Γιώργος Ν. Οικονόμου*
Η «Φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας» (εφεξής ΦΘΚ), που καθιέρωσε τον συγγραφέα της ως έναν μεγάλο στοχαστή, είναι από τα σημαντικότερα φιλοσοφικά έργα του 20ού αιώνα. Οταν κυκλοφόρησε (1975) χαρακτηρίστηκε «πνευματικός Μάης του ’68». Στις πεντακόσιες πυκνογραμμένες σελίδες της οικοδομείται μια καινούργια αντίληψη για τον άνθρωπο, την Ιστορία και την κοινωνία, μια καινούργια οντολογία. Για να οικοδομηθεί όμως αυτή έπρεπε πρώτα να ανατρέψει τις βασικές θέσεις της κληρονομημένης ελληνοδυτικής σκέψης, από τις απαρχές της στην αρχαία Ελλάδα και, διά μέσου των Καντ, Χέγκελ και Μαρξ, να φτάσει έως τον Χάιντεγκερ, τις θεωρίες των στρουκτουραλιστών και των φονξιοναλιστών του 20ού αιώνα.
Η μελέτη της ΦΘΚ είναι σημαντική, όχι για μουσειακούς ή ιστορικούς λόγους, αλλά για ουσιαστικούς, αφού οι αναλύσεις της δεν έχουν απολέσει το παραμικρό από τη δύναμή τους και την ικανότητά τους για κατανόηση της πραγματικότητας και της ιδεολογικής της εικόνας. Τα κύρια αντικείμενα του βιβλίου είναι η Ιστορία, η κοινωνία και η κοινωνική-ιστορική θέσμιση. Τα ζητήματα αυτά έχουν τεράστια σημασία για την πολιτική αντίληψη των ανθρώπων, την πολιτική τους χειραφέτηση και το πράττειν τους, για τη συγκρότηση ενός απελευθερωτικού δημοκρατικού προτάγματος.
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου (1965) ο Κορνήλιος Καστοριάδης ασκεί κριτική στη θεωρία του Μαρξ και ανασκευάζει τις εσφαλμένες αντιλήψεις του, που επικράτησαν επί δεκαετίες και καθόρισαν την πολιτική σκέψη και πρακτική. Aποδεικνύει πως ο «ιστορικός υλισμός» είναι ανίκανος να κατανοήσει την κοινωνία και την Ιστορία, διότι συνδέει μηχανικώς τις τεχνικο-οικονομικές συνθήκες με τη δημιουργία της κοινωνίας και των θεσμών, θεωρεί την ανάπτυξη της τεχνικής και της οικονομίας ως κινητήρα της Ιστορίας, καταλήγοντας έτσι σε έναν ατελέσφορο οικονομισμό, αφού αποκλείει τον ανθρώπινο παράγοντα.
Ενα άλλο αρνητικό σημείο της μαρξικής θεωρίας είναι η απολυτοποίηση των λογικών κατηγοριών που εισήγαγε για να αναλύσει την κοινωνία του 19ου αιώνα. Επέβαλε δηλαδή σε όλες τις προηγούμενες ιστορικές περιόδους τις κατηγορίες αυτές και κυρίως τον οικονομικό παράγοντα. Νόμιζε έτσι ο Μαρξ πως ανακάλυπτε τους «νόμους» της Ιστορίας. Αμεση συνέπεια ήταν η απολυτοποίηση της θεωρίας και ο εγκλωβισμός της πραγματικότητας σ’ αυτήν: αντί να συμβάλει στον μετασχηματισμό του κόσμου και όχι στην ερμηνεία του (όπως ήθελε ο Μαρξ στην 11η θέση για τον Φόιερμπαχ), η θεωρία κατάντησε μία ερμηνεία, και μάλιστα η μοναδική «αληθινή» ερμηνεία του κόσμου, η οποία διαβεβαιώνει πως ο κόσμος πρέπει να μετασχηματιστεί προς την κατεύθυνση που η μαρξική θεωρία ορίζει (θεωρητικοκρατία). Ετσι η πολιτική μετατράπηκε σε τεχνική υπόθεση των κομματικών γραφειοκρατών.
