Τάσος Τσακίρογλου
Τη δεκαετία του 1980 ο Ανδρέας Παπανδρέου, τις αρετές του οποίου πολλοί επαίνεσαν εσχάτως, όταν αντιλήφθηκε ότι η εφάπαξ υποτίμηση του νομίσματος έπαψε να είναι δημοφιλής και ότι έχει επικοινωνιακό κόστος, εισήγαγε έναν από τους πολλούς νεολογισμούς του, τη «διολίσθηση της δραχμής».
Η έννοια της «διολίσθησης» -με την πλαστικότητα και την ασάφεια που τη χαρακτηρίζει– αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο για την πολιτική εξουσία, αφού της παρέχει τη δυνατότητα να πετυχαίνει τους στόχους της (συνήθως όχι υπέρ της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας), (προ)εκτείνοντας τα αποτελέσματα των πολιτικών της σε βάθος χρόνου, έτσι ώστε τα ίχνη των διαδρομών να ξεθωριάζουν, μέχρι να γίνουν σχεδόν αόρατα.
Κάπως έτσι, η «διολίσθηση» της έννοιας «αποικία χρέους» οδηγεί στην «έξοδο από τα μνημόνια και την επιτροπεία», βοηθούντος του γεγονότος ότι αυτή η επιτροπεία-επιτήρηση επιμηκύνεται μέχρι το μακρινό 2060.
Η ίδια έννοια βοηθά στη μετατροπή της «διαγραφής μέρους του χρέους» σε μέτρα ανακούφισης, με χρονικές επιμηκύνσεις, μείωση επιτοκίων κ.λπ., τα οποία όμως, σύμφωνα με τους σοβαρότερους οικονομολόγους όλων των προοδευτικών ρευμάτων σκέψης, δεν το καθιστούν βιώσιμο.
Στη μεγάλη εικόνα, για όσους δεν θέλουν να βλέπουν μόνο το δέντρο, παραμένει η σταδιακή (έστω και με βραδύτερους ρυθμούς σε σχέση με τη διακυβέρνηση των κατ’ επάγγελμα νεοφιλελεύθερων) επιδείνωση των όρων ζωής για τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα.
Ετσι, «ανεπαισθήτως» είχαμε τη «διολίσθηση» από την «παραγωγική ανασυγκρότηση» με κοινωνική δικαιοσύνη για τους πολλούς στο περίφημο δόγμα «Grinvest», με κύριο μέλημα την προσέλκυση επενδυτών, την εμπιστοσύνη των αγορών και την ακατάσχετη αναπτυξιολαγνεία. «Καλωσορίζουμε την ανάπτυξη. Αλλά ανάπτυξη για ποιον;
Γιατί αν η ανάπτυξη δεν είναι για όλους ή για τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού, τότε θα το πω καθαρά: Μόνο ανάπτυξη δεν είναι» έλεγε ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ το 2016.
Η δήλωση αυτή όμως στην πράξη «διολίσθησε» στο «προχώρημα των μπλοκαρισμένων ιδιωτικοποιήσεων» και στην υπουργοποίηση ανθρώπων που πίνουν νερό στο όνομα της αγοράς και της «αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας». Διά της «διολισθήσεως» συνεχίζονται απρόσκοπτα οι περικοπές των συντάξεων και το ψαλίδισμα του αφορολόγητου, ενώ δυσχεραίνεται η απόφαση για απεργία.
Κατά τα λοιπά, ο χωρισμός Κράτους - Εκκλησίας μπήκε στο (παπανδρεϊκό) χρονοντούλαπο της Ιστορίας, ενώ η ΕΡΤ «διολίσθησε» σε κάτι που θυμίζει παλιές κακές εποχές.
Παράλληλα, η υπόθεση με την πώληση βλημάτων στη Σαουδική Αραβία έρχεται να προστεθεί στη «στρατηγική συμμαχία» με το Ισραήλ, αλλά και την ανάπτυξη των σχέσεων με την Αίγυπτο του πραξικοπηματία Σίσι. Οσο για τον Ντόναλντ Τραμπ; Αυτός «διολίσθησε» από τη θέση του ιμπεριαλιστή διαβόλου σ’ έναν εκπεπτωκότα άγγελο που ίσως και να αξίζει την κατανόησή μας. Πάντα, «για το καλό».
Η επιβράβευση, με τα θερμότερα λόγια, της πολιτικής της κυβέρνησης από τους χθεσινούς ορκισμένους εχθρούς της και όλο το πολιτικό κατεστημένο των Βρυξελλών θα έπρεπε τουλάχιστον να τη βάζει σε σκέψεις, διαφορετικά μπαίνουμε σε σκέψεις όλοι οι υπόλοιποι.
Το κλείσιμο–εξπρές της τρίτης αξιολόγησης δεν δείχνει παρά τον (αναγκαστικό) ρεαλισμό των δανειστών, οι οποίοι αντιλαμβάνονται ότι η μοναδική αξιόπιστη λύση (τους) για την Ελλάδα παραμένει η παρούσα κυβέρνηση, καθώς οι υπόλοιπες εναλλακτικές (σε όλους τους πιθανούς συνδυασμούς) είναι αναξιόπιστες και δυνάμει χαοτικές.
