Ο νεωτερικός ανθρωπολογικός τύπος, ο μαζικός άνθρωπος των «αναπτυγμένων» βιομηχανικών καπιταλιστικών κοινωνιών είναι αποτέλεσμα βασικά της βιολογικής και της κοινωνικοπολιτιστικής του εξέλιξης , στην οποία βέβαια εξέλιξη υπήρξε και επίδραση των διαφοροποιημένων γεωγραφικών -τοπικών(κλιματικών-πολιτιστικών) συνθηκών.
α) Όσον αφορά στην βιολογία του:
1) Όντας στην ουσία ο άνθρωπος ένας «έξυπνος χιμπατζής» με μεγάλο εγκέφαλο, διακρίνεται για την περιέργεια απέναντι σε αυτά που τον περιτριγυρίζουν(άρα του αρέσει η έρευνα και ο διαλογισμός πάνω σε αυτά), για την τάση για κατασκευές, βελτιώσεις και δημιουργικό παιγνίδι, την ανάγκη για χρήση ενέργειας και υλικών από το περιβάλλον γύρω του, ώστε να επιβιώνει ο ίδιος και ταυτόχρονα να αναπαράγεται.
2) Επιπλέον όλοι οι άνθρωποι δεν είναι ίδιοι μεταξύ τους-όπως συμβαίνει και στα είδη των ζώων άλλωστε- και άλλος χρειάζεται περισσότερη ενέργεια από κάποιους άλλους, άλλος πολλαπλασιάζεται περισσότερο και άλλος λιγότερο, άλλοι είναι πιο εφευρετικοί, πιο επιδέξιοι ή έξυπνοι, πιο περίεργοι ή δημιουργικοί από άλλους κ.λπ. Λόγω της καταγωγής μας από τα πρωτεύοντα, έχουμε όμως την τάση να οργανώνουμε τη ζωή μας σε ομάδες. Επιδιώκουμε τη συλλογικότητα, τη συνεργασία και αλληλεγγύη σε σχέση με τους εξωτερικούς παράγοντες που επιδρούν στο συλλογικό τρόπο ζωής μας.
3) Έχει διαπιστωθεί πάλι από τη βιολογία ότι, ενώ τα άτομα μπορεί να διαφέρουν μεταξύ τους, μεγαλύτερες ομάδες ανθρώπων είναι σε μεγάλο βαθμό ίδιες. Ενώ δηλαδή αν συγκρίνει κανείς δύο τυχαία άτομα από μια μάζα ανθρώπων μπορεί να διαφέρουν πολύ, αν συγκρίνει δύο τυχαίες μεγάλες ομάδες ανθρώπων σαν ολότητες, τότε διαπιστώνει ότι είναι γενικά πολύ όμοιες. Όσο πιο μεγάλες είναι αυτές οι ομάδες αριθμητικά, τόσο μεγαλύτερη πιθανότητα έχουν να είναι ίδιες σε σχέση με τα γενικά χαρακτηριστικά τους και να αποτελούνται κατά μέσο όρο από άτομα ίδιας περιέργειας-εφευρετικότητας -δημιουργικότητας- ευφυίας-δυναμικότητας, ίδιων ικανοτήτων-δεξιοτήτων κ.λπ.
Οι τρεις παραπάνω βιολογικές παρατηρήσεις που αφορούν σε όλο το ανθρώπινο είδος, οδηγούν και στο συμπέρασμα ότι έπαιξαν και μεγάλο ρόλο στην ιστορική-πολιτιστική εξέλιξη του ανθρώπου. Δεν εξηγούν όμως από μόνες τους αυτή την εξέλιξη. Πρέπει να λάβουμε υπόψη και την κοινωνιολογία των ανθρώπινων κοινοτήτων.
β) Όσον αφορά στη κοινωνιολογία[1] του
Η κοινωνιολογία μπορεί να εξηγήσει τις αιτίες, αλλά και τα επακόλουθα των κοινωνικοπολιτιστικών εξελίξεων του ανθρώπου. Είναι σημαντικό πράγμα το ότι είμαστε π.χ. εφευρετικά όντα, αλλά είναι πολλαπλάσια σημαντικό το ότι μια ιδέα κάποιου από μας μπορεί να δημιουργήσει «σχολή» ή να γίνει «καταλύτης» και να αλλάξει την κοινότητά του ή την κοινωνία ολόκληρη, να δημιουργήσει αυτό που γενικά έχουμε ονομάσει-αισιοδοξώντας βέβαια- «κοινωνική πρόοδο». Επίσης τα ατομικά κίνητρα για άνεση με λιγότερη προσπάθεια-εργασία, για κατοχή και κατανάλωση ή για ασφάλεια, οδηγούν σε πολλαπλασιασμένη κοινωνική πίεση προς αυτή τη κατεύθυνση. Η επιδίωξη των ατόμων να εφευρίσκουν κάθε φορά που κάνουν κάτι τον ευκολότερο, τον επιτυχέστερο και τον πιο σίγουρο τρόπο, οδηγούσε και οδηγεί τις ανθρώπινες κοινωνικές ομάδες σε αλλαγές και τις κοινωνίες σε βελτίωση κατά τη διάρκεια της ιστορικής τους εξέλιξης, γιατί επιδρά στον γενικότερο τρόπο ζωής και την οργάνωσή του στα πλαίσιά τους. Από κει και πέρα για μια ιστορική περίοδο όπου επικρατεί ένα συγκεκριμένο τέτοιο πλαίσιο δημιουργείται και ένα αντίστοιχο αξιακό σύστημα που το αναπαράγει, έως ότου αλλάξει με τη σειρά του. Το κάθε αξιακό σύστημα επιδρά, διαμορφώνει και εξελίσσει και τον αντίστοιχο ανθρωπολογικό τύπο προσθέτοντας στα βιολογικά και επίκτητα πολιτιστικά στοιχεία. Έτσι έχουμε πάνω στο βιολογικό του υπόβαθρο ένα κοινωνικό μανδύα και μιλάμε για τον κοινωνικοπολιτικό άνθρωπο(που για πρώτη φορά εμφανίζεται στις αρχαίες ελληνικές πόλεις. Έχουμε δηλαδή την εμφάνιση του πολιτικού ανθρώπου, σαν ανθρωπολογικού τύπου, ο οποίος ασχολείται με τα κοινά, την πολιτική και την εξουσία. Αριστοτέλης: άνθρωπος «ζώο πολιτικό»).
