Η Ελλάδα έγινε ο αδύνατος κρίκος της ευρωζώνης, που δέχεται τη πιο σκληρή επίθεση των κερδοσκοπικών παγκόσμιων κεφαλαίων, λόγω της μανίας της πολιτικής και οικονομικής της ελίτ, για ανάπτυξη και «εκσυγχρονισμό» με κάθε κόστος. Βρίσκεται σε αδιέξοδο εξαιτίας της μανίας της ελίτ της για γέφυρες, λιμάνια, δρόμους, αεροδρόμια, στάδια και εξοχικά(Σε oλόκληρη τη μεταπoλεμική περίoδo μόvo τo 15% τωv συvoλικώv επεvδύσεωv παγίoυ κεφαλαίoυ στρεφόταv στη μεταπoίηση, εvώ τo 40% τωv ιδιωτικώv επεvδύσεωv στρεφόταv στις οικοδομές και τις κατoικίες και τα 2/3 τωv δημoσίωv επενδύσεων στηv υπoδoμή-ενέργεια, μεταφορές, επικοινωνίες[1]). Και δεν μαθαίνει από τα λάθη της. Θέλει κι άλλο από τα ίδια. Με καινούργια δάνεια. Με φαστ-τρακ ανάπτυξη. Με ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και των συλλογικών αγαθών-όπως το νερό και η ενέργεια. Για την προσέλκυση ιδιωτικών –ξένων και ντόπιων-κεφαλαίων για «ανάπτυξη». Με μεταφορά των συνεπαγόμενων βαρών μόνο στους «από κάτω». Έχει τόσο κοντόθωρη αντίληψη για τα πράγματα, που δε δείχνει διατεθειμένη να υποστεί κάποιες απώλειες, έστω βραχυπρόθεσμα, προκειμένου να σώσει το σύστημά της μακροπρόθεσμα.
Αλλά όλοι οι έλληνες «από κάτω» δε μπορούμε να δεχθούμε για τη χώρα τον ρόλο που της έχει αναθέσει ο παγκόσμιος καπιταλιστικός καταμερισμός της εργασίας. Σαν χώρα δηλαδή που έχει χάσει την αυτάρκεια, έχει καταστρέψει το περιβάλλον της και έχει γίνει περιοχή φθηνών υπηρεσιών και τουρισμού, εξαρτημένης πλήρως από τις εισαγωγές για την ικανοποίηση των βιοτικών αναγκών του πληθυσμού. Δε μπορούμε να δεχθούμε τη δημιουργία ελλειμμάτων στους φυσικούς πόρους και την οικονομία της. Τη δανειοδότηση για την κάλυψη αυτών των ελλειμμάτων. Τη πληρωμή των δανείων από τα σημερινά και αυριανά «υποζύγια», για να συνεχίζεται η εξάρτησή της από τους "πιστωτές". Για να συνεχίζεται το «πάρτυ» της ντόπιας και διεθνούς ελίτ.
Αλλά δε μπορούμε να γυρίσουμε και προς τα πίσω. Στο προηγούμενο της κρίσης μοντέλο ανάπτυξης που στηριζόταν στον υπερκαταναλωτικό τρόπο ζωής και στο μεγεθυμένο οικολογικό αποτύπωμα(ένα αποτύπωμα που ήταν τα τελευταία χρόνια μεγαλύτερο από του μέσου ευρωπαίου, όπως αναφέραμε πιο πάνω).
Δε μπορούμε να αποδεχθούμε -πιο συγκεκριμένα- τις πολιτικές των «μνημονίων» και ένα αντίστοιχο πολιτικό-κομματικό σύστημα που στηρίζει αυτές τις πολιτικές. Μετατρέπει τα κατώτερα μεσοστρώματα, τους αυτοαπασχολούμενους και τους εργαζόμενους σε «νεόπτωχους» και τους ανέργους σε εξαθλιωμένους. Ενώ μειώνουν το οικολογικό αποτύπωμα των «από κάτω» της ελληνικής κοινωνίας, δεν μειώνουν το συνολικό αποτύπωμά της. Μεταφέρονται όλο και περισσότεροι πόροι προς την ντόπια και παγκόσμια ελίτ , ώστε να συνεχίζεται εκτός από τη κοινωνική αδικία(λόγω της άνισης κατανομής του υπάρχοντος πλούτου) και η οικολογική αδικία. Με την έννοια της αύξησης του αποτυπώματος των ελίτ των «αναπτυγμένων» χωρών.
