Του Νίκου Ηλιόπουλου
απόσπασμα από ένα γενικότερο κείμενό του: Μια άλλη στάση ζωής
Υπάρχει πάντα μια σαφής ή υπόρρητη υπόθεση στις αναλύσεις της σημερινής κατάστασης, είναι το αξίωμα : «για ό,τι γίνεται, φταίνε πάντα οι άλλοι». Το ενοχοποιητικό αυτό αξίωμα, απόρροια θρησκευτικής, και πιο συγκεκριμένα βιβλικής, αντίληψης των πραγμάτων, εύκολα αντιστρέφεται, στις ίδιες πολλές φορές αναλύσεις, για να γίνει : «για ό,τι συμβαίνει, φταίμε μόνο εμείς». Και στις δύο περιπτώσεις, η κύρια σύγχυση δεν προέρχεται από το «οι άλλοι» και από το «εμείς». Είναι φανερό, και μπορεί να αποδειχτεί εύκολα, ότι κάθε κατάσταση οφείλεται σε ένα πλήθος παραγόντων, είναι πολυπαραγοντική ή πολυαιτιακή. Η κύρια σύγχυση προέρχεται από το ρήμα «φταίνε», ή «φταίμε», το οποίο εισάγει ένα στοιχείο ενοχής, ενώ στις κοινωνικές καταστάσεις και στα ανθρώπινα πράγματα, σήμερα τουλάχιστον, το κύριο είναι η ευθύνη, πριν ακόμα και από την υπευθυνότητα. Η ορθή οπτική γωνία για τις αναλύσεις της σημερινής κοινωνικής κατάστασης πρέπει λοιπόν να είναι : πάντα μέσα σε ένα ορισμένο πλαίσιο, πάντα μέσα σε ορισμένες συνθήκες που είναι και αυτές αντικείμενο ανάλυσης, εφόσον έχουμε αναλάβει την ευθύνη των δικών μας επιλογών, διότι σήμερα υπάρχει πεδίο τέτοιων επιλογών, είμαστε υπεύθυνοι - όχι ένοχοι - για τις πράξεις μας που απορρέουν από τις εν λόγω επιλογές. Για την κατάσταση που τελικά προκύπτει ως αποτέλεσμα της δράσης μας αλλά και της δράσης άλλων παραγόντων, η υπευθυνότητα είναι λοιπόν πάντα μοιρασμένη.
Για να κάνουμε πιο σαφή τα πράγματα, ας χρησιμοποιήσουμε το παράδειγμα της ανατροφής ενός παιδιού. Για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα του, για τη γενική του στάση μετέπειτα στη ζωή, οι δύο ομόλογες θέσεις «φταίει η κοινωνία» και «φταίνε οι γονείς» απορρίπτονται. Υπάρχουν σίγουρα οι γενικές υπευθυνότητες της κοινωνίας και οι ειδικές υπευθυνότητες των γονέων. Προκύπτουν από την ευθύνη των επιλογών που έχουν κάνει. Είναι μια ελεύθερη επιλογή των γονέων να στείλουν το παιδί τους σε ιδιωτικό ή δημόσιο σχολείο, ή να μην το στείλουν καθόλου ! - και αυτή η επιλογή, βέβαια, εξαρτάται από κάποιες κοινωνικές προϋποθέσεις, όπως είναι η οικονομική ή η μορφωτική κατάσταση των γονέων και όχι μόνο. Από την άλλη μεριά, υπάρχει η επιλογή της κοινωνίας όσον αφορά την ποιότητα και κυρίως το περιεχόμενο της εκπαίδευσης που παρέχει. Αν αυτό το περιεχόμενο έχει προκύψει δημοκρατικά ή είναι αποτέλεσμα επιβολής από το Κράτος, αυτό αποτελεί κεντρικό πολιτικό ζήτημα που εμπίπτει - έπρεπε να εμπίπτει - στην ευθύνη και την υπευθυνότητα όλων. (Να επίσης εδώ η δημοκρατία, τόσο ως διαδικαστική όσο και ως ουσιαστική απαίτηση, που είναι άρρηκτα δεμένες.) Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, φυσικά, υπάρχουν επίσης, από μια ηλικία και μετά, η ευθύνη και η υπευθυνότητα του παιδιού. Προκύπτει έτσι ολοφάνερα ότι οι γονείς του, η κοινωνία και το ίδιο μοιράζονται την υπευθυνότητα για την όλη διαμόρφωσή του.