Όμως υπάρχει ένα παράδοξο της εξέλιξης: ενώ υποτίθεται διευκολύνει τη ζωή των ανθρώπων και τη βελτιώνει σε σχέση με τους φυσικούς καταναγκασμούς και την υπάρχουσα κάθε φορά κοινωνική κατάσταση, επειδή έχει σαν ταυτόχρονο αποτέλεσμα την επιβάρυνση ή τη μείωση των διαθέσιμων πόρων(πνευματικών ή υλικών ή κοινωνικών), οδηγεί σε ολοένα και μεγαλύτερη προσπάθεια για την επίλυση καινούργιων προβλημάτων. Κάθε ατομική ή κοινωνική επιτυχία παράγει σχεδόν πάντα μεγαλύτερες ανάγκες και αίσθημα ανικανοποίησης. Από ένα σημείο και μετά μάλιστα παράγει και βουλιμία-απληστία σε άτομα και κοινωνικές ομάδες.
Δημιουργεί επίσης καινούργιες προκλήσεις που ζητούν λύσεις. Η επίλυσή τους στη συνέχεια δημιουργούν νέα προβλήματα προς επίλυση κ.ο.κ. Στην αέναη αυτή διαδικασία τα άτομα, οι κοινωνικές ομάδες και οι κοινωνίες φαίνεται σαν να μη μπορούν να πιάσουν ποτέ τους στόχους και τις επιθυμίες από τις οποίες κινητοποιούνται, δηλαδή της άνεσης, της ήσσονος προσπάθειας (τεμπελιάς)και της ασφάλειας για το μέλλον, που εκφράζουν το ιδεώδες της ευτυχίας του χαμένου «παραδείσου». Ιδίως στο στάδιο του καπιταλισμού, όπου οι επιθυμίες σε μεγάλο βαθμό είναι κατασκευές του καταναλωτισμού, τα μεν άτομα μετατρέπονται σε οικονομικώς δρώντα υποκείμενα, οι δε κοινωνίες σε οικονομίστικες με απώτερο στόχο τη μεγιστοποίηση της απόδοσης. Η οποία με τη σειρά της οδήγησε στην αναγκαιότητα για όλο και μεγαλύτερη εξειδίκευση και πολύπλοκη τεχνολογία.
Ιδίως στον καπιταλισμό λοιπόν- γιατί σε ένα βαθμό συνέβαινε και παλιότερα- οι άνθρωποι χωρίσθηκαν σε ειδικούς και σε ανειδίκευτους σε όλους τους τομείς της οικονομικής-κοινωνικής-πολιτικής δραστηριότητας. Και οι δύο κατηγορίες έκαναν τον άνθρωπο φτωχότερο σαν ον. Γιατί ο μεν ειδικευμένος έχει αναπτύξει στο έπακρο μια συγκεκριμένη δεξιότητά του, παραμελώντας όλες τις άλλες δυνατότητές του, ο δε ανειδίκευτος έχει παραμελήσει όλες τις δεξιότητές του ώστε να γίνει άκριτος αποδέκτης των ιδεών και της πρακτικής-άρα έρμαιο- των ειδικών. Ο ειδικός γίνεται ένα μονοδιάστατο ανθρώπινο υποκείμενο που δεν σκέπτεται ούτε δρα σφαιρικά, ο ανειδίκευτος ένα ασπόνδυλο «υποζύγιο» και «καταναλωτής» των επιτευγμάτων του πρώτου, χωρίς κριτική σκέψη και δράση. Αυτή η εξέλιξη των ατόμων-που είναι κυρίως πολιτισμική και άρα επίκτητη- επιδρά διαλεκτικά με τη σειρά της και στο αξιακό σύστημα και στο πολιτισμικό πρότυπο και στα πλαίσια του καπιταλιστικού κοινωνικού σχηματισμού δημιουργήθηκε ο ιδιαίτερος τύπος του «νεωτερικού ανθρώπου». Του ανθρώπου που σχεδόν με θρησκευτικό ζήλο πιστεύει ότι μπορεί, με τη βοήθεια της επιστήμης και της τεχνολογίας, να φτιάξει έναν τεχνητό κόσμο, ελεγχόμενο απόλυτα από αυτόν, να κλειστεί μέσα σ’ αυτόν και να αφήσει απέξω τη Φύση(Νέα θρησκεία του τεχνολογικού μεσσιανισμού: η πίστη ότι η επιστήμη και η τεχνολογία θα λύσουν όλα τα προβλήματα του ανθρώπου).
Θα πρέπει να σταθούμε λίγο στο πολιτικό τομέα του κοινωνικού. Ο άνθρωπος έζησε χιλιετηρίδες ολόκληρες ευτυχισμένος στις αρχαϊκές κοινωνίες, που υπήρξαν οι πρώτες κοινωνίες της «αφθονίας»(από αυτές και ο μύθος του «παραδείσου»).Από κει και μετά προσπάθησε να πετύχει το «ευ ζειν» και την χειραφέτησή του με τη δημιουργία της Πόλεως στην κλασσική ελληνική αρχαιότητα(σε αντιδιαστολή με τις τότε «Δεσποτείες»). Αποκτώντας το χαρακτηριστικό του πολίτη και συμμετέχοντας αμεσοδημοκρατικά στα «κοινά», επεδίωξε την ελευθερία και την ενοποίηση των κοινωνικών και πολιτικών χαρακτηριστικών του στην έννοια του Πολίτη, προερχόμενος από τον «οίκο», που του εξασφάλιζε το ζειν (αποδεχόμενος κάποιους καταναγκασμούς για την ικανοποίηση των βιοτικών αναγκών).
