Έχουμε αφιερώσει αρκετά κείμενα για την οικολογική κατάρρευση και τις κλιματικές αλλαγές, όπως π.χ. http://www.topikopoiisi.com/1/post/2013/05/390.html
Παλιότερα, όπως γράφαμε στο βιβλίο μας(μαζί με το Βασίλη Γιόκαρη): Κοινωνικοποίηση(κλικάρετε εδώ):
Στη κοινή ανακοίνωση των συγγραφέων της «διάγνωσης της Κοπεγχάγης» ( 26 επιστήμονες, οι περισσότεροι των οποίων ήταν και συγγραφείς της έκθεσης της Διακυβερνητικής Επιτροπής για τις Κλιματικές Αλλαγές του ΟΗΕ – IPCC – το 2007), το τελικό συμπέρασμα ήταν: μερικοί παράγοντες της αλλαγής του κλίματος υπεισέρχονται και συμμετέχουν πιο νωρίς και σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι θεωρούνταν μέχρι τώρα. Η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας συνεχίζει την ανοδική της πορεία, λόγω της αύξησης της περιεκτικότητας της ατμόσφαιρας σε αέρια του Θερμοκηπίου. Χωρίς σημαντικές μειώσεις των εκπομπών η μέση θερμοκρασία του πλανήτη θα μπορούσε να ανέβει μέχρι και επτά βαθμούς μέχρι το 2100.
Πιο συγκεκριμένα:
· Δορυφόροι και άμεσες μετρήσεις δείχνουν ότι τόσο οι παγετώνες της Γροιλανδίας όσο και τη Ανταρκτικής χάνουν όλο και περισσότερη μάζα και συμβάλουν στην άνοδο της στάθμης των θαλασσών.
· Ο θαλάσσιος παγετώνας της Αρκτικής φθίνει σημαντικά γρηγορότερα από ότι προέβλεπαν τα μέχρι τώρα μοντέλα. Έτσι το λιώσιμο του πάγου τα καλοκαίρια των ετών 2007 έως 2009 ήταν κατά 40% περισσότερο από τη μέση τιμή των προσομοιώσεων της αναφοράς IPCC του 2007
· Στα περασμένα 15 χρόνια η στάθμη της θάλασσας ανέβηκε πάνω από πέντε εκατοστά. Κατά 80% ψηλότερα από την προσομοίωση του IPCC από το 2001, πράγμα που σημαίνει ότι μέχρι το 2100 θα μπορούσε να ανέβει πάνω από ένα μέτρο, μέχρι δύο μέτρα, πολύ περισσότερο από τις προβλέψεις του IPCC. Για τους επόμενους αιώνες θα πρέπει να αναμένεται μια άνοδο περισσότερων μέτρων
· Το έτος 2008 οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από ορυκτές πηγές ήταν κατά 40% παραπάνω από τις εκπομπές του 1990. Ακόμα και αν δεν αυξηθούν στη συνέχεια οι εκπομπές, ήδη θα ξεπερνούσαμε στα επόμενα 20 χρόνια τα όρια που απαιτούνται ώστε να μην ανέβει η θερμοκρασία πάνω από δύο βαθμούς, που είχε μπει σαν στόχος
· Στην αναφορά τους αυτή οι επιστήμονες διατυπώνουν επίσης την άποψη ότι οι συνολικές εκπομπές πρέπει , μετά το πολύ 5 έως 10 χρόνια ( που θα φθάσουν στο μάξιμουμ), να αρχίζουν να μειώνονται γρήγορα και να γίνουν σχεδόν μηδενικές μέχρι το τέλος του αιώνα.
