Στο άρθρο 25 του νόμου 3468/2006 στην παράγραφο Α. 1., προβλέπονταν το εξής: «Κάθε παραγωγός ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε., στον οποίο χορηγείται άδεια παραγωγής μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, επιβαρύνεται, από την έναρξη της εμπορικής λειτουργίας του σταθμού του, με ειδικό τέλος(*). Το τέλος αυτό αντιστοιχεί σε ποσοστό 3% επί της, προ Φ.Π.Α., τιμής πώλησης της ηλεκτρικής ενέργειας στον Διαχειριστή του Συστήματος ή του Δικτύου ή των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών. Από την καταβολή του ειδικού τέλους απαλλάσσονται οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά συστήματα».
Με το νόμο 3851/2010, άρθρο 7, παράγραφος 1: «Απαλλάσσονται από την καταβολή του ειδικού τέλους οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας από συστήματα Α.Π.Ε. σε κτίρια ή από φωτοβολταϊκά συστήματα».
Στο νέο νόμο το τέλος αυτό κατανέμεται ως εξής:
<< (i) Ποσό μέχρι ποσοστού 1% επί της προ Φ.Π.Α., τιμής πώλησης της ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. αποδίδεται στους κατόχους άδειας προμήθειας που προμηθεύουν ηλεκτρική ενέργεια στους οικιακούς καταναλωτές του Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού στον οποίο είναι εγκατεστημένοι οι σταθμοί Α.Π.Ε., με σκοπό να πιστωθούν έως και κατά το συνολικό αυτό ποσό οι λογαριασμοί κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας των οικιακών καταναλωτών.
(ii) Ποσό ποσοστού 0,3% επί της προ Φ.Π.Α. τιμής πώλησης της ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. αποδίδεται υπέρ του Ειδικού Ταμείου Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Περιβαλλοντικών Σχεδίων (Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ.).
(iii) Το υπόλοιπο ποσό αποδίδεται κατά ποσοστό 80% στον Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού, εντός των διοικητικών ορίων του οποίου είναι εγκατεστημένοι οι σταθμοί Α.Π.Ε. και κατά ποσοστό 20% στον ή τους Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού, από την εδαφική περιφέρεια των οποίων διέρχεται η γραμμή σύνδεσης του σταθμού με το Σύστημα ή το Δίκτυο. Αν ο σταθμός είναι εγκατεστημένος εντός των διοικητικών ορίων περισσοτέρων του ενός Ο.Τ.Α., τα ποσά από το ειδικό τέλος κατανέμονται σε αυτούς, ανάλογα με την ισχύ των μονάδων του σταθμού που είναι εγκατεστημένες στην περιοχή κάθε Ο.Τ.Α.>>
Οι ΑΠΕ λοιπόν εκτός από τη συνεισφορά τους στη δημιουργία τοπικών θέσεων εργασίας, στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, στην εξοικονόμηση ενέργειας συνεισφέρουν και στην εισροή πόρων στο ταμείο του οικείου Δήμου για 20 χρόνια (για έργα τοπικής ανάπτυξης, κοινωνικής υποστήριξης και περιβαλλοντικής προστασίας στις περιοχές εγκατάστασης). Συνεισφέρουν επίσης και στους τοπικούς οικιακούς καταναλωτές (Το 1%, δηλ. το 33% από αυτό το 3%) . Ειδικά οι φ/β σταθμοί μπορούν να δώσουν και συμπληρωματικά εισοδήματα σε νοικοκυριά και αγρότες.