Εν συνεχεία ο Καστοριάδης προσπαθεί να απελευθερώσει τη θεωρία και την πράξιν από τα ιδεολογικά δεσμά του μαρξισμού, να τους ξαναδώσει τη ζωντάνια και τη δύναμη, προκειμένου να γίνει δυνατός ένας νέος στοχασμός για την κοινωνία, την Ιστορία και την πολιτική. Ειδικώς, διασαφηνίζει τους όρους που αποτέλεσαν το ιερό πιστεύω των μαρξιστών και των κομμουνιστών, όπως «επανάσταση» και «σοσιαλισμός», και τους δίνει ένα ειδικό νόημα που δεν έχει καμία σχέση με το νόημα που είχαν την εποχή εκείνη (δεκαετίες ’50 και ’60), ούτε με το αγοραίο νόημα που έχουν σήμερα, στην ιδεολογία των σοσιαλιστικών, κομμουνιστικών ή αριστερίστικων σχηματισμών.
Στο μεταγενέστερο δεύτερο μέρος του βιβλίου, οι επίμαχοι όροι έχουν απαλειφθεί και αντικατασταθεί από άλλους. Ηδη από τη δεκαετία του 1950 ο Καστοριάδης έχει συλλάβει και επεξεργαστεί την έννοια της αυτοοργάνωσης, της αυτοκυβέρνησης και της αυτονομίας των ανθρώπων, δηλαδή την άμεση δημοκρατία, την οποία αντιπαραθέτει στις ολιγαρχικές γραφειοκρατίες Ανατολής και Δύσεως.
Στη βάση αυτή η κοινωνική-ιστορική θέσμιση είναι αποτέλεσμα του ανθρωπίνου πράττειν, οπότε το ερώτημα που εγείρεται είναι: Πού στηρίζεται αυτό το πράττειν; Σε αυτό το βασικό ερώτημα προσπαθεί να απαντήσει η ΦΘΚ εισάγοντας μια νέα οντολογία με κύριο άξονα τη φαντασία, το ριζικό φαντασιακό, το οποίο είναι στη βάση κάθε ανθρώπινης δημιουργίας -από το άτομο και την ψυχή έως την κοινωνία και την Ιστορία.
Ετσι η κοινωνία είναι αυτοθέσμιση, και δη φαντασιακή, με την έννοια ότι η ίδια δημιουργεί το είναι της όχι ορθολογικώς ή αντιγράφοντας την πραγματικότητα, αλλά επινοώντας και δημιουργώντας καινούργιες μορφές και θεσμούς που δεν είχαν προϋπάρξει πουθενά αλλού. Ομοίως η Ιστορία είναι ποίησις, γένεση οντολογική νέων ειδών, νέων μορφών, δημιουργία «εκ του μηδενός» –χωρίς αυτό να σημαίνει δημιουργία «εντός του μηδενός» και «με το μηδέν». Η κοινωνία και η Ιστορία είναι ανθρώπινες φαντασιακές δημιουργίες και όχι αποτελέσματα αδήριτων ιστορικών νόμων.
Με τον τρόπο αυτό ο Καστοριάδης προβαίνει στην ανάδειξη ενός νέου οντολογικού τρόπου τού είναι, του κοινωνικού-ιστορικού, που είναι δημιούργημα του κοινωνικού φαντασιακού, της θεσμίζουσας κοινωνίας και συγκροτείται από τις κοινωνικές φαντασιακές σημασίες. Αυτές δημιουργούν τους θεσμούς, την οργάνωση και τη συνοχή της κοινωνίας. Οι κοινωνικές φαντασιακές σημασίες αποτελούν οντολογικές δημιουργίες οι οποίες δεν μπορεί να εξηγηθούν με βάση τις κατηγορίες της κληρονομημένης σκέψης, δηλαδή τις κατηγορίες της καθοριστικότητας, της αιτιότητας και της λογικής συναγωγής.