Ο Joachim Schellnhuber, διευθυντής του “Potsdam-Institut“ για την έρευνα των επιπτώσεων της αλλαγής του κλίματος (PIK), πρόεδρος του επιστημονικού συμβουλίου της Γερμανικής Κυβέρνησης και ένας από τους συγγραφείς της «διάγνωσης» υποστηρίζει: η σημερινή συγκέντρωση του διοξειδίου του άνθρακα με περίπου 387 μέρη όγκου στο εκατομμύριο (ppm), ήδη πάνω από την «ασφαλή» θεωρούμενη τιμή των 350 ppm, υπερβαίνει την τιμή εκατομμυρίων προηγούμενων χρόνων. Μία αύξηση της θερμοκρασίας πάνω από δύο βαθμούς θεωρείται σαν «επικίνδυνη διαταραχή» του κλιματικού συστήματος, η οποία πρέπει οπωσδήποτε να αποφευχθεί. Για να μειώσουμε τον κίνδυνο απρόσμενων αλλαγών στο πλανητικό σύστημα και να συγκρατήσουμε την αύξηση της θερμοκρασίας στο μάξιμουμ των δύο βαθμών, δεν θα πρέπει σε παγκόσμιο επίπεδο μεταξύ 2010 και 2050 οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα να υπερβούν τους 750 γιγατόνους. Οι βιομηχανικές χώρες, που έχουν ήδη εκπέμψει το μεγαλύτερο ποσοστό από αυτό που τους αναλογεί, καλούνται να τις μειώσουν ριζικά στο άμεσο μέλλον.
Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών, η κλιματική αλλαγή επιταχύνθηκε με ταχύτατους ρυθμούς την πρώτη δεκαετία της νέας χιλιετίας υπερβαίνοντας τα ρεκόρ θερμοκρασίας των περισσοτέρων χωρών από το 1970. Επιπλέον, την δεκαετία μέχρι το 2010 σημειώθηκαν πρωτοφανή ακραία καιρικά φαινόμενα που εκδηλώθηκαν με κύματα καύσωνα στην Ευρώπη και τη Ρωσία, ξηρασίες στον Αμαζόνιο, την Αυστραλία και την ανατολική Αφρική, καθώς και τροπικές καταιγίδες, όπως ο κυκλώνας Ναργκίς και ο τυφώνας Κατρίνα, στις ΗΠΑ.
Στοιχεία 139 κρατών δείχνουν ότι οι ξηρασίες της Αυστραλίας, της ανατολικής Αφρικής και του Αμαζονίου επηρέασαν τους περισσότερους ανθρώπους παγκοσμίως. Ωστόσο συχνότερες και από τις ξηρασίες ήταν τη δεκαετία που μας πέρασε οι καταστροφικές πλημμύρες, όπως αυτές που έπληξαν το Πακιστάν, την Αυστραλία, την Αφρική, την Ινδία και την ανατολική Ευρώπη.
Μέχρι το τέλος του 2010 σύμφωνα με την έκθεση, οι ατμοσφαιρικές συγκεντρώσεις ορισμένων αερίων του θερμοκηπίου από την καύση ορυκτών καυσίμων και άλλες ανθρωπογενείς δραστηριότητες, έφτασαν σε επίπεδα ρεκόρ από την έναρξη της βιομηχανικής περιόδου το 1750. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι συγκεντρώσεις διοξειδίου του άνθρακα στον αέρα παγκοσμίως αυξήθηκαν κατά 39% από το 1750, οι συγκεντρώσεις μεθανίου κατά 158% και του υποξειδίου του αζώτου κατά 20%.