πηγή
Τη δεκαετία του 1980 ο Ανδρέας Παπανδρέου, τις αρετές του οποίου πολλοί επαίνεσαν εσχάτως, όταν αντιλήφθηκε ότι η εφάπαξ υποτίμηση του νομίσματος έπαψε να είναι δημοφιλής και ότι έχει επικοινωνιακό κόστος, εισήγαγε έναν από τους πολλούς νεολογισμούς του, τη «διολίσθηση της δραχμής».
Η έννοια της «διολίσθησης» -με την πλαστικότητα και την ασάφεια που τη χαρακτηρίζει– αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο για την πολιτική εξουσία, αφού της παρέχει τη δυνατότητα να πετυχαίνει τους στόχους της (συνήθως όχι υπέρ της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας), (προ)εκτείνοντας τα αποτελέσματα των πολιτικών της σε βάθος χρόνου, έτσι ώστε τα ίχνη των διαδρομών να ξεθωριάζουν, μέχρι να γίνουν σχεδόν αόρατα.
Κάπως έτσι, η «διολίσθηση» της έννοιας «αποικία χρέους» οδηγεί στην «έξοδο από τα μνημόνια και την επιτροπεία», βοηθούντος του γεγονότος ότι αυτή η επιτροπεία-επιτήρηση επιμηκύνεται μέχρι το μακρινό 2060.
Η ίδια έννοια βοηθά στη μετατροπή της «διαγραφής μέρους του χρέους» σε μέτρα ανακούφισης, με χρονικές επιμηκύνσεις, μείωση επιτοκίων κ.λπ., τα οποία όμως, σύμφωνα με τους σοβαρότερους οικονομολόγους όλων των προοδευτικών ρευμάτων σκέψης, δεν το καθιστούν βιώσιμο.
Στη μεγάλη εικόνα, για όσους δεν θέλουν να βλέπουν μόνο το δέντρο, παραμένει η σταδιακή (έστω και με βραδύτερους ρυθμούς σε σχέση με τη διακυβέρνηση των κατ’ επάγγελμα νεοφιλελεύθερων) επιδείνωση των όρων ζωής για τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα.
Ετσι, «ανεπαισθήτως» είχαμε τη «διολίσθηση» από την «παραγωγική ανασυγκρότηση» με κοινωνική δικαιοσύνη για τους πολλούς στο περίφημο δόγμα «Grinvest», με κύριο μέλημα την προσέλκυση επενδυτών, την εμπιστοσύνη των αγορών και την ακατάσχετη αναπτυξιολαγνεία. «Καλωσορίζουμε την ανάπτυξη. Αλλά ανάπτυξη για ποιον;
Γιατί αν η ανάπτυξη δεν είναι για όλους ή για τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού, τότε θα το πω καθαρά: Μόνο ανάπτυξη δεν είναι» έλεγε ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ το 2016.
Η δήλωση αυτή όμως στην πράξη «διολίσθησε» στο «προχώρημα των μπλοκαρισμένων ιδιωτικοποιήσεων» και στην υπουργοποίηση ανθρώπων που πίνουν νερό στο όνομα της αγοράς και της «αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας». Διά της «διολισθήσεως» συνεχίζονται απρόσκοπτα οι περικοπές των συντάξεων και το ψαλίδισμα του αφορολόγητου, ενώ δυσχεραίνεται η απόφαση για απεργία.
Κατά τα λοιπά, ο χωρισμός Κράτους - Εκκλησίας μπήκε στο (παπανδρεϊκό) χρονοντούλαπο της Ιστορίας, ενώ η ΕΡΤ «διολίσθησε» σε κάτι που θυμίζει παλιές κακές εποχές.
Παράλληλα, η υπόθεση με την πώληση βλημάτων στη Σαουδική Αραβία έρχεται να προστεθεί στη «στρατηγική συμμαχία» με το Ισραήλ, αλλά και την ανάπτυξη των σχέσεων με την Αίγυπτο του πραξικοπηματία Σίσι. Οσο για τον Ντόναλντ Τραμπ; Αυτός «διολίσθησε» από τη θέση του ιμπεριαλιστή διαβόλου σ’ έναν εκπεπτωκότα άγγελο που ίσως και να αξίζει την κατανόησή μας. Πάντα, «για το καλό».
Η επιβράβευση, με τα θερμότερα λόγια, της πολιτικής της κυβέρνησης από τους χθεσινούς ορκισμένους εχθρούς της και όλο το πολιτικό κατεστημένο των Βρυξελλών θα έπρεπε τουλάχιστον να τη βάζει σε σκέψεις, διαφορετικά μπαίνουμε σε σκέψεις όλοι οι υπόλοιποι.
Το κλείσιμο–εξπρές της τρίτης αξιολόγησης δεν δείχνει παρά τον (αναγκαστικό) ρεαλισμό των δανειστών, οι οποίοι αντιλαμβάνονται ότι η μοναδική αξιόπιστη λύση (τους) για την Ελλάδα παραμένει η παρούσα κυβέρνηση, καθώς οι υπόλοιπες εναλλακτικές (σε όλους τους πιθανούς συνδυασμούς) είναι αναξιόπιστες και δυνάμει χαοτικές.
πηγή