Η ελληνική οικονομία αλλά και ίδια η κοινωνία μας είναι εδώ και μερικές δεκαετίες εξαιρετικά σπάταλες και ενεργοβόρες (Με την έλευση βέβαια της από διετίας σοβούσας οικονομικής κρίσης, η εξέλιξη αυτή της επί σειρά δεκαετιών διαρκούς αυξητικής πορείας που αφορά στην ενεργειακή κατανάλωση διακόπτεται και αντιστρέφεται). Παράλληλα, η εκμετάλλευση ορυκτών ενεργειακών πόρων (σε ολόκληρο τον κόσμο όπως και στην Ελλάδα) έχει δημιουργήσει ήδη και εξακολουθεί να επισωρεύει σοβαρότατα προβλήματα σε οικολογικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο (φαινόμενο του Θερμοκηπίου – κλιματικές αλλαγές, επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα, άμεσες αρνητικές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, συνεχείς αυξήσεις των τιμών ενέργειας καθώς και σε προϊόντα και υπηρεσίες, συγκεντρωτικές ενεργειακές και κρατικές δομές, περιστολή δημοκρατικών ελευθεριών [βλ. λειτουργία πυρηνικών εργοστασίων] , πολεμικές επεμβάσεις σε άλλες χώρες για την εξασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού κ.λπ.).
Από τα παραπάνω προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα όσον αφορά τον πολύπλευρα και άμεσα επιβαλλόμενο ενεργειακό αναπροσανατολισμό της χώρας :
· Η ορθολογική χρήση ενέργειας (ΟΧΕ) καθώς επίσης η εξοικονόμηση ενέργειας (ΕΕ) έχουν πρώτιστη προτεραιότητα. Προς τούτοις απαιτούνται όχι μόνον τεχνολογικές καινοτομίες, αλλά και ποικίλες κοινωνικές, πολιτισμικές, οικονομικές, θεσμικές και πολιτικές αλλαγές.
· Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) αποτελούν τους αέναους ενεργειακούς φυσικούς πόρους, οι οποίοι προσφέρονται σε αφθονία σε όλους τους λαούς, για τον οικολογικά και κοινωνικά συμβατό ενεργειακό εφοδιασμό σε τοπική κλίμακα όσο και σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο, και για όλες τις τελικές χρήσεις της ενέργειας : για παραγωγή ηλεκτρισμού, για παραγωγή θερμότητας, για παραγωγή καυσίμων κίνησης.
Ειδικότερα, οι ανεμογεννήτριες (και έπονται τα φωτοβολταϊκά) αποτελούν την πλέον ώριμη μεταξύ των τεχνολογιών αξιοποίησης εκείνων των ΑΠΕ (αιολική ενέργεια, ηλιακή ενέργεια, βιομάζα) που παρουσιάζουν και για τη χώρα μας το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, (όχι μόνον για το κεφάλαιο των οικονομικά ισχυρών, αλλά και) για την Αυτοδιοίκηση και για την ίδια την κοινωνία.
Με βάση τα παραπάνω δημιουργούνται εξαιρετικές ευκαιρίες αλλά και ευθύνες όσο και υποχρεώσεις για την Αυτοδιοίκηση 1ου και 2ου Βαθμού. Ως εκ τούτου μπορούν να διατυπωθούν οι εξής διαπιστώσεις και προτάσεις που αφορούν ή αντίστοιχα απευθύνονται προς την Αυτοδιοίκηση :
· Τα Αιολικά Πάρκα αποτελούν μία εξαιρετική ευκαιρία για την ανάπτυξη οικολογικά και κοινωνικά συμβατών οικονομικών δραστηριοτήτων στον τομέα της Ενέργειας, με σημαντικά οφέλη και για τους ΟΤΑ, και για τις τοπικές κοινωνίες, και για το φυσικό περιβάλλον
· Η Αυτοδιοίκηση έχει δυνατότητες παρέμβασης όσον αφορά τη χωροθέτηση και την αδειοδότηση έργων ΑΠΕ. Προκειμένου όπως η Αυτοδιοίκηση, και ιδίως η Τοπική Αυτοδιοίκηση, αξιοποιήσει τις υφιστάμενες δυνατότητες και επιτελέσει ουσιώδη ρόλο κατά τη χωροθέτηση και την αδειοδότηση έργων ΑΠΕ, οφείλει να αναπροσανατολίσει στόχους, να επωμιστεί ευθύνες, να αναλάβει πρωτοβουλίες, να λάβει αποφάσεις και να παράγει έργο ως ενεργός παράγοντας επί του προκειμένου.