Δεν είναι επομένως δυνατό, στη σημερινή ελληνική κοινωνία, να παρουσιάζονται σχεδόν όλοι ως θύματα μιας γενικής κατάστασης, λέγοντας ότι ζουν και συμπεριφέρονται έτσι διότι δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Ξεχνούν έτσι συγκεκριμένες επιλογές που οι ίδιοι ελεύθερα έχουν κάνει, αρνούνται να αναλάβουν τις ευθύνες τους, ενοχοποιούν ένα αφηρημένο και αόρατο «σύστημα», που το θέλουν παντοδύναμο, ενοχοποιώντας στην ουσία όλους τους άλλους, για να μην ενοχοποιήσουν τον εαυτό τους. Και το χειρότερο, λόγω αυτής της εθελοτυφλίας, εξοργίζονται όταν κάποιος επισημαίνει τις υπευθυνότητές τους, βλέποντάς τους όμως ως υπεύθυνα άτομα μέσα σε μια συγκεκριμένη κοινωνία. Διότι τότε, αντιστρέφοντας το λογικό σχήμα για το οποίο μίλησα στην αρχή, ενοχοποιούν τους εαυτούς τους και μόνο. Στη λογική του «φταίνε πάντα οι άλλοι» και του «φταίμε μόνο εμείς» πρέπει να αντιτάξουμε σθεναρά το εξής : «έχουμε την περιορισμένη έστω δυνατότητα επιλογών, αναλαμβάνουμε την ευθύνη να επιλέξουμε, και άρα αναλαμβάνουμε επίσης το μερίδιο της υπευθυνότητας που μας αναλογεί μετά τις πράξεις που κάναμε με βάση αυτό που επιλέξαμε».
Νέο παράδειγμα : σήμερα, έχουμε τη δυνατότητα να παντρευτούμε ή όχι. Αν επιλέξουμε, όπως συνήθως γίνεται, την πρώτη λύση, αναλαμβάνουμε το μερίδιο της υπευθυνότητας που μας αναλογεί μετά την πράξη του γάμου. Δεν μπορούμε να λέμε, όπως συνήθως γίνεται, ότι μας πίεσαν, δεν γινόταν αλλιώς και όλα τα σχετικά. Ούτε όμως έχουμε το δικαίωμα να θυμώνουμε, επειδή αισθανόμαστε ένοχοι, να γινόμαστε εχθρικοί και επιθετικοί, και να σταματάμε κάθε συζήτηση, όταν κάποιος μας πει, π. χ., ότι αυτός ο θεσμός σκοτώνει τον έρωτα ή δεν ανταποκρίνεται πια στις σημερινές κοινωνικές συνθήκες ή δεν μπορεί να εκπληρώσει τους σκοπούς που έθετε σε προηγούμενες περιόδους. (Δεδομένου ότι η θεμελιώδης επιλογή αφορά τον θεσμό του γάμου, το δίλημμα πολιτικός ή θρησκευτικός γάμος έχει ελάχιστη σημασία. Εντούτοις, το επιχείρημα που προβάλλουν μερικά ζευγάρια ότι πιέστηκαν και γι’ αυτό έκαναν θρησκευτικό γάμο, είναι γελοίο.)