Βασική προϋπόθεση για να μην εξακολουθεί να γίνεται αυτό είναι η ισοκατανομή πόρων και εξουσιών. Αυτή η επιδίωξη, σήμερα και ειδικά για την Ελλάδα, θέτει και τη βάση ώστε η πρόταση της αποανάπτυξης-τοπικοποίησης να μη γίνεται αντιληπτή σαν πρόταση- δεκανίκι του «αποαναπτυσσόμενου καπιταλισμού». Που επιδιώκει δηλαδή για το επόμενο διάστημα τη συρρίκνωση των ελληνικών μεσοστρωμάτων και τον περιορισμό του καταναλωτικού μοντέλου. Ο κίνδυνος να κατηγορηθεί ότι με τη ρητορική της λιτότητας, προτείνει την «πτώχευση της κοινωνίας» και ότι θέλει να «χρυσώσει το χάπι» για τους «νεόπτωχους» για να υπάρξει από τη μεριά τους συναίνεση και να μετατρέψει τον καταναγκασμό τους-από την επιλογή του καπιταλισμού στη φάση της κρίσης του-σε δική τους επιλογή είναι αυτονόητος. Αλλά αυτή η κατηγορία θα μπορεί να βρει ερείσματα στην κοινωνία μόνο, αν δεν διακηρύξει ρητά και αν δεν επιδιώξει πρακτικά την ισοκατανομή και το ξεπέρασμα των καπιταλιστικών σχέσεων σε όλα τα επίπεδα και δεν προετοιμασθεί ταυτόχρονα για κοινωνικές συγκρούσεις και ανταγωνισμούς.
Για ανταγωνισμούς όμως που δεν θα έχουν και πολύ σχέση με τους παλιούς διαχωρισμούς «της πάλης των τάξεων». Η υπέρβαση του παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού τρόπου ανάπτυξης και παραγωγής και των τρόπων ζωής, που το συνοδεύουν, θα συναντήσει αντιστάσεις σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Δεν μιλάμε μόνο για την ελίτ, αλλά και για τα μεσοστρώματα, που θα επιμένουν στην άνοδό τους στους «από πάνω», για να συνεχίζουν ή να αρχίσουν πάλι να καταναλώνουν όπως μέχρι σήμερα. Και για όσους σημερινούς «από κάτω» συμμετέχουν στους «κοινωνικούς αγώνες» με στόχο την πρόσβαση στον μέχρι τώρα υπάρχοντα καπιταλιστικό πλούτο και δεν αμφισβητούν τον χαρακτήρα αυτού του πλούτου, που είναι στην ουσία αρπαγή και δάνεια από τις δυνατότητες επιβίωσης των μελλοντικών γενεών σε αυτόν τον πλανήτη.
Μπορεί ο Έλληνας εργάτης ή υπάλληλος να έχει σοβαρούς λόγους να ζητά καλύτερο μισθό, αλλά αν το κάνει π.χ. για να μπορεί να αγοράσει καινούργιο αυτοκίνητο ή τηλεόραση ή κινητό ή για να πληρώνει τη δόση του δανείου για καινούργιο σπίτι, τότε θα συμβάλει στην «ανάπτυξή τους» και στις ολέθριες συνέπειες για την κοινωνία και το περιβάλλον. Άλλο να αποδεχθείς τον αυτοπεριορισμό των καταναλωτικών σου συνηθειών για να βελτιωθούν ποιοτικά οι συνθήκες της ζωής σου στο διάστημα μετάβασης προς την κοινωνία της αποανάπτυξης- τοπικοποίησης, και άλλο να σου το επιβάλλουν αναγκαστικά οι ελίτ για το ίδιο διάστημα, ώστε να ανακάμψει ο έλεγχος των παραγωγικών σχέσεων και η αύξηση των κερδών από τη μεριά τους, μέσα από τη μείωση του κόστους εργασίας και την «εφεδρεία» της εργατικής δύναμης. Άλλωστε η αποανάπτυξη προτείνεται σαν επιλογή και προϋποθέτει την εθελούσια εγκράτεια όλων.
