπορίες και μένοντας σε τοπικούς ξενώνες, γνωρίζοντας από κοντά μη στρεσαρισμένους «αποκεντρωμένους» ανθρώπους και γευόμενοι τοπικά ποιοτικά προϊόντα που έχουν παραχθεί με αγάπη από τους ντόπιους. Τέτοιες διακοπές δεν είναι μόνο ανανεωτικές, αλλά και θεραπευτικές σε σχέση με τις εμμονές των κατοίκων των πόλεων.
[1] Από το 2000 το Ινστιτούτο Pantone Color δηλώνει ένα ιδιαίτερο χρώμα σαν "Χρώμα της Χρονιάς. Το χρώμα υποτίθεται ότι συνδέεται με το πνεύμα της εποχής (zeitgeist) . Για παράδειγμα, το δελτίο τύπου που δηλώνει το Honeysuckle το χρώμα του 2011 είπε: "Σε περιόδους άγχους, χρειαζόμαστε κάτι για να ανασηκώσουμε τα πνεύματάμας."(https://translate.google.de/translate?hl=el&sl=en&tl=el&u=https%3A%2F%2Fen.wikipedia.org%2Fwiki%2FPantone )
[2] Το Walden είναι πια ένα νέο περιοδικό που εκδίδεται από το 2015 και ασχολείται και παρουσιάζει τοπία στην ύπαιθρο, ωραίες διαδρομές με ποδήλατο, πεζοδρομίες και πρόχειρες κατασκευές για ολιγοήμερη παραμονή στην ύπαιθρο κ.λπ., στη Γερμανία.
Τα παραπάνω είναι τόσο αυτονόητα! Όμως και τόσο παραμελημένα! Παραβλέπονται τόσο συστηματικά από τον σημερινό κυρίαρχο ανθρωπολογικό τύπο και το καπιταλιστικό σύστημα που τον έχει διαμορφώσει.
Ας κάνουμε μια ερευνητική διαδρομή προς τη ρίζα των αναγκών του ανθρώπου, την ανάγκη για ουσιαστική σχέση με την «πρωταρχική του μάνα», τη φύση. Η αποκατάσταση αυτής της σχέσης εκτός των άλλων θετικών που φέρνει μαζί της, είναι και θεραπευτική για τον σημερινό στρεσαρισμένο και αγχωτικό άνθρωπο, ιδίως των πόλεων. Μπορεί να τον αλλάξει και εσωτερικά και να ξεπεράσει τη σημερινή νοοτροπία του και τα νοήματα ζωής που τον καθορίζουν.
Συχνά ακούμε από μεγαλύτερης ηλικίας ανθρώπους: «Όταν βρίσκομαι εκεί, είμαι ευτυχής». Και με το «εκεί» εννοούν ένα μέρος, στο οποίο αναφέρονται με μια ευτυχισμένη έκφραση στο πρόσωπο. Και αυτό το μέρος, σχεδόν πάντα, είναι είτε ένα δάσος, είτε μια κορυφή βουνού, είτε μια εξαίσια ακρογιαλιά. Για πολλούς είναι ακόμα πιο συγκεκριμένο αυτό το μέρος και αναπολούν τις στιγμές που περνούν για παράδειγμα στη σκιά ενός συγκεκριμένου αιωνόβιου δένδρου, ή στη σκιά ενός βράχου που υψώνεται πάνω από την αμμουδιά μιας συγκεκριμένης παραλίας το καλοκαίρι. Άλλοι βρίσκουν την ευτυχία τους περιδιαβαίνοντας το παλιό αγρόκτημα του παππού τους με τα εναπομείναντα φρουτόδεντρα και δοκιμάζοντας την απαράμιλλη γεύση των λιγοστών φρούτων τους, ή όταν με παρέα, καβάλα για παράδειγμα σε άλογα, ακολουθούν ένα ωραίο μονοπάτι περνώντας από ρυάκια ή βαλτότοπους, γεμάτα από αποδημητικά πουλιά και πράσινο χρώμα.