Στις αστικές κοινωνίες αργότερα(και στα πλαίσια των αστικών κρατών με κοινοβουλευτική διακυβέρνηση), ο άνθρωπος διχάζεται σε δύο βασικές υπάρξεις στον ιδιώτη από τη μια, και στον πολίτη από την άλλη. Τον περισσότερο καιρό κυριαρχεί η πλευρά του ιδιώτη(κεφαλαιούχος, εργάτης, αυτοαπασχολούμενος, άνεργος, ατομικός καταναλωτής με ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, ανταγωνιστής και ένας εναντίον όλων κ.λπ.). Σπάνια επικρατεί η πλευρά του πολίτη, η οποία εκχωρείται μέσω των εκλογών σε εκπροσώπους «ειδικούς της πολιτικής» ή τους «πατέρες του έθνους» δια του συστήματος διαμεσολάβησης των κομμάτων.
Στις μεταμοντέρνες κοινωνίες των καιρών μας ο άνθρωπος έχει διασπασθεί σε περισσότερες υπάρξεις σε σχέση με το πώς αντιλαμβάνεται τα κοινωνικοπολιτικά πράγματα. Έχει αποκτήσει μια «θρυμματισμένη» συνείδηση ο άνθρωπος των «αναπτυγμένων» κοινωνιών. Αποσύνθεση της προσωπικότητας και έρμαιο των συστημάτων και των αγορών. Άλλος εαυτός σαν εργαζόμενος, άλλος σαν παραγωγός, άλλος σαν καταναλωτής, άλλος σαν πολίτης κ.λπ. Ειδικά από τη δεκαετία του 1960 και μετά, όπου στον χώρο «του ιδιώτη» εισβάλει η βιομηχανία της εικόνας-θεάματος, ζεί σε μεγάλο βαθμό σε μια κατασκευασμένη εικονική πραγματικότητα και αυτό που τον ενοποιεί σαν άτομο είναι το χαρακτηριστικό του θεατή-καταναλωτή.
Μελετώντας κανείς την εξέλιξη της προόδου-ανάπτυξης από τη σκοπιά της ανθρώπινης ευημερίας- ευζωίας, δεν είναι σίγουρος ότι ένα επόμενο στάδιο προόδου-ανάπτυξης και πολυπλοκότητας φέρνει πιο γρήγορα και πιο συχνά την ανθρωπότητα κοντά στην «ευτυχία», από ό,τι τη φέρνει η απλότητα και ένα προηγούμενο τέτοιο στάδιο. Αν η πρόοδος-ανάπτυξη δεν είχε γίνει ιδεολογία και δεν είχε μετατραπεί σε «πρόοδο-ανάπτυξη», πιθανά η ανθρωπότητα να εξακολουθούσε να νοηματοδοτείται με αξίες που είχε σε προηγούμενα στάδια από το σημερινό[2]. Η ιδεολογία όμως της ανάπτυξης χρησιμοποιήθηκε πάντα από τις κυρίαρχες τάξεις για να κερδίζει τη συναίνεση των κυριαρχούμενων(κυρίως σε φαντασιακό επίπεδο).
Αν δεν απαλλαγούμε από αυτήν την ιδεολογία θα είναι δύσκολο να αποφασίσουμε και σαν άτομα και σαν κοινωνίες, πότε και πως μπορούμε να απαλλαγούμε από το αίσθημα του ανικανοποίητου. Επειδή όμως φορέας αυτής της ιδεολογίας ήταν πάντα η κυρίαρχη κοινωνική ομάδα σε κάθε κοινωνία, για να απαλλαγούμε από αυτήν, θα πρέπει παράλληλα να απαλλαγούμε και από τις κυρίαρχες ελίτ των σημερινών καπιταλιστικών κοινωνιών. Γιατί αυτές με την απληστία-βουλιμία για οικονομική και πολιτική δύναμη και την ανικανότητά τους να προνοήσουν ακόμα και για τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά τους, μπορεί να μας οδηγήσουν στην ίδια τη κατάρρευση των συνθηκών της ύπαρξης και της επιβίωσής μας συνολικά.
γ) Όσον αφορά στην οικογεωγραφία του («εντοπιότητά» του)
Η γεωγραφία έχει επιδράσει και αυτή με τη σειρά της στην εξέλιξη του ανθρώπινου όντος, ίσως όχι τόσο σημαντικά όσο η βιολογία και η κοινωνιολογία του, αλλά οπωσδήποτε με επίκτητο τρόπο. Πολλές φορές μάλιστα οι ειδικές τοπικές συνθήκες έχουν δώσει και ιδιαίτερα βιολογικά χαρακτηριστικά, όπως στο χρώμα, στον σωματικό τύπο, στην ομάδα αίματος κ.λπ.
Η ιστορία της ανθρώπινης εξέλιξης έχει περιγραφεί μέχρι τώρα με ιδιαίτερο «εντοπισμένο» τρόπο, αναφερόμενη σε διαφορετικούς πολιτισμούς που είχαν σχέση όχι μόνο την βιολογική και ιστορικο-κοινωνιολογική εξέλιξη, αλλά και με τα οικο-γεωγραφικά χαρακτηριστικά της περιοχής όπου αναπτυσσόταν ο κάθε πολιτισμός.
Η βιολογία και η κοινωνιολογία εξηγούσαν και εξηγούν τα κοινά χαρακτηριστικά των ανθρώπινων όντων και η οικογεωγραφία τις διαφορετικότητες και τον πλουραλισμό των ανθρωπολογικών τύπων. Οι οικογεωγραφικοί παράγοντες οδήγησαν και οδηγούν και σε αντίστοιχες βιολογικές-κοινωνικές εξελίξεις, αλλά βέβαια δεν είναι οι καθοριστικοί παράγοντες για τη διαμόρφωση των ανθρωπολογικών τύπων. Αυτό που επικαθορίζει το είδος είναι η βιολογία και η κοινωνιολογία του, ενώ η οικογεωγραφία επιδρά συμπληρώνοντας και όχι αποφασίζοντας για την εξέλιξή του. Εξηγεί έτσι γιατί δευτερευόντως αναπτύχθηκαν ιδιαίτεροι ανθρώπινοι πολιτισμοί σε διαφορετικών γεωγραφικών συνθηκών περιοχές της γης(π.χ. Νέα Γουινέα, Ινδία, Πακιστάν, Μεσόγειος, Σαχάρα, Μεξικό ή Περού)
Παράδειγμα: η εξημέρωση φυτών και ζώων ξεκίνησε εκεί που υπήρχαν ευνοϊκές οικογεωγραφικές συνθήκες(π.χ. στους πρόποδες του Ταύρου και μεταξύ του Τίγρη και Ευφράτη στα δυτικά της Ευρασίας, γύρω στο 9500 π.Χ.) και οδήγησε στη μετατροπή του συλλέκτη-κυνηγού σε αγρότη-εκτροφέα, αλλά η βιολογία της ομάδας οδήγησε στο αποφασιστικό βήμα της δημιουργίας των οικισμών καταρχήν και στην αναπαραγωγή της ζωής μέσα σε σταθερά φυσικά οικοσυστήματα και στη συνέχεια το είδος της κοινωνικής οργάνωσης που δημιουργήθηκε οδήγησε στην ατομική ιδιοκτησία γης και ζώων και στον επακόλουθο «δυτικό πολιτισμό», ακολουθώντας μια δυτική διαδρομή στον πλανήτη(Αίγυπτος, Μεσόγειος, Δυτ. Ευρώπη, Αμερική). Αντίστοιχα οι ευνοϊκές συνθήκες στα ανατολικά της Ευρασίας, μεταξύ του Κίτρινου ποταμού και του Γιανκτσέ –γύρω στο 7500 π.Χ. -οδήγησαν σε κοινωνίες «ανατολικού» τύπου και στον «ανατολικό» πολιτισμό.