Θα χρειασθεί μέσα από την όξυνση της σημερινής κρίσης, να αντιληφθούμε ότι είναι ψευδαίσθηση η επιθυμία μας να «ανελιχθούμε» κοινωνικά και να επιδιώξουμε την «ευημερία» μας μέσω της αύξησης του κομματιού της πίτας που μας αναλογεί. Θα χρειασθεί να αντιληφθούμε καθαρά ότι και η δική μας ευζωία δε μπορεί να ταυτισθεί με την ατομική κατανάλωση. Μπορεί να επιτευχθεί επιδιώκοντας την ευζωία μέσω της ανάδειξης άλλων σημαντικών αξιών και προτεραιοτήτων: της αλληλεγγύης, της συνεργασίας, της κοινότητας, της φιλίας, της ελευθερίας, του αυτοκαθορισμού, της κοινωνικής-αλληλέγγυας οικονομικής δραστηριότητας, της στήριξης στην αφθονία των κοινωνικών-συλλογικών αγαθών μας και στους δίκαια κατανεμημένους περιορισμένους φυσικούς πόρους μας. Να αντιληφθούμε ότι δε μπορεί να συναινούμε πλέον στον μέχρι τώρα τρόπο ανάπτυξης και διακυβέρνησης - με τις ψήφους μας σχηματίζονταν οι κυβερνήσεις που μας οδήγησαν εδώ.
Υπάρχει σήμερα σε μεγάλο βαθμό απομυθοποίηση του ελληνικού καπιταλισμού και της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στα μάτια των ελλήνων «από κάτω». Αυτό μπορεί να τους πείσει πιο εύκολα πια, ότι η εκχώρηση της αντιπροσώπευσης και η διαμεσολάβηση από τους επαγγελματίες πολιτικούς των κομμάτων, δεν είναι ο καλύτερος τρόπος διακυβέρνησης. Και ότι θα πρέπει να αναλάβουν οι ίδιοι τη διαμόρφωση των συνθηκών της ζωής τους, προχωρώντας σε δομές αυτοοργάνωσης και αυτοδιακυβέρνησης. Πριν από όλα να μην αισθάνονται φτωχοί επειδή πιθανά δεν έχουν χρήματα, ούτε άχρηστοι επειδή δεν έχουν κάποια μισθωτή θέση εργασίας στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις ή στο κράτος. Να μη αισθάνονται αδύναμοι, επειδή το κόμμα που ψήφιζαν δεν τους εκπροσωπεί τελικά και έτσι να αποσύρονται από τα "κοινά".
Αν σταματήσουν να συμπεριφέρονται σαν καταναλωτές πολιτικών και αποφασίσουν να συμμετάσχουν στις διεργασίες διαμόρφωσης της πολιτικής, στις προσπάθειες δημιουργίας συλλογικών μορφών εργασίας και παραγωγής για την ικανοποίηση βιοτικών κατ αρχήν αναγκών, θα αντιληφθούν, ότι ο καλύτερος διαμεσολαβητής είναι οι ίδιοι για τον εαυτό τους.
Ένα κίνημα, που θα ξεκινούσε από την «άμυνα», θα πρέπει να προχωρήσει επιθετικά. Να δημιουργήσει εναλλακτικές μορφές ατομικής και κοινωνικής ύπαρξης. Να δημιουργήσει κοινότητες, δίκτυα συνεργασίας και αλληλεγγύης, ομάδες παραγωγών, συνεταιρισμούς και συνεργατικές ομάδες, μονάδες κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας με αυτοδιαχείριση από τους εργαζόμενους, αλλά και πρώην επιχειρήσεις του ιδιωτικού ή κρατικού τομέα που οδηγούνται σε πτώχευση ή κλείνουν να αναλαμβάνονται από τους εργαζόμενούς τους αλλάζοντας πιθανά τη δομή και τη παραγωγή τους. Αυτοπαραγωγή και αχρήματες ανταλλαγές, "τοπικά νομίσματα" και εναλλακτικούς θεσμούς χρηματοδότησης. Ριζοσπαστικές Κινήσεις Πολιτών, που θα παρεμβαίνουν στη τοπική κοινωνία και την Τοπική Αυτοδιοίκηση, κ.λπ., κ.λπ.