Επακόλουθο παράδειγμα : έχουμε τη δυνατότητα να χωρίσουμε. Αν επιλέξουμε υπεύθυνα αυτή τη λύση, που πράγματι είναι σήμερα πολύ διαδεδομένη, μαζί με όλες τις άλλες υπευθυνότητες που αναλαμβάνουμε, έχουμε και την υποχρέωση να αναλογιστούμε κριτικά, και χωρίς αυτομαστιγώματα, γύρω από δύο τουλάχιστον ερωτήματα : πόσο σωστή και υπεύθυνη υπήρξε η απόφασή μας να παντρευτούμε ; και, μήπως η κατάληξη αυτής της απόφασης πρέπει να μας οδηγήσει σε μια αμφισβήτηση του θεσμού του γάμου ; (Αν οι κοινωνιολογικές έρευνες δείχνουν ότι σχεδόν ένα στα τρία ζευγάρια επιλέγουν το διαζύγιο - δικαστικός χωρισμός -, η πραγματικότητα βοά ότι ο ουσιαστικός χωρισμός αποτελεί την αναπόφευκτα προδιαγραμμένη συνέπεια και απόρροια κάθε γάμου. Μετά την πάροδο ενός ορισμένου χρονικού διαστήματος, που εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, μόνο η συμβατικότητα διατηρεί τη σχέση των συζύγων - εύστοχη πράγματι λέξη ! ) Εκπλήσσει το γεγονός ότι τα απλά και φυσικά αυτά ερωτήματα δεν τα θέτουν στον εαυτό τους ούτε οι άνθρωποι μιας ορισμένης ηλικίας, οι οποίοι επιπλέον είναι γονείς, και απερίσκεπτα πιέζουν τα παιδιά τους να ακολουθήσουν την πεπατημένη. Έχουν ιδιαίτερη ευθύνη διότι συντηρούν την κοινωνική πίεση της παράδοσης, και αφαιρούν κατά ένα μέρος τη δυνατότητα από τους νέους να γίνουν υπεύθυνοι άνθρωποι που αναλαμβάνουν οι ίδιοι όλη την ευθύνη των πράξεών τους. Τούτο βέβαια δεν αφαιρεί από τους νέους το άλλο και μεγαλύτερο μέρος της δυνατότητας που έχουν να γίνουν υπεύθυνοι και ελεύθεροι άνθρωποι.
Ολοκληρώνοντας αυτή την ενότητα, θα κάνω μια επισήμανση που συνδέεται στενά με τις παραπάνω σκέψεις και αφορά την καθεστηκυία πολιτική στο σύνολό της. Αποτελεί βασικό στοιχείο της παραδοσιακής πολιτικής, η οποία συν τοις άλλοις είναι δημαγωγική και υποκριτική, η λογική σύμφωνα με την οποία υπεύθυνος θεωρείται πάντοτε ο πολιτικός αντίπαλος, και έτσι κανένας δεν αναγνωρίζει και δεν αναλαμβάνει την ευθύνη των λαθών του. Σύστοιχη με αυτή τη λογική είναι η αντίληψη, που χαρακτηρίζει κυρίως την αριστερά, ότι ο λαός έχει πάντα δίκιο, διότι θεωρείται αλάθητος, και διότι φταίει πάντα το «σύστημα» - για τη δεξιά, ο λαός παρασύρεται. Δεν θυμάμαι να έχω ακούσει πολιτικό άνδρα, εκτός από μια φωτεινή εξαίρεση, ή και πολιτικό αναλυτή, ο οποίος να επισημαίνει την ευθύνη των πολιτών για τις επιλογές τους ή για την κατάσταση της κοινωνίας. Όσον αφορά τη δεξιά, η στάση αυτή ερμηνεύεται εν μέρει με βάση την έγνοια των πολιτικών της να μη χάσουν ψήφους. Όσον αφορά την αριστερά, η στάση αυτή είναι πιο επιβαρυντική, και εμπεριέχει τον γνωστό μαρξιστικό πυρήνα σκέψης του κακού «συστήματος» το οποίο, καθορίζοντας σκληρά τη ζωή των καλών εν γένει ανθρώπων, τους καθιστά ανεύθυνους για τις επιλογές τους, και αρκεί να ανατραπεί για να γίνουν αυτόματα υπεύθυνοι και ελεύθεροι. Στο βάθος όμως και των δύο αυτών πανομοιότυπων συμπεριφορών βρίσκεται το στοιχείο, που έχω ήδη αναφέρει, της πλήρους και ακλόνητης σύμπνοιας και σύμπλευσης δεξιάς και αριστεράς σχετικά με κρίσιμους θεσμούς της υπάρχουσας κοινωνίας τους οποίους ομόψυχα θεωρούν υπεράνω κάθε υποψίας και αμφισβήτησης.