Τα μόνα σχήματα και εργαλεία που έχει η σκέψη αυτή για να συλλάβει το κοινωνικό-ιστορικό είναι το υποκείμενο (συνείδηση), το αντικείμενο (πράγμα) και η έννοια (ιδέα). Γι’ αυτό και η σκέψη αυτή στάθηκε ανίκανη να συλλάβει τον ιδιαίτερο τρόπο τού είναι του. Το κοινωνικό-ιστορικό δεν είναι ούτε υποκείμενο, ούτε πράγμα ούτε έννοια, αλλά ούτε και σύνολο υποκειμένων, πραγμάτων ή εννοιών -είναι μάγμα κοινωνικών φαντασιακών σημασιών. Αυτήν τη φαντασιακή διάσταση υποτίμησε και ακρωτηρίασε η κληρονομημένη σκέψη από την αρχαιότητα έως τον 20ό αιώνα, διότι εξέλαβε τη σκέψη μόνο υπό μία διάσταση, την ορθολογική, υποταγμένη στον Λόγο.
Η φαντασιακή διάσταση ως δυνατότητα ταυτοχρόνως και του ατόμου και του κοινωνικού-ιστορικού ανοίγει τον ορίζοντα στη δημιουργία, είτε προς το καλύτερο είτε προς το χειρότερο. Η θέση αυτή υποστηρίζεται από την ανάλυση του χρόνου ως δημιουργία, ως δημιουργία του άλλου, της ετερότητας και όχι ως απλή διαδοχή καθορισμένων οντοτήτων, όπως ήταν στην κληρονομημένη σκέψη. Αυτή τη φιλοσοφική διάσταση συμπληρώνει η ΦΘΚ με την κοινωνιολογική-ψυχαναλυτική ανάλυση για το πώς θεσμίζεται ιστορικώς το άτομο, για το πώς συμβαίνει ο εκ-κοινωνισμός της ψυχής, που αφορούν την ατομική φαντασία.
Εδώ βρίσκεται ακόμη μία ιδιαίτερη συμβολή του Καστοριάδη, διότι αναπτύσσει περαιτέρω τη θεωρία της μετουσίωσης που είχε ξεκινήσει ο Φρόιντ. Η μετουσίωση είναι η διαδικασία με την οποία η ψυχή εξαναγκάζεται να αντικαταστήσει τις δικές της ενορμήσεις και επιθυμίες με αντικείμενα που υπάρχουν μέσα στην κοινωνική θέσμιση, να «επενδύσει» δηλαδή σε κοινωνικές και ιστορικές σημασίες.
Οι αναλύσεις της ΦΘΚ προσφέρουν έναν άλλον τρόπο τού είναι, που δεν είναι ούτε άτακτο χάος, ούτε πλήρως και καλώς καθορισμένο σύνολο, ούτε ουσία ή σύστημα ουσιών. Είναι μάγμα κοινωνικών φαντασιακών σημασιών με χαρακτηριστικά το άνοιγμα και τη ρήξη, που κάνουν δυνατή τη δημιουργία μιας άλλης κοινωνίας, μιας αυτόνομης κοινωνίας, αφού αυτή εξαρτάται από τη θέληση, από τη δράση και τη φαντασία των ανθρώπων, από την κοινωνική συλλογικότητα που δύναται να θέσει το δημοκρατικό πρόταγμα.
Και εδώ βρίσκεται μια σημαντική πλευρά που αναδεικνύει ο Καστοριάδης: η πράξις, η οντοπραξία. Η δημοκρατία, όπως και η φιλοσοφία, αμφισβητεί το ιερό και το θέσφατο, το δεδομένο, το θεσμισμένο και το κυρίαρχο. Αυτή είναι η πρώτη και η ιδρυτική πράξη της ελευθερίας. Αυτή όμως είναι αδιανόητη χωρίς την απελευθέρωση από κλειστές θεωρίες και εσχατολογικές ιδεολογίες. Είναι αδύνατη χωρίς απαλλαγή από μεταφυσικές αντιλήψεις και θρησκευτικές αυταπάτες ανταμοιβής μετά θάνατον, χωρίς απεγκλωβισμό από κόμματα, γραφειοκρατίες και αντιπροσωπεύσεις.
