Γιώργος Σταματόπουλος
Εξίστανται διάφοροι: διασύρθηκε η χώρα από την εικόνα του κουμπουροφόρου ιδιοκτήτη ποδοσφαιρικής ομάδας, ο οποίος εισέβαλε στον αγωνιστικό χώρο και τα έκανε μαντάρα. Ας το δούμε έτσι. Ας το δούμε, όμως, κι αλλιώς.
Τόσα χρόνια που η χώρα διασύρεται γιατί έχει χάσει την εθνική της αξιοπρέπεια και υπερηφάνεια, που οι βουλευτές της δεν μπορούν να νομοθετήσουν εάν πρώτα δεν εγκρίνουν οι δανειστές, που έχουν καταπατηθεί δικαιώματα (συνταγματικά και επιβίωσης), που έχει ξεπουληθεί η δημόσια περιουσία, δεν βλέπω την ίδια αγανάκτηση, μην πω δεν κουνιέται φύλλο.
Το κύρος της χώρας δεν σμπαραλιάζεται από ένα μεμονωμένο (απωθητικό, όντως) γεγονός. Δεν είναι αυτό που δείχνει τον πολιτισμό της και το «εύρος» της δημοκρατίας της.
Είναι η δουλική στάση των ηγετών απέναντι στους ισχυρούς αυτό που υπονομεύει την αξιοπιστία και τη γερή θεσμική θωράκιση ενός κράτους και όχι ο «Ρουβίκωνας», π.χ., ή οι απεργίες, για τις οποίες πολλοί βγάζουν φλύκταινες όταν γίνονται (κλείνουν οι δρόμοι, χάνονται μεροκάματα, γελάει η Ευρώπη και λοιπά).
Η χώρα διασύρεται από τις συνεχείς γονυκλισίες των ηγεσιών της από τότε που υπάρχει αναγνωρισμένο ελληνικό κράτος, εξ αρχής χρεωμένο και πλειστάκις χρεοκοπημένο.
Η χώρα διασύρεται γιατί οι κάτοικοί της μάθαμε (εθιστήκαμε) στην κουλτούρα του υπηκόου, σφυρίζοντας κλέφτικα για τις ελευθερίες και τα δικαιώματά μας (κατακτημένα με πολύ αίμα και πόνο και απώλειες αμέτρητων ψυχών). Διασύρονται οι ηγεσίες βεβαίως –διασυρόμενες όμως διασύρουν και τον λαό. Χάνεται κατ’ αυτόν τον τρόπο η συνοχή και η προθυμία αυτού του λαού για δημιουργική εργασία στις διάφορες βαθμίδες της ανάπτυξης. Πού να βρεθεί το κουράγιο και η έμπνευση να τεχνουργήσει κάποιος, υλικά και πνευματικά;
Διασύρεται η χώρα γιατί δεν έχει καταφέρει να διασώσει την πολύτιμη κληρονομιά της σε ό,τι αφορά τις αξίες και την παραγωγή ιδεών σε κάθε τομέα του πολιτισμού. Και δεν αρκείται σε αυτό· προσπαθεί, λες, με κάθε τρόπο να αφανίσει ό,τι την ύψωσε ώς τώρα: η γραμματεία της και η γλώσσα της (και όχι ο ελληνικός τράχηλος που δεν υπομένει ζυγό και άλλοι ηρωικοί και ανυπόστατοι βιολογισμοί).
Διασύρεται η χώρα όταν οι ηγεσίες (και υφηγεσίες) της επιτρέπουν να χτίζονται τα τερατοmall δίπλα στους αρχαιολογικούς χώρους, όταν δίνουν βορά σε άπληστους επιχειρηματίες τις ακτές της για να ανυψωθούν ουρανοξύστες, όταν παίρνει με τη βία τα σπίτια των φτωχών και αδύναμων, όταν ξεπουλάει σε ιδιώτες τα δημόσια αγαθά (νερό, ενέργεια, ορυκτό πλούτο...).
Διασύρουμε τη χώρα (όχι σε αλλοδαπούς αλλά σε μας τους ίδιους) όταν δεν αγαπάμε τον πολιτισμό της καθαριότητας, όταν δεν τηρούμε τη σειρά προτεραιότητας στις συναλλαγές, όταν προσπαθούμε να μπούμε στους συρμούς των τρένων προτού βγουν έξω όσοι είναι μέσα· όταν περιφρονούμε και δεν σεβόμαστε το περιβάλλον και τον διπλανό.
Εξίστανται κυρίως εκπομπάρχες τινές, οι ίδιοι που δεν σέβονται όσους καλούν στις εκπομπές τους και τους διακόπτουν αγενώς και συστηματικώς – τι λέω, ωρύονται· κυρίως ψιττακάκια τινά αντιπολιτευόμενων μέσων.