Αλλά βασικά και κύρια, για να δημιουργήσει όλα αυτά θα πρέπει παράλληλα να δημιουργήσει και ένα νέο ανθρωπολογικό τύπο και ένα μετακαπιταλιστικό πολιτισμικό πρότυπο. Θα είναι απαραίτητο να περάσουμε από το κατακερματισμένο συνειδησιακά σημερινό άτομο προς το πολύπλευρα αναπτυγμένο «πρόσωπο», που θα αναδειχθεί μέσα από τη συμμετοχή και αυτοανάπτυξη-εκπαίδευση στα πλαίσια των παραπάνω εγχειρημάτων και δομών.
Γιατί ο καπιταλισμός εκτός από την οικονομική-οικολογική κρίση έχει προκαλέσει και ανθρωπολογική κρίση.
[1] Πηγή: Ο ρόλος του ελληνικού κεφαλαίου στην «ανάπτυξη», στο Η Ελλάδα ως Προτεκτοράτο της Υπερεθνικής Ελίτ του Τάκη Φωτόπουλου, http://www.inclusivedemocracy.org/fotopoulos/greek/grbooks_gordios_EE_2010/chapter_2.htmΗ
Αλλά όλοι οι έλληνες «από κάτω» δε μπορούμε να δεχθούμε για τη χώρα τον ρόλο που της έχει αναθέσει ο παγκόσμιος καπιταλιστικός καταμερισμός της εργασίας. Σαν χώρα δηλαδή που έχει χάσει την αυτάρκεια, έχει καταστρέψει το περιβάλλον της και έχει γίνει περιοχή φθηνών υπηρεσιών και τουρισμού, εξαρτημένης πλήρως από τις εισαγωγές για την ικανοποίηση των βιοτικών αναγκών του πληθυσμού. Δε μπορούμε να δεχθούμε τη δημιουργία ελλειμμάτων στους φυσικούς πόρους και την οικονομία της. Τη δανειοδότηση για την κάλυψη αυτών των ελλειμμάτων. Τη πληρωμή των δανείων από τα σημερινά και αυριανά «υποζύγια», για να συνεχίζεται η εξάρτησή της από τους "πιστωτές". Για να συνεχίζεται το «πάρτυ» της ντόπιας και διεθνούς ελίτ.
Αλλά δε μπορούμε να γυρίσουμε και προς τα πίσω. Στο προηγούμενο της κρίσης μοντέλο ανάπτυξης που στηριζόταν στον υπερκαταναλωτικό τρόπο ζωής και στο μεγεθυμένο οικολογικό αποτύπωμα(ένα αποτύπωμα που ήταν τα τελευταία χρόνια μεγαλύτερο από του μέσου ευρωπαίου, όπως αναφέραμε πιο πάνω).
Δε μπορούμε να αποδεχθούμε -πιο συγκεκριμένα- τις πολιτικές των «μνημονίων» και ένα αντίστοιχο πολιτικό-κομματικό σύστημα που στηρίζει αυτές τις πολιτικές. Μετατρέπει τα κατώτερα μεσοστρώματα, τους αυτοαπασχολούμενους και τους εργαζόμενους σε «νεόπτωχους» και τους ανέργους σε εξαθλιωμένους. Ενώ μειώνουν το οικολογικό αποτύπωμα των «από κάτω» της ελληνικής κοινωνίας, δεν μειώνουν το συνολικό αποτύπωμά της. Μεταφέρονται όλο και περισσότεροι πόροι προς την ντόπια και παγκόσμια ελίτ , ώστε να συνεχίζεται εκτός από τη κοινωνική αδικία(λόγω της άνισης κατανομής του υπάρχοντος πλούτου) και η οικολογική αδικία. Με την έννοια της αύξησης του αποτυπώματος των ελίτ των «αναπτυγμένων» χωρών.