Σήμερα μιλάμε για «δυτικές» κοινωνίες και «δυτικό» πολιτισμό,-που πάει να κυριαρχήσει και στην «ανατολή»- για να περιγράψουμε τις εξελίξεις που είχαμε μετά τις «ανακαλύψεις», τις «κατακτήσεις» και την επέκταση προς τη Δύση. Επίσης για «Βορρά» και «Νότο» για να περιγράψουμε το είδος της «ανάπτυξης» ή «υποανάπτυξης», μιλώντας για τον κοινωνιολογικό τύπο του «μηρμηγκιού»(εργατικού) του Βορρά(που «δουλεύει και αποταμιεύει» για τις δύσκολες μέρες του «χειμώνα») και για τα «τζιτζίκια» του καλοκαιριού του Νότου(τα «τεμπέλικα» που τραγουδάνε ευχαριστημένα και το χειμώνα «τρώνε» από τα αποθέματα των βόρειων μυρμηγκιών). Η κυρίαρχη δηλαδή ιδεολογία των ελίτ, επειδή τις συμφέρει από κοινωνιο-πολιτική άποψη, μετατρέπει έναν δευτερεύοντα συμπληρωματικό οικογεωγραφικό παράγοντα σε καθοριστικό για τις εξελίξεις της κρίσης που περνά ο καπιταλισμός σήμερα. Ώστε να μην αποκαλύπτεται ο καθοριστικός παράγοντας που είναι το είδος της κυρίαρχης «ανάπτυξης και προόδου», η οποία οδηγεί σε αυτή τη παγκόσμια συστημική του κρίση, επειδή ακριβώς έχει παγκοσμιοποιηθεί. Ο παγκόσμιος καπιταλισμός επιδιώκει με την επεκτατική-αναπτυξιακή ιδεολογία του, τους μηχανισμούς των αγορών και το καθεστώς της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας-σαν απάντηση στα αυταρχικά καθεστώτα της «Ανατολής»- την «ομογενοποίηση» του κόσμου στη βάση του αξιακού του συστήματος, του πολιτισμικού του προτύπου και του τρόπου ζωής και κατανάλωσης που έχει προωθήσει. Χρησιμοποιώντας την τεχνόσφαιρα και ομογενοποιώντας τις διαφορετικότητες, θέλει να δημιουργήσει –και σε ένα μεγάλο βαθμό το έχει καταφέρει-έναν ενιαίο ανθρωπολογικό τύπο, που θα έχει τα επίκτητα χαρακτηριστικά του εγωισμού-ατομισμού, της βουλιμίας-απληστίας, της ζήλιας-ανταγωνισμού, της ανευθυνότητας για τους άλλους, της επιδίωξης μόνο οικονομικού αποτελέσματος κ.λπ. Έχει μετατρέψει το βιολογικό ον homo sapiens στο πολιτιστικό είδος homo economicus.
Προφανώς και υπάρχει εντοπισμένη αντίσταση «στους μαχαλάδες» του «παγκόσμιου χωριού». Σήμερα γίνεται αρκετά αντιληπτό «στους μαχαλάδες» ότι αυτός ο ενιαίος -από το κέντρο προωθούμενος- ανθρωπολογικός τύπος με «θρυμματισμένη» κοινωνική συνείδηση και έρμαιο των συστημάτων και των αγορών, αν επικρατήσει, θα οδηγήσει σε μεγάλες καταστροφές στο μέλλον. Όχι μόνο των ευνοϊκών οικογεωγραφικών συνθηκών για τη διατήρηση-αναπαραγωγή των άλλων μορφών ζωής, αλλά και σε καταστροφή της βιολογικής και κοινωνικής ύπαρξης των μελλοντικών γενιών του ίδιου του ανθρώπου.
[1] Με τον όρο δεν εννοούμε την επιστήμη της κοινωνιολογίας, αλλά ό,τι προκύπτει από την κοινωνικά οργανωμένη ζωή των ανθρώπινων κοινοτήτων και την οικονομική, πολιτιστική και πολιτική της βάση .
[2] Τα εισαγωγικά στο «πρόοδος-ανάπτυξη» σημαίνουν ότι μπορεί κάτι σήμερα να θεωρείται πρόοδος ή ανάπτυξη και στην ουσία να αποδειχθεί μετά ότι δεν είναι κάτι τέτοιο, αλλά οπισθοδρόμηση σε σχέση με την γενικότερη εξέλιξη. Όσον αφορά στα στάδια και την επιδιωκόμενη ευτυχία: είναι χαρακτηριστικό το ανέκδοτο που περιγράφει τις νουθεσίες του «αναπτυγμένου πλούσιου» τουρίστα προς τον ντόπιο «υπανάπτυκτο φτωχό»: «γιατί κάθεσαι και τεμπελιάζεις»; «τι μου προτείνεις σαν καλύτερο»; «Να δουλέψεις και να γίνεις πλούσιος». «Και μετά»; «Θα βάλεις άλλους να δουλέψουν και συ θα κάααθεσαι», «Μα και τώρα τι κάνω;». Ποιο είναι όμως το κοινό όραμα και των δύο; Προφανώς η σχόλη. Και το έχουν πετύχει μάλλον και οι δύο από τη σκοπιά που το βλέπει ο καθένας τους.