απόσπασμα από ένα γενικότερο κείμενό του: Μια άλλη στάση ζωής
Υπάρχει πάντα μια σαφής ή υπόρρητη υπόθεση στις αναλύσεις της σημερινής κατάστασης, είναι το αξίωμα : «για ό,τι γίνεται, φταίνε πάντα οι άλλοι». Το ενοχοποιητικό αυτό αξίωμα, απόρροια θρησκευτικής, και πιο συγκεκριμένα βιβλικής, αντίληψης των πραγμάτων, εύκολα αντιστρέφεται, στις ίδιες πολλές φορές αναλύσεις, για να γίνει : «για ό,τι συμβαίνει, φταίμε μόνο εμείς». Και στις δύο περιπτώσεις, η κύρια σύγχυση δεν προέρχεται από το «οι άλλοι» και από το «εμείς». Είναι φανερό, και μπορεί να αποδειχτεί εύκολα, ότι κάθε κατάσταση οφείλεται σε ένα πλήθος παραγόντων, είναι πολυπαραγοντική ή πολυαιτιακή. Η κύρια σύγχυση προέρχεται από το ρήμα «φταίνε», ή «φταίμε», το οποίο εισάγει ένα στοιχείο ενοχής, ενώ στις κοινωνικές καταστάσεις και στα ανθρώπινα πράγματα, σήμερα τουλάχιστον, το κύριο είναι η ευθύνη, πριν ακόμα και από την υπευθυνότητα. Η ορθή οπτική γωνία για τις αναλύσεις της σημερινής κοινωνικής κατάστασης πρέπει λοιπόν να είναι : πάντα μέσα σε ένα ορισμένο πλαίσιο, πάντα μέσα σε ορισμένες συνθήκες που είναι και αυτές αντικείμενο ανάλυσης, εφόσον έχουμε αναλάβει την ευθύνη των δικών μας επιλογών, διότι σήμερα υπάρχει πεδίο τέτοιων επιλογών, είμαστε υπεύθυνοι - όχι ένοχοι - για τις πράξεις μας που απορρέουν από τις εν λόγω επιλογές. Για την κατάσταση που τελικά προκύπτει ως αποτέλεσμα της δράσης μας αλλά και της δράσης άλλων παραγόντων, η υπευθυνότητα είναι λοιπόν πάντα μοιρασμένη.
Για να κάνουμε πιο σαφή τα πράγματα, ας χρησιμοποιήσουμε το παράδειγμα της ανατροφής ενός παιδιού. Για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα του, για τη γενική του στάση μετέπειτα στη ζωή, οι δύο ομόλογες θέσεις «φταίει η κοινωνία» και «φταίνε οι γονείς» απορρίπτονται. Υπάρχουν σίγουρα οι γενικές υπευθυνότητες της κοινωνίας και οι ειδικές υπευθυνότητες των γονέων. Προκύπτουν από την ευθύνη των επιλογών που έχουν κάνει. Είναι μια ελεύθερη επιλογή των γονέων να στείλουν το παιδί τους σε ιδιωτικό ή δημόσιο σχολείο, ή να μην το στείλουν καθόλου ! - και αυτή η επιλογή, βέβαια, εξαρτάται από κάποιες κοινωνικές προϋποθέσεις, όπως είναι η οικονομική ή η μορφωτική κατάσταση των γονέων και όχι μόνο. Από την άλλη μεριά, υπάρχει η επιλογή της κοινωνίας όσον αφορά την ποιότητα και κυρίως το περιεχόμενο της εκπαίδευσης που παρέχει. Αν αυτό το περιεχόμενο έχει προκύψει δημοκρατικά ή είναι αποτέλεσμα επιβολής από το Κράτος, αυτό αποτελεί κεντρικό πολιτικό ζήτημα που εμπίπτει - έπρεπε να εμπίπτει - στην ευθύνη και την υπευθυνότητα όλων. (Να επίσης εδώ η δημοκρατία, τόσο ως διαδικαστική όσο και ως ουσιαστική απαίτηση, που είναι άρρηκτα δεμένες.) Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, φυσικά, υπάρχουν επίσης, από μια ηλικία και μετά, η ευθύνη και η υπευθυνότητα του παιδιού. Προκύπτει έτσι ολοφάνερα ότι οι γονείς του, η κοινωνία και το ίδιο μοιράζονται την υπευθυνότητα για την όλη διαμόρφωσή του.