*δρος Φιλοσοφίας και συγγραφέα
Η «Φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας» (εφεξής ΦΘΚ), που καθιέρωσε τον συγγραφέα της ως έναν μεγάλο στοχαστή, είναι από τα σημαντικότερα φιλοσοφικά έργα του 20ού αιώνα. Οταν κυκλοφόρησε (1975) χαρακτηρίστηκε «πνευματικός Μάης του ’68». Στις πεντακόσιες πυκνογραμμένες σελίδες της οικοδομείται μια καινούργια αντίληψη για τον άνθρωπο, την Ιστορία και την κοινωνία, μια καινούργια οντολογία. Για να οικοδομηθεί όμως αυτή έπρεπε πρώτα να ανατρέψει τις βασικές θέσεις της κληρονομημένης ελληνοδυτικής σκέψης, από τις απαρχές της στην αρχαία Ελλάδα και, διά μέσου των Καντ, Χέγκελ και Μαρξ, να φτάσει έως τον Χάιντεγκερ, τις θεωρίες των στρουκτουραλιστών και των φονξιοναλιστών του 20ού αιώνα.
Η μελέτη της ΦΘΚ είναι σημαντική, όχι για μουσειακούς ή ιστορικούς λόγους, αλλά για ουσιαστικούς, αφού οι αναλύσεις της δεν έχουν απολέσει το παραμικρό από τη δύναμή τους και την ικανότητά τους για κατανόηση της πραγματικότητας και της ιδεολογικής της εικόνας. Τα κύρια αντικείμενα του βιβλίου είναι η Ιστορία, η κοινωνία και η κοινωνική-ιστορική θέσμιση. Τα ζητήματα αυτά έχουν τεράστια σημασία για την πολιτική αντίληψη των ανθρώπων, την πολιτική τους χειραφέτηση και το πράττειν τους, για τη συγκρότηση ενός απελευθερωτικού δημοκρατικού προτάγματος.
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου (1965) ο Κορνήλιος Καστοριάδης ασκεί κριτική στη θεωρία του Μαρξ και ανασκευάζει τις εσφαλμένες αντιλήψεις του, που επικράτησαν επί δεκαετίες και καθόρισαν την πολιτική σκέψη και πρακτική. Aποδεικνύει πως ο «ιστορικός υλισμός» είναι ανίκανος να κατανοήσει την κοινωνία και την Ιστορία, διότι συνδέει μηχανικώς τις τεχνικο-οικονομικές συνθήκες με τη δημιουργία της κοινωνίας και των θεσμών, θεωρεί την ανάπτυξη της τεχνικής και της οικονομίας ως κινητήρα της Ιστορίας, καταλήγοντας έτσι σε έναν ατελέσφορο οικονομισμό, αφού αποκλείει τον ανθρώπινο παράγοντα.
Ενα άλλο αρνητικό σημείο της μαρξικής θεωρίας είναι η απολυτοποίηση των λογικών κατηγοριών που εισήγαγε για να αναλύσει την κοινωνία του 19ου αιώνα. Επέβαλε δηλαδή σε όλες τις προηγούμενες ιστορικές περιόδους τις κατηγορίες αυτές και κυρίως τον οικονομικό παράγοντα. Νόμιζε έτσι ο Μαρξ πως ανακάλυπτε τους «νόμους» της Ιστορίας. Αμεση συνέπεια ήταν η απολυτοποίηση της θεωρίας και ο εγκλωβισμός της πραγματικότητας σ’ αυτήν: αντί να συμβάλει στον μετασχηματισμό του κόσμου και όχι στην ερμηνεία του (όπως ήθελε ο Μαρξ στην 11η θέση για τον Φόιερμπαχ), η θεωρία κατάντησε μία ερμηνεία, και μάλιστα η μοναδική «αληθινή» ερμηνεία του κόσμου, η οποία διαβεβαιώνει πως ο κόσμος πρέπει να μετασχηματιστεί προς την κατεύθυνση που η μαρξική θεωρία ορίζει (θεωρητικοκρατία). Ετσι η πολιτική μετατράπηκε σε τεχνική υπόθεση των κομματικών γραφειοκρατών.