α) Όσον αφορά στην βιολογία του:
1) Όντας στην ουσία ο άνθρωπος ένας «έξυπνος χιμπατζής» με μεγάλο εγκέφαλο, διακρίνεται για την περιέργεια απέναντι σε αυτά που τον περιτριγυρίζουν(άρα του αρέσει η έρευνα και ο διαλογισμός πάνω σε αυτά), για την τάση για κατασκευές, βελτιώσεις και δημιουργικό παιγνίδι, την ανάγκη για χρήση ενέργειας και υλικών από το περιβάλλον γύρω του, ώστε να επιβιώνει ο ίδιος και ταυτόχρονα να αναπαράγεται.
2) Επιπλέον όλοι οι άνθρωποι δεν είναι ίδιοι μεταξύ τους-όπως συμβαίνει και στα είδη των ζώων άλλωστε- και άλλος χρειάζεται περισσότερη ενέργεια από κάποιους άλλους, άλλος πολλαπλασιάζεται περισσότερο και άλλος λιγότερο, άλλοι είναι πιο εφευρετικοί, πιο επιδέξιοι ή έξυπνοι, πιο περίεργοι ή δημιουργικοί από άλλους κ.λπ. Λόγω της καταγωγής μας από τα πρωτεύοντα, έχουμε όμως την τάση να οργανώνουμε τη ζωή μας σε ομάδες. Επιδιώκουμε τη συλλογικότητα, τη συνεργασία και αλληλεγγύη σε σχέση με τους εξωτερικούς παράγοντες που επιδρούν στο συλλογικό τρόπο ζωής μας.
3) Έχει διαπιστωθεί πάλι από τη βιολογία ότι, ενώ τα άτομα μπορεί να διαφέρουν μεταξύ τους, μεγαλύτερες ομάδες ανθρώπων είναι σε μεγάλο βαθμό ίδιες. Ενώ δηλαδή αν συγκρίνει κανείς δύο τυχαία άτομα από μια μάζα ανθρώπων μπορεί να διαφέρουν πολύ, αν συγκρίνει δύο τυχαίες μεγάλες ομάδες ανθρώπων σαν ολότητες, τότε διαπιστώνει ότι είναι γενικά πολύ όμοιες. Όσο πιο μεγάλες είναι αυτές οι ομάδες αριθμητικά, τόσο μεγαλύτερη πιθανότητα έχουν να είναι ίδιες σε σχέση με τα γενικά χαρακτηριστικά τους και να αποτελούνται κατά μέσο όρο από άτομα ίδιας περιέργειας-εφευρετικότητας -δημιουργικότητας- ευφυίας-δυναμικότητας, ίδιων ικανοτήτων-δεξιοτήτων κ.λπ.
Οι τρεις παραπάνω βιολογικές παρατηρήσεις που αφορούν σε όλο το ανθρώπινο είδος, οδηγούν και στο συμπέρασμα ότι έπαιξαν και μεγάλο ρόλο στην ιστορική-πολιτιστική εξέλιξη του ανθρώπου. Δεν εξηγούν όμως από μόνες τους αυτή την εξέλιξη. Πρέπει να λάβουμε υπόψη και την κοινωνιολογία των ανθρώπινων κοινοτήτων.
β) Όσον αφορά στη κοινωνιολογία[1] του
Η κοινωνιολογία μπορεί να εξηγήσει τις αιτίες, αλλά και τα επακόλουθα των κοινωνικοπολιτιστικών εξελίξεων του ανθρώπου. Είναι σημαντικό πράγμα το ότι είμαστε π.χ. εφευρετικά όντα, αλλά είναι πολλαπλάσια σημαντικό το ότι μια ιδέα κάποιου από μας μπορεί να δημιουργήσει «σχολή» ή να γίνει «καταλύτης» και να αλλάξει την κοινότητά του ή την κοινωνία ολόκληρη, να δημιουργήσει αυτό που γενικά έχουμε ονομάσει-αισιοδοξώντας βέβαια- «κοινωνική πρόοδο». Επίσης τα ατομικά κίνητρα για άνεση με λιγότερη προσπάθεια-εργασία, για κατοχή και κατανάλωση ή για ασφάλεια, οδηγούν σε πολλαπλασιασμένη κοινωνική πίεση προς αυτή τη κατεύθυνση. Η επιδίωξη των ατόμων να εφευρίσκουν κάθε φορά που κάνουν κάτι τον ευκολότερο, τον επιτυχέστερο και τον πιο σίγουρο τρόπο, οδηγούσε και οδηγεί τις ανθρώπινες κοινωνικές ομάδες σε αλλαγές και τις κοινωνίες σε βελτίωση κατά τη διάρκεια της ιστορικής τους εξέλιξης, γιατί επιδρά στον γενικότερο τρόπο ζωής και την οργάνωσή του στα πλαίσιά τους. Από κει και πέρα για μια ιστορική περίοδο όπου επικρατεί ένα συγκεκριμένο τέτοιο πλαίσιο δημιουργείται και ένα αντίστοιχο αξιακό σύστημα που το αναπαράγει, έως ότου αλλάξει με τη σειρά του. Το κάθε αξιακό σύστημα επιδρά, διαμορφώνει και εξελίσσει και τον αντίστοιχο ανθρωπολογικό τύπο προσθέτοντας στα βιολογικά και επίκτητα πολιτιστικά στοιχεία. Έτσι έχουμε πάνω στο βιολογικό του υπόβαθρο ένα κοινωνικό μανδύα και μιλάμε για τον κοινωνικοπολιτικό άνθρωπο(που για πρώτη φορά εμφανίζεται στις αρχαίες ελληνικές πόλεις. Έχουμε δηλαδή την εμφάνιση του πολιτικού ανθρώπου, σαν ανθρωπολογικού τύπου, ο οποίος ασχολείται με τα κοινά, την πολιτική και την εξουσία. Αριστοτέλης: άνθρωπος «ζώο πολιτικό»).