Το 1,7 % , του ειδικού τέλους 3 % , το οποίο αποδίδεται στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, προσφέρει σε αυτή μοναδικές οικονομικές και όχι μόνον δυνατότητες : α) Για διενέργεια κύκλων επαγγελματικής κατάρτισης ή παροχής εξειδίκευσης σε μαθητές, φοιτητές, διπλωματούχους, π.χ. μέσω αδελφοποιήσεων με Δήμους άλλων τεχνολογικά ανεπτυγμένων χωρών (βλ. το παράδειγμα της Γερμανίας όσον αφορά τον τομέα των ΑΠΕ), οι οποίοι έχουν σχετική εμπειρία. β) Για πρόσληψη και πρακτική επιμόρφωση επιστημονικού προσωπικού της, που θα της προσφέρει την τεχνογνωσία και την εμπειρία, ώστε : γ) Να ελέγχει την κατασκευή έργων, ώστε αυτά να εκτελούνται και να λειτουργούν με βάση τις μελέτες και τους απαραίτητους περιβαλλοντικούς όρους, και δ) Να αναλάβει σταδιακά και η ίδια επενδυτικές πρωτοβουλίες πραγματοποιώντας δικά της έργα ΑΠΕ (με μικτές εταιρείες δια-δημοτικής και κοινωνικής βάσης), καθιστάμενη ενεργειακά αυτάρκης και οικονομικά αυτοδύναμη.
· Η Αυτοδιοίκηση έχει δυνατότητες να παροτρύνει και να υποστηρίξει ποικιλότροπα το σχεδιασμό και την υλοποίηση έργων ΑΠΕ με λαϊκή/κοινωνική χρηματοδοτική συμμετοχή, στα διοικητικά της όρια.
· Η Αυτοδιοίκηση έχει τη δυνατότητα και οφείλει να διαθέσει πόρους (απ΄το 3 %), προκειμένου να ενημερώνει και να ευαισθητοποιεί τους δημότες της και τους κοινωνικούς φορείς για τη σημασία μέτρων και έργων ΟΧΕ/ΕΕ και ΑΠΕ αντίστοιχα, για τη μεγάλη ανάγκη δημιουργίας διεξόδων και προοπτικών στα ποικίλα και επικίνδυνα αδιέξοδα που έχει δημιουργήσει ήδη η σπάταλη ενεργειακή συμπεριφορά και η χρήση συμβατικών ενεργειακών πόρων.
· Η Αυτοδιοίκηση μπορεί και οφείλει να σχεδιάσει και να υλοποιήσει μέτρα και έργα ΟΧΕ και ΕΕ στα δικά της κτίρια, στα δικά της οχήματα, στο δημοτικό φωτισμό, στις δικές της υπηρεσίες. Τους χρηματοδοτικούς πόρους μπορεί να τους διαθέσει εν μέρει από το ειδικό τέλος 3 %, και να τους αναζητήσει κατά το υπόλοιπο από κρατικούς πόρους, από τα κοινοτικά ταμεία, ή –ενδεχόμενα- και από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.
Στο ΄΄καλλικρατικό΄΄ πλέον πλαίσιο Αυτοδιοίκησης, οι Δήμοι οφείλουν με κάθε τρόπο να ενδιαφερθούν για αποκεντρωμένες και κατάλληλου αντίστοιχου μεγέθους εγκαταστάσεις ΑΠΕ, δημιουργώντας ή συμμετέχοντας σε αντίστοιχες βιώσιμες μικτές επιχειρήσεις (δημοτικής- κοινωνικής βάσης). Για αυτό θα πρέπει σε κάθε Δήμο να συσταθεί «Γραφείο παροχής τεχνικοοικονομικών πληροφοριών και συμβουλών» σε θέματα ΑΠΕ και ΕΕ. Το γραφείο αυτό μπορεί να κάνει και μελέτες για εγκαταστάσεις από τους ίδιους τους Δήμους, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, ξεκινώντας από τα δημοτικά κτίρια, τα δημόσια και τα σχολικά κτίρια, καθώς και για το φωτισμό των δρόμων, για τις εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης κ.λπ.