Δεν είναι επομένως δυνατό, στη σημερινή ελληνική κοινωνία, να παρουσιάζονται σχεδόν όλοι ως θύματα μιας γενικής κατάστασης, λέγοντας ότι ζουν και συμπεριφέρονται έτσι διότι δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Ξεχνούν έτσι συγκεκριμένες επιλογές που οι ίδιοι ελεύθερα έχουν κάνει, αρνούνται να αναλάβουν τις ευθύνες τους, ενοχοποιούν ένα αφηρημένο και αόρατο «σύστημα», που το θέλουν παντοδύναμο, ενοχοποιώντας στην ουσία όλους τους άλλους, για να μην ενοχοποιήσουν τον εαυτό τους. Και το χειρότερο, λόγω αυτής της εθελοτυφλίας, εξοργίζονται όταν κάποιος επισημαίνει τις υπευθυνότητές τους, βλέποντάς τους όμως ως υπεύθυνα άτομα μέσα σε μια συγκεκριμένη κοινωνία. Διότι τότε, αντιστρέφοντας το λογικό σχήμα για το οποίο μίλησα στην αρχή, ενοχοποιούν τους εαυτούς τους και μόνο. Στη λογική του «φταίνε πάντα οι άλλοι» και του «φταίμε μόνο εμείς» πρέπει να αντιτάξουμε σθεναρά το εξής : «έχουμε την περιορισμένη έστω δυνατότητα επιλογών, αναλαμβάνουμε την ευθύνη να επιλέξουμε, και άρα αναλαμβάνουμε επίσης το μερίδιο της υπευθυνότητας που μας αναλογεί μετά τις πράξεις που κάναμε με βάση αυτό που επιλέξαμε».
Νέο παράδειγμα : σήμερα, έχουμε τη δυνατότητα να παντρευτούμε ή όχι. Αν επιλέξουμε, όπως συνήθως γίνεται, την πρώτη λύση, αναλαμβάνουμε το μερίδιο της υπευθυνότητας που μας αναλογεί μετά την πράξη του γάμου. Δεν μπορούμε να λέμε, όπως συνήθως γίνεται, ότι μας πίεσαν, δεν γινόταν αλλιώς και όλα τα σχετικά. Ούτε όμως έχουμε το δικαίωμα να θυμώνουμε, επειδή αισθανόμαστε ένοχοι, να γινόμαστε εχθρικοί και επιθετικοί, και να σταματάμε κάθε συζήτηση, όταν κάποιος μας πει, π. χ., ότι αυτός ο θεσμός σκοτώνει τον έρωτα ή δεν ανταποκρίνεται πια στις σημερινές κοινωνικές συνθήκες ή δεν μπορεί να εκπληρώσει τους σκοπούς που έθετε σε προηγούμενες περιόδους. (Δεδομένου ότι η θεμελιώδης επιλογή αφορά τον θεσμό του γάμου, το δίλημμα πολιτικός ή θρησκευτικός γάμος έχει ελάχιστη σημασία. Εντούτοις, το επιχείρημα που προβάλλουν μερικά ζευγάρια ότι πιέστηκαν και γι’ αυτό έκαναν θρησκευτικό γάμο, είναι γελοίο.)