Όμως υπάρχει ένα παράδοξο της εξέλιξης: ενώ υποτίθεται διευκολύνει τη ζωή των ανθρώπων και τη βελτιώνει σε σχέση με τους φυσικούς καταναγκασμούς και την υπάρχουσα κάθε φορά κοινωνική κατάσταση, επειδή έχει σαν ταυτόχρονο αποτέλεσμα την επιβάρυνση ή τη μείωση των διαθέσιμων πόρων(πνευματικών ή υλικών ή κοινωνικών), οδηγεί σε ολοένα και μεγαλύτερη προσπάθεια για την επίλυση καινούργιων προβλημάτων. Κάθε ατομική ή κοινωνική επιτυχία παράγει σχεδόν πάντα μεγαλύτερες ανάγκες και αίσθημα ανικανοποίησης. Από ένα σημείο και μετά μάλιστα παράγει και βουλιμία-απληστία σε άτομα και κοινωνικές ομάδες.
Δημιουργεί επίσης καινούργιες προκλήσεις που ζητούν λύσεις. Η επίλυσή τους στη συνέχεια δημιουργούν νέα προβλήματα προς επίλυση κ.ο.κ. Στην αέναη αυτή διαδικασία τα άτομα, οι κοινωνικές ομάδες και οι κοινωνίες φαίνεται σαν να μη μπορούν να πιάσουν ποτέ τους στόχους και τις επιθυμίες από τις οποίες κινητοποιούνται, δηλαδή της άνεσης, της ήσσονος προσπάθειας (τεμπελιάς)και της ασφάλειας για το μέλλον, που εκφράζουν το ιδεώδες της ευτυχίας του χαμένου «παραδείσου». Ιδίως στο στάδιο του καπιταλισμού, όπου οι επιθυμίες σε μεγάλο βαθμό είναι κατασκευές του καταναλωτισμού, τα μεν άτομα μετατρέπονται σε οικονομικώς δρώντα υποκείμενα, οι δε κοινωνίες σε οικονομίστικες με απώτερο στόχο τη μεγιστοποίηση της απόδοσης. Η οποία με τη σειρά της οδήγησε στην αναγκαιότητα για όλο και μεγαλύτερη εξειδίκευση και πολύπλοκη τεχνολογία.
Ιδίως στον καπιταλισμό λοιπόν- γιατί σε ένα βαθμό συνέβαινε και παλιότερα- οι άνθρωποι χωρίσθηκαν σε ειδικούς και σε ανειδίκευτους σε όλους τους τομείς της οικονομικής-κοινωνικής-πολιτικής δραστηριότητας. Και οι δύο κατηγορίες έκαναν τον άνθρωπο φτωχότερο σαν ον. Γιατί ο μεν ειδικευμένος έχει αναπτύξει στο έπακρο μια συγκεκριμένη δεξιότητά του, παραμελώντας όλες τις άλλες δυνατότητές του, ο δε ανειδίκευτος έχει παραμελήσει όλες τις δεξιότητές του ώστε να γίνει άκριτος αποδέκτης των ιδεών και της πρακτικής-άρα έρμαιο- των ειδικών. Ο ειδικός γίνεται ένα μονοδιάστατο ανθρώπινο υποκείμενο που δεν σκέπτεται ούτε δρα σφαιρικά, ο ανειδίκευτος ένα ασπόνδυλο «υποζύγιο» και «καταναλωτής» των επιτευγμάτων του πρώτου, χωρίς κριτική σκέψη και δράση. Αυτή η εξέλιξη των ατόμων-που είναι κυρίως πολιτισμική και άρα επίκτητη- επιδρά διαλεκτικά με τη σειρά της και στο αξιακό σύστημα και στο πολιτισμικό πρότυπο και στα πλαίσια του καπιταλιστικού κοινωνικού σχηματισμού δημιουργήθηκε ο ιδιαίτερος τύπος του «νεωτερικού ανθρώπου». Του ανθρώπου που σχεδόν με θρησκευτικό ζήλο πιστεύει ότι μπορεί, με τη βοήθεια της επιστήμης και της τεχνολογίας, να φτιάξει έναν τεχνητό κόσμο, ελεγχόμενο απόλυτα από αυτόν, να κλειστεί μέσα σ’ αυτόν και να αφήσει απέξω τη Φύση(Νέα θρησκεία του τεχνολογικού μεσσιανισμού: η πίστη ότι η επιστήμη και η τεχνολογία θα λύσουν όλα τα προβλήματα του ανθρώπου).
Θα πρέπει να σταθούμε λίγο στο πολιτικό τομέα του κοινωνικού. Ο άνθρωπος έζησε χιλιετηρίδες ολόκληρες ευτυχισμένος στις αρχαϊκές κοινωνίες, που υπήρξαν οι πρώτες κοινωνίες της «αφθονίας»(από αυτές και ο μύθος του «παραδείσου»).Από κει και μετά προσπάθησε να πετύχει το «ευ ζειν» και την χειραφέτησή του με τη δημιουργία της Πόλεως στην κλασσική ελληνική αρχαιότητα(σε αντιδιαστολή με τις τότε «Δεσποτείες»). Αποκτώντας το χαρακτηριστικό του πολίτη και συμμετέχοντας αμεσοδημοκρατικά στα «κοινά», επεδίωξε την ελευθερία και την ενοποίηση των κοινωνικών και πολιτικών χαρακτηριστικών του στην έννοια του Πολίτη, προερχόμενος από τον «οίκο», που του εξασφάλιζε το ζειν (αποδεχόμενος κάποιους καταναγκασμούς για την ικανοποίηση των βιοτικών αναγκών).
Στις αστικές κοινωνίες αργότερα(και στα πλαίσια των αστικών κρατών με κοινοβουλευτική διακυβέρνηση), ο άνθρωπος διχάζεται σε δύο βασικές υπάρξεις στον ιδιώτη από τη μια, και στον πολίτη από την άλλη. Τον περισσότερο καιρό κυριαρχεί η πλευρά του ιδιώτη(κεφαλαιούχος, εργάτης, αυτοαπασχολούμενος, άνεργος, ατομικός καταναλωτής με ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, ανταγωνιστής και ένας εναντίον όλων κ.λπ.). Σπάνια επικρατεί η πλευρά του πολίτη, η οποία εκχωρείται μέσω των εκλογών σε εκπροσώπους «ειδικούς της πολιτικής» ή τους «πατέρες του έθνους» δια του συστήματος διαμεσολάβησης των κομμάτων.