Ένα ακόμη πιο βασικό ζήτημα είναι αυτό της παραγωγής της ίδιας της γνώσης, της τεχνολογίας, της τεχνογνωσίας και της κατασκευής των στοιχείων/του ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού, που απαιτούνται για τις εγκαταστάσεις ΑΠΕ[1]. Δυστυχώς, η Ελλάδα ΄΄έχανε το τρένο΄΄ της τεχνολογικής επανάστασης στους κλάδους των ΑΠΕ, όταν αυτό το τρένο ΄΄περνούσε΄΄ από μπροστά της τη δεκαετία του 1980. (Η Ελλάδα τότε βέβαια είχε άλλες προτεραιότητες, επιβιβάζονταν ΄΄στο τρένο του υπαρκτού σοσιαλισμού΄΄(του «Πασοκικού σοαιαλισμού»). Για ένα ταξίδι που φάνταζε όμορφο μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 2000, και το οποίο την έχει οδηγήσει την τελευταία διετία σε ασύλληπτα αδιέξοδα ). Έτσι λοιπόν, ως τώρα η τεχνολογία των ΑΠΕ είναι υψηλή και εισάγεται (Μερικά εργοστάσια παραγωγής φωτοβολταϊκών πανέλων υπάρχουν στο μεταξύ στη χώρα, αλλά η τεχνογνωσία που χρησιμοποιούν και αυτά είναι καθόλα εισαγόμενη). Η υλοποίηση ενός σχεδίου κατασκευής εξοπλισμού μονάδων ΑΠΕ αποτελεί σήμερα για την σχεδόν ολοκληρωτικά αποβιομηχανοποιημένη χώρα αν όχι όνειρο απατηλό, οπωσδήποτε ένα μεγαλεπίβολο στόχο. Ιδού ένα πεδίο στο οποίο έχει νόημα να δραστηριοποιούνταν κάποιες μικτές επιχειρήσεις (δημοτικής-κοινωνικής βάσης), οι οποίες να κατασκευάζουν τοπικά και φθηνά χαμηλής και μεσαίας τεχνολογίας στοιχεία/εξοπλισμό, για μικρές τοπικές εγκαταστάσεις των ΑΠΕ. Ιδίως Δήμοι, οι οποίοι έχουν έσοδα από τις εισπράξεις του ειδικού τέλους λόγω της λειτουργίας αιολικών πάρκων στη διοικητική τους περιοχή, θα είχε νόημα να δοκιμάσουν κάτι τέτοιο.
(*)Το εν λόγω ειδικό τέλος δεν είναι το ίδιο με το Ειδικό Τέλος ΑΠΕ. Η συνωνυμία τους εύλογα μπορεί να οδηγήσει σε σύγχυση. Για το λόγο αυτό, προς αποφυγή παρεξηγήσεων, θα ήταν σκόπιμο, το ειδικό τέλος του 3% επί των εσόδων από ανεξάρτητους παραγωγούς ΑΠΕ να ονομάζεται <<ειδικό τέλος υπέρ ΟΤΑ χάρη στις ΑΠΕ>>.
[1] Στο τέλος της δεκαετίας του `80, παρακολουθούσα σεμινάρια στη Γερμανία για απλές εγκαταστάσεις ΑΠΕ -στα πλαίσια του Λαϊκού Πανεπιστημίου(Volkshochschule)- που τα έκαναν νέοι διπλωματούχοι ηλεκτρολόγοι-ηλεκτρονικοί μηχανικοί, οι οποίοι τότε ξεκινούσαν την επαγγελματική τους ενασχόληση με τον τομέα. Ήταν τότε στην αρχή και προέρχονταν από το τότε φοιτητικό-αντιπυρηνικό κίνημα. Αυτοί στη συνέχεια ανέπτυξαν την ευρισκόμενη ακόμα στα σπάργανα τεχνολογία και την έφεραν στα σημερινά στάνταρ κάνοντας εταιρείες εφαρμογών της.