(http://www.econews.gr/2013/07/04/wmo-klimatiki-allagi-102404/)
Τα τελευταία χρόνια ο μέσος κάτοικος των ΗΠΑ εξέπεμπε 20 τόνους, της Γερμανίας 10 τόνους, της Κίνας 4,6 τόνους, του Μπαγκλαντές 0,3 τόνους και του Μαλί μόνο 50 κιλά. Για την Ελλάδα δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία, αλλά σύμφωνα με τη WWF: το 1990 που θεωρείται το έτος βάσης για τις διαπραγματεύσεις στον ΟΗΕ οι συνολικές εκπομπές «ισοδύναμου διοξειδίου» ήταν 109 εκατομ. τόνοι. Από τότε- έχοντας εξασφαλίσει τη δυνατότητα για αύξηση εκπομπών μέχρι 25% -είχαμε στο διάστημα 1990-2005 πολύ μεγαλύτερες αυξήσεις όπως π.χ.113% στα νοικοκυριά και υπηρεσίες, 48% στις μεταφορές. Το 2005 οι συνολικές εκπομπές ισοδύναμου διοξειδίου ήταν 139 εκατομ. τόνοι εκ των οποίων το 81% καθαρό CO2, το 15% υποξείδιο του αζώτου (N2O) και Μεθάνιο (CH4) μαζί, χλωροφθοράνθρακες (HFCx, SF6) και PFC το 4%. Η κατανομή τους ήταν: παραγωγή ενέργειας-θερμότητας 41%, βιομηχανία 17%, οδικές μεταφορές 14%, γεωργία 10%, οικιακός τομέας 8%, διύλιση πετρελαίου 3%, απόβλητα 2%, υπηρεσίες 1%. Το 2005 λοιπόν κάθε Έλληνας εξέπεμπε κατά μέσο όρο περίπου 12,5 τόνους το χρόνο, διότι 139.000.000 t : ~11.000.000 κάτοικοι= 12,6. Σύμφωνα όμως με στοιχεία του ΟΟΣΑ, ο μέσος Έλληνας εκπέμπει 8,7 τόνους κατά μέσο όρο στη δεκαετία 2000-2009(κατά τη διάρκεια της σημερινής κρίσης θα έχουμε σίγουρα κάποια μείωση)
Εδώ έχουμε ένα τεράστιο πρόβλημα δικαιοσύνης. Κανένας δε μπορεί να απαιτήσει από τις υπανάπτυκτες χώρες να μειώσουν τις εκπομπές για να μπορούμε στον αναπτυγμένο δυτικό κόσμο να συνεχίζουμε (έστω και διαφοροποιημένα βέβαια μεταξύ φτωχών και πλούσιων), όπως μέχρι τώρα. Για να φθάσουμε σε βιώσιμες εκπομπές ανά κάτοικο στη δύση, θα πρέπει να υπάρξει μεγάλη «Αποανάπτυξη» σε όλους τους τομείς, εκτός από εκείνες τις δραστηριότητες όπου θα έχουμε μηδενικές εκπομπές.
Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο ξεκάθαρα, αν εξετάσουμε το λεγόμενο «οικολογικό αποτύπωμα». Η έννοια έχει να κάνει με την απαραίτητη έκταση παραγωγικής γης, πόσιμου νερού και θάλασσας, για την κάλυψη των καθημερινών αναγκών σε ενέργεια και νερό. Σε αυτήν συμπεριλαμβάνονται οι εκπομπές ρύπων-άρα και οι εκπομπές CO2- και η απόθεση των απορριμμάτων. Πρακτικά ο όρος «οικολογικό αποτύπωμα» συνδέεται με το βαθμό-ρυθμό που οι άνθρωποι καταναλώνουν τους πόρους της Γης και εκφράζεται σε έκταση παραγωγικής γης, η οποία χρειάζεται γι αυτό. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το μέσο οικολογικό αποτύπωμα είναι 22 περίπου στρέμματα κατά κεφαλήν. Δεν θα έπρεπε να υπερβαίνει τα 18 στρέμματα, για να ήταν στα πλαίσια της φέρουσας βιολογικής ικανότητας της Γης. Με άλλα λόγια, σε παγκόσμιο επίπεδο, οι άνθρωποι καταναλώνουν κατά περίπου 25% περισσότερο σε σχέση με τη δυνατότητα ετήσιας παραγωγής της Γης. Δηλαδή ο πλανήτης χρειάζεται έναν χρόνο και τρεις μήνες για να αναπαραγάγει-αναπληρώνει ότι εμείς οι άνθρωποι χρησιμοποιήσαμε σε ένα έτος. ( Έκθεση του WWF για το 2006).