Εν συνεχεία ο Καστοριάδης προσπαθεί να απελευθερώσει τη θεωρία και την πράξιν από τα ιδεολογικά δεσμά του μαρξισμού, να τους ξαναδώσει τη ζωντάνια και τη δύναμη, προκειμένου να γίνει δυνατός ένας νέος στοχασμός για την κοινωνία, την Ιστορία και την πολιτική. Ειδικώς, διασαφηνίζει τους όρους που αποτέλεσαν το ιερό πιστεύω των μαρξιστών και των κομμουνιστών, όπως «επανάσταση» και «σοσιαλισμός», και τους δίνει ένα ειδικό νόημα που δεν έχει καμία σχέση με το νόημα που είχαν την εποχή εκείνη (δεκαετίες ’50 και ’60), ούτε με το αγοραίο νόημα που έχουν σήμερα, στην ιδεολογία των σοσιαλιστικών, κομμουνιστικών ή αριστερίστικων σχηματισμών.
Στο μεταγενέστερο δεύτερο μέρος του βιβλίου, οι επίμαχοι όροι έχουν απαλειφθεί και αντικατασταθεί από άλλους. Ηδη από τη δεκαετία του 1950 ο Καστοριάδης έχει συλλάβει και επεξεργαστεί την έννοια της αυτοοργάνωσης, της αυτοκυβέρνησης και της αυτονομίας των ανθρώπων, δηλαδή την άμεση δημοκρατία, την οποία αντιπαραθέτει στις ολιγαρχικές γραφειοκρατίες Ανατολής και Δύσεως.
Στη βάση αυτή η κοινωνική-ιστορική θέσμιση είναι αποτέλεσμα του ανθρωπίνου πράττειν, οπότε το ερώτημα που εγείρεται είναι: Πού στηρίζεται αυτό το πράττειν; Σε αυτό το βασικό ερώτημα προσπαθεί να απαντήσει η ΦΘΚ εισάγοντας μια νέα οντολογία με κύριο άξονα τη φαντασία, το ριζικό φαντασιακό, το οποίο είναι στη βάση κάθε ανθρώπινης δημιουργίας -από το άτομο και την ψυχή έως την κοινωνία και την Ιστορία.
Ετσι η κοινωνία είναι αυτοθέσμιση, και δη φαντασιακή, με την έννοια ότι η ίδια δημιουργεί το είναι της όχι ορθολογικώς ή αντιγράφοντας την πραγματικότητα, αλλά επινοώντας και δημιουργώντας καινούργιες μορφές και θεσμούς που δεν είχαν προϋπάρξει πουθενά αλλού. Ομοίως η Ιστορία είναι ποίησις, γένεση οντολογική νέων ειδών, νέων μορφών, δημιουργία «εκ του μηδενός» –χωρίς αυτό να σημαίνει δημιουργία «εντός του μηδενός» και «με το μηδέν». Η κοινωνία και η Ιστορία είναι ανθρώπινες φαντασιακές δημιουργίες και όχι αποτελέσματα αδήριτων ιστορικών νόμων.
Με τον τρόπο αυτό ο Καστοριάδης προβαίνει στην ανάδειξη ενός νέου οντολογικού τρόπου τού είναι, του κοινωνικού-ιστορικού, που είναι δημιούργημα του κοινωνικού φαντασιακού, της θεσμίζουσας κοινωνίας και συγκροτείται από τις κοινωνικές φαντασιακές σημασίες. Αυτές δημιουργούν τους θεσμούς, την οργάνωση και τη συνοχή της κοινωνίας. Οι κοινωνικές φαντασιακές σημασίες αποτελούν οντολογικές δημιουργίες οι οποίες δεν μπορεί να εξηγηθούν με βάση τις κατηγορίες της κληρονομημένης σκέψης, δηλαδή τις κατηγορίες της καθοριστικότητας, της αιτιότητας και της λογικής συναγωγής.