Με το νόμο 3851/2010, άρθρο 7, παράγραφος 1: «Απαλλάσσονται από την καταβολή του ειδικού τέλους οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας από συστήματα Α.Π.Ε. σε κτίρια ή από φωτοβολταϊκά συστήματα».
Στο νέο νόμο το τέλος αυτό κατανέμεται ως εξής:
<< (i) Ποσό μέχρι ποσοστού 1% επί της προ Φ.Π.Α., τιμής πώλησης της ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. αποδίδεται στους κατόχους άδειας προμήθειας που προμηθεύουν ηλεκτρική ενέργεια στους οικιακούς καταναλωτές του Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού στον οποίο είναι εγκατεστημένοι οι σταθμοί Α.Π.Ε., με σκοπό να πιστωθούν έως και κατά το συνολικό αυτό ποσό οι λογαριασμοί κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας των οικιακών καταναλωτών.
(ii) Ποσό ποσοστού 0,3% επί της προ Φ.Π.Α. τιμής πώλησης της ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. αποδίδεται υπέρ του Ειδικού Ταμείου Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Περιβαλλοντικών Σχεδίων (Ε.Τ.Ε.Ρ.Π.Σ.).
(iii) Το υπόλοιπο ποσό αποδίδεται κατά ποσοστό 80% στον Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού, εντός των διοικητικών ορίων του οποίου είναι εγκατεστημένοι οι σταθμοί Α.Π.Ε. και κατά ποσοστό 20% στον ή τους Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού, από την εδαφική περιφέρεια των οποίων διέρχεται η γραμμή σύνδεσης του σταθμού με το Σύστημα ή το Δίκτυο. Αν ο σταθμός είναι εγκατεστημένος εντός των διοικητικών ορίων περισσοτέρων του ενός Ο.Τ.Α., τα ποσά από το ειδικό τέλος κατανέμονται σε αυτούς, ανάλογα με την ισχύ των μονάδων του σταθμού που είναι εγκατεστημένες στην περιοχή κάθε Ο.Τ.Α.>>
Οι ΑΠΕ λοιπόν εκτός από τη συνεισφορά τους στη δημιουργία τοπικών θέσεων εργασίας, στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, στην εξοικονόμηση ενέργειας συνεισφέρουν και στην εισροή πόρων στο ταμείο του οικείου Δήμου για 20 χρόνια (για έργα τοπικής ανάπτυξης, κοινωνικής υποστήριξης και περιβαλλοντικής προστασίας στις περιοχές εγκατάστασης). Συνεισφέρουν επίσης και στους τοπικούς οικιακούς καταναλωτές (Το 1%, δηλ. το 33% από αυτό το 3%) . Ειδικά οι φ/β σταθμοί μπορούν να δώσουν και συμπληρωματικά εισοδήματα σε νοικοκυριά και αγρότες.
Η ελληνική οικονομία αλλά και ίδια η κοινωνία μας είναι εδώ και μερικές δεκαετίες εξαιρετικά σπάταλες και ενεργοβόρες (Με την έλευση βέβαια της από διετίας σοβούσας οικονομικής κρίσης, η εξέλιξη αυτή της επί σειρά δεκαετιών διαρκούς αυξητικής πορείας που αφορά στην ενεργειακή κατανάλωση διακόπτεται και αντιστρέφεται). Παράλληλα, η εκμετάλλευση ορυκτών ενεργειακών πόρων (σε ολόκληρο τον κόσμο όπως και στην Ελλάδα) έχει δημιουργήσει ήδη και εξακολουθεί να επισωρεύει σοβαρότατα προβλήματα σε οικολογικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο (φαινόμενο του Θερμοκηπίου – κλιματικές αλλαγές, επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα, άμεσες αρνητικές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, συνεχείς αυξήσεις των τιμών ενέργειας καθώς και σε προϊόντα και υπηρεσίες, συγκεντρωτικές ενεργειακές και κρατικές δομές, περιστολή δημοκρατικών ελευθεριών [βλ. λειτουργία πυρηνικών εργοστασίων] , πολεμικές επεμβάσεις σε άλλες χώρες για την εξασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού κ.λπ.).