Σύμφωνα με την αντίστοιχη έκθεση του 2008 ( έκθεση «Ζωντανός Πλανήτης 2008» της διεθνούς περιβαλλοντικής οργάνωσης WWF) αυτό αυξήθηκε. Η ανθρωπότητα καταναλώνει περίπου 30% περισσότερους πόρους από όσους μπορεί ετησίως να αναπληρώνει ο πλανήτης(~27 στρέμματα ανά κάτοικο, αντί ~21 στρέμματα ανά κάτοικο) και με τους σημερινούς ρυθμούς το 2030 θα φτάσουμε σε υπέρβαση 100%. Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, το οικολογικό αποτύπωμα της Ευρώπης, για παράδειγμα, ξεπέρασε τη βιολογική της ικανότητα από το 1960. Σήμερα είναι διπλάσιο από την ικανότητα αυτή. Και αυτό σημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι –όπως βέβαια και οι Αμερικανοί ακόμα πιο πολύ- ζουν εις βάρος των άλλων πληθυσμών και ιδίως της Αφρικής, πράγμα ασυμβίβαστο με τη δίκαιη κατανομή των πόρων.
Η κλιματική αλλαγή-η σοβαρότερη επίπτωση της οικολογικής κατάρρευσης-συνδέεται περισσότερο με τα απόβλητα του καπιταλιστικού παραγωγικού-καταναλωτικού συστήματος σε παγκόσμιο επίπεδο. Η οικολογική κατάρρευση όμως συνδέεται και με την μόλυνση του περιβάλλοντος και της βιόσφαιρας, την έλλειψη και το πεπερασμένο των ενεργειακών-φυσικών πόρων, τη βιολογική κατάρρευση αλλά και τον υπερπληθυσμό της ίδιας της ανθρωπότητας, την εξαφάνιση των άλλων ειδών κ.λπ. Και αυτές οι μορφές κατάρρευσης δεν είναι μακριά. Τα πρώτα σημάδια εμφανίζονται με τη μορφή της «κρίσης των τροφίμων» και της «κρίσης ενέργειας».
Παλιότερα, όπως γράφαμε στο βιβλίο μας(μαζί με το Βασίλη Γιόκαρη): Κοινωνικοποίηση(κλικάρετε εδώ):
Στη κοινή ανακοίνωση των συγγραφέων της «διάγνωσης της Κοπεγχάγης» ( 26 επιστήμονες, οι περισσότεροι των οποίων ήταν και συγγραφείς της έκθεσης της Διακυβερνητικής Επιτροπής για τις Κλιματικές Αλλαγές του ΟΗΕ – IPCC – το 2007), το τελικό συμπέρασμα ήταν: μερικοί παράγοντες της αλλαγής του κλίματος υπεισέρχονται και συμμετέχουν πιο νωρίς και σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι θεωρούνταν μέχρι τώρα. Η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας συνεχίζει την ανοδική της πορεία, λόγω της αύξησης της περιεκτικότητας της ατμόσφαιρας σε αέρια του Θερμοκηπίου. Χωρίς σημαντικές μειώσεις των εκπομπών η μέση θερμοκρασία του πλανήτη θα μπορούσε να ανέβει μέχρι και επτά βαθμούς μέχρι το 2100.
Πιο συγκεκριμένα:
· Δορυφόροι και άμεσες μετρήσεις δείχνουν ότι τόσο οι παγετώνες της Γροιλανδίας όσο και τη Ανταρκτικής χάνουν όλο και περισσότερη μάζα και συμβάλουν στην άνοδο της στάθμης των θαλασσών.