Στις μεταμοντέρνες κοινωνίες των καιρών μας ο άνθρωπος έχει διασπασθεί σε περισσότερες υπάρξεις σε σχέση με το πώς αντιλαμβάνεται τα κοινωνικοπολιτικά πράγματα. Έχει αποκτήσει μια «θρυμματισμένη» συνείδηση ο άνθρωπος των «αναπτυγμένων» κοινωνιών. Αποσύνθεση της προσωπικότητας και έρμαιο των συστημάτων και των αγορών. Άλλος εαυτός σαν εργαζόμενος, άλλος σαν παραγωγός, άλλος σαν καταναλωτής, άλλος σαν πολίτης κ.λπ. Ειδικά από τη δεκαετία του 1960 και μετά, όπου στον χώρο «του ιδιώτη» εισβάλει η βιομηχανία της εικόνας-θεάματος, ζεί σε μεγάλο βαθμό σε μια κατασκευασμένη εικονική πραγματικότητα και αυτό που τον ενοποιεί σαν άτομο είναι το χαρακτηριστικό του θεατή-καταναλωτή.
Μελετώντας κανείς την εξέλιξη της προόδου-ανάπτυξης από τη σκοπιά της ανθρώπινης ευημερίας- ευζωίας, δεν είναι σίγουρος ότι ένα επόμενο στάδιο προόδου-ανάπτυξης και πολυπλοκότητας φέρνει πιο γρήγορα και πιο συχνά την ανθρωπότητα κοντά στην «ευτυχία», από ό,τι τη φέρνει η απλότητα και ένα προηγούμενο τέτοιο στάδιο. Αν η πρόοδος-ανάπτυξη δεν είχε γίνει ιδεολογία και δεν είχε μετατραπεί σε «πρόοδο-ανάπτυξη», πιθανά η ανθρωπότητα να εξακολουθούσε να νοηματοδοτείται με αξίες που είχε σε προηγούμενα στάδια από το σημερινό[2]. Η ιδεολογία όμως της ανάπτυξης χρησιμοποιήθηκε πάντα από τις κυρίαρχες τάξεις για να κερδίζει τη συναίνεση των κυριαρχούμενων(κυρίως σε φαντασιακό επίπεδο).
Αν δεν απαλλαγούμε από αυτήν την ιδεολογία θα είναι δύσκολο να αποφασίσουμε και σαν άτομα και σαν κοινωνίες, πότε και πως μπορούμε να απαλλαγούμε από το αίσθημα του ανικανοποίητου. Επειδή όμως φορέας αυτής της ιδεολογίας ήταν πάντα η κυρίαρχη κοινωνική ομάδα σε κάθε κοινωνία, για να απαλλαγούμε από αυτήν, θα πρέπει παράλληλα να απαλλαγούμε και από τις κυρίαρχες ελίτ των σημερινών καπιταλιστικών κοινωνιών. Γιατί αυτές με την απληστία-βουλιμία για οικονομική και πολιτική δύναμη και την ανικανότητά τους να προνοήσουν ακόμα και για τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά τους, μπορεί να μας οδηγήσουν στην ίδια τη κατάρρευση των συνθηκών της ύπαρξης και της επιβίωσής μας συνολικά.
γ) Όσον αφορά στην οικογεωγραφία του («εντοπιότητά» του)
Η γεωγραφία έχει επιδράσει και αυτή με τη σειρά της στην εξέλιξη του ανθρώπινου όντος, ίσως όχι τόσο σημαντικά όσο η βιολογία και η κοινωνιολογία του, αλλά οπωσδήποτε με επίκτητο τρόπο. Πολλές φορές μάλιστα οι ειδικές τοπικές συνθήκες έχουν δώσει και ιδιαίτερα βιολογικά χαρακτηριστικά, όπως στο χρώμα, στον σωματικό τύπο, στην ομάδα αίματος κ.λπ.
Η ιστορία της ανθρώπινης εξέλιξης έχει περιγραφεί μέχρι τώρα με ιδιαίτερο «εντοπισμένο» τρόπο, αναφερόμενη σε διαφορετικούς πολιτισμούς που είχαν σχέση όχι μόνο την βιολογική και ιστορικο-κοινωνιολογική εξέλιξη, αλλά και με τα οικο-γεωγραφικά χαρακτηριστικά της περιοχής όπου αναπτυσσόταν ο κάθε πολιτισμός.
Η βιολογία και η κοινωνιολογία εξηγούσαν και εξηγούν τα κοινά χαρακτηριστικά των ανθρώπινων όντων και η οικογεωγραφία τις διαφορετικότητες και τον πλουραλισμό των ανθρωπολογικών τύπων. Οι οικογεωγραφικοί παράγοντες οδήγησαν και οδηγούν και σε αντίστοιχες βιολογικές-κοινωνικές εξελίξεις, αλλά βέβαια δεν είναι οι καθοριστικοί παράγοντες για τη διαμόρφωση των ανθρωπολογικών τύπων. Αυτό που επικαθορίζει το είδος είναι η βιολογία και η κοινωνιολογία του, ενώ η οικογεωγραφία επιδρά συμπληρώνοντας και όχι αποφασίζοντας για την εξέλιξή του. Εξηγεί έτσι γιατί δευτερευόντως αναπτύχθηκαν ιδιαίτεροι ανθρώπινοι πολιτισμοί σε διαφορετικών γεωγραφικών συνθηκών περιοχές της γης(π.χ. Νέα Γουινέα, Ινδία, Πακιστάν, Μεσόγειος, Σαχάρα, Μεξικό ή Περού)
Παράδειγμα: η εξημέρωση φυτών και ζώων ξεκίνησε εκεί που υπήρχαν ευνοϊκές οικογεωγραφικές συνθήκες(π.χ. στους πρόποδες του Ταύρου και μεταξύ του Τίγρη και Ευφράτη στα δυτικά της Ευρασίας, γύρω στο 9500 π.Χ.) και οδήγησε στη μετατροπή του συλλέκτη-κυνηγού σε αγρότη-εκτροφέα, αλλά η βιολογία της ομάδας οδήγησε στο αποφασιστικό βήμα της δημιουργίας των οικισμών καταρχήν και στην αναπαραγωγή της ζωής μέσα σε σταθερά φυσικά οικοσυστήματα και στη συνέχεια το είδος της κοινωνικής οργάνωσης που δημιουργήθηκε οδήγησε στην ατομική ιδιοκτησία γης και ζώων και στον επακόλουθο «δυτικό πολιτισμό», ακολουθώντας μια δυτική διαδρομή στον πλανήτη(Αίγυπτος, Μεσόγειος, Δυτ. Ευρώπη, Αμερική). Αντίστοιχα οι ευνοϊκές συνθήκες στα ανατολικά της Ευρασίας, μεταξύ του Κίτρινου ποταμού και του Γιανκτσέ –γύρω στο 7500 π.Χ. -οδήγησαν σε κοινωνίες «ανατολικού» τύπου και στον «ανατολικό» πολιτισμό.