Από τα παραπάνω προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα όσον αφορά τον πολύπλευρα και άμεσα επιβαλλόμενο ενεργειακό αναπροσανατολισμό της χώρας :
· Η ορθολογική χρήση ενέργειας (ΟΧΕ) καθώς επίσης η εξοικονόμηση ενέργειας (ΕΕ) έχουν πρώτιστη προτεραιότητα. Προς τούτοις απαιτούνται όχι μόνον τεχνολογικές καινοτομίες, αλλά και ποικίλες κοινωνικές, πολιτισμικές, οικονομικές, θεσμικές και πολιτικές αλλαγές.
· Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) αποτελούν τους αέναους ενεργειακούς φυσικούς πόρους, οι οποίοι προσφέρονται σε αφθονία σε όλους τους λαούς, για τον οικολογικά και κοινωνικά συμβατό ενεργειακό εφοδιασμό σε τοπική κλίμακα όσο και σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο, και για όλες τις τελικές χρήσεις της ενέργειας : για παραγωγή ηλεκτρισμού, για παραγωγή θερμότητας, για παραγωγή καυσίμων κίνησης.
Ειδικότερα, οι ανεμογεννήτριες (και έπονται τα φωτοβολταϊκά) αποτελούν την πλέον ώριμη μεταξύ των τεχνολογιών αξιοποίησης εκείνων των ΑΠΕ (αιολική ενέργεια, ηλιακή ενέργεια, βιομάζα) που παρουσιάζουν και για τη χώρα μας το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, (όχι μόνον για το κεφάλαιο των οικονομικά ισχυρών, αλλά και) για την Αυτοδιοίκηση και για την ίδια την κοινωνία.
Με βάση τα παραπάνω δημιουργούνται εξαιρετικές ευκαιρίες αλλά και ευθύνες όσο και υποχρεώσεις για την Αυτοδιοίκηση 1ου και 2ου Βαθμού. Ως εκ τούτου μπορούν να διατυπωθούν οι εξής διαπιστώσεις και προτάσεις που αφορούν ή αντίστοιχα απευθύνονται προς την Αυτοδιοίκηση :
· Τα Αιολικά Πάρκα αποτελούν μία εξαιρετική ευκαιρία για την ανάπτυξη οικολογικά και κοινωνικά συμβατών οικονομικών δραστηριοτήτων στον τομέα της Ενέργειας, με σημαντικά οφέλη και για τους ΟΤΑ, και για τις τοπικές κοινωνίες, και για το φυσικό περιβάλλον
· Η Αυτοδιοίκηση έχει δυνατότητες παρέμβασης όσον αφορά τη χωροθέτηση και την αδειοδότηση έργων ΑΠΕ. Προκειμένου όπως η Αυτοδιοίκηση, και ιδίως η Τοπική Αυτοδιοίκηση, αξιοποιήσει τις υφιστάμενες δυνατότητες και επιτελέσει ουσιώδη ρόλο κατά τη χωροθέτηση και την αδειοδότηση έργων ΑΠΕ, οφείλει να αναπροσανατολίσει στόχους, να επωμιστεί ευθύνες, να αναλάβει πρωτοβουλίες, να λάβει αποφάσεις και να παράγει έργο ως ενεργός παράγοντας επί του προκειμένου.