Ειδικά η ανάγκη για πράσινο, οδήγησε φέτος το Ινστιτούτο Pantone Color[1] να επιλέξει σαν το «χρώμα της χρονιάς» του 2017 το Greenery, την Πρασινάδα, ένα έντονο φωτεινό πράσινο του μήλου. Είναι τυχαίο ή είναι ανθρώπινη ανάγκη το πράσινο;
Οι ρομαντικοί ποιητές και συγγραφείς πάντα έγραφαν-με τον τρόπο του ο καθένας-ότι ο άνθρωπος γίνεται άνθρωπος μόνο όταν συνδέεται οργανικά με τη φύση. «Μόνο κάτω από έναν ουρανό φύλλων ο άνθρωπος γίνεται άνθρωπος», έγραψε ο ρομαντικός Ludwig Tieck. Όπως το έκφρασε ο Henry David Thoreau-για πολλούς ο πιονέρος της οικολογίας- στο βιβλίο του Walden[2]: «πήγα στο δάσος, γιατί ήθελα να ζήσω συνειδητά, γιατί ήθελα να ζήσω έντονα, ώστε όταν φθάσει η ώρα του θανάτου να μη αισθανθώ ότι δεν έχω ζήσει».
Μέχρι τώρα, οι επιστήμονες έβλεπαν το θέμα «φύση», από τη σκοπιά του «τι κακό κάνει ο άνθρωπος στη φύση». Αλλά πλέον αντιστρέφουν το ζήτημα: γιατροί, ερευνητές του περιβάλλοντος, ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι, όλοι πια, ενδιαφέρονται για το «τι κάνει πραγματικά η φύση με τον άνθρωπο». Είναι προφανές ότι μια μέρα στη λίμνη, ή μια ώρα στον κήπο, είναι αρκετό για να αισθανθούμε καλά και να απαλλαγούμε από το αίσθημα κούρασης που τυχόν μας έχει κυριεύσει πριν. Αλλά γιατί; Τι σήματα μας εκπέμπονται από τη φύση; Και τι μας κάνει δεκτικούς σε αυτά; Που βρίσκονται οι δέκτες μας οι οποίοι συντονίζονται με τις συχνότητες εκπομπής της φύσης, στο σώμα, στον εγκέφαλο, σε αυτό που αποκαλούμε ψυχή; Είναι δυνατό, πίσω από την αφήγηση ότι «το πράσινο μας κάνει καλό», να κρύβεται στην πραγματικότητα η θεραπευτικότητα της φύσης;
Ο άνθρωπος σαν είδος-homo sapiens-ενηλικιώθηκε σε έναν κόσμο πολύ πιο άγριο από τον σημερινό. Εδώ και πολύ λίγες γενεές ζει, αισθάνεται και σκέφτεται ενταγμένος σε τεχνητά αστικά περιβάλλοντα. Καθοριζόμαστε όμως ακόμα από εξοχές και υπαίθρια περιβάλλοντα, όπου οι πρόγονοί μας έβρισκαν προστασία, τροφή, νερό κ.λπ. Και όταν βρίσκουν την ευκαιρία τα αναζητούν και οι σημερινοί αστοί των πόλεων, για να τους επανέλθει η ηρεμία που προσφέρει το πράσινο φως-το φύλλωμα π.χ. των δέντρων φιλτράρει το υπέρυθρο και το υπεριώδες του ηλιακού φωτός, προστατεύει επομένως από το ζημιογόνο μέρος της ακτινοβολίας, κάνει πιο ήπια τη ζέστη. Λιγοστεύει επίσης το κρύο και τη βροχή. Και αυτό το κάνει και σήμερα, όπως παλιά με τους προγόνους μας που ζούσαν στα δάση.
Αλλά όχι μόνο το δάσος και το φύλλωμα από πάνω, είναι θεραπευτικό. Το έδαφος κάτω από τα πόδια μας; Τα πόδια μας είναι καμωμένα για ανώμαλα και μαλακά εδάφη και όχι για ίσιους τσιμεντένιους δρόμους και άσφαλτο.
Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλές επιστημονικές έρευνες για την επίδραση του πράσινου περιβάλλοντος στην ανθρώπινη υγεία. Μια τέτοια που γίνεται στη Γερμανία για αρκετά-δώδεκα- χρόνια και συγκεντρώνει στοιχεία από κατοίκους 32 μεγάλων γερμανικών πόλεων, καταλήγει στο συμπέρασμα: ο κίνδυνος για διαβήτη, αϋπνίες ή ασθένειες των αρθρώσεων είναι ανάλογος της απόστασης της κατοικίας από εγκαταστάσεις του πράσινου, δηλαδή τόσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος όσο μεγαλύτερη είναι η απόσταση, ενώ η ικανοποίηση της ζωής τόσο μεγαλύτερη όσο μικρότερη είναι η απόσταση των πάρκων. Όλες οι σχετικές έρευνες δείχνουν ότι η εγγύτητα με τη φύση οδηγεί σε μεγαλύτερη ικανοποίηση, ενώ οι κάτοικοι περιοχών με βλάστηση αντιμετωπίζουν πολύ μειωμένο κίνδυνο για άγχος, κατάθλιψη, υπερβάρος, καρδιακά ή αναπνευστικά προβλήματα. Ακόμα και η «θέα του πράσινου από το παράθυρο» είναι θεραπευτική για ασθενείς των κλινικών, έδειξαν κάποιες άλλες έρευνες. Τα αποτελέσματα φαίνονται προφανή και «τα ξέρει και η γιαγιά μας», όπως λέμε, όμως οι ερευνητές ενδιαφέρονται για τη θεωρία που μπορεί να τα εξηγήσει. Και μέχρι τώρα δεν είναι σε θέση να τη διατυπώσουν. Αυτό είναι το πρόβλημα που έχουμε σαν σημερινός πολιτισμός: πρέπει να διατυπωθεί με επιστημονικό τρόπο για να γίνει αποδεκτό κάτι, που είναι φως φανάρι και το ξέρανε και οι «άγριοι» προγονοί μας. Όμως τώρα δεν γίνεται αποδεκτό, γιατί η παγκόσμια τάση που έχει δημιουργηθεί συστηματικά την τελευταία χρονική περίοδο οδηγεί τον παγκόσμιο πληθυσμό να εγκαθίσταται σε μεγα-πόλεις με ελάχιστο ή καθόλου πράσινο.
Η ψυχολογία μιλάει πάντα για την σπουδαιότητα των σχέσεων με τους συνανθρώπους μας και ιδιαίτερα με τους γονείς μας στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς μας και την ανάλυση των προβλημάτων μας, αλλά ξεχνά την εξίσου σημαντική σχέση μας με τον χώρο και τον τόπο. Τόποι και χώροι που μας καθορίζουν και έχουμε αναπτύξει σχέσεις, είναι εξίσου σημαντικοί με τους κοντινούς μας ανθρώπους. Αυτή η αλληλεπίδραση γίνεται περισσότερο φανερή, όταν συνδέουμε τον τόπο με κάποιες σημαντικές σημασίες και νοήματα για μας. Και αυτό γίνεται καλύτερα όταν ο τόπος έχει να κάνει με τις διεργασίες της φύσης στο φυσικό περιβάλλον. Η άμπωτις π.χ. σε μια παραλία προκαλεί μέσα μας μια ελαφριά μελαγχολία, το ράπισμα του ανέμου στο πρόσωπο μας κάνει να θέλουμε να κραυγάσουμε απελευθερωτικά, η ματιά μας σε ένα απέραντο λιβάδι μας φέρνει τη σκέψη της «ελεύθερης φύσης» και μας κάνει να αισθανόμαστε και οι ίδιοι ελεύθεροι, η θέα ενός εύρωστου δένδρου μας δίνει δύναμη και μας φέρνει αισιοδοξία να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες. Ο νέος κλάδος της ψυχολογίας, η «περιβαλλοντική ψυχολογία», αποκαλεί «θεραπευτικές εξοχές» τους τόπους στους οποίους οι άνθρωποι βιώνουν τέτοιες εσωτερικές καταστάσεις. Ανάλογα σε τι φάση της ζωής τους βρίσκονται οι άνθρωποι, και σε ποια ηλικία, τα μέρη αυτά μπορούν έχουν διαφορετικές σημασίες. Σε ένα παιδί νηπιαγωγείου π.χ. το παιχνίδι έξω στη φύση προκαλεί τη φαντασία του και του αναπτύσσει τη δημιουργικότητα. Κοντά σε φυτά και ζώα εκτυλίσσονται οι δυνατότητές του να συνδεθεί συναισθηματικά μαζί τους. Αντίθετα, για τους νέους η φύση αποτελεί πρόκληση για επιβεβαίωση των δεξιοτήτων τους, για να αναγνωρίσουν τις δυνατότητες και τα όριά τους στην αντιμετώπιση δυσκολιών, πράγμα που είναι απαραίτητο για τη δημιουργία σταθερών ταυτοτήτων-προσωπικοτήτων. Συνήθως, η ακτίνα του κύκλου στον οποίο βρίσκονται τα αγαπημένα μέρη μας-και αυτά είναι σε μεγάλο βαθμό προσωπική υπόθεση- είναι μικρή σαν παιδιά, μεγαλώνει με την ηλικία μας, για να ξαναγίνει μικρός ο κύκλος όταν γεράσουμε. Ζούμε μια αξιοβίωτη ζωή, όταν φροντίζουμε να διατηρούμε τη σχέση μας με τα αγαπημένα μας μέρη.