Βασική προϋπόθεση για να μην εξακολουθεί να γίνεται αυτό είναι η ισοκατανομή πόρων και εξουσιών. Αυτή η επιδίωξη, σήμερα και ειδικά για την Ελλάδα, θέτει και τη βάση ώστε η πρόταση της αποανάπτυξης-τοπικοποίησης να μη γίνεται αντιληπτή σαν πρόταση- δεκανίκι του «αποαναπτυσσόμενου καπιταλισμού». Που επιδιώκει δηλαδή για το επόμενο διάστημα τη συρρίκνωση των ελληνικών μεσοστρωμάτων και τον περιορισμό του καταναλωτικού μοντέλου. Ο κίνδυνος να κατηγορηθεί ότι με τη ρητορική της λιτότητας, προτείνει την «πτώχευση της κοινωνίας» και ότι θέλει να «χρυσώσει το χάπι» για τους «νεόπτωχους» για να υπάρξει από τη μεριά τους συναίνεση και να μετατρέψει τον καταναγκασμό τους-από την επιλογή του καπιταλισμού στη φάση της κρίσης του-σε δική τους επιλογή είναι αυτονόητος. Αλλά αυτή η κατηγορία θα μπορεί να βρει ερείσματα στην κοινωνία μόνο, αν δεν διακηρύξει ρητά και αν δεν επιδιώξει πρακτικά την ισοκατανομή και το ξεπέρασμα των καπιταλιστικών σχέσεων σε όλα τα επίπεδα και δεν προετοιμασθεί ταυτόχρονα για κοινωνικές συγκρούσεις και ανταγωνισμούς.
Για ανταγωνισμούς όμως που δεν θα έχουν και πολύ σχέση με τους παλιούς διαχωρισμούς «της πάλης των τάξεων». Η υπέρβαση του παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού τρόπου ανάπτυξης και παραγωγής και των τρόπων ζωής, που το συνοδεύουν, θα συναντήσει αντιστάσεις σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Δεν μιλάμε μόνο για την ελίτ, αλλά και για τα μεσοστρώματα, που θα επιμένουν στην άνοδό τους στους «από πάνω», για να συνεχίζουν ή να αρχίσουν πάλι να καταναλώνουν όπως μέχρι σήμερα. Και για όσους σημερινούς «από κάτω» συμμετέχουν στους «κοινωνικούς αγώνες» με στόχο την πρόσβαση στον μέχρι τώρα υπάρχοντα καπιταλιστικό πλούτο και δεν αμφισβητούν τον χαρακτήρα αυτού του πλούτου, που είναι στην ουσία αρπαγή και δάνεια από τις δυνατότητες επιβίωσης των μελλοντικών γενεών σε αυτόν τον πλανήτη.
Μπορεί ο Έλληνας εργάτης ή υπάλληλος να έχει σοβαρούς λόγους να ζητά καλύτερο μισθό, αλλά αν το κάνει π.χ. για να μπορεί να αγοράσει καινούργιο αυτοκίνητο ή τηλεόραση ή κινητό ή για να πληρώνει τη δόση του δανείου για καινούργιο σπίτι, τότε θα συμβάλει στην «ανάπτυξή τους» και στις ολέθριες συνέπειες για την κοινωνία και το περιβάλλον. Άλλο να αποδεχθείς τον αυτοπεριορισμό των καταναλωτικών σου συνηθειών για να βελτιωθούν ποιοτικά οι συνθήκες της ζωής σου στο διάστημα μετάβασης προς την κοινωνία της αποανάπτυξης- τοπικοποίησης, και άλλο να σου το επιβάλλουν αναγκαστικά οι ελίτ για το ίδιο διάστημα, ώστε να ανακάμψει ο έλεγχος των παραγωγικών σχέσεων και η αύξηση των κερδών από τη μεριά τους, μέσα από τη μείωση του κόστους εργασίας και την «εφεδρεία» της εργατικής δύναμης. Άλλωστε η αποανάπτυξη προτείνεται σαν επιλογή και προϋποθέτει την εθελούσια εγκράτεια όλων.
Θα χρειασθεί μέσα από την όξυνση της σημερινής κρίσης, να αντιληφθούμε ότι είναι ψευδαίσθηση η επιθυμία μας να «ανελιχθούμε» κοινωνικά και να επιδιώξουμε την «ευημερία» μας μέσω της αύξησης του κομματιού της πίτας που μας αναλογεί. Θα χρειασθεί να αντιληφθούμε καθαρά ότι και η δική μας ευζωία δε μπορεί να ταυτισθεί με την ατομική κατανάλωση. Μπορεί να επιτευχθεί επιδιώκοντας την ευζωία μέσω της ανάδειξης άλλων σημαντικών αξιών και προτεραιοτήτων: της αλληλεγγύης, της συνεργασίας, της κοινότητας, της φιλίας, της ελευθερίας, του αυτοκαθορισμού, της κοινωνικής-αλληλέγγυας οικονομικής δραστηριότητας, της στήριξης στην αφθονία των κοινωνικών-συλλογικών αγαθών μας και στους δίκαια κατανεμημένους περιορισμένους φυσικούς πόρους μας. Να αντιληφθούμε ότι δε μπορεί να συναινούμε πλέον στον μέχρι τώρα τρόπο ανάπτυξης και διακυβέρνησης - με τις ψήφους μας σχηματίζονταν οι κυβερνήσεις που μας οδήγησαν εδώ.