Το 1,7 % , του ειδικού τέλους 3 % , το οποίο αποδίδεται στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, προσφέρει σε αυτή μοναδικές οικονομικές και όχι μόνον δυνατότητες : α) Για διενέργεια κύκλων επαγγελματικής κατάρτισης ή παροχής εξειδίκευσης σε μαθητές, φοιτητές, διπλωματούχους, π.χ. μέσω αδελφοποιήσεων με Δήμους άλλων τεχνολογικά ανεπτυγμένων χωρών (βλ. το παράδειγμα της Γερμανίας όσον αφορά τον τομέα των ΑΠΕ), οι οποίοι έχουν σχετική εμπειρία. β) Για πρόσληψη και πρακτική επιμόρφωση επιστημονικού προσωπικού της, που θα της προσφέρει την τεχνογνωσία και την εμπειρία, ώστε : γ) Να ελέγχει την κατασκευή έργων, ώστε αυτά να εκτελούνται και να λειτουργούν με βάση τις μελέτες και τους απαραίτητους περιβαλλοντικούς όρους, και δ) Να αναλάβει σταδιακά και η ίδια επενδυτικές πρωτοβουλίες πραγματοποιώντας δικά της έργα ΑΠΕ (με μικτές εταιρείες δια-δημοτικής και κοινωνικής βάσης), καθιστάμενη ενεργειακά αυτάρκης και οικονομικά αυτοδύναμη.
· Η Αυτοδιοίκηση έχει δυνατότητες να παροτρύνει και να υποστηρίξει ποικιλότροπα το σχεδιασμό και την υλοποίηση έργων ΑΠΕ με λαϊκή/κοινωνική χρηματοδοτική συμμετοχή, στα διοικητικά της όρια.
· Η Αυτοδιοίκηση έχει τη δυνατότητα και οφείλει να διαθέσει πόρους (απ΄το 3 %), προκειμένου να ενημερώνει και να ευαισθητοποιεί τους δημότες της και τους κοινωνικούς φορείς για τη σημασία μέτρων και έργων ΟΧΕ/ΕΕ και ΑΠΕ αντίστοιχα, για τη μεγάλη ανάγκη δημιουργίας διεξόδων και προοπτικών στα ποικίλα και επικίνδυνα αδιέξοδα που έχει δημιουργήσει ήδη η σπάταλη ενεργειακή συμπεριφορά και η χρήση συμβατικών ενεργειακών πόρων.
· Η Αυτοδιοίκηση μπορεί και οφείλει να σχεδιάσει και να υλοποιήσει μέτρα και έργα ΟΧΕ και ΕΕ στα δικά της κτίρια, στα δικά της οχήματα, στο δημοτικό φωτισμό, στις δικές της υπηρεσίες. Τους χρηματοδοτικούς πόρους μπορεί να τους διαθέσει εν μέρει από το ειδικό τέλος 3 %, και να τους αναζητήσει κατά το υπόλοιπο από κρατικούς πόρους, από τα κοινοτικά ταμεία, ή –ενδεχόμενα- και από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.
Στο ΄΄καλλικρατικό΄΄ πλέον πλαίσιο Αυτοδιοίκησης, οι Δήμοι οφείλουν με κάθε τρόπο να ενδιαφερθούν για αποκεντρωμένες και κατάλληλου αντίστοιχου μεγέθους εγκαταστάσεις ΑΠΕ, δημιουργώντας ή συμμετέχοντας σε αντίστοιχες βιώσιμες μικτές επιχειρήσεις (δημοτικής- κοινωνικής βάσης). Για αυτό θα πρέπει σε κάθε Δήμο να συσταθεί «Γραφείο παροχής τεχνικοοικονομικών πληροφοριών και συμβουλών» σε θέματα ΑΠΕ και ΕΕ. Το γραφείο αυτό μπορεί να κάνει και μελέτες για εγκαταστάσεις από τους ίδιους τους Δήμους, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, ξεκινώντας από τα δημοτικά κτίρια, τα δημόσια και τα σχολικά κτίρια, καθώς και για το φωτισμό των δρόμων, για τις εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης κ.λπ.