Σήμερα μιλάμε για «δυτικές» κοινωνίες και «δυτικό» πολιτισμό,-που πάει να κυριαρχήσει και στην «ανατολή»- για να περιγράψουμε τις εξελίξεις που είχαμε μετά τις «ανακαλύψεις», τις «κατακτήσεις» και την επέκταση προς τη Δύση. Επίσης για «Βορρά» και «Νότο» για να περιγράψουμε το είδος της «ανάπτυξης» ή «υποανάπτυξης», μιλώντας για τον κοινωνιολογικό τύπο του «μηρμηγκιού»(εργατικού) του Βορρά(που «δουλεύει και αποταμιεύει» για τις δύσκολες μέρες του «χειμώνα») και για τα «τζιτζίκια» του καλοκαιριού του Νότου(τα «τεμπέλικα» που τραγουδάνε ευχαριστημένα και το χειμώνα «τρώνε» από τα αποθέματα των βόρειων μυρμηγκιών). Η κυρίαρχη δηλαδή ιδεολογία των ελίτ, επειδή τις συμφέρει από κοινωνιο-πολιτική άποψη, μετατρέπει έναν δευτερεύοντα συμπληρωματικό οικογεωγραφικό παράγοντα σε καθοριστικό για τις εξελίξεις της κρίσης που περνά ο καπιταλισμός σήμερα. Ώστε να μην αποκαλύπτεται ο καθοριστικός παράγοντας που είναι το είδος της κυρίαρχης «ανάπτυξης και προόδου», η οποία οδηγεί σε αυτή τη παγκόσμια συστημική του κρίση, επειδή ακριβώς έχει παγκοσμιοποιηθεί. Ο παγκόσμιος καπιταλισμός επιδιώκει με την επεκτατική-αναπτυξιακή ιδεολογία του, τους μηχανισμούς των αγορών και το καθεστώς της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας-σαν απάντηση στα αυταρχικά καθεστώτα της «Ανατολής»- την «ομογενοποίηση» του κόσμου στη βάση του αξιακού του συστήματος, του πολιτισμικού του προτύπου και του τρόπου ζωής και κατανάλωσης που έχει προωθήσει. Χρησιμοποιώντας την τεχνόσφαιρα και ομογενοποιώντας τις διαφορετικότητες, θέλει να δημιουργήσει –και σε ένα μεγάλο βαθμό το έχει καταφέρει-έναν ενιαίο ανθρωπολογικό τύπο, που θα έχει τα επίκτητα χαρακτηριστικά του εγωισμού-ατομισμού, της βουλιμίας-απληστίας, της ζήλιας-ανταγωνισμού, της ανευθυνότητας για τους άλλους, της επιδίωξης μόνο οικονομικού αποτελέσματος κ.λπ. Έχει μετατρέψει το βιολογικό ον homo sapiens στο πολιτιστικό είδος homo economicus.
Προφανώς και υπάρχει εντοπισμένη αντίσταση «στους μαχαλάδες» του «παγκόσμιου χωριού». Σήμερα γίνεται αρκετά αντιληπτό «στους μαχαλάδες» ότι αυτός ο ενιαίος -από το κέντρο προωθούμενος- ανθρωπολογικός τύπος με «θρυμματισμένη» κοινωνική συνείδηση και έρμαιο των συστημάτων και των αγορών, αν επικρατήσει, θα οδηγήσει σε μεγάλες καταστροφές στο μέλλον. Όχι μόνο των ευνοϊκών οικογεωγραφικών συνθηκών για τη διατήρηση-αναπαραγωγή των άλλων μορφών ζωής, αλλά και σε καταστροφή της βιολογικής και κοινωνικής ύπαρξης των μελλοντικών γενιών του ίδιου του ανθρώπου.
[1] Με τον όρο δεν εννοούμε την επιστήμη της κοινωνιολογίας, αλλά ό,τι προκύπτει από την κοινωνικά οργανωμένη ζωή των ανθρώπινων κοινοτήτων και την οικονομική, πολιτιστική και πολιτική της βάση .
[2] Τα εισαγωγικά στο «πρόοδος-ανάπτυξη» σημαίνουν ότι μπορεί κάτι σήμερα να θεωρείται πρόοδος ή ανάπτυξη και στην ουσία να αποδειχθεί μετά ότι δεν είναι κάτι τέτοιο, αλλά οπισθοδρόμηση σε σχέση με την γενικότερη εξέλιξη. Όσον αφορά στα στάδια και την επιδιωκόμενη ευτυχία: είναι χαρακτηριστικό το ανέκδοτο που περιγράφει τις νουθεσίες του «αναπτυγμένου πλούσιου» τουρίστα προς τον ντόπιο «υπανάπτυκτο φτωχό»: «γιατί κάθεσαι και τεμπελιάζεις»; «τι μου προτείνεις σαν καλύτερο»; «Να δουλέψεις και να γίνεις πλούσιος». «Και μετά»; «Θα βάλεις άλλους να δουλέψουν και συ θα κάααθεσαι», «Μα και τώρα τι κάνω;». Ποιο είναι όμως το κοινό όραμα και των δύο; Προφανώς η σχόλη. Και το έχουν πετύχει μάλλον και οι δύο από τη σκοπιά που το βλέπει ο καθένας τους.