· Ο θαλάσσιος παγετώνας της Αρκτικής φθίνει σημαντικά γρηγορότερα από ότι προέβλεπαν τα μέχρι τώρα μοντέλα. Έτσι το λιώσιμο του πάγου τα καλοκαίρια των ετών 2007 έως 2009 ήταν κατά 40% περισσότερο από τη μέση τιμή των προσομοιώσεων της αναφοράς IPCC του 2007
· Στα περασμένα 15 χρόνια η στάθμη της θάλασσας ανέβηκε πάνω από πέντε εκατοστά. Κατά 80% ψηλότερα από την προσομοίωση του IPCC από το 2001, πράγμα που σημαίνει ότι μέχρι το 2100 θα μπορούσε να ανέβει πάνω από ένα μέτρο, μέχρι δύο μέτρα, πολύ περισσότερο από τις προβλέψεις του IPCC. Για τους επόμενους αιώνες θα πρέπει να αναμένεται μια άνοδο περισσότερων μέτρων
· Το έτος 2008 οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από ορυκτές πηγές ήταν κατά 40% παραπάνω από τις εκπομπές του 1990. Ακόμα και αν δεν αυξηθούν στη συνέχεια οι εκπομπές, ήδη θα ξεπερνούσαμε στα επόμενα 20 χρόνια τα όρια που απαιτούνται ώστε να μην ανέβει η θερμοκρασία πάνω από δύο βαθμούς, που είχε μπει σαν στόχος
· Στην αναφορά τους αυτή οι επιστήμονες διατυπώνουν επίσης την άποψη ότι οι συνολικές εκπομπές πρέπει , μετά το πολύ 5 έως 10 χρόνια ( που θα φθάσουν στο μάξιμουμ), να αρχίζουν να μειώνονται γρήγορα και να γίνουν σχεδόν μηδενικές μέχρι το τέλος του αιώνα.
Ο Joachim Schellnhuber, διευθυντής του “Potsdam-Institut“ για την έρευνα των επιπτώσεων της αλλαγής του κλίματος (PIK), πρόεδρος του επιστημονικού συμβουλίου της Γερμανικής Κυβέρνησης και ένας από τους συγγραφείς της «διάγνωσης» υποστηρίζει: η σημερινή συγκέντρωση του διοξειδίου του άνθρακα με περίπου 387 μέρη όγκου στο εκατομμύριο (ppm), ήδη πάνω από την «ασφαλή» θεωρούμενη τιμή των 350 ppm, υπερβαίνει την τιμή εκατομμυρίων προηγούμενων χρόνων. Μία αύξηση της θερμοκρασίας πάνω από δύο βαθμούς θεωρείται σαν «επικίνδυνη διαταραχή» του κλιματικού συστήματος, η οποία πρέπει οπωσδήποτε να αποφευχθεί. Για να μειώσουμε τον κίνδυνο απρόσμενων αλλαγών στο πλανητικό σύστημα και να συγκρατήσουμε την αύξηση της θερμοκρασίας στο μάξιμουμ των δύο βαθμών, δεν θα πρέπει σε παγκόσμιο επίπεδο μεταξύ 2010 και 2050 οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα να υπερβούν τους 750 γιγατόνους. Οι βιομηχανικές χώρες, που έχουν ήδη εκπέμψει το μεγαλύτερο ποσοστό από αυτό που τους αναλογεί, καλούνται να τις μειώσουν ριζικά στο άμεσο μέλλον.
Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών, η κλιματική αλλαγή επιταχύνθηκε με ταχύτατους ρυθμούς την πρώτη δεκαετία της νέας χιλιετίας υπερβαίνοντας τα ρεκόρ θερμοκρασίας των περισσοτέρων χωρών από το 1970. Επιπλέον, την δεκαετία μέχρι το 2010 σημειώθηκαν πρωτοφανή ακραία καιρικά φαινόμενα που εκδηλώθηκαν με κύματα καύσωνα στην Ευρώπη και τη Ρωσία, ξηρασίες στον Αμαζόνιο, την Αυστραλία και την ανατολική Αφρική, καθώς και τροπικές καταιγίδες, όπως ο κυκλώνας Ναργκίς και ο τυφώνας Κατρίνα, στις ΗΠΑ.