Ένα ακόμη πιο βασικό ζήτημα είναι αυτό της παραγωγής της ίδιας της γνώσης, της τεχνολογίας, της τεχνογνωσίας και της κατασκευής των στοιχείων/του ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού, που απαιτούνται για τις εγκαταστάσεις ΑΠΕ[1]. Δυστυχώς, η Ελλάδα ΄΄έχανε το τρένο΄΄ της τεχνολογικής επανάστασης στους κλάδους των ΑΠΕ, όταν αυτό το τρένο ΄΄περνούσε΄΄ από μπροστά της τη δεκαετία του 1980. (Η Ελλάδα τότε βέβαια είχε άλλες προτεραιότητες, επιβιβάζονταν ΄΄στο τρένο του υπαρκτού σοσιαλισμού΄΄(του «Πασοκικού σοαιαλισμού»). Για ένα ταξίδι που φάνταζε όμορφο μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 2000, και το οποίο την έχει οδηγήσει την τελευταία διετία σε ασύλληπτα αδιέξοδα ). Έτσι λοιπόν, ως τώρα η τεχνολογία των ΑΠΕ είναι υψηλή και εισάγεται (Μερικά εργοστάσια παραγωγής φωτοβολταϊκών πανέλων υπάρχουν στο μεταξύ στη χώρα, αλλά η τεχνογνωσία που χρησιμοποιούν και αυτά είναι καθόλα εισαγόμενη). Η υλοποίηση ενός σχεδίου κατασκευής εξοπλισμού μονάδων ΑΠΕ αποτελεί σήμερα για την σχεδόν ολοκληρωτικά αποβιομηχανοποιημένη χώρα αν όχι όνειρο απατηλό, οπωσδήποτε ένα μεγαλεπίβολο στόχο. Ιδού ένα πεδίο στο οποίο έχει νόημα να δραστηριοποιούνταν κάποιες μικτές επιχειρήσεις (δημοτικής-κοινωνικής βάσης), οι οποίες να κατασκευάζουν τοπικά και φθηνά χαμηλής και μεσαίας τεχνολογίας στοιχεία/εξοπλισμό, για μικρές τοπικές εγκαταστάσεις των ΑΠΕ. Ιδίως Δήμοι, οι οποίοι έχουν έσοδα από τις εισπράξεις του ειδικού τέλους λόγω της λειτουργίας αιολικών πάρκων στη διοικητική τους περιοχή, θα είχε νόημα να δοκιμάσουν κάτι τέτοιο.
(*)Το εν λόγω ειδικό τέλος δεν είναι το ίδιο με το Ειδικό Τέλος ΑΠΕ. Η συνωνυμία τους εύλογα μπορεί να οδηγήσει σε σύγχυση. Για το λόγο αυτό, προς αποφυγή παρεξηγήσεων, θα ήταν σκόπιμο, το ειδικό τέλος του 3% επί των εσόδων από ανεξάρτητους παραγωγούς ΑΠΕ να ονομάζεται <<ειδικό τέλος υπέρ ΟΤΑ χάρη στις ΑΠΕ>>.
[1] Στο τέλος της δεκαετίας του `80, παρακολουθούσα σεμινάρια στη Γερμανία για απλές εγκαταστάσεις ΑΠΕ -στα πλαίσια του Λαϊκού Πανεπιστημίου(Volkshochschule)- που τα έκαναν νέοι διπλωματούχοι ηλεκτρολόγοι-ηλεκτρονικοί μηχανικοί, οι οποίοι τότε ξεκινούσαν την επαγγελματική τους ενασχόληση με τον τομέα. Ήταν τότε στην αρχή και προέρχονταν από το τότε φοιτητικό-αντιπυρηνικό κίνημα. Αυτοί στη συνέχεια ανέπτυξαν την ευρισκόμενη ακόμα στα σπάργανα τεχνολογία και την έφεραν στα σημερινά στάνταρ κάνοντας εταιρείες εφαρμογών της.