Αλλά για ποια χώρα γίνεται λόγος; Υφίσταται η χώρα;
Εξίστανται διάφοροι: διασύρθηκε η χώρα από την εικόνα του κουμπουροφόρου ιδιοκτήτη ποδοσφαιρικής ομάδας, ο οποίος εισέβαλε στον αγωνιστικό χώρο και τα έκανε μαντάρα. Ας το δούμε έτσι. Ας το δούμε, όμως, κι αλλιώς.
Τόσα χρόνια που η χώρα διασύρεται γιατί έχει χάσει την εθνική της αξιοπρέπεια και υπερηφάνεια, που οι βουλευτές της δεν μπορούν να νομοθετήσουν εάν πρώτα δεν εγκρίνουν οι δανειστές, που έχουν καταπατηθεί δικαιώματα (συνταγματικά και επιβίωσης), που έχει ξεπουληθεί η δημόσια περιουσία, δεν βλέπω την ίδια αγανάκτηση, μην πω δεν κουνιέται φύλλο.
Το κύρος της χώρας δεν σμπαραλιάζεται από ένα μεμονωμένο (απωθητικό, όντως) γεγονός. Δεν είναι αυτό που δείχνει τον πολιτισμό της και το «εύρος» της δημοκρατίας της.
Είναι η δουλική στάση των ηγετών απέναντι στους ισχυρούς αυτό που υπονομεύει την αξιοπιστία και τη γερή θεσμική θωράκιση ενός κράτους και όχι ο «Ρουβίκωνας», π.χ., ή οι απεργίες, για τις οποίες πολλοί βγάζουν φλύκταινες όταν γίνονται (κλείνουν οι δρόμοι, χάνονται μεροκάματα, γελάει η Ευρώπη και λοιπά).
Η χώρα διασύρεται από τις συνεχείς γονυκλισίες των ηγεσιών της από τότε που υπάρχει αναγνωρισμένο ελληνικό κράτος, εξ αρχής χρεωμένο και πλειστάκις χρεοκοπημένο.
Η χώρα διασύρεται γιατί οι κάτοικοί της μάθαμε (εθιστήκαμε) στην κουλτούρα του υπηκόου, σφυρίζοντας κλέφτικα για τις ελευθερίες και τα δικαιώματά μας (κατακτημένα με πολύ αίμα και πόνο και απώλειες αμέτρητων ψυχών). Διασύρονται οι ηγεσίες βεβαίως –διασυρόμενες όμως διασύρουν και τον λαό. Χάνεται κατ’ αυτόν τον τρόπο η συνοχή και η προθυμία αυτού του λαού για δημιουργική εργασία στις διάφορες βαθμίδες της ανάπτυξης. Πού να βρεθεί το κουράγιο και η έμπνευση να τεχνουργήσει κάποιος, υλικά και πνευματικά;
Διασύρεται η χώρα γιατί δεν έχει καταφέρει να διασώσει την πολύτιμη κληρονομιά της σε ό,τι αφορά τις αξίες και την παραγωγή ιδεών σε κάθε τομέα του πολιτισμού. Και δεν αρκείται σε αυτό· προσπαθεί, λες, με κάθε τρόπο να αφανίσει ό,τι την ύψωσε ώς τώρα: η γραμματεία της και η γλώσσα της (και όχι ο ελληνικός τράχηλος που δεν υπομένει ζυγό και άλλοι ηρωικοί και ανυπόστατοι βιολογισμοί).
Διασύρεται η χώρα όταν οι ηγεσίες (και υφηγεσίες) της επιτρέπουν να χτίζονται τα τερατοmall δίπλα στους αρχαιολογικούς χώρους, όταν δίνουν βορά σε άπληστους επιχειρηματίες τις ακτές της για να ανυψωθούν ουρανοξύστες, όταν παίρνει με τη βία τα σπίτια των φτωχών και αδύναμων, όταν ξεπουλάει σε ιδιώτες τα δημόσια αγαθά (νερό, ενέργεια, ορυκτό πλούτο...).
Διασύρουμε τη χώρα (όχι σε αλλοδαπούς αλλά σε μας τους ίδιους) όταν δεν αγαπάμε τον πολιτισμό της καθαριότητας, όταν δεν τηρούμε τη σειρά προτεραιότητας στις συναλλαγές, όταν προσπαθούμε να μπούμε στους συρμούς των τρένων προτού βγουν έξω όσοι είναι μέσα· όταν περιφρονούμε και δεν σεβόμαστε το περιβάλλον και τον διπλανό.
Εξίστανται κυρίως εκπομπάρχες τινές, οι ίδιοι που δεν σέβονται όσους καλούν στις εκπομπές τους και τους διακόπτουν αγενώς και συστηματικώς – τι λέω, ωρύονται· κυρίως ψιττακάκια τινά αντιπολιτευόμενων μέσων.
Αλλά για ποια χώρα γίνεται λόγος; Υφίσταται η χώρα;