Στοιχεία 139 κρατών δείχνουν ότι οι ξηρασίες της Αυστραλίας, της ανατολικής Αφρικής και του Αμαζονίου επηρέασαν τους περισσότερους ανθρώπους παγκοσμίως. Ωστόσο συχνότερες και από τις ξηρασίες ήταν τη δεκαετία που μας πέρασε οι καταστροφικές πλημμύρες, όπως αυτές που έπληξαν το Πακιστάν, την Αυστραλία, την Αφρική, την Ινδία και την ανατολική Ευρώπη.
Μέχρι το τέλος του 2010 σύμφωνα με την έκθεση, οι ατμοσφαιρικές συγκεντρώσεις ορισμένων αερίων του θερμοκηπίου από την καύση ορυκτών καυσίμων και άλλες ανθρωπογενείς δραστηριότητες, έφτασαν σε επίπεδα ρεκόρ από την έναρξη της βιομηχανικής περιόδου το 1750. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι συγκεντρώσεις διοξειδίου του άνθρακα στον αέρα παγκοσμίως αυξήθηκαν κατά 39% από το 1750, οι συγκεντρώσεις μεθανίου κατά 158% και του υποξειδίου του αζώτου κατά 20%.
(http://www.econews.gr/2013/07/04/wmo-klimatiki-allagi-102404/)
Τα τελευταία χρόνια ο μέσος κάτοικος των ΗΠΑ εξέπεμπε 20 τόνους, της Γερμανίας 10 τόνους, της Κίνας 4,6 τόνους, του Μπαγκλαντές 0,3 τόνους και του Μαλί μόνο 50 κιλά. Για την Ελλάδα δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία, αλλά σύμφωνα με τη WWF: το 1990 που θεωρείται το έτος βάσης για τις διαπραγματεύσεις στον ΟΗΕ οι συνολικές εκπομπές «ισοδύναμου διοξειδίου» ήταν 109 εκατομ. τόνοι. Από τότε- έχοντας εξασφαλίσει τη δυνατότητα για αύξηση εκπομπών μέχρι 25% -είχαμε στο διάστημα 1990-2005 πολύ μεγαλύτερες αυξήσεις όπως π.χ.113% στα νοικοκυριά και υπηρεσίες, 48% στις μεταφορές. Το 2005 οι συνολικές εκπομπές ισοδύναμου διοξειδίου ήταν 139 εκατομ. τόνοι εκ των οποίων το 81% καθαρό CO2, το 15% υποξείδιο του αζώτου (N2O) και Μεθάνιο (CH4) μαζί, χλωροφθοράνθρακες (HFCx, SF6) και PFC το 4%. Η κατανομή τους ήταν: παραγωγή ενέργειας-θερμότητας 41%, βιομηχανία 17%, οδικές μεταφορές 14%, γεωργία 10%, οικιακός τομέας 8%, διύλιση πετρελαίου 3%, απόβλητα 2%, υπηρεσίες 1%. Το 2005 λοιπόν κάθε Έλληνας εξέπεμπε κατά μέσο όρο περίπου 12,5 τόνους το χρόνο, διότι 139.000.000 t : ~11.000.000 κάτοικοι= 12,6. Σύμφωνα όμως με στοιχεία του ΟΟΣΑ, ο μέσος Έλληνας εκπέμπει 8,7 τόνους κατά μέσο όρο στη δεκαετία 2000-2009(κατά τη διάρκεια της σημερινής κρίσης θα έχουμε σίγουρα κάποια μείωση)
Εδώ έχουμε ένα τεράστιο πρόβλημα δικαιοσύνης. Κανένας δε μπορεί να απαιτήσει από τις υπανάπτυκτες χώρες να μειώσουν τις εκπομπές για να μπορούμε στον αναπτυγμένο δυτικό κόσμο να συνεχίζουμε (έστω και διαφοροποιημένα βέβαια μεταξύ φτωχών και πλούσιων), όπως μέχρι τώρα. Για να φθάσουμε σε βιώσιμες εκπομπές ανά κάτοικο στη δύση, θα πρέπει να υπάρξει μεγάλη «Αποανάπτυξη» σε όλους τους τομείς, εκτός από εκείνες τις δραστηριότητες όπου θα έχουμε μηδενικές εκπομπές.
Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο ξεκάθαρα, αν εξετάσουμε το λεγόμενο «οικολογικό αποτύπωμα». Η έννοια έχει να κάνει με την απαραίτητη έκταση παραγωγικής γης, πόσιμου νερού και θάλασσας, για την κάλυψη των καθημερινών αναγκών σε ενέργεια και νερό. Σε αυτήν συμπεριλαμβάνονται οι εκπομπές ρύπων-άρα και οι εκπομπές CO2- και η απόθεση των απορριμμάτων. Πρακτικά ο όρος «οικολογικό αποτύπωμα» συνδέεται με το βαθμό-ρυθμό που οι άνθρωποι καταναλώνουν τους πόρους της Γης και εκφράζεται σε έκταση παραγωγικής γης, η οποία χρειάζεται γι αυτό. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το μέσο οικολογικό αποτύπωμα είναι 22 περίπου στρέμματα κατά κεφαλήν. Δεν θα έπρεπε να υπερβαίνει τα 18 στρέμματα, για να ήταν στα πλαίσια της φέρουσας βιολογικής ικανότητας της Γης. Με άλλα λόγια, σε παγκόσμιο επίπεδο, οι άνθρωποι καταναλώνουν κατά περίπου 25% περισσότερο σε σχέση με τη δυνατότητα ετήσιας παραγωγής της Γης. Δηλαδή ο πλανήτης χρειάζεται έναν χρόνο και τρεις μήνες για να αναπαραγάγει-αναπληρώνει ότι εμείς οι άνθρωποι χρησιμοποιήσαμε σε ένα έτος. ( Έκθεση του WWF για το 2006).
Σύμφωνα με την αντίστοιχη έκθεση του 2008 ( έκθεση «Ζωντανός Πλανήτης 2008» της διεθνούς περιβαλλοντικής οργάνωσης WWF) αυτό αυξήθηκε. Η ανθρωπότητα καταναλώνει περίπου 30% περισσότερους πόρους από όσους μπορεί ετησίως να αναπληρώνει ο πλανήτης(~27 στρέμματα ανά κάτοικο, αντί ~21 στρέμματα ανά κάτοικο) και με τους σημερινούς ρυθμούς το 2030 θα φτάσουμε σε υπέρβαση 100%. Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, το οικολογικό αποτύπωμα της Ευρώπης, για παράδειγμα, ξεπέρασε τη βιολογική της ικανότητα από το 1960. Σήμερα είναι διπλάσιο από την ικανότητα αυτή. Και αυτό σημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι –όπως βέβαια και οι Αμερικανοί ακόμα πιο πολύ- ζουν εις βάρος των άλλων πληθυσμών και ιδίως της Αφρικής, πράγμα ασυμβίβαστο με τη δίκαιη κατανομή των πόρων.
Η κλιματική αλλαγή-η σοβαρότερη επίπτωση της οικολογικής κατάρρευσης-συνδέεται περισσότερο με τα απόβλητα του καπιταλιστικού παραγωγικού-καταναλωτικού συστήματος σε παγκόσμιο επίπεδο. Η οικολογική κατάρρευση όμως συνδέεται και με την μόλυνση του περιβάλλοντος και της βιόσφαιρας, την έλλειψη και το πεπερασμένο των ενεργειακών-φυσικών πόρων, τη βιολογική κατάρρευση αλλά και τον υπερπληθυσμό της ίδιας της ανθρωπότητας, την εξαφάνιση των άλλων ειδών κ.λπ. Και αυτές οι μορφές κατάρρευσης δεν είναι μακριά. Τα πρώτα σημάδια εμφανίζονται με τη μορφή της «κρίσης των τροφίμων» και της «κρίσης ενέργειας».