Ένα πείραμα που κάνουν συνήθως οι περιβαλλοντικοί ψυχολόγοι για να μελετήσουν το στρες από το οποίο κυριαρχείται ο άνθρωπος της πόλης, είναι το εξής: Οι συμμετέχοντες του πειράματος κάνουν περιπάτους. Μια ομάδα περπατά κατά μήκος μιας αστικής οδού, μια άλλη περπατά στη φύση σε ένα ωραίο τοπίο. Μετρούν την πίεση του αίματος και τις τιμές της κορτιζόλης τους, παρατηρούν την δυνατότητα συγκέντρωσης και τη δημιουργικότητά τους. Πριν τον περίπατο και μετά. Το αποτέλεσμα: τίποτα δεν κατεβάζει περισσότερο το επίπεδο του στρες μας, από ότι η παραμονή μας στο ελεύθερο τοπίο! Γιατί;
Οι ερευνητές καταλήγουν, όσον αφορά π.χ. την δυνατότητα συγκέντρωσης, στο εξής: περιοχές του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνες για τη συγκέντρωση, ανανεώνονται και αναγεννούνται κατά τη διάρκεια ενός περιπάτου στη φύση. Αυτό οφείλεται στη «μαλακιά γοητεία»(soft fascination) με την οποία επιδρά η φύση πάνω μας. Το πώς επιδρά ακριβώς δεν μπορούν να το εξηγήσουν οι σχετικοί ερευνητές, αλλά όποιος κάθε φορά αφήνει τη ματιά του να περιπλανηθεί, χωρίς κανένα ιδιαίτερο σκοπό, σε ένα δάσος, σε ένα βουνό με τρεχούμενα νερά-σαν το Πήλιο-ή σε μια άγρια –αλλά και ομαλή αμουδερή-παραλία, το καταλαβαίνει ενδόμυχα, χωρίς να χρειάζεται να το αναλύσει πιο πέρα. Στη θάλασσα: η άμμος είναι όμοια στη δομή της, όμως παίρνει τόσο διαφορετικές μορφές από παραλία σε παραλία. Στο δάσος, τα φύλλα έχουν την ίδια μορφή: κοτσάνι, μεσαία ράβδωση, πλευρικές ραβδώσεις, όμως είναι τόσο διαφορετικά από δένδρο σε δέντρο και δε θα βρεις ένα φύλλο ίδιο με κάποιο άλλο.
Δάσος, έρημος, λιβάδι, τυρφώνας, βάλτος ή βιότοπος, βουνό: αποτελούν αυτά που οι επιστήμονες ονομάζουν «αυτο-παρόμοια τοπία». Και υποστηρίζουν ότι ο εγκέφαλός μας επεξεργάζεται ιδιαιτέρως εύκολα τις αυτο-παρόμοιες δομές. Κάποιοι λοιπόν ισχυρίζονται ότι αυτός είναι ο σύνδεσμος που έλειπε για να εξηγήσουν πως το οπτικό σήμα που εκπέμπει η φύση είναι σε θέση να εξαλείψει την κούραση του σώματός μας, η οποία προέρχεται από τη συνεχή προσοχή μας(είμαστε δηλαδή συνέχεια στην «τσίτα») στα πλαίσια του τεχνητού μας περιβάλλοντος.