Επακόλουθο παράδειγμα : έχουμε τη δυνατότητα να χωρίσουμε. Αν επιλέξουμε υπεύθυνα αυτή τη λύση, που πράγματι είναι σήμερα πολύ διαδεδομένη, μαζί με όλες τις άλλες υπευθυνότητες που αναλαμβάνουμε, έχουμε και την υποχρέωση να αναλογιστούμε κριτικά, και χωρίς αυτομαστιγώματα, γύρω από δύο τουλάχιστον ερωτήματα : πόσο σωστή και υπεύθυνη υπήρξε η απόφασή μας να παντρευτούμε ; και, μήπως η κατάληξη αυτής της απόφασης πρέπει να μας οδηγήσει σε μια αμφισβήτηση του θεσμού του γάμου ; (Αν οι κοινωνιολογικές έρευνες δείχνουν ότι σχεδόν ένα στα τρία ζευγάρια επιλέγουν το διαζύγιο - δικαστικός χωρισμός -, η πραγματικότητα βοά ότι ο ουσιαστικός χωρισμός αποτελεί την αναπόφευκτα προδιαγραμμένη συνέπεια και απόρροια κάθε γάμου. Μετά την πάροδο ενός ορισμένου χρονικού διαστήματος, που εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, μόνο η συμβατικότητα διατηρεί τη σχέση των συζύγων - εύστοχη πράγματι λέξη ! ) Εκπλήσσει το γεγονός ότι τα απλά και φυσικά αυτά ερωτήματα δεν τα θέτουν στον εαυτό τους ούτε οι άνθρωποι μιας ορισμένης ηλικίας, οι οποίοι επιπλέον είναι γονείς, και απερίσκεπτα πιέζουν τα παιδιά τους να ακολουθήσουν την πεπατημένη. Έχουν ιδιαίτερη ευθύνη διότι συντηρούν την κοινωνική πίεση της παράδοσης, και αφαιρούν κατά ένα μέρος τη δυνατότητα από τους νέους να γίνουν υπεύθυνοι άνθρωποι που αναλαμβάνουν οι ίδιοι όλη την ευθύνη των πράξεών τους. Τούτο βέβαια δεν αφαιρεί από τους νέους το άλλο και μεγαλύτερο μέρος της δυνατότητας που έχουν να γίνουν υπεύθυνοι και ελεύθεροι άνθρωποι.
Ολοκληρώνοντας αυτή την ενότητα, θα κάνω μια επισήμανση που συνδέεται στενά με τις παραπάνω σκέψεις και αφορά την καθεστηκυία πολιτική στο σύνολό της. Αποτελεί βασικό στοιχείο της παραδοσιακής πολιτικής, η οποία συν τοις άλλοις είναι δημαγωγική και υποκριτική, η λογική σύμφωνα με την οποία υπεύθυνος θεωρείται πάντοτε ο πολιτικός αντίπαλος, και έτσι κανένας δεν αναγνωρίζει και δεν αναλαμβάνει την ευθύνη των λαθών του. Σύστοιχη με αυτή τη λογική είναι η αντίληψη, που χαρακτηρίζει κυρίως την αριστερά, ότι ο λαός έχει πάντα δίκιο, διότι θεωρείται αλάθητος, και διότι φταίει πάντα το «σύστημα» - για τη δεξιά, ο λαός παρασύρεται. Δεν θυμάμαι να έχω ακούσει πολιτικό άνδρα, εκτός από μια φωτεινή εξαίρεση, ή και πολιτικό αναλυτή, ο οποίος να επισημαίνει την ευθύνη των πολιτών για τις επιλογές τους ή για την κατάσταση της κοινωνίας. Όσον αφορά τη δεξιά, η στάση αυτή ερμηνεύεται εν μέρει με βάση την έγνοια των πολιτικών της να μη χάσουν ψήφους. Όσον αφορά την αριστερά, η στάση αυτή είναι πιο επιβαρυντική, και εμπεριέχει τον γνωστό μαρξιστικό πυρήνα σκέψης του κακού «συστήματος» το οποίο, καθορίζοντας σκληρά τη ζωή των καλών εν γένει ανθρώπων, τους καθιστά ανεύθυνους για τις επιλογές τους, και αρκεί να ανατραπεί για να γίνουν αυτόματα υπεύθυνοι και ελεύθεροι. Στο βάθος όμως και των δύο αυτών πανομοιότυπων συμπεριφορών βρίσκεται το στοιχείο, που έχω ήδη αναφέρει, της πλήρους και ακλόνητης σύμπνοιας και σύμπλευσης δεξιάς και αριστεράς σχετικά με κρίσιμους θεσμούς της υπάρχουσας κοινωνίας τους οποίους ομόψυχα θεωρούν υπεράνω κάθε υποψίας και αμφισβήτησης.