Υπάρχει σήμερα σε μεγάλο βαθμό απομυθοποίηση του ελληνικού καπιταλισμού και της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στα μάτια των ελλήνων «από κάτω». Αυτό μπορεί να τους πείσει πιο εύκολα πια, ότι η εκχώρηση της αντιπροσώπευσης και η διαμεσολάβηση από τους επαγγελματίες πολιτικούς των κομμάτων, δεν είναι ο καλύτερος τρόπος διακυβέρνησης. Και ότι θα πρέπει να αναλάβουν οι ίδιοι τη διαμόρφωση των συνθηκών της ζωής τους, προχωρώντας σε δομές αυτοοργάνωσης και αυτοδιακυβέρνησης. Πριν από όλα να μην αισθάνονται φτωχοί επειδή πιθανά δεν έχουν χρήματα, ούτε άχρηστοι επειδή δεν έχουν κάποια μισθωτή θέση εργασίας στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις ή στο κράτος. Να μη αισθάνονται αδύναμοι, επειδή το κόμμα που ψήφιζαν δεν τους εκπροσωπεί τελικά και έτσι να αποσύρονται από τα "κοινά".
Αν σταματήσουν να συμπεριφέρονται σαν καταναλωτές πολιτικών και αποφασίσουν να συμμετάσχουν στις διεργασίες διαμόρφωσης της πολιτικής, στις προσπάθειες δημιουργίας συλλογικών μορφών εργασίας και παραγωγής για την ικανοποίηση βιοτικών κατ αρχήν αναγκών, θα αντιληφθούν, ότι ο καλύτερος διαμεσολαβητής είναι οι ίδιοι για τον εαυτό τους.
Ένα κίνημα, που θα ξεκινούσε από την «άμυνα», θα πρέπει να προχωρήσει επιθετικά. Να δημιουργήσει εναλλακτικές μορφές ατομικής και κοινωνικής ύπαρξης. Να δημιουργήσει κοινότητες, δίκτυα συνεργασίας και αλληλεγγύης, ομάδες παραγωγών, συνεταιρισμούς και συνεργατικές ομάδες, μονάδες κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας με αυτοδιαχείριση από τους εργαζόμενους, αλλά και πρώην επιχειρήσεις του ιδιωτικού ή κρατικού τομέα που οδηγούνται σε πτώχευση ή κλείνουν να αναλαμβάνονται από τους εργαζόμενούς τους αλλάζοντας πιθανά τη δομή και τη παραγωγή τους. Αυτοπαραγωγή και αχρήματες ανταλλαγές, "τοπικά νομίσματα" και εναλλακτικούς θεσμούς χρηματοδότησης. Ριζοσπαστικές Κινήσεις Πολιτών, που θα παρεμβαίνουν στη τοπική κοινωνία και την Τοπική Αυτοδιοίκηση, κ.λπ., κ.λπ.
Αλλά βασικά και κύρια, για να δημιουργήσει όλα αυτά θα πρέπει παράλληλα να δημιουργήσει και ένα νέο ανθρωπολογικό τύπο και ένα μετακαπιταλιστικό πολιτισμικό πρότυπο. Θα είναι απαραίτητο να περάσουμε από το κατακερματισμένο συνειδησιακά σημερινό άτομο προς το πολύπλευρα αναπτυγμένο «πρόσωπο», που θα αναδειχθεί μέσα από τη συμμετοχή και αυτοανάπτυξη-εκπαίδευση στα πλαίσια των παραπάνω εγχειρημάτων και δομών.
Γιατί ο καπιταλισμός εκτός από την οικονομική-οικολογική κρίση έχει προκαλέσει και ανθρωπολογική κρίση.
[1] Πηγή: Ο ρόλος του ελληνικού κεφαλαίου στην «ανάπτυξη», στο Η Ελλάδα ως Προτεκτοράτο της Υπερεθνικής Ελίτ του Τάκη Φωτόπουλου, http://www.inclusivedemocracy.org/fotopoulos/greek/grbooks_gordios_EE_2010/chapter_2.htmΗ