Η φύση φαίνεται ότι επιδρά πάνω μας όπως η μουσική. Μας συνοδεύει από το «πίσω μέρος του μυαλού μας», αποτελεί την υπόκρουση και το φόντο μέσα στο οποίο ζούμε, δράμε και αντιδράμε. Ταυτόχρονα μας ανεβάζει την καλή διάθεση-μέχρι και να χορεύουμε έχουμε διάθεση κοντά της, ακολουθώντας τους ρυθμούς της, όπως με τη μουσική- και μας απαλλάσσει από τις κακές σκέψεις. Αυτή την επίδραση έχουν αρχίσει να την χρησιμοποιούν και κάποιοι ψυχοθεραπευτές για να απαλλάξουν τους ασθενείς τους από άγχη, κατάθλιψη και σύνδρομο υπερκόπωσης(burn out). Εκδράμουν μαζί με τους ασθενείς τους σε πράσινα τοπία στοχεύοντας όχι απλά στη μείωση του στρες και την αναψυχή, αλλά στην προσωπική εσωτερική αλλαγή, με άνοιγμα και διαδρομή προς τα ενδόμυχα πάθη τους, σαν αποτέλεσμα του ανοίγματος στην ομορφιά της φύσης, στην απεραντοσύνη της, στη σιωπή της, στη δύναμή της για ανανέωση και την ικανότητά της για ισορροπία.
Και αυτό δεν συμβαίνει με μακρινά άγνωστα τοπία, αλλά με κοντινά μας γνώριμα τοπία, που μπορούμε να προσεγγίζουμε με τα πόδια και μόνοι μας ή με παρέα, όταν έχουμε ανάγκη για ησυχία και ξεκούραση. Η εγγύτητα στις αποστάσεις είναι σημαντική, γιατί έχει να κάνει με τον μη προγραμματισμένο χρόνο μας, με τον αυθορμητισμό των στιγμών μας και όχι με τυχόν διακοπές μας και τον τουρισμό. Βέβαια αν έχουμε διακοπές μπορούμε να τις περάσουμε όσο γίνεται πιο ανανεωτικά, αν κάνουμε αυτό που λέμε ήπιο τουρισμό, δηλαδή γνωρίζουμε τις ομορφιές ενός τόπου ακολουθώντας διαδρομές με ποδήλατο ή πεζοπορίες και μένοντας σε τοπικούς ξενώνες, γνωρίζοντας από κοντά μη στρεσαρισμένους «αποκεντρωμένους» ανθρώπους και γευόμενοι τοπικά ποιοτικά προϊόντα που έχουν παραχθεί με αγάπη από τους ντόπιους. Τέτοιες διακοπές δεν είναι μόνο ανανεωτικές, αλλά και θεραπευτικές σε σχέση με τις εμμονές των κατοίκων των πόλεων.
[1] Από το 2000 το Ινστιτούτο Pantone Color δηλώνει ένα ιδιαίτερο χρώμα σαν "Χρώμα της Χρονιάς. Το χρώμα υποτίθεται ότι συνδέεται με το πνεύμα της εποχής (zeitgeist) . Για παράδειγμα, το δελτίο τύπου που δηλώνει το Honeysuckle το χρώμα του 2011 είπε: "Σε περιόδους άγχους, χρειαζόμαστε κάτι για να ανασηκώσουμε τα πνεύματάμας."(https://translate.google.de/translate?hl=el&sl=en&tl=el&u=https%3A%2F%2Fen.wikipedia.org%2Fwiki%2FPantone )
[2] Το Walden είναι πια ένα νέο περιοδικό που εκδίδεται από το 2015 και ασχολείται και παρουσιάζει τοπία στην ύπαιθρο, ωραίες διαδρομές με ποδήλατο, πεζοδρομίες και πρόχειρες κατασκευές για ολιγοήμερη παραμονή στην ύπαιθρο κ.λπ., στη Γερμανία.