Τα μόνα σχήματα και εργαλεία που έχει η σκέψη αυτή για να συλλάβει το κοινωνικό-ιστορικό είναι το υποκείμενο (συνείδηση), το αντικείμενο (πράγμα) και η έννοια (ιδέα). Γι’ αυτό και η σκέψη αυτή στάθηκε ανίκανη να συλλάβει τον ιδιαίτερο τρόπο τού είναι του. Το κοινωνικό-ιστορικό δεν είναι ούτε υποκείμενο, ούτε πράγμα ούτε έννοια, αλλά ούτε και σύνολο υποκειμένων, πραγμάτων ή εννοιών -είναι μάγμα κοινωνικών φαντασιακών σημασιών. Αυτήν τη φαντασιακή διάσταση υποτίμησε και ακρωτηρίασε η κληρονομημένη σκέψη από την αρχαιότητα έως τον 20ό αιώνα, διότι εξέλαβε τη σκέψη μόνο υπό μία διάσταση, την ορθολογική, υποταγμένη στον Λόγο.
Η φαντασιακή διάσταση ως δυνατότητα ταυτοχρόνως και του ατόμου και του κοινωνικού-ιστορικού ανοίγει τον ορίζοντα στη δημιουργία, είτε προς το καλύτερο είτε προς το χειρότερο. Η θέση αυτή υποστηρίζεται από την ανάλυση του χρόνου ως δημιουργία, ως δημιουργία του άλλου, της ετερότητας και όχι ως απλή διαδοχή καθορισμένων οντοτήτων, όπως ήταν στην κληρονομημένη σκέψη. Αυτή τη φιλοσοφική διάσταση συμπληρώνει η ΦΘΚ με την κοινωνιολογική-ψυχαναλυτική ανάλυση για το πώς θεσμίζεται ιστορικώς το άτομο, για το πώς συμβαίνει ο εκ-κοινωνισμός της ψυχής, που αφορούν την ατομική φαντασία.
Εδώ βρίσκεται ακόμη μία ιδιαίτερη συμβολή του Καστοριάδη, διότι αναπτύσσει περαιτέρω τη θεωρία της μετουσίωσης που είχε ξεκινήσει ο Φρόιντ. Η μετουσίωση είναι η διαδικασία με την οποία η ψυχή εξαναγκάζεται να αντικαταστήσει τις δικές της ενορμήσεις και επιθυμίες με αντικείμενα που υπάρχουν μέσα στην κοινωνική θέσμιση, να «επενδύσει» δηλαδή σε κοινωνικές και ιστορικές σημασίες.
Οι αναλύσεις της ΦΘΚ προσφέρουν έναν άλλον τρόπο τού είναι, που δεν είναι ούτε άτακτο χάος, ούτε πλήρως και καλώς καθορισμένο σύνολο, ούτε ουσία ή σύστημα ουσιών. Είναι μάγμα κοινωνικών φαντασιακών σημασιών με χαρακτηριστικά το άνοιγμα και τη ρήξη, που κάνουν δυνατή τη δημιουργία μιας άλλης κοινωνίας, μιας αυτόνομης κοινωνίας, αφού αυτή εξαρτάται από τη θέληση, από τη δράση και τη φαντασία των ανθρώπων, από την κοινωνική συλλογικότητα που δύναται να θέσει το δημοκρατικό πρόταγμα.
Και εδώ βρίσκεται μια σημαντική πλευρά που αναδεικνύει ο Καστοριάδης: η πράξις, η οντοπραξία. Η δημοκρατία, όπως και η φιλοσοφία, αμφισβητεί το ιερό και το θέσφατο, το δεδομένο, το θεσμισμένο και το κυρίαρχο. Αυτή είναι η πρώτη και η ιδρυτική πράξη της ελευθερίας. Αυτή όμως είναι αδιανόητη χωρίς την απελευθέρωση από κλειστές θεωρίες και εσχατολογικές ιδεολογίες. Είναι αδύνατη χωρίς απαλλαγή από μεταφυσικές αντιλήψεις και θρησκευτικές αυταπάτες ανταμοιβής μετά θάνατον, χωρίς απεγκλωβισμό από κόμματα, γραφειοκρατίες και αντιπροσωπεύσεις.
*δρος Φιλοσοφίας